[Τιμο]σθένης Μειξωνίδο | |
Μειξωνίδης Τιμοσθένος | |
Κλεόστρατος Τιμοσθένος | |
χορηγούντες νικήσαντες ανέθεσα[ν] | |
5 | τώι Διονύσωι τάγαλμα καὶ τὸμ [βωμόν]. |
Α.1 | οίδε νό[μ]οι περὶ τώγ καταφθι[μέ]νω[ν· κατὰ] |
[τά]δε θά[π]τ̣εν τὸν θανόντα· εν εμ[α]τίο[ις τρ]- | |
[ι]σὶ λευκοίς, στρώματι καὶ ενδύματι [καὶ] | |
[ε]πιβλέματι. εξε͂ναι δέ καὶ εν ελάσ[σ]οσ[ι μ]- | |
5 | [έ] πλέονος αξίοις τοίς τρισὶ εκατὸν δ[ρα]- |
[χ]μέων· εχφέρεν δέ εγ κλίνηι σφηνόπο[δ]ι [κ]- | |
[α]ὶ μέ καλύπτεν τὰ δολ[ο]σχερ[έα] τοί[ς εματ]- | |
ίοις· φέρεν δέ οίνον επὶ τὸ σήμα μ̣έ π̣[λέον] | |
τριών χών καὶ έλαιον μέ πλέο[ν] εν̣ό[ς, τὰ δέ] | |
10 | [α]γγεί[α] αποφέρεσθαι. τὸν θανό[ν]τα [φέρεν] |
[κ]ατακεκαλυμμένον σιωπήι μέχρι [επὶ τὸ] | |
[σ]ήμα. προσφαγίωι [χ]ρε͂σθαι κ̣ατὰ τ̣ὰ π[άτρι]- | |
[α. τ]ὴγ κλίνην απὸ το[ύ] σή̣[μα]το[ς] καὶ τὰ σ[τρώ]- | |
ματα εσφέρεν ενδόσε, τήι δέ υστεραί[ηι δι]- | |
15 | αρραίνεν τὴν οικίην ελεύθερον θαλά[σση]- |
[ι] πρώτον, έπειτα δ̣έ̣ ύ[δ]ατι λούεν γή[ι] χ[ρίσ]- | |
αντα· επὴν δέ διαρανθήι, καθαρὴν ε͂ναι τὴν οικίην καὶ θύη θύεν εφί[στι]- | |
[α]. τὰς γυναίκας τὰς [ι]ούσας [ε]πὶ τὸ κήδ[εον] | |
απιέναι προτέρας τών {αν} ανδρών απὸ [τού] | |
20 | [σ]ήματος. επὶ τώι θανόντι τριηκόστ̣[ια μέ] |
[π]οιε͂ν. μέ υποτιθέναι κύλικα υπὸ τὴγ [κλί]- | |
[ν]ην, μεδέ τὸ ύδωρ εκχε͂ν μεδέ τὰ καλλύ[σμα]- | |
τα φέρεν επὶ τὸ σήμα. όπου άν [θ]άνηι, επὴ[ν ε]- | |
ξενιχθε͂ι, μέ ιέναι γυναίκας π[ρὸ]ς τ[ὴν οι]- | |
25 | κίην άλλας ἒ τὰς μιαινομένας· μια[ίνεσθ]- |
αι δέ μητέρα καὶ γυναίκα καὶ αδε[λφεὰς κ]- | |
αὶ θυγατέρας· πρὸς δέ ταύταις μέ π[λέον π]- | |
[έ]ντε γυναικών· παίδας δέ [δύο θ]υγ[ατέρας] | |
[α]νεψιών· άλλον [δ]έ μ[ε]δέν[α]. τοὺς μι[αινομέ]- | |
30 | [νους] λουσαμένο[υς] π[ε]ρ̣ὶ̣ κ̣α̣[ὶ κατακέ]φ[αλα] |
[ύδατ]ος [χ]ύσι κα[θαρ]οὺς ε͂ναι εωι [. . .7. . . .] | |
[. . .7. . . .]η․νυ[. . . . . . . . . .20. . . . . . . . . . ] | |
— — — — — — — — — — — — — — — — — — | |
Β.1 | [έδο]ξεν τήι v |
[β]ουλήι καὶ v | |
[τ]ώι δήμωι· v v | |
[τή]ι τρίτηι v | |
5 | [κα]ὶ τοίς ενι- |
[αυ]σίοις κα- v | |
[θ]αροὺς εί- v v | |
[ν]αι τοὺς ποι- | |
[ού]ντας· ες ι- v | |
10 | [ε]ρὸν δέ μὴ ι- v |
[έ]ναι καὶ τὴν | |
[ο]ι[κ]ίαν καθα- | |
[ρ]ὴν είναι, μέ̣- | |
[χρι] άν εκ τού | |
15 | [σ]ήματος έλθ- |
[ωσιν]. vacat |
Τα δύο κείμενα που παραθέτουμε έχουν να κάνουν με νόμους (Α, στ. 1) και ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου (Β, στ. 1-3) της Ιουλίδος της Κέας, τα οποία ρυθμίζουν τις ταφικές τελετουργίες στην πόλη.
Ρυθμίσεις σχετικά με την ταφή του νεκρού
Οι πρώτες ρυθμίσεις αφορούν την ενδυμασία του νεκρού, η οποία έχει δύο χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι το λευκό της χρώμα (Α, στ. 2-3), το οποίο συνήθως συνδέεται με την καθαρότητα και τη φωτεινότητα και έρχεται σε αντίθεση με το σκοτάδι του Άδη (για τη σύνδεση λευκού χρώματος και θανάτου, βλ. Πλούταρχος, Αίτια Ῥωμαϊκά, 26˙ Παυσανίας, 4.13.3˙ Αρτεμίδωρος, Ὀνειροκριτικά, 2.3). Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η τριπλή επάλληλη ενδυμασία του νεκρού, η οποία διακρίνεται στο στρώμα που θα τοποθετηθεί κάτω από τον νεκρό, το ένδυμα και το επίβλημα, με τα οποία εκείνος θα καλυφθεί (στ. 2-4). Οι τρεις αυτές επάλληλες στρώσεις θυμίζουν όσα αποδίδει ο Πλούταρχος στον Σόλωνα και τη νομοθεσία του, σύμφωνα με την οποία απαγορευόταν να καλύπτονται οι νεκροί στην Αθήνα με περισσότερα από τρία ρούχα (Πλούταρχος, Σόλων, 21.6), ή τις θρησκευτικές ρυθμίσεις που μας έρχονται από τη φρατρία των Λαβυαδών στους Δελφούς, σύμφωνα με τις οποίες ο νεκρός έπρεπε να πλαισιωθεί τόσο με στρώμα όσο και με μαξιλάρι (ποικεφάλαιον) (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 29-31) (βλ. σχετικά Frisone 2000: 67-69˙ Blok 2006: 214˙ Leão – Rhodes 2015: 119-120). Οι νόμοι της Ιουλίδας προβλέπουν, επίσης, ανώτατο όριο δαπάνης για τα παραπάνω ενδύματα (στ. 5-6): οι ερευνητές, ωστόσο, διαφωνούν εάν το ποσό της δαπάνης ορίζεται στις 100 ή τις 300 δραχμές (Frisone 2000: 69-71). Πληροφορίες για οικονομικής φύσεως παρεμβάσεις που αφορούν τις ταφικές πρακτικές εντοπίζονται και στη νομοθεσία του Σόλωνα, όπως επίσης και στην παραπάνω επιγραφική μαρτυρία από τους Δελφούς (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 19-23, 25-29). Οι περιορισμοί αυτοί, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν μεταξύ τους, φαίνεται να ήταν μέρος της προσπάθειας που κατέβαλε η εκάστοτε κοινότητα προκειμένου να ρυθμίσει τις σχέσεις της με τους νεκρούς της απέναντι στο ζήτημα του θανάτου (Blok 2006: 230˙ πρβλ. και Garland 1989: 15˙ Engels 1998: 62).
Η επιγραφή αναφέρεται, στη συνέχεια, στην εκφοράν του νεκρού (στ. 6), το στάδιο δηλαδή εκείνο που διαδεχόταν την πρόθεσιν και κατά το οποίο το φέρετρο μεταφερόταν από το σπίτι του νεκρού στο νεκροταφείο (Garland 1985: 31-34). Ο νεκρός τοποθετείται πάνω σε κλίνη με σφηνοειδή πόδια (στ. 6). Δεν είναι, όμως, ξεκάθαρο το νόημα του επόμενου στίχου, λόγω των προβλημάτων που παρουσιάζει η ερμηνεία της λέξης (;) «[τ]ὰ δολ[ο]σ[χ]ερ[έα]» (βλ. σχετικά Frisone 2000: 71-75˙ Osborne – Rhodes, GHI 573˙ Greek Ritual Norms 35). Υπάρχει πρόβλεψη για τη μέγιστη ποσότητα κρασιού και λαδιού που θα μεταφερθεί στον τάφο (όχι παραπάνω από τρεις και μία χοές αντίστοιχα), και ορίζεται ότι τα αγγεία που θα χρησιμοποιηθούν για τη μεταφορά θα πρέπει να επιστραφούν στο σπίτι (στ. 8-10). Το ίδιο θα ισχύσει για την κλίνη και τα στρώματα (στ. 13-14). Όπως και στην περίπτωση των Λαβυαδών (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 31-33), έτσι και στην Ιουλίδα, ο νεκρός πρέπει να είναι καλυμμένος και να τηρείται σιγή κατά τη μεταφορά (στ. 10-11). Ειδικά στους Δελφούς, τονίζεται ότι απαγορεύονται αυστηρά οι θρήνοι τόσο κατά την ημέρα της ταφής όσο και την επόμενη, τη δέκατη μέρα ή ακόμη και κατά τις ετήσιες εορτές μνήμης του νεκρού (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 35-52) (πρβλ. και Κικέρων, De legibus, 2.64-65, για τον Σόλωνα και τις απαγορεύσεις των θρήνων). Το τελετουργικό συμπληρώνεται με την τέλεση θυσιών προς τιμήν του νεκρού (στ. 12, προσφάγιον), οι οποίες θα γίνουν σύμφωνα με τις πάτριες παραδόσεις (στ. 12-13). Πέρα από το γεγονός ότι ο όρος «πάτριος» συνδέεται με τα θρησκευτικά έθιμα μιας πόλης (Mikalson 2016: 110-119), παρουσιάζει ταυτόχρονα ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της πολυσημίας του. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω επιγραφή, μπορεί να αναφέρεται είτε στις παραδόσεις της Ιουλίδας, είτε ευρύτερα στις παραδόσεις των Ιώνων, ή μπορεί, επίσης, να εκφράζει την αντίθεση ανάμεσα σε όσες πατροπαράδοτες ταφικές πρακτικές δεν μεταβλήθηκαν και σε όσες υπέστησαν αλλαγές (Frisone 2000: 79-80).
Ζητήματα κάθαρσης και μιαρότητας
Στην επιγραφή εμφανίζονται εκτενώς οι δύο αντίθετες έννοιες της μιαρότητας και του εξαγνισμού (Parker 1983). Ο θάνατος είναι συνυφασμένος με το στοιχείο της μιαρότητας. Για τον λόγο αυτό, προκειμένου να αποκατασταθεί η κανονική σχέση με το θείο, ορίζεται ότι την επόμενη ημέρα της ταφής η οικία του νεκρού πρέπει να ραντιστεί από έναν ελεύθερο άνδρα πρώτα με θαλασσινό νερό και στη συνέχεια με καθαρό, ώστε αμέσως μετά να τελεστούν οι εφέστιες θυσίες (στ. 14-18). Το νερό έχει μεγάλη σημασία στις καθαρτήριες τελετές (βλ. και Παυσανίας, 2.31.9˙ Πορφύριος, Περὶ αποχής εμψύχων, 2.44). Μάλιστα, η σημασία του τονίζεται και δεύτερη φορά στην ίδια επιγραφή, όταν σημειώνεται πως η κάθαρση όσων έχουν μιανθεί θα επιτευχθεί μόνο αφού πλύνουν όλο το σώμα και το κεφάλι τους με νερό (στ. 29-31) (Burkert 1985: 79-80). Άλλες εκδόσεις του κειμένου (π.χ. IG XII, 5 593˙ Greek Ritual Norms 35) αναφέρουν ότι η οικία θα ραντιστεί πρώτα με θαλασσινό νερό και στη συνέχεια με ύσσωπο. Ο ύσσωπος ως φυτό είναι περισσότερο γνωστό από μεταγενέστερα έργα (βλ., π.χ., Ιωάννης, Ευαγγέλιον, 19.29, όπου αναφέρεται ότι τις τελευταίες ώρες του Χριστού στον σταυρό, και ενώ εκείνος διψούσε, στρατιώτες τον πλησίασαν με έναν σπόγγο με ξύδι πάνω σε ένα κλωνάρι υσσώπου˙ Εβδομήκοντα, Ψαλμοί, 50.9, όπου αναδεικνύεται σαφέστερα ο καθαρτήριος ρόλος του˙ πρβλ. και Osborne – Rhodes, GHI 571).
Η επιγραφή περιλαμβάνει επίσης ρυθμίσεις για τους συγγενείς του νεκρού. Ειδικότερα, ορίζεται ότι καμία γυναίκα δεν επιτρέπεται να εισέλθει στην οικία του νεκρού μετά την εκφορά του, πλην όσων είναι ήδη μιασμένες. Στην τελευταία κατηγορία δεν ανήκουν όλες οι γυναίκες που συμμετείχαν στην ταφή του νεκρού, αλλά ο στενός οικογενειακός κύκλος, δηλαδή η μητέρα, η γυναίκα, οι αδελφές και οι κόρες του νεκρού. Επίσης, τονίζεται ότι δεν μπορούν να εισέλθουν περισσότερες από πέντε άλλες γυναίκες (στ. 23-29) (πρβλ. και Δημοσθένης, Πρὸς Μακάρτατον, 62, σχετικά με τη νομοθεσία του Σόλωνα για την ταφή των νεκρών και την παρουσία των γυναικών) (βλ. σχετικά Parker 1983: 40-41˙ Frisone 2000: 88-89).
Απαγορεύονται, τέλος, κάποιες ιδιαίτερες πρακτικές που πιθανώς συνδέονται με δεισιδαιμονικές αντιλήψεις σχετικά με το μίασμα που προκαλούσε ο θάνατος (Parker 1983: 35-36˙ Garland 1989: 13), όπως η τοποθέτηση κύλικας κάτω από την κλίνη, η ρίψη νερού και η μεταφορά σκουπιδιών (καλλύσματα) στον τάφο (στ. 21-23) (για τον όρο «καλλύσματα», βλ. Hσύχιος, Λεξικόν, 1330 και Blok 2006: 209).
Εκδηλώσεις μνήμης για τους νεκρούς
Οι νόμοι της Ιουλίδας απαγορεύουν την οργάνωση τελετουργικού που λάμβανε χώρα σε άλλες περιοχές την τριακοστή ημέρα μετά την ταφή, το οποίο συνήθως περιλάμβανε κάποιο δείπνο (στ. 20-21) (Frisone 2000: 84-85). Αντιθέτως, στο ψήφισμα του δήμου που ακολουθεί, γίνεται αναφορά σε επιμνημόσυνες για τον νεκρό πρακτικές κατά την τρίτη ημέρα μετά την ταφή, καθώς και κατά τις ετήσιες εκδηλώσεις προς τιμήν του (ας σημειωθεί, ωστόσο, η διχογνωμία που υπάρχει ως προς την ανάγνωση του κειμένου στο σημείο αυτό: δεν είναι σαφές εάν η έκφραση «[κα]ὶ τοίς ενι[αυ]σίοις» αναφέρεται στην τρίτη ημέρα μετά την ταφή του νεκρού και σε ετήσια τελετουργικά ή στην τρίτη ημέρα των ετήσιων εκδηλώσεων, βλ. σχετικά Frisone 2000: 92-93). Όσοι θα μετέχουν σε αυτές τις εκδηλώσεις θα είναι μεν καθαροί, δεν θα πρέπει όμως να εισέλθουν εντός ιερού, και η οικία τους δεν θα θεωρείται καθαρή μέχρι να επιστρέψουν από τον τάφο (Β, στ. 1-16).
A. Αυτοί είναι οι νόμοι για τους νεκρούς. Να θάψουν τον νεκρό σύμφωνα με τα ακόλουθα: με τρία λευκά ενδύματα, ένα κάτω από αυτόν (στρώμα), ένα ρούχο γύρω από αυτόν (ένδυμα) και ένα πάνω από αυτόν (επίβλημα)· και να υπάρχει δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν λιγότερα, η αξία και των τριών όμως να μην είναι μεγαλύτερη από 100 δραχμές· (στ. 5) να μεταφέρουν τον νεκρό σε κλίνη με σφηνοειδή πόδια και τα ενδύματα να μην καλύπτουν εντελώς τις λαβές της κλίνης· να μην φέρουν στον τάφο κρασί παραπάνω από τρεις χοές και λάδι περισσότερο από μία, και να πάρουν τα αγγεία πίσω· να μεταφέρουν τον νεκρό (στ. 10) μέχρι τον τάφο, πλήρως καλυμμένο, σιωπηλά· να πραγματοποιήσουν μια προκαταρκτική θυσία σύμφωνα με την παράδοση· να φέρουν από τον τάφο πίσω (στο σπίτι) την κλίνη και τα στρώματα· και την επόμενη μέρα, ένας άνδρας ελεύθερος να ραντίσει το σπίτι με θαλασσινό νερό (στ. 15) πρώτα, και έπειτα, αφού το τρίψει με χώμα, να το πλύνει με καθαρό νερό· και αφού ραντιστεί η οικία, να είναι καθαρή και να προσφερθούν οι εφέστιες θυσίες· οι γυναίκες οι οποίες παρευρίσκονται στην ταφή να αποχωρούν από τον τάφο πριν από τους άνδρες· να μην τελούνται τα τελετουργικά της τριακοστής μέρας προς τιμήν του νεκρού· (στ. 20) να μην τοποθετούν κύλικα κάτω από την κλίνη, ούτε να χύνουν έξω νερό ούτε να μεταφέρουν τα σκουπίδια (καλλύσματα) στον τάφο. Όταν πεθάνει κάποιος, και αφού το σώμα του έχει μεταφερθεί, να μην επιτρέπεται να μπουν άλλες γυναίκες στο σπίτι εκτός από τις μιασμένες· και μιασμένες (στ. 25) να θεωρούνται ότι είναι η μητέρα και η γυναίκα και οι αδελφές και οι κόρες· και πέραν αυτών να μην υπάρχουν παραπάνω από πέντε γυναίκες, δύο παιδιά, κόρες των ανιψιών, και κανένας άλλος· όσοι από τους μιασμένους έχουν πλυθεί με ρέον ύδωρ, από το κεφάλι ως τα πόδια, να είναι καθαροί (στ. 31).
B. Η βουλή και ο δήμος αποφάσισαν· (στ. 3) αυτοί οι οποίοι τελούν εορτές μνήμης των νεκρών την τρίτη ημέρα και ετησίως να είναι καθαροί· (στ. 9) να μην εισέλθουν, όμως, σε ιερό, και η οικία να είναι καθαρή, έως ότου επιστρέψουν από τον τάφο (στ. 16).
․ Αθηναί[ων κ]αὶ επεμελ[ήθη] όπως ὡς | |
κ̣άλλιστα πορευθήσονται οι πρέσ- | |
βεις ὡς βασιλέα, οὓς ο δήμος έπεμψ- | |
εν καὶ αποκρίνασθαι τώι ήκοντι π- | |
5 | αρὰ το͂ Σιδωνίων βασιλέως ότι καὶ |
ες τὸν λοιπὸν χρόνον ὢν ανὴρ αγαθ- | |
ὸς περὶ τὸν δήμον τὸν Αθηναίων ου- | |
κ έστι ότι ατυχήσει παρὰ Αθηναίω- | |
ν ων άν δέηται. είναι δέ καὶ πρόξεν- | |
10 | ον τού δήμου τού Αθηναίων Στράτω- |
να τὸν Σιδώνος βασιλέα καὶ αυτὸν | |
καὶ εκγόνος. τὸ δέ ψήφισμα τόδε αν- | |
αγραψάτω ο γραμματεὺς τής βολής | |
εστήληι λιθίνηι δέκα ημερών καὶ | |
15 | καταθέτω εν ακροπόλει, ες δέ τὴν α- |
ναγραφὴν τής στήλης δούναι τοὺς | |
ταμίας τώι γραμματεί τής βολής Δ | |
ΔΔ δραχμὰς εκ τών δέκα ταλάντων. π- | |
οιησάσθω δέ καὶ σύμβολα η βολὴ πρ- | |
20 | ὸς τὸν βασιλέα τὸν Σιδωνίων, όπως |
άν ο δήμος ο Αθηναίων ειδήι εάν τι | |
πέμπηι ο Σιδωνίων βασιλεὺς δεόμ- | |
ενος τής πόλεως, καὶ ο βασιλεὺς ο Σ- | |
ιδω̣νίων ειδήι όταμ πέμπηι τινὰ ὡ- | |
25 | ς αυτὸν ο δήμος ο Αθηναίων. καλέσα- |
ι δέ καὶ επὶ ξένια τὸν ήκοντα παρὰ | |
το͂ Σιδωνίων βασιλέως ες τὸ πρυτα- | |
νείον ες αύριον. | |
Μενέξενος είπεν· τὰ μέν άλλα καθά- | |
30 | περ Κηφισόδοτος· οπόσοι δ’ άν Σιδω- |
νίων οικο͂ντες ες Σιδώνι καὶ πολι- | |
τευόμενοι επιδημώσιν κατ’ εμπορ- | |
ίαν Αθήνησι, μὴ εξείναι αυτὸς μετ- | |
οίκιον πράττεσθαι μηδέ χορηγὸν | |
35 | μηδένα καταστήσαι μηδ’ εισφορὰν |
μηδεμίαν επιγράφεν. |
Πρόκειται για μία πολύ σημαντική επιγραφή για τους στόχους και τα μέσα που χρησιμοποιούσε η αθηναϊκή πολιτεία στις αρχές του 4ου αιώνα είναι η IG II2 141. Προσφέρει σημαντικές πληροφορίες πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Η επιγραφή περιλαμβάνει δύο αθηναϊκά ψηφίσματα από τα οποία έχει χαθεί η αρχή του πρώτου. Οι στίχοι 1-28 αποτελούν το τιμητικό ψήφισμα της αθηναϊκής συνέλευσης προς τον βασιλιά Abdashtart I, ο οποίος στην ελληνική γλώσσα αναφέρεται ως Στράτωνας, της πόλης Σιδώνας, ενώ οι στίχοι 29-36 συνιστούν μια τροπολογία στοχεύοντας στην προσέλκυση Σιδώνιων εμπόρων στην Αθήνα.
Το αρχικό κομμάτι της στήλης που έφερε όλα τα στοιχεία χρονολόγησης του ψηφίσματος έχει χαθεί. Η αδυναμία αυτή προκάλεσε μια εντονότατη συζήτηση κατά την οποία αναπτύχθηκαν δύο θέσεις. Η παραδοσιακή ανάγει το κείμενο μεταξύ των ετών 378-360 π.Χ., με επικρατέστερα τα έτη 377-376 π.Χ. (Johnson 1914: 420 και 423, Tod, GHI II 118-119, Moysey 1976: 182-184, Austin 1944: 98-99, Trail 2001: 293 και 2003: 227, Rhodes – Osborne, GHI 86 και Vagionakis 2017: 169 και 172-173) και η σύγχρονη με χρονολόγηση πέριξ της Ανταλκιδείου Ειρήνης (Ματθαίου 2016α και Ματθαίου 2016β: 118, Tracy 2014-2019: 49-50 και De Lisle 2020: 11-15). Ως τεκμήρια χρησιμοποιήθηκαν η αθηναϊκή πρεσβεία στον Μέγα Βασιλιά, στ. 1-4, τα έτη της βασιλείας του Στράτωνα, στ. 10-11, ο χρονικός περιορισμός των 10 ημερών για την ανέγερση της στήλης, στ. 12-15, το ταμείο των Δέκα Ταλάντων, στ. 17-18, καθώς και τα ονόματα των δύο εισηγητών, στ. 29-30.
Φυσικά, τα ερωτήματα είναι πολλά και εμφανίζονται ήδη από τον δεύτερο στίχο. Η πρεσβεία της Αθήνας ακολουθώντας τον θαλάσσιο δρόμο αντί τον παραδοσιακό χερσαίο διαμέσου της Μικράς Ασίας παρουσιάζεται στον Στράτωνα δεχόμενη την απαραίτητη βοήθεια για τη συνέχιση του ταξιδιού της. Συνεπώς, επιβεβαιώνονται οι ήδη υπάρχουσες καλές σχέσεις της με τον Στράτωνα αλλά και η σύνδεση αυτού με τον Αρταξέρξη Β΄ τη συγκεκριμένη περίοδο. Πιθανότατα το αποτέλεσμα της αποστολής ήταν θετικό και η πόλη προς αναγνώριση της συμβολής του του αποδίδει συγκεκριμένα προνόμια. Οι Αθηναίοι διπλωμάτες επιστρέφουν ενδεχομένως συνοδευόμενοι από έναν απεσταλμένο του Στράτωνα.
Πότε όμως στάλθηκε η συγκεκριμένη πρεσβεία; Οι καταγεγραμμένες αθηναϊκές αντιπροσωπείες στον Πέρση βασιλιά για το διάστημα των σαράντα πρώτων χρόνων του αιώνα είναι μόλις δύο. Γνωστές είναι οι αποστολές του 394/3 π.Χ. (Αθήν. Δειπν. 229 F και 251 Α-Β και Πλούτ. Πελ. 30) και του 368/7 π.Χ. (Ξεν Ελλ. 7.1.33-37, Πλούτ. Πελ. 30 και Διόδ. 15.76.3). Η παρουσία του Ιφικράτη στη Φοινίκη το 374 π.Χ. (Διόδ. 15.29.3-4 και 41.3 και Πλούτ. Αρτ. 24.1), ο ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας που αναφέρει ο Ξενοφώντας (Ελλ. 7.1.37) το 367 π.Χ. και τα λόγια του Δημοσθένη (7.29, 9.16, 19.137 και 253) για αναγνώριση της κυριότητας της Αμφίπολης από την Αθήνα μεταξύ 367-362 π.Χ. ενδεχομένως δηλώνουν νέα ή νέες διπλωματικές αποστολές.
Οι στίχοι 1-4 φανερώνουν τις πραγματοποιηθείσες ενέργειες του Στράτωνα προς τους πρεσβευτές για τις οποίες η πόλη αποδίδει τον ρόλο του προξένου στον ίδιο και στους απογόνους του, στ. 9-12. Παρεμβάλλονται οι στίχοι 4-9 όπου ο δήμος δεσμεύεται για εκ νέου ανταπόδοση εφόσον συνεχιστεί η θετική στάση του Σιδώνιου βασιλιά προς την Αθήνα.
Στη συνέχεια του ψηφίσματος, στ. 12-18, αναγράφονται οι όροι προκειμένου να τοποθετηθεί η στήλη. Ο γραμματέας της βουλής αναλαμβάνει το έργο με την υποχρέωση να το ολοκληρώσει εντός 10 ημερών, στ. 12-14. Το συγκεκριμένο χρονικό όριο εντοπίζεται αρκετές φορές την εικοσαετία 355-335 π.Χ. (Austin 1944: 99 και Vagionakis 2017: 173-174) καθιστώντας τη συγκεκριμένη επιγραφή την παλαιότερη επιβεβαιωμένη αναφορά του προσδιορισμού. Ενδιαφέρον προκύπτει από το περιεχόμενο των ψηφισμάτων με τον 10ήμερο περιορισμό διότι όλα είναι τιμητικού περιεχομένου (IG II2 130, 133, 149, 206, 253, 274, 278, 287 και 289). Σε όσα από αυτά διασώζονται τα ονόματα διαπιστώνεται πως πρόκειται για μη Αθηναίους. Ποια όμως ήταν η ανάγκη για μια τέτοια απόφαση; Αρκεί η καθυστερημένη ανέγερση των ψηφισμάτων; Το επιχείρημα αυτό αφήνει αναξιοποίητες τις δύο σημαντικές ομοιότητες∙ το χρονικό όριο εντοπίζεται σε τιμητικές επιγραφές μη Αθηναίων πολιτών. Είναι βάσιμο να υποστηριχθεί ότι οι τιμώμενοι ή οι αντιπρόσωποι αυτών ήταν παρόντες τόσο κατά την ψήφιση των τιμών όσο και κατά την τοποθέτηση της στήλης.
Ο στίχος 15 καταγράφει ως σημείο τοποθέτησης την Ακρόπολη χρησιμοποιώντας τη φράση «εν ακροπὸλει» σε αντίθεση με προγενέστερες περιόδους όπου η αντίστοιχη διατύπωση ήταν «εμ πόλει». Στις αρχές του 4ου αι. χρησιμοποιούνταν και οι δύο όροι, όμως, από τη δεύτερη δεκαετία ο νεώτερος επικρατεί του παλαιότερου έως ότου τον εξαλείφει. Ασαφή χρονικό προσδιορισμό προσφέρουν οι στίχοι 16-18, με τους ταμίες των 10 Ταλάντων, αλλού καταγράφονται ως ταμίες της θεάς Αθηνάς, να αποδίδουν στον γραμματέα της βουλής τα χρήματα για τα απαραίτητα έξοδα. Το συγκεκριμένο ταμείο πιστοποιείται μόνο από επιγραφικές πηγές (IG II2 22, 173 και 244). Η δημιουργία του πιθανότατα τοποθετείται τη δεύτερη δεκαετία του 4ου αι. με σκοπό την κάλυψη των εξόδων αναγραφής ψηφισμάτων της πόλης (Johnson 1914: 420 και 423, Tod, GHI II 65, Rhodes – Osborne, GHI 90 και Vagionakis 2017: 173).
Οι στίχοι 18-25 παραθέτουν πληροφορίες για τον τρόπο αναγνώρισης του γνησίου των διπλωματικών αποστολών. Η επιβεβαίωση θα γινόταν με τη χρήση συμβόλων, στ. 19, δηλαδή πήλινα πλακίδια τα οποία τα έσπαγαν σε δύο κομμάτια δίνοντας από ένα στα δύο εμπλεκόμενα μέρη. Αυτά αλληλοσυμπληρώνονταν με μοναδικό τρόπο αποδεικνύοντας τη γνησιότητα των εμπλεκόμενων μερών (ενδ. βλ. Gauthier 1972). Η συγκεκριμένη επιγραφή προσφέρει την παλαιότερη μαρτυρία για χρησιμοποίηση συμβόλων της Αθήνας με μη ελληνική πολιτική οντότητα (Η επόμενη το 349/8 π.Χ. με τον σατράπη Ορόντη, IG II2 207, Moysey 1976: 182 και Vagionakis 2017: 176-177).
Το τιμητικό ψήφισμα του Στράτωνα ολοκληρώνεται με την αναγραφή της παροχής φιλοξενίας στον απεσταλμένο του την επόμενη μέρα από την ψήφιση των τιμών στο πρυτανείο της πόλης, στ. 25-28.
Το δεύτερο κείμενο της επιγραφής, στίχοι 29-36, αποτελεί μία σημαντική παροχή προς τους Σιδώνιους εμπόρους που διαμένουν μόνιμα στη μητρόπολή τους. Δεν αποτελεί υπερβολή να ειπωθεί πως αυτοί οι 8 στίχοι είναι το ουσιαστικότερο κομμάτι της επιγραφής. Στους στίχους 29-30 αναγράφονται τα ονόματα των δύο Αθηναίων εισηγητών. Ο Κηφισόδοτος εισηγήθηκε το τιμητικό ψήφισμα υπέρ του Στράτωνα ενώ ο Μενέξενος τη νομοθέτηση για τους Σιδώνιους εμπόρους. Οι δύο άνδρες αναφέρονται χωρίς τα πατρώνυμα ή τα δημοτικά τους ενώ φέρουν κοινά αθηναϊκά ονόματα. Οι προσπάθειες σύγχρονων ιστορικών να αναγνωρίσουν τα δύο πρόσωπα τοποθετούν τη δράση τους γύρω από την παραδοσιακή χρονολόγηση της επιγραφής (Ο Μενέξενος ενδεχομένως αναγνωρίζεται στις IG II2 111, 1237 και 1604 στ. 39-40. Το όνομα του Κηφισόδοτου εμφανίζεται αρκετές φορές. Ίσως κατάγονταν από τον δήμο του Κεραμεικού. Ο συγκεκριμένος πολίτης ήταν αρκετά δραστήριος στο δεύτερο τέταρτο του 4ου αιώνα, IG II2 143 στ. 36 και Δημοσθ. 20.146 και 150. Ίσως ταυτίζεται με τον Κηφισόδοτο των παρακάτω πηγών, Agora XVI 48, Ξεν. Ελλ. 6.3.2 και 7.1.12-14, Αριστοτ. Ρητ. 3.10.7 Δημ. 51.1, και Διον. Αλικ. Άμμ. 8, Traill 2001: 293 και 2003: 227, Rhodes – Osborne, GHI 90-91, Vagionakis 2017: 176-177 και De Lisle 2020: 13). Ελλείψει των λοιπών στοιχείων, όμως, καμία εξακρίβωση δεν μπορεί να είναι δεδομένη.
Με βάση την τροπολογία οι Σιδώνιοι πολίτες που επισκέπτονται την Αθήνα για εμπορικούς σκοπούς αποκτούν συγκεκριμένα οικονομικά προνόμια (Η μετοχή «πολιτευόμενοι», στ. 31-32, και το επίθετο «πολιτικών» Διόδ. 16.44.6 κάνουν λόγο για πληθυσμό με αναγνωρισμένο το δικαίωμα του πολίτη εντός της Σιδώνας.). Η διατύπωση της πρότασης του Μενέξενου είναι τέτοια ώστε αποκλείει τους ήδη εγκατεστημένους Σιδώνιους εντός του αθηναϊκού κράτους. Τα δικαιώματα αυτά ήταν η απαλλαγή τους από τον μετοίκιο φόρο (Σε επίπεδο εθνοτικής ομάδας παρόμοιο μέτρο ίσως πάρθηκε και για τους πολίτες των πόλεων Κνωσού και Κυδώνας, Agora XVI 51[1], περί το 360 π.Χ.), τις χορηγίες αλλά και από οποιαδήποτε άλλη φορολόγηση. Στόχος αυτής της οικονομικής πολιτικής, η ακόμα μεγαλύτερη προσέλκυση Σιδώνιων εμπόρων στην πόλη. Η συγκεκριμένη τακτική απέδωσε καρπούς, διότι από το δεύτερο μισό του 4ου έως και έπειτα επιγραφές επιβεβαιώνουν την ισχυρή παρουσία τους (IG II2 343, 711, 2946, 8358, 8388, 10265α-10286, Whitehead 1977: 23 και Vagionakis 2017: 177).
Ολοκληρώνοντας την ανάλυση του κειμένου είναι απαραίτητος ένας σύντομος σχολιασμός αναφορικά με τη χρονολόγηση της επιγραφής. Η ομάδα των ιστορικών που τοποθετεί τη στήλη χρονικά πέριξ της Ανταλκίδειου Ειρήνης ανέπτυξε τη θέση της βασιζόμενη στην αναγνώριση του έργου του χαράκτη της επιγραφής. Το «χέρι» του ταυτίστηκε με αυτό των IG II2 17 και Agora XVI 50 ίσως και την IG II2 70, στις αρχές του 4ου αιώνα. Οι συγκεκριμένοι ερευνητές παραμέρισαν το σύνολο των υπολοίπων στοιχείων επαναχρονολογώντας τα. Χωρίς να θέλω να αμφισβητήσω την ταυτοποίηση του έργου του λιθογράφου η επιγραφή πρέπει να πλησιάσει τα πρώιμα χρόνια της παραδοσιακής χρονολόγησης.
Οι αναφερόμενες στον τιμώμενο βασιλέα φιλολογικές πηγές είναι μεταγενέστερες ενώ οι παρεχόμενες πληροφορίες επικεντρώνονται στη γεμάτη ακολασίες ζωή του και στον βίαιο θάνατό του (Αθήν. Δειπν. 531 Α-Ε, Αιλιαν. Ποικ. Ιστ. 7.2, Justin. Trog. Pomp. Ep. XVIII.3 και Jerom. Adv. Jovin. 1.45). Το σημαντικότερο στοιχείο που παραθέτουν αφορά τη σύγκριση του τρόπου ζωής του με τον βασιλιά της Σαλαμίνας Νικοκλή. Ο γιος του Ευαγόρα Α΄ αναρριχήθηκε στον θρόνο το 374 π.Χ. ενώ απεβίωσε φυλακισμένος των Περσών ως απόρροια της συμμετοχής του στην αποστασία το σατραπών το 361 π.Χ. Η γλώσσα των αρχαίων συγγραφέων με τις συγκρίσεις των δύο ανδρών υποδηλώνουν την ταυτόχρονη βασιλεία τους, έστω για ένα διάστημα. Ο βίαιος θάνατός του Στράτωνα, για να αποφύγει τη σύλληψη του από τους Πέρσες, δεν τοποθετείται χρονικά από τις πηγές με τα έτη 362-360 π.Χ. να είναι ιδιαίτερα δελεαστικά λόγω της γενικευμένης αποστασίας. Ελλείψει των αδιάψευστων τρόπων χρονολόγησης της επιγραφής κάθε περαιτέρω προσπάθεια τοποθέτησής της με ασφάλεια στη γραμμή του χρόνου είναι επισφαλής.
Η στοιχηδόν επιγραφή παρά την απώλεια του αρχικού τμήματός της και των ερωτημάτων που δημιουργεί, προσφέρει σημαντικότατες πληροφορίες. Απεικονίζει τις επιδιώξεις της Αθήνας και έναν τρόπο για να τις υλοποιήσει. Η πόλη εκμεταλλεύεται την εύνοια και τους δεσμούς που αναπτύσσει με μονάρχες και μέσω αυτών προωθεί τα δικά της συμφέροντα. Πρόκειται για μέθοδο που στον επερχόμενο ελληνιστικό κόσμο των βασιλέων και της Ρώμης γενικεύεται.
…. των Αθηναίων, και φρόντισε πως θα ταξιδέψουν όσο το δυνατόν καλύτερα στον βασιλιά (ενν. τον Πέρση) οι πρέσβεις, τους οποίους ο δήμος έστειλε. Και να δοθεί απάντηση στον απεσταλμένο (στ. 5) του βασιλιά των Σιδωνίων ότι και στο μέλλον, εφόσον εκείνος (ενν. ο βασιλιάς των Σιδωνίων) συνεχίζει να έχει καλή στάση προς το δήμο των Αθηναίων, δεν υπάρχει περίπτωση να απορριφθεί από τους Αθηναίους οποιοδήποτε αίτημά του. Επίσης, (στ. 10) ο Στράτωνας, ο βασιλιάς της Σιδώνας, να είναι και πρόξενος του δήμου των Αθηναίων και ο ίδιος και οι απόγονοί του. Επιπλέον, το συγκεκριμένο ψήφισμα ο γραμματέας της βουλής να αναγράψει εντός 10 ημερών σε λίθινη στήλη και (στ. 15) να τη στήσει στην ακρόπολη· και για την αναγραφή της στήλης να δώσουν οι ταμίες στον γραμματέα της βουλής 30 δραχμές από τα 10 τάλαντα (το ταμείο των 10 ταλάντων). Ακόμη, να κατασκευάσει και σφραγίδες αναγνώρισης η βουλή (στ. 20) για τον βασιλιά των Σιδωνίων, ώστε ο δήμος των Αθηναίων να γνωρίζει εάν ο βασιλιάς των Σιδωνίων στέλνει κάτι ζητώντας από την πόλη, και ο βασιλιάς των Σιδωνίων να γνωρίζει όταν στέλνει κάποιον (στ. 25) σε αυτόν ο δήμος των Αθηναίων. Ακόμη, να καλέσει για να φιλοξενήσει τον απεσταλμένο του βασιλιά των Σιδωνίων αύριο στο πρυτανείο. Ο Μενέξενος είπε· τα μεν άλλα να γίνουν, όπως ακριβώς εισηγήθηκε (στ. 30) ο Κηφισόδοτος· όσοι δε από τους Σιδωνίους, οι οποίοι κατοικούν στη Σιδώνα και έχουν το δικαίωμα του πολίτη, επισκέπτονται την Αθήνα για εμπορικούς σκοπούς, να μην επιτρέπεται σε αυτούς να πληρώνουν το μετοίκιο φόρο, ούτε χορηγός (στ. 35) να διορίζεται κανείς από αυτούς, ούτε να εγγράφονται στον κατάλογο για την καταβολή κάποιας εισφοράς.
επὶ Φρυνίχου άρχοντος, επὶ τής Λεωντίδος εν- | |
άτης πρυτανείας, ἧι Χαιρέστρατος Αμεινίου | |
Αχαρνεὺς εγραμμάτευεν· τών προέδρων επεψή- | |
φιζεν Μενέστρατος Αιξωνεύς· Ευκράτης Αρισ- | |
5 | τοτίμου Πειραιεὺς είπεν· αγαθήι τύχηι τού δ- |
ήμου τού Αθηναίων, δεδόχθαι τοίς νομοθέται- | |
ς· εάν τις επαναστήι τώι δήμωι επὶ τυραννίδι | |
ἢ τὴν τυραννίδα συνκαταστήσηι ἢ τὸν δήμον τ- | |
ὸν Αθηναίων ἢ τὴν δημοκρατίαν τὴν Αθήνησιν | |
10 | καταλύσηι, ός άν τὸν τούτων τι ποιήσαντα απο- |
κ⟨τ⟩είνηι, όσιος έστω· μὴ εξείναι δέ τών βουλευ- | |
τών τών τής βουλής τής εξ Αρείου Πάγου καταλ- | |
ελυμένου τού δήμου ἢ τής δημοκρατίας τής Αθ- | |
ήνησιν ανιέναι εις Άρείον Πάγον μηδέ συνκα- | |
15 | θίζειν εν τώι συνεδρίωι μηδέ βουλεύειν μη- |
δέ περὶ ενός· εὰν δέ τις τού δήμου ἢ τής δημοκρ- | |
ατίας καταλελυμένων τών Αθήνησιν ανίηι τώ- | |
ν βουλευτών τών εξ Αρείου Πάγου εις Άρειον Π- | |
άγον ἢ συνκαθίζηι εν τώι συνεδρίωι ἢ βολεύη- | |
20 | ι περί τινος, άτιμος έστω καὶ αυτὸς καὶ γένος |
τὸ εξ εκείνου, καὶ η ουσία δημοσία έστω αυτού | |
καὶ τής θεού τὸ επιδέκατον· αναγράψαι δέ τόν- | |
δε τὸν νόμον εν στήλαις λιθίναις δυοίν τὸν γ- | |
ραμματέα τής βουλής καὶ στήσαι τὴμ μέν επὶ τ- | |
25 | ής εισόδου τής εις Άρειον Πάγον τής εις τὸ βο- |
υλευτήριον εισιόντι, τὴν δέ εν τήι εκκλησία- | |
ι· εις δέ τὴν αναγραφὴν τών στηλών τὸν ταμίαν | |
δούναι τού δήμου : ΔΔ : δραχμὰς εκ τών κατὰ ψη- | |
φίσματα αναλισκομένων τώι δήμωι. vac. |
Η επιγραφή φέρει νόμο (ή νόμο που εντάσσεται στο σώμα ενός ψηφίσματος, βλ. Squillace 2018: 144), ο οποίος ψηφίστηκε μετά από πρόταση του Ευκράτη και έχει ως σκοπό να προστατεύσει το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας. Σώζονται τα ονόματα του επωνύμου άρχοντος Φρυνίχου (στ. 1), της πρυτανεύουσας φυλής Λεοντίδος (στ. 1-2), του γραμματέα Χαιρέστρατου (στ. 2-3) και του εισηγητή της πρότασης Ευκράτη (στ. 4-5), ο οποίος βρήκε τον θάνατο το 322 π.Χ., μετά την επικράτηση των Μακεδόνων στην Αθήνα ([Λουκιανός], Δημοσθένους εγκώμιον, 31· Lambert 2018: 210). Αναγράφεται, επίσης, το όνομα του προέδρου των νομοθετών Μενέστρατου (στ. 3-4). Οι νομοθέτες αποτελούν κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. ένα ειδικό σώμα Αθηναίων πολιτών το οποίο συμμετέχει στη διαδικασία θέσπισης νέων νόμων (Rhodes – Osborne, GHI: xviii, 390· Canevaro 2018).
Η επιγραφή αναγράφηκε σε δύο στήλες, από τις οποίες η μία τοποθετήθηκε στην είσοδο του Αρείου Πάγου και η άλλη στην Πνύκα (στ. 22-27), ως υπενθύμιση στους Αθηναίους ότι οφείλουν να υπερασπιστούν το δημοκρατικό τους πολίτευμα (Teegarden 2014: 110). Δεν είναι γνωστό, ωστόσο, ποιο από τα δύο αντίγραφα βρέθηκε στην Αγορά (Attic Inscriptions Online 33).
O Άρειος Πάγος τον 4ο αιώνα π.Χ.
Την κλασική εποχή ο Άρειος Πάγος απαρτίζεται από Αθηναίους πολίτες οι οποίοι έχουν ασκήσει το αξίωμα των εννέα αρχόντων και έχουν λογοδοτήσει για τις πράξεις τους (εύθυναι). Τα μέλη του έχουν ισόβια θητεία και αρμοδιότητά τους είναι η εκδίκαση υποθέσεων ανθρωποκτονίας από πρόθεση, σωματικής βλάβης με θανατηφόρο πρόθεση, δηλητηρίασης, εμπρησμού και καταστροφής ιερών ελαιόδεντρων (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 57.3).
Σύμφωνα, επίσης, με τις πηγές του 4ου αιώνα π.Χ., ο Άρειος Πάγος έχει την αρμοδιότητα να διενεργεί έρευνες (βλ. ενδ. Αισχίνης, Κατὰ Τιμάρχου, 81-82· Δείναρχος, Κατὰ Δημοσθένους, 50-51, 62-63· Δημοσθένης, Περὶ τού στεφάνου, 132-134· βλ. σχετικά Harris 2016: 77-78).
Μεταξύ άλλων, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε ύστερα από ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου, ο Άρειος Πάγος μπορεί να διερευνήσει κάποιο ζήτημα ή κάποιο πρόσωπο ύποπτο για εγκλήματα πολιτικού χαρακτήρα, στη συνέχεια να συντάξει μια έκθεση των πορισμάτων του και να την υποβάλει στην εκκλησία του δήμου (απόφασις). Αν η αναφορά συνηγορεί υπέρ της ενοχής του υπόπτου, η εκκλησία του δήμου μπορεί να προχωρήσει στη δίωξή του, επιλέγοντας τα πρόσωπα τα οποία θα ενεργήσουν ως κατήγοροι και παραπέμποντας την εκδίκαση της υπόθεσης στην Ηλιαία, η οποία είτε θα αθωώσει είτε θα καταδικάσει τον κατηγορούμενο (de Bruyn 1995: 143-145· Rhodes 1995: 313· Hansen 19992: 292). Οι σχετικές μαρτυρίες τοποθετούνται στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ., ενώ συνδέονται συχνά από τους ερευνητές με πρόσθετες εξουσίες που πιθανώς αποκτά ο Άρειος Πάγος τότε, συμπίπτουν δε χρονικά με μια ιδιαίτερα κρίσιμη για την πολιτική ιστορία της Αθήνας περίοδο, καθώς η αυξανόμενη επιρροή και δύναμη του Φιλίππου B΄ επηρεάζει σημαντικά την πολιτική που υιοθετεί η πόλη (Teegarden 2014: 100-101).
Την επαύριο της ήττας των Αθηναίων από τις δυνάμεις του Φιλίππου Β΄ στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), η Αθήνα λαμβάνει μια σειρά από έκτακτα μέτρα για να οργανώσει την αντίστασή της σε ενδεχόμενη επίθεση του Φιλίππου. Σε αυτά συγκαταλέγεται το ψήφισμα του δήμου, σύμφωνα με το οποίο όσοι θα απέφευγαν το καθήκον της υπεράσπισης της πατρίδας τους θα κρίνονταν ένοχοι προδοσίας και θα βίωναν την υπέρτατη τιμωρία. Δεν διαθέτουμε, ωστόσο, περισσότερα στοιχεία σχετικά με το όργανο που θα έπρεπε να τιμωρήσει τους παραβάτες. Επιπλέον, μαθαίνουμε ότι ο Άρειος Πάγος συνέλαβε και οδήγησε σε θάνατο τους προδότες που εγκατέλειψαν τότε την πόλη (Λυκούργος, Κατὰ Λεωκράτους, 52-54). Με βάση όσα είναι γνωστά ως τώρα για τη δικαιοδοσία του, φαίνεται ότι ο Άρειος Πάγος απέκτησε έκτακτες εξουσίες. Ωστόσο, υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ερευνητών ως προς το αν οι εξουσίες αυτές του δόθηκαν με κάποιο ψήφισμα ή το συμβούλιο του Αρείου Πάγου με δική του πρωτοβουλία υπερέβη τις αρμοδιότητές του (βλ. ενδ. Carawan 1985: 129-130· Wallace 1989: 118· de Bruyn 1995: 152-153· Hansen 19992: 291· Sullivan 2003: 133-134). Σώζεται, επίσης, μαρτυρία σχετικά με Αθηναίο πολίτη, ο οποίος επιχείρησε να διαφύγει στη Σάμο, μετά την ήττα, και καταδικάστηκε αμέσως σε θάνατο από τον Άρειο Πάγο ως προδότης της πόλης (Αισχίνης, Κατὰ Κτησιφώντος, 252). Σε αυτά τα στοιχεία έρχεται να προστεθεί, τέλος, και η παρέμβαση του Αρείου Πάγου στην εκκλησία του δήμου, η οποία υπήρξε καθοριστική για την εκλογή του Φωκίωνα –ο οποίος είχε ταχθεί υπέρ της ειρήνης με τον Φίλιππο– ως στρατηγού και όχι του Χαρίδημου (Πλούταρχος, Φωκίων, 16.4).
Ο νόμος του Ευκράτη
Ο νόμος τον οποίο εισηγήθηκε ο Ευκράτης αθωώνει αυτόν που θα σκοτώσει όποιον τυχόν επιχειρήσει να καταλύσει τη δημοκρατία (στ. 7-11). Ταυτόχρονα προβλέπει αυστηρές ποινές, οι οποίες περιλαμβάνουν τη δήμευση περιουσίας και τη στέρηση δικαιωμάτων (άτιμος έστω, για την ατιμία, βλ. Youni 2019: 361-375) για εκείνα τα μέλη του Αρείου Πάγου τα οποία θα εξακολουθήσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους μετά την κατάλυση της δημοκρατίας (στ. 16-22).
Ο νόμος, και ιδίως η μνεία του στον Άρειο Πάγο, έχουν ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως από τη σύγχρονη έρευνα: ως μέτρο το οποίο λήφθηκε, αφενός, για να περιοριστεί η δύναμη που είχε αποκτήσει ο Άρειος Πάγος μετά τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. (de Bruyn 1995: 161), αφετέρου για να αποτραπεί μια ενδεχόμενη συνεργασία του με τους Μακεδόνες (Ostwald 1955: 124-126), ή, ακόμη, και για να προστατευθεί ο Άρειος Πάγος από εξωτερικές πιέσεις οι οποίες θα τον ανάγκαζαν να νομιμοποιήσει ένα μη δημοκρατικό καθεστώς (Schwenk, Athens Alexander: 40-41)· ως ένας τρόπος με τον οποίο οι Αθηναίοι διεκήρυτταν ότι μένουν πιστοί στις αρχές της Κορινθιακής Συμμαχίας του Φιλίππου Β΄ (338/7 π.Χ.), σύμφωνα με τις οποίες οι ελληνικές πόλεις έπαιρναν όρκο να μην καταλύσουν τα ισχύοντα σε κάθε κράτος πολιτεύματα (IG II³ 1, 318, στ. 12-14) (Mossé 1970: 75-77)· ως μέσο με το οποίο οι Αθηναίοι καθιστούσαν σαφή την αφοσίωσή τους στο δημοκρατικό τους πολίτευμα (Wallace 1989: 179-184· Habicht 1997: 13-14) ή αποδείκνυαν στους υπόλοιπους Έλληνες ότι κατόρθωσαν να διατηρήσουν την πολιτειακή σταθερότητα στην πόλη, παρά το γεγονός ότι ο Φίλιππος είχε επιβάλει τυραννικές κυβερνήσεις σε άλλες ελληνικές πόλεις (Squillace 1994: 117-141· id. 2018: 148-151)· ως ένα μέτρο το οποίο ενθάρρυνε τον Άρειο Πάγο να επιτελέσει το καθήκον του ως προς την προστασία του πολιτεύματος, υπό την απειλή αυστηρών κυρώσεων σε αντίθετη περίπτωση (Harris 2016: 79). Τέλος, πρόσφατα, διατυπώθηκε και η άποψη ότι οι ρυθμίσεις που προβλέπονταν για τα μέλη του Αρείου Πάγου λειτουργούσαν ως προειδοποίηση για τους Αθηναίους ότι η δημοκρατία βρίσκεται υπό απειλή, σε περίπτωση που εκείνοι θα διαπίστωναν ότι οι Αρεοπαγίτες δεν συνήλθαν για να ασκήσουν τα καθήκοντά τους (Teegarden 2014: 104-105).
Και στο παρελθόν οι Αθηναίοι είχαν πάρει ανάλογες αποφάσεις προστασίας του πολιτεύματός τους. Αυτό φαίνεται στο ψήφισμα το οποίο εισηγήθηκε ο Δημόφαντος μετά το ολιγαρχικό κίνημα είτε του 411 είτε του 404 π.Χ. (Canevaro – Harris 2012: 119-125), το οποίο υποχρέωνε τους Αθηναίους πολίτες να συνδράμουν έμπρακτα στην προάσπιση της δημοκρατίας (Ανδοκίδης, Περὶ τών μυστηρίων, 96-98). Όπως και ο νόμος που πρότεινε ο Ευκράτης, έτσι και το ψήφισμα του Δημόφαντου όριζε, μεταξύ άλλων, ότι όποιος σκότωνε αυτόν που θα κατέλυε τη δημοκρατία δεν θα διωκόταν ποινικά (όσιος έστω καὶ ευαγής).
Επί άρχοντος Φρυνίχου, όταν πρυτάνευε η φυλή Λεοντίς, ένατη κατά σειρά, κατά την οποία ο Χαιρέστρατος, γιος του Αμεινίου, από τον δήμο των Αχαρνών, ήταν γραμματέας. Από τους προέδρους ο Μενέστρατος, από τον δήμο της Αιξωνής, έθετε το θέμα σε ψηφοφορία. Ο Ευκράτης, γιος του Αριστότιμου, (στ. 5) από τον δήμο του Πειραιά εισηγήθηκε. Με καλή τύχη του δήμου των Αθηναίων, οι νομοθέτες να αποφασίσουν: εάν κάποιος κινηθεί ενάντια στον δήμο για να εγκαθιδρύσει τυραννίδα ή συμμετάσχει στην εγκαθίδρυση τυραννίδας ή καταλύσει τον δήμο των Αθηναίων ή τη δημοκρατία στην Αθήνα, όποιος τυχόν σκοτώσει αυτόν που διέπραξε κάποιο από αυτά (στ. 10) να μην θεωρείται μολυσμένος (όσιος)· και να μην επιτρέπεται σε κανέναν από τους βουλευτές της βουλής του Αρείου Πάγου, εάν ο δήμος ή η δημοκρατία στην Αθήνα έχουν καταλυθεί, να ανέβει στον Άρειο Πάγο ή να καθίσει για συνεδρίαση ή να συσκέπτεται (στ. 15) για οτιδήποτε· αλλά εάν, ενώ ο δήμος και η δημοκρατία της Αθήνας έχουν καταλυθεί, κάποιος από τους βουλευτές του Αρείου Πάγου ανέβει στον Άρειο Πάγο ή κάθεται για συνεδρίαση ή συσκέπτεται για οτιδήποτε, να περιπέσει σε ατιμία και ο ίδιος και οι απόγονοί (στ. 20) του και η περιουσία του να δημευθεί και το ένα δέκατο αυτής να αποδοθεί στη θεά. Αυτός ο νόμος να αναγραφεί σε δύο λίθινες στήλες από τον γραμματέα της βουλής, και να τοποθετηθεί η μία στην είσοδο του Αρείου Πάγου (στ. 25) από την οποία εισέρχεται κανείς στο βουλευτήριο, και η άλλη στην εκκλησία του δήμου. Για την αναγραφή των στηλών ο ταμίας του δήμου να δώσει είκοσι δραχμές από τα χρήματα που δαπανά ο δήμος για τα ψηφίσματα (στ. 29).
Θ ε ο ί. | |
[Γ]λαυκίδης Σωσίππου είπεν · επειδὴ οι χορηγοὶ Αυτ[έα]- | |
ς Αυτοκλέους καὶ Φιλοξενίδης Φιλίππου καλώς [κα]- | |
[ὶ] φιλοτίμως εχορήγησαν · δεδόχθαι τοῑς δημότ[α]- | |
5 | [ι]ς στεφανώσαι αυτοὺς χρυσώι στεφάνωι εκάτε- |
[ρ]ον απὸ εκατὸν δραχμών εν τώι θεάτρωι τοίς κω- | |
μωιδοίς τοίς μετὰ Θεόφραστον άρχοντα, όπως άν | |
[φ]ιλοτιμώνται καὶ οι άλλοι χορηγοὶ οι μέλλοντες | |
[χ]ορηγείν. δούναι δέ αυτοίς καὶ εις θυσίαν δέκα δ- | |
10 | ραχμὰς τὸν δήμαρχον Hγησίλεων καὶ τοὺς ταμία- |
ας. ὰναγράψαι δέ καὶ τὸ ψήφισμα τόδε τοὺς ταμία- | |
ς έν στήληι λιθίνηι καὶ στήσαι εν τώι θεάτρωι, όπως | |
άν Αιξωνείς αεὶ ὡς κάλλιστα <τὰ> Διονύσια ποιώσιν. |
Το ψήφισμα του δήμου της Αιξωνής (σημ. Γλυφάδας) αποδίδει τιμές σε δύο χορηγούς αγώνα κωμωδίας στα αγροτικά Διονύσια (για την εμφάνιση περισσότερων του ενός χορηγών στις επιγραφές των δήμων βλ. Wilson 2010: 45-54). Οι δύο χορηγοί ήταν επιφανείς δημότες της Αιξωνής: Ο Αυτέας εμφανίζεται ως μισθωτής γης το 345/4 π.Χ. (IG II2 2492), ενώ ο Φιλοξενίδης πιθανότατα συνδεόταν με την οικογένεια του Λυκούργου μέσω του γάμου της αδερφής του (Traill, PAA 940670, 929755).
Οι τιμές για τους δύο χορηγούς περιλαμβάνουν τη στεφάνωσή τους με χρυσό στέφανο στο θέατρο της Αιξωνής κατά τους κωμικούς αγώνες του επόμενου έτους, δηλ. του 312/1 π.Χ., καθώς και την προσφορά 10 δραχμών από τον δήμαρχο και τους ταμίες, προκειμένου οι τιμώμενοι να τελέσουν θυσία. Χορηγούς τιμούν οι δημότες της Αιξωνής και με τα ψηφίσματα IG II2 1198 και 1200 (= EM 139, 12667). Οι χορηγοί τιμώνται, επειδή εκπλήρωσαν με ζήλο (“φιλοτίμως“) τα χορηγικά τους καθήκοντα. Από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. η φιλοτιμία ενσωματώνεται στις πολιτικές αρετές των Αθηναίων και προβάλλεται ιδιαίτερα. Η χορηγία –και αργότερα η αγωνοθεσία– αποτέλεσε ένα από τα προσφορότερα πεδία εκδήλωσης της φιλοτιμίας (Δημοσθένης 18.257). Το πραγματικό βραβείο για τον χορηγό ήταν η εύνοια των πολιτών ή δημοτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Αθηναίοι κατά τη διεκδίκηση ενός πολιτικού αξιώματος ή στο δικαστήριο επικαλούνταν ως επιχείρημα υπέρ τους την ανάληψη της χορηγίας (Ξενοφών, Οικονομικὸς 2.5-6).
Στο παρόν ψήφισμα η απονομή των στεφάνων προβλέπεται να γίνει κατά τη διάρκεια των αγώνων στο θέατρο, ώστε να παραδειγματιστούν οι μελλοντικοί χορηγοί. Τον ίδιο στόχο εξυπηρετεί και η ανέγερση της στήλης με το ψήφισμα στον χώρο του θεάτρου. Προσφέροντας ένα αδιάσειστο τεκμήριο της δράσης και της ανταμοιβής των δύο χορηγών και εξυπηρετώντας την προσωπική τους επιδίωξη για τιμή και εύνοια των συνδημοτών τους, το ψήφισμα δημιουργεί ευγενή άμιλλα ανάμεσα σε εκείνους που μπορούν να είναι (οικονομικά) γενναιόδωροι και κίνητρο όμοιων συμπεριφορών στο μέλλον. Μέσα από το ανταποδοτικό σύστημα της προσπάθειας-επιβράβευσης και την καλλιέργεια ενός συνόλου πολιτικών αρετών η εκάστοτε πολιτική κοινότητα (οι επιμέρους δήμοι ή η ίδια η πόλη), παρακινεί τα οικονομικώς ισχυρά μέλη της σε δράση προς όφελός της.
Θεοί. Ο Γλαυκίδης, (γιος) του Σωσίππου, εισηγήθηκε: επειδή οι χορηγοί Αυτέας, (γιος) του Αυτοκλή, και Φιλοξενίδης, (γιος) του Φιλίππου, διετέλεσαν χορηγοί σωστά και με ζήλο, να αποφασίσουν οι δημότες (στ. 5) να τους στεφανώσουν τον καθένα με χρυσό στεφάνι αξίας εκατό δραχμών στο θέατρο κατά τους αγώνες της κωμωδίας μετά τη χρονιά του άρχοντα Θεόφραστου, ώστε να φιλοτιμηθούν και οι άλλοι χορηγοί, που πρόκειται στο μέλλον να χορηγήσουν. Επίσης, ο δήμαρχος Ηγησίλεως και οι ταμίες να τους δώσουν δέκα (στ. 10) δραχμές, για να προσφέρουν θυσία. Και να αναγράψουν το ψήφισμα αυτό οι ταμίες σε στήλη λίθινη και να τη στήσουν στο θέατρο, ώστε οι Αιξωνείς πάντα να γιορτάζουν με τον καλύτερο τρόπο τα Διονύσια.
[Τιμο]σθένης Μειξωνίδο | |
Μειξωνίδης Τιμοσθένος | |
Κλεόστρατος Τιμοσθένος | |
χορηγούντες νικήσαντες ανέθεσα[ν] | |
5 | τώι Διονύσωι τάγαλμα καὶ τὸμ [βωμόν]. |
Πρόκειται για ανάθεση τριών δημοτών της Αιγιλίας που είχαν νικήσει ως χορηγοί. Ο δήμος αυτός τοποθετείται είτε στην περιοχή του βουνού Όλυμπος (βόρεια της Αναβύσσου και της Σαρωνίδας), είτε στα Καλύβια Θορικού (Travlos 1988: 15, 16 + χάρτης 1 και 21 και Traill 1986: 146, αντίστοιχα).
Οι τρεις χορηγοί είναι πατέρας και γιοί, μέλη μιας από τις οικογένειες του δήμου που μπορούσαν να αναλάβουν τέτοια έξοδα (τρεις χορηγούς –πατέρες και γιους– έχουμε επίσης σε δύο επιγραφές από το Ικάριον: IG II2 3095· 3098). Η εμφάνιση περισσότερων του ενός χορηγών στις επιγραφές που προέρχονται από τους δήμους έχει ερμηνευτεί με διάφορους τρόπους (Whitehead 1986: 217-218· Wilson 2010: 45-54).
Η χορηγία είχε γίνει στα Διονύσια, αφού η ανάθεση απευθύνεται στον Διόνυσο, και πιθανόν στα Μικρά ή εν αγροῑς Διονύσια, εφόσον τα χορηγικά μνημεία που ανεγείρονταν στους δήμους αφορούσαν κυρίως νίκες σε αυτά. Τα Μικρά ή εν αγροῑς Διονύσια ήταν η πιο διαδεδομένη από τις πολυάριθμες γιορτές που λάμβαναν χώρα στους δήμους της Αττικής (η πιο πρόσφατη συγκέντρωση των μαρτυριών στον Wilson 2010). Η επιγραφή δεν μας δίνει καμία συγκεκριμένη πληροφορία για το είδος του αγώνα, αν και γνωρίζουμε ότι στα Διονύσια των δήμων τελούνταν κατά κύριο λόγο αγώνες δράματος (τραγωδίας και κωμωδίας). Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι αφορμή για την κοινή ανάθεση αποτέλεσαν μεμονωμένες χορηγικές νίκες των τριών μελών της οικογένειας.
Κύριο ρήμα στη συγκεκριμένη επιγραφή δεν είναι τα συνήθη νικώ ή χορηγώ, αλλά το ανατίθημι. Η διατύπωση αυτή αναδεικνύει τον αναθηματικό χαρακτήρα του μνημείου. Αντίστοιχες επιγραφές έχουμε και από άλλους δήμους, όπως το Ικάριον (IG II2 3094 = ΕΜ 13316), τις Αχαρνές (IG ΙΙ2 3106), τον Θορικό (IG Ι3 1027bis), τον Ραμνούντα (I.Rhamnous 115). Οι χορηγοί ανέθεσαν στον Διόνυσο άγαλμα, το οποίο θα έδραζε στη σωζόμενη ημικυκλική κοιλότητα της βάσης, και βωμό. Χορηγικές αναθέσεις αγάλματος στον Διόνυσο έχουμε και από άλλους δήμους (πρβλ. Αλαί Αιξονίδες: IG II2 3091 = ΕΜ 12693· Ικάριον: IG II2 3095· 3098· Αναγυρούς: IG Ι3 969 = ΕΜ 13180· Θορικός: SEG XXXIV 174 και Ελευσίνα: IG II2 3090), όμως η ανάθεση βωμού είναι, αν η συμπλήρωση ισχύει, μοναδική με βάση τα ως τώρα δεδομένα. Το άγαλμα και ο βωμός θα είχαν ανεγερθεί στο θέατρο του δήμου ή στον ευρύτερο ιερό χώρο του Διονύσου.
Τα ποικίλης μορφής μνημεία που οι χορηγοί ανέθεταν για τις νίκες τους στους αγώνες των δήμων, καθώς και τα θέατρα στα οποία λάμβαναν χώρα οι σχετικές παραστάσεις ήταν προσαρμοσμένα στις περιορισμένες –σε σχέση με το άστυ– δυνατότητες και ανάγκες των δήμων (για τα θέατρα των δήμων βλ. Wilson 2010: 37-82). Το μοναδικό μνημείο από τα κατ’ αγροὺς Διονύσια που μπορεί να συναγωνιστεί σε μέγεθος και πολυτέλεια αυτά του άστεως, είναι το ανάθημα τριών προσώπων από το Ικάριον, πιθανότατα πατέρα και γιων· είχε τη μορφή ψηλού βάθρου με άγαλμα στην κορυφή, δεν ξέρουμε, ωστόσο, αν αφορούσε νίκη σε διθύραμβο ή δράμα (IG II2 3098· Wilson 2000: 249-250 εικ. 25).
O Τιμοσθένης (γιος) του Μειξωνίδη, o Μειξωνίδης (γιος) του Τιμοσθένους (και) o Κλεόστρατος (γιος) του Τιμοσθένους, έχοντας νικήσει ως χορηγοί, ανέθεσαν (στ. 5) στον Διόνυσο το άγαλμα και το βωμό.
αναγραφεὺς Αρχέδ[ι]κος Ναυκρίτου Λαμπτ[ρεύ]ς. | |
επὶ Νεαίχμου άρχοντος επὶ τής Ερεχθη- | |
ΐδος δευτέρας πρυτανείας εί Θηρα[μ]έν- | |
ης Κηφισιεὺς εγρα[μμ]άτευε· Βοηδρ[ομ]ιώ- | |
5 | νος ενδεκ[ά]τει, [μ]ιαι καὶ τ[ρ]ιακοστεί τή- |
ς πρυτ[α]νείας· τών προέ[δρ]ω[ν] επεψήφ[ιζ]ε | |
Διόδοτος Ικαριεύ[ς]· έδ[οξ]εν [τ]ώι δήμωι· Δ- | |
ημάδη[ς] Δημέου Παιανιεὺς είπεν· όπως ά- | |
ν η αγορὰ η ε[μ] Πειραε[ί] κ[α]τασ[κε]υασθ[εί] κ- | |
10 | αὶ ομαλισθεί ὡς κάλλιστα κ[α]ὶ τὰ εν τώι |
αγορανο[μ]ίωι επι[σ]κευασθεί όσων προσ- | |
δείται άπαν[τ]α, αγαθή[ι τ]ύχηι δεδό[χ]θαι | |
τώι δήμωι τοὺς αγορανό[μ]ους τοὺς εμ Π[ε]- | |
ιραιεί επι[μ]εληθήν[α]ι απάντων τούτων, τ- | |
15 | ὸ δέ ανάλωμα είναι εις ταύτα [εκ] τού αργ- |
υρίου ού οι αγορανόμοι διαχειρίζουσ- | |
ιν· επειδὴ δέ καὶ η τών αστυνόμων επιμέ- | |
λεια προστέτακται τοίς αγορ[α]νόμοις, | |
επιμεληθήναι τοὺς αγορανόμους τών ο- | |
20 | δών τών πλατειώ[ν], ἧι η πομπὴ πορεύεται |
τώι Διὶ τώι Σωτή[ρι κα]ὶ τώι Διονύσωι, όπ- | |
ως άν ομαλισθώσιν καὶ κατασ[κ]ευασθώσ- | |
ιν ὡς βέλτιστα, τ[ὰ] δέ αν[αλ]ώματα είν[α]ι ε- | |
ις ταύτα ε[κ] το[ύ] αργυρ[ίο]υ ού ο[ι α]γορανό- | |
25 | μοι διαχειρίζουσιν. επαναγκαζόντων |
δέ καὶ τοὺς τὸν [χ]ούν κατα[βε]βληκότας ε- | |
ις τὰς οδ[ο]ὺς ταύτας [α]ναι[ρ]είν τ[ρ]όπωι ό- | |
τωι άν επίστων[τα]ι. επε[ιδὰ]ν δ’ επισκευα- | |
σθεί το[ύ] αγορανομ[ί]ο[υ ἃ ενδε]ίται καὶ τ- | |
30 | ής αγο[ρ]ας καὶ τών οδών [δι’ ων] η πομπὴ τώι |
τε Δι[ὶ] τώι [Σ]ωτήρι καὶ τώι [Διον]ύσωι πέμ- | |
πεται, τὰ λο[ι]πὰ χρήμ[ατα κατ]α[βά]λλειν α- | |
υτοὺς πρὸς [το]ὺς [αθ]λοθ[έτας κατὰ τ]ὸν νό- | |
μον. όπως δ’ άν καὶ εις τὸ[ν] λο[ιπὸ]ν χρόνον | |
35 | ὡς βέλτισ[τα] ήι [κα]τ[εσκευασμ]έ[ν]α τά τ’ εν |
τήι αγο[ρ]αι τήι εμ Π[ε]ι[ραεί] καὶ τὰ [ε]ν ταί- | |
ς οδοίς, μὴ εξείναι [μηδενὶ μήτε] χούν κα- | |
[ταβά]λλειν μήτε άλλ[ο μηδέν μήτε] κοπρώ- | |
[να . . . . ε]ν τήι αγοραι [μήτ’ εν τα]ί[ς ο]δοίς | |
40 | [μηδαμού· εὰν δέ τις] τ[ο]ύτων τι π[ο]εί, εὰμ μ- |
[έν δούλος ήι ἢ μέτοικος λ]αμ[βαν]έτω 𐅄 πλ- | |
[ηγὰς . . . . . . . .16 . . . . . . . . εὰν] δ’ [ελε]ύθερ- | |
[ος . . . . . . . . . .20 . . . . . . . . . .] EΣΛΥΤΩΙΕ . . | |
— — — — — — — — — — — —ΣΛΣΛ . . | |
45 | — — — — — — — — — — — — OΝ . . |
Με το ψήφισμα αυτό αποφασίζεται να επιμεληθούν οι αγορανόμοι εργασίες στην αγορά, στο αγορανόμιο και σε σημαντικούς δρόμους του Πειραιά (στίχοι 17-25). Ταυτόχρονα ψηφίζονται διατάξεις για την καθαριότητα αυτών των χώρων και την επιβολή προστίμων στους παραβάτες (στίχοι 25-28, 34 κ.ε.). Ορίζεται επίσης η χρηματοδότηση των έργων από τα χρήματα που διαχειρίζονται οι αγορανόμοι (στίχοι 15-17, 23-25), ενώ, όσα περισσέψουν, θα διοχετευτούν στους αθλοθέτες (στίχοι 32-34), αξιωματούχους που, όσο γνωρίζουμε, ήταν υπεύθυνοι για τη μεγάλη πομπή και τους αγώνες των Παναθηναίων (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 60, 1).
Η μέριμνα για τις οδούς ήταν ενίοτε συνδεδεμένη με την εξυπηρέτηση των πομπών των γιορτών στις οποίες παρευρίσκονταν εκτός από τους οργανωμένους σε ομάδες αξιωματούχους (για τα Θαργήλια βλ. LSCG Suppl. 1434–37 = ΕΜ 13262), μεγάλο μέρος του πληθυσμού της πόλης, αλλά και επισκέπτες. Οι δρόμοι για τους οποίους το συγκεκριμένο ψήφισμα λαμβάνει πρόνοια (αι οδοὶ αι πλατείαι) είναι οι κεντρικοί οδικοί άξονες της πόλης, εκείνοι από τους οποίους διέρχονται οι πομπές δύο σημαντικών γιορτών του Πειραιά: των Διονυσίων (πρόκειται για τα Μικρά Διονύσια που γιορτάζονταν στο συγκεκριμένο δήμο) και των Διός Σωτηρίων. Η λατρεία του Δία Σωτήρα ξεκινά από τα χρόνια των Μηδικών πολέμων και διαδίδεται ιδιαίτερα από τον 4ο αιώνα π.Χ. και εξής (Miκalson 1998: 51-52· Parker 1996: 238-241). Ο Πειραιάς ως λιμάνι ήταν τόπος ιδιαίτερα πρόσφορος για τη λατρεία θεοτήτων που είχαν σχέση με τη σωτηρία (ναυτικών, ταξιδιωτών, μισθοφόρων), καθώς επίσης νέων ή ξένων θεοτήτων (Garland 1987: 107-111 –ειδικά για τον Δία Σωτήρα σελ. 137-138, 239-240).
Η χρονολόγηση της επιγραφής έχει ιδιαίτερο ιστορικό ενδιαφέρον. Λίγο νωρίτερα, το 322 π.Χ., η Αθήνα είχε υποστεί μια σημαντική πολεμική ήττα, που την οδήγησε σε απώλεια της ναυτικής της δύναμης, ενώ συγχρόνως έχασε τον Ωρωπό και τη Σάμο. Η πόλη περιήλθε στην κυριαρχία του Αντιπάτρου (όπου παρέμεινε ως το 318 π.Χ.) και στον Πειραιά εγκαταστάθηκε μακεδονική φρουρά (Habicht 1995: 53-59). Οι επισκευές που προβλέπει το ψήφισμα στην αγορά, τα δημόσια κτίρια και τους δρόμους του Πειραιά, μπορούν να συνδεθούν με καταστροφές που ενδεχομένως είχε προκαλέσει η εγκατάσταση της μακεδονικής φρουράς. Παρότι αυτή η σύνδεση δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί, γεγονός είναι ότι σε μια εποχή δύσκολη η πόλη εξακολουθεί να μεριμνά για υποδομές που σχετίζονται μεταξύ άλλων με τη διεξαγωγή γιορτών.
Αναγραφέας ο Αρχέδικος, (γιος) του Ναυκρίτου, από τον δήμο των Λαμπτρών. Επί άρχοντα Νεαίχμου, επί της δεύτερης πρυτανείας της Ερεχθηίδας φυλής, με γραμματέα τον Θηραμένη από τον δήμο της Κηφισιάς, την ενδεκάτη ημέρα του Βοηδρομιώνος μηνός, (στ. 5) την τριακοστή πρώτη ημέρα της πρυτανείας. Από τους προέδρους έθεσε το θέμα σε ψηφοφορία ο Διόδοτος από τον δήμο Ικάριον. Απόφαση του δήμου. Ο Δημάδης, (γιος) του Δημέου, από τον δήμο της Παιανίας εισηγήθηκε. Προκειμένου να κατασκευαστεί η αγορά του Πειραιά και (στ. 10) να στρωθεί όσον το δυνατόν καλύτερα και να επισκευαστούν στο αγορανόμιο όλα όσα χρειάζεται. Με τη βοήθεια της Καλής Τύχης να αποφασίσει ο δήμος οι αγορανόμοι του Πειραιά να φροντίσουν για όλα αυτά (στ. 15) και τα έξοδα για αυτά να προέλθουν από τα χρήματα που διαχειρίζονται οι αγορανόμοι. Επειδή δε τα καθήκοντα των αστυνόμων έχουν ανατεθεί στους αγορανόμους, να επιμεληθούν οι αγορανόμοι (στ. 20) τους πλατιούς δρόμους από όπου περνάει η πομπή η αφιερωμένη στον Δία Σωτήρα και στον Διόνυσο, ώστε να στρωθούν και να κατασκευαστούν όσον το δυνατόν καλύτερα. Τα έξοδα για αυτά να καλυφθούν από τα χρήματα τα οποία (στ. 25) διαχειρίζονται οι αγορανόμοι. Και να αναγκάσουν όσους έχουν ρίξει χώματα σε αυτούς τους δρόμους να τα απομακρύνουν με όποιο τρόπο τυχόν γνωρίζουν. Και, αφού επισκευαστούν όσα πρέπει από το αγορανόμιο και από την (στ. 30) αγορά και από τους δρόμους απ΄ όπου διέρχεται η πομπή η αφιερωμένη στον Δία Σωτήρα και στον Διόνυσο, να καταβάλουν οι αγορανόμοι τα χρήματα που θα περισσέψουν στους αθλοθέτες σύμφωνα με τον νόμο. Και για να βρίσκονται στο εξής (στ. 35) στην καλύτερη δυνατή κατάσταση η αγορά του Πειραιά και οι οδοί, να μην επιτρέπεται σε κανένα να ρίχνει χώματα ούτε τίποτα άλλο ούτε ακαθαρσίες πουθενά στην αγορά και στους δρόμους. (στ. 40) Εάν κάποιος κάνει κάτι από αυτά, εάν μεν είναι δούλος ή μέτοικος … να μαστιγωθεί …, εάν είναι ελεύθερος …