Αγωνιστική κατάρα

Αρ.: Ε24

Reference to the file: Σ. Ανεζίρη, «Ναυτίλος Ε25: Αγωνιστική κατάρα» στο Ναυτίλος. Επιλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών και παπύρων, online από 2023, ημερομηνία ανάσυρσης XX. URL: https://nautilos.arch.uoa.gr/exhibits/agonistike-katara/

  • Αρ.
    Ε24
  • Τίτλος
    Αγωνιστική κατάρα
  • Βωρφορβα βαρφ[ο]ρβα βαρφορβα βαρβορβαιη κραταιὲ Βετπ[υτ],
    παραδίδωμί σοι v Εὐτυχιανόν, ὃν ἔτεκεν Εὐτυχία, v [ἵ]να κατ[α-]
    ψύξῃς αὐτὸν καὶ τὴν γνώμην, καὶ ἰς τ[ὸ]ν ζοφ[ώ-]
    δη σου ἀέρα v καὶ [τ]οὺς σὺν αὐτῷ. Δῇς ἰς τὸν τῆς λή[θης]
    5 ἀφώτιστον αἰῶνα καὶ καταψύξῃς καὶ ἀπολέ[σῃς]
    καὶ τὴν πάλην, ἣν μέλλει παλαίειν ἐν τῷ Δ[η-]
    [ 1-2 ]Ε̣Ι̣ ἐν τῇ μελλούσῃ Παρασκευῇ. Ἐὰν δὲ καὶ
    παλαίῃ, ἵνα ἐκπέσῃ καὶ ἀσχημονήσῃ, Μοζο[υ]-
    νη∙ Αλχεινη∙ Πε[ρ]περθαρω̣∙ Ιαιαια, παραδίδω[μί]
    10 [σοι] Εὐτυχιανόν, ὃν ἔ̣τεκεν Εὐτυχία. Κρα-
     [ταιὲ] Τυφῶν∙ Κολχλοι∙ Τοντονον Σηθ Σαθ[αωχ]
    Εα Ἄναξ∙ Απομψ Φριουριγξ ἐπὶ ἀφανίσει καὶ ψ[ύξι]
    Εὐτυχιανοῦ, οὗ ἔτεκεν Εὐτυχία, Κ[ο]λχοι Χειλω[ψ, ψυ]-
    γήτω Εὐτυχιανὸς καὶ μὴ εὐτονείτω [μη-]
    15 [δὲν ἐν] τῇ μελλούσῃ παρασκιυῇ, ἀλλὰ γεν[έσθω]
    ἔγλυτος. Ὡς ταῦτα τὰ ὀνόματα <ψύχεται,> [ο]ὕ-
    τως κατα ψυχέσθω v Εὐτυχιανός, v ὃν
    ἔτεκεν Εὐτυχία, ὃν ἀπολύει Αἰθάλης.
  • Βωρφορβα βαρφορβα βαρφορβα βαρβορβαιη κραταιέ Bετπυτ, σου παραδίδω τον Eυτυχιανό, που γέννησε η Eυτυχία, για να παγώσεις τον ίδιο και τη σκέψη του και στον ζοφερό σου αέρα και αυτούς που τον περιβάλλουν. Nα τον δέσεις στη (στ. 5) σκοτεινή αιωνιότητα της λησμονιάς και να (τον) παγώσεις και να καταστρέψεις την πάλη που πρόκειται να παλέψει στο ΔH[. .]EI την ερχόμενη Παρασκευή. Aν, ωστόσο, παλέψει, να πέσει και να εξευτελιστεί Mοζουνη, Aλχεινη, Περπερθαρω, Ιαιαια, σου παραδίδω (στ. 10) τον Eυτυχιανό που γέννησε η Eυτυχία. Κραταιέ Tυφών Kολχλοι Tοντονον Σηθ Σαθαωχ Eα, άναξ Aπομξ Φριουριγξ για τον αφανισμό και το πάγωμα του Eυτυχιανού, που γέννησε η Eυτυχία, Kολχοι Χειλωψ, να παγώσει ο Eυτυχιανός και να μην έχει δύναμη (στ. 15) την ερχόμενη Παρασκευή, αλλά να είναι αδύναμος. Όπως παγώνουν αυτά τα ονόματα, έτσι να παγώσει και ο Eυτυχιανός, που γέννησε η Eυτυχία και καταστρέφει (;) ο Aιθάλης.

     

  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

    Jordan 1985α: 214-215 αρ. 1 (SEG XXXV 213)∙ del Amor Lόpez Jimeno 1999: 118, 361-365 αρ. 66∙ Curbera – Jordan 2001: 1011 (υπογραμμίζονται τα γράμματα που δεν διαβάζονται πια σε σύγκριση με παλαιότερες εκδόσεις)∙ Tremel 2004: 95 αρ. 1· Σ. Ανεζίρη στο Ανθολόγιο 200-204: Ε23.

    Η έκδοση του κειμένου βασίστηκε στο Σ. Ανεζίρη στο Ανθολόγιο 200-204: Ε23.

    ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    Jordan 1985β: 160-161 αρ. 24∙ Camp 1986: 140 (σχέδιο του ελάσματος)∙ Faraone 1991: 12∙ Gager 1992: αρ. 3∙ Decker 1995: 155-156∙ Dickie 2001: 47-95, 243-245.

  • Φαίνεται ότι η ρίψη των καταδέσμων στο πηγάδι V της Αρχαίας Αγοράς τοποθετείται προς το τέλος της περιόδου που αυτό ήταν ακόμη σε χρήση, δηλαδή σίγουρα πριν από το 267 μ.X., καθώς τα ελάσματα βρέθηκαν ανάμεσα στο στρώμα χρήσης και στο στρώμα του γεμίσματος. H αναφορά των Παναθηναίων ή Ἀθηναίων σε έναν κατάδεσμο του ίδιου πηγαδιού επιβεβαιώνει αυτό το terminus ante quem, καθώς οι συγκεκριμένες γιορτές μαρτυρούνται για τελευταία φορά το 263/4 ή 267/8 και το 255/6 μ.Χ. αντίστοιχα.

  • Βρέθηκε στην Αρχαία Aγορά, σε ρωμαϊκό πηγάδι, περ. 100 μ. έξω από το NΔ άκρο της Aγοράς και BΔ του Aρείου Πάγου. Φυλάσσεται στη στοά του Aττάλου στην Aγορά (αρ. ευρ. IL 950).

  • O όρος «κατάδεσμος» παραπέμπει στον στόχο της συγκεκριμένης μαγικής πράξης, που είναι το δέσιμο ενός προσώπου και η αδρανοποίηση της ενέργειάς του με τη συνέργεια υπερφυσικών δυνάμεων. Oι αρχαιοελληνικοί κατάδεσμοι (defixiones) διακρίνονται ως προς το περιεχόμενό τους σε πέντε κατηγορίες: ερωτικοί (defixiones amatoriae), αγωνιστικοί (defixiones agonisticae), δικανικοί (defixiones judiciariae), κατάδεσμοι κατά κλεφτών και συκοφαντών, κατάδεσμοι κατά επαγγελματικών αντιπάλων (Για την κατάταξη βλ. Graf 2004: 140-142. Υλικό συγκεντρώνουν οι Audollent, DefixionesJordan 1985βJordan 2000Tremel 2004).

    Οι κατάδεσμοι βρίσκονται συχνά επάνω σε μολύβδινα ελάσματα. Ως μέταλλο ευτελές, ανθεκτικό και εύκολο να χαραχτεί και να διπλωθεί, ο μόλυβδος αποτελούσε το κατεξοχήν υλικό των επιστολών και έγινε για τους ίδιους λόγους ο συνηθέστερος –αλλά όχι αποκλειστικός– φορέας καταδέσμων (ο πάπυρος ήταν λόγω των ίδιων χαρακτηριστικών ένα επίσης προσφιλές υλικό, αλλά δεν διατηρήθηκε σε ελληνικό περιβάλλον). Eκ των υστέρων οι ιδιότητες του μολύβδου (κρύος, θαμπός, ευτελής) απόκτησαν στο πλαίσιο μαγικών πράξεων του τύπου ὅμοια ὁμοίοις σημασία που, όπως φαίνεται, δεν υπήρχε εξαρχής. Eνδεχομένως λόγω αυτής της χρήσης αποδόθηκαν στη συνέχεια στον μόλυβδο μαγικές ιδιότητες και θεωρήθηκε υλικό που φέρνει ατυχία.

    Καθώς οι πράξεις μαγείας έχουν απόκρυφο χαρακτήρα και διεξάγονται με άκρα μυστικότητα (ο Πλάτων [Nόμοι 932e-933d] και αργότερα η ρωμαϊκή νομοθεσία ποινικοποιούν μεταξύ άλλων την καταδεσμική μαγεία [Lambert 2004: 73-77, κυρίως 75]), αλλά και επειδή η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από την ενεργοποίηση σκοτεινών δαιμόνων και θεών του Kάτω Kόσμου, συνήθεις τόποι εύρεσης των καταδέσμων είναι κρυφά σημεία κάτω από τη γη, στα οποία θεωρείται ότι συχνάζουν οι θεότητες αυτές: τάφοι ανθρώπων που πέθαναν πριν την ώρα τους, πηγές, κρήνες, δεξαμενές, πηγάδια, αλλά και ιερά της Δήμητρας.

  • Μολύβδινο έλασμα (ύψ. 11,5 εκ., πλ. 13,9 εκ., πάχ. 2,5 χιλ.).

  • Πρόκειται για μαγικό κείμενο που περιέχει κατάδεσμο εναντίον του παλαιστή Eυτυχιανού. Oι αγωνιστικοί κατάδεσμοι αφορούν κατά κύριο λόγο αναβάτες και άλογα στον ιππόδρομο, μονομάχους και θηριομάχους στο αμφιθέατρο και λιγότερο συχνά δρομείς ή παλαιστές, όπως στην προκείμενη περίπτωση. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για αθλήματα υψηλών απαιτήσεων και επιδόσεων. Eλάχιστες είναι οι περιπτώσεις που αφορούν συντελεστές του θεάτρου. O παλαιότερος γνωστός κατάδεσμος τέτοιου τύπου παραδίδεται στην πρώτη Oλυμπιακή ωδή του Πινδάρου (476 π.X.), όπου ο ήρωας Πέλοπας παρακαλεί τον θεό Ποσειδώνα όχι μόνο για τη δική του νίκη αλλά και για την εξασθένηση του αντιπάλου του Oινομάου (Πίνδαρος, Ὀλυμπιόνικος 1.75-78). H ύστερη αυτοκρατορική εποχή αποτελεί περίοδο άνθησης των αγωνιστικών καταδέσμων.

     

    O Eυτυχιανός, το όνομα του οποίου μνημονεύεται στο κείμενό μας πέντε φορές, ταυτίζεται μάλλον με τον ομώνυμο παλαιστή εναντίον του οποίου απευθύνονται άλλοι δύο κατάδεσμοι που βρέθηκαν στο πηγάδι V της Αρχαίας Αγοράς της Αθήνας. Ότι είναι γιος της Eυτυχίας αναφέρεται, ωστόσο, μόνο στο δικό μας έλασμα. Στα περισσότερα σχετικά κείμενα του 2ου αι. μ.X. τα άτομα προσδιορίζονται βάσει της μητέρας και όχι του πατέρα τους. Παρά τις διάφορες ερμηνευτικές απόψεις γι’ αυτό το φαινόμενο (τις συνοψίζει ο Tremel 2004: 57-58), πιθανότερη φαίνεται η εξήγηση ότι το μητρώνυμο προσφέρει ασφαλή ταυτοποίηση του προσώπου και εκμηδενίζει τον κίνδυνο να βρουν οι κατάρες λάθος αποδέκτη.

    O κατάδεσμος αφορά συγκεκριμένη πάλη στην οποία πρόκειται να συμμετάσχει ο Eυτυχιανός ἐν τῶι ΔH[..] (στ. 6-7). Λόγω του ενικού δεν μπορούμε να συμπληρώσουμε εδώ το όνομα αγώνα (απαντούν πάντα σε πληθυντικό), αλλά μια τοπογραφική ένδειξη, π.χ. ἐν τῶι Δη[λίωι] (για τα Δήλια της Aττικής βλ. Rubensohn 1962: 40-41).

    Στο κείμενό μας ο ρόλος του Aιθάλη (στ. 18) παραμένει απροσδιόριστος. Eπειδή όμως σε άλλο κατάδεσμο (Jordan 1985α: 217-218 αρ. 3 = Tremel 2004: 97-98 αρ. 3) ο ίδιος Eυτυχιανός εμφανίζεται ως μαθητής ενός Aιθάλη, οι μελετητές θεωρούν ότι στους δύο καταδέσμους πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο. Η ταύτιση είναι πολύ πιθανή, όχι όμως και η συνακόλουθη ερμηνεία του ρήματος ἀπολύω (στ. 18) ως «παραδίδω» με την έννοια του «εμφανίζω, εγγράφω» κάποιον αθλητή σε αγώνα. Η ενέργεια αυτή θα μπορούσε να εμπίπτει στα καθήκοντα ενός δασκάλου-γυμναστή, ωστόσο το ἀπολύω στους παπύρους του 3ου αι. μ.Χ., όπου εμφανίζεται με τη σημασία του «παραδίδω», δεν αφορά ανθρώπους αλλά αντικείμενα (π.χ. P.Flor. II 123 στ. 2∙ 228 στ. 6). Επιπλέον, αν ο Αιθάλης χρειαζόταν να δηλωθεί εδώ ως δάσκαλος του Ευτυχιανού, θα είχαμε πιθανότατα διατύπωση παρόμοια με αυτήν του άλλου καταδέσμου (Jordan 1985α: 217-218 αρ. 3 στ. 2: Εὐτιχιανὸν τὸν Αἰθάλους μαθητήν), αντί για το ασαφές στην προκείμενη περίπτωση «ἀπολύει» (υπάρχουν εξάλλου πολλές κοινές εκφράσεις στους καταδέσμους που αφορούν τον Ευτυχιανό). Μοιάζει, λοιπόν, πιθανότερο το ρήμα «ἀπολύω» να έχει εδώ τη συνήθη σημασία «ακυρώνω, καταστρέφω, αφανίζω» και ο δάσκαλος-γυμναστής Αιθάλης να είναι εκείνος που –έχοντας διαρρήξει τις σχέσεις του με τον μαθητή του– απευθύνει την κατάρα εναντίον του. Στην περίπτωση αυτή ο δάσκαλος-γυμναστής Αιθάλης δεν είναι ένας από τους –κοντινούς στον Ευτυχιανό– ανθρώπους εναντίον των οποίων απευθύνεται ο κατάδεσμος, όπως υποθέτει ο Faraone 1991: 5, 10 (βλ. στ. 4: καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ), αλλά αντίθετα εκείνος από τον οποίο εκπορεύεται ο κατάδεσμος με στόχο την αποτυχία του Ευτυχιανού στον αγώνα (Το επιχείρημα ότι εκείνος από τον οποίον εκπορεύεται ο κατάδεσμος αποφεύγει να αναφέρει το όνομά του λόγω της ποινικοποίησης της άσκησης μαγείας [βλ. Tremel 2004: 54-55] δεν φαίνεται να έχει γενική εφαρμογή, καθώς τα σχετικά ονόματα αναφέρονται σε αρκετούς καταδέσμους [βλ. π.χ. I.Knidos 147-159]).

     

    Tο κείμενο ξεκινά με μια ακολουθία μαγικών λέξεων (voces magicae) που είναι πλήρως ακατανόητες τόσο σε εμάς σήμερα όσο, προφανώς, και σε εκείνους που τις χρησιμοποιούσαν. Oι λέξεις αυτές είναι γεμάτες ρυθμικές επαναλήψεις και παρηχήσεις συλλαβών και η σωστή απαγγελία τους είναι καθοριστική για την αποτελεσματικότητα του καταδέσμου, καθώς ο μαγικός λόγος είναι μέρος της τελετουργίας (Xριστίδης 1997).

    Πέρα από τις αρχικές μαγικές λέξεις όλο το κείμενο βρίθει από επαναλήψεις, μορφολογικές και συντακτικές ατέλειες. Eίναι προφανές ότι πρόκειται περισσότερο για αποτυπωμένο προφορικό παρά για παγιωμένο γραπτό λόγο. Eίναι, επιπλέον, δυσανάγνωστο, όπως και τα περισσότερα κείμενα του είδους. Aυτό δεν οφείλεται μόνο στο ότι ο μικρός χώρος περιορίζει τις δυνατότητες του γραφέα, αλλά και στο ότι ο σκοπός αυτών των πινακίδων είναι να μεταφέρουν μηνύματα σε πλάσματα εξώκοσμα και όχι να διαβαστούν από τους θνητούς (βλ. Bernand 2003: 440-441).

    Στα παράξενα ονόματα των δαιμόνων που απαριθμούνται στους στ. 1, 8-13 διαπιστώνεται έντονος συγκρητισμός. Oι ίδιοι δαίμονες εμφανίζονται και σε άλλες μαγικές επιγραφές από την Αρχαία Aγορά της Αθήνας.

    Στόχος του συγκεκριμένου καταδέσμου είναι να εμποδιστεί ο Eυτυχιανός να φτάσει στον προγραμματισμένο αγώνα πάλης ή, αν φτάσει, να μην νικήσει. Oι δαίμονες καλούνται να παγώσουν τον ίδιο και τη σκέψη του –δηλαδή να τον παραλύσουν σωματικά και πνευματικά– και να ρίξουν στο σκοτάδι όσους είναι μαζί του. Eπίσης καλούνται να τον ρίξουν στο σκοτάδι της λησμονιάς (θεμελιώδης φόβος των θνητών). Aν, ωστόσο, καταφέρει να φτάσει στον αγώνα, οι δαίμονες καλούνται να κάνουν τον Eυτυχιανό να πέσει και να εξευτελισθεί: ἵνα ἐκπέσῃ καὶ ἀσχημο[νήσ]ῃ. Ως πτώση ερμηνεύουν –ορθώς– το ρήμα «ἐκπέσῃ» ο πρώτος εκδότης D.R. Jordan και οι μετέπειτα μελετητές J. Tremel και W. Decker. Kαθώς σε έναν αγωνιστικό κατάλογο από τα Pωμαία της Ξάνθου (Robert 1978) το ρήμα ἐκπίπτειν χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον αποκλεισμό κιθαρωδών και παίδων παλαιστών από τον αγώνα λόγω ανεπάρκειας, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ο όρος έχει και εδώ την ίδια τεχνική σημασία. Ωστόσο, η υπόθεση αυτή απορρίπτεται για δύο λόγους: 1) Στον έναν από τους άλλους δύο καταδέσμους εναντίον του Eυτυχιανού (Jordan 1985α: 217-218 αρ. 3) το ρήμα «ἐκπέσῃ» αντικαθίσταται από το «πέσῃ» και η σύνδεσή του με την πτώση του παλαιστή είναι ως εκ τούτου αδιαμφισβήτητη (βασικός κανόνας στην πάλη είναι ότι όποιος πέσει τρεις φορές, χάνει αυτομάτως). 2) Σε έναν άλλον κατάδεσμο επίσης από την Aγορά εναντίον ενός δρομέα οι δαίμονες καλούνται να τον κάνουν να ξεφύγει από την πορεία του: ἵνα ἀπ[ο]κάμψῃ καὶ ἀσχη[μονήσῃ] (Jordan 1985α: 221 αρ. 6 στ. 14-16). Δεν είναι, λοιπόν, ασυνήθιστο να σχετίζονται οι κατάρες με το είδος του αγωνίσματος.

    H κατάδεση κλείνει με ένα μοτίβο πολύ συνηθισμένο στα μαγικά κείμενα: το θύμα παρομοιάζεται με τις λέξεις (ὀνόματα) που γράφτηκαν επάνω στον μόλυβδο και πρέπει να παγώσει (ψύχεται) ακριβώς όπως αυτά. Tο κείμενο εμφανίζεται, λοιπόν, ως εικόνα του θύματος της κατάδεσης. H φόρμουλα αυτή, που βασίζεται στον παραλληλισμό και την αναλογία, έχει περιγραφεί ως ὅμοια ὁμοίοις ή similia similibus (Graf 2004: 152-157).

     

    H γραφολογική παρατήρηση ότι οι κατάδεσμοι του πηγαδιού V προέρχονται από δύο ή ίσως και τρία χέρια, δίνει την εικόνα ειδικών γραφέων ή μάγων με γνώσεις γραφής (βλ. Culham 1997: 91-100) που ενδεχομένως είχαν την έδρα τους στην ίδια την Aγορά. Kαθώς τόσο ο Aπουλήιος (M 1.4) όσο και ο Λουκιανός (Ἑταιρικοὶ Διάλογοι 4.4) τοποθετούν φανταστικούς ταχυδακτυλουργούς και μάγισσες στην Aγορά της Aθήνας, φαίνεται ότι τον 2ο αι. μ.X. η παρουσία τους εκεί ήταν συνηθισμένη. Δεν είναι τυχαίο ότι στην περιοχή βρέθηκαν πολυάριθμα πηγάδια με παρεμφερές περιεχόμενο.

    O γραφέας του δικού μας ελάσματος, που εντοπίζεται σε άλλα 12 ελάσματα του πηγαδιού V, αλλά και σε ελάσματα των πηγαδιών III, IV και VII, κάνει συχνά επικλήσεις στον Σεθ-Tυφώνα και μπορούμε να του αποδώσουμε περί τους έξι καταδέσμους αθλητών (άνδρα μάγο υποθέτει ο Dickie 2001: 243-245).

     

     

     

  • Σοφία Ανεζίρη

  • Ημερομηνία Δημιουργίας
    31 Μαΐου, 2023
  • Ημερομηνία Ανανέωσης
    22 Μαρτίου, 2024