Βωρφορβα βαρφ[ο]ρβα βαρφορβα βαρβορβαιη κραταιὲ Βετπ[υτ], | |
παραδίδωμί σοι v Εὐτυχιανόν, ὃν ἔτεκεν Εὐτυχία, v [ἵ]να κατ[α-] | |
ψύξῃς αὐτὸν καὶ τὴν γνώμην, καὶ ἰς τ[ὸ]ν ζοφ[ώ-] | |
δη σου ἀέρα v καὶ [τ]οὺς σὺν αὐτῷ. Δῇς ἰς τὸν τῆς λή[θης] | |
5 | ἀφώτιστον αἰῶνα καὶ καταψύξῃς καὶ ἀπολέ[σῃς] |
καὶ τὴν πάλην, ἣν μέλλει παλαίειν ἐν τῷ Δ[η-] | |
[ 1-2 ]Ε̣Ι̣ ἐν τῇ μελλούσῃ Παρασκευῇ. Ἐὰν δὲ καὶ | |
παλαίῃ, ἵνα ἐκπέσῃ καὶ ἀσχημονήσῃ, Μοζο[υ]- | |
νη∙ Αλχεινη∙ Πε[ρ]περθαρω̣∙ Ιαιαια, παραδίδω[μί] | |
10 | [σοι] Εὐτυχιανόν, ὃν ἔ̣τεκεν Εὐτυχία. Κρα- |
[ταιὲ] Τυφῶν∙ Κολχλοι∙ Τοντονον Σηθ Σαθ[αωχ] | |
Εα Ἄναξ∙ Απομψ Φριουριγξ ἐπὶ ἀφανίσει καὶ ψ[ύξι] | |
Εὐτυχιανοῦ, οὗ ἔτεκεν Εὐτυχία, Κ[ο]λχοι Χειλω[ψ, ψυ]- | |
γήτω Εὐτυχιανὸς καὶ μὴ εὐτονείτω [μη-] | |
15 | [δὲν ἐν] τῇ μελλούσῃ παρασκιυῇ, ἀλλὰ γεν[έσθω] |
ἔγλυτος. Ὡς ταῦτα τὰ ὀνόματα <ψύχεται,> [ο]ὕ- | |
τως κατα ψυχέσθω v Εὐτυχιανός, v ὃν | |
ἔτεκεν Εὐτυχία, ὃν ἀπολύει Αἰθάλης. |
EDITIONS OF THE TEXT
Jordan 1985α: 214-215 no 1 (SEG XXXV 213); del Amor Lόpez Jimeno 1999: 118, 361-365 no 66; Curbera – Jordan 2001: 1011 (the letters that are no longer readable compared to earlier versions are underlined); Tremel 2004: 95 no 1; Σ. Ανεζίρη in Ανθολόγιο 200-204: Ε23.
The edition of the text was based on Σ. Ανεζίρη in Ανθολόγιο 200-204: Ε23.
FURTHER BIBLIOGRAPHY
Jordan 1985β: 160-161 no 24; Camp 1986: 140 (drawing of the lamella); Faraone 1991: 12; Gager 1992: no 3; Decker 1995: 155-156; Dickie 2001: 47-95, 243-245.
O όρος «κατάδεσμος» παραπέμπει στον στόχο της συγκεκριμένης μαγικής πράξης, που είναι το δέσιμο ενός προσώπου και η αδρανοποίηση της ενέργειάς του με τη συνέργεια υπερφυσικών δυνάμεων. Oι αρχαιοελληνικοί κατάδεσμοι (defixiones) διακρίνονται ως προς το περιεχόμενό τους σε πέντε κατηγορίες: ερωτικοί (defixiones amatoriae), αγωνιστικοί (defixiones agonisticae), δικανικοί (defixiones judiciariae), κατάδεσμοι κατά κλεφτών και συκοφαντών, κατάδεσμοι κατά επαγγελματικών αντιπάλων (Για την κατάταξη βλ. Graf 2004: 140-142. Υλικό συγκεντρώνουν οι Audollent, Defixiones∙ Jordan 1985b∙ Jordan 2000∙ Tremel 2004).
Οι κατάδεσμοι βρίσκονται συχνά επάνω σε μολύβδινα ελάσματα. Ως μέταλλο ευτελές, ανθεκτικό και εύκολο να χαραχτεί και να διπλωθεί, ο μόλυβδος αποτελούσε το κατεξοχήν υλικό των επιστολών και έγινε για τους ίδιους λόγους ο συνηθέστερος –αλλά όχι αποκλειστικός– φορέας καταδέσμων (ο πάπυρος ήταν λόγω των ίδιων χαρακτηριστικών ένα επίσης προσφιλές υλικό, αλλά δεν διατηρήθηκε σε ελληνικό περιβάλλον). Eκ των υστέρων οι ιδιότητες του μολύβδου (κρύος, θαμπός, ευτελής) απόκτησαν στο πλαίσιο μαγικών πράξεων του τύπου ὅμοια ὁμοίοις σημασία που, όπως φαίνεται, δεν υπήρχε εξαρχής. Eνδεχομένως λόγω αυτής της χρήσης αποδόθηκαν στη συνέχεια στον μόλυβδο μαγικές ιδιότητες και θεωρήθηκε υλικό που φέρνει ατυχία.
Καθώς οι πράξεις μαγείας έχουν απόκρυφο χαρακτήρα και διεξάγονται με άκρα μυστικότητα (ο Πλάτων [Nόμοι 932e-933d] και αργότερα η ρωμαϊκή νομοθεσία ποινικοποιούν μεταξύ άλλων την καταδεσμική μαγεία [Lambert 2004: 73-77, κυρίως 75]), αλλά και επειδή η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από την ενεργοποίηση σκοτεινών δαιμόνων και θεών του Kάτω Kόσμου, συνήθεις τόποι εύρεσης των καταδέσμων είναι κρυφά σημεία κάτω από τη γη, στα οποία θεωρείται ότι συχνάζουν οι θεότητες αυτές: τάφοι ανθρώπων που πέθαναν πριν την ώρα τους, πηγές, κρήνες, δεξαμενές, πηγάδια, αλλά και ιερά της Δήμητρας.
Sophia Aneziri