Ιερός νόμος (lex sacra) για ταφές από το Γάμβρειον (Μ. Ασία)

Αρ.: Ε16

Reference to the file: Ε. Σταυριανοπούλου, "Nαυτίλος E16: Ιερός νόμος (lex sacra) για ταφές από το Γάμβρειον (Μ. Ασία)." στο Ναυτίλος. Επιλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών και παπύρων, online από 2023, ημερομηνία ανάσυρσης XX. URL: https://nautilos.arch.uoa.gr/exhibits/hieros-nomos-lex-sacra-gia-taphes-apo-to-gambreion-mikra-asia/

  • Αρ.
    Ε16
  • Τίτλος
    Ιερός νόμος (lex sacra) για ταφές από το Γάμβρειον (Μ. Ασία)
  • ἀγαθῆι τύχηι, ἱ̣ε̣ρ̣ονομοῦντος
    Δημητρίου, μηνὸς Θαργηλιῶνος
    δευτέραι, Ἀλέξων Δάμωνος εἶ-
    πεν· νόμον εἶναι Γαμβρειώταις
    5  τὰς πενθούσας ἔχειν φαιὰν ἐσθῆ-
    τα μὴ κατερρυπωμένην· χρῆσθαι
    δὲ καὶ τοὺς ἄνδρας καὶ τοὺς παῖδας
    τοὺς πενθοῦντας ἐσθῆτι φαιᾶι,
    ἐὰμ μὴ βούλωνται λευκῆι· ἐπιτε-
    10  λεῖν δὲ τὰ νόμιμα τοῖς ἀποιχομέ-
    νοις ἔσχατον ἐν τρισὶ μησίν, τῶι δὲ
    τετάρτωι λύειν τὰ πένθη τοὺς ἄν-
    δρας, τὰς δὲ γυναῖκας τῶι πέμπτωι,
    καὶ ἐξανίστασθαι ἐκ τῆς κηδείας
    15  καὶ ἐκπορεύεσθαι τὰς γυναῖκας
    τὰς ἐξόδους τὰς ἐν τῶι νόμωι γε-
    γραμμένας ἐπάναγκον· τὸν δὲ γυ-
    ναικονόμον τὸν ὑπὸ τοῦ δήμου αἱ-
    ρούμενον τοῖς ἁγνισμοῖς τοῖς πρὸ
    20  τῶν Θεσμοφορίων ἐπεύχεσθαι τοῖς ἐμ-
    μένουσιν καὶ ταῖς πειθομέναις τῶι-
    δε τῶι νόμωι εὖ εἶναι καὶ τῶν ὑπαρχόν-
    των ἀγαθῶν ὄνησιν, τοῖς δὲ μὴ πειθο-
    μένοις μηδὲ ταῖς ἐμμενούσαις τἀ-
    25  ναντία· καὶ μὴ ὅσιον αὐταῖς εἶναι, ὡς
    ἀσεβούσαις, θύειν μηθενὶ θεῶν ἐπὶ δέ-
    κα ἔτη· τὸν δὲ μετὰ Δημήτριον
    στεφανηφόρον ταμίαν αἱρεθέντα
    ἀναγράψαι τόνδε τὸν νόμον εἰς δύο
    30  στήλας καὶ ἀναθεῖναι τὴμ μὲν
    μίαν πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ Θεσμοφο-
    ρίου, τὴν δὲ πρὸ τοῦ νεὼ τῆς Ἀρτέ-
    μιδος τῆς Λοχίας· ἀνενεγκάτω
    δὲ ὁ ταμίας τὸ ἀνάλωμα τὸ γε-
    35  νόμενον εἰς τὰστήλας τῶι
    πρώτωι λογιστηρίωι.
  • Με καλή τύχη! Όταν ιερονόμος ήταν ο Δημήτριος, κατά τη δεύτερη μέρα του μήνα Θαργηλιώνα, ο Αλέξων, γιος του Δάμωνα, είπε. Να είναι νόμος στους Γαμβρειώτες, οι πενθούσες γυναίκες να φέρουν γκρίζο ένδυμα χωρίς σχισίματα. Οι άντρες και τα παιδιά που πενθούν να φορούν ένδυμα γκρίζο, αν δεν θέλουν, (να φορούν) λευκό. Να συντελούν όσα πρέπει για εκείνους που ‘φεύγουν’ εντός τριών μηνών, και τον τέταρτο μήνα οι άνδρες να λύνουν το πένθος, οι δε γυναίκες τον πέμπτο. Και να απομακρύνονται οι γυναίκες από την κηδεία και να μετέχουν στις εξόδιες ακολουθίες που ορίζονται από τον νόμο ως αναγκαστικές. Και ο γυναικονόμος που εκλέγεται από τον δήμο για τους αγνισμούς πριν από τα Θεσμοφόρια, να εύχεται όσοι (άνδρες) τηρούν και όσες (γυναίκες) υπακούουν σε αυτόν τον νόμο, να είναι καλά και να απολαμβάνουν τα αγαθά τους και για όσους δεν τον τηρούν και για όσες δεν υπακούουν (να εύχεται) τα αντίθετα. Kαι (με βάση το θεϊκό δίκαιο) να μην επιτρέπεται στις γυναίκες αυτές, επειδή διέπραξαν ασέβεια, να προσφέρουν θυσία σε κανέναν θεό για δέκα χρόνια.

    Και όποιος εκλεγεί ταμίας μετά από το έτος του στεφανηφόρου Δημητρίου, να αναγράψει αυτόν τον νόμο σε δύο στήλες και να τις αναθέσει, την μία μπροστά από τις θύρες του Θεσμοφορίου και την άλλη μπροστά από τον ναό της Αρτέμιδος Λοχίας. Και ο ταμίας να αποδώσει λογαριασμό για τα έξοδα που έγιναν για τις στήλες στην πρώτη συνέλευση των λογιστών.

  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

    Fellows 1839: 31-32· Franz 1840: 14-18· CIG 3562· Beschreibung 454 αρ. 1176· I.jur. gr. 3· Michel, Recueil 520· Syll.3 1219· LSAM 16· Frisone 2000: 139-154· Ε. Σταυριανοπούλου στο Ανθολόγιο 85-91: Ε8.

    Η έκδοση του κειμένου βασίστηκε στο Ε. Σταυριανοπούλου στο Ανθολόγιο 85-91: Ε8.

    ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦIΑ

    Arnaoutoglou 1998: 143-144 αρ. 110· Engels 1998: 70-71· Price 1999: 180 αρ. 14· Dillon 2002: 273· Stavrianopoulou 2005.

  • Ο επώνυμος άρχων του Γαμβρείου κατά το έτος ψήφισης του νόμου είναι ο στεφανηφόρος Δημήτριος (στ. 28), ο οποίος στον στίχο 1 εμφανίζεται ως ἱερονoμῶν (περί των προτάσεων συμπλήρωσης βλ. κριτικό υπόμνημα) προφανώς λόγω του ότι στο συγκεκριμένο πλαίσιο επιβλέπει τη διαδικασία της ψήφισης ιερού νόμου (ἱερονόμοι και ἱερονομοῦντες εμφανίζονται σε αρκετές πόλεις της Μικράς Ασίας, π.χ. Ι.Kyme 13 στ. 83· TAM V 2, 1253). Δεν γνωρίζουμε τίποτα περαιτέρω για το συγκεκριμένο πρόσωπο, καθώς οι πληροφορίες μας για την πόλη Γάμβρειον περιορίζονται κατά κύριο λόγο στη συγκεκριμένη επιγραφή. Η επιγραφή χρονολογείται με βάση τη μορφή των γραμμάτων στον ύστερο 3ο αι. π.Χ.

  • Βρέθηκε στο Poiradjik στα περίχωρα του Περγάμου και φυλάσσεται στο Βερολίνο.

  • Στο περιβάλλον των ελληνικού τύπου πόλεων οι νόμοι προκύπτουν από διαδικασίες στα συλλογικά όργανα (βουλή και δήμο), ενώ γνωρίζουμε ότι σε ορισμένες πόλεις, όπως π.χ. στην Αθήνα, για την οποία έχουμε περισσότερα στοιχεία, τις προτάσεις επεξεργάζονται ειδικά επιφορτισμένοι αξιωματούχοι (το σώμα των συγγραφέων ή αργότερα οι νομοθέται), και την ευθύνη της τήρησής τους είχαν οι θεσμοθέται. Η διάκριση των νόμων από τα ψηφίσματα δεν είναι πάντα σαφής. Οι νόμοι τείνουν να έχουν ρυθμιστικό/κανονιστικό χαρακτήρα και επομένως αφορούν συνήθως θέματα που απασχολούν την κοινότητα σε σταθερή βάση. Η διάρκεια και ισχύς των νόμων υπερτερεί των ψηφισμάτων (Quass 1971· Behrends – Sellert 1995).

    Η βιβλιογραφία που ασχολείται με νόμους και νομοθέτες στην Αρχαία Ελλάδα είναι εκτενέστατη. Αρκετά είναι τα βιβλία εκείνα που συγκεντρώνουν νόμους γραμμένους σε σκληρό υλικό –λίθο ή μέταλλο– (I.jur. gr.· CID I· Arnaoutoglou 1998· Lambert 2012. Ειδικά για τους νόμους των πρώιμων αρχαϊκών και κλασικών χρόνων βλ. Γιούνη 2006· Gagarin Perlman 2016) ή αναλύουν μεμονωμένα κείμενα τέτοιων νόμων (Stroud 1968· Stroud 1998· Vasilakis 2001). Τα επιγραφικά κείμενα που έχουν νομικό χαρακτήρα είναι βέβαια περισσότερα από τους νόμους καθεαυτούς· πρόκειται μεταξύ άλλων για μισθώσεις, πωλήσεις, συμβόλαια, χορηγήσεις πολιτικών δικαιωμάτων.

    Μια ιδιαίτερη κατηγορία επιγραφικά σωζόμενων νόμων αποτελούν οι λεγόμενοι “ιεροί νόμοι” (leges sacrae). Πρόκειται για κείμενα που ρυθμίζουν λατρείες, λατρευτικές πρακτικές και συνολικά τις σχέσεις των ανθρώπων με τους θεούς (περί επεμβάσεων σε λατρευτικές πρακτικές βλ. Stavrianopoulou 2006). Οι συλλογές σχετικών επιγραφών (σχετικές επιγραφές συγκεντρώνουν οι Wilhelm 1951· van Effenterre – Ruzé, Nomima· IPArk) αναδεικνύουν ένα σημαντικό πρόβλημα ορισμού της συγκεκριμένης κατηγορίας που έχει συζητηθεί εκτενώς στην έρευνα (Parker 2004· Carbon – Pirenne-Delforge 2012· Harris 2015). Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι κείμενα που ρυθμίζουν ή καταγράφουν ζητήματα που άμεσα ή έμμεσα σχετίζονται με τη λατρεία, όπως απλά ψηφίσματα, ημερολόγια θυσιών, απολογισμοί ιερών, κατατάσσονται ενίοτε στους “ιερούς νόμους”, αν και δεν έχουν νομοθετικό χαρακτήρα.

  • Μαρμάρινη στήλη (ύψ. 0,86 μ., πλ. 0,38 μ.).

  • H μικρασιατική πόλη Γάμβρειον, κοντά στην Πέργαμο, ψηφίζει έναν νόμο σχετικό με τις ταφικές τελετές και τους μετέχοντες σε αυτές. Ο νόμος εντάσσεται σε μια σειρά παρόμοιων κειμένων από τον αρχαίο ελληνικό κόσμο που αφορούν τα έξοδα των κηδειών, τη διαρρύθμιση και διακόσμηση των τάφων, τη συμπεριφορά των συμμετεχόντων –κυρίως των γυναικών– στην τελετή της ταφής και στη λατρεία των νεκρών. Οι νόμοι που ρυθμίζουν θέματα σχετικά με την ταφή, το πένθος και τη λατρεία των νεκρών είναι πολυάριθμοι και προέρχονται από πολλές περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου (γενικά Engels 1998· Frisone 2000). Στην Αθήνα έχουμε σχετικούς νόμους του Σόλωνα (Πλούταρχος, Σόλων 12,5; 21,4-5 = Ruschenbusch 1966: 179, απόσπ. 72) και του Δημήτριου Φαληρέα (317/07 π.Χ., Κικέρων, de Iegibus 2, 66) και στη Σπάρτη ρυθμίσεις που ανάγονται στη νομοθεσία του Λυκούργου (Πλούταρχος, Βίος Λυκούργου 27, 1-4· Ηρόδοτος 6, 58, 1· Ξενοφών, Λακεδαιμονίων πολιτεία 15 , 9). Σχετικούς νόμους έχουμε επίσης από τη Γόρτυνα (5ος αι. π.Χ., I.Cret. IV 46B στ. 6-13· 7 6B = Koerner 1993: αρ. 137· 150 = Νomima II 84, 85), τους Λοκρούς (νόμος του Ζαλεύκου, 6ος αι. π.Χ.?, Ηρακλείδης Λέμβιος, Excerpta Politiarum αρ. 60, Dilts 1971· Ailius, Varia 6, 6), την Ιουλίδα στην Κέα (β’ μισό του 5ου αι. π.Χ., IG XII 5, 593 = LSCG 97 = Koerner 1993: αρ. 60), τις Συρακούσες (αρχές 5ου αι. π.Χ., Διόδωρος 11, 38, 2), τους Δελφούς (νόμος της φρατρίας των Λαβυαδών, περ. 400 π.Χ., CID I 9C στ. 19-52 = Koerner 1993: αρ. 46), τη Θάσο (περ. 400-350 π.Χ., LSCGSuppl. 64), τη Μασσαλία (Valerius Maximus 2, 6, 7-9) και τη Νίσυρο (3ος αι. π.Χ., ΙG XII 3, 87). Ειδικά για την προσπάθεια περιορισμού της πολυτέλειας των ταφών και των τάφων και τον έλεγχο της πόλης πάνω στις ταφικές πρακτικές βλ. Garland 1989· Zinserling 1991· Βernhardt 2003.

    Ο παρών νόμος του Γαμβρείου προκύπτει από ψήφισμα του δήμου μετά από εισήγηση του Αλέξωνος, γιου του Δάμωνος. Αν εξαιρέσουμε τις ρυθμίσεις για την ανέγερση και χρηματοδότηση των στηλών (στ. 27-36), το κείμενο της εισήγησης είναι αυτούσιο το κείμενο του νόμου και αφορά τα ενδύματα και τη διάρκεια του πένθους, καθώς επίσης τη συμμετοχή των γυναικών στις πένθιμες τελετές. Οι συνέπειες της τήρησης ή της παραβίασης του νόμου προβλέπονται στην τελευταία παράγραφο (στ. 17-27).

    Οι ρυθμίσεις αφορούν τη διεξαγωγή και τα έξοδα του συνόλου ή τμημάτων της ταφικής τελετής, όπως της πρόθεσης, της εκφοράς και της καθαυτό κηδείας. Αφορoύν επίσης τη διαμόρφωση του τάφου (τύμβος) και τη διακόσμησή του με επιτύμβιο μνημείο (σῆμα), ενώ κάποιες ρυθμίσεις σχετίζονται με το διάστημα μετά την ταφή, την περίοδο του πένθους και τους σχετικούς καθαρμούς (για τις ταφικές συνήθειες και ειδικότερα τις μεταθανάτιες τιμές και τα νεκρόδειπνα στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις βλ. Kurtz – Boardman 1971· Garland 1985· Herfort-Koch 1992· Drexhage – Sünskes Thompson 1994).

    Οι κανόνες αυτοί αποτελούν μαρτυρίες του θρησκευτικού, κοινωνικού και πολιτικού βίου της εκάστοτε πολιτικής κοινότητας σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και δεν πρέπει να οδηγούν σε γενικεύσεις. Ωστόσο, η αξία τους έγκειται σε αυτό ακριβώς: οι ιεροί νόμοι της συγκεκριμένης κατηγορίας αποτελούν επεμβάσεις στον θρησκευτικό βίο της κοινότητας, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια αποκατάστασης ή αναθεώρησης παραδοσιακών ταφικών πρακτικών/συνηθειών.

     

    Πένθος και ένδυμα

    Σύμφωνα με τον νόμο του Γαμβρείου οι γυναίκες που πενθούν πρέπει κατά τη διάρκεια της κηδείας και την περίοδο του πένθους να φέρουν γκρίζα ενδύματα, οι άνδρες και τα παιδιά γκρίζα ή λευκά (στ. 4-9). Ενώ, λοιπόν, για τις γυναίκες ορίζεται ένα συγκεκριμένο χρώμα, άνδρες και παιδιά μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο. Με αυτή τη ρύθμιση αφενός εισάγεται ένας νέος κανόνας για τα ενδύματα στην περίπτωση του πένθους, αφετέρου διασπάται η ενιαία εικόνα των πενθούντων που αποτυπωνόταν στο ένδυμα κοινού χρώματος (πιθανόν λευκού) και επιδιώκεται μια διαφοροποίηση ανδρών και γυναικών (για την διαφοροποίηση των φύλων στους ιερούς νόμους βλ. Cole 1992).

    Το ένδυμα παίζει σημαντικό ρόλο στην αρχαία ελληνική λατρεία (Mills 1984· Jaritz 1993). Ιεροί νόμοι διευθετούν την περιβολή ανδρών και γυναικών κατά την είσοδο στο ιερό ή στο τέμενος μιας συγκεκριμένης θεότητας, καθώς και κατά τη συμμετοχή στην πομπή ή σε άλλες τελετές, όπως στην περίπτωση του Γαμβρείου. Οι σχετικές ρυθμίσεις αφορούν την καθαριότητα και γενικά την καλή κατάσταση του ενδύματος (στ. 6: μὴ κατερρυπωμένην), το είδος του υφάσματος, το χρώμα και τη μορφή του ενδύματος για τους άνδρες και για τις γυναίκες, καθώς επίσης συμπληρωματικά στοιχεία της εξωτερικής εμφάνισης των πιστών, όπως τα υποδήματα, τα κοσμήματα και την κόμμωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ρυθμίσεις διακρίνουν άνδρες και γυναίκες, όπως εδώ. Ενδεχόμενη παράβαση των κανόνων θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη την κοινότητα.

    Ειδικά το χρώμα του ενδύματος έχει συμβολική σημασία (Radke 1936· Cullam 1986· Gage 1993: 11-27). Το άσπρο χρώμα (λευκόν ή λαμπρόν), το οποίο αποτελεί σύμφωνα με την αρχαία κλίμακα ένα από τα τέσσερα βασικά χρώματα, είναι κατά τον Δημόκριτο (DK 68 A 135 = Θεόφραστος, Περὶ αἰσθήσεων 73-76) «μὴ τραχὺ μηδ᾿ ἐπισκιάζῃ μηδὲ δυσδίοδον» και συνιστά το αντίθετο του μαύρου (μέλας). Συμβολικά στο λευκό χρώμα ενυπάρχει μια δύναμη αποτρεπτική απέναντι στον νεκρό και στους δαίμονες που τον περιβάλλουν. Λόγω των αποτρεπτικών ιδιοτήτων του το λευκό είναι το χρώμα που φορούν οι ιερείς σε δημόσιες εμφανίσεις και μεγάλες γιορτές (λευχειμονεῖν). Το φαιό είναι ένα ενδιάμεσο χρώμα μεταξύ του άσπρου και του μαύρου και σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές δεν έχει καμία ιδιαίτερη (θετική ή αρνητική) ιδιότητα. Αν και το φαιό μαρτυρείται ως χρώμα πένθους μόνο στο Γάμβρειον, εμφανίζεται ως το χρώμα του νεκρικού καλύμματος σε μια επιγραφή από τους Δελφούς, που ρυθμίζει μεταξύ άλλων τα θέματα της ταφής στην φρατρία των Λαβυαδών (CID I 9C στ. 19-52, περ. 400 π.Χ.).

     

    Η διάρκεια του πένθους

    Η διαφοροποίηση ανδρών και γυναικών επεκτείνεται και στo ζήτημα της διάρκειας του πένθους. Η διάρκεια του πένθους στο Γάμβρειον είναι μεγάλη σε σχέση με άλλες πόλεις: για τους άνδρες τέσσερις και για τις γυναίκες τρεις μήνες. Στην Αθήνα το πένθος διαρκεί ένα μήνα (Λυσίας 1, 14), στην Σπάρτη ένδεκα ημέρες (Πλούταρχος, Λυκοῦργος 27,2-4), στην Θάσο πέντε ημέρες (LSCG Suppl. 64 στ. 3-4 – τουλάχιστον για τους πεσόντες στις μάχες) και στην Ιουλίδα της Κέας η επιμνημόσυνη τελετή απαγορεύεται την τριακοστή μέρα μετά την ταφή (IG XII 5, 593 στ. 20). Σε ορισμένα ιερά η λόγω μιάσματος απαγόρευση εισόδου και θυσίας για τους συγγενείς του νεκρού κυμαίνεται ανάμεσα σε είκοσι και σαράντα ημέρες. Γενικά διαπιστώνεται η τάση των νομοθετών να περιορίζουν και όχι να επιμηκύνουν την διάρκεια του πένθους. Σε αντίθεση με αυτή τη γενική τάση τείνουμε να πιστέψουμε ότι στον νόμο του Γαμβρείου επιμηκύνεται η διάρκεια του πένθους των γυναικών, αν και η επιγραφή δεν μας δίνει συγκεκριμένα στοιχεία.

    Η διάρκεια του πένθους έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η επαφή με τον θάνατο, δηλαδή η επαφή με τη σορό, η συμμετοχή στην προετοιμασία της ταφής, στον τελετουργικό θρήνο και στην ταφή καθαυτή, συνεπάγονταν μόλυνση/μίασμα για τους συγγενείς του νεκρού και για όλους τους μετέχοντες. Η επανένταξή τους στην κοινότητα γινόταν μόνο μετά από τελετές καθαρμού και μια περίοδο αποχής. Η παραβίαση αυτών των κανόνων μπορούσε να επιφέρει την εξάπλωση του μιάσματος και να θέσει σε κίνδυνο ολόκληρη την κοινότητα, όπως μια μολυσματική ασθένεια (για το μίασμα βλ. Moulinier 1952· Parker 1983). Ενδιαφέροντες είναι οι ιεροί νόμοι που ορίζουν με λεπτομέρειες τη διεξαγωγή καθαρμών, καταγράφουν όσα γεγονότα και αντικείμενα προξενούν μίασμα και προβλέπουν τιμωρίες σε περίπτωση παραβιάσεων (π.χ. IPArk 20, Αρκαδία, περ. 525 π.Χ. και IG XII 4, 72, στ. 21-30, Κως, α’ μισό 3ου αι. π.Χ.).

     

    H συμμετοχή των γυναικών στις ταφικές τελετές

    Η επόμενη ρύθμιση αφορά μόνο τις γυναίκες (στ. 14-17): προβλέπεται ο αποκλεισμός τους από την ταφή, δηλαδή από το τελευταίο μέρος των επιθανάτιων τελετών, και η υπό όρους συμμετοχή τους στην ταφική πομπή. Για τον έλεγχο της συμπεριφοράς των γυναικών σε δημόσιο χώρο, σε κηδείες και κατά τη λατρεία των νεκρών βλ. Gould 1980· Hymphreys 1983· Pomeroy 1995· Wagner-Hasel 2000: 81-87. Στόχος προφανώς είναι να περιοριστούν οι υπερβολικοί θρήνοι και οδυρμοί και οι σχετικές δαπάνες. Οι ταφικές πομπές και οι κηδείες έδιναν στις εύπορες οικογένειες μια ευκαιρία επίδειξης του πλούτου και της δημοτικότητάς τους. Συγγενείς, άνδρες και γυναίκες, αλλά και μη συγγενείς, καθώς επίσης κατά παραγγελία μοιρολογίστρες μπορούσαν με τον μεγάλο αριθμό τους, καθώς επίσης με την υπερβολική και απείθαρχη συμπεριφορά τους να συμπαρασύρουν μια ολόκληρη πόλη και ενδεχομένως (ανάλογα με την αιτία του θανάτου) να ενισχύσουν την επιθυμία της εκδίκησης (πρβλ. την σχετική κριτική του Πλάτωνα (Νόμοι 959c-960a). Επίσης, ο κίνδυνος μιάσματος αύξαινε όσο μεγαλύτερη, κι ως εκ τούτου ανεξέλεγκτη, ήταν η ομάδα των μετεχόντων στην κηδεία.

    Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να επισημάνουμε ότι αντίστοιχες μαρτυρίες υπάρχουν στη σολώνεια νομοθεσία (Πλούταρχος, Βίος Σόλωνος 12, 5∙ 21, 4-5· Ruschenbusch 1966: 179, απόσπ. 72 b-c), στην επιγραφή της φρατρίας των Λαβυαδών στους Δελφούς (CID I 9C στ. 39-42) και στον νόμο της Ιουλίδας στην Κέα (IG XII 5, 593 = LSCG 97, όπου μάλιστα ορίζεται ο ακριβής αριθμός των γυναικών που δικαιούνται να μολυνθούν και οι οποίες πρέπει να έχουν συγγενική ή εξ αγχιστείας σχέση με τον νεκρό). Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι οι κανόνες σχετικά με τους συμμετέχοντες στις τελετές ή με τα διάφορα έθιμα (όπως τους θρήνους και τους οδυρμούς, την πορεία της πομπής, τη συμπεριφορά των μετεχόντων εντός και εκτός της οικίας, τις επιμνημόσυνες τελετές) πρέπει να εξηγηθούν τόσο σε λατρευτικό όσο σε κοινωνικό πλαίσιο.

    Στο τελευταίο τμήμα του νόμου (στ. 17-27) στόχος είναι η τήρηση των κανόνων και η διαφύλαξη της τάξης στον δημόσιο βίο της πόλης. Θα περίμενε κανείς να οριστούν ως συνήθως ποινές για την περίπτωση που θα παραβιάζονταν όσα όριζε ο νόμος. Αντί αυτού προβλέπονται τα εξής: ο γυναικονόμος, ένας αξιωματούχος της πόλης (για τους γυναικονόμους βλ. Wehrli 1962· Garland 1990· Stavrianopoulou 2013), ο οποίος εκλέγεται για τις τελετές αγνισμού που λαμβάνουν χώρα πριν από τη γιορτή των Θεσμοφορίων (στ. 17-25, για τη γιορτή των Θεσμοφορίων και τις τελετές εξαγνισμού βλ. Versnel 1993: 228-288· Parker 2005: 270-283· Chlup 2007, και για τη συμμετοχή των γυναικών στα Θεσμοφόρια της Αθήνας βλ. Clinton 1996), οφείλει να διατυπώνει ευχές, θετικές για όσους τηρούν και αρνητικές για όσους παραβιάζουν τον νόμο (Latte 1920). Επομένως, ο γυναικονόμος δεν χειρίζεται νομικά μέσα ούτε επιβάλλει πρόστιμα, αλλά προσφεύγει σε ένα εναλλακτικό –και για τον αρχαίο κόσμο αποτελεσματικό– εργαλείο: διατυπώνει μια ευχή και συγχρόνως μια κατάρα ενώπιον της Δήμητρας και της Κόρης· όσοι παραβιάσουν τον νόμο θα αντιμετωπίσουν τη θεία δίκη (για αυτή την πρακτική βλ. Versnel 1981· Graf 1991· Aubriot-Sevin 1992· Pulleyn 1997).

    Όπως προκύπτει από την προσεκτική διατύπωση του κειμένου, η ανταμοιβή και η τιμωρία αφορούν τόσο άνδρες όσο και γυναίκες, η εμπλοκή, ωστόσο, του γυναικονόμου και μάλιστα στο πλαίσιο της ετήσιας γυναικείας γιορτής των Θεσμοφορίων δείχνει ότι υπάρχει μια έμφαση στο γυναικείο φύλο. Ενδιαφέρον είναι ότι η πόλη δεν στηρίζεται μόνο στην αποτελεσματικότητα της ευχής και κυρίως της κατάρας του γυναικονόμου, αλλά προσθέτει μια ποινή για τις γυναίκες (όχι όμως και για τους άνδρες) που τυχόν θα παραβιάσουν τον νόμο (στ. 25-27): οι γυναίκες αυτές θα αποκλειστούν για δέκα έτη από τις θυσίες της πόλης.

    Η έμφαση του νόμου στις γυναίκες επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι τα δύο λίθινα αντίγραφα του νόμου προβλέπεται να στηθούν στο Θεσμοφόριο και στο ιερό της Άρτεμης Λοχίας, δύο τόπους συνδεδεμένους με γυναικείες λατρείες και για αυτό πολυσύχναστους για τις γυναίκες (στ. 27-33).

     

  • Ευτυχία Σταυριανοπούλου

  • Ημερομηνία Δημιουργίας
    13 Σεπτεμβρίου, 2022
  • Ημερομηνία Ανανέωσης
    26 Μαρτίου, 2024