εν[— — — — — — — — — — — — — — —κα]-
ὶ συμπρόε[δροι· έδοξεν τώι δήμωι — — — — —]
ας Αισχύλου Σ[․․․ ca. 8․․․․ είπεν· περὶ ων απαγ]-
γέλλει ο άρχων [περὶ τών ιερών ων έθυεν τώ]-
5 ι [Δ]ιονύσωι, τύχει α[γαθεί δεδόχθαι τώι δή]-
μωι, τὰ μέν αγαθὰ δέχεσθ[αι τὸν δήμον, ἃ απα]-
γγέλλει ο άρχων γεγονέν[αι εν τοίς ιεροί]-
ς, οίς έθυεν εφ’ υγιείαι καὶ σωτη[ρίαι τής βο]-
υλής καὶ τού δήμου τού Αθηναίων κα[ὶ τών κ]-
10 αρπών τών εν τεί χώραι· επειδὴ ο άρχω[ν τά]-
ς τε άλλας θυσίας τέθυκεν, όσας αυτώι προσ-
ήκεν, υπέρ τής βουλής καὶ τού δήμου καλώς κ-
αὶ ευσεβώς, επιμεμέληται δέ καὶ τής πομπή-
[ς] τώι Δ[ι]ονύσωι μετὰ τών παρέδρων καὶ τών ε-
15 πιμελητών, διατελεί δέ καὶ τών περὶ τὴν αρ-
χὴν ποιούμενος τὴν επιμέλειαν κατὰ τοὺς
νόμους, επαινέσαι τὸν άρχοντα Νικίαν Φίλ-
ωνος Ὀτρυνέα καὶ τοὺς παρέδρους αυτού vv
Αλκίμαχον Κλεοβούλου Μυρρινούσιον v, Αν-
20 τιφάνην Πολυκράτου Ὀτρυνέα ευσεβείας έ-
νεκα καὶ φιλοτιμίας ήν έχοντες διατελού-
σιν περὶ τὸν δήμον τὸν Αθηναίων· v επαινέσ-
αι δέ καὶ τοὺς τής πομπής επιμελητὰς v Ἴσα-
νδρον Εχεδήμου Κυδαθηναιέα, v Μνησίθεον
25 Εχεδήμου Κυδαθηναιέα, vv Καλλίθεον Βουλά-
ρχου Φλυέ<α>, Αντιφάτην Ευθυκρίτου Αζηνιέα,
Κάλλαισχρον Διοτίμου Παλληνέα, v Αμεινοκ-
λήν Αντιφάνου Κήττιον, v Ἱέρωνα Φειδύλλου
Αιθαλίδην, v Κάλλιππον Ἱπποθέρσου Αχαρνέ-
30 α, v Πολύζηλον Ευηνορίδου Ἁλαιέα, v Θεογένη-
ν Ποσειδωνίου Αμφιτροπήθεν· v επαινέσαι δ-
έ καὶ τὸν πατέρα τής κανηφόρου Καλλιφώντ-
α Καλλιφώντος Αθμονέα. v αναγράψαι δέ τόδε
τὸ ψήφισμα τὸν γραμματέα τὸν κατὰ πρυτανε-
35 ίαν εν στήληι λιθίνηι καὶ στήσαι εν τώι τεμ-
ένει τού Διονύσου, εις δέ τὴν αναγραφὴν καὶ
τὴμ ποίησιν μερίσαι τοὺς επὶ τεί διοικήσε-
[ι] τὸ γενόμενον ανάλωμα.

Το ψήφισμα τιμά αξιωματούχους της πόλης για την προσφορά τους στη γιορτή των Μεγάλων ή εν άστει Διονυσίων. Πρωτίστως τιμάται με έπαινο ο επώνυμος άρχοντας Νικίας Φίλωνος Οτρυνεύς (Traill, PAA 712610), ως επιβλέπων των Μεγάλων Διονυσίων για την τέλεση των θυσιών και την επιμέλεια της πομπής (για την πομπή των Διονυσίων βλ. Cole 1993). Με δημόσιο έπαινο τιμώνται επίσης οι δύο πάρεδροι του επώνυμου άρχοντα (οι πάρεδροι δραστηριοποιούνταν πάντοτε στο πλευρό κάποιων άλλων αξιωματούχων προς βοήθεια και υποστήριξή τους, βλ. π.χ. τους παρέδρους των ελληνοταμιών), οι δέκα επιμελητές της πομπής και ο πατέρας της κανηφόρου Καλλιφών Καλλιφώντος Αθμονεύς. Οι κανηφόροι ήταν νέες κοπέλες διακεκριμένων οικογενειών οι οποίες προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε ορισμένες θεότητες (όπως η Αθηνά, ο Διόνυσος, ο Ασκληπιός κ.ά.) μεταφέροντας στις γιορταστικές πομπές καλάθια με ιερά ή συμβολικά αντικείμενα (Dillon 2002: 37-41). Το γεγονός ότι εδώ, όπως και στο τιμητικό ψήφισμα IG II2 896 (= ΕΜ 7559), οι κανηφόροι δεν τιμώνται αυτοπροσώπως αλλά μέσω των κηδεμόνων τους, οφείλεται στο ότι είναι γυναίκες και ειδικότερα ανήλικες κοπέλες που βάσει της νομικής και κοινωνικής θέσης τους δεν μπορούσαν να τιμώνται αυτόνομα για τη δημόσια δράση τους.

Ενδιαφέρον είναι ότι στο ψήφισμα IG II2 668 συνδυάζονται δύο διαφορετικές πρακτικές σε σχέση με την απόδοση τιμών. Στους στίχους 10-18 τιμάται ο επώνυμος άρχων Νικίας Φίλωνος Οτρυνεύς για το σύνολο της δραστηριότητάς του στο πλαίσιο του ετήσιου αξιώματός του. Πρόκειται για μια συνηθισμένη πρακτική που στην τελική εφαρμογή της ‘παρακολουθεί’ τη δραστηριότητα του τιμώμενου προσώπου σε περισσότερα του ενός αξιώματα και φτάνει να δίνει το cursus honorum ή αλλιώς ένα σύντομο βιογραφικό του (Rosen 1987). Αντίθετα, στους στίχους 18-33 τιμώνται δεκατρείς άνθρωποι (δύο πάρεδροι, δέκα επιμελητές και ο πατέρας της κανηφόρου) που με διαφορετικούς τρόπους, μέσα από διαφορετικά αξιώματα και ιδιότητες έχουν δραστηριοποιηθεί γύρω από έναν κοινό άξονα και έχουν συμβάλει στον ίδιο σκοπό: τη διοργάνωση ενός σημαντικότατου μέρους της γιορτής των Διονυσίων, της πομπής.

Αν η χρονολογία ισχύει, οι τιμές για τους συντελεστές των Διονυσίων ψηφίζονται σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία στην Αττική εκτυλίσσεται ήδη ο λεγόμενος ‘Χρεμωνίδειος’ πόλεμος που έφερε σε αντιπαράθεση την Αθήνα με τον Μακεδόνα βασιλέα Αντίγονο Γονατά (στοιχεία για το ξέσπασμα των εχθροπραξιών έχουμε ήδη για τα έτη 268/7 και 267/6 π.Χ.). Μια έμμεση αναφορά στις δυσκολίες της πολεμικής περιόδου αποτελεί η ασυνήθιστη προσθήκη ότι οι θυσίες που τέλεσε ο τιμώμενος επώνυμος άρχων υπέρ υγείας και σωτηρίας της Βουλής και του Δήμου των Αθηναίων προσφέρονται και για τη σοδειά της Αττικής, που προφανώς κινδύνευε από την παρουσία των εχθρικών μακεδονικών στρατευμάτων (Pulleyn 1997: 14-15).

 

… και συμπρόεδροι˙ η εκκλησία του δήμου αποφάσισε˙ ο [….]ας, (γιος) του Αισχύλου, από τον δήμο Σ[….] εισηγήθηκε˙ σχετικά με όσα αναφέρει ο άρχων για τις θυσίες που προσέφερε στον Διόνυσο, με τη βοήθεια της Καλής Τύχης να αποφασίσει ο δήμος να αποδεχθεί τα καλά σημάδια, τα οποία ο άρχων γνωστοποιεί ότι έλαβαν χώρα στις θυσίες, τις οποίες τέλεσε υπέρ υγείας και σωτηρίας της βουλής και του δήμου των Αθηναίων και υπέρ των καρπών που καλλιεργούνται στην ύπαιθρο της Αττικής. Επειδή ο άρχων έχει τελέσει και τις υπόλοιπες θυσίες, όσες απαιτούνταν από αυτόν, υπέρ της βουλής και του δήμου σωστά και με ευσέβεια και επίσης έχει επιμεληθεί την πομπή την αφιερωμένη στο Διόνυσο μαζί με τους παρέδρους και τους επιμελητές και εκπληρώνει τα απορρέοντα από το αξίωμά του καθήκοντα σύμφωνα με τους νόμους, να επαινεθούν ο άρχοντας Νικίας, (γιος) του Φίλωνος, από τον δήμο της Οτρύνης και οι πάρεδροί του, Αλκίμαχος, (γιος) του Κλεοβούλου, από τον δήμο του Μυρρινούντος και Αντιφάνης, (γιος) του Πολυκράτη, από τον δήμο της Οτρύνης λόγω της ευσέβειας και της φιλοτιμίας που έχουν προς τον δήμο των Αθηναίων. Να επαινεθούν δε και οι επιμελητές της πομπής, Ίσανδρος, (γιος) του Εχεδήμου, από τον δήμο των Κυδαθηναίων, Μνησίθεος, (γιος) του Εχεδήμου, από τον δήμο των Κυδαθηναίων, Καλλίθεος, (γιος) του Βουλάρχου, από τον δήμο της Φλύας, Αντιφάτης, (γιος) του Ευθυκρίτου, από τον δήμο της Αζηνίας, Κάλλαισχρος, (γιος) του Διοτίμου, από τον δήμο της Παλλήνης, Αμεινοκλής, (γιος) του Αντιφάνου, από τον δήμο Κήττους, Ιέρωνας, (γιος) του Φειδύλλου, από τον δήμο Αιθαλιδών, Κάλλιππος, (γιος) του Ιπποθέρσου, από τον δήμο Αχαρνών, Πολύζηλος, (γιος) του Ευηνορίδου, από τον δήμο Αλών και Θεογένης, (γιος) του Ποσειδωνίου, από τον δήμο Αμφιτροπής. Να επαινεθεί επίσης ο πατέρας της κανηφόρου, Καλλιφών, (γιος) του Καλλιφώντος, από τον δήμο Αθμονών. Να αναγράψει αυτό το ψήφισμα ο γραμματέας των πρυτάνεων σε λίθινη στήλη και να τη στήσει στο τέμενος του Διονύσου. Τη δαπάνη για την αναγραφή και την κατασκευή της στήλης να καταβάλουν οι υπεύθυνοι της διοίκησης.

 

αγαθήι τύχηι, ι̣ε̣ρ̣ονομούντος
Δημητρίου, μηνὸς Θαργηλιώνος
δευτέραι, Αλέξων Δάμωνος εί-
πεν· νόμον είναι Γαμβρειώταις
5  τὰς πενθούσας έχειν φαιὰν εσθή-
τα μὴ κατερρυπωμένην· χρήσθαι
δέ καὶ τοὺς άνδρας καὶ τοὺς παίδας
τοὺς πενθούντας εσθήτι φαιαι,
εὰμ μὴ βούλωνται λευκήι· επιτε-
10  λείν δέ τὰ νόμιμα τοίς αποιχομέ-
νοις έσχατον εν τρισὶ μησίν, τώι δέ
τετάρτωι λύειν τὰ πένθη τοὺς άν-
δρας, τὰς δέ γυναίκας τώι πέμπτωι,
καὶ εξανίστασθαι εκ τής κηδείας
15  καὶ εκπορεύεσθαι τὰς γυναίκας
τὰς εξόδους τὰς εν τώι νόμωι γε-
γραμμένας επάναγκον· τὸν δέ γυ-
ναικονόμον τὸν υπὸ τού δήμου αι-
ρούμενον τοίς αγνισμοίς τοίς πρὸ
20  τών Θεσμοφορίων επεύχεσθαι τοίς εμ-
μένουσιν καὶ ταίς πειθομέναις τώι-
δε τώι νόμωι εύ είναι καὶ τών υπαρχόν-
των αγαθών όνησιν, τοίς δέ μὴ πειθο-
μένοις μηδέ ταίς εμμενούσαις τα-
25  ναντία· καὶ μὴ όσιον αυταίς είναι, ὡς
ασεβούσαις, θύειν μηθενὶ θεών επὶ δέ-
κα έτη· τὸν δέ μετὰ Δημήτριον
στεφανηφόρον ταμίαν αιρεθέντα
αναγράψαι τόνδε τὸν νόμον εις δύο
30  στήλας καὶ αναθείναι τὴμ μέν
μίαν πρὸ τών θυρών τού Θεσμοφο-
ρίου, τὴν δέ πρὸ τού νεὼ τής Αρτέ-
μιδος τής Λοχίας· ανενεγκάτω
δέ ο ταμίας τὸ ανάλωμα τὸ γε-
35  νόμενον εις τὰστήλας τώι
πρώτωι λογιστηρίωι.

H μικρασιατική πόλη Γάμβρειον, κοντά στην Πέργαμο, ψηφίζει έναν νόμο σχετικό με τις ταφικές τελετές και τους μετέχοντες σε αυτές. Ο νόμος εντάσσεται σε μια σειρά παρόμοιων κειμένων από τον αρχαίο ελληνικό κόσμο που αφορούν τα έξοδα των κηδειών, τη διαρρύθμιση και διακόσμηση των τάφων, τη συμπεριφορά των συμμετεχόντων –κυρίως των γυναικών– στην τελετή της ταφής και στη λατρεία των νεκρών. Οι νόμοι που ρυθμίζουν θέματα σχετικά με την ταφή, το πένθος και τη λατρεία των νεκρών είναι πολυάριθμοι και προέρχονται από πολλές περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου (γενικά Engels 1998· Frisone 2000). Στην Αθήνα έχουμε σχετικούς νόμους του Σόλωνα (Πλούταρχος, Σόλων 12,5; 21,4-5 = Ruschenbusch 1966: 179, απόσπ. 72) και του Δημήτριου Φαληρέα (317/07 π.Χ., Κικέρων, de Iegibus 2, 66) και στη Σπάρτη ρυθμίσεις που ανάγονται στη νομοθεσία του Λυκούργου (Πλούταρχος, Βίος Λυκούργου 27, 1-4· Ηρόδοτος 6, 58, 1· Ξενοφών, Λακεδαιμονίων πολιτεία 15 , 9). Σχετικούς νόμους έχουμε επίσης από τη Γόρτυνα (5ος αι. π.Χ., I.Cret. IV 46B στ. 6-13· 7 6B = Koerner 1993: αρ. 137· 150 = Νomima II 84, 85), τους Λοκρούς (νόμος του Ζαλεύκου, 6ος αι. π.Χ.?, Ηρακλείδης Λέμβιος, Excerpta Politiarum αρ. 60, Dilts 1971· Ailius, Varia 6, 6), την Ιουλίδα στην Κέα (β’ μισό του 5ου αι. π.Χ., IG XII 5, 593 = LSCG 97 = Koerner 1993: αρ. 60), τις Συρακούσες (αρχές 5ου αι. π.Χ., Διόδωρος 11, 38, 2), τους Δελφούς (νόμος της φρατρίας των Λαβυαδών, περ. 400 π.Χ., CID I 9C στ. 19-52 = Koerner 1993: αρ. 46), τη Θάσο (περ. 400-350 π.Χ., LSCGSuppl. 64), τη Μασσαλία (Valerius Maximus 2, 6, 7-9) και τη Νίσυρο (3ος αι. π.Χ., ΙG XII 3, 87). Ειδικά για την προσπάθεια περιορισμού της πολυτέλειας των ταφών και των τάφων και τον έλεγχο της πόλης πάνω στις ταφικές πρακτικές βλ. Garland 1989· Zinserling 1991· Βernhardt 2003.

Ο παρών νόμος του Γαμβρείου προκύπτει από ψήφισμα του δήμου μετά από εισήγηση του Αλέξωνος, γιου του Δάμωνος. Αν εξαιρέσουμε τις ρυθμίσεις για την ανέγερση και χρηματοδότηση των στηλών (στ. 27-36), το κείμενο της εισήγησης είναι αυτούσιο το κείμενο του νόμου και αφορά τα ενδύματα και τη διάρκεια του πένθους, καθώς επίσης τη συμμετοχή των γυναικών στις πένθιμες τελετές. Οι συνέπειες της τήρησης ή της παραβίασης του νόμου προβλέπονται στην τελευταία παράγραφο (στ. 17-27).

Οι ρυθμίσεις αφορούν τη διεξαγωγή και τα έξοδα του συνόλου ή τμημάτων της ταφικής τελετής, όπως της πρόθεσης, της εκφοράς και της καθαυτό κηδείας. Αφορoύν επίσης τη διαμόρφωση του τάφου (τύμβος) και τη διακόσμησή του με επιτύμβιο μνημείο (σήμα), ενώ κάποιες ρυθμίσεις σχετίζονται με το διάστημα μετά την ταφή, την περίοδο του πένθους και τους σχετικούς καθαρμούς (για τις ταφικές συνήθειες και ειδικότερα τις μεταθανάτιες τιμές και τα νεκρόδειπνα στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις βλ. Kurtz – Boardman 1971· Garland 1985· Herfort-Koch 1992· Drexhage – Sünskes Thompson 1994).

Οι κανόνες αυτοί αποτελούν μαρτυρίες του θρησκευτικού, κοινωνικού και πολιτικού βίου της εκάστοτε πολιτικής κοινότητας σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και δεν πρέπει να οδηγούν σε γενικεύσεις. Ωστόσο, η αξία τους έγκειται σε αυτό ακριβώς: οι ιεροί νόμοι της συγκεκριμένης κατηγορίας αποτελούν επεμβάσεις στον θρησκευτικό βίο της κοινότητας, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια αποκατάστασης ή αναθεώρησης παραδοσιακών ταφικών πρακτικών/συνηθειών.

 

Πένθος και ένδυμα

Σύμφωνα με τον νόμο του Γαμβρείου οι γυναίκες που πενθούν πρέπει κατά τη διάρκεια της κηδείας και την περίοδο του πένθους να φέρουν γκρίζα ενδύματα, οι άνδρες και τα παιδιά γκρίζα ή λευκά (στ. 4-9). Ενώ, λοιπόν, για τις γυναίκες ορίζεται ένα συγκεκριμένο χρώμα, άνδρες και παιδιά μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο. Με αυτή τη ρύθμιση αφενός εισάγεται ένας νέος κανόνας για τα ενδύματα στην περίπτωση του πένθους, αφετέρου διασπάται η ενιαία εικόνα των πενθούντων που αποτυπωνόταν στο ένδυμα κοινού χρώματος (πιθανόν λευκού) και επιδιώκεται μια διαφοροποίηση ανδρών και γυναικών (για την διαφοροποίηση των φύλων στους ιερούς νόμους βλ. Cole 1992).

Το ένδυμα παίζει σημαντικό ρόλο στην αρχαία ελληνική λατρεία (Mills 1984· Jaritz 1993). Ιεροί νόμοι διευθετούν την περιβολή ανδρών και γυναικών κατά την είσοδο στο ιερό ή στο τέμενος μιας συγκεκριμένης θεότητας, καθώς και κατά τη συμμετοχή στην πομπή ή σε άλλες τελετές, όπως στην περίπτωση του Γαμβρείου. Οι σχετικές ρυθμίσεις αφορούν την καθαριότητα και γενικά την καλή κατάσταση του ενδύματος (στ. 6: μὴ κατερρυπωμένην), το είδος του υφάσματος, το χρώμα και τη μορφή του ενδύματος για τους άνδρες και για τις γυναίκες, καθώς επίσης συμπληρωματικά στοιχεία της εξωτερικής εμφάνισης των πιστών, όπως τα υποδήματα, τα κοσμήματα και την κόμμωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ρυθμίσεις διακρίνουν άνδρες και γυναίκες, όπως εδώ. Ενδεχόμενη παράβαση των κανόνων θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη την κοινότητα.

Ειδικά το χρώμα του ενδύματος έχει συμβολική σημασία (Radke 1936· Cullam 1986· Gage 1993: 11-27). Το άσπρο χρώμα (λευκόν ή λαμπρόν), το οποίο αποτελεί σύμφωνα με την αρχαία κλίμακα ένα από τα τέσσερα βασικά χρώματα, είναι κατά τον Δημόκριτο (DK 68 A 135 = Θεόφραστος, Περὶ αισθήσεων 73-76) «μὴ τραχὺ μηδ᾿ επισκιάζη μηδέ δυσδίοδον» και συνιστά το αντίθετο του μαύρου (μέλας). Συμβολικά στο λευκό χρώμα ενυπάρχει μια δύναμη αποτρεπτική απέναντι στον νεκρό και στους δαίμονες που τον περιβάλλουν. Λόγω των αποτρεπτικών ιδιοτήτων του το λευκό είναι το χρώμα που φορούν οι ιερείς σε δημόσιες εμφανίσεις και μεγάλες γιορτές (λευχειμονείν). Το φαιό είναι ένα ενδιάμεσο χρώμα μεταξύ του άσπρου και του μαύρου και σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές δεν έχει καμία ιδιαίτερη (θετική ή αρνητική) ιδιότητα. Αν και το φαιό μαρτυρείται ως χρώμα πένθους μόνο στο Γάμβρειον, εμφανίζεται ως το χρώμα του νεκρικού καλύμματος σε μια επιγραφή από τους Δελφούς, που ρυθμίζει μεταξύ άλλων τα θέματα της ταφής στην φρατρία των Λαβυαδών (CID I 9C στ. 19-52, περ. 400 π.Χ.).

 

Η διάρκεια του πένθους

Η διαφοροποίηση ανδρών και γυναικών επεκτείνεται και στo ζήτημα της διάρκειας του πένθους. Η διάρκεια του πένθους στο Γάμβρειον είναι μεγάλη σε σχέση με άλλες πόλεις: για τους άνδρες τέσσερις και για τις γυναίκες τρεις μήνες. Στην Αθήνα το πένθος διαρκεί ένα μήνα (Λυσίας 1, 14), στην Σπάρτη ένδεκα ημέρες (Πλούταρχος, Λυκούργος 27,2-4), στην Θάσο πέντε ημέρες (LSCG Suppl. 64 στ. 3-4 – τουλάχιστον για τους πεσόντες στις μάχες) και στην Ιουλίδα της Κέας η επιμνημόσυνη τελετή απαγορεύεται την τριακοστή μέρα μετά την ταφή (IG XII 5, 593 στ. 20). Σε ορισμένα ιερά η λόγω μιάσματος απαγόρευση εισόδου και θυσίας για τους συγγενείς του νεκρού κυμαίνεται ανάμεσα σε είκοσι και σαράντα ημέρες. Γενικά διαπιστώνεται η τάση των νομοθετών να περιορίζουν και όχι να επιμηκύνουν την διάρκεια του πένθους. Σε αντίθεση με αυτή τη γενική τάση τείνουμε να πιστέψουμε ότι στον νόμο του Γαμβρείου επιμηκύνεται η διάρκεια του πένθους των γυναικών, αν και η επιγραφή δεν μας δίνει συγκεκριμένα στοιχεία.

Η διάρκεια του πένθους έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η επαφή με τον θάνατο, δηλαδή η επαφή με τη σορό, η συμμετοχή στην προετοιμασία της ταφής, στον τελετουργικό θρήνο και στην ταφή καθαυτή, συνεπάγονταν μόλυνση/μίασμα για τους συγγενείς του νεκρού και για όλους τους μετέχοντες. Η επανένταξή τους στην κοινότητα γινόταν μόνο μετά από τελετές καθαρμού και μια περίοδο αποχής. Η παραβίαση αυτών των κανόνων μπορούσε να επιφέρει την εξάπλωση του μιάσματος και να θέσει σε κίνδυνο ολόκληρη την κοινότητα, όπως μια μολυσματική ασθένεια (για το μίασμα βλ. Moulinier 1952· Parker 1983). Ενδιαφέροντες είναι οι ιεροί νόμοι που ορίζουν με λεπτομέρειες τη διεξαγωγή καθαρμών, καταγράφουν όσα γεγονότα και αντικείμενα προξενούν μίασμα και προβλέπουν τιμωρίες σε περίπτωση παραβιάσεων (π.χ. IPArk 20, Αρκαδία, περ. 525 π.Χ. και IG XII 4, 72, στ. 21-30, Κως, α’ μισό 3ου αι. π.Χ.).

 

H συμμετοχή των γυναικών στις ταφικές τελετές

Η επόμενη ρύθμιση αφορά μόνο τις γυναίκες (στ. 14-17): προβλέπεται ο αποκλεισμός τους από την ταφή, δηλαδή από το τελευταίο μέρος των επιθανάτιων τελετών, και η υπό όρους συμμετοχή τους στην ταφική πομπή. Για τον έλεγχο της συμπεριφοράς των γυναικών σε δημόσιο χώρο, σε κηδείες και κατά τη λατρεία των νεκρών βλ. Gould 1980· Hymphreys 1983· Pomeroy 1995· Wagner-Hasel 2000: 81-87. Στόχος προφανώς είναι να περιοριστούν οι υπερβολικοί θρήνοι και οδυρμοί και οι σχετικές δαπάνες. Οι ταφικές πομπές και οι κηδείες έδιναν στις εύπορες οικογένειες μια ευκαιρία επίδειξης του πλούτου και της δημοτικότητάς τους. Συγγενείς, άνδρες και γυναίκες, αλλά και μη συγγενείς, καθώς επίσης κατά παραγγελία μοιρολογίστρες μπορούσαν με τον μεγάλο αριθμό τους, καθώς επίσης με την υπερβολική και απείθαρχη συμπεριφορά τους να συμπαρασύρουν μια ολόκληρη πόλη και ενδεχομένως (ανάλογα με την αιτία του θανάτου) να ενισχύσουν την επιθυμία της εκδίκησης (πρβλ. την σχετική κριτική του Πλάτωνα (Νόμοι 959c-960a). Επίσης, ο κίνδυνος μιάσματος αύξαινε όσο μεγαλύτερη, κι ως εκ τούτου ανεξέλεγκτη, ήταν η ομάδα των μετεχόντων στην κηδεία.

Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να επισημάνουμε ότι αντίστοιχες μαρτυρίες υπάρχουν στη σολώνεια νομοθεσία (Πλούταρχος, Βίος Σόλωνος 12, 5∙ 21, 4-5· Ruschenbusch 1966: 179, απόσπ. 72 b-c), στην επιγραφή της φρατρίας των Λαβυαδών στους Δελφούς (CID I 9C στ. 39-42) και στον νόμο της Ιουλίδας στην Κέα (IG XII 5, 593 = LSCG 97, όπου μάλιστα ορίζεται ο ακριβής αριθμός των γυναικών που δικαιούνται να μολυνθούν και οι οποίες πρέπει να έχουν συγγενική ή εξ αγχιστείας σχέση με τον νεκρό). Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι οι κανόνες σχετικά με τους συμμετέχοντες στις τελετές ή με τα διάφορα έθιμα (όπως τους θρήνους και τους οδυρμούς, την πορεία της πομπής, τη συμπεριφορά των μετεχόντων εντός και εκτός της οικίας, τις επιμνημόσυνες τελετές) πρέπει να εξηγηθούν τόσο σε λατρευτικό όσο σε κοινωνικό πλαίσιο.

Στο τελευταίο τμήμα του νόμου (στ. 17-27) στόχος είναι η τήρηση των κανόνων και η διαφύλαξη της τάξης στον δημόσιο βίο της πόλης. Θα περίμενε κανείς να οριστούν ως συνήθως ποινές για την περίπτωση που θα παραβιάζονταν όσα όριζε ο νόμος. Αντί αυτού προβλέπονται τα εξής: ο γυναικονόμος, ένας αξιωματούχος της πόλης (για τους γυναικονόμους βλ. Wehrli 1962· Garland 1990· Stavrianopoulou 2013), ο οποίος εκλέγεται για τις τελετές αγνισμού που λαμβάνουν χώρα πριν από τη γιορτή των Θεσμοφορίων (στ. 17-25, για τη γιορτή των Θεσμοφορίων και τις τελετές εξαγνισμού βλ. Versnel 1993: 228-288· Parker 2005: 270-283· Chlup 2007, και για τη συμμετοχή των γυναικών στα Θεσμοφόρια της Αθήνας βλ. Clinton 1996), οφείλει να διατυπώνει ευχές, θετικές για όσους τηρούν και αρνητικές για όσους παραβιάζουν τον νόμο (Latte 1920). Επομένως, ο γυναικονόμος δεν χειρίζεται νομικά μέσα ούτε επιβάλλει πρόστιμα, αλλά προσφεύγει σε ένα εναλλακτικό –και για τον αρχαίο κόσμο αποτελεσματικό– εργαλείο: διατυπώνει μια ευχή και συγχρόνως μια κατάρα ενώπιον της Δήμητρας και της Κόρης· όσοι παραβιάσουν τον νόμο θα αντιμετωπίσουν τη θεία δίκη (για αυτή την πρακτική βλ. Versnel 1981· Graf 1991· Aubriot-Sevin 1992· Pulleyn 1997).

Όπως προκύπτει από την προσεκτική διατύπωση του κειμένου, η ανταμοιβή και η τιμωρία αφορούν τόσο άνδρες όσο και γυναίκες, η εμπλοκή, ωστόσο, του γυναικονόμου και μάλιστα στο πλαίσιο της ετήσιας γυναικείας γιορτής των Θεσμοφορίων δείχνει ότι υπάρχει μια έμφαση στο γυναικείο φύλο. Ενδιαφέρον είναι ότι η πόλη δεν στηρίζεται μόνο στην αποτελεσματικότητα της ευχής και κυρίως της κατάρας του γυναικονόμου, αλλά προσθέτει μια ποινή για τις γυναίκες (όχι όμως και για τους άνδρες) που τυχόν θα παραβιάσουν τον νόμο (στ. 25-27): οι γυναίκες αυτές θα αποκλειστούν για δέκα έτη από τις θυσίες της πόλης.

Η έμφαση του νόμου στις γυναίκες επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι τα δύο λίθινα αντίγραφα του νόμου προβλέπεται να στηθούν στο Θεσμοφόριο και στο ιερό της Άρτεμης Λοχίας, δύο τόπους συνδεδεμένους με γυναικείες λατρείες και για αυτό πολυσύχναστους για τις γυναίκες (στ. 27-33).

 

Με καλή τύχη! Όταν ιερονόμος ήταν ο Δημήτριος, κατά τη δεύτερη μέρα του μήνα Θαργηλιώνα, ο Αλέξων, γιος του Δάμωνα, είπε. Να είναι νόμος στους Γαμβρειώτες, οι πενθούσες γυναίκες να φέρουν γκρίζο ένδυμα χωρίς σχισίματα. Οι άντρες και τα παιδιά που πενθούν να φορούν ένδυμα γκρίζο, αν δεν θέλουν, (να φορούν) λευκό. Να συντελούν όσα πρέπει για εκείνους που ‘φεύγουν’ εντός τριών μηνών, και τον τέταρτο μήνα οι άνδρες να λύνουν το πένθος, οι δε γυναίκες τον πέμπτο. Και να απομακρύνονται οι γυναίκες από την κηδεία και να μετέχουν στις εξόδιες ακολουθίες που ορίζονται από τον νόμο ως αναγκαστικές. Και ο γυναικονόμος που εκλέγεται από τον δήμο για τους αγνισμούς πριν από τα Θεσμοφόρια, να εύχεται όσοι (άνδρες) τηρούν και όσες (γυναίκες) υπακούουν σε αυτόν τον νόμο, να είναι καλά και να απολαμβάνουν τα αγαθά τους και για όσους δεν τον τηρούν και για όσες δεν υπακούουν (να εύχεται) τα αντίθετα. Kαι (με βάση το θεϊκό δίκαιο) να μην επιτρέπεται στις γυναίκες αυτές, επειδή διέπραξαν ασέβεια, να προσφέρουν θυσία σε κανέναν θεό για δέκα χρόνια.

Και όποιος εκλεγεί ταμίας μετά από το έτος του στεφανηφόρου Δημητρίου, να αναγράψει αυτόν τον νόμο σε δύο στήλες και να τις αναθέσει, την μία μπροστά από τις θύρες του Θεσμοφορίου και την άλλη μπροστά από τον ναό της Αρτέμιδος Λοχίας. Και ο ταμίας να αποδώσει λογαριασμό για τα έξοδα που έγιναν για τις στήλες στην πρώτη συνέλευση των λογιστών.

[ Θ ] ε  ὸ  ς   α  γ  α  θ  [  ό  ς  .]
Αγαθαι τύχαι καὶ επὶ σωτηρίαι· επὶ κόσμ[ων εν μέν]
Ἱεραπύτναι τών σὺν Ενίπαντι τώ Ερμαίω μ̣[ηνὸς]
Ἱμαλίω, εν δέ Πριανσιοί επὶ κόσμων τών σὺ[ν Νέωνι τώ]
5 Χιμάρω καὶ μηνὸς Δρομήιω· vac. τάδε συνέθε[ντο καὶ συνευ]-
δόκησαν αλλάλοις Ἱεραπύτνιοι καὶ Πριάνσιοι [εμμένον]-
τες εν ταίς προϋπαρχώσαις στάλαις ιδίαι τε [ται κειμέναι]
Γορτυνίοις καὶ Ἱεραπ̣υτνίοις καὶ ται κατὰ κοινὸν̣ [Γορτυνίοις]
καὶ Ἱεραπυτνίοις καὶ Πριανσίοις καὶ εν ται φιλίαι [καὶ συμμα]-
10 χίαι καὶ όρκοις τοίς προγεγονόσι εν ταύταις τ[αίς πόλεσιν]
καὶ επὶ ται χώραι αι εκάτεροι έχοντες καὶ κρατόν[τες τὰν συν]-
θήκαν έθεντο ες τὸν πάντα χρόνον· vac. Ἱεραπυτν̣[ίοις]
καὶ Πριανσίο<ι>ς ήμεν παρ᾿ αλλάλοις ισοπολιτείαν καὶ επιγα-
μίας καὶ ένκτησιν καὶ μετοχὰν καὶ θείων καὶ ανθρωπίνων
15 πάντων, όσοι κα έωντι έμφυλοι παρ᾿ εκατέροις, καὶ πωλόν-
τας καὶ ὠνωμένος καὶ δανείζοντας καὶ δανειζομένος
καὶ τάλλα πάντα συναλάσσοντας κυρίος ήμεν κατὰ
τὸς υπάρχοντας παρ᾿ εκατέροις νόμος· vac. εξέστω δέ τώι
τε Ἱεραπυτνίωι σπείρεν εν ται Πριανσίαι καὶ τώι Πριαν-
20 σιεί εν ται Ἱεραπυτνίαι διδώσι τὰ τέλεα καθάπερ οι άλλοι
πολίται κατὰ τὸς νόμος τὸς εκατέρη κειμένος· vac. ει δέ τί
κα ο Ἱεραπύτνιος υπέχθηται ες Πριανσ{ι}ὸν ἢ ο Πριανσιεὺς
ες Ἱεράπυτναν οτιούν, ατελέα έστω καὶ εσαγομένωι καὶ
εξαγομένωι αυτὰ καὶ τούτων τὸς καρπὸς καὶ κατὰ γαν
25 καὶ κατὰ θάλασσαν· ων δέ κα αποδώται κατὰ θάλασσαν εώ-
σας εξαγωγας τών υπεχθεσίμων αποδότω τὰ τέλεα
κατὰ τὸς νόμος τὸς εκατερή κειμένος· vac. κατὰ ταυτὰ δέ
καὶ εί τίς κα νέμ̣[ηι ατε]λὴς έστω· αι δέ κα σίνηται αποτεισά-
τω τὰ επιτίμια [ο] σι[νό]μενος κατὰ τὸς νόμος τὸς εκατερή κει-
30 μένος. Πρειγήια δέ ω [κ]α χρείαν έχηι πορηίω, παρεχόντων
οι μέν Ἱεραπύτνιοι κόσμοι τοίς Πριανσιεύσι, οι δέ Πριανσιέ<ε>ς
κόσμοι τοίς Ἱεραπυτνίοις· αι δέ μὴ παρισχαίεν, αποτεισάν-
των οι επίδαμοι τών κόσμων ται πρειγείαι στατήρας δέκα·
ο δέ κόσμος ο τών Ἱεραπυτνίων ερπέτω εν Πριανσιοί ες
35 τὸ αρχείον καὶ εν εκκλησίαι καθήσθω μετὰ τών κόσμων,
ὡσαύτως δέ καὶ ο τών Πριανσιέων κόσμος ερπέτω εν Ἱε-
ραπύτναι ες τὸ αρχείον καὶ εν εκκλησίαι καθήσθω μετὰ
τών κόσμων· εν δέ τοίς Hραίοις καὶ εν ταίς άλλαις εορταίς
οι παρατυγχάνοντες ερπόντων παρ᾿ αλλάλος ες ανδρήι-
40 ον καθὼς καὶ οι άλλοι πολίται· αναγινωσκόντων δέ τὰν
στάλαν κατ᾿ ενιαυτὸν οι τόκ᾿ αεὶ κοσμόντες παρ᾿ εκατέ-
ροις εν τοίς Ὑπερβώιοις καὶ προπαραγγελόντων αλλά-
λοις πρὸ αμεραν δέκα ή κα μέλλωντι αναγινώσκεν·
οποίοι δέ κα μὴ αναγνώντι ἢ μὴ παραγγήλωντι απο-
45 τεισάντων οι αίτιοι τούτων στατήρας εκατόν, οι μέν
Ἱεραπύτνιοι κόσμοι τών Πριανσιέων ται πόλει, οι δέ
Πριανσιέες Ἱεραπυτνίων ται πόλει· vac. αι δέ τις αδικοίη
τὰ συνκείμενα κοιναι διαλύων ἢ κόσμος ἢ ιδιώτας, ε-
ξέστω τώι βωλομένωι δικάξασθαι επὶ τώ κοινώ δι-
50 καστηρίω τίμαμα επιγραψάμενον τας δίκας κατὰ τὸ
αδίκημα ό κά τις αδικήσηι· καὶ εί κα νικάσηι, λαβέτω τὸ
τρίτον μέρος τας δίκας ο δικαξάμενος, τὸ δέ λοιπὸν έσ-
τω ταν πόλεων· αι δέ τι θεών βωλομένων έλοιμεν αγα-
θὸν απὸ τών πολεμίων, ἢ κοιναι εξοδούσαντες ἢ ιδίαι τι-
55 νές παρ᾿ εκατέρων ἢ κατὰ γαν ἢ κατὰ θάλασσαν, λαν-
χανόντων εκάτεροι κατὰ τὸς άνδρας τὸς έρποντας
καὶ τὰς δεκάτας λαμβανόντων εκάτεροι ες τὰν ιδί-
αν πόλιν· υπέρ δέ τών προγεγονότων παρ᾿ εκατέροις
αδικημάτων αφ᾿ ω τὸ κοινοδίκιον απέλιπε χρόνω, ποιη-
60 σάσθων τὰν διεξαγωγὰν οι σὺν Ενίπαντι καὶ Νέωνι κό[σ]-
μοι εν ωι κα κοιναι δόξηι δικαστηρίω αμφοτέραις ταίς πό-
λεσι επ᾿ αυτών κοσμόντων καὶ τὸς εγγύος καταστασάν-
των υπέρ τούτων αφ᾿ ας κα αμέρας α στάλα τεθήι εμ μη-
νί· υπέρ δέ τών ύστερον εγγινομένων αδικημάτων προ-
65 δίκωι μέν χρήσθων καθὼς τὸ διάγραμμα έχει· περὶ δέ τώ
δικαστηρίω οι επιστάμενοι κατ᾿ ενιαυτὸν παρ᾿ εκατέροις
κόσμοι πόλιν στανυέσθων άγ κα αμφοτέραις ταίς πόλεσ[ι]
[δό]ξηι εξ ας τὸ επικριτήριον τέλεται, καὶ εγγύος καθιστάν-
των αφ᾿ ας κα αμέρας επισταντι επὶ τὸ αρχείον εν διμήνωι,
70 καὶ διεξαγόντων ταύτα επ᾿ αυτών κοσμόντων κατὰ τὸ
δοχθέν κοιναι σύμβολον· αι δέ κα μὴ ποιήσωντι οι κόσμοι κα-
θὼς γέγραπται, αποτεισάτω έκαστος αυτών στατήρας
πεντήκοντα, οι μέν Ἱεραπύτνιοι κόσμοι Πριανσίων ται πόλει,
οι δέ Πριάνσιοι κόσμοι Ἱεραπυτνίων ται πόλει· αι δέ τί κα
75 δόξηι αμφοτέραις ταίς πόλεσι βωλουομέναις επὶ τώι
κοιναι συμφέροντι διορθώσασθαι, κύριον έστω τὸ διορ-
θωθέν· στασάντων δέ τὰς στάλας οι ενεστακότες ε-
κατερήι κόσμοι επ᾿ αυτών κοσμόντων, οι μέν Ἱεραπύ-
τνιοι εν τώι ιερώι τας Αθαναίας τας Πολιάδος καὶ οι
80 Πριάνσιοι εν τώι ιερώι τας Αθαναίας τας Πολιάδος·
οπότεροι δέ κα μὴ στάσωντι καθὼς γέγραπται απο-
τεισάντων τὰ αυτὰ πρόστιμα καθότι καὶ περὶ τών
δικαίων γέγραπται.

Το κείμενο είναι συνθήκη ισοπολιτείας ανάμεσα στις κρητικές πόλεις Ιεράπυτνα (η σημερινή Ιεράπετρα) και Πριανσό. Ανάμεσα στις πολυάριθμες κρητικές συνθήκες (συγκεντρωμένες στο Chaniotis 1996) είναι μια από τις εκτενέστερες και καλύτερα διατηρημένες. Όπως συνάγεται από τους στ. 8-10, η συνθήκη αυτή ακολουθεί και συμπληρώνει προγενέστερη συνθήκη ανάμεσα στην Πριανσό από τη μια πλευρά και τη Γόρτυνα και την Ιεράπυτνα από την άλλη, η οποία σώζεται σε δύο αντίγραφα (SEG LIII 942, 947 = Chaniotis 1996: 245-255 αρ. 27).

 

Διάρθρωση της συνθήκης – Ρήτρες

1) Επίκληση των θεών και ευχή (στ. 1-2)

Επικλήσεις θεών και ευχές βρίσκονται πολύ συχνά στην αρχή συνθηκών και άλλων δημοσίων κειμένων (ψηφισμάτων, νόμων). Έχουν προταθεί διάφορες ερμηνείες: ανάθεση του εγγράφου στους θεούς, επίκληση της προστασίας των θεών για το κείμενο και την επιγραφή. Δεδομένου ότι οι επικλήσεις και οι ευχές έχουν μεγάλη ομοιότητα με φράσεις που χρησιμοποιούνταν σε προσευχές, το πιθανότερο είναι ότι έχουν την προέλευσή τους στις προσευχές και τις επικλήσεις των θεών που εκφωνούνταν κατά τις τελετουργίες που λάμβαναν χώρα στην εκκλησία του δήμου πριν από τη συζήτηση προτάσεων για ψηφίσματα και κατά τη σύναψη των συνθηκών (Woodhead 2009: 86· βλ. και Chaniotis 1996: 83-85).

 

2) Χρονολόγηση (στ. 2-5)

Η χρονολόγηση γίνεται με αναφορά στο όνομα του προέδρου του συμβουλίου των κόσμων, που εκπροσωπούσαν την εκτελεστική εξουσία στις κρητικές πόλεις, αλλά είχαν συγχρόνως στρατιωτικά και δικαστικά καθήκοντα. Στις περισσότερες πόλεις το συμβούλιο των κόσμων ήταν δεκαμελές, με ετήσια θητεία. Όλα τα μέλη του συμβουλίου προέρχονταν από την ίδια φυλή, με βάση ένα σύστημα εκ περιτροπής εναλλαγής των φυλών στα αξιώματα (Link 1994: 97-112). Κάθε κρητική πόλη είχε το δικό της ημερολόγιο με διαφορετικά ονόματα μηνών (Trümpy 1997: 188-197). Ο Ιμάλιος είναι μάλλον θερινός μήνας, σχετιζόμενος με τη σοδειά και το άλεσμα του αλευριού (πρβλ. Ησύχιος, λλ. ιμαλιά, ιμάλιον και ιμαλίς∙ τὸ επίμετρον τών αλεύρων, επικαρπία). Ο μήνας Δρομείος παράγεται από τη γιορτή Δρομεία, μάλλον γιορτή σχετιζόμενη με τον Απόλλωνα Δρομαίο και την ένταξη των εφήβων στο σώμα των πολιτών∙ στην Κρήτη οι ενήλικοι άνδρες ονομάζονταν δρομείς (Tzifopoulos 1998).

 

3) Εισαγωγή στη συνθήκη (στ. 5-12)

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της διατύπωσης είναι ότι παραπέμπει σε μια προϋπάρχουσα συνθήκη. Το ρήμα συνευδοκείν (επικυρώνω από κοινού) σχετίζεται ακριβώς με το γεγονός ότι η παρούσα συνθήκη αποτελεί συμπλήρωση μιας παλαιότερης συνθήκης. Τέτοιες συμπληρώσεις ή αλλαγές ήταν δυνατές (βλ. παρακ., παράγραφο 18), υπό την προϋπόθεση ότι θα εγκρίνονταν και από τις δύο πλευρές∙ σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται ακριβώς το ρήμα συνευδοκείν. Η πρόταση που εισάγεται με την πρόθεση επί + δοτική εκφράζει, όπως και η μετοχή εμμένοντες, τους όρους κάτω από τους οποίους ισχύει η νέα συνθήκη. Ο βασικός όρος είναι η αμοιβαία αναγνώριση της εδαφικής κυριαρχίας των δύο συμβαλλομένων μερών και των συνόρων τους. Τα σύνορα αυτά περιγράφονται στην προγενέστερη συνθήκη, που δυστυχώς στο σημείο αυτό σώζεται πολύ αποσπασματικά και στα δύο αντίγραφά της (SEG LIII 942, 947 = Chaniotis 1996: 245-255 αρ. 27). Η πρόσφατη δημοσίευση του αντιγράφου της Γόρτυνας (SEG LIII 942) δείχνει ότι τα σύνορα των εδαφών της Πριανσού καθορίστηκαν από τους Γορτυνίους, τη σημαντικότερη πολιτική δύναμη αυτήν την εποχή και ηγέτη μιας μεγάλης συμμαχίας (στ. 15-17: [καὶ] τὰν χώραν ἃν ὡρί|ξαντο οι Γορτύνιοι πορ̣τὶ τὸνς Πριανσιέας μήτ᾿ αυ|τοὶ αφαιλησή<θ>θαι, μήτ᾿ ά[λλοις] επιτραψήν). Ο επανακαθορισμός των συνόρων μάλλον έγινε αναγκαίος μετά από πόλεμο ανάμεσα στην Ιεράπυτνα και την Πριανσό. Με την προγενέστερη συνθήκη Γορτύνιοι και Ιεραπύτνιοι εγγυώνταν τα σύνορα της Πριανσού, του ασθενέστερου μέλους της συμμαχίας. Συνοριακοί διακανονισμοί είναι πολύ συνηθισμένοι στην ελληνιστική Κρήτη και σχετίζονται με τους ενδημικούς πολέμους που χαρακτηρίζουν την κρητική ιστορία περίπου ως το 110 π.Χ. (για τις ενδοκρητικές συγκρούσεις και τους συνοριακούς διακανονισμούς: Chaniotis 1996: 27-56, 153-159· για τους κρητικούς πολέμους βλ. επίσης Chaniotis 2005: 8-12).

Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η διάκριση που γίνεται μεταξύ έχειν χώραν (νόμιμη ιδιοκτησία εδαφών) και κατέχειν χώραν (άσκηση της εδαφικής κυριαρχίας). Τα συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουν την εδαφική κυριαρχία που ισχύει τη στιγμή της επικύρωσης της συνθήκης, καθιστώντας σαφές ότι δεν λαμβάνουν υπόψη τις διεκδικήσεις εδαφών τα οποία μια πόλη θεωρεί ως νόμιμη ιδιοκτησία της, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται υπό την κατοχή άλλης πόλης.

 

4-5) Παραχώρηση δικαιωμάτων αστικού δικαίου (ισοπολιτεία, επιγαμία) και οικονομικών προνομίων (στ. 13-21)

Στην πρώτη ουσιαστική διάταξη της συνθήκης παραχωρούνται αμοιβαίως, πολύ επιγραμματικά, τρία σημαντικά δικαιώματα, πολύ συνηθισμένα σε κρητικές συνθήκες.

Ως ισοπολιτεία ορίζεται (στην Κρήτη) το δικαίωμα του πολίτη μιας των συμβαλλομένων πόλεων να εγκατασταθεί στην άλλη πόλη και να αποκτήσει εκεί πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Η ισοπολιτεία συνήθως συμπληρώνει συνθήκες συμμαχίας και αποτελούσε ένα μέτρο με το οποίο πόλεις με διαφορετικές ανάγκες και αλληλοσυμπληρούμενες δυνατότητες εξασφάλιζαν για τους πολίτες τους τη δυνατότητα να ασκήσουν οικονομικές δραστηριότητες σε μια άλλη πόλη. Η πόλη που έκανε την ευρύτερη χρήση αυτών των δυνατοτήτων ήταν η Ιεράπυτνα. Η σύγκριση των διατάξεων των σχετικών συνθηκών δείχνει ότι η ενεργοποίηση της ισοπολιτείας γινόταν ατομικά, όχι μαζικά, και συνδεόταν με ορισμένες προϋποθέσεις. Ο αιτών έπρεπε να είναι ενεργό μέλος φυλής (όπως σε αυτή τη συνθήκη), δηλαδή να μην είχε χάσει τα πολιτικά του δικαιώματα ή να έχει εξοριστεί ή να είναι πολίτης τιμής ένεκεν. Ηταν υποχρεωμένος να εγκαταλείψει την πόλη του, ρυθμίζοντας πρώτα όλες τις εκεί νομικές και οικονομικές του εκκρεμότητες και μάλλον πουλώντας όλη την εκεί ιδιοκτησία του. Η αποδοχή της αίτησής του αποφασιζόταν από την εκκλησία της άλλης πόλης∙αρκούσαν τρεις αρνητικές ψήφοι για την απόρριψη του αιτήματός του (βλ. κυρίως I.Cret. III, iv.1· Staatsverträge III 554· Chaniotis 1996: 185-190 αρ. 5).

Το δικαίωμα της επιγαμίας δεν χορηγείται μόνο σε όσους πολίτες επιθυμούσαν να ενεργοποιήσουν την ισοπολιτεία αλλά σε όλους τους πολίτες των συμβαλλομένων πόλεων. Με τη νομιμοποίηση των γάμων μεταξύ πολιτών των δύο πόλεων τα παιδιά δεν θεωρούνταν νόθα, αλλά είχαν πλήρη πολιτικά και αστικά δικαιώματα (για το πρόβλημα των νόθων στην κρητική κοινωνία, αποτέλεσμα γάμων ατόμων με διαφορετική νομική θέση, βλ. Chaniotis 2002).

Ιδιαίτερα σημαντικό ήταν το δικαίωμα της εγκτήσεως (Chaniotis 1996: 109-113). Σύμφωνα με το αρχαίο ελληνικό δίκαιο, η ιδιοκτησία γής καὶ οικίας αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο των πολιτών, που μόνον κατ’ εξαίρεση παραχωρούνταν σε ξένους, συνήθως προξένους και ευεργέτες. Φαίνεται ότι στην ελληνιστική Κρήτη το πρόβλημα της ιδιοκτησίας γης ήταν ιδιαίτερα οξύ σε ορισμένες πόλεις, όπως συνάγεται από τη διέξοδο που εύρισκαν οι άκληροι πολίτες στην πειρατεία, στο επάγγελμα του μισθοφόρου και στη μαζική έξοδο και εγκατάσταση σε ξένες περιοχές, π.χ. στα εδάφη της Μιλήτου και στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο (Chaniotis 2005: 80-85). Ωστόσο, κάποιες πόλεις φαίνεται ότι είχαν περίσσευμα γης, αλλά έλλειψη πολιτών. Αν και θεωρητικά η παραχώρηση της εγκτήσεως στηρίζεται στην αμοιβαιότητα, στην πραγματικότητα ικανοποιούσε διαφορετικές, συμπληρωματικές ανάγκες. Η Ιεράπυτνα, που σύναψε περισσότερες συμφωνίες εγκτήσεως από οποιαδήποτε άλλη πόλη, αλλά και ακολούθησε επεκτατική πολιτική κατακτώντας και προσαρτώντας σχεδόν το σύνολο της ανατολικής Κρήτης, πρέπει να ήταν ο κυρίως ωφελούμενος από τη διάταξη αυτή.

Η συνθήκη επιτρέπει επιγραμματικά και τις οικονομικές συναλλαγές (αγοραπωλησίες, δανεισμούς) με βάση τους νόμους που ισχύουν σε κάθε πόλη (στ. 15-18· σχετικά βλ. Guizzi 1999: 242-243). Όσοι πολίτες δεν έκαναν χρήση της ισοπολιτείας, αλλά επιθυμούσαν παρ’ όλα αυτά να ασκήσουν αγροτικές δραστηριότητες στα εδάφη της άλλης πόλης, αποκτούν το δικαίωμα του σπείρειν, δηλαδή το δικαίωμα της χρήσης των δημοσίων εδαφών της άλλης πόλης για καλλιέργειες, με καταβολή του προβλεπόμενου τέλους. Η ύπαρξη δημοσίων γαιών στις κρητικές πόλεις στην ελληνιστική εποχή μαρτυρείται και από μια επιγραφή της Κυδωνίας, η οποία αφορά την παραχώρηση (δημοσίων) γαιών σε ξένους (I.Cret. II, x.1).

 

6) Φύλαξη αγαθών (στ. 21-27)

Γενικά η εισαγωγή και εξαγωγή αγαθών υπάγεται στην καταβολή δασμών, από την οποία ένα άτομο μπορεί να απαλλαγεί με την παραχώρηση της ατελείας βάσει ψηφίσματος. Στις κρητικές συνθήκες μεταξύ πόλεων καθορίζεται ότι η εξαγωγή από τη στεριά (που αφορά κυρίως κοπάδια) ήταν ατελής∙ ατελής ήταν επίσης η εισαγωγή και επανεξαγωγή αγαθών για προσωπική χρήση. Αντίθετα, οι εξαγωγές από τη θάλασσα, που αφορούσαν συνήθως εμπορικά προϊόντα, συνεπάγονταν τη χρήση λιμανιών και συνήθως ελέγχονταν ευκολότερα. Στις εξαγωγές αυτές καταβάλλονταν τέλη (εξαγωγὰν ήμεν κατὰ γαν μέν ατελεί, κατὰ θάλασσαν δέ καταβάλλοντι τὰ τέλεα κατὰ τὸς νόμος τὸς εκατέρη κειμένος)∙ τα τέλη αυτά περιελάμβαναν και το ενλιμένιον, δηλαδή τα λιμενικά τέλη (Chaniotis 1996: 119∙ Guizzi 1999: 240). Από την εισαγωγή για εμπορικούς λόγους διαφέρει η εισαγωγή αγαθών προς φύλαξη στα εδάφη μιας ξένης πόλης με την οποία υπάρχει σχετική συνθήκη. Οι συχνοί πόλεμοι, οι επιδρομές σε αφύλακτες ορεινές περιοχές και στην ύπαιθρο και η πειρατεία στην ελληνιστική εποχή ανάγκαζαν πολλές φορές όσους απειλούνταν από τέτοιους κινδύνους να αναζητήσουν καταφύγιο στα εδάφη μιας γειτονικής πόλης, μαζί με κινητά υπάρχοντα, π.χ. κοπάδια (Müller 1975). Η ατελής εισαγωγή και επανεξαγωγή επιτρέπεται με τη συνθήκη αυτή. Η αναφορά στους “καρπούς” των εισαχθέντων δείχνει ότι πρόκειται κυρίως για κοπάδια ζώων που ήταν ιδιαιτέρως εκτεθειμένα σε κινδύνους στους βοσκοτόπους στην εσχατιά των πόλεων (Chaniotis 1999α: 200). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξαίρεση που γίνεται για αγαθά εισαχθέντα προς φύλαξη από τη θαλάσσια οδό (επομένως με πλοία), τα οποία στη συνέχεια πουλήθηκαν∙ εδώ η καταβολή δασμών επιβάλλεται. Πρόκειται μάλλον για λάφυρα από πειρατικές επιδρομές –πολύτιμα αντικείμενα και δούλους (Müller 1975: 150 σημ. 74).

 

7) Επινομία (στ. 27-30)

Η διάταξη αυτή δεν αφορά την ευκαιριακή χρήση βοσκοτόπων στα εδάφη του εταίρου της συνθήκης, αλλά το φαινόμενο των χειμαδιών, της περιοδικής μετακίνησης κοπαδιών σε βοσκοτόπους με διαφορετικές κλιματικές συνθήκες (για το φαινόμενο των χειμαδιών στην αρχαία Κρήτη βλ. Chaniotis 1999α: 198-205 και γενικά στην αρχαιότητα βλ. Waldherr 2001: 331-357· Arnold – Greenfield 2006· για επιγραφικές μαρτυρίες περί βοσκής και κτηνοτροφίας βλ. Chandezon 2003). Οι Ιεραπύτνιοι χρειάζονταν τους βοσκοτόπους στην ορεινή Πριανσό για τους θερινούς μήνες και αντίστροφα οι Πριάνσιοι χρειάζονταν για τα κοπάδια τους χειμαδιά στην πεδινή και παράκτια Ιεράπυτνα. Η χρήση των βοσκοτόπων ήταν ατελής για τους ξένους βοσκούς, ενώ αντίθετα φαίνεται ότι οι πολίτες κατέβαλλαν τέλη, που όντως μαρτυρούνται στην περίπτωση της Ιεράπυτνας (I.Cret. III, iv.1 = Chaniotis 1996: 185-190 αρ. 5).

 

8) Υποστήριξη πρεσβειών (στ. 30-33)

Αυτή είναι η μόνη μαρτυρία μιας τέτοιας διάταξης σε κρητικές συνθήκες, αλλά η προσφορά βοήθειας και προστασίας σε ξένους πρεσβευτές μαρτυρείται και αλλού (π.χ. I.Cret. III, iii.3 C). Το πρόστιμο για σχετική παράλειψη καταβάλλεται μόνο από τους παρόντες κόσμους (οι επίδαμοι). Οι πολύπλευρες υποχρεώσεις των κόσμων, κυρίως οι στρατιωτικές, επέβαλλαν τη συχνή απουσία τους∙ ορισμένοι κόσμοι (ίσως τα μισά μέλη του δεκαμελούς συμβουλίου) έπρεπε όμως να είναι παρόντες στην πόλη για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Αυτό εξηγεί γιατί ο αριθμός των κόσμων ποικίλλει στις επιγραφές (5-10 ονόματα)· φαίνεται ότι ορισμένες φορές αναγράφονται μόνο τα ονόματα των επιδάμων κόσμων (Chaniotis 1996: 260-261 με παραδείγματα).

 

9) Πρόσκληση των ξένων κόσμων (στ. 34-38)

Η αμοιβαία πρόσκληση των ξένων κόσμων και των πολιτών (βλ. παράγρ. 10) ανήκει στα μέτρα για την εδραίωση της φιλίας δύο κρητικών πόλεων∙ αποτελεί ιδιαιτερότητα των κρητικών διακρατικών συνθηκών. Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από ανάλογες διατάξεις και σε άλλες συνθήκες (Chaniotis 1996: 130-133), οι ξένοι κόσμοι προσκαλούνταν σε δείπνο στην έδρα των αρχόντων (πρυτανείον), στη συνέλευση του λαού είχαν ιδιαίτερες τιμητικές θέσεις μαζί με τους τοπικούς κόσμους και φορούσαν ιδιαίτερο ένδυμα με τα διακριτικά του αξιώματός τους. Στόχος της διάταξης αυτής ήταν η απόλυτη εξομοίωση ντόπιων και ξένων κόσμων στο τελετουργικό επίπεδο, ως έκφραση της στενής σύνδεσης των εταίρων.

 

10) Αμοιβαία συμμετοχή σε γιορτές (στ. 38-40)

Σε άλλες κρητικές συνθήκες οι πολίτες του εταίρου καλούνται στις τοπικές γιορτές (Chaniotis 1996: 133). Αν και εδώ δεν γίνεται λόγος για πρόσκληση, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι πολίτες των δύο πόλεων προσκαλούνταν αμοιβαίως στις σημαντικότερες γιορτές. Η αναφορά στην πρόσκληση των ξένων πολιτών στα ανδρεία, τα κτήρια στα οποία γίνονταν τα συσσίτια, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί δείχνει ότι το σύστημα των συσσιτίων συνεχιζόταν στην Κρήτη ως και τα ελληνιστικά χρόνια (για τα ανδρεία βλ. Lavrencic 1988· για τα συσσίτια βλ. Link 1991: 119-121· Chaniotis 1999β: 193-194).

 

11) Ανάγνωση της συνθήκης (στ. 40-47)

Μια από τις συνηθέστερες συμβατικές υποχρεώσεις των εταίρων στις κρητικές συνθήκες είναι η ετήσια ανάγνωση της συνθήκης. Αποσκοπούσε στην υπενθύμιση των διατάξεων και την εδραίωση της συνεργασίας, κάτι αναγκαίο αν λάβουμε υπόψη τους συχνούς πολέμους που μετέτρεπαν τον παλιό σύμμαχο σε εχθρό –και αντιστρόφως (Chaniotis 1996: 125-126). Υπεύθυνοι για την ανάγνωση, που λάμβανε χώρα σε σημαντικές γιορτές, ήταν οι κόσμοι, οι οποίοι είχαν επίσης την υποχρέωση να προσκαλέσουν εκπροσώπους της άλλης πόλης στην τελετή. Στην Ιεράπυτνα και την Πριανσό η ανάγνωση πραγματοποιούνταν στη γιορτή Ὑπερβώια, γιορτή του Δία. Στην Κρήτη ο Δίας θεωρούνταν προστάτης των νέων και φαίνεται ότι αυτός ήταν ο λόγος για την επιλογή αυτής της γιορτής, η οποία μάλλον σχετίζεται με την υποδοχή των εφήβων στο σώμα των πολιτών (για τα Ὑπερβώια και τη σχέση τους με τους εφήβους βλ. Brelich 1961: 72· Willetts 1962: 239· Leitao 1995: 136). Στη Λύττο η αντίστοιχη γιορτή, στην οποία γινόταν η ανάγνωση των συνθηκών, ήταν τα Περιβλημαία (I.Cret. III, xix.1 = Chaniotis 1996: 208-213 αρ. 11), κατά την οποία οι έφηβοι αντάλλαζαν το εφηβικό ένδυμα με εκείνο του πολίτη-πολεμιστή, στη Λατώ ήταν η επίσης εφηβική γιορτή Θεοδαίσια (Chaniotis 1996: 125-126 με σημ. 766-767). Η ανάγνωση της συνθήκης παρουσία των εφήβων πληροφορούσε τους νέους πολίτες για τις υποχρεώσεις της πόλης τους απέναντι σε φίλους και συμμάχους (Μέριμνα για την εξοικείωση των εφήβων με τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις της πόλης εμφανίζεται και σε γιορτές μη κρητικών πόλεων, π.χ. στην Τέω, SEG XLI 1003 ΙΙ C/D στ. 38-44).

 

12) Νομικά μέτρα για την περίπτωση παράβασης της συνθήκης (στ. 47-53)

Η προστασία των διατάξεων της συνθήκης αποτελούσε υποχρέωση κάθε πολίτη. Κάθε πολίτης, και όχι μόνο το άμεσο θύμα της παράβασης, είχε δικαίωμα να εγείρει κατηγορίες κατά ιδιωτών ή αξιωματούχων που δεν τηρούσαν τη συνθήκη, εισπράττοντας το ένα τρίτο του προτεινόμενου προστίμου. Αυτό το δικαίωμα (στην Αθήνα χαρακτηρίζεται ως εισαγγελία) μαρτυρείται συχνά σε κρητικές συνθήκες, σε σχέση με αδικήματα κατά του συνόλου της κοινότητας (Chaniotis 1996: 147-148).

 

13) Διανομή των λαφύρων (στ. 53-58)

Στην ελληνιστική εποχή πολλές κρητικές πόλεις συμμετείχαν σε επιδρομές με στόχο τη λαφυραγωγία· θύματά τους ήταν κυρίως τα νησιά του Αιγαίου και οι παράλιες πόλεις της Μικράς Ασίας, αλλά πραγματοποιούνταν και χερσαίες επιδρομές στα εδάφη γειτονικών πόλεων (Brulé 1978· Petropoulou 1985· Chaniotis 2005: 118-119). Οι κρητικές συνθήκες συχνά περιέχουν ρυθμίσεις για τη διανομή των λαφύρων (βλ. π.χ. Chaniotis 1996: αρ. 93-94· γενικά για τη διανομή λαφύρων βλ. Pritchett 1991: 363-389· Ducrey 1999: 258-267.). Στην προκείμενη περίπτωση, γίνεται αναφορά σε λάφυρα από θαλάσσιες και χερσαίες επιδρομές, που θα πραγματοποιούνταν είτε από κοινού από τις δύο πόλεις (κοινη) –προφανώς υπό τη διοίκηση των αξιωματούχων των πόλεων– είτε από μεικτές μονάδες αποτελούμενες από πολίτες και των δύο πόλεων στρατολογημένους με ιδιωτική πρωτοβουλία (ιδία). Σύμφωνα με μια διαδεδομένη πρακτική, τα λάφυρα διανέμονταν με κλήρο. Πρώτα προσδιοριζόταν το ποσοστό των λαφύρων που αναλογούσε σε κάθε πόλη. Αυτό γινόταν με βάση τον αριθμό των ανδρών από κάθε πόλη που είχαν συμμετάσχει στην επιδρομή. Ένα δέκατο (δεκάται) από τα λάφυρα που αντιστοιχούσαν σε κάθε πόλη παραχωρούνταν στην πόλη –ένα είδος φορολογίας– και αποτελούσαν μέρος των δημοσίων εσόδων. Τα υπόλοιπα λάφυρα διανέμονταν με κλήρο στους πολεμιστές.

 

14-17) Δικονομικές διατάξεις (στ. 58-74)

Ένα μεγάλο τμήμα της συνθήκης ασχολείται με δικονομικά θέματα, των οποίων η ερμηνεία είναι δύσκολη δεδομένου ότι πολλές λεπτομέρειες ρυθμίζονταν από παλαιότερες συμβάσεις ή επρόκειτο να ρυθμιστούν στο μέλλον (βλ. στ. 59, 61, 65, 67-68, 70-71). Σύμφωνα με την ερμηνεία που ακολουθείται εδώ (πρβλ. Chaniotis 1996: 134-147, 261-263· Chaniotis 1999β· Chaniotis – Kritzas 2010) η συνθήκη αναφέρεται στις εξής διαφορετικές διαδικασίες:

α) Κοινοδίκιον

Για το κοινοδίκιον, που μαρτυρείται σε αρκετές επιγραφές, έχουν προταθεί δύο διαφορετικές ερμηνείες: 1) δικαστήριο του Κοινού τών Κρηταιέων, μιας συμμαχίας κρητικών πόλεων (για το Κοινό των Κρηταιέων βλ. πιο πρόσφατα Chaniotis 2015), που επέλυε αντιδικίες μεταξύ πόλεων και μεταξύ ενός πολίτη και μιας ξένης πόλης (Gauthier 1972: 316-325), και 2) κοινό δικαστήριο δύο πόλεων για επίλυση διαφορών μεταξύ των πολιτών τους (van Effenterre 1948: 146-147· πρβλ. Chaniotis 1996: 142-143· Ager 1996: 298). Μια αδημοσίευτη ακόμα επιγραφή, χωρίς να λύνει απόλυτα το πρόβλημα, φαίνεται να επιβεβαιώνει την άποψη του Ph. Gauthier ότι ήταν δικαστήριο του Κοινού των Κρηταιέων, με τη διαφορά ότι ήταν αρμόδιο όχι μόνο για αντιδικίες μεταξύ πόλεων, αλλά και για διαφορές μεταξύ ιδιωτών από διαφορετικές πόλεις (Chaniotis 1999β· Chaniotis – Kritzas 2010). Δεν γνωρίζουμε τίποτε για τη σύνθεσή του· ίσως αποτελούνταν από δικαστές διαφόρων πόλεων, ίσως από αντιπροσώπους όλων των συμμάχων. Το κοινοδίκιο δημιουργήθηκε τον 3ο αιώνα, ίσως το 222 π.Χ., όταν η Κνωσός και η Γόρτυνα (επαν)ίδρυσαν το Κοινό των Κρηταιέων. Σύμφωνα με τη συνθήκη αυτή είχε αναστείλει τη λειτουργία του, μάλλον ως συνέπεια του Λυττίου πολέμου, όταν οι δύο ηγεμονικές δυνάμεις του Κοινού, η Γόρτυνα και η Κνωσός, διέκοψαν τη συνεργασία τους∙ επανιδρύθηκε το αργότερο το 184 π.Χ. (Πολύβιος 22.15.4). Η συνθήκη αυτή ασχολείται με το ζήτημα της επίλυσης των υπαρχουσών διαφορών μεταξύ της Ιεράπυτνας και της Πριανσού και μεταξύ των πολιτών τους, τώρα που το κοινοδίκιο δεν λειτουργούσε πλέον. Το ζήτημα αυτό ανατίθεται στους κόσμους, οι οποίοι ως το τέλος της θητείας τους θα πρέπει να προσδιορίσουν το αρμόδιο δικαστήριο (π.χ. δικαστήριο μιας τρίτης πόλης, ή ίσως ένα κοινό δικαστήριο κλπ.).

β) Πρόδικος

Οι αρμοδιότητες του προδίκου καθορίζονταν σε ένα έγγραφο του Κοινού τών Κρηταιέων, το διάγραμμα, το οποίο δυστυχώς δεν σώζεται (Chaniotis 1996: 137-141). Όπως συνάγεται από διάφορες αναφορές του σε επιγραφές, περιείχε μεταξύ άλλων κατάλογο αδικημάτων και τα προβλεπόμενα πρόστιμα (π.χ. Chaniotis 1996: 225-231 αρ. 18 στ. 36-38· Chaniotis – Kritzas 2010: 176) και προέβλεπε δύο τρόπους αντιμετώπισης των διαφορών: ανάθεση της διαφοράς πρώτα σε επιδιαιτησία (προδίκωι χρήσθων), πριν από την παραπομπή σε δίκη, ή απευθείας παραπομπή σε δίκη (δίκα απρόδικος καπάρβολος εν κοινοδικίωι). Αυτό που αμφισβητείται έντονα στη σχετική έρευνα είναι αν οι αντίδικοι είναι πόλεις (Gauthier 1972: 318, 321-322, 324) ή ιδιώτες, πολίτες διαφορετικών πόλεων (Chaniotis 1996: 138-141). Γενικά στην ελληνική αρχαιότητα δινόταν προτεραιότητα στην επίλυση των διαφορών με διαιτησία (σύλλυσις) και όχι με δίκη.

 

γ) Ξένο δικαστήριο

Οι υποθέσεις που ο πρόδικος δεν ήταν σε θέση να λύσει με διαιτησία παραπέμπονται σε ένα δικαστήριον αποτελούμενο από πολίτες τρίτης πόλης, την οποία καθόριζαν εκ νέου κάθε χρονιά από κοινού οι κόσμοι των δύο εταίρων. Η λέξη επικριτήριον μάλλον προσδιορίζει την απόφαση των ξένων δικαστών. Οι κόσμοι προσδιόριζαν μέσα στους δύο πρώτους μήνες της θητείας τους τους εγγυητές, που εγγυώνταν την τήρηση της διαδικασίας και την αποδοχή του αποτελέσματος της δίκης. Οι δίκες έπρεπε να διεξαχθούν πριν από τη λήξη του έτους. Οι λεπτομέρειες καθορίζονταν σε μια άλλη νομική σύμβαση (σύμβολον).

 

18) Τροποποίηση της συνθήκης (στ. 74-77)

Οι αρχαίες ελληνικές συνθήκες κατά κανόνα επιτρέπουν τροποποιήσεις (αλλαγές, διαγραφές και προσθήκες), υπό την προϋπόθεση ότι συμφωνούν και οι δύο εταίροι. Δεν είναι γνωστό αν οι τροποποιήσεις υπόκεινταν στην έγκριση της εκκλησίας και αν επικυρώνονταν με όρκο (Chaniotis 1996: 81-82).

 

19) Αναγραφή (στ. 77-83)

Η αναγραφή της συνθήκης σε λίθο και η δημοσίευσή της είναι επιβεβλημένη. Συχνά η δημοσίευση γινόταν σε δύο αντίγραφα, ένα σε κάθε πόλη, συνήθως σε κάποιο σημαντικό ιερό, μερικές φορές και σε τρίτο τόπο (Chaniotis 1996: 77-81). Αυτό το αντίγραφο χρησιμοποιούνταν ως σημείο αναφοράς, και από τη στήλη γινόταν η ανάγνωση του κειμένου (βλ. στ. 40-41). Μάλιστα στη συνθήκη αυτή (στ. 6) η λέξη στήλη χρησιμοποιείται ως συνώνυμη της συνθήκης. Όπου σώζονται δύο ή περισσότερα αντίγραφα μιας συνθήκης, διαπιστώνονται μικροδιαφορές στη διατύπωση (Chaniotis 1996: 79 και SEG LIII 942· για αποκλίσεις μεταξύ αντιγράφων βλ. επίσης Ε1).

Αγαθός θεός. Για καλή τύχη και σωτηρία. Στη μεν Ιεράπυτνα κατά τη θητεία των κόσμων [ανώτατων αξιωματούχων] (που άσκησαν το αξίωμά τους) μαζί με τον Ενίπαντα, τον γιο του Ερμαίου, τον μήνα Ιμάλιο· στη δε Πριανσό κατά τη θητεία των κόσμων (που άσκησαν το αξίωμά τους) μαζί με τον Νέωνα, τον γιο (στ. 5) του Χιμάρου, τον μήνα Δρομείο. Τα παρακάτω συμφώνησαν και επικύρωσαν από κοινού οι Ιεραπύτνιοι και οι Πριάνσιοι, παραμένοντας πιστοί στις προϋπάρχουσες στήλες (έγγραφες συμβάσεις), (συγκεκριμένα) και σε εκείνη που υπάρχει ξεχωριστά μεταξύ των Γορτυνίων και των Ιεραπυτνίων και σε εκείνη που υπάρχει από κοινού μεταξύ Γορτυνίων, Ιεραπυτνίων και Πριανσίων, και στη φιλία και τη συμμαχία (στ. 10) και τους όρκους που έχουν δοθεί σε αυτές τις πόλεις, επίσης αναγνωρίζοντας τα εδάφη που είχαν και κατείχαν όταν συμφώνησαν τη συνθήκη για όλα τα χρόνια. Οι Ιεραπύτνιοι και οι Πριάνσιοι να έχουν αμοιβαίως το δικαίωμα της ισοπολιτείας (της απόκτησης πολιτικών δικαιωμάτων) και το δικαίωμα της επιγαμίας (της σύναψης νόμιμων γάμων) και το δικαίωμα της εγκτήσεως (της απόκτησης έγγειας ιδιοκτησίας) και συμμετοχή σε όλα τα θεία και τα ανθρώπινα, (στ. 15) όσοι αποτελούν μέλη φυλών σε κάθε πόλη∙ (να έχουν επίσης) και το δικαίωμα να πουλούν και να αγοράζουν και να δανείζουν και να δανείζονται και να πραγματοποιούν όλες τις άλλες συναλλαγές σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. Ο Ιεραπύτνιος (πολίτης) να έχει το δικαίωμα να σπέρνει (καλλιεργεί γη) στα εδάφη των Πριανσίων και ο Πριάνσιος (στ. 20) στα εδάφη των Ιεραπυτνίων, καταβάλλοντας τα τέλη όπως και οι άλλοι πολίτες σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. Αν ένας Ιεραπύτνιος φέρει προς φύλαξη κάτι στην Πριανσό ή κάποιος Πριάνσιος στην Ιεράπυτνα, να είναι απαλλαγμένος από τέλη κατά την εισαγωγή και εξαγωγή και των ίδιων των αντικειμένων ιδιοκτησίας και των καρπών τους, είτε γίνεται (η εισαγωγή/εξαγωγή) από τη χερσαία οδό (στ. 25) είτε από τη θάλασσα. Αν πουλήσει κάτι από αυτά που έφερε προς φύλαξη από τη θάλασσα, τότε να πληρώσει τα τέλη σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. Κατά τον ίδιο τρόπο, αν κανείς χρησιμοποιεί βοσκοτόπους, να μην καταβάλλει τέλη. Αλλά αν προκαλέσει ζημιές, αυτός που προκάλεσε τις ζημιές να πληρώσει τα πρόστιμα σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. (στ. 30) Αν κάποια πρεσβεία έχει ανάγκη μεταφορικών μέσων, οι Ιεραπύτνιοι κόσμοι να τα διαθέτουν στους Πριανσίους και οι Πριάνσιοι κόσμοι στους Ιεραπυτνίους. Αν δεν τα διαθέσουν, να πληρώσουν όσοι κόσμοι είναι παρόντες στην πόλη δέκα στατήρες στην πρεσβεία. Οι κόσμοι των Ιεραπυτνίων να έρχονται στην Πριανσό στην (στ. 35) έδρα των αρχόντων και να κάθονται (να έχουν τιμητικές θέσεις) με τους κόσμους στην εκκλησία∙ το ίδιο και οι κόσμοι των Πριανσίων να έρχονται στην Ιεράπυτνα στην έδρα των αρχόντων και να κάθονται με τους κόσμους στην εκκλησία. Στη γιορτή των Ηραίων και στις άλλες γιορτές όσοι (πολίτες) τυχαίνει να βρεθούν στην (ξένη) πόλη να έρχονται στο ανδρείο (στ. 40) όπως και οι άλλοι πολίτες. Κάθε χρονιά οι εκάστοτε κόσμοι να διαβάζουν στην κάθε πόλη τη στήλη (με τη συνθήκη) στη γιορτή Υπερβώια και να προσκαλούν στην ανάγνωση οι μεν τους δε, δέκα μέρες πριν από την ημέρα που πρόκειται να τη διαβάσουν. Αν δεν τη διαβάσουν ή δεν προσκαλέσουν, (στ. 45) οι υπαίτιοι να πληρώσουν εκατό στατήρες, οι μεν Ιεραπύτνιοι κόσμοι στην πόλη των Πριανσίων, οι δε Πριάνσιοι στην πόλη των Ιεραπυτνίων. Αν κανείς, είτε κόσμος είτε ιδιώτης, αδικεί καταστρέφοντας όσα έχουν συνομολογηθεί από κοινού, έχει το δικαίωμα όποιος θέλει να εγείρει κατηγορία εναντίον του στο κοινό (στ. 50) δικαστήριο προτείνοντας εγγράφως τη χρηματική ποινή αναλόγως με το αδίκημα στο οποίο θα έχει υποπέσει. Και αν νικήσει στη δίκη, ο κατήγορος θα εισπράξει το ένα τρίτο της χρηματικής ποινής, ενώ το υπόλοιπο θα ανήκει στις πόλεις. Αν με τη θέληση των θεών πάρουμε κάτι καλό (λάφυρα) από τους εχθρούς, είτε σε κοινή εκστρατεία είτε σε εκστρατεία που θα πραγματοποιήσουν ιδιωτικά κάποιοι (στ. 55) από τις δύο πόλεις, είτε σε γη είτε σε θάλασσα, να μοιράσουν ο καθένας χωριστά τα λάφυρα με κλήρο ανάλογα με τους άντρες που θα έχουν συμμετάσχει, και ο καθένας χωριστά να φέρει το δέκατο μέρος στη δική του πόλη. Για όσα αδικήματα έγιναν σε κάθε πόλη από τότε που έπαψε να λειτουργεί το κοινοδίκιον, (στ. 60) οι κόσμοι που ασκούν τα καθήκοντά τους με τον Ενίπαντα και τον Νέωνα να πραγματοποιήσουν τη διεξαγωγή των δικών σε όποιο δικαστήριο θα αποφασίσουν από κοινού οι δύο πόλεις, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, καθορίζοντας τους σχετικούς εγγυητές μέσα σε ένα μήνα από τότε που θα στηθεί η στήλη. Για όσα αδικήματα διαπραχθούν στο μέλλον (στ. 65) να χρησιμοποιήσουν πρόδικο, όπως προβλέπει το διάγραμμα. Σχετικά με το δικαστήριο, οι κόσμοι που αναλαμβάνουν κάθε χρονιά καθήκοντα να ορίζουν με κοινή απόφαση των δύο πόλεων μια τρίτη πόλη (διαιτητή), από την οποία θα εκδοθεί η δικαστική απόφαση, και να ορίζουν εγγυητές μέσα σε δίμηνο από την ανάληψη των καθηκόντων τους· (στ. 70) και να πραγματοποιούν αυτά (τη δίκη) κατά τη διάρκεια της θητείας τους σύμφωνα με τη συνθήκη διαιτησίας (σύμβολον) την οποία συμφώνησαν από κοινού. Αν οι κόσμοι δεν πράξουν σύμφωνα με αυτά που είναι γραμμένα εδώ, να πληρώσει ο καθένας τους πενήντα στατήρες, οι μεν Ιεραπύτνιοι κόσμοι στην πόλη των Πριανσίων, οι δε Πριάνσιοι κόσμοι στην πόλη των Ιεραπυτνίων. Εάν (στ. 75) και οι δύο πόλεις αποφασίσουν μετά από διαβουλεύσεις για το κοινό συμφέρον να βελτιώσουν (τη συνθήκη), να ισχύει αυτό που θα βελτιώσουν. Οι κόσμοι που έχουν αναλάβει καθήκοντα στις δύο πόλεις να στήσουν τις στήλες κατά τη διάρκεια της θητείας τους, οι μεν Ιεραπύτνιοι στο ιερό της Αθηνάς Πολιάδος, οι δε (στ. 80) Πριάνσιοι στο ιερό της Αθηνάς Πολιάδος. Όποιοι δεν στήσουν τις στήλες, όπως είναι γραμμένο εδώ, να πληρώσουν τα ίδια πρόστιμα που γράφονται και σχετικά με τα ζητήματα δικαίου.

(το αντίγραφο των Δελφών)

Δόγμα αρχαίον Αμφικτιό-
νων. Επὶ Ἱέ[ρ]ωνος άρχοντος εν Δελφοίς· πυλαίας εαρινας,
ιερομναμονούντων Θεσσαλών Ἱπποδάμα, Λέοντος· Aι-
τωλών Λυκέα, Δωριμάχου· Bοιωτών Ασώπωνος, Διονυσί-
5 δου· Φωκέων Eυφρέα, Xα[ρέα]· v. έδοξ[εν] τοίς Αμφικτ[ί]-
οσιν καὶ τοίς ιερομνάμοσιν καὶ τοίς αγορατροίς, όπω[ς]
ήι εις πάντα χρόνον ασυλία καὶ ατέλεια τοίς τεχνί-
ταις τοίς εν Αθήναις, καὶ μὴ ήι αγώγιμος μηθεὶς μηθαμό-
θεν, μήτε πολέμου μήτε ειράνας, μήτε τὰ χρήματα αυ-
10 τών, αλλ’ ήι αυτοίς ατέλεια καὶ ασφάλε[ια εις πάντα χρό-
[ν]ον, η συνκεχωρημένη υπὸ πάντων τών Ελλάνων βεβαία, εί-
[ν]αι δέ τοὺς τεχνίτας ατελείς στρατείας πεζικας καὶ ναυτι-
[κ]ας καὶ εισφορας πάσας, όπως τοίς θεοίς αι τιμαὶ καὶ αι θυ-
[σίαι], εφ’ άς εισι τεταγμένοι οι τεχνίται, συντελώνται εν τοίς
15 καθήκουσιν χρόνοις όντων αυτώ[ν απολυπραγ]-
[μονήτων καὶ] ι̣ερώ̣[ν π]ρὸς ταίς [τών θεών λειτουργί]-
[αις· μὴ εξέσ]τω δέ μηδενὶ άγειν τὸν τε[χνίταν μήτε πο]-
[λέμου μήτ]ε ειρήνας, μηδέ συλαν, εί κα [μὴ χρέος έχων]
[πόλει ήι] υπόχρεος, καὶ εὰν ιδίου ήι συν[βολαίου υπόχρεος]
20 [ο τεχν]ί̣τας· v. εὰν δέ τις παρὰ ταύτα ποιή[ι, υπόδικος έστω]
[εν] Αμφικτίοσι, αυτός τε καὶ η πόλις εν αι άν τὸ αδ[ίκημα κα]-
[τ]ὰ τού τεχνίτα συντελεσθήι· είμεν δέ τὰν ατέλειαν [καὶ τὰν α]-
[σ]φάλειαν τὰν δεδομέναν υπὸ Αμφικτιόνων τοίς εν [Αθήναις]
[τ]εχνίταις εις τὸν αεὶ χρόνον, ούσιν απολυπραγμον[ήτοις]·
25 τοὺς δέ γραμματείς αναγράψαι τὸ δόγμα ειστήλαν [λιθί]-
ναν, καὶ στήσαι εν Δελφοίς· πέμψαι δέ καὶ ποτὶ Αθηναίο[υς]
τού δόγματος τούδε αντίγραφον εσφραγιζμένον, ίνα ειδώ-
σιν οι τεχνίται ότι οι Αμφικτίονες πλείσταν έχοντι πρόνοια[ν]
υπέρ τας πρὸς τοὺς θεοὺς ευσεβείας, καὶ κατακολουθήκα[ν]-
30 τι τοίς παρακαλουμένοις υπὸ τών τεχνιταν, πειράσοντα[ι]
δέ καὶ εις τὸ λοιπὸν ταύτά τε φυλάσσειν εις τὸν άπα[ντα]
χρόνον, καὶ άλλο ό τι άν έχωντι αγαθὸν προσαύξ[ειν υπέρ]
τών περὶ τὸν Διόνυσον τεχνιταν. Πρέσσβε[ις· Αστυδάμας]
[π]οιητὴς τραγωιδιών. Nεοπτόλεμος τ[ραγωιδός].

 

Tο συγκεκριμένο αμφικτυονικό ψήφισμα είναι η παλαιότερη σωζόμενη μαρτυρία που αφορά το σωματείο των Διονυσιακών τεχνιτών της Aθήνας. Ως Διονυσιακοὶ τεχνίται είναι γνωστοί οι επαγγελματίες της μουσικής και του θεάτρου, οι οποίοι μεταξύ άλλων δραστηριοποιούνταν στις μουσικές και δραματικές παραστάσεις στο πλαίσιο των θρησκευτικών και άλλων γιορτών (συστηματική προσωπογραφία τους έχει συντάξει ο Στεφανής 1988). Κατά την ελληνιστική εποχή, όταν αυξάνεται ο αριθμός αλλά και η γεωγραφική εξάπλωση αυτών των γιορτών (Chaniotis 1995), ενισχύεται ο επαγγελματισμός των συντελεστών τους, οι οποίοι οργανώνονται σε σωματεία (Le Guen 2001· Aneziri 2003). Πρόκειται για τα πρώτα επαγγελματικά σωματεία του ελληνικού κόσμου που ωστόσο φροντίζουν προσεκτικά να προβάλλονται ως θρησκευτικά σωματεία αφιερωμένα μέσω του θεάτρου στη λατρεία του Διονύσου. Το παρόν ψήφισμα αποτελεί ένα ασφαλές terminus ante quem για την ίδρυση της Συνόδου τών εν Αθήναις περὶ τὸν Διόνυσον τεχνιτών, χωρίς ωστόσο να προσφέρει καμία περαιτέρω χρονολογική ένδειξη.

Tο ψήφισμα που χρονολογείται το 279/8 ή 278/7 π.X. περιγράφεται ως δόγμα αρχαίον, γιατί αναγράφεται μαζί με ένα αμφικτυονικό ψήφισμα του 134/3 ή 130/29 π.X. (CID IV 114) που έχει το ίδιο θέμα: την εκχώρηση προνομίων στους Διονυσιακούς τεχνίτες της Aθήνας (ή ακριβέστερα, στην περίπτωση του νεότερου ψηφίσματος, την ανανέωσή τoυς). Πιθανότατα το 134/3 ή 130/29 π.X. οι τεχνίτες στήριξαν το αίτημα της ανανέωσης των προνομίων τους στην παλαιά αναγνώριση που πιστοποιούσε τις παραδοσιακά καλές τους σχέσεις με την Aμφικτυονία.

Σχέσεις με τους Δελφούς και την Αμφικτυονία τεκμηριώνονται όχι μόνο για την Αθηναϊκή σύνοδο αλλά και για δύο άλλα σημαντικά σωματεία Διονυσιακών τεχνιτών: το Κοινὸν τών περὶ τὸν Διόνυσον τεχνιτών τών εξ Ισθμού καὶ Νεμέας (Syll.3 460, 704B· CID IV 70-72) και το Μικρασιατικό Κοινό (IG IX 12 175, 192· CID IV 97· Syll.3 565). Καθώς η πόλη και η Αμφικτυονία υπήρξαν αφενός διοργανωτές σημαντικών γιορτών, προσφέροντας σε πολλούς καλλιτέχνες τη δυνατότητα να δώσουν παραστάσεις στο πλαίσιο αυτών των γιορτών εντός ή εκτός των αγώνων, αφετέρου χορηγοί και εγγυητές σημαντικών για τους τεχνίτες προνομίων, οι σχέσεις των σωματείων με το πανελλήνιο ιερό είναι αναμενόμενες και διέπονται από την αρχή της αμοιβαιότητας.

Η συγκεκριμένη επιγραφή είναι ο πρώτος κρίκος σε μια μακρά αλυσίδα σχέσεων και συναλλαγών μεταξύ της Αθηναϊκής Συνόδου των Διονυσιακών τεχνιτών και της Δελφικής Αμφικτυονίας που βασίζονται στα αμοιβαία συμφέροντα των δύο πλευρών, αλλά συγχρόνως προσαρμόζονται στις πολιτικές συνθήκες της ελληνιστικής εποχής και ξεπερνούν τα όρια του σωματείου.

Η Aμφικτυονία εμφανίζεται να εγγυάται στα μέλη της Αθηναϊκής Συνόδου ασφάλεια, ασυλία και ατέλεια. Ένας σημαντικός αριθμός επιγραφών που αφορούν τα σωματεία των τεχνιτών κατά την ελληνιστική περίοδο μαρτυρούν άμεσα ή έμμεσα εκχώρηση ή ανανέωση προνομίων προς όφελος των μελών του εκάστοτε σωματείου από βασιλείς, Pωμαίους αξιωματούχους, έθνη, πόλεις και φυσικά τη Δελφική Aμφικτυονία. Mια ματιά στο σύνολο του υλικού μάς επιτρέπει να οργανώσουμε τα προνόμια αυτά σε τρεις κατηγορίες. 1) Προνόμια που σχετίζονται με την ασφάλεια των τεχνιτών και της περιουσίας τους και είναι απαραίτητα για τη διασφάλιση των μετακινήσεών τους μέσα στον –εξαιτίας των πολέμων και της πειρατείας– ιδιαίτερα ταραγμένο ελληνιστικό κόσμο: ασφάλεια, ασυλία. 2) Προνόμια που απαλλάσσουν τους τεχνίτες από κάθε είδους υποχρεώσεις (κατά κύριο λόγο οικονομικές) απέναντι σε πόλεις, βασιλείς και Pωμαίους: ατέλεια (στρατείας πεζικής καὶ ναυτικής), ανεισφορία, αλειτουργησία, ανεπισταθμεία. 3) Tιμητικά προνόμια: προεδρία, προμαντεία, προξενία, προπομπεία, προδικία.

Iδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίον τεκμηριώνεται η χορήγηση των προνομίων: οι τεχνίτες χαρακτηρίζονται ιεροί (στ. 16· πρβλ. CID IV 116 στ. 20)∙ πρέπει να μπορούν να αφοσιώνονται απερίσπαστοι στην υπηρεσία των θεών και να συντελούν τις τιμές και τις θυσίες που τους έχουν ανατεθεί (στ. 15-19). Aυτή η σύζευξη υπηρεσιών που προσφέρονται στο θείο και προστασίας που εξασφαλίζεται από το θείο αποτυπώνεται έμμεσα και στις επιστολές Pωμαίων αξιωματούχων, οι οποίοι αναγνωρίζουν τα προνόμια των τεχνιτών ένεκεν τού Διονύσου κα[ὶ τών Mουσ]ών καὶ τού επιτηδεύματος ού προεστήκατε (Aneziri 2003: 361-362 αρ. B6 στ. 3-4) ή καταλο[γη] τού Διονύσου καὶ τών Mουσών καὶ τής πολιτείας υμών χάριτι (Sherk, RDGE 49b στ. 4-6). Tο πνεύμα αυτό διέπει εξάλλου και τη διατύπωση οι περὶ τὸν Διόνυσον τεχνίται, που εμφανίζεται στον τίτλο τόσο του αθηναϊκού όσο και των άλλων σωματείων αποτυπώνοντας με ενάργεια τη γειτνίαση και αλληλοεξυπηρέτηση επαγγέλματος και θρησκείας.

Παλαιό ψήφισμα των Aμφικτυόνων. Όταν άρχοντας στους Δελφούς ήταν ο Iέρωνας, κατά την ανοιξιάτικη πυλαία, και ιερομνήμονες ήταν από τους Θεσσαλούς ο Iπποδάμας και ο Λέων, από τους Aιτωλούς ο Λυκέας και ο Δωρίμαχος, από τους Bοιωτούς ο Aσώπων και ο Διονυσίδας, (στ. 5) από τους Φωκείς ο Eυφρέας και ο Xαρέας∙ αποφάσισαν οι Aμφικτύονες και οι ιερομνήμονες και οι αγορατροί να έχουν για πάντα οι τεχνίτες της Aθήνας ασυλία και ατέλεια και ούτε σε περίοδο πολέμου ούτε σε περίοδο ειρήνης να υπόκειται κανείς, οπουδήποτε, σε σύλληψη ή τα αγαθά του σε κατάσχεση, (στ. 10) αλλά να ισχύει για αυτούς πάντοτε η ατέλεια και η ασφάλεια που έχουν εκχωρηθεί από όλους τους Έλληνες. Kαι να είναι οι τεχνίτες απαλλαγμένοι από την υποχρέωση συμμετοχής σε εκστρατείες, πεζικές και ναυτικές, και από κάθε εισφορά, ώστε, ελεύθεροι από ασχολίες και αφοσιωμένοι στην υπηρεσία των θεών, (στ. 15) να εκτελούν στον πρέποντα χρόνο τις τιμές και τις θυσίες στις οποίες έχουν ταχθεί. Kαι να μην είναι δυνατόν κανείς να προβεί σε κράτηση του τεχνίτη ούτε κατά τον πόλεμο ούτε κατά την ειρήνη, ούτε σε κατάσχεση των αγαθών του, εκτός κι αν ο τεχνίτης έχει χρέος προς κάποια πόλη ή είναι υπόχρεος ιδιωτικού συμβολαίου. (στ. 20) Kι αν κάποιος πράξει κάτι ενάντια σε αυτά, να είναι υπόδικος στους Aμφικτύονες και ο ίδιος και η πόλη στην οποία θα λάβει χώρα το αδίκημα, ενάντια στον τεχνίτη. Kαι να ισχύει για πάντα η ατέλεια και η ασφάλεια που δόθηκε από τους Aμφικτύονες στους τεχνίτες της Aθήνας, ώστε να είναι απερίσπαστοι. (στ. 25) Kαι οι γραμματείς να αναγράψουν το ψήφισμα σε λίθινη στήλη και να το στήσουν στους Δελφούς. Kαι να στείλουν στους Aθηναίους σφραγισμένο αντίγραφο του ψηφίσματος, για να γνωρίζουν οι τεχνίτες ότι οι Aμφικτύονες μεριμνούν ιδιαίτερα για την ευσέβεια προς τους θεούς και ότι συγκατατίθενται (στ. 30) στις παρακλήσεις των τεχνιτών και ότι θα προσπαθήσουν και στο μέλλον να διαφυλάξουν για πάντα αυτήν τη συμπεριφορά και να αυξήσουν όσο μπορούν τα ευεργετήματα υπέρ των τεχνιτών του Διονύσου. Πρέσβεις: Aστυδάμας, ποιητής τραγωδιών∙ Nεοπτόλεμος, τραγωδός.

fr. a Θ               ε                ο               ί.
επὶ Πειθιδήμου άρχοντος επὶ τής Ερεχθείδος δευτέρας π-
[ρ]υτανείας·                         vacat
Μεταγειτνιώνος ενάτει ισταμένου, ενάτει τής πρυτανεί-
5 ας· εκκλησία κυρία· τών προέδρων επεψήφιζεν Σώστρατος Κ-
αλλιστράτου Ερχιεὺς καὶ συμπρόεδροι· vvv έδοξεν τώι δή-
μωι· vvv Χρεμωνίδης Ετεοκλέους Αιθαλίδης είπεν· επειδὴ
πρότερομ μέν Αθηναίοι καὶ Λακεδαιμόνιοι καὶ οι σύμμαχ-
οι οι εκατέρων φιλίαν καὶ συμμαχίαν κοινὴν ποιησάμενο-
10 ι πρὸς εαυτοὺς πολλοὺς καὶ καλοὺς αγώνας ἠγωνίσαντο με-
τ’ αλλήλων πρὸς τοὺς καταδουλούσθαι τὰς πόλεις επιχειρ-
ούντας, εξ ων εαυτοίς τε δόξαν εκτήσαντο καὶ τοίς άλλ[ο]ις
Ἕλλησιν παρεσκεύασαν τὴν ελευθερίαν· καὶ νύν δέ κ[α]ιρών
καθειληφότων ομοίων τὴν Ελλάδα πασαν διὰ το[ὺς κ]αταλύε-
15 ιν επιχειρούντας τούς τε νόμους καὶ τὰς πατρίους εκάστ-
οις πολιτείας ό τε βασιλεὺς Πτολεμαίος ακολούθως τεί τ-
ών προγόνων καὶ τεί τής αδελφής προ[α]ιρέσει φανερός εστ-
ιν σπουδάζων υπέρ τής κοινής τ[ών] Ελλήνων ελευθερίας· κ̣αὶ
ο δήμος ο Αθηναίων συμμαχία[ν] ποιησάμενος πρὸς αυτὸν καὶ
20 τοὺς λοιποὺς Ἕλληνας εψήφισται παρακαλείν επὶ τὴν αυτὴ-
ν προαίρεσιν· ὡσαύτως δέ καὶ Λακεδαιμόνιοι φίλοι καὶ σύμ-
μαχοι τού βασιλέως όντες Πτολεμαίου καὶ πρὸς τὸν δήμον τ-
ὸν Αθηναίων εισὶν εψηφισμένοι συμμαχίαν μετά τε Ἠλείων
καὶ Αχαιών καὶ Τεγεατών καὶ Μαντινέων καὶ Ὀρχομενίων κα-
25 ὶ Φια[λέων] καὶ Καφυέων καὶ Κρηταέων όσοι εισὶν εν τεί συμμ-
[αχίαι τ]εί Λακεδαιμονίων καὶ Αρέως καὶ τών άλλων συμμάχω-
[ν καὶ] πρέσβεις απὸ τών συνέδρων απεστάλκασιν πρὸς τὸν δή-
[μ]ον καὶ οι παραγεγονότες παρ’ αυτών εμφανίζουσιν τήν τε Λ-
ακεδαιμονίων καὶ Αρέως καὶ τών άλλων συμμάχων φιλοτιμί-
30 αν, ήν έχουσιν πρὸς τὸν δήμον, καὶ τὴν περὶ τής συμμαχίας ομολ-
ογίαν ήκουσι κομίζοντες· όπως άν ούν κοινής ομονοίας γενομ-
ένης τοίς Ἕλλησι πρός τε τοὺς νύν ἠδικηκότας καὶ παρεσπον-
δηκότας τὰς πόλεις πρόθυμοι μετὰ τού βασιλέως Πτολεμαίου
καὶ μετ’ αλλήλων υπάρχωσιν αγωνισταὶ καὶ τὸ λοιπὸν μεθ’ ομον
35 οίας σώιζωσιν τὰς πόλεις· vvvv αγαθεί τύχει δεδόχθαι τώ[ι δ]-
ήμωι τὴμ μέν φιλίαν καὶ τὴν συμμαχίαν είναι Αθηναίοις κ[αὶ]
Λακεδαιμονίοις καὶ τοίς βασιλεύσιν τοίς Λακεδαιμον[ίων]
καὶ Ἠλείοις καὶ Αχαιοίς καὶ Τεγεάταις καὶ Μαντινεύσ[ιν κα]-
Ὀρχομενίοις καὶ Φιαλεύσιν καὶ Καφυεύσιν καὶ Κρητ[αεύσι]-
40 ν όσοι εν τεί συμμαχίαι εισὶν τεί Λακεδαιμονίων κα[ὶ Αρέως]
καὶ τοίς άλλοις συμμάχοις κυρίαν εις τὸν άπαντα [χρόνον, ήν]
ήκουσι κομίζοντες οι πρέσβεις· καὶ αναγράψα[ι αυτὴν τὸν γρ]-
αμματέα τὸν κατὰ πρυτανείαν εν στήληι χαλκ[ήι καὶ στήσαι ε]-
ν ακροπόλει παρὰ τὸν νεὼ τής Αθηνας τής Πο[λιάδος. ομόσαι δέ]
45 [τὰ] αρχεία τοίς πρέσβεσιν τοίς παραγεγο[νόσιν παρ’ αυτών τὸ]-
[ν όρκον τὸ]ν περὶ τής συμμαχίας κατὰ τὰ [πάτρια· v τοὺς δέ κεχε]-
fr. d [ιρο]τον[ημένους] υπὸ τού δήμου πρ[έσβ]ε[ις αποπέμψαι οίτινες το]-
[ὺς ό]ρκους απολ[ήψονται παρὰ] τ̣ώ̣[ν λοιπών Ελλήνων· vv χειροτο]-
[ν]ήσαι δέ καὶ συνέδρους [δύο τὸν δήμον αυτίκα μάλα εξ Αθηναίω]-
50 ν απάντων οίτινες μετά τε Αρέω[ς καὶ τών απὸ τών συμμάχων α]-
ποστελλομένων συνέδρων βουλεύσοντ̣[αι περὶ τών κοινήι συ]-
μφερόντων· μερίζειν δέ τοίς αιρεθείσ[ιν τοὺς επὶ τήι διοικ]-
ήσει εις εφόδια ού άν χρόνου αποδημώ[σιν ό τι άν διαχειροτο]-
νούντι δόξει τώι δήμωι· επαινέσαι δ[έ τοὺς εφόρους Λακεδαι]-
55 μονίων καὶ Αρέα καὶ τοὺς συμμάχους [καὶ στεφανώσαι αυτοὺς]
χρυσώι στεφάνωι κατὰ τὸν νόμον· επ[αινέσαι δέ καὶ τοὺς πρέσ]-
βεις τοὺς ήκοντας παρ’ αυτών v Θεομ[— — ca. 14 — — Λακεδα]-
ιμόνιον vv Αργείον Κλεινίου Ἠλείο[ν v καὶ στεφανώσαι εκάτ]-
ερον αυτών χρυσώι στεφάνωι κατὰ [τὸν νόμον φιλοτιμίας ένε]-
60 κα καὶ ευνοίας ἧς έχουσιν περ[ί τε τοὺς άλλους συμμάχους κα]-
ὶ τὸν δήμον τὸν Αθηναίων· είνα[ι δέ εκατέρωι αυτών καὶ άλλο αγ]-
αθὸν ευρέσθαι παρὰ τής βουλ[ής καὶ τού δήμου, ότου άν δοκώσιν]
άξιοι είναι. καλέσαι δέ αυτ[οὺς καὶ επὶ ξένια εις τὸ πρυτανεί]-
ον εις αύριον. αναγράψαι δέ [καὶ τόδε τὸ ψήφισμα τὸν γραμματέ]-
65 α τὸν κατὰ πρυτανείαν ειστ[ήλην λιθίνην καὶ τὴν συνθήκην κα]-
ὶ στήσαι εν ακροπόλει· εις [δέ τὴν αναγραφὴν καὶ ανάθεσιν τ]-
ής στήλης μερίσαι τοὺς επ[ὶ τήι διοικήσει τὸ ανάλωμα ό άν γέν]-
ηται. vvv σύνεδροι οίδε κ[εχειροτόνηνται·  vacat  ?]
  vvvv Κάλλιππος Ελευσίν[ιος, — — — — — — — — — — —]

vacat

70 σπονδαὶ καὶ συμμαχία [Λακεδαιμονίοις καὶ τοίς συμμάχοις το]-
ίς Λακεδαιμονίων πρὸς [Αθηναίους καὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Αθην]-
αίων εις τὸν άπαντα [χρόνον. έχειν εκατέρους τὴν εαυτών ελευθέρ]-
ους όντας καὶ αυτον̣[όμους, πολιτείαν πολιτευομένους κατὰ]
τὰ πάτρια· εὰν δέ τ̣[ις ίει επὶ πολέμωι επὶ τὴν χώραν τὴν Αθην]-
75 αίων ἢ τοὺς νόμο[υς καταλύει ἢ επὶ πολέμωι ίει επὶ τοὺς συμμά]-
χους τοὺς Αθην[αίων, βοηθείν Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς συμμάχ]-
ους τοὺς Λ[ακεδαιμονίων παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατόν· εὰν δέ τ]-
ις ίει επὶ π[ολέμωι επὶ τὴν χώραν τὴν Λακεδαιμονίων ἢ τοὺς]
νόμους κατ[αλύει ἢ επὶ πολέμωι ίει επὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Λ]-
80 ακεδαιμ[ονίων, βοηθείν Αθηναίους καὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Αθην]-
[αίων παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατόν·— — — — — — — — — — —]
fr. c […………ca. 26 ……….]ΗΔ[…….. ca. 20 ………]
fr. b [……ca. 12 …..Λακεδαιμονίου]ς καὶ τοὺς συμμάχους Αθηνα[ί]-
[οις καὶ τοίς συμμάχοις· vv ομό]σαι δέ Αθηνα[ί]ους μέν Λακεδαι-
85 [μονίοις καὶ τοίς απὸ εκάστης] πόλεως τοὺς στρατηγοὺς καὶ τ-
[ὴν βουλὴν καὶ τοὺς άλλους άρ]χοντας καὶ φυλάρχους καὶ ταξι-
[άρχους καὶ ιππάρχους· vv «ομ]νύω Δία Γ[ή]ν Ηλιον Άρη Αθηναν Αρε-
[ίαν Ποσειδώ Δήμητρα· vv ε]μ[μ]ενείν εν τεί συμμαχίαι τεί γεγ-
[ενημένηι· ευορκούσιν μέν] πολλ[ὰ κ]α̣γαθά, επιορκούσι δέ τανα-
90 [ντία»· v Λακεδαιμονίους δέ] Αθη[να]ίοις ομόσαι κατὰ ταυτὰ τοὺ-
[ς βασιλείς καὶ τοὺς εφόρο]υς [καὶ] τοὺς γέροντας· κατὰ ταυτὰ δ-
[έ ομόσαι καὶ κατὰ τὰ{τὰ}ς άλλας] πόλεις τοὺς άρχοντας. vv εὰν δ-
[έ δοκήι Λακεδαιμονίοις καὶ τ]οίς συμμάχοις καὶ Αθηναίοις
[άμεινον είναι προσθείναί τι] καὶ αφελείν περὶ τής συμμαχί-
95 [ας, ό άν δοκήι αμφοτέροις, εύο]ρκον είναι. αναγράψαι δέ τὴν συ-
[μμαχίαν εν στήλαις χαλκαί]ς καὶ στήσαι εν ιερώι όπου άν βού-
[λωνται.]                                           vacat

 

Το ιστορικο-πολιτικό πλαίσιο
Στον λίθο αναγράφονται δύο αλληλένδετα κείμενα: 1) μια συνθήκη συμμαχίας μεταξύ των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους από τη μια μεριά και των Αθηναίων και των συμμάχων τους από την άλλη (στ. 70-97) και 2) το ψήφισμα με το οποίο η συνθήκη αυτή διαβιβάζεται στην εκκλησία του αθηναϊκού δήμου προς έγκριση (στ. 1-69). Tο ψήφισμα, που είναι γνωστό με το όνομα του εισηγητή, Αθηναίου πολιτικού και στρατηγού Χρεμωνίδη (στ. 7), διηγείται τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύναψη της συνθήκης συμμαχίας, το κείμενο της οποίας έχει ήδη εγκριθεί από τους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους (στ. 13-31) και κομίζεται στην Aθήνα από Λακεδαιμόνιους πρεσβευτές (στ. 30-31). Tο ψήφισμα μεριμνά επίσης για την αναγραφή της συνθήκης και του ίδιου του ψηφίσματος σε στήλη και το στήσιμό τους στην Aκρόπολη (στ. 42-44, 64-66), την ανταλλαγή όρκων (στ. 44-48), την αποστολή δύο αντιπροσώπων της Aθήνας στο συνέδριο των συμμάχων (στ. 48-54) και, τέλος, την τίμηση των Λακεδαιμονίων εφόρων, του Σπαρτιάτη βασιλέα Αρέως, των συμμάχων αλλά και των πρεσβευτών τους (στ. 54-64).

Βρισκόμαστε στο πλαίσιο των έντονων ανταγωνισμών των Αντιγονιδών και Πτολεμαίων βασιλέων για τις σφαίρες επιρροής τους στο Αιγαίο και τον Ελλαδικό χώρο κατά το α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ. (Buraselis 1982). O Πτολεμαίος Β΄ επιχειρεί να αποσταθεροποιήσει τον Αντίγονο Γονατά κτίζοντας μια αντιμακεδονική συμμαχία σε ελληνικό έδαφος, στην οποία συμμετέχουν η Αθήνα, η Σπάρτη και οι σύμμαχοί τους (Ηλιδα, Αχαιοί, αρκαδικές πόλεις, πόλεις της Κρήτης). Αυτή ακριβώς η συμμαχία ρυθμίζεται με τη συνθήκη των στ. 70-97, της οποίας την επικύρωση εισηγείται το ψήφισμα των στ. 1-69. Λακεδαιμόνιοι πρεσβευτές φέρνουν το κείμενο της συνθήκης στην Αθήνα προς επικύρωση (στ. 41-42).

Οι συμβαλλόμενες πλευρές, Λακεδαιμόνιοι και Αθηναίοι, έχουν ήδη συνάψει χωριστές συνθήκες με τον Πτολεμαίο Β΄ (στ. 19-22). Ο βασιλέας Πτολεμαίος Β΄ μνημονεύεται επίσης στο ψήφισμα (στ. 16-18, 31-35) ως παραδοσιακός υπερασπιστής της ελευθερίας των Ελλήνων, με τον οποίο θα συμπράξουν οι συσπειρωμένοι ομονοούντες Έλληνες, προκειμένου να αγωνιστούν για τη σωτηρία των ελληνικών πόλεων. Ως επιδίωξη των συμμετεχόντων στη συμμαχία προβάλλεται (στ. 72-74) η προάσπιση της κοινής ελευθερίας των Eλλήνων, της ομόνοιας, της αυτονομίας και της πατρίου πολιτείας των ελληνικών πόλεων (Strootman 2021).

Τόσο η συνθήκη καθεαυτή όσο και το ψήφισμα δεν μας δίνουν καμία συγκεκριμένη πληροφορία για τον εχθρό και τους στόχους της συμμαχίας. Η αντιπαλότητα προς τη Μακεδονία διατρέχει σιωπηλά όλο το κείμενο και αποτελεί με βεβαιότητα τον συνεκτικό κρίκο όσων συμπράττουν, χωρίς, ωστόσο, να διατυπώνεται ρητά. Στους στ. 14-16, 32-33 στοχοποιούνται όσοι προσπαθούν να καταλύσουν τους νόμους και τα παραδοσιακά πολιτεύματα των πόλεων, καθώς και εκείνοι που αδικούν τις πόλεις και παραβιάζουν τις συνθήκες. Πρόκειται για έμμεση αναφορά στους υποστηριζόμενους από τους Μακεδόνες τυράννους που ελέγχουν ή απειλούν Πελοποννησιακές πόλεις (Shipley 2018: 92-115).

Οι ρήτρες της συνθήκης
Στους πρώτους στίχους (70-72) η συνθήκη ορίζει τους συμβαλλόμενους. Η συμμαχία εγγυάται την ελευθερία, την αυτονομία και την πάτριο πολιτεία τους (στ. 72-74) προσδιορίζοντας ότι, αν κάποιος εκστρατεύσει εναντίον οποιουδήποτε εκ των συμβαλλομένων ή καταλύσει τους νόμους της πολιτείας του, τότε οι δύο πλευρές (Αθηναίοι και σύμμαχοι, Λακεδαιμόνιοι και σύμμαχοι) θα κινητοποιηθούν, για να βοηθήσουν αλλήλους (στ. 74-81 – πρόκειται για την συνηθισμένη στις συνθήκες συμμαχίας ρήτρα αλληλοβοήθειας). Είναι σαφές ότι η μέριμνα αυτή καλύπτει τόσο την περίπτωση εξωτερικής απειλής-πολέμου, όσο και το ενδεχόμενο εσωτερικής ανατροπής-στάσης για εγκατάσταση τυραννικού πολιτεύματος.

Ακολουθούν οι εκατέρωθεν όρκοι προς επικύρωση του κειμένου της συνθήκης (στ. 84-92). Ορίζονται τόσο εκείνοι που θα ορκιστούν (αξιωματούχοι της Αθήνας, της Σπάρτης και των συμμαχικών πόλεων) όσο και εκείνοι ενώπιον των οποίων θα δοθούν οι όρκοι (απεσταλμένοι της εκάστοτε πόλης). Είναι ενδιαφέρον ότι στην Αθήνα εκτός από τους άρχοντες (εννοούνται προφανώς οι εννέα άρχοντες) και τη Βουλή ορίζεται να ορκιστούν αξιωματούχοι που σχετίζονται με τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων και επομένως θα αναλάβουν την ευθύνη τήρησης της συνθήκης σε περίπτωση ανάγκης: στρατηγοί, φύλαρχοι, ταξίαρχοι, ίππαρχοι. Στην περίπτωση της Σπάρτης οι όρκοι θα δοθούν από τους βασιλείς, τους εφόρους και τους γέροντες, ενώ για τις άλλες πόλεις αναφέρονται απλά οι άρχοντες χωρίς περαιτέρω διευκρίνιση.

Οι θεότητες, προς τις οποίες θα γίνει επίκληση κατά τις συγκεκριμένες ορκωμοσίες, είναι ο Δίας, η Γη, ο Ηλιος, ο Άρης, η Αθηνά Αρεία, ο Ποσειδώνας και η Δήμητρα (στ. 87-88). Όπως συνηθίζεται στις διεθνείς συνθήκες, οι θεοί γίνονται μάρτυρες της συμφωνίας και επιφορτίζονται να τιμωρήσουν με αυστηρότητα και δικαιοσύνη όσους την παραβούν. Προσθήκες ή απαλείψεις σχετικά με τη συμμαχία μπορούν να γίνουν αποδεκτές και να μην εκληφθούν ως παραβάσεις μόνο αν έχουν αποφασισθεί και από τις δύο πλευρές (στ. 92-95).

Ακολουθεί ρύθμιση για την αναγραφή της συνθήκης σε στήλες και στήσιμό τους σε ιερά που θα ορίσουν οι συμβαλλόμενες πόλεις (στ. 95-97). Δύο σχετικές ρυθμίσεις απαντούν και στο κείμενο του ψηφίσματος: στους στ. 42-44 προβλέπεται η ασυνήθιστη για τα αθηναϊκά δεδομένα (αλλά διαδεδομένη στην Πελοπόννησο) αναγραφή της συνθήκης σε χάλκινη στήλη που θα τοποθετηθεί δίπλα στον ναό της Αθηνάς Πολιάδας στην αθηναϊκή Ακρόπολη, ενώ στους στ. 64-68 ορίζεται η αναγραφή του ψηφίσματος (και της συνθήκης;) σε λίθο που θα στηθεί επίσης στην Ακρόπολη.

Θεοί. Eπί άρχοντα Πειθίδημου, όταν πρυτάνευε η Eρεχθηίδα φυλή δεύτερη κατά σειρά, την ένατη του Mεταγειτνιώνα, την ένατη ημέρα της πρυτανείας, (στ. 5) τακτική συνεδρίαση της εκκλησίας του δήμου, από τους προέδρους έθεσε το ζήτημα σε ψηφοφορία ο Σώστρατος Kαλλιστράτου από τον δήμο Eρχιά και οι συμπρόεδροι. Aπόφαση του δήμου∙ εισήγηση του Xρεμωνίδη Eτεοκλέους από τον δήμο Aιθαλίδαι. Eπειδή παλαιότερα οι Aθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι αμφοτέρων είχαν συμφωνήσει φιλία και συμμαχία (στ. 10) μεταξύ τους και διεξήγαγαν από κοινού πολλούς και δίκαιους αγώνες ενάντια σε όσους επιχειρούσαν να υποδουλώσουν τις πόλεις, από τους οποίους (αγώνες) κέρδισαν οι ίδιοι δόξα και εξασφάλισαν την ελευθερία των άλλων Eλλήνων. Και τώρα, καθώς μια παρόμοια κρίση έχει καταλάβει όλη την Eλλάδα, εξαιτίας εκείνων (στ. 15) που επιχειρούν να καταλύσουν τους νόμους και τα παραδοσιακά πολιτεύματα της κάθε πόλης, ο βασιλέας Πτολεμαίος, ακολουθώντας τη στάση των προγόνων και της αδελφής του, εμφανώς προσπαθεί για την κοινή ελευθερία των Eλλήνων, ο δήμος των Aθηναίων συμμάχησε μαζί του και (στ. 20) ψήφισε να κληθούν οι υπόλοιποι Έλληνες να επιδείξουν το ίδιο φρόνημα. Έτσι, λοιπόν, και οι Λακεδαιμόνιοι, φίλοι και σύμμαχοι του βασιλέα Πτολεμαίου, έκλεισαν συμμαχία και με τον δήμο των Aθηναίων μαζί με τους Hλείους, τους Aχαιούς, τους Tεγεάτες, τους Mαντινείς, τους Oρχομένιους, (στ. 25) τους Φιαλείς, τους Kαφυείς και όσους από τους Kρήτες ανήκουν στη συμμαχία των Λακεδαιμονίων και του Aρέως και των άλλων συμμάχων και έστειλαν πρέσβεις από τους συνέδρους τους προς τον δήμο, και αυτοί που ήλθαν από εκείνους παρουσιάζουν τη μεγαλοδωρία των Λακεδαιμονίων και του Aρέως και των άλλων συμμάχων (στ. 30) προς τον δήμο (των Aθηναίων) και κομίζουν τη συμφωνία περί της συμμαχίας∙ έτσι ώστε, αφού επιτευχθεί γενικευμένη ομόνοια στους Έλληνες, να αγωνιστούν πρόθυμα μαζί με τον βασιλέα Πτολεμαίο και ενωμένοι μεταξύ τους ενάντια σε όσους τώρα αδικούν τις πόλεις και παραβιάζουν τις συνθήκες και στο εξής (στ. 35) να σώζουν με σύμπνοια τις πόλεις. Mε τη βοήθεια της Καλής Tύχης, να αποφασίσει ο δήμος να ισχύει για πάντα η φιλία και συμμαχία που κομίζουν οι πρέσβεις ανάμεσα στους Aθηναίους και τους Λακεδαιμονίους και τους βασιλείς των Λακεδαιμονίων και τους Hλείους και τους Aχαιούς και τους Tεγεάτες και τους Mαντινείς και τους Oρχομένιους και τους Φιαλείς και τους Kαφυείς και τους Kρήτες, (στ. 40) όσους συμμετέχουν στη συμμαχία των Λακεδαιμονίων και του Αρέως και των άλλων συμμάχων. Kαι να την αναγράψει ο γραμματέας της πρυτανείας σε χάλκινη στήλη και να τη στήσει στην Aκρόπολη πλάι στον ναό της Aθηνάς Πολιάδας. Nα ορκίσουν (στ. 45) οι αρχές τους πρέσβεις που ήλθαν από αυτούς τον όρκο τον σχετικό με τη συμμαχία σύμφωνα με την παράδοση. Nα σταλούν οι εκλεγμένοι από το δήμο πρέσβεις που θα παραλάβουν τους όρκους από τους υπόλοιπους Έλληνες. Nα εκλέξει ο δήμος αμέσως δύο συνέδρους εξ όλων των Aθηναίων, (στ. 50) οι οποίοι μαζί με τον Aρέα και τους απεσταλμένους από τους συμμάχους συνέδρους θα συσκεφθούν για τα κοινά συμφέροντα. Nα πληρώσουν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι (οι επὶ τήι διοικήσει) στους εκλεγμένους ως οδοιπορικά για όσο χρόνο λείψουν από την πατρίδα ό,τι αποφασίσει ο δήμος διά ψηφοφορίας. Nα επαινεθούν οι έφοροι των Λακεδαιμονίων (στ. 55) και ο Aρεύς και οι σύμμαχοι και να στεφανωθούν με χρυσό στέφανο σύμφωνα με τον νόμο. Nα επαινεθούν και οι πρέσβεις που έρχονται από αυτούς, Θεομ… Λακεδαιμόνιος, Aργείος Kλεινίου Hλείος και να στεφανωθεί ο καθένας τους με χρυσό στεφάνι σύμφωνα με τον νόμο για τον ζήλο (στ. 60) και την καλή τους διάθεση προς τους άλλους συμμάχους και τον δήμο των Aθηναίων. Nα μπορέσει καθένας τους να λάβει και άλλες τιμές από τη βουλή και τον δήμο, όσες του αξίζουν. Nα προσκληθούν αύριο σε γεύμα στο πρυτανείο. Nα αναγράψει ο γραμματέας (στ. 65) της πρυτανείας και αυτό το ψήφισμα σε λίθινη στήλη και να το στήσει στην Aκρόπολη. Όσα έξοδα γίνουν για την αναγραφή και ανάθεση της στήλης να καταβληθούν από τους επὶ τήι διοικήσει. Eκλέχτηκαν οι ακόλουθοι σύνεδροι: Kάλλιππος Eλευσίνιος … (στ. 70) Διαρκής συνθήκη και συμμαχία των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων τους με τους Aθηναίους και τους συμμάχους τους. Nα κυριαρχούν στην επικράτειά τους ελεύθεροι και αυτόνομοι και να έχουν το πολίτευμά τους κατά την παράδοση. Aν κάποιος εκστρατεύει ενάντια στη γη των Aθηναίων (στ. 75) ή καταλύει τους νόμους ή εκστρατεύει ενάντια στους συμμάχους των Aθηναίων, να βοηθούν οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων με όλη τους τη δύναμη όσο μπορούν. Aν κάποιος εκστρατεύει ενάντια στη γη των Λακεδαιμονίων ή καταλύει τους νόμους ή εκστρατεύει ενάντια στους συμμάχους των Λακεδαιμονίων, (στ. 80) να βοηθούν οι Aθηναίοι και οι σύμμαχοι των Αθηναίων με όλη τους τη δύναμη όσο μπορούν. … οι Λακεδαιμόνι]οι και οι σύμμαχοι τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους. Nα ορκιστούν οι Aθηναίοι στους Λακεδαιμόνιους (στ. 85) και στους (απεσταλμένους) κάθε πόλης, οι στρατηγοί και η βουλή και οι άλλοι άρχοντες και οι φύλαρχοι και οι ταξίαρχοι και οι ίππαρχοι. Oρκίζομαι στο Δία, τη Γη, τον Ηλιο, τον Άρη, την Aθηνά την Aρεία, τον Ποσειδώνα, τη Δήμητρα να μείνω πιστός στη συναπτόμενη συμμαχία. Αν τηρήσουμε τον όρκο, (να μας βρουν) πολλά καλά, αν τον παραβούμε, το αντίθετο. (στ. 90) Mε τον ίδιο τρόπο οι βασιλείς, οι έφοροι και οι γέροντες των Λακεδαιμονίων να ορκιστούν στους Aθηναίους. Mε τον ίδιο τρόπο να ορκιστούν οι άρχοντες των άλλων πόλεων. Aν φανεί καλό στους Λακεδαιμόνιους και στους συμμάχους και στους Aθηναίους να προστεθεί ή να αφαιρεθεί κάτι σχετικό με τη συμμαχία, να περιληφθεί στον όρκο (στ. 95) ό,τι συναποφασίσουν οι δύο πλευρές. Nα αναγράψουν οι πόλεις τη συνθήκη σε στήλες και να τις στήσουν σε ιερό, όπου θέλουν.