Επιτάφια επιγραφή του Αθηναίου ιππέα Δεξίλεω

Αρ.: Ε48

Reference to the file: Δ. Κόττος, «Ναυτίλος Ε48: Επιτάφια επιγραφή του Αθηναίου ιππέα Δεξίλεω» στο Ναυτίλος. Επιλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών και παπύρων, online από 2023, ημερομηνία ανάσυρσης XX. URL: https://nautilos.arch.uoa.gr/exhibits/%ce%b5%cf%80%ce%b9%cf%84%ce%ac%cf%86%ce%b9%ce%b1-%ce%b5%cf%80%ce%b9%ce%b3%cf%81%ce%b1%cf%86%ce%ae-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%b1%ce%b8%ce%b7%ce%bd%ce%b1%ce%af%ce%bf%cf%85-%ce%b9%cf%80%cf%80%ce%ad%ce%b1/

  • Αρ.
    Ε48
  • Τίτλος
    Επιτάφια επιγραφή του Αθηναίου ιππέα Δεξίλεω
  • 1 Δεξίλεως Λυσανίο Θορίκιος.
      ἐγένετο ἐπὶ Τεισάνδρο ἄρχοντος,
      ἀπέθανε ἐπ’ Εὐβολίδο
      ἐγ Κορίνθωι τῶν πέντε ἱππέων.
  • Ο Δεξίλεως, ο γιος του Λυσανίου από το δήμο του Θορικού. Γεννήθηκε επί άρχοντα Τεισάνδρου, πέθανε επί άρχοντα Ευβουλίδου στην Κόρινθο, ένας από τους πέντε ιππείς.

  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
    IG II2 6217· Rhodes – Osborne, GHI αρ. 7b· Attic Inscriptions Online 1054 (https://www.atticinscriptions.com/inscription/IGII2/6217)· Guarducci 2019: εικ. 130 σελ. 469.

    Η μεταγραφή του κειμένου προέρχεται από το IG II2 6217.

    ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    – – – – – –

  • Στην επιγραφή μαρτυρείται ότι ο Δεξίλεως πέθανε επί ἄρχοντος (επώνυμος) Ευβουλίδου, δηλαδή κατά το έτος 394/393 π.Χ.

  • Βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, στο Δίπυλον, και φυλάσσεται στο Μουσείο του Κεραμεικού (αρ. ευρ. Ρ 1130). Αντίγραφο έχει τοποθετηθεί στο σημείο ανεύρεσής του στον αρχαιολογικό χώρο.

  • Οι επιτάφιες επιγραφές αποτελούν, όπως και οι αναθηματικές, ένα από τα μεγαλύτερα σύνολα αρχαίων ελληνικών επιγραφών (Guarducci 2019: 452-454). Μπορεί να περιορίζονται απλώς στο όνομα του νεκρού, πολλές φορές όμως περιλαμβάνουν και άλλα στοιχεία, όπως το όνομα εκείνου που φρόντισε για την ταφή ή το μνημείο, πληροφορίες για το νεκρό (επάγγελμα, σταδιοδρομία, ηλικία) και τον τρόπο του θανάτου του (συνηθέστατα σε επιτάφιες επιγραφές δημόσιου χαρακτήρα για επιφανείς νεκρούς αλλά και σε πολυάριθμες ιδιωτικές από την ελληνιστική εποχή και εξής), λόγια χαιρετισμού και οδύνης, αλλά και απειλές εναντίον εκείνων που θα παραβιάσουν τον τάφο (κυρίως σε επιτάφιες επιγραφές της αυτοκρατορικής εποχής). Στην ελληνική βιβλιογραφία έχει επικρατήσει ο όρος “επιτύμβιες”, παρότι δεν έχουν όλοι οι τάφοι τη μορφή τύμβου.

    Οι ελληνικές επιτάφιες επιγραφές, όπως και οι αναθηματικές, είναι συχνά γραμμένες σε έμμετρο λόγο (βλ. Ε1). Οι έμμετρες επιτάφιες επιγραφές (αλλιώς επιτάφια επιγράμματα) εκτείνονται χρονικά από τον 7ο αι. π.Χ. ως και την ύστερη αυτοκρατορική εποχή. Οι δημιουργοί τους χρησιμοποιούν ρεπερτόρια στίχων μικρότερης ή μεγαλύτερης αξίας, τους οποίους συνδυάζουν κατά περίσταση και ανάλογα με το γούστο του εκάστοτε πελάτη που κάνει την παραγγελία. Κάποια επιγράμματα ή λεκτικοί τόποι γνωρίζουν μεγάλη διάδοση στον αρχαιοελληνικό κόσμο.

  • Μαρμάρινη αετωματική στήλη με ανάγλυφο, στο οποίο παριστάνεται νεαρός άνδρας (ο Δεξίλεως), ντυμένος με κοντό χιτώνα και χλαμύδα, να ιππεύει το ανασηκωμένο στα πίσω πόδια άλογό του και να ετοιμάζεται να σκοτώσει με το δόρυ του, το οποίο δεν σώζεται, τον αντίπαλό του, ο οποίος παριστάνεται πεσμένος στο έδαφος, με την ασπίδα του, να προσπαθεί να αμυνθεί με το ξίφος του, που επίσης δεν σώζεται (βλ. Osborne 2010, όπου εξετάζεται το ανάγλυφο αυτού του μνημείου από κοινού με άλλα ανάγλυφα της ίδιας περίπου περιόδου με παρόμοια θεματολογία).

  • Η επιγραφή βρίσκεται κάτω από το ανάγλυφο, σώζεται ακέραιη και είναι ευανάγνωστη.

  • Η ένταξη της επιγραφής στο ιστορικό της πλαίσιο

    Η επιγραφή που σώζεται μας δίνει αρκετές πληροφορίες. Κατ’ αρχάς είναι δυνατό να ορίσουμε με ακρίβεια τη μάχη κατά την οποία πέθανε ο Δεξίλεως, καθώς αναφέρεται η τοποθεσία στην οποία διεξήχθη αυτή η μάχη, δηλαδή η ευρύτερη περιοχή της Κορίνθου, ενώ ταυτόχρονα υποδηλώνεται εμμέσως πλην σαφώς ο χρόνος που αυτή έλαβε χώρα, με την αναφορά του επώνυμου άρχοντος κατά την θητεία του οποίου πέθανε ο Δεξίλεως. Αυτός ήταν ο Ευβουλίδης ο οποίος ανέλαβε ως επώνυμος ἄρχων της Αθήνας το έτος 394/3 π.Χ. Σύμφωνα με τον  Ξενοφώντα και τον Διόδωρο τον Σικελιώτη η μάχη στην οποία συμμετείχε και σκοτώθηκε ο Δεξίλεως ήταν αυτή του ποταμού Νεμέα (394 π.Χ.), στη διάρκεια του Κορινθιακού πολέμου (395-387 π.Χ.).

    Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα (Ἑλληνικά 4.2.17), οι Αθηναίοι ιππείς που συμμετείχαν στη μάχη ήταν λιγότεροι από εξακόσιοι (600), ενώ σύμφωνα με τον ίδιο συνολικά οι Θηβαίοι, οι Αργείοι και οι Αθηναίοι παρέταξαν περίπου είκοσι τέσσερις χιλιάδες (24.000) οπλίτες και χίλιους πεντακόσιους πενήντα (1.550) ιππείς. Οι αριθμοί που αναφέρει ο Διόδωρος (14.82.10) είναι σαφώς πιο μετριοπαθείς. Ο αντι-σπαρτιατικός συνασπισμός είχε στην διάθεση του  δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) οπλίτες, ενώ οι ιππείς ανέρχονταν σε πεντακόσιους (500) περίπου. Οι δυνάμεις των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους ανέρχονταν, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα (Ἑλληνικά 4.2.16), σε δεκατρείς χιλιάδες πεντακόσιους (13.500) περίπου οπλίτες, εξακόσιους (600) ιππείς, τριακόσιους (300) Κρήτες τοξότες και τετρακόσιους (400) σφενδονήτες. Αντιθέτως ο Διόδωρος αναφέρει ότι οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοί τους ανέρχονταν σε είκοσι τρεις χιλιάδες (23.000) οπλίτες και πεντακόσιους (500) ιππείς.

    Επιπροσθέτως, υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις ως προς τις απώλειες των δύο αντίπαλων συνασπισμών στη συγκεκριμένη μάχη. Ο Ξενοφών αναφέρει ότι οι Σπαρτιάτες έχασαν μόλις οκτώ (8) στρατιώτες ενώ οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους  περίπου δέκα χιλιάδες (10.000) στρατιώτες. Οι αριθμοί αυτοί είναι υπερβολικοί (Németh 1994: 95). Ο Ξενοφών, επιθυμώντας να τονίσει τη γενναιότητα και τις ικανότητες των Σπαρτιατών οπλιτών, έχει σκοπίμως παραποιήσει τους αριθμούς, οι οποίοι δεν υιοθετούνται από τους σύγχρονους ερευνητές. Αν ίσχυαν αυτοί οι αριθμοί δεν θα ήταν δυνατό οι Αθηναίοι, οι Θηβαίοι και οι Αργείοι στη μάχη της Κορώνειας που διεξήχθη μόλις λίγες εβδομάδες αργότερα να παρατάξουν  αξιόμαχο και πολυπληθές στράτευμα (Ξενοφών, Ἑλληνικά 4.3.15). Ο Διόδωρος από την άλλη υποστηρίζει ότι οι νεκροί των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους ανέρχονταν σε χίλιους εκατό (1.100) στρατιώτες, ενώ οι απώλειες των Αθηναίων και των συμμάχων τους ανέρχονταν σε δύο χιλιάδες οκτακόσιους (2800) περίπου στρατιώτες. Τα αριθμητικά στοιχεία που παραθέτει ο Διόδωρος είναι περισσότερο αληθοφανή σε σχέση με εκείνα που παραθέτει ο Ξενοφών.

    Οι αριθμοί που παραθέτει ο Ξενοφών σχετικά με τον αριθμό των Αθηναίων ιππέων που συμμετείχε στη μάχη του ποταμού Νεμέα εύκολα τίθενται υπό αμφισβήτηση. Στη μάχη αυτή σύμφωνα με τον Ξενοφώντα συμμετείχαν εξακόσιοι (600) Αθηναίοι ιππείς. Από την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, το 431 π.Χ., μέχρι και το 394 π.Χ., έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μάχη σου ποταμού Νεμέα, μόλις μία φορά ακόμη οι Αθηναίοι χρησιμοποίησαν σε εκστρατεία εκτός των συνόρων της Αττικής εξακόσιους (600) ιππείς, στο πλαίσιο στρατιωτικών επιχειρήσεων στην περιοχή των Μεγάρων, το 424 π.Χ. (Θουκυδίδης 4.68.5). Επιπροσθέτως ο Ξενοφών, αν και παραθέτει έναν πολύ μεγάλο αριθμό ιππέων για τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους (χίλιους πεντακόσιους πενήντα [1.550]), εντούτοις αυτοί δεν φαίνεται να διαδραμάτισαν κάποιο ιδιαίτερο ρόλο στη μάχη του ποταμού Νεμέα. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στην έλλειψη αξιοπιστίας των Αθηναίων ιππέων την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, καθώς αυτοί είχαν συνδεθεί με τους Τριάκοντα Τυράννους (404/403 π.Χ.· Ξενοφών, Ἑλληνικά 2.4.2). Η έλλειψη εμπιστοσύνης των Αθηναίων απέναντι στους ιππείς υπήρξε τόσο μεγάλη ώστε  παρότρυναν τριακόσιους από αυτούς (300) να συμμετάσχουν στο εκστρατευτικό σώμα του Θίβρωνος στη Μικρά Ασία (Ξενοφών, Ἑλληνικά 3.1.4).

    Επί πλέον  οι απώλειες των Αθηναίων ιππέων περιορίστηκαν σε ένδεκα άτομα σύμφωνα με την επιγραφή IG II2 5222, αν και δεν συμφωνούν όλοι οι ερευνητές ότι οι πεσόντες που αναφέρονται στη συγκεκριμένη επιγραφή αφορούν τις συνολικές απώλειες των Αθηναίων ιππέων και όχι την καταγραφή των απωλειών επιμέρους αθηναϊκών φυλών (Harding 1985: 33). Η επιγραφή ωστόσο, δεν αναφέρει ότι οι ένδεκα ιππείς ανήκαν σε μία συγκεκριμένη φυλή, αν και η επιγραφή σώζεται ακέραιη. Σύμφωνα με τα παραπάνω οι αριθμοί που παραθέτει ο Διόδωρος σχετικά με τον αριθμό των ιππέων του αντι-σπαρτιατικού συνασπισμού κρίνονται περισσότερο αληθοφανείς. Συνεπώς ο αριθμός των Αθηναίων ιππέων πρέπει να ήταν κατά πολύ μικρότερος από τον αριθμό των εξακοσίων Αθηναίων ιππέων που παραθέτει ο Ξενοφών λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω στοιχεία.

    Η ίδια η επιτύμβια στήλη (IG II2 6217) στην οποία αναφέρεται το όνομα του Δεξίλεω  παρέχει σημαντικές πληροφορίες. Η αινιγματική φράση ότι ήταν ένας εκ των πέντε ιππέων που σκοτώθηκαν στην Κόρινθο προκαλεί μεγάλη σύγχυση στους ερευνητές, καθώς στην επιγραφή IG II2 5222 γίνεται αναφορά σε ένδεκα (11) νεκρούς ιππείς στην Κόρινθο την ίδια εποχή.  Οι δύο βασικές επιστημονικές υποθέσεις είναι οι εξής: 1) ο Δεξίλεως ανήκε στους 4-5 πιο ικανούς ιππείς οι οποίοι, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα (Ἱππαρχικός 8.25) παρέμεναν πίσω από την υπόλοιπη παράταξη και προχωρούσαν σε επίθεση εναντίον των εχθρών, όταν οι τελευταίοι  έστρεφαν το μέτωπό τους, για να κάνουν έφοδο. Λόγω ανεπάρκειας σχετικών μαρτυριών, όμως, δεν καθίσταται σαφές αν στο συγκεκριμένο χωρίο ο Ξενοφών παρουσιάζει μία συνήθη στρατιωτική τακτική ή αν προτείνει μία καινοτόμο τακτική επιμέρους τμήματος του αθηναϊκού ιππικού (Bugh 1988: 138)· 2) η επιτάφια επιγραφή του Δεξίλεω αναφέρεται στους νεκρούς ιππείς που σχετίζονται με την Ακαμαντίδα φύλη. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι μισοί περίπου του συνόλου των νεκρών ιππέων ανήκαν στην Αδαμαντίδα φυλή. Αυτό δεν ήταν πρωτόγνωρο στην αρχαία Αθήνα (πρβλ. ενδεικτικά τη μάχη στις Πλαταιές, το 479 π.Χ., όπου, σύμφωνα με τον ατθιδογράφο Κλείδημο [Πλούταρχος, Ἀριστείδης 19.6], θυσιάστηκαν πενήντα δύο (52) Αθηναίοι στρατιώτες από την Αιαντίδα φυλή). Πιθανότατα οι ιππείς της Ακαμαντίδος φυλής βρέθηκαν σε ένα σημείο όπου η ένταση της μάχης ήταν μεγάλη, εξ ου και οι μεγάλες απώλειες αυτών. Οι ιππείς των Αθηναίων σε πολλές περιπτώσεις δεν πολεμούσαν με το σύνολο των δυνάμεων τους, αλλά συμμετείχαν σε μάχες με μικρότερα στρατιωτικά αποσπάσματα βασισμένα στη διαίρεση των Αθηναίων σε φυλές (Ξενοφών, Ἑλληνικά 2.4.4, 2.4.31· Διόδωρος Σικελιώτης 18.10.3).

     

    Η αποσύνδεση του Δεξίλεω από το καθεστώς των Τριάκοντα (404/3 π.Χ.)

    Η αναφορά στους δύο επώνυμους ἄρχοντες κατά το έτος γέννησης του Δεξίλεω, 414/3 π.Χ. (Τείσανδρος), και κατά το  έτος θανάτου του, 394/3 π.Χ. (Ευβουλίδης), θα πρέπει να συνδέεται με την απόπειρα των συγγενών του να δηλώσουν απερίφραστα ότι ο Δεξίλεως δεν είχε ουδεμία σχέση με το καθεστώς των Τριακόντα το οποίο εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα απεχθές στους Αθηναίους, καθώς σύμφωνα με τα ονόματα των επωνύμων άρχόντων που παρατίθενται ο Δεξίλεως ήταν μόλις είκοσι ετών και κατά συνέπεια δεν θα μπορούσε να είχε ενεργό ρόλο στο καθεστώς των Τριάκοντα.

  • Δημήτριος Κόττος

  • Ημερομηνία Δημιουργίας
    4 Οκτωβρίου, 2023
  • Ημερομηνία Ανανέωσης
    25 Ιανουαρίου, 2024