— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — —νίου
[— — — — — — — — — — — τὸ μ]έν δημόσιον κουφισθη ταύ[της τής]
[δαπάνης — — — — —  — — μ]ηδέ τὸ {μέν} γυμνάσιον καὶ οι πά[ντες πο]-
[λίται (;), καὶ εί τινες] ξένοι παρεπιδημήσουσιν, τὸν απο— — —
5 [— — — — — — — — εις] κόσμον καὶ θεραπείαν τού σώματος — —
[— — — — — παραχ]ρήμα τὸ προγεγραμμένον, όπως κα[τ’ έτος]
[οι αεὶ ενεστώ]τες άρχοντες, όταν καὶ τὰ λοιπὰ δημ[όσια]
[έργα εγδίδωσι]ν, απὸ τού επὶ Αριστοπόλεος στρατηγού [ενιαυ]-
[τού κατὰ τὰ δόγμα]τα τών τής πόλεος συνέδρων καὶ τού δ[ήμου]
10 [καὶ τὴν ελαϊκὴ]ν πιπράσκωσι παροχὴν, [εν]τεταμένως [σκοπούν]-
[τες, όπως εκ τής ε]μής χάριτος καὶ δωρεας αθάνατα προσ[γίνη]-
[ται κέρδη τού αρ]γυρίου εγδιδομένου καὶ τών λαμβανόν[των τὸ]
[αργύριον εγγύ]ας ενγαίους τη πόλει διδόντων αξι[οχρέονας],
[ίνα εκ τών τόκων τ]ὸ έλαιον εις αιώνα τοίς Γυθεατών πολί[ταις τε]
15 [καὶ ξένοις χορ]ηγήται, πασάν τε πίστιν καὶ σπουδὴν [οι άρχον]-
[τες καὶ οι σύ]νεδροι εισφέρωνται κατ’ έτος, όπως αΐδιο[ς η τού ε]-
[λαίου δόσις τώι] γυμνασίωι διαμίνη καὶ τη πόλει, μηδενὸ[ς τολμών]-
[τος μήτε κατ’ ιδία]ν μήτε δημοσία τής εμής χάριτος κατολ[ιγωρείν]
[εὰν δέ οι γινόμ]ενοι κατ’ έτος άρχοντες ἢ οι σύνεδροι ἢ η πό[λις ο]-
20 [λιγωρήσωσιν] τής εις αιώνα τού ελαίου χορηγίας ἢ μὴ κα[τὰ τὰ]
[γεγραμμένα εγ]δανείσωσι τὸ αργύριον ἢ μὴ αξιοχρέονας [ενγαί]-
[ους εγγύας λάβωσ]ιν παρὰ τών τὸν ελαϊκὸν μελλόντων [τώι δημο]-
[σίωι αποφέρε]ιν τόκον, ίνα εκ παντὸς ή τὸ άλειμμα [τη πό]-,
[λει, ἢ μὴ μερ]<ι>μνήσωσι εις τὸ τὴν εμὴν τού αργυρίου [δορ]-
25 [εὰν εμμένει]ν, αλλὰ μὴ τής πόλεως γενέσθαι δόξα[ν κατολι]-
[γωρίας, εξέστω] τω βουλομένω καὶ Ελλήνων καὶ Ῥωμαίω[ν κα]-
[τηγορήσαι ολι]γωρίας τής πόλεως επὶ τού δήμου [τών Λακε]-
[δαιμονίων, δεχο]μένων μέν τών αρχόντων τὴν επανγελί[αν ταύ]-
[την, τὸ δέ αντίγ]ραφον διδόντος τού κατηγόρου καὶ προθεσ[μί]-
30 [αν προγράφοντο]ς· μὴ δεχομένων δέ εκκολλήσαντ[α εξα-]
[ποστείλαι εις Σπάρτην. τ]ὸ μέν τέταρτον έστω μέρος [τών]
[ο]κτακ[ισχιλίων διναρίων] τού κατηγορήσαντος, εὰν ελ[έν]-
[ξη] τὴ[ν τών Γυθεατών] ραθυ[μία]ν, τὰ δέ εξακισχίλια δινά[ρια τής]
[π]όλεως [τών Λακεδ]αιμονίων. εὰ[ν δ]έ καὶ Λακεδαιμόνιοι [ολι]-
35 [γω]ρήσωσιν [τής εμ]ής χάριτος, έστω [τὰ ε]ξακισχίλια διν[άρια]
[τής] Σεβαστή[ς θε]ας, ελένξαντος τού β[ουλ]ομένου τὴν [Λα]-
[κεδα]ιμονίων ολιγ[ω]ρίαν καὶ τοίς Σεβαστοίς τὸ αρ̣[γύριο]ν ανε[νεγ]-
[κόν]τ̣ος. βούλομαι δέ καὶ τοὺς δούλους τής τού [ελαίου εις αιώ]-
[να χορηγ]ίας μετέχει<ν> κατ’ έτος επὶ ἓξ ημέρας, τρίς [μέν τὰς σε]-
40 [βαστέ]ους καὶ τρίς τὰς τής θεού, μήτε άρχοντος [μήτε συνέδρου]
[μήτε γ]υμνασιάρχου κωλύοντος αυτοὺς αλείφεσθαι, κ[αὶ εις]
[λιθίν]ας τρείς στήλας αναγραφήναι τὴν τής εμής [χάριτος ε]-
[πὶ τοίς] ρητοίς γεινομένην τω γυμνασίωι καὶ τη πόλει δω[ρεάν],
[ίνα μί]α μέν εν αγορα πρὸ τής εμής οικίας εις τὸν τ[οίχον]
45 [προσερ]εισθήι, μία δέ εις τὸ Καισάρηον ανασταθη παρὰ τὰ[ς ․․]
[․․․․ πύ]λας τεθείσα, μία δέ εις τὸ γυμνάσιον, ίνα καὶ πολ[ί]-
[ταις καὶ] ξένοις εις αιώνα φανερὰ καὶ εύγνωστος ή πασιν [η]
[τής εμ]ής χάριτος φιλανθρωπία. παρακατατίθεμαι δέ τη [πό]-
[λει καὶ το]ίς συνέδροις καὶ τοὺς θρεπτούς μου καὶ απ[ε]-
50 [λευθέρους] πάντας τε καὶ πάσας. ενεύχομαί τε υμείν θε[οὺς]
[πάντας] καὶ τὴν τών Σεβαστών Τύχην, καὶ ζώσης εμού [καὶ εὰν]
[ανθρώπιν]όν τι πάθω, καὶ κατὰ άνδρα καὶ κοινη τὴν αρίστην [τής]
[βουλήσεως] μου καὶ ων εγὼ τειμώ καὶ τετείμηκα θρε[πτών]
[καὶ απελε]υθέρων διὰ παντὸς υμας ποιήσασθαι πρόνο[ιαν]
55 [όπως αιεὶ αν]επείλη<π>τοι διὰ τὴν απάντων υμών εις εμέ ε[ύ]-
[νοιαν καὶ ανενόχλ]ητοι φυλαχθώσιν. αθάνατος γὰρ είναι δόξω
[τοιαύτην ποιησ]αμένη δικαίαν καὶ συνπαθεστάτην εμοὶ παρ[α]-
[<κατά>θήκην, ἧς ου μὴ καθυ]στεριώ τη πόλει πεπιστευκύα.
[έγραψα Πόπλιος Φαί]νιος Πρείμος ο θρεπτὸς καὶ απελεύθερο[ς Φαι]-
60 [νίας Αρωματίου κ]ελευούσης διὰ φροντιστού καὶ κυρίου Πο[πλίου]
[Ὀφελλίου Κρίσπο]υ· Φαινί[α] Α<ρ>ωμάτιον ευδοκώ τοίς προγε[γραμ]-
[μένοις πασιν]· Πόπλιος Ὀφέλλιος Κρίσπος ο φροντισ[τὴς]
[καὶ κύριος συνευδοκώ] τοίς προγεγραμμένοις.
                                                                       (έτους) οβ΄.

Η δωρεά της Φαινίας Αρωμάτιον στο γυμνάσιο του Γυθείου

Η ύπαρξη και η εύρυθμη λειτουργία γυμνασίου σε μία πόλη ήταν καίριας σημασίας όπως υποδηλώνει ο Παυσανίας στα Φωκικά (10.4.1) και αποδεικνύει η παρέμβαση του επαρχιακού διοικητή της Μακεδονίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η λειτουργία του γυμνασίου της Βέροιας (I.Beroia 7). Η εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων αποτελούσε ωστόσο σημαντικό οικονομικό βάρος για τις πόλεις, οι οποίες συχνά στηρίζονταν σε ευεργεσίες βασιλέων, πολιτών ή και των ίδιων των γυμνασίαρχων, οι οποίοι ενίοτε χρηματοδοτούσαν εξ ιδίων τη θητεία τους. Κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. το Γύθειο αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, τα οποία δεν είχαν μάλλον αντιμετωπιστεί πλήρως ως τον επόμενο αιώνα, όπως φαίνεται να δηλωνόταν στους πρώτους στίχους της επιγραφής, οι οποίοι δεν σώζονται. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η δωρεά της Φαινίας Αρωμάτιον, η οποία θα ήταν μία πλούσια απελεύθερη (βλ. και τη χαρακτηριστική κατάληξη –ιον του ονόματός της), γεγονός που δεν εκπλήσσει, δεδομένου ότι οι απελεύθεροι (liberti) μπορούσαν να αποκτήσουν περιουσία και να ανέλθουν σημαντικά στην «ιεραρχία» της κοινωνίας κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους. Η Φαινία, συγκεκριμένα, όπως υποδεικνύει και πάλι το όνομά της, ίσως δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο αρωματικών ελαίων και συνδεόταν με τη gens Faenia, μέλη της οποίας ανέπτυσσαν την ίδια περίπου εποχή ανάλογες δραστηριότητες στη Ρώμη και τις δυτικές επαρχίες (Rizakis 2005: 238-239 και Harter-Uibopuu 2004: 3).

Από την περιουσία που είχε συγκεντρώσει μέσω αυτών των δραστηριοτήτων, η Φαινία δωρίζει στην πόλη 8.000 δηνάρια, ποσό σχετικά υψηλό συγκριτικά με παρόμοιες δωρεές (πρβλ. I.Iasos II 248, I.Ephesos 3071, αλλά IG XII 9, 236). Ως γυναίκα η Φαινία χρειαζόταν τη σύμφωνη γνώμη του κυρίου της, προκειμένου να έχει ισχύ η δικαιοπραξία που συνήψε, όπως δηλώνεται στους στ. 59-63, όπου ο κύριος και φροντιστής, Πόπλιος Οφέλλιος Κρίσπος, δίνει τη συγκατάθεσή του (για την πλεοναστική παρουσία και τον ρόλο του φροντιστού (curator) στο πλαίσιο του ρωμαϊκού δικαίου βλ. Harter-Uibopuu 2004: 3). Το ποσό κατατίθεται στο δημόσιο ταμείο του Γυθείου και υπεύθυνοι για τη διαχείρισή του ορίζονται οι άρχοντες και οι σύνεδροι της πόλης, και όχι κάποιος έκτακτος αξιωματούχος ή σώμα αξιωματούχων όπως σε άλλες περιπτώσεις. Όσον αφορά τις διαδικασίες που θα ακολουθηθούν, αυτές δεν προσδιορίζονται με ακρίβεια. Ορίζεται μόνο ότι οι αρμόδιοι αξιωματούχοι θα πρέπει να παρέχουν δάνεια από το κληροδοτούμενο ποσό, όταν δημοπρατούνται και τα υπόλοιπα δημόσια έργα (στ. 7-10), αναφορά που παραπέμπει στην υιοθέτηση καθιερωμένων στην πόλη πρακτικών. Οι δανειολήπτες πρέπει να δίνουν ως εγγύηση έγγειο ιδιοκτησία ανάλογης αξίας προς το ποσό που δανείζονται, ενώ από τους τόκους που θα προκύπτουν θα εξασφαλίζεται σε βάθος χρόνου η αγορά ελαίου για το γυμνάσιο.

 

Πρόνοιες για τη σωστή διαχείριση του κληροδοτήματος

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πρόνοιες της ευεργέτιδας για την προστασία του κληροδοτήματος από κακή διαχείριση των αρχόντων και των συνέδρων (στ. 19-25). Η Φαινία δίνει το δικαίωμα σε όποιον πολίτη επιθυμεί, Έλληνα ή Ρωμαίο, να καταγγείλει όσους δεν τηρούν τους συμπεφωνημένους όρους. Σύμφωνα με τον Wilhelm ο βουλόμενος θα καταθέσει την εισανγελίαν στους Λακεδαιμόνιους, και η δίκη θα διεξαχθεί στη Σπάρτη (για την εδώ υιοθετούμενη γραφή επανγελί[αν] βλ. Harter-Uibopuu 2004: 10, η οποία θεωρεί περιττή τη διόρθωση επί το «αθηναϊκότερον» σε εισανγελίαν). Αν οι άρχοντες του Γυθείου δεν «αποδεχτούν» την καταγγελία, ο κατήγορος θα μπορεί να αφαιρέσει τα σχετικά έγγραφα από τα αρχεία της πόλης. Η Harter-Uibopuu θεωρεί μη πειστική αυτή την εκδοχή, καθώς ο έλεγχος των αρχόντων μιας πόλης από μια άλλη δεν μαρτυρείται στις πηγές, η συμπλήρωση Σπάρτην στον στ. 31 είναι ύποπτη, αφού στο υπόλοιπο κείμενο χρησιμοποιούνται οι όροι Λακεδαιμόνιοι και πόλις τών Λακεδαιμονίων (βλ. όμως IGBulg III 2, 1573), ενώ τέλος εγείρονται τα εξής ερωτήματα: α) γιατί να υπάρχουν έγγραφα σχετικά με την υπόθεση στα αρχεία του Γυθείου, αφού οι άρχοντες δεν έχουν δεχτεί να την εξετάσουν και β) γιατί να πρέπει να αποσταλούν στη Σπάρτη, εφόσον η κατηγορία πρέπει να διατυπωθεί εξ αρχής επὶ τού δήμου τών Λακεδαιμονίων. Βάσει των συμπληρώσεων που προτείνει, η Harter-Uibopuu υποστηρίζει ότι η καταγγελία θα υποβαλλόταν στις αρχές του Γυθείου. Αν γινόταν δεκτή, ο κατήγορος θα κατέθετε αντίγραφο στους συνέδρους, οι οποίοι θα πραγματοποιούσαν τον έλεγχον, και θα όριζε προθεσμία εκδίκασης της υπόθεσης. Σε περίπτωση άρνησης, θα έπρεπε να αφαιρέσει από τα αρχεία της πόλης τα σχετικά με το κληροδότημα έγγραφα (για την ερμηνεία του όρου εκκολήσαντ[α] και τις συναφείς δυσκολίες βλ. Wilhelm 1951: 100), καθώς το Γύθειο δεν θα είχε τηρήσει τους όρους της δωρεάς, και ο έλεγχος του κεφαλαίου θα περνούσε στη Σπάρτη (στ. 32-34).

Εντούτοις μερικά επιχειρήματα της Harter-Uibopuu κρίνονται αδύναμα. Πρώτον, το επιχείρημα ότι μια διαδικασία ελέγχου αρχόντων (εύθυναι) δεν θα μπορούσε να λάβει χώρα σε άλλη πόλη, δεν είναι ισχυρό, δεδομένου ότι η προβλεπόμενη εδώ διαδικασία είναι έκτακτη και δεν σχετίζεται με τον καθιερωμένο έλεγχο των αρχόντων στο τέλος της θητείας τους. Επιπλέον, η άποψη ότι το εύρος του σώματος των συνέδρων μπορούσε να εγγυηθεί μία δίκαιη κρίση έναντι των αρχόντων και των συνέδρων δεν είναι επίσης πειστική, δεδομένης της καχυποψίας της Φαινίας έναντι των αρχών της πόλης, η οποία είναι εμφανής σε δύο σημεία του κειμένου (στ. 29-30 και 40-41· πρβλ. IG XII 3, 174 και SEG LVI 1359, 53-55). Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν παράδοξο να αρνηθούν οι άρχοντες του Γυθείου εξ αρχής την εξέταση της υποβληθείσας σε αυτούς κατηγορίας, πράξη που θα στερούσε οποιαδήποτε πιθανότητα ευνοϊκής γι’ αυτούς απόφασης ή θα σήμαινε ακόμη και την άμεση απώλεια της διαχείρισης του κληροδοτήματος. Τέλος, εσφαλμένο είναι το επιχείρημα ότι η δυνατότητα ελέγχου εκ μέρους της Σπάρτης, θα μπορούσε να οδηγήσει την τελευταία σε αυθαίρετες ενέργειες, προκειμένου να περάσει στην κατοχή της το κληροδοτούμενο κεφάλαιο. Παραβλέπεται, έτσι, ότι η Σπάρτη θα έπρεπε να αξιοποιήσει το ποσό για τον ίδιο σκοπό και όχι προς όφελός της, καθώς και ότι προβλέπονταν ανάλογες ποινές σε περίπτωση κακοδιαχείρισης της δωρεάς και από τους Λακεδαιμόνιους (στ. 34-38).

Βάσει των ανωτέρω παρατηρήσεων η προβλεπόμενη διαδικασία μπορεί να αποκατασταθεί ως εξής. Ο βουλόμενος θα έπρεπε να υποβάλει την κατηγορία στις αρχές της Σπάρτης. Οι άρχοντες του Γυθείου θα έπρεπε να λάβουν γνώση και να αποδεχθούν τις ενέργειες του κατηγόρου, ο οποίος θα κατέθετε αντίγραφο της καταγγελίας και θα όριζε προθεσμία εκδίκασης της υπόθεσης. Εάν οι άρχοντες του Γυθείου αρνούνταν να συνεργαστούν, κάτι που πιθανώς θα αποδείκνυε την ενοχή τους, ο βουλόμενος θα μπορούσε να αφαιρέσει τα έγγραφα κύρωσης της δωρεάς, ώστε να κατατεθούν στα αρχεία της Σπάρτης, που θα ήταν ο νέος διαχειριστής του κληροδοτήματος. Υπέρ αυτής της εκδοχής φαίνεται να τάσσεται και ο J. Fournier, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι αρχές του Γυθείου θα έπρεπε να αποδεχτούν την κατηγορία, ακόμη και για να διεξαχθεί η δίκη στη Σπάρτη (Fournier 2010: 176).

 

Πρόνοιες της Φαινίας Αρωμάτιον υπέρ δούλων και απελευθέρων

Η Φαινία, ως απελεύθερη και η ίδια, δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο για τους δικούς της θρεπτούς και απελευθέρους, όσο και για άτομα σε καθεστώς δουλείας γενικότερα. Έχει σχολιαστεί από πολλούς μελετητές η παραχώρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο γυμνάσιο σε δούλους, φαινόμενο σπάνιο, ιδίως πριν τους αυτοκρατορικούς χρόνους, αλλά όχι αμάρτυρο, όπως αποδεικνύουν επιγραφές από άλλες ελληνικές πόλεις (βλ. ενδεικτικά IG IV 606 [Άργος], SEG XLII 559 [I.Amphaxitis 281, Ανθεμούς], I.Beroia 7, στ. 65-66). Η Φαινία Αρωμάτιον τρόπον τινά επιβάλλει την επιθυμία της στις αρχές του Γυθείου ευρισκόμενη πιθανώς σε πλεονεκτική θέση, η οποία της έδινε τη δυνατότητα να πιέσει τις αρχές να δεχτούν τους όρους της (για διαπραγματεύσεις μεταξύ ευεργετών και πόλεων βλ. Harter-Uibopuu 2011: 119-125). Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι η παραχώρηση αυτή γίνεται προς το τέλος του κειμένου, σε μία ενότητα που χαρακτηρίζεται από έναν πιο προσωπικό τόνο, ενώ η δυνατότητα συμμετοχής των ξένων δηλώνεται εξ αρχής. Επιπλέον, η συμμετοχή των δούλων στο γυμνάσιο δεν θα είναι ισότιμη, αφού προβλέπονται για αυτούς έξι συγκεκριμένες ημέρες, οι οποίες συνδέονται με σημαντικές εορτές (για τη σχέση των εορτών αυτών με την αυτοκρατορική λατρεία βλ. Camia – Kantiréa 2010: 382-383).
            Όσον αφορά τους θρεπτούς και απελευθέρους της, η ευεργέτιδα δηλώνει την επιθυμία της να αναλάβει η πόλη την προστασία τους μετά τον θάνατό της. Ο όρος θρεπτοί (alumni) δεν δηλώνει μια κατηγορία προσώπων με συγκεκριμένα νομικά χαρακτηριστικά, αλλά γενικά τέκνα που δεν ανατράφηκαν από τους φυσικούς τους γονείς, νόθα τέκνα, ακόμη και δούλους (για τους θρεπτούς βλ. Σβέρκος – Σαββοπούλου 2018: 80-81). Σε αυτή την κατηγορία μπορούσαν, λοιπόν, να ανήκουν τόσο ελεύθερα άτομα όσο και άτομα δουλικής καταγωγής, ενώ παράλληλα η διατύπωση της επιγραφής δεν επιτρέπει να διακρίνουμε το νομικό καθεστώς των θρεπτών της Φαινίας. Ο Πόπλιος Φαίνιος Πρείμος ανήκει και στις δύο «κατηγορίες», αλλά δεν τεκμαίρεται το ίδιο και για τους υπολοίπους, αν και η απουσία οριστικού άρθρου μετά τον σύνδεσμο καὶ (στ. 49-50) ίσως υποδεικνύει ότι πρόκειται για μία ενιαία ομάδα (βλ. αντίθετα Wilhelm 1951: 94 και Harter-Uibopuu 2004: 14). Όσον αφορά το ρήμα παρακατίθεμαι, που χρησιμοποιείται από τη Φαινία, αυτό δεν αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη και νομικά δεσμευτική πράξη (Wilhelm 1951: 94 και Harter-Uibopuu 2004: 14), ενώ τα επίθετα ανενόχλητος (πρβλ. CIRB 70) και κυρίως ανεπείληπτος αποτελούν τεχνικούς όρους που απαντούν συχνά σε απελευθερωτικές επιγραφές και δηλώνουν την απαγόρευση κακομεταχείρισης και εκ νέου υποδούλωσης των απελευθέρων. Η Harter-Uibopuu θεωρεί ότι η Φαινία Αρωμάτιον επεδίωκε με την πρόνοια αυτή τη μετά θάνατον απελευθέρωση των δούλων της, ωστόσο η άποψη αυτή παραβλέπει την αναφορά στους ήδη απελευθερωθέντες δούλους και το γεγονός ότι η επιθυμία αυτή θα διατυπωνόταν ρητά, ώστε να μην μπορεί να αμφισβητηθεί. Ως εκ τούτου η Φαινία στόχευε κυρίως στην προστασία των θρεπτών της ορίζοντας άτυπα τις αρχές και τους πολίτες του Γυθείου εγγυητές της ελευθερίας τους.

… να απαλλαγεί το δημόσιο ταμείο από το βάρος αυτής της δαπάνης και το γυμνάσιο και όλοι οι πολίτες και όποιοι τυχόν ξένοι βρίσκονται στην πόλη, … τον καλλωπισμό και την επιμέλεια του σώματος … το προαναφερθέν, έτσι ώστε κάθε έτος, αρχής γενομένης από το έτος που θα είναι στρατηγός ο Αριστόπολις, όταν οι εκάστοτε εν ενεργεία άρχοντες εκμισθώνουν και τα υπόλοιπα δημόσια έργα σύμφωνα με τις αποφάσεις των συνέδρων της πόλης και του δήμου, να αναθέτουν και την προμήθεια του ελαίου με ιδιαίτερη προσοχή, έτσι ώστε να προκύπτουν παντοτινά κέρδη από τη δωρεά μου. Αυτό θα επιτευχθεί, εφόσον παρασχεθούν δάνεια από το δοθέν κεφάλαιο και δοθεί ως εγγύηση από τους δανειολήπτες στην πόλη έγγειος ιδιοκτησία αντίστοιχης αξίας, προκειμένου να εξασφαλίζεται από τους τόκους το έλαιον για τους πολίτες του Γυθείου και τους ξένους εις το διηνεκές. Οι άρχοντες και οι σύνεδροι να επιδεικνύουν φερεγγυότητα και ενδιαφέρον κάθε έτος, ώστε να είναι αιώνια η παροχή του ελαίου στο γυμνάσιο και την πόλη, και κανείς να μην τολμά να αμελήσει τη δωρεά μου ούτε σε ιδιωτικό ούτε σε δημόσιο επίπεδο. Εάν ωστόσο οι άρχοντες κάθε έτους ή οι σύνεδροι ή η πόλη επιδείξουν ολιγωρία σχετικά με την εις το διηνεκές παροχή του ελαίου ή δώσουν δάνεια από το κεφάλαιο αντίθετα με όσα έχουν οριστεί ή δεν λάβουν ίσης αξίας έγγειο ιδιοκτησία ως εγγύηση από αυτούς που θα καταβάλουν στο δημόσιο ταμείο τον τόκο -ώστε η πόλη να εξασφαλίζει για πάντα το έλαιον-, ή τέλος δεν μεριμνήσουν ώστε να παραμείνει αιώνια η δωρεά του κεφαλαίου, για να μην δυσφημιστεί η πόλη, επειδή δηλαδή επιδεικνύει αμέλεια, να έχει το δικαίωμα όποιος επιθυμεί, είτε Έλληνας είτε Ρωμαίος, να καταγγείλει την ολιγωρία της πόλης ενώπιον του δήμου των Λακεδαιμονίων. Και εφόσον οι άρχοντες (του Γυθείου) κάνουν δεκτή την καταγγελία, να καταθέτει αντίγραφο ο κατήγορος και να ορίζει ημέρα εκδίκασης. Εάν δεν την κάνουν δεκτή, να αφαιρεί (τα έγγραφα;) και να τα αποστέλλει στη Σπάρτη. Και το ένα τέταρτο των οκτώ χιλιάδων δηναρίων να δίνεται στον κατήγορο, εάν αποδείξει τη ραθυμία των Γυθεατών, ενώ τα έξι χιλιάδες δηνάρια να δίνονται στην πόλη των Λακεδαιμονίων· εάν και οι Λακεδαιμόνιοι αδιαφορήσουν για τη δωρεά μου, να περιέρχονται τα έξι χιλιάδες δηνάρια στη Σεβαστή θεά, αφού αποδείξει όποιος επιθυμεί την ολιγωρία των Λακεδαιμονίων και αφιερώσει το ποσό στους Σεβαστούς. Επιθυμώ επίσης να έχουν μερίδιο στην εις το διηνεκές δωρεά του ελαίου και οι δούλοι για έξι ημέρες κάθε χρόνο, τρεις τις αφιερωμένες στους Σεβαστούς και τρεις τις αφιερωμένες στην θεά, χωρίς να τους εμποδίζει κανένας άρχοντας ούτε σύνεδρος, ούτε γυμνασίαρχος να αλείφονται με το έλαιον. Και να αναγραφεί σε τρεις λίθινες στήλες η δωρεά που κάνω, ευνοϊκά διακείμενη προς την πόλη και το γυμνάσιο, μαζί με τους προβλεπόμενους όρους, έτσι ώστε να ανιδρυθεί μία στην αγορά στον τοίχο μπροστά από την οικία μου, μία να στηθεί στο Καισάρειον κοντά στις … πύλες και μία στο γυμνάσιο, ώστε να είναι ες αεί εμφανής και γνωστή σε όλους, και στους πολίτες και στους ξένους, η φιλανθρωπία και η εύνοιά μου. Παραδίδω επίσης στην πόλη και τους συνέδρους όλες και όλους τους θρεπτούς και τους απελευθέρους μου. Σας ξορκίζω στο όνομα όλων των θεών και στην Τύχη των Σεβαστών, και όσο ζω και όταν πεθάνω, και ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί, λόγω της εύνοιάς σας απέναντί μου, να μεριμνάτε διαρκώς με τη μεγαλύτερη δυνατή επιμέλεια για την πραγματοποίηση της επιθυμίας μου και για τους θρεπτούς και απελευθέρους μου, τους οποίους εγώ τιμούσα και τιμώ, ώστε να παραμείνουν ελεύθεροι και άθικτοι. Γιατί θα μείνω αθάνατη, εάν αφήσω μια τόσο δίκαιη και σύμφωνη με τις αξίες μου παρακαταθήκη, σε σχέση με την οποία ελπίζω να μην διαψευστώ που εμπιστεύθηκα την πόλη. Συνετάχθη από τον Πόπλιο Φαίνιο Πρείμο, θρεπτό και απελεύθερο, με εντολή της Φαινίας Αρωματίου με την εξουσιοδότηση του φροντιστή και κυρίου της Πόπλιου Οφέλλιου Κρίσπου. Εγώ, η Φανία Αρωμάτιον, συμφωνώ με όλα τα παραπάνω. Εγώ, ο Πόπλιος Οφέλλιος Κρίσπος, ο φροντιστής και κύριος, δίνω τη συγκατάθεσή μου για τα ανωτέρω. (Έτος) οβ΄.