fr. a Θ               ε                ο               ί.
επὶ Πειθιδήμου άρχοντος επὶ τής Ερεχθείδος δευτέρας π-
[ρ]υτανείας·                         vacat
Μεταγειτνιώνος ενάτει ισταμένου, ενάτει τής πρυτανεί-
5 ας· εκκλησία κυρία· τών προέδρων επεψήφιζεν Σώστρατος Κ-
αλλιστράτου Ερχιεὺς καὶ συμπρόεδροι· vvv έδοξεν τώι δή-
μωι· vvv Χρεμωνίδης Ετεοκλέους Αιθαλίδης είπεν· επειδὴ
πρότερομ μέν Αθηναίοι καὶ Λακεδαιμόνιοι καὶ οι σύμμαχ-
οι οι εκατέρων φιλίαν καὶ συμμαχίαν κοινὴν ποιησάμενο-
10 ι πρὸς εαυτοὺς πολλοὺς καὶ καλοὺς αγώνας ἠγωνίσαντο με-
τ’ αλλήλων πρὸς τοὺς καταδουλούσθαι τὰς πόλεις επιχειρ-
ούντας, εξ ων εαυτοίς τε δόξαν εκτήσαντο καὶ τοίς άλλ[ο]ις
Ἕλλησιν παρεσκεύασαν τὴν ελευθερίαν· καὶ νύν δέ κ[α]ιρών
καθειληφότων ομοίων τὴν Ελλάδα πασαν διὰ το[ὺς κ]αταλύε-
15 ιν επιχειρούντας τούς τε νόμους καὶ τὰς πατρίους εκάστ-
οις πολιτείας ό τε βασιλεὺς Πτολεμαίος ακολούθως τεί τ-
ών προγόνων καὶ τεί τής αδελφής προ[α]ιρέσει φανερός εστ-
ιν σπουδάζων υπέρ τής κοινής τ[ών] Ελλήνων ελευθερίας· κ̣αὶ
ο δήμος ο Αθηναίων συμμαχία[ν] ποιησάμενος πρὸς αυτὸν καὶ
20 τοὺς λοιποὺς Ἕλληνας εψήφισται παρακαλείν επὶ τὴν αυτὴ-
ν προαίρεσιν· ὡσαύτως δέ καὶ Λακεδαιμόνιοι φίλοι καὶ σύμ-
μαχοι τού βασιλέως όντες Πτολεμαίου καὶ πρὸς τὸν δήμον τ-
ὸν Αθηναίων εισὶν εψηφισμένοι συμμαχίαν μετά τε Ἠλείων
καὶ Αχαιών καὶ Τεγεατών καὶ Μαντινέων καὶ Ὀρχομενίων κα-
25 ὶ Φια[λέων] καὶ Καφυέων καὶ Κρηταέων όσοι εισὶν εν τεί συμμ-
[αχίαι τ]εί Λακεδαιμονίων καὶ Αρέως καὶ τών άλλων συμμάχω-
[ν καὶ] πρέσβεις απὸ τών συνέδρων απεστάλκασιν πρὸς τὸν δή-
[μ]ον καὶ οι παραγεγονότες παρ’ αυτών εμφανίζουσιν τήν τε Λ-
ακεδαιμονίων καὶ Αρέως καὶ τών άλλων συμμάχων φιλοτιμί-
30 αν, ήν έχουσιν πρὸς τὸν δήμον, καὶ τὴν περὶ τής συμμαχίας ομολ-
ογίαν ήκουσι κομίζοντες· όπως άν ούν κοινής ομονοίας γενομ-
ένης τοίς Ἕλλησι πρός τε τοὺς νύν ἠδικηκότας καὶ παρεσπον-
δηκότας τὰς πόλεις πρόθυμοι μετὰ τού βασιλέως Πτολεμαίου
καὶ μετ’ αλλήλων υπάρχωσιν αγωνισταὶ καὶ τὸ λοιπὸν μεθ’ ομον
35 οίας σώιζωσιν τὰς πόλεις· vvvv αγαθεί τύχει δεδόχθαι τώ[ι δ]-
ήμωι τὴμ μέν φιλίαν καὶ τὴν συμμαχίαν είναι Αθηναίοις κ[αὶ]
Λακεδαιμονίοις καὶ τοίς βασιλεύσιν τοίς Λακεδαιμον[ίων]
καὶ Ἠλείοις καὶ Αχαιοίς καὶ Τεγεάταις καὶ Μαντινεύσ[ιν κα]-
Ὀρχομενίοις καὶ Φιαλεύσιν καὶ Καφυεύσιν καὶ Κρητ[αεύσι]-
40 ν όσοι εν τεί συμμαχίαι εισὶν τεί Λακεδαιμονίων κα[ὶ Αρέως]
καὶ τοίς άλλοις συμμάχοις κυρίαν εις τὸν άπαντα [χρόνον, ήν]
ήκουσι κομίζοντες οι πρέσβεις· καὶ αναγράψα[ι αυτὴν τὸν γρ]-
αμματέα τὸν κατὰ πρυτανείαν εν στήληι χαλκ[ήι καὶ στήσαι ε]-
ν ακροπόλει παρὰ τὸν νεὼ τής Αθηνας τής Πο[λιάδος. ομόσαι δέ]
45 [τὰ] αρχεία τοίς πρέσβεσιν τοίς παραγεγο[νόσιν παρ’ αυτών τὸ]-
[ν όρκον τὸ]ν περὶ τής συμμαχίας κατὰ τὰ [πάτρια· v τοὺς δέ κεχε]-
fr. d [ιρο]τον[ημένους] υπὸ τού δήμου πρ[έσβ]ε[ις αποπέμψαι οίτινες το]-
[ὺς ό]ρκους απολ[ήψονται παρὰ] τ̣ώ̣[ν λοιπών Ελλήνων· vv χειροτο]-
[ν]ήσαι δέ καὶ συνέδρους [δύο τὸν δήμον αυτίκα μάλα εξ Αθηναίω]-
50 ν απάντων οίτινες μετά τε Αρέω[ς καὶ τών απὸ τών συμμάχων α]-
ποστελλομένων συνέδρων βουλεύσοντ̣[αι περὶ τών κοινήι συ]-
μφερόντων· μερίζειν δέ τοίς αιρεθείσ[ιν τοὺς επὶ τήι διοικ]-
ήσει εις εφόδια ού άν χρόνου αποδημώ[σιν ό τι άν διαχειροτο]-
νούντι δόξει τώι δήμωι· επαινέσαι δ[έ τοὺς εφόρους Λακεδαι]-
55 μονίων καὶ Αρέα καὶ τοὺς συμμάχους [καὶ στεφανώσαι αυτοὺς]
χρυσώι στεφάνωι κατὰ τὸν νόμον· επ[αινέσαι δέ καὶ τοὺς πρέσ]-
βεις τοὺς ήκοντας παρ’ αυτών v Θεομ[— — ca. 14 — — Λακεδα]-
ιμόνιον vv Αργείον Κλεινίου Ἠλείο[ν v καὶ στεφανώσαι εκάτ]-
ερον αυτών χρυσώι στεφάνωι κατὰ [τὸν νόμον φιλοτιμίας ένε]-
60 κα καὶ ευνοίας ἧς έχουσιν περ[ί τε τοὺς άλλους συμμάχους κα]-
ὶ τὸν δήμον τὸν Αθηναίων· είνα[ι δέ εκατέρωι αυτών καὶ άλλο αγ]-
αθὸν ευρέσθαι παρὰ τής βουλ[ής καὶ τού δήμου, ότου άν δοκώσιν]
άξιοι είναι. καλέσαι δέ αυτ[οὺς καὶ επὶ ξένια εις τὸ πρυτανεί]-
ον εις αύριον. αναγράψαι δέ [καὶ τόδε τὸ ψήφισμα τὸν γραμματέ]-
65 α τὸν κατὰ πρυτανείαν ειστ[ήλην λιθίνην καὶ τὴν συνθήκην κα]-
ὶ στήσαι εν ακροπόλει· εις [δέ τὴν αναγραφὴν καὶ ανάθεσιν τ]-
ής στήλης μερίσαι τοὺς επ[ὶ τήι διοικήσει τὸ ανάλωμα ό άν γέν]-
ηται. vvv σύνεδροι οίδε κ[εχειροτόνηνται·  vacat  ?]
  vvvv Κάλλιππος Ελευσίν[ιος, — — — — — — — — — — —]

vacat

70 σπονδαὶ καὶ συμμαχία [Λακεδαιμονίοις καὶ τοίς συμμάχοις το]-
ίς Λακεδαιμονίων πρὸς [Αθηναίους καὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Αθην]-
αίων εις τὸν άπαντα [χρόνον. έχειν εκατέρους τὴν εαυτών ελευθέρ]-
ους όντας καὶ αυτον̣[όμους, πολιτείαν πολιτευομένους κατὰ]
τὰ πάτρια· εὰν δέ τ̣[ις ίει επὶ πολέμωι επὶ τὴν χώραν τὴν Αθην]-
75 αίων ἢ τοὺς νόμο[υς καταλύει ἢ επὶ πολέμωι ίει επὶ τοὺς συμμά]-
χους τοὺς Αθην[αίων, βοηθείν Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς συμμάχ]-
ους τοὺς Λ[ακεδαιμονίων παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατόν· εὰν δέ τ]-
ις ίει επὶ π[ολέμωι επὶ τὴν χώραν τὴν Λακεδαιμονίων ἢ τοὺς]
νόμους κατ[αλύει ἢ επὶ πολέμωι ίει επὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Λ]-
80 ακεδαιμ[ονίων, βοηθείν Αθηναίους καὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Αθην]-
[αίων παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατόν·— — — — — — — — — — —]
fr. c […………ca. 26 ……….]ΗΔ[…….. ca. 20 ………]
fr. b [……ca. 12 …..Λακεδαιμονίου]ς καὶ τοὺς συμμάχους Αθηνα[ί]-
[οις καὶ τοίς συμμάχοις· vv ομό]σαι δέ Αθηνα[ί]ους μέν Λακεδαι-
85 [μονίοις καὶ τοίς απὸ εκάστης] πόλεως τοὺς στρατηγοὺς καὶ τ-
[ὴν βουλὴν καὶ τοὺς άλλους άρ]χοντας καὶ φυλάρχους καὶ ταξι-
[άρχους καὶ ιππάρχους· vv «ομ]νύω Δία Γ[ή]ν Ηλιον Άρη Αθηναν Αρε-
[ίαν Ποσειδώ Δήμητρα· vv ε]μ[μ]ενείν εν τεί συμμαχίαι τεί γεγ-
[ενημένηι· ευορκούσιν μέν] πολλ[ὰ κ]α̣γαθά, επιορκούσι δέ τανα-
90 [ντία»· v Λακεδαιμονίους δέ] Αθη[να]ίοις ομόσαι κατὰ ταυτὰ τοὺ-
[ς βασιλείς καὶ τοὺς εφόρο]υς [καὶ] τοὺς γέροντας· κατὰ ταυτὰ δ-
[έ ομόσαι καὶ κατὰ τὰ{τὰ}ς άλλας] πόλεις τοὺς άρχοντας. vv εὰν δ-
[έ δοκήι Λακεδαιμονίοις καὶ τ]οίς συμμάχοις καὶ Αθηναίοις
[άμεινον είναι προσθείναί τι] καὶ αφελείν περὶ τής συμμαχί-
95 [ας, ό άν δοκήι αμφοτέροις, εύο]ρκον είναι. αναγράψαι δέ τὴν συ-
[μμαχίαν εν στήλαις χαλκαί]ς καὶ στήσαι εν ιερώι όπου άν βού-
[λωνται.]                                           vacat

 

Το ιστορικο-πολιτικό πλαίσιο
Στον λίθο αναγράφονται δύο αλληλένδετα κείμενα: 1) μια συνθήκη συμμαχίας μεταξύ των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους από τη μια μεριά και των Αθηναίων και των συμμάχων τους από την άλλη (στ. 70-97) και 2) το ψήφισμα με το οποίο η συνθήκη αυτή διαβιβάζεται στην εκκλησία του αθηναϊκού δήμου προς έγκριση (στ. 1-69). Tο ψήφισμα, που είναι γνωστό με το όνομα του εισηγητή, Αθηναίου πολιτικού και στρατηγού Χρεμωνίδη (στ. 7), διηγείται τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύναψη της συνθήκης συμμαχίας, το κείμενο της οποίας έχει ήδη εγκριθεί από τους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους (στ. 13-31) και κομίζεται στην Aθήνα από Λακεδαιμόνιους πρεσβευτές (στ. 30-31). Tο ψήφισμα μεριμνά επίσης για την αναγραφή της συνθήκης και του ίδιου του ψηφίσματος σε στήλη και το στήσιμό τους στην Aκρόπολη (στ. 42-44, 64-66), την ανταλλαγή όρκων (στ. 44-48), την αποστολή δύο αντιπροσώπων της Aθήνας στο συνέδριο των συμμάχων (στ. 48-54) και, τέλος, την τίμηση των Λακεδαιμονίων εφόρων, του Σπαρτιάτη βασιλέα Αρέως, των συμμάχων αλλά και των πρεσβευτών τους (στ. 54-64).

Βρισκόμαστε στο πλαίσιο των έντονων ανταγωνισμών των Αντιγονιδών και Πτολεμαίων βασιλέων για τις σφαίρες επιρροής τους στο Αιγαίο και τον Ελλαδικό χώρο κατά το α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ. (Buraselis 1982). O Πτολεμαίος Β΄ επιχειρεί να αποσταθεροποιήσει τον Αντίγονο Γονατά κτίζοντας μια αντιμακεδονική συμμαχία σε ελληνικό έδαφος, στην οποία συμμετέχουν η Αθήνα, η Σπάρτη και οι σύμμαχοί τους (Ηλιδα, Αχαιοί, αρκαδικές πόλεις, πόλεις της Κρήτης). Αυτή ακριβώς η συμμαχία ρυθμίζεται με τη συνθήκη των στ. 70-97, της οποίας την επικύρωση εισηγείται το ψήφισμα των στ. 1-69. Λακεδαιμόνιοι πρεσβευτές φέρνουν το κείμενο της συνθήκης στην Αθήνα προς επικύρωση (στ. 41-42).

Οι συμβαλλόμενες πλευρές, Λακεδαιμόνιοι και Αθηναίοι, έχουν ήδη συνάψει χωριστές συνθήκες με τον Πτολεμαίο Β΄ (στ. 19-22). Ο βασιλέας Πτολεμαίος Β΄ μνημονεύεται επίσης στο ψήφισμα (στ. 16-18, 31-35) ως παραδοσιακός υπερασπιστής της ελευθερίας των Ελλήνων, με τον οποίο θα συμπράξουν οι συσπειρωμένοι ομονοούντες Έλληνες, προκειμένου να αγωνιστούν για τη σωτηρία των ελληνικών πόλεων. Ως επιδίωξη των συμμετεχόντων στη συμμαχία προβάλλεται (στ. 72-74) η προάσπιση της κοινής ελευθερίας των Eλλήνων, της ομόνοιας, της αυτονομίας και της πατρίου πολιτείας των ελληνικών πόλεων (Strootman 2021).

Τόσο η συνθήκη καθεαυτή όσο και το ψήφισμα δεν μας δίνουν καμία συγκεκριμένη πληροφορία για τον εχθρό και τους στόχους της συμμαχίας. Η αντιπαλότητα προς τη Μακεδονία διατρέχει σιωπηλά όλο το κείμενο και αποτελεί με βεβαιότητα τον συνεκτικό κρίκο όσων συμπράττουν, χωρίς, ωστόσο, να διατυπώνεται ρητά. Στους στ. 14-16, 32-33 στοχοποιούνται όσοι προσπαθούν να καταλύσουν τους νόμους και τα παραδοσιακά πολιτεύματα των πόλεων, καθώς και εκείνοι που αδικούν τις πόλεις και παραβιάζουν τις συνθήκες. Πρόκειται για έμμεση αναφορά στους υποστηριζόμενους από τους Μακεδόνες τυράννους που ελέγχουν ή απειλούν Πελοποννησιακές πόλεις (Shipley 2018: 92-115).

Οι ρήτρες της συνθήκης
Στους πρώτους στίχους (70-72) η συνθήκη ορίζει τους συμβαλλόμενους. Η συμμαχία εγγυάται την ελευθερία, την αυτονομία και την πάτριο πολιτεία τους (στ. 72-74) προσδιορίζοντας ότι, αν κάποιος εκστρατεύσει εναντίον οποιουδήποτε εκ των συμβαλλομένων ή καταλύσει τους νόμους της πολιτείας του, τότε οι δύο πλευρές (Αθηναίοι και σύμμαχοι, Λακεδαιμόνιοι και σύμμαχοι) θα κινητοποιηθούν, για να βοηθήσουν αλλήλους (στ. 74-81 – πρόκειται για την συνηθισμένη στις συνθήκες συμμαχίας ρήτρα αλληλοβοήθειας). Είναι σαφές ότι η μέριμνα αυτή καλύπτει τόσο την περίπτωση εξωτερικής απειλής-πολέμου, όσο και το ενδεχόμενο εσωτερικής ανατροπής-στάσης για εγκατάσταση τυραννικού πολιτεύματος.

Ακολουθούν οι εκατέρωθεν όρκοι προς επικύρωση του κειμένου της συνθήκης (στ. 84-92). Ορίζονται τόσο εκείνοι που θα ορκιστούν (αξιωματούχοι της Αθήνας, της Σπάρτης και των συμμαχικών πόλεων) όσο και εκείνοι ενώπιον των οποίων θα δοθούν οι όρκοι (απεσταλμένοι της εκάστοτε πόλης). Είναι ενδιαφέρον ότι στην Αθήνα εκτός από τους άρχοντες (εννοούνται προφανώς οι εννέα άρχοντες) και τη Βουλή ορίζεται να ορκιστούν αξιωματούχοι που σχετίζονται με τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων και επομένως θα αναλάβουν την ευθύνη τήρησης της συνθήκης σε περίπτωση ανάγκης: στρατηγοί, φύλαρχοι, ταξίαρχοι, ίππαρχοι. Στην περίπτωση της Σπάρτης οι όρκοι θα δοθούν από τους βασιλείς, τους εφόρους και τους γέροντες, ενώ για τις άλλες πόλεις αναφέρονται απλά οι άρχοντες χωρίς περαιτέρω διευκρίνιση.

Οι θεότητες, προς τις οποίες θα γίνει επίκληση κατά τις συγκεκριμένες ορκωμοσίες, είναι ο Δίας, η Γη, ο Ηλιος, ο Άρης, η Αθηνά Αρεία, ο Ποσειδώνας και η Δήμητρα (στ. 87-88). Όπως συνηθίζεται στις διεθνείς συνθήκες, οι θεοί γίνονται μάρτυρες της συμφωνίας και επιφορτίζονται να τιμωρήσουν με αυστηρότητα και δικαιοσύνη όσους την παραβούν. Προσθήκες ή απαλείψεις σχετικά με τη συμμαχία μπορούν να γίνουν αποδεκτές και να μην εκληφθούν ως παραβάσεις μόνο αν έχουν αποφασισθεί και από τις δύο πλευρές (στ. 92-95).

Ακολουθεί ρύθμιση για την αναγραφή της συνθήκης σε στήλες και στήσιμό τους σε ιερά που θα ορίσουν οι συμβαλλόμενες πόλεις (στ. 95-97). Δύο σχετικές ρυθμίσεις απαντούν και στο κείμενο του ψηφίσματος: στους στ. 42-44 προβλέπεται η ασυνήθιστη για τα αθηναϊκά δεδομένα (αλλά διαδεδομένη στην Πελοπόννησο) αναγραφή της συνθήκης σε χάλκινη στήλη που θα τοποθετηθεί δίπλα στον ναό της Αθηνάς Πολιάδας στην αθηναϊκή Ακρόπολη, ενώ στους στ. 64-68 ορίζεται η αναγραφή του ψηφίσματος (και της συνθήκης;) σε λίθο που θα στηθεί επίσης στην Ακρόπολη.

Θεοί. Eπί άρχοντα Πειθίδημου, όταν πρυτάνευε η Eρεχθηίδα φυλή δεύτερη κατά σειρά, την ένατη του Mεταγειτνιώνα, την ένατη ημέρα της πρυτανείας, (στ. 5) τακτική συνεδρίαση της εκκλησίας του δήμου, από τους προέδρους έθεσε το ζήτημα σε ψηφοφορία ο Σώστρατος Kαλλιστράτου από τον δήμο Eρχιά και οι συμπρόεδροι. Aπόφαση του δήμου∙ εισήγηση του Xρεμωνίδη Eτεοκλέους από τον δήμο Aιθαλίδαι. Eπειδή παλαιότερα οι Aθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι αμφοτέρων είχαν συμφωνήσει φιλία και συμμαχία (στ. 10) μεταξύ τους και διεξήγαγαν από κοινού πολλούς και δίκαιους αγώνες ενάντια σε όσους επιχειρούσαν να υποδουλώσουν τις πόλεις, από τους οποίους (αγώνες) κέρδισαν οι ίδιοι δόξα και εξασφάλισαν την ελευθερία των άλλων Eλλήνων. Και τώρα, καθώς μια παρόμοια κρίση έχει καταλάβει όλη την Eλλάδα, εξαιτίας εκείνων (στ. 15) που επιχειρούν να καταλύσουν τους νόμους και τα παραδοσιακά πολιτεύματα της κάθε πόλης, ο βασιλέας Πτολεμαίος, ακολουθώντας τη στάση των προγόνων και της αδελφής του, εμφανώς προσπαθεί για την κοινή ελευθερία των Eλλήνων, ο δήμος των Aθηναίων συμμάχησε μαζί του και (στ. 20) ψήφισε να κληθούν οι υπόλοιποι Έλληνες να επιδείξουν το ίδιο φρόνημα. Έτσι, λοιπόν, και οι Λακεδαιμόνιοι, φίλοι και σύμμαχοι του βασιλέα Πτολεμαίου, έκλεισαν συμμαχία και με τον δήμο των Aθηναίων μαζί με τους Hλείους, τους Aχαιούς, τους Tεγεάτες, τους Mαντινείς, τους Oρχομένιους, (στ. 25) τους Φιαλείς, τους Kαφυείς και όσους από τους Kρήτες ανήκουν στη συμμαχία των Λακεδαιμονίων και του Aρέως και των άλλων συμμάχων και έστειλαν πρέσβεις από τους συνέδρους τους προς τον δήμο, και αυτοί που ήλθαν από εκείνους παρουσιάζουν τη μεγαλοδωρία των Λακεδαιμονίων και του Aρέως και των άλλων συμμάχων (στ. 30) προς τον δήμο (των Aθηναίων) και κομίζουν τη συμφωνία περί της συμμαχίας∙ έτσι ώστε, αφού επιτευχθεί γενικευμένη ομόνοια στους Έλληνες, να αγωνιστούν πρόθυμα μαζί με τον βασιλέα Πτολεμαίο και ενωμένοι μεταξύ τους ενάντια σε όσους τώρα αδικούν τις πόλεις και παραβιάζουν τις συνθήκες και στο εξής (στ. 35) να σώζουν με σύμπνοια τις πόλεις. Mε τη βοήθεια της Καλής Tύχης, να αποφασίσει ο δήμος να ισχύει για πάντα η φιλία και συμμαχία που κομίζουν οι πρέσβεις ανάμεσα στους Aθηναίους και τους Λακεδαιμονίους και τους βασιλείς των Λακεδαιμονίων και τους Hλείους και τους Aχαιούς και τους Tεγεάτες και τους Mαντινείς και τους Oρχομένιους και τους Φιαλείς και τους Kαφυείς και τους Kρήτες, (στ. 40) όσους συμμετέχουν στη συμμαχία των Λακεδαιμονίων και του Αρέως και των άλλων συμμάχων. Kαι να την αναγράψει ο γραμματέας της πρυτανείας σε χάλκινη στήλη και να τη στήσει στην Aκρόπολη πλάι στον ναό της Aθηνάς Πολιάδας. Nα ορκίσουν (στ. 45) οι αρχές τους πρέσβεις που ήλθαν από αυτούς τον όρκο τον σχετικό με τη συμμαχία σύμφωνα με την παράδοση. Nα σταλούν οι εκλεγμένοι από το δήμο πρέσβεις που θα παραλάβουν τους όρκους από τους υπόλοιπους Έλληνες. Nα εκλέξει ο δήμος αμέσως δύο συνέδρους εξ όλων των Aθηναίων, (στ. 50) οι οποίοι μαζί με τον Aρέα και τους απεσταλμένους από τους συμμάχους συνέδρους θα συσκεφθούν για τα κοινά συμφέροντα. Nα πληρώσουν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι (οι επὶ τήι διοικήσει) στους εκλεγμένους ως οδοιπορικά για όσο χρόνο λείψουν από την πατρίδα ό,τι αποφασίσει ο δήμος διά ψηφοφορίας. Nα επαινεθούν οι έφοροι των Λακεδαιμονίων (στ. 55) και ο Aρεύς και οι σύμμαχοι και να στεφανωθούν με χρυσό στέφανο σύμφωνα με τον νόμο. Nα επαινεθούν και οι πρέσβεις που έρχονται από αυτούς, Θεομ… Λακεδαιμόνιος, Aργείος Kλεινίου Hλείος και να στεφανωθεί ο καθένας τους με χρυσό στεφάνι σύμφωνα με τον νόμο για τον ζήλο (στ. 60) και την καλή τους διάθεση προς τους άλλους συμμάχους και τον δήμο των Aθηναίων. Nα μπορέσει καθένας τους να λάβει και άλλες τιμές από τη βουλή και τον δήμο, όσες του αξίζουν. Nα προσκληθούν αύριο σε γεύμα στο πρυτανείο. Nα αναγράψει ο γραμματέας (στ. 65) της πρυτανείας και αυτό το ψήφισμα σε λίθινη στήλη και να το στήσει στην Aκρόπολη. Όσα έξοδα γίνουν για την αναγραφή και ανάθεση της στήλης να καταβληθούν από τους επὶ τήι διοικήσει. Eκλέχτηκαν οι ακόλουθοι σύνεδροι: Kάλλιππος Eλευσίνιος … (στ. 70) Διαρκής συνθήκη και συμμαχία των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων τους με τους Aθηναίους και τους συμμάχους τους. Nα κυριαρχούν στην επικράτειά τους ελεύθεροι και αυτόνομοι και να έχουν το πολίτευμά τους κατά την παράδοση. Aν κάποιος εκστρατεύει ενάντια στη γη των Aθηναίων (στ. 75) ή καταλύει τους νόμους ή εκστρατεύει ενάντια στους συμμάχους των Aθηναίων, να βοηθούν οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων με όλη τους τη δύναμη όσο μπορούν. Aν κάποιος εκστρατεύει ενάντια στη γη των Λακεδαιμονίων ή καταλύει τους νόμους ή εκστρατεύει ενάντια στους συμμάχους των Λακεδαιμονίων, (στ. 80) να βοηθούν οι Aθηναίοι και οι σύμμαχοι των Αθηναίων με όλη τους τη δύναμη όσο μπορούν. … οι Λακεδαιμόνι]οι και οι σύμμαχοι τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους. Nα ορκιστούν οι Aθηναίοι στους Λακεδαιμόνιους (στ. 85) και στους (απεσταλμένους) κάθε πόλης, οι στρατηγοί και η βουλή και οι άλλοι άρχοντες και οι φύλαρχοι και οι ταξίαρχοι και οι ίππαρχοι. Oρκίζομαι στο Δία, τη Γη, τον Ηλιο, τον Άρη, την Aθηνά την Aρεία, τον Ποσειδώνα, τη Δήμητρα να μείνω πιστός στη συναπτόμενη συμμαχία. Αν τηρήσουμε τον όρκο, (να μας βρουν) πολλά καλά, αν τον παραβούμε, το αντίθετο. (στ. 90) Mε τον ίδιο τρόπο οι βασιλείς, οι έφοροι και οι γέροντες των Λακεδαιμονίων να ορκιστούν στους Aθηναίους. Mε τον ίδιο τρόπο να ορκιστούν οι άρχοντες των άλλων πόλεων. Aν φανεί καλό στους Λακεδαιμόνιους και στους συμμάχους και στους Aθηναίους να προστεθεί ή να αφαιρεθεί κάτι σχετικό με τη συμμαχία, να περιληφθεί στον όρκο (στ. 95) ό,τι συναποφασίσουν οι δύο πλευρές. Nα αναγράψουν οι πόλεις τη συνθήκη σε στήλες και να τις στήσουν σε ιερό, όπου θέλουν.

Έδοξε τη βουλη καὶ τώι δήμωι· πρυτάνεων
γνώμηι· περὶ ων επήλθον προστάται καὶ στρα-
τηγοί· επειδὴ Τελευτίας Θευδώρου Κώιος
ανὴρ καλὸς καὶ αγαθός εστιν εις τὴν πόλιν
5 καὶ ιδίαι τε τοίς εντυνχάνουσιν τών πολιτ<ώ>ν
ευχρηστών διατελεί καὶ κατὰ κοινὸν παντὶ
τώι δήμωι εύνους υπάρχει, αεί τι καὶ λέγων
καὶ πράσσων υπέρ τού πλήθους, ίνα επαινεθη
τε υπὸ τής βουλής καὶ τού δήμου καὶ στεφανω̣-
10 θη χρυσώι στεφάνωι απὸ πλήθους όσου
πλίστου έξεστι εκ τών νόμων, γένηται δέ
καὶ πρόξενος τής πό<λ>εως, δοθήι δέ αυτώι κα[ὶ]
πολιτείa[[ν]] μετέχοντι πάντων ων καὶ τοίς άλ-
λοις πολίταις μέτεστιν, τὰ δέ αυτὰ υπάρχη τίμ[ι]-
15 α καὶ τοίς εκγόνοις αυτού, υπάρχη δέ αυτω κα[ὶ]
προεδρία εν τοίς αγώσι πασι οίς η πόλις τίθ[η]-
σι, καὶ ίνα ο αγωνοθέτης επιμελές ποιήσητα̣[ι]
όπως ανανγελη ο στέφανος, ωι τετίμη-
ται Τελευτίας εν τοίς πρώτοις Διονυσίο[ις],
20 δεδόχθαι Ιασεύσι· επαινέσαι Τελευτίαν
Θευδώρου Κώιον ευνοίας ένεκε τής εις τὴν [πό]-
λιν καὶ στεφανώσαι χρυσέωι στεφάνωι̣ [απὸ]
πλήθους όσου πλείστου έξεστιν εκ τών ν[ό]-
μων αρετής ένεκεν καὶ ευνοίας τής ε vac. ι[ς]
25 τὸ πλήθος τὸ Ιασέων, είναι δέ καὶ προεδρίαν ε[ν]
τοίς αγώσι πασι, υπάρχειν δέ αυτὸν καὶ πρόξεν[ον]
τής πόλεως, δεδόσθαι δέ αυτώι καὶ πολιτείαν μ[ε]-
τέχοντι πάντων ων καὶ τοίς άλλοις πολίταις μέ-
τεστι, επικληρώσαι δέ αυτὸν καὶ επὶ φυλὴν εν τ[οίς]
30 εννόμοις χρόνοις, τὰ δέ αυτὰ υπάρχειν καὶ τοίς εκ̣[γό]-
νοις αυτού, τὸν δέ αγωνοθέτην επιμελές πο[ιή]-
σασθαι όπως ανανγελη ο στέφανος, ωι τετίμη[ται]
Τελευτίας, τής ανανγελίας γινομένης εν
τοί<ς> πρώτοις Διονυσίοις μετὰ τὴν πομπήν· ίνα [δέ]
35 καὶ Κώιοι ειδήσωσι τὴν Τελευτία καλοκαγαθίαν [καὶ]
τὴν Ιασέων ευχαριστίαν, ελέσθαι πρεσβευτ[ήν]·
τὸν δέ αιρεθέντα αφικόμενον πρὸς Κώιους πε[ρί τε]
τής Τελευτία καλοκαγαθίας καὶ τής πρὸς τὸvν [δή]-
μον ευνοίας ενφανίσ[αι καὶ πα]ρακαλείν οικήου̣[ς]
40 καὶ φίλους καὶ συμμά[χους υπάρχ]οντας τής πό[λ]-
[εω]ς φ̣ι̣λ̣ο̣φ̣ρό̣νω̣ς α̣π[οδέξασθαι τὰ] εψηφισμέν[α–]

 

H συγκεκριμένη επιγραφή είναι ένα τυπικό δείγμα σύντομου και γενικόλογου τιμητικού ψηφίσματος. Η βουλή και ο δήμος της Ιασού στην Καρία της Μικράς Ασίας αποφασίζουν τις τιμές που θα αποδώσουν στον Τελευτία, γιο του Θευδώρου, από την Κω.
Με τρεις αιτιολογικές προτάσεις, που συνδέονται παρατακτικά (στ. 3-7: επειδὴ Τελευτίας Θευδώρου Κώιος ανὴρ καλὸς καὶ αγαθός εστιν εις τὴν πόλιν καὶ ιδίαι τε τοίς εντυνχάνουσιν τών πολιτ[ώ]ν ευχρηστών διατελεί καὶ κατὰ κοινὸν παντὶ τώι δήμωι εύνους υπάρχει) και δύο αιτιολογικές μετοχές (στ. 7-8: αεί τι καὶ λέγων καὶ πράσσων υπέρ τού πλήθους), απαριθμούνται οι λόγοι για τους οποίους ο Τελευτίας αξίζει τις τιμές που προτείνονται και τελικά του αποδίδονται. Αδιαμφισβήτητο είναι ότι, αν και πολίτης άλλης πόλης (Κως) από αυτήν που τον τιμά (Ιασός), ο Τελευτίας ανταποκρίνεται στο πρότυπο του καλού και αγαθού πολίτη. Αν και το ακριβές περιεχόμενο της προσφοράς του Κώιου Τελευτία στην πόλη της Ιασού δεν διευκρινίζεται, το παρόν ψήφισμα εντάσσεται στο πολύπλευρο και πολυσύνθετο φαινόμενο του ευεργετισμού, που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση κατά την ελληνιστική περίοδο και στηρίζεται στην αρχή της αμοιβαιότητας (εξαιρετική ανάλυση για το φαινόμενο αυτό προσφέρουν οι Gauthier 1985 και Domingo Gygax 2016).
Οι τιμές που προτείνονται για τον Τελευτία είναι επίσης τυπικές του είδους του ψηφίσματος και της εποχής (για τις τιμές στην Αθήνα από τον 5ο ως τον 3ο αι. π.Χ., βλ. Henry 1983). Η πρώτη από τις τιμές, που αποδίδονται συνήθως σε ‘φίλους’ της πόλης, είναι ο δημόσιος έπαινος (στ. 8-9, 20-22). Ακολουθεί η τιμή της στεφάνωσης με χρυσό στεφάνι (στ. 9-11, 22-25). Η επόμενη τιμή είναι η πολύ συνηθισμένη στα ελληνιστικά τιμητικά ψηφίσματα χορήγηση του τίτλου του προξένου (στ. 11-12, 26-27· για αυτόν τον τίτλο βλ. Mack 2015). Στον Τελευτία χορηγείται το δικαίωμα του πολίτη (στ. 12-15, 27-29). Η πολιτογράφηση αποτελεί μια από τις ιεραρχικά υψηλότερες ανταμοιβές που επιφυλάσσουν οι πόλεις στους ξένους ευεργέτες τους. Όπως σε πολλές πολιτογραφήσεις, έτσι κι εδώ προβλέπεται η ένταξη του Τελευτία σε μια από τις φυλές του πολιτικού σώματος με κλήρωση (στ. 29-30). Η πολιτεία, όπως μάλλον και η προξενία αποτελούν τα τίμια που μεταβιβάζονται και στους απογόνους του Τελευτία (στ. 14-15). Ένα ακόμη προνόμιο που παραχωρείται στον Τελευτία είναι η προεδρία, δηλαδή η πρώτη θέση στις γιορτές της πόλης και στο θέατρο (στ. 15-17, 25-26).
Η πρόβλεψη για δημοσιοποίηση των τιμών (με αναγγελία και αναγραφή) είναι αναπόσπαστο τμήμα των τιμητικών ψηφισμάτων (στο συγκεκριμένο ψήφισμα στ. 31 κ.ε.). Αποτελεί στην ουσία μέρος των τιμών και μάλιστα όχι ανέξοδο, αφού τόσο στην περίπτωση της αναγραφής όσο και της αναγγελίας –όταν αυτή γίνεται όχι μόνο στην πόλη που τιμά (στ. 31-34), αλλά και στην πόλη από την οποία προέρχεται ο τιμώμενος (στ. 34 κ.ε.)– γίνονται έξοδα για την ανέγερση της ενεπίγραφης στήλης και την αποστολή πρεσβείας αντιστοίχως. Στόχος είναι η παρακίνηση άλλων πολιτών και η ενεργοποίηση ενός πνεύματος άτυπου ανταγωνισμού.

Η βουλή και ο δήμος αποφάσισαν, μετά από πρόταση των πρυτάνεων, αναφορικά με όσα εισηγήθηκαν οι προστάτες και οι στρατηγοί. Επειδή ο Τελευτίας, γιος του Θεoδώρου, από την Κω είναι καλός και ενάρετος απέναντι στην πόλη (στ. 5) και κατ’ ιδίαν δείχνει συνεχώς καλή διάθεση στους πολίτες που συνδιαλέγονται μαζί του και δημοσίως συμπεριφέρεται ευνοϊκά προς το σύνολο του δήμου μιλώντας και πράττοντας πάντα προς όφελος του λαού. Για να επαινεθεί, λοιπόν, από τη βουλή και τον δήμο και να στεφανωθεί (στ. 10) με χρυσό στεφάνι, του οποίου η αξία να αναλογεί στο μέγιστο ποσό των χρημάτων που επιτρέπεται από τους νόμους, και να γίνει πρόξενος της πόλης και να του δοθεί, επίσης, το δικαίωμα του πολίτη, ώστε να συμμετέχει σε όλα όσα μετέχουν και οι άλλοι πολίτες, και να ισχύουν οι ίδιες τιμές (στ. 15) και για τους απογόνους του, και να του δοθεί επιπλέον τιμητική θέση σε όλους τους αγώνες που διοργανώνει η πόλη, και να φροντίσει ο αγωνοθέτης την αναγγελία του στεφανιού με το οποίο τιμήθηκε ο Τελευτίας στην αμέσως επόμενη γιορτή των Διονυσίων. (στ. 20) Να αποφασίσουν οι Ιασείς να επαινέσουν τον Τελευτία, γιο του Θεοδώρου, από την Κω λόγω της εύνοιάς του απέναντι στην πόλη και να τον στεφανώσουν με χρυσό στεφάνι, του οποίου η αξία να αναλογεί στο μέγιστο ποσό των χρημάτων που επιτρέπεται από τους νόμους, για την αρετή του και την εύνοιά του προς (στ. 25) τον λαό των Ιασέων. Και να έχει, επίσης, τιμητική θέση σε όλους τους αγώνες και να είναι πρόξενος της πόλης και να του δοθεί το δικαίωμα του πολίτη, ώστε να συμμετέχει σε όλα όσα μετέχουν και οι άλλοι πολίτες. Επίσης, να ενταχθεί σε φυλή με κλήρωση μέσα στα (στ. 30) έννομα χρονικά περιθώρια, και να διατηρηθούν τα ίδια και για τους απογόνους του. Και ο αγωνοθέτης να φροντίσει την αναγγελία του στεφανιού με το οποίο τιμήθηκε ο Τελευτίας και η αναγγελία αυτή να γίνει στα επόμενα Διονύσια μετά την πομπή. Για να (στ. 35) πληροφορηθούν, όμως, και οι Κώοι την ενάρετη στάση του Τελευτία και την ευγνωμοσύνη των Ιασέων, να εκλεγεί πρέσβης ο οποίος φτάνοντας στους Κώους να εκθέσει την καλοσύνη του Τελευτία και την εύνοιά του προς τον δήμο και να παροτρύνει όσους είναι συγγενείς (στ. 40) και φίλοι και σύμμαχοι της πόλης, να αποδεχθούν τις αποφάσεις με καλή διάθεση…

Βασιλεύοντος Μιθραδάτου Ευπάτορος. έτους ισ’,
Φαναγοριτών η βουλὴ καὶ ο δήμος τοὺς απὸ ξέ-
νης στρατιώτας επολιτογράφησαν διὰ τὸ εκ χρό-
νων ικανών συνστρατεύσασθαι καὶ πεποιηκέναι
5 παν τὸ δίκαιον καὶ εν τοίς λοιποίς πασι φιλικώς καὶ ευ-
νόως εσχηκέναι πρὸς τὴν εαυτών πόλιν∙ καὶ έδω-
καν αυτοίς τὰ φιλάνθρωπα ταύτα εφ᾿ ᾧ πολιτι-
κὸν τὸ γεινόμενον μὴ διδώσι μηδ᾿ επισκήνωσιν
μηδ᾿ επίθεσιν καὶ ανείσφοροι πάντων καὶ αλε[ι]-
10 τούργητοι παντὸς πράγματος πλὴν πα̣[νδή]-
μου στρατείας∙ έστω δέ αυτοίς έκ̣π̣[λους]
και είσπλους.

Πρόκειται για την απόφαση της βουλής και του δήμου της Φαναγορείας να χορηγήσουν το δικαίωμα της πολιτείας και άλλα προνόμια σε μισθοφόρους. Το κείμενο έχει έκταση μόλις δώδεκα στίχους και είναι μάλλον η συντόμευση ενός ψηφίσματος (ελλείψει, ωστόσο, παραλλήλων και στοιχείων για τις επιγραφικές συνήθειες στη Φαναγόρεια, αλλά και για λόγους ευκολίας, θα αναφερόμαστε σε αυτό ως ‘ψήφισμα’). Αμέσως μετά τη δήλωση της χρονολογίας και της εκδίδουσας αρχής (στ. 1-2) απαριθμούνται με συντομία τα δικαιώματα-προνόμια που δίδονται στους μισθοφόρους (στ. 3-12), ενώ παρεμβάλλεται η αιτιολογία της χορήγησης. Οι χορηγήσεις πολιτείας από ελληνιστικές πόλεις σε ξένους στρατιώτες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: εκείνες που γίνονται, όπως εδώ, μαζικά σε έναν αριθμό στρατιωτών (Λιλαία [Moretti, ISE 81], Δύμη [Syll.3 531], Φάρσαλος, Λάρισα, Φάλαννα [IG IX 2, 234, 517, 1228], Άσπενδος [Segre 1934], Σμύρνη [OGIS 229], Μίλητος [I.Delphinion αρ. 33-38], Πέργαμος [OGIS 338], Μεσσήνη [IG V 1, 1426]), και αυτές που προσφέρονται ατομικά σε κάποιον ξένο στρατιωτικό αξιωματούχο (π.χ. IG II3 918 και 919· Syll.3 331 και 333· ΙG XII 6, 119· I.Cret. ΙΙΙ iv 2, 3· I.Iasos 33 και 34). Στη δεύτερη περίπτωση η χορήγηση της πολιτείας έχει κυρίως τιμητικό χαρακτήρα για τον αποδέκτη της (πρβλ. Ε3).

Στο παρόν κείμενο έχουμε να κάνουμε με την παροχή του δικαιώματος του πολίτη από την πόλη Φαναγόρεια σε ένα μισθοφορικό σώμα. Αιτία της πολιτογράφησης αυτής φαίνεται να είναι η μακρόχρονη συνεργασία των μισθοφόρων με τους πολίτες της Φαναγορείας σε διάφορους πολέμους (στ. 3-4: εκ χρόνων ικανών συνστρατεύσασθαι) και η εν γένει διαγωγή τους προς την πόλη (στ. 4-6: καὶ πεποιηκέναι παν τὸ δίκαιον καὶ εν τοίς λοιποίς πασι φιλικώς καὶ ευνοϊκώς εσχηκέναι πρὸς τὴν εαυτών πόλιν).

Στα ψηφίσματα μαζικών πολιτογραφήσεων ξένων στρατιωτών και μισθοφόρων (βλ. σημ. 29) διακρίνουμε ποικίλες αιτιολογήσεις. Παρόμοιo αιτιολογικό με αυτό από τη Φαναγόρεια μπορούμε να εντοπίσουμε σε ένα ψήφισμα από τη θεσσαλική πόλη της Φαρσάλου, όπου οι πολιτογραφούμενοι τιμώνται ως εξ αρχὰς συμπολιτευόμενοι καὶ συμπολεμείσαντες (IG IX 2, 234 στ. 1-2), ενώ με τη στάση τους σε συγκεκριμένα πολεμικά γεγονότα –μάλλον στο πλαίσιο του Συμμαχικού πολέμου, 220-217 π.Χ.– συνδέεται η πολιτογράφηση των μισθοφόρων στην πόλη της Δύμης (Rizakis, Achaie III 4 στ. 9-10: συμπολεμήσαντες τὸμ πόλεμον καὶ τὰμ πόλιν συνδιασώισαντες).

Στη συγκεκριμένη επιγραφή οι μισθοφόροι περιγράφονται ως οι απὸ ξένης, έκφραση για την οποία δεν έχουμε κανένα επιγραφικό παράλληλο (στ. 2-3). Στην αρχαία ελληνική γλώσσα δεν υπήρχε κάποιος καθιερωμένος τεχνικός όρος για τα μισθοφορικά στρατιωτικά σώματα.
Προνόμια, που περιγράφονται στο σύνολό τους ως φιλάνθρωπα (στ. 7), συμπληρώνουν την πράξη της πολιτογράφησης των μισθοφόρων. Πρώτη στη δέσμη αυτών των προνομίων αναφέρεται η απαλλαγή των στρατιωτών από το πολιτικὸν τὸ γεινόμενον (στ. 7-8), δηλαδή από την καταβολή του τέλους πολιτογράφησης. Ακολουθεί η απαλλαγή τους από την επισκήνωσιν (στ. 8). Εδώ δεν είναι σαφές αν πρόκειται για απαλλαγή των μισθοφόρων από την υποχρέωση να προσφέρουν –ως πολίτες πλέον– στέγη σε στρατεύματα ή από την υποχρέωση να καταβάλλουν μισθώματα για τα καταλύματα που τους παρείχε η πόλη (μάλλον οικίες που βρίσκονταν στο άστυ και όχι πρόχειροι καταυλισμοί εκτός των τειχών). Οι μισθοφόροι εξαιρούνται επίσης από την επίθεσιν (στ. 9). Ως προς το περιεχόμενο του προνομίου αυτού μπορούμε να κάνουμε μόνο εικασίες ελλείψει άλλου επιγραφικού παραλλήλου και εξαιτίας των πολλαπλών νοημάτων που μπορεί να προσλάβει η λέξη. Ενδεχομένως πρόκειται για κάποιον ειδικό φόρο που αφορούσε τους ξένους της Φαναγορείας ή έκτακτη επιβάρυνση όλων των κατοίκων σε ειδικές περιστάσεις. Οι μισθοφόροι καθίστανται επιπλέον ανείσφοροι (στ. 9), δηλαδή ως νέοι πολίτες πλέον απαλλάσσονται από την εισφορά, τον έκτακτο φόρο που επιβαλλόταν στους πολίτες για την κάλυψη στρατιωτικών αναγκών.
Οι μισθοφόροι εξαιρούνται επίσης από κάθε λειτουργία (στ. 9-10: αλειτούργητοι παντὸς πράγματος). Οι λειτουργίαι ήταν δραστηριότητες πολιτικού ή στρατιωτικού χαρακτήρα, που αναλάμβαναν οι πολίτες προς όφελος της πόλης τους. Χωρίς να έχουν αποκλειστικά οικονομικό περιεχόμενο, όπως η εισφορά, οι λειτουργίες σήμαιναν πάντοτε μια οικονομική επιβάρυνση για όποιον τις αναλάμβανε. Εδώ, ωστόσο, η απαλλαγή από τις λειτουργίες δεν περιλαμβάνει την πάνδημον στρατείαν (στ. 10: πλὴν πανδήμου στρατείας). Οι νεοπολιτογραφηθέντες απαλλάσσονται από τη συμμετοχή σε όποιον πόλεμο λάβει μέρος η Φαναγόρεια, εκτός κι αν πρόκειται για γενική επιστράτευση. Υποχρεούνται, δηλαδή, να συμμετέχουν μόνο σε μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις και όχι σε όλες, όπως έπρατταν όσο υπηρετούσαν ως μισθοφόροι. Τα παραπάνω εγείρουν ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με τον στρατό των πόλεων κατά την υστεροελληνιστική περίοδο. Πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως γενικά οι πολίτες στρατεύονταν πλέον μόνο σε έκτακτες περιστάσεις και σε μεγάλης έκτασης επιχειρήσεις, ενώ για όλες τις άλλες χρησιμοποιούνταν μισθοφορικά σώματα (πρβλ. το ψήφισμα Syll.3 709 από τη Χερσόνησο, όπου γίνεται αναφορά σε επιλεκτική στρατολόγηση πολιτών). Είναι βέβαια επίσης πιθανόν να πρόκειται για ένα προνόμιο το οποίο η πόλη χορηγεί ειδικά στη συγκεκριμένη ομάδα νεοπολιτών, που ήταν ενδεχομένως μεγάλης ηλικίας και ήθελαν με αυτόν τον τρόπο να εξασφαλίσουν το ίδιο δικαίωμα στη μη στράτευση, όπως και οι παλαιοί πολίτες που ανήκαν στην ίδια ηλικιακή ομάδα με αυτούς. Τα στοιχεία που μας είναι διαθέσιμα δεν επαρκούν για την εξαγωγή κάποιου ασφαλούς συμπεράσματος.
Τελευταίο χορηγείται στους μισθοφόρους το προνόμιο να εξέρχονται από και να εισέρχονται στα λιμάνια της Φαναγορείας (στ. 11-12: έστω δέ αυτοίς έκπλους καὶ είσπλους). Η θέση του ανάμεσα στα υπόλοιπα προνόμια φαίνεται να αποτελεί πλεονασμό, γιατί από τη στιγμή που κάποιος λαμβάνει τον δικαίωμα του πολίτη δεν υπόκειται σε περιορισμούς μετακίνησης από και προς την πόλη της οποίας είναι πλέον πολίτης. Ωστόσο, σίγουρα δεν πρόκειται για αβλεψία του συντάκτη, καθώς σε κείμενα όπως το εξεταζόμενο τυχόν επαναλήψεις ή πλεονασμοί υπάρχουν για να προσδίδουν έμφαση και μεγαλύτερη σαφήνεια σε κάτι που μπορεί να αγνοηθεί ή να παρερμηνευθεί –σκοπίμως ή μη– από τους αναγνώστες του. Είναι προφανές ότι κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης υπηρεσίας των μισθοφόρων στη Φαναγόρεια (στ. 3-4) είχε εδραιωθεί στον γηγενή πληθυσμό της πόλης μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα για τη θέση και τις υποχρεώσεις τους. Στις υποχρεώσεις προς τον εργοδότη τους, στην προκείμενη περίπτωση την πόλη Φαναγόρεια, συμπεριλαμβάνονταν η διαρκής παρουσία και ετοιμότητά τους, υποχρέωση που καταργούσε αυτόματα το δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης. Η προσφάτως χορηγηθείσα σε αυτούς ιδιότητα του πολίτη και τα πρόσθετα προνόμια απαιτούσαν σίγουρα χρόνο για να εμπεδωθούν στη συνείδηση του υπόλοιπου πληθυσμού της πόλης. Οι μισθοφόροι επιθυμούσαν ίσως μια πιο ξεκάθαρη διατύπωση του δικαιώματός τους να ταξιδεύουν από και προς τη Φαναγόρεια, ώστε να προλάβουν τυχόν περιορισμούς απότοκους της χρόνιας παραμονής τους στην πόλη με την ιδιότητα του μισθοφόρου.

Κατά τη βασιλεία του Μιθριδάτη Ευπάτορα, το έτος 210, η βουλή και ο δήμος των Φαναγοριτών ενέγραψαν ως πολίτες τους ξένους στρατιώτες, επειδή αυτοί για μεγάλο χρονικό διάστημα εκπλήρωσαν μαζί τους στρατιωτικές υπηρεσίες και συμπεριφέρθηκαν (στ. 5) σύμφωνα με το δίκαιο με κάθε τρόπο και σε όλα τα υπόλοιπα υπήρξαν φιλικά και ευνοϊκά διακείμενοι προς την πόλη τους. Και τους παρείχαν τα εξής προνόμια: να μην καταβάλλουν τέλος πολιτογράφησης ούτε ενοίκιο κατοικίας ούτε (έκτακτους;) φόρους και να είναι (στ. 10) απαλλαγμένοι από κάθε εισφορά και λειτουργία εκτός της γενικής επιστράτευσης και ελεύθεροι να ταξιδέψουν από και προς την πόλη.

[ – – – η βουλὴ καὶ ο δήμος ετίμησαν – – ]
[ (τὸν δείνα) Hρακλείδου καὶ (τὸν δείνα)]
[Hρ]α̣κλείδου τὸν καὶ Ση[ …., τών πρώ-]
[τ]ων φίλων βασιλέως Αριοβαρ[ζάνου]
5 [Φ]ιλορωμαίου καὶ μάλιστα πιστευομ̣[έ-]
νων καὶ τιμωμένων παρ’ αυτώι, γέ̣γ[ο]ν̣ό-
τας δέ καὶ επ[ὶ] τής πόλεως καὶ [τοὺς α-]
δ̣ελφοὺς τοὺς κοινοὺς ευεργέ[τας α-]
ρετής ένεκεν καὶ ευνοίας, ἧς έχο[ντες]
10 διατελούσι είς τε τοὺς βασιλείς
[κ]αὶ τὸν δήμον, οι δέ ανδριάντες
[αυτών ανέ]σθησαν τιμη δημοσία.

Πρόκειται για το παλαιότερο σωζόμενο δημόσιο ενεπίγραφο κείμενο των Τυάνων και το μοναδικό που ρίχνει φως στην πολιτειακή οργάνωση της σημαντικότερης, μετά την πρωτεύουσα Μάζακα, πόλης του βασιλείου της Καππαδοκίας. Παρόλο που οι πρώτες γραμμές δεν σώζονται, η ψηφισματική δομή του κειμένου και η μνεία του δήμου των Τυάνων καθιστούν αυτονόητη την ύπαρξη βουλής, η οποία θα εισηγήθηκε στον δήμο την ψήφιση των τιμών.
Ωστόσο, η ύπαρξη των δύο αυτών πολιτειακών σωμάτων, δηλαδή της βουλής και του δήμου, προσδίδει στα Τύανα μια κατ’ επίφαση μόνον πολιτική αυτονομία. Στην πραγματικότητα την πόλη διοικούσε ο επὶ τής πόλεως (στ. 5), ένας βασιλικός κυβερνήτης γνωστός και από τα βασίλεια των Ατταλιδών και των Πτολεμαίων. Ως τοποτηρητής του βασιλέα είχε υπό τον έλεγχό του τη λειτουργία των πολιτειακών οργάνων των Τυάνων με συνέπεια τον περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών.
Η υπαγωγή των πολιτικών θεσμών των Τυάνων στην έμμεση βασιλική εποπτεία επιβεβαιώνεται και από τον προσδιορισμό των τιμώμενων προσώπων ως πρώτων φίλων του βασιλέα. Ο αυλικός αυτός τίτλος, που απαντά και σε άλλα ελληνιστικά βασίλεια κατά τον 2ο και 1ο αι. π.Χ., αναφέρεται σε ένα στενό κύκλο προσώπων που περιέβαλλαν το βασιλέα και από τις τάξεις των οποίων προέρχονταν τα στελέχη του κρατικού μηχανισμού (Savalli-Lestrade 1998: 267-270, 273).
Στο καππαδοκικό βασίλειο οι φίλοι του βασιλέα, ανεξάρτητα από τον ειδικότερο τίτλο που έφεραν, ήταν ως επί το πλείστον μέλη μιας αριστοκρατίας γαιοκτημόνων ή και ιερέων, τοπικοί ηγεμόνες και αρχηγοί φύλων που συνενώθηκαν κάτω από το σκήπτρο του ισχυρότερου σε ένα είδος ομοσπονδίας. Η ισχύς τους ήταν μεγάλη: διέθεταν δικά τους φρούρια, ορισμένοι ήταν κύριοι χιλιάδων σκλάβων και την εποχή του Αριοβαρζάνη Γ΄ ήταν πιο πλούσιοι ακόμη και από τον ίδιο τον βασιλέα. Η αφοσίωσή τους στον βασιλέα ήταν αναγκαία για την ομαλή διακυβέρνηση, όχι όμως και αυτονόητη, για αυτό και αρκετές φορές στην ιστορία της Μεγάλης Καππαδοκίας πρωτοστάτησαν σε κινήματα εναντίον του (Van Dam 2002: 16-20).
Μια τέτοια περίοδος εσωτερικής πολιτικής αστάθειας και οικονομικής κρίσης ήταν η ηγεμονία του Αριοβαρζάνη Γ΄. Μια μερίδα ευγενών φιλικά προσκείμενων στους Πάρθους απέρριπτε τη φιλορωμαϊκή πολιτική του και μια συνωμοσία εναντίον του, στην οποία είχε αναμειχθεί και ο αδελφός του, είχε αποτραπεί χάρη στη ρωμαϊκή παρέμβαση. Ο βασιλέας ήταν καταχρεωμένος στους Ρωμαίους πιστωτές του και τόσο ανίσχυρος, ώστε δεν διέθετε ούτε επαρκή στρατό για να προστατέψει τη ζωή του (Syme 1995: 146-147).
Δηλωτικός της σημασίας των υπηρεσιών των δύο τιμώμενων προς τον δήμο και τους βασιλείς είναι ο χαρακτηρισμός τους ως κοινών ευεργετών (στ. 6). Κοινοὺς ευεργέτας αποκαλούσαν στην ελληνική Ανατολή τους Ρωμαίους· πρόκειται για μια φιλοφροσύνη που εξήρε την απόλυτη παντοδυναμία τους (Erskine 1994: 82-87). Η απόδοση του χαρακτηρισμού αυτού σε μεμονωμένες προσωπικότητες, όπως στην περίπτωση των κυβερνητών των Τυάνων, αποτυπώνει τη μεγάλη δύναμη που διέθεταν οι συγκεκριμένοι αξιωματούχοι σε τοπικό επίπεδο, παράλληλα όμως σημαίνει μάλλον ότι ενήργησαν για το καλό του συνόλου της πόλης και του βασιλέα (I.Tyana σ. 208 σημ. 105).
Η απονομή διακρίσεων από την πόλη των Τυάνων στα δύο αυτά πρόσωπα ίσως δεν συνιστά μια απλή αναγνώριση της προσφοράς τους προς την πόλη και τους βασιλείς, αλλά εκφράζει εμμέσως τη νομιμοφροσύνη και υποστήριξη των Τυανέων στον βασιλέα, σε μια εποχή έντονης πολιτικής διαμάχης για την εξουσία (I.Tyana σ. 209).

[η βουλή και ο δήμος τίμησαν (τον δείνα), γιο του Ηρακλείδου και (τον δείνα), γιο του Ηρ]ακλείδου, τον αποκαλούμενο και Ση[ ], που ανήκουν στους πρώτους φίλους του βασιλέα Αριοβαρζάνη (στ. 5) Φιλορωμαίου, απολαμβάνουν ιδιαίτερα την εμπιστοσύνη του και έχουν τύχει πολλών βασιλικών διακρίσεων, διετέλεσαν δε και κυβερνήτες της πόλεως, τους αδελφούς ευεργέτες πάντων, για την αρετή και την εύνοιά τους (στ. 10) απέναντι στους βασιλείς και τον δήμο. Το στήσιμο των ανδριάντων τους έγινε με δημόσια δαπάνη.

Γραμματέως συνέδρων Φιλοξενίδα τού επὶ Θεοδώ̣[ρου]
                                                      δόγμα·
Επεὶ Πόπλιος Kορνήλιος Σκειπίων ο ταμίας καὶ αντιστράταγος ανυ-
περβλήτω χρώμενος ευνοία τα εις τὸν Σεβαστὸν καὶ τὸν οίκον αυ-
5 τού πάντα μίαν τε μεγίσταν καὶ τιμιωτάταν ευχὰν πεποιημένος,
εις άπαν αβλαβή τούτον φυλάσσεσθαι, ὡς απὸ τών καθ’ έκαστον εαυτού
επιδείκνυται έργων, ετέλεσε μέν τὰ Kαισάρεια μηδέν μήτε δαπάνας
μήτε φιλοτιμίας ενλείπων μηδέ τας υπέρ ταν διὰ τού Σεβαστού θυσιαν
ευχαριστίας ποτὶ τοὺς θεοὺς άμα καὶ τὰς πλείστας τών κατὰ τὰν επα-                                                                                                     ρχείαν πό-
10 λεων σὺν εαυτω τὸ αυτὸ τούτο ποιείν κατασκευασάμενος· επιγνοὺς δέ                                                                                                      καὶ Γάιον
τὸν υιὸν τού Σεβαστού τὸν υπέρ τας ανθρώπων πάντων σωτηρίας τοίς                                                                                                      βαρβάροις μα-
χόμενον υγιαίνειν τε καὶ κινδύνους εκφυγόντα αντιτετιμωρήσθαι τοὺς                                                                                                     πολε-
μίους, υπερχαρὴς ὢν επὶ ταίς αρίσταις ανγελίαις, στεφαναφορείν τε                                                                                                        πάντοις δι-
έταξε καὶ θύειν, απράγμονας όντας καὶ αταράχους, αυτός τε βουθυτών                                                                                                                περὶ
15 τας Γαΐου σωτηρίας καὶ θέαις επεδαψιλεύσατο ποικίλαις, ὡς έριν μέν
γείνε-
σθαι τὰ γενόμενα τών γεγονότων, τὸ δέ σεμνὸν αυτού δι’ ίσου φυλαχ-                                                                                                       θήμεν, εφιλο-
τιμήθη δέ καὶ διαλιπὼν απὸ ταν Kαίσαρος αμεραν αμέρας δύο τὰν                                                                                                             αρχὰν ταν
υπέρ Γαΐου θυσιαν ποιήσασθαι απὸ τας αμέρας εν ᾇ τὸ πρώτον ύπατος                                                                                                     απεδεί-
χθη· διετάξατο δέ αμίν καὶ καθ’ έκαστον ενιαυτὸν τὰν αμέραν ταύταν

μετὰ

20 θυσιαν καὶ στεφαναφορίας διάγειν όσοις δυνάμεθα ιλαρώτατα καὶ [. . . .                                                                                                   .]τατα,
έδοξε τοίς συνέδροις πρὸ δέκα πέντε καλανδών [- – – – – – – – – – – – – – – – – – – -]

Ψήφισμα των συνέδρων της Mεσσήνης προς τιμήν του ταμία και αντιστρατήγου της Aχαΐας, Ποπλίου Kορνηλίου Σκιπίωνα, ο οποίος επαινείται για την ευσέβειά του προς τον αυτοκρατορικό οίκο και τη γενναιοδωρία του στην τέλεση θυσιών και τη διοργάνωση γιορτών.
Στο προοίμιο του ψηφίσματος αναφέρονται ως χρονολογικό στοιχείο δύο αξιωματούχοι της πόλης της Μεσσήνης: o γραμματέας των συνέδρων Φιλοξενίδας και ο άρχων Θεόδωρος. Tο συνέδριον (βουλή) αποτέλεσε τον σημαντικότερο πολιτικό θεσμό της Mεσσήνης, ιδιαίτερα κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της ελληνιστικής περιόδου.
Ένας ακόμη αξιωματούχος που εμφανίζεται στο συγκεκριμένο ψήφισμα και ανήκει όχι στην τοπική αλλά στην κεντρική ρωμαϊκή διοίκηση, είναι ο τιμώμενος Πόπλιος Kορνήλιος Σκιπίων (Eck 1974: 109). Kατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Γαΐου Kαίσαρα στην Aνατολή (2/1 π.X.-3/4 μ.X.), ο Π. Kορνήλιος Σκιπίων ήταν ταμίας καὶ αντιστράτηγος (στ. 3) της επαρχίας Aχαΐας, τίτλος που αποδίδει τον αντίστοιχο λατινικό του quaestor pro praetore. Oι quaestores ήταν συνήθως νέοι στην ηλικία συγκλητικοί που ξεκινούσαν τη σταδιοδρομία τους (cursus honorum) στη Pώμη, επιφορτισμένοι κατά κανόνα με οικονομικά θέματα. O Σκιπίων, ο οποίος φέρει παράλληλα τον τίτλο του αντιστρατήγου στο κείμενο της Mεσσήνης, φαίνεται ότι αντικατέστησε τον ίδιο τον διοικητή της Aχαΐας στα καθήκοντά του, για λόγους που δεν είναι γνωστοί (μάλλον ασθένεια ή θάνατος).
O Σκιπίων τιμάται από την πόλη της Mεσσήνης, επειδή τέλεσε τα Kαισάρεια με προσφορά θυσιών στους θεούς για τη σωτηρία του αυτοκρατορικού οίκου (στ. 7-9) και την αίσια επιστροφή του Γαΐου Kαίσαρα από την Aνατολή (στ. 10-15) και παρότρυνε πολλές άλλες πόλεις της επαρχίας να πράξουν το ίδιο (στ. 9-10). Tα Kαισάρεια ή Σεβάστεια (Σεβαστά) ήταν γιορτές και αγώνες προς τιμήν του εκάστοτε αυτοκράτορα και μελών της οικογένειάς του, οι οποίοι θεσπίστηκαν στις περισσότερες ελληνικές πόλεις ήδη από την αρχή της αυτοκρατορικής περιόδου και αποτέλεσαν τη σημαντικότερη ίσως εκδήλωση της αυτοκρατορικής λατρείας. H αυτοκρατορική λατρεία αποτέλεσε τον ουσιαστικότερο τρόπο αντίληψης της ρωμαϊκής κυριαρχίας από τους ελληνόφωνους πληθυσμούς και επικοινωνίας τους με την κεντρική εξουσία. Υπήρξε αναμφισβήτητα η σημαντικότερη έκφραση της νομιμοφροσύνης τους, αλλά και αφορμή για την απολαβή ευεργεσιών και προνομίων εκ μέρους των αυτοκρατόρων (Price 1984· Gradel – Karanastassis 2004· Kantiréa 2007α).
Δύο ημέρες μετά τα Καισάρεια, ο Σκιπίων πρόσφερε θυσίες και διοργάνωσε γιορτή για την επέτειο της ανάληψης του υπατικού αξιώματος από τον Γάιο Kαίσαρα (στ. 16-19). Ο διοικητής διέταξε τους Mεσσηνίους να εξακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια να εορτάζουν τις μέρες αυτές με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με προσφορά θυσιών και στεφανηφορία (στ. 19-20).
Τόσο στη γιορτή προς τιμήν του Aυγούστου όσο και στη γιορτή για την επέτειο ανάληψης της υπατείας από τον Γάιο Kαίσαρα οι συμμετέχοντες έπρεπε να φέρουν στεφάνια (στ. 13, 20) και να θυσιάζουν χωρίς να ασχολούνται με άλλα πράγματα και όντας απερίσπαστοι (στ. 14: απράγμονας όντας καὶ αταράχους), πρόβλεψη που σχετίζεται με αποχή από εργασίες και δικαστήρια κατά τη διάρκεια της γιορτής (για την αργία που συνοδεύει τις ελληνικές γιορτές, βλ. Chaniotis 1995: 148).
Tα θεάματα με τα οποία τελείωναν οι αρχαίες γιορτές ήταν αγώνες γυμνικοί, ιππικοί και μουσικοί. Aυτά που πρόσφερε ο Π. Kορνήλιος Σκιπίων (στ. 15: θέαις επεδαψιλεύσατο ποικίλαις) είναι πιθανόν να συνδέθηκαν με τις ετήσιες γιορτές προς τιμήν του Δία Iθωμάτα (Ιθωμαία), οι οποίες περιελάμβαναν κυρίως μουσικούς αγώνες (Παυσανίας 4.33.1-2· IG V 1, 1467-1469).
Η επιγραφή είναι ιδιαίτερα σημαντική, δεδομένου ότι βρέθηκε in situ στον χώρο, όπου οι ανασκαφές έφεραν στο φως ένα μεγάλων διαστάσεων διμερές οικοδόμημα, κτισμένο συμμετρικά εκατέρωθεν της μνημειώδους κλίμακας στα βόρεια του Aσκληπιείου, η οποία οδηγούσε στην αγορά της πόλης. Πρόκειται προφανώς για το Καισαρείο/Σεβαστείο και συμπίπτει με το σημείο στο οποίο βρέθηκε χτισμένη και η δική μας επιγραφή. H κατασκευή του Kαισαρείου κατά την εποχή του Aυγούστου πρόσθεσε στο Ασκληπιείο, που ήταν ήδη ένα αρχιτεκτονικό σύνολο πολιτικού χαρακτήρα, ένα οικοδόμημα που αντιπροσώπευε τη νέα τάξη πραγμάτων.

Όταν γραμματέας των συνέδρων ήταν ο Φιλοξενίδας επί (άρχοντος) Θεοδώρου. Ψήφισμα. Eπειδή ο Πόπλιος Kορνήλιος Σκιπίων, ο ταμίας και αντιστράτηγος, επέδειξε ανυπέρβλητη εύνοια προς τον Σεβαστό και όλο τον οίκο του (στ. 5) και έκανε μια και μοναδική προσευχή, τη μέγιστη και σημαντικότερη, να παραμένει πάντοτε αυτός (ο οίκος) αβλαβής, όπως το αποδεικνύει με κάθε του πράξη, και τέλεσε τα Kαισάρεια, χωρίς να παραλείψει τίποτα ούτε σε δαπάνες ούτε σε μεγαλοπρεπείς εκδηλώσεις ούτε τις ευχαριστήριες θυσίες στους θεούς για τον Σεβαστό, και συγχρόνως ετοίμασε τις περισσότερες από τις πόλεις της επαρχίας (στ. 10) να πράξουν το ίδιο μαζί του∙ όταν έμαθε ότι ο Γάιος (Kαίσαρας), ο γιος του Σεβαστού, ο οποίος πολεμούσε τους βαρβάρους για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων, ήταν υγιής και, έχοντας ξεφύγει από τους κινδύνους, τιμώρησε τους εχθρούς, υπερβολικά χαρούμενος για τις πολύ ευχάριστες ειδήσεις διέταξε όλους να φορούν στεφάνια και να θυσιάζουν απαλλαγμένοι από ασχολίες και απερίσπαστοι, και ο ίδιος θυσίασε βόδια (στ. 15) για τη σωτηρία του Γαΐου (Kαίσαρα) και πρόσφερε ποικίλα θεάματα, ώστε αυτά που έγιναν τότε να ξεπερνούν αυτά που είχαν γίνει (στο παρελθόν), και (φρόντισε) εξίσου να διαφυλαχθεί η ευσέβεια∙ αφού άφησε (να περάσουν) δύο ημέρες από τις ημέρες που ήταν αφιερωμένες στον Kαίσαρα, φρόντισε να αρχίσει τις θυσίες για τον Γάιο την ημέρα που αναδείχθηκε ύπατος για πρώτη φορά και μας διέταξε κάθε χρόνο αυτήν την ημέρα να τη γιορτάζουμε με (στ. 20) θυσίες και στεφανηφορία, όσο μπορούμε περισσότερο εύθυμα και . . . Aποφάσισαν οι σύνεδροι στις (…) πριν από τις 15 Καλένδες (του μηνός) . . .

Ὁ δήμος ο Αθηνα[ίων]
βασίλισσαν Στρατον[ίκην]
βασιλέως Αρια(ρ)ά[θου]
αρετής ένεκεν καὶ ευνοίας
5 τής εις εαυτὸν
Αρτέμιδι, [Λητ]οί, Α(π)ό[λλωνι]

Ανάθεση στη δηλιακή τριάδα Άρτεμη, Λητώ και Απόλλωνα ενός αγάλματος της βασίλισσας Στρατονίκης από το δήμο των Αθηναίων. Σκοπός της ανάθεσης αυτής ήταν να τιμηθεί η βασίλισσα για την αρετή της και την εύνοια που έδειξε προς το δήμο των Αθηναίων (πρβλ. την τιμητική επιγραφή του δήμου της Περγάμου για τη βασίλισσα Στρατονίκη: Müller 1991: 393-396).

 

Η ταυτότητα του τιμώμενου προσώπου

Η Στρατονίκη (περ. 203/192-134 π.Χ.) ήταν θυγατέρα του βασιλέα της Μεγάλης Καππαδοκίας Αριαράθη Δ΄ και, πιθανότατα, της σελευκιδικής καταγωγής Αντιοχίδος (Allen 1983: 202· αντίθετη άποψη διατυπώνει ο Müller 1991: 401-402). Υπήρξε σύζυγος του βασιλέα της Περγάμου Ευμένη Β’, μετά τον θάνατό του το 158/7 π.Χ. παντρεύτηκε τον αδελφό και διάδοχό του Άτταλο Β’, και ήταν πιθανότατα η μητέρα του τελευταίου Ατταλίδη βασιλέα Άτταλου Γ’ (Hopp 1977: 16-26 και σημ. 2).

 

Οι θεότητες

Οι δηλιακές θεότητες στις οποίες προσφέρεται το ανάθημα των Αθηναίων ήταν διαδεδομένες όχι μόνο στην Πέργαμο (Hansen 1971: 445-446), αλλά και στην ιδιαίτερη πατρίδα της Στρατονίκης. Στην Καππαδοκία, συγκεκριμένα, η Άρτεμη λατρευόταν με το επίθετο Ταυροπόλος (Στράβων 12.2.3), ενώ διάδοση γνώριζε και η λατρεία του Απόλλωνα με το επίθετο Αρχηγέτης (Στράβων 12.2.6· I.Tyana σελ. 375). Είναι μάλιστα πιθανόν οι δύο θεότητες να λατρεύονταν με αυτά τα επίθετα και στη Δήλο (για την πιθανή λατρεία της Αρτέμιδος Ταυροπόλου στη Δήλο, βλ. Bilde 2003· του Απόλλωνα Αρχηγέτου, Malkin 1986).

 

Το ιερό της Δήλου και η διεθνής διπλωματία

Στην εποχή κατά την οποία χρονολογείται η επιγραφή, δηλαδή πιθανότατα από το 167 π.Χ. και εξής, η Δήλος, χάρη στο προνομιακό καθεστώς ατέλειας που απολάμβανε, αναπτύχθηκε σε κομβικό σημείο για το διαμετακομιστικό εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου (Στράβων 10.5.4). Ως διεθνής εμπορικός πόλος εξελίχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο που φιλοξενούσε πολλές ξένες λατρείες (Bruneau 1970). Έγινε προσφιλής τόπος επίδειξης της ευσέβειας και της γενναιοδωρίας των ηγεμόνων προς τους θεούς, και τόπος ανέγερσης επιγραφών και ανάθεσης μνημείων προς τιμήν ηγεμόνων και άλλων επιφανών προσώπων (βλ. ενδεικτικά Bringmann – Ameling – Schmidt-Dounas 1995: 187-231 αρ. 117-193· Κotsidu 2000: 193-224 αρ. 120-148). Ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας του νησιού αποτελούσε εγγύηση ότι πράξεις αντάξιες δόξας και τιμής θα είχαν τη μέγιστη δημοσιότητα και απήχηση (Roussel 1987· Habicht 1995: 247-264).

Ο δήμος των Αθηναίων ανέθεσε στην Άρτεμη, τη Λητώ και τον Απόλλωνα το άγαλμα της βασίλισσας Στρατονίκης, κόρης του βασιλέως Αριαράθου, για την αρετή και την εύνοιά της προς αυτόν τον ίδιο.

Ἣν εσορας στήλην μεστὴν ε-
σορας, φίλε, πένθους.
Κάτθανε γὰρ Ζώη ούνομα
κλησκομένη
5 οκτωκαιδεκέτης, λείψα-
σα γονεύσι δάκρυα
καὶ πάπποις τὰ όμοια, ού-
περ γαίης λίπε πένθη.
Ἦν δέ γάμω ζευχθε<ί>σα κύ-
10 ησέ τε <τ>έκνον άωρον,
ού τεχθέντος άφωνος
λίπεν φάος ηελίοιο.
Πηνειὸς δέ πατήρ χεύων
δάκρ<υ> θήκε τόδ᾿ έργον
15 σύν τε φίλη αλόχω, οίς ήν
τέκνον έν τε κουκ άλλο.
Ουδέ γὰρ εξ αυτής έσχον
τέκνον φώ<ς> λιπούσης
αλλ᾿ άτεκνοι λύπη καρ-
20 τέρεον βίοτον.

Θρήνος για τον πρόωρο θάνατο μιας νεαρής γυναίκας, που πέθανε κατά τη γέννα του πρώτου της παιδιού μαζί με το μωρό της. Όντας μοναχοπαίδι άφησε τους γονείς της χωρίς καμία προσδοκία για το μέλλον.

 

Το ποίημα και η ιστορία

Το επιτάφιο επίγραμμα αποτελείται από πέντε ελεγειακά δίστιχα (ανά δύο, οι στίχοι της επιγραφής περιέχουν από ένα στίχο του ποιήματος). Το ποίημα διηγείται τη θλιβερή ιστορία μιας οικογένειας. Ο Πηνειός και η γυναίκα του είχαν ένα μοναχοπαίδι, την κόρη τους Ζωή. Πριν συμπληρώσει τα δεκαοχτώ της χρόνια, την πάντρεψαν. Τρεις γενιές της ίδιας οικογένειας (η Ζωή και ο άντρας της, οι γονείς της και οι παππούδες της) περίμεναν με χαρά τη γέννηση του πρώτου της παιδιού. Αλλά άλλες ήταν οι βουλές της μοίρας. Η Ζωή και το νεογέννητο πέθαναν (ίσως σε πρώιμη γέννα) και μαζί τους χάθηκε η ελπίδα για τη συνέχεια της οικογένειας. Η μοίρα της Ζωής και του νεογέννητου δεν είναι ασυνήθιστη για τα δεδομένα της αρχαιότητας. Πολλές πηγές, κυρίως επιτάφιες επιγραφές, μαρτυρούν την παιδική θνησιμότητα και τον θάνατο κατά τον τοκετό της μητέρας, του παιδιού ή και των δύο (Vérilhac 1982· Demnand 1994· Suder 1995· Martin-Kichler 2000· Bourbou 2001).

 

Τα εργαλεία της ταφικής ποίησης

Πολλές φορές οι συντάκτες επιτάφιων επιγραμμάτων επιχειρούν να δώσουν κάποια παρηγοριά θυμίζοντας ότι κανένας δεν είναι αθάνατος (θάρσει, ουδεὶς αθάνατος: π.χ. SEG XXXVII 1103· XLIII 638, 667, 1020, 1069, 1167· XLV 1450, 1686, 2181· Vérilhac 1982: 227-235) ή αφήνοντας κάποια ελπίδα για τη μεταθανάτια ζωή (Chaniotis 2000· Le Bris 2001· Peres 2003· Wypustek 2013). Η ιδιαιτερότητα αυτού του θεσσαλικού επιγράμματος συνίσταται στο ότι δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρηγοριάς, ακόμα και αν ο θάνατος χαρακτηρίζεται στο στ. 8 ως φυγή από τις επίγειες θλίψεις (γαίης λίπε πένθη: βλ. Vérilhac 1982: 236-240). Η πρώτη κιόλας φράση του ποιήματος προϊδεάζει τον αναγνώστη ότι η στήλη είναι γεμάτη πόνο και ο τελευταίος στίχος δεν αφήνει καμιά ελπίδα: οι γονείς της Ζωής δεν ζουν πλέον τη ζωή τους, απλώς την υπομένουν (καρτέρεον βίοτον). Μετά τον θάνατο της Ζωής, δεν υπάρχει πλέον ζωή –ο ποιητής χρησιμοποιεί συνειδητά τη λέξη βίοτος–, αλλά ούτε και προσδοκία νέας ζωής. Ένα ανάλογο αίσθημα μεταδίδει ένα επίγραμμα από τη Σάμο: “με τον θάνατό μου χήρεψε όλο το σπίτι· γιατί ούτε εγώ μένω πίσω ούτε κι άφησα ένα βλαστάρι φεύγοντας” (IG XII 6, 873: πας γὰρ εμού φθιμένης χήρος δόμος ούτε γὰρ αυτή λείπομαι ούτ᾿ έλιπον βλαστόν αποιχoμένη).

Αν και ο ανώνυμος ποιητής δεν χειρίζεται άριστα το μέτρο, αποφεύγει τις κοινοτοπίες και προσπαθεί να καταδείξει την ατομικότητα της σκληρής μοίρας του Πηνειού και της οικογένειάς του. Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί είναι η επανάληψη ετυμολογικώς συγγενών, συνώνυμων ή ομόηχων λέξεων που δίνει στο ποίημα τη ρυθμικότητα του μοιρολογιού: ήν εσορας… μεστὴν εσορας (στ. 1-2)· λείψασα… δάκρυα (στ. 5-6), λίπε πένθη (στ. 8), λίπεν φάος (στ. 12) και φώ<ς> λιπούσης (στ. 18: αντί για φωτὶ λιπούσης που αναγράφεται μάλλον από λάθος του γραφέα· πρβλ. στ. 19: λύπητέκνον έν (στ. 16), τέκνον (στ. 18), άτεκνοι (στ. 19)· μεστὴν… πένθους (στ. 1-2) και λίπε πένθη (στ. 8)· φίλε (στ. 2) και φίλη (στ. 15). Ο πόνος εκφράζεται ηχητικά από την παρήχηση του -π: λείψα|σα γονεύσι δάκρυα | καὶ πάπποις τὰ όμοια, ού|περ γαίης λίπε πένθη (στ. 5-8) και Πηνειὸς δέ πατήρ (στ. 13).

Την πρωτοτυπία του ποιητή δείχνει και το γεγονός ότι στην αρχή του ποιήματος, όταν απευθύνει το λόγο στον αναγνώστη της στήλης, δεν τον χαρακτηρίζει, ως συνήθως στην ταφική ποίηση, ως παροδίτη αλλά ως φίλο, καθιστώντας τον έτσι έμμεσα μέτοχο της θλίψης. Έτσι κατορθώνει ακόμα και σήμερα να μας μεταδώσει συγκίνηση.

 

Η χρήση των ονομάτων στην ταφική ποίηση

Παρατηρούμε ότι τα περισσότερα μέλη της οικογένειας (η μητέρα και ο άντρας της Ζωής, οι παππούδες) μένουν ανώνυμα. Η εξήγηση είναι απλή. Ο ποιητής κατονομάζει μόνο τα πρόσωπα των οποίων το όνομα προσφέρεται από την ίδια του την ετυμολογία για να εκφράσει την τραγικότητα του συμβάντος. Η τραγική ειρωνεία ότι η νεαρή νεκρή λέγεται Ζωή προσθέτει έμφαση στην απελπισία των συγγενών: “πέθανε η ζωή” είναι η πρώτη φράση, “δεν ζούμε, αλλά ανεχόμαστε τη ζωή” η τελευταία. Το μέγεθος της θλίψης καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο πατέρας της νεκρής έχει το όνομα του μεγαλύτερου ποταμού της περιοχής (Πηνειός)· έτσι ο χείμαρρος των δακρύων του έμμεσα παραλληλίζεται με την ορμητική και ανεξάντλητη ροή του ποταμού. Το όνομα Πηνειός μαρτυρείται συχνά ως ανθρωπωνύμιο όχι μόνο στη Θεσσαλία αλλά και στη Σάμο, στη Σπάρτη και στην Τήνο (βλ. τα σχετικά λήμματα στο LGPN I-IV). Το όνομα Ζωή είναι πολύ συνηθισμένο.

Οι ποιητές επιτάφιων επιγραμμάτων συχνά εκμεταλλεύονται την ετυμολογία των ονομάτων των νεκρών ή των συγγενών τους. Σε ένα επίγραμμα από τη Στρατονίκεια (I.Stratonikeia 1202) διαβάζουμε: θρέψας μοι Κάρπος στήλην μνήμης επέθηκεν πάντα ολέσας καρπὸν τών επ᾿ εμο[ὶ] καμάτων (“ο Κάρπος, που με ανάθρεψε, τοποθέτησε στήλη για να με θυμούνται, χάνοντας όλο τον καρπό των κόπων του για την ανατροφή μου”). Σε άλλα επιγράμματα τονίζεται η τραγική ειρωνεία που προκύπτει από το ελπιδοφόρο όνομα του νεκρού και τη μοίρα του. “Αλύπητος ήταν το πλάνο όνομά μου”, εκφράζει το παράπονό του ένας νεκρός στις Ερυθρές που οι συντυχίες δεν του χάρισαν ζωή χωρίς λύπη (I.Erythrai Klazomenai 309 = Steinepigramme Ι 03/07/08). Στην ίδια πόλη ένας άλλος ποιητής υπογραμμίζει το πλάνο (ψευδήγορον) όνομα του δεκαοχτάχρονου νεκρού: “δεκαοχτάχρονο με άρπαξε ο αχόρταγος δαίμων, εμένα, τον Φωτινό, πικρό πένθος για τους γονείς μου. Το όνομά μου λέει ψέματα. Δεν βλέπω το γλυκό το φως, αλλά τον φριχτό για τους ανθρώπους Άδη” (I.Erythrai Klazomenai 306 = Steinepigramme Ι 03/07/16). Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν απόλυτη συνείδηση της σημασίας των ονομάτων που συχνά δίνονταν συνειδητά, π.χ. για να υπογραμμίσουν τη σχέση με κάποια θεότητα (“θεοφόρα ονόματα”), να τονίσουν τη σχέση μελών μιας οικογένειας (Solin 1990), να υποδηλώσουν την επαγγελματική απασχόληση, ιδίως στις τέχνες και τα θεάματα (Chaniotis 1990: 97), ή να εκφράσουν προσδοκίες. Με προσδοκίες δόθηκε και στη Ζωή το όνομά της, αλλά η ζωή τις διέψευσε.

Αυτή τη στήλη που βλέπεις, φίλε, τη βλέπεις γεμάτη πένθος. Γιατί η Ζωή –αυτό το όνομα της είχαν δώσει– πέθανε (στ. 5) δεκαοχτώ χρονών αφήνοντας στους γονείς της μονάχα δάκρυα, το ίδιο και στους παππούδες της, από τη στιγμή που άφησε της γης τα πένθη. Είχε παντρευτεί (στ. 10) και έφερε στα σπλάχνα της ένα παιδί, που πέθανε πριν την ώρα του· μόλις το γέννησε, βουβή εγκατέλειψε του ήλιου το φως. Ο πατέρας της, ο Πηνειός, χύνοντας δάκρυα, της έστησε αυτό το έργο, (στ. 15) μαζί με την αγαπημένη του γυναίκα. Ένα παιδί μόνο είχαν· δεν είχαν άλλο. Αλλά ούτε και από την κόρη τους απόκτησαν παιδί (εγγόνι), αφού άφησε το φως, αλλά χωρίς παιδιά και με θλίψη (στ. 20) υπέμειναν καρτερικά τη ζωή τους.