επὶ ιερείας Hγησιπύλης· | |
επ’ Ευθίου άρχοντος, επὶ τής | |
Αιαντίδος δωδεκάτης πρυ- | |
τανείας, ἧι Ναυσιμένης | |
5 | Ναυσι<⁶¹κύδ>⁶¹ου ΧολαργεὺςVII |
εγραμμάτευεν· Σκιροφοριώ- | |
νος ένηι καὶ νέαι· Καλλίας Λ[υ]- | |
σιμάχου Ἕρμειος είπεν· όπ[ω]- | |
ς άν οι αστυνόμοι οι αεὶ <λα>νχ[ά]- | |
10 | νοντες επιμέλειαν ποιώντα[ι] |
τού ιερού τής Αφροδίτης τής | |
Πανδήμου κατὰ τὰ πάτρια, τύ- | |
χηι αγαθεί, δεδόχθαι τήι βου- | |
λήι· τοὺς προέδρους οἳ άν λάχω- | |
15 | σιν προεδρεύειν εις τὴν επιού- |
σαν εκκλησίαν προσαγαγείν τὸν | |
[ο]ικείον τής ιερείας καὶ χρηματίσαι | |
περὶ τούτων, γνώμην δέ ξυνβάλλε- | |
[σ]θαι τής βουλής εις τὸν δήμον, ό- | |
20 | [τ]ι δοκεί τήι βουλήι τοὺς αστυνό- |
μους τοὺς αεὶ λαχόντας, όταν ήι | |
η πομπὴ τήι Αφροδίτηι τεί Πανδή- | |
μωι, παρασκευάζειν εις κάθαρσι[ν] | |
τού ιερού περιστερὰν καὶ περιαλε[ί]- | |
25 | [ψα]ι τοὺς βωμοὺς καὶ πιττώσαι τὰς |
[θύρας] καὶ λούσαι τὰ έδη· παρα[σκευ]- | |
[άσαι δέ κα]ὶ πορφύραν ολκὴν ∶ 𐅂𐅂𐅂̣𐅂̣[․․] | |
[— — — — — — — — —] τὰ̣ επὶ τ[․․․․] | |
[— — — — — — — — — — — — — —] |
Με το ψήφισμα του αθηναϊκού δήμου λαμβάνεται μέριμνα για το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου. Οι αστυνόμοι, κληρωτοί άρχοντες υπεύθυνοι μεταξύ άλλων για την καθαριότητα ([Αριστοτέλης,] Αθηναίων πολιτεία 50), θα φροντίσουν για τα κτίσματα του ιερού πριν από την τέλεση της πομπής και την πραγματοποίηση ενός τελετουργικού καθαρμού με τη θυσία περιστεριού, θα ανακαινίσουν τους βωμούς και τις οροφές των σηκών, όπου φυλάσσονται τα αγάλματα, και θα μεριμνήσουν για την καθαριότητα των τελευταίων.
Η ιέρεια της Αφροδίτης Πανδήμου
Σύμφωνα με το ψήφισμα η ιέρεια, η οποία είχε ετήσια θητεία και το όνομά της αναγράφηκε εκ των υστέρων στην αρχή του ψηφίσματος (Tracy, ALC I 158) ως χρονική προφανώς ένδειξη, δεν είχε τη δυνατότητα να παρουσιαστεί στην εκκλησίαν τού δήμου· αντ’ αυτής θα παρουσιαστεί ένας συγγενής της (στ. 17). Ο περιορισμός της θητείας στα ιερατικά αξιώματα αποτελεί μία ακόμη αλλαγή της δημοκρατίας.
Το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου
Το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου αναφέρεται από τον Παυσανία (1.22.3) κατά την πορεία του από τη νότια κλιτύ προς τα Προπύλαια και σύμφωνα με ανασκαφικά ευρήματα τοποθετείται στον ισόπεδο βραχώδη χώρο κάτω από τον Πύργο της Αθηνάς Νίκης, στη ΝΔ πλευρά της Ακρόπολης. Κατά τον ίδιο περιηγητή, η λατρεία της Αφροδίτης Πανδήμου, μαζί με εκείνη της Πειθούς, εισήχθη στην Αθήνα από τον Θησέα. Η Αφροδίτη ονομαζόταν Πάνδημος επειδή βρισκόταν κοντά στην πρώτη ή ‘αρχαία’ Αγορά της Αθήνας, όπου συνερχόταν αρχικά η εκκλησία τού δήμου (Αρποκρατίων, λήμμα Πάνδημος Αφροδίτη).
Όταν ήταν ιέρεια η Ηγησιπύλη, ο Εύθιος ήταν άρχων, η Αιαντίς φυλή επρυτάνευε δωδεκάτη στη σειρά και ο Ναυσιμένης, (στ. 5) ο γιος του Ναυσικύδου από το δήμο του Χολαργού ήταν γραμματεύς· την τελευταία ημέρα του μηνός Σκιροφοριώνος· εισήγηση του Καλλίου, γιου του Λυσιμάχου από το δήμο των Ερμείων· οι αστυνόμοι, που αναλαμβάνουν κάθε φορά με κλήρο το αξίωμα, (στ. 10) να φροντίζουν το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου σύμφωνα με τα πάτρια· με τη βοήθεια της αγαθής τύχης να αποφασίσει η βουλή· οι πρόεδροι της εκκλησίας, οι οποίοι (στ. 15) θα προεδρεύουν κατόπιν κληρώσεως στην ερχόμενη συνεδρία της, να παρουσιάσουν τον συγγενή της ιέρειας, να θέσουν σε συζήτηση το θέμα και να υποβάλουν την απόφαση της βουλής στο δήμο, (στ. 20) ότι δηλαδή αποφασίζει η βουλή οι αστυνόμοι που αναλαμβάνουν κάθε φορά με κλήρο το αξίωμα, όταν τελείται η πομπή της Αφροδίτης Πανδήμου, να έχουν διαθέσιμο ένα περιστέρι για την κάθαρση του ιερού, να επιχρίσουν (στ. 25) τους βωμούς, να επαλείψουν με πίσσα τις οροφές, να καθαρίσουν τα αγάλματα, να έχουν ακόμα διαθέσιμη πορφύρα βάρους…
Έτους σμα΄, μη(νὸς) Πανήμου β΄· | |
Μεγάλη Άρτεμις Αναει- | |
τις καὶ Μὶς Τιαμου· επὶ | |
Ιουκούνδος εγένετο εν | |
5 | διαθέσι μανικη καὶ υπὸ πάν- |
των διεφημίσθη ὡς υπὸ | |
Τατίας τής πενθερας αυ- | |
τού φάρμακον αυτω δεδόσ- | |
θαι, η δέ Τατιὰς επέστησεν | |
10 | σκήπτρον καὶ αρὰς έθηκεν |
εν τω ναω ὡς ικανοποιού- | |
σα περὶ τού πεφημίσθαι αυ- | |
τὴν εν συνειδήσι τοιαύτη, | |
οι θεοὶ αυτὴν εποίησαν εν | |
15 | κολάσει, ήν ου διέφυγεν· ο- |
μοίως καὶ Σωκράτης ο υιὸς | |
αυτής παράγων τὴν ίσοδον | |
τὴν ις τὸ άλσος απάγουσαν | |
δρέπανον κρατών αμπελοτό- | |
20 | μον, εκ τής χειρὸς έπεσεν |
αυτω επὶ τὸν πόδα καὶ ού- | |
τως μονημέρω κολάσει α- | |
πηλλάγη. Μεγάλοι ούν οι θε- | |
οὶ οι εν Αζιττοις· επεζήτησαν | |
25 | λυθήναι τὸ σκήπτρον καὶ τὰς |
αρὰς τὰς γενομένας εν τω | |
ναω· ἃ έλυσαν τὰ Ιοκούνδου | |
καὶ Μοσχίου, έγγονοι δέ τής | |
Τατίας, Σωκράτεια καὶ Μοσχας | |
30 | καὶ Ιουκούνδος καὶ Μενεκρά- |
της κατὰ πάντα εξειλασάμενοι | |
τοὺς θεοὺς, καὶ απὸ νοίν ευλογού- | |
μεν στηλλογραφήσαντες τὰς δυ- | |
νάμις τών θεών. |
Δομή και περιεχόμενο του κειμένου
Η επιγραφή διηγείται το αμάρτημα της Τατίας, που υποτίθεται ότι δηλητηρίασε ή έκανε μάγια στον γαμπρό της. Όπως όλα τα κείμενα αυτού του είδους, το παρόν καταγράφει το αμάρτημα, που στην προκείμενη περίπτωση συνίσταται σε μαγεία και άδικες κατάρες (στ. 3-13), τη θεία τιμωρία που αυτό επέφερε στην Τατία και τον γιο της (στ. 14-23), καθώς και την εξιλέωση των κληρονόμων της Τατίας (στ. 24-32). Περιλαμβάνει, ακόμη, επιφωνήσεις των θεών (στ. 23-24) και ορίζει την αναγραφή σε στήλη (στ. 33: στηλογραφείν) και τη συνεχή δοξολογία των θεών (στ. 32-34).
Οι θεότητες
Οι θεοί που αναφέρονται στους στ. 2-3 είναι οι ιρανικής καταγωγής, εξελληνισμένες θεότητες Άρτεμις Αναΐτις (η ιρανική Anahita· βλ. Keil 1923: 250-251) και Μης ή Μην (ο θεός της σελήνης· βλ. Lane, CMRDM III· Hübner 2003). Το όνομα του Μηνός ακολουθείται από το όνομα (στη γενική) Τιαμου (ο τονισμός είναι άγνωστος), που υποδηλώνει τον ιδρυτή της λατρείας (Τιαμος). Στους στ. 23-24 μαθαίνουμε ότι οι θεοί αυτοί είχαν το ιερό τους σε ένα μέρος με το τοπωνύμιο Αζιτα (ο τονισμός είναι επίσης άγνωστος). Υπενθυμίζεται ότι η στήλη που έφερε την επιγραφή ήταν διακοσμημένη στο επάνω μέρος με εγχάρακτη ημισέληνο, σύμβολο του θεού Μηνός.
Το αμάρτημα και η θεϊκή τιμωρία
Στους στ. 3-13 δίνεται μια αρκετά λεπτομερής περιγραφή του αδικήματος, που έχει ενδιαφέρον τόσο από θρησκειολογική όσο και από κοινωνιολογική άποψη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αφύσικη ή παράλογη συμπεριφορά ενός άντρα αποδόθηκε σε μάγια που υποτίθεται ότι του έκανε η πεθερά του, η Τατία (ή Τατιάς). Η Τατία προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό της με όρκους και κατάρες κατά των συκοφαντών της. Σε δημόσια τελετή στο ιερό επικαλέστηκε την επέμβαση των θεών, στήνοντας σκήπτρο. Με το στήσιμο ενός σκήπτρου, συμβόλου του θεού, ένας ιδιώτης ή μια κοινότητα επικαλείται τη θεϊκή τιμωρία για όσους έχουν κάνει κάποιο αδίκημα (πρβλ. Herrmann – Malay, Lydia αρ. 66· Petzl, Beichtinschriften 3 και 35). Η Τατία κατέθεσε επίσης κατάρες στον ναό (πρβλ. I.Knidos I 150)· κατά πάσα πιθανότητα οι κατάρες απευθύνονταν όχι μόνο κατά των συκοφαντών της αλλά και κατά της ίδιας, σε περίπτωση που ήταν ένοχη (πρβλ. I.Knidos I 147). Τέτοιου είδους κατάρες επείχαν τη θέση διακήρυξης αθωότητας. Ο θάνατος της Τατίας και ένα θανατηφόρο ατύχημα του γιου της θεωρήθηκαν θεοδικία και επιβεβαίωσαν στους συγχωριανούς της τις υποψίες τους (στ. 14-23).
Η εξιλέωση
Για την εξιλέωσή τους οι πιστοί κατέφευγαν στα τοπικά ιερά και στη βοήθεια των ιερέων. Στις συζητήσεις τους με τα υποτιθέμενα θύματα της οργής των θεών οι ιερείς προσδιόριζαν, μερικές φορές κάνοντας χρήση χρησμών, το αδίκημα που είχε προκαλέσει τη θεία δίκη. Προκειμένου να εξευμενίσουν το θείο, οι πιστοί ήταν υποχρεωμένοι, ανάλογα με την περίπτωση, να επιτελέσουν καθαρμούς, να πληρώσουν πρόστιμο και να κάνουν κάποιο αφιέρωμα. Οι τελετουργίες κατευνασμού των θεών περιελάμβαναν ακόμη την καταγραφή του θαύματος σε στήλη και τη διαρκή ευλογία των θεών, μάλλον με επιφωνήσεις (βλ. Chaniotis 2009).
Στην προκείμενη περίπτωση οι θεοί ζήτησαν (μέσω των ιερέων ή με χρησμό) να ανακληθούν οι (άδικες) κατάρες της Τατίας (στ. 23-27). Αυτό πραγματοποιήθηκε τελικά από τα εγγόνια της, τα παιδιά της κόρης της Μόσχιον (θηλυκό όνομα ουδετέρου γένους) και του γαμπρού της Ιουκούνδου (στ. 27-32). Στοιχείο της συμφιλίωσης με το θείο είναι οι επιφωνήσεις που εξυμνούν τη μεγαλοσύνη των θεών που είχαν επιβάλει την τιμωρία (βλ. σχετικά Chaniotis 2010· Peterson – Markschies 2012: 196-208, 562-564): Μεγάλη Άρτεμις Αναειτις καὶ Μὶς Τιαμου (στ. 2-3), Μεγάλοι ούν οι θεοὶ οι εν Αζιττοις (στ. 23-24). Οι επιφωνήσεις αυτές είναι μέρος της συνεχούς δοξολογίας των θεών που προβλέπεται μαζί με την καταγραφή του θαύματος σε στήλη (στ. 32-33: καὶ απὸ νοίν ευλογούμεν στηλλογραφήσαντες τὰς δυνάμις τών θεών).
Ονόματα
Το όνομα της πρωταγωνίστριας αποδίδεται με δύο μορφές: Τατία (στ. 7 και 29) και Τατιάς (στ. 9). Πρόκειται για παραλλαγές του ίδιου ονόματος, όπως και τα Τάτα, Τάτιον, Τάτιν, Τατίς κ.ά. Το όνομα ανήκει σε διαδεδομένη κατηγορία ονομάτων που παράγονται με την επανάληψη της ίδιας συλλαβής (“Lallennamen”), όπως Παπας, Λάλα, Τάτα κ.λπ. Είναι ενδιαφέρον ότι τρία από τα εγγόνια της Τατίας έχουν ονόματα με οικογενειακή παράδοση: Σωκράτεια (πρβλ. το όνομα του γιου της Τατίας, Σωκράτης), Μοσχας (πρβλ. το όνομα της μητέρας του, Μόσχιον) και Ιουκούνδος (συνωνυμία με τον πατέρα του).
Την 2α Πανήμου του 241ου έτους. Μεγάλοι (θεοί) είναι η Άρτεμις Αναϊτις και ο Μής Τιαμου. Επειδή ο Ιουκούνδος άρχισε να συμπεριφέρεται σαν (στ. 5) τρελός και όλοι διέδιδαν τη φήμη ότι του είχε δοθεί μαγικό ποτό (ή δηλητήριο) από την πεθερά του, την Τατία, και η Τατία έστησε (στ. 10) σκήπτρο και κατέθεσε κατάρες στον ναό δήθεν για να βρει το δίκιο της, για τη φήμη που είχε διαδοθεί, αν και γνώριζε την ενοχή της, οι θεοί τής επέβαλαν (στ. 15) τιμωρία από την οποία δεν μπόρεσε να ξεφύγει. Το ίδιο κι ο Σωκράτης, ο γιος της. Καθώς περνούσε από την είσοδο που οδηγεί στο άλσος (του ιερού), κρατώντας κλαδευτήρι για τα αμπέλια, (στ. 20) το κλαδευτήρι έπεσε από το χέρι του στο πόδι του κι έτσι χάθηκε με μονοήμερη τιμωρία. Μεγάλοι είναι λοιπόν οι θεοί στα Αζιτα. Ζήτησαν (στ. 25) να λυθούν / να ανακληθούν το σκήπτρο και οι κατάρες που έγιναν στον ναό. Τα πήραν πίσω τα παιδιά του Ιουκούνδου και του Μοσχίου και τα εγγόνια της Τατίας, η Σωκράτεια, ο Μοσχάς, (στ. 30) ο Ιουκούνδος και ο Μενεκράτης, κατευνάζοντας με κάθε τρόπο τους θεούς. Και από τώρα ευλογούμε (τους θεούς), αφού γράψαμε σε στήλη τις δυνάμεις / τα θαύματα των θεών.
επὶ Φαιδρίου άρχοντος, Ελαφηβολιώνος ογδόει, εκκλησί- | |
α εν τώι ιερώι τού Απόλλωνος· Διονύσιος Διονυσίου | |
αρχιθιασίτης είπεν· | |
επειδὴ Πάτρων Δωροθέου τών εκ τής συνόδου, επελθὼν | |
5 | επὶ τὴν εκκλησίαν καὶ ανανεωσάμενος τὴν υπάρχου- |
σαν αυτώι εύνοιαν εις τὴν σύν[ο]δον, καὶ ότι πολλὰς χρείας | |
παρείσχηται απροφασίστως, διατελεί δέ διὰ παντὸς κο[ι]- | |
νεί τε τεί συνόδωι λέγων καὶ πράττων τὰ συμφέροντ[α] | |
καὶ κατ’ ι<δί>αν εύνους υπάρχων εκάστωι τών πλοιζομέ[νων] | |
10 | εμπόρων καὶ ναυκλήρων, νύν [δ’ έτι] μαλλον επ<η>υξημέ- |
νης αυτής μετὰ τής τών θεών ευνοίας παρεκάλεσεν τὸ | |
κοινὸν εξαποστείλαι πρεσβείαν πρὸς τὸν δήμον τὸν Αθη- | |
ναίων όπως δοθη αυτοίς τόπος εν ωι κατασκευάσουσιν τέ- | |
μενος Hρακλέους τού πλείστων [αγαθ]ών παραιτίου γ[ε]- | |
15 | γονότος τοίς ανθρώποις, αρχηγού δέ τής πατρίδος υπά[ρ]- |
χοντος· αιρεθεὶς πρεσβευτὴς πρός τε τὴν βουλὴν καὶ | |
τὸν δήμον τὸν Αθηναίων, προθύμως αναδεξάμενος έ- | |
πλευσεν δαπανών εκ τών ιδίων εμφανίσας τε τὴν | |
τής συνόδου πρὸς τὸν δήμον εύνοιαν παρεκάλεσεν | |
20 | αυτὸν καὶ διὰ ταύτην τὴν αιτίαν επετελέσατο |
τὴν τών θιασιτών βούλησιν καὶ τὴν τών θεών τιμὴν <συνηύξησεν> | |
καθάπερ ήρμοττεν αυτώι· πεφιλανθρωπηκὼς δέ | |
καὶ πλείονας εν τοίς αρμόζουσιν καιροίς, είρηκεν | |
δέ καὶ υπέρ τής συνόδου εν τώι αναγκαιοτάτωι | |
25 | καιρώι τὰ δίκαια μετὰ πάσης προθυμίας καὶ φιλοτι- |
μίας καὶ εδέξατό τε τὸν θίασον εφ’ ημέρας δύο υπέρ | |
τού υού· 〚ΙΝ〛 ίνα ούν καὶ εις τὸν λοιπὸν χρόνον απαρά- | |
κλητον εαυτὸν παρασκευάζηι καὶ η σύνοδος φαί- | |
νηται φροντίζουσα τών διακειμένων ανδρών εις εαυ- | |
30 | τὴν ευνοικώς καὶ αξίας χάριτας αποδιδούσα τοίς |
ευεργέταις καὶ έτεροι πλείονες τών εκ τής τοίς συνό- | |
δου διὰ τὴν εις τούτον ευχαριστίαν ζηλωταὶ γί- | |
νωνται καὶ παραμιλλώνται φιλοτιμούμενοι | |
περιποιείν τι τεί συνόδωι· αγαθεί τύχει· | |
35 | δεδόχθαι τώι κοινώι τών Τυρίων Hρακλειστών |
εμπόρων καὶ ναυκλήρων επαινέσαι Πάτρωνα Δω- | |
ροθέου καὶ στεφανώσαι αυτὸν κατ’ ενιαυτὸν χρυ- | |
σώι στεφάνωι εν ταίς συντε[λου]μέναις θυσίαις | |
τώι Ποσειδώνι αρετής ένεκεν καὶ καλοκαγαθί- | |
40 | ας ἧς έχων διατελεί εις τὸ κοινὸν τών Τυρί- |
ων εμπόρων καὶ ναυκλήρων· αναθείναι δέ αυ- | |
τού καὶ εικόνα γραπτὴν εν τώι τεμένει τού | |
Hρακλέους καὶ αλλαχή ού άν αυτὸς βούληται· έσ- | |
τω δέ ασύμβολος καὶ αλειτούργητος εν ταίς | |
45 | γινομέναις συνόδοις πάσαις· επιμελές δέ έστω |
τοίς καθισταμένοις αρχιθιασίταις καὶ ταμίαις | |
καὶ τώι γραμματεί όπως εν ταίς γινομέναις θυ- | |
σίαις καὶ συνόδοις αναγορεύηται κατὰ ταύτην | |
τὴν αναγόρευσιν· η σύνοδος τών Τυρίων εμπό- | |
50 | ρων καὶ ναυκλήρων στεφανοί Πάτρωνα Δωροθέου |
ευεργέτην. αναγραψάτωσαν δέ τόδε τὸ ψή- | |
φισμα εις στήλην λιθίνην καὶ στησάτωσαν εν | |
τών τεμένει τού Hρακλέους· τὸ δέ εσόμενον ανάλωμ[α] | |
εις ταύτα μερισάτω ο ταμίας καὶ ο αρχιθιασίτης. | |
55 | επὶ αρχιθιασίτου |
Διονυσίου τού Διονυσίου, | |
ιερατεύοντος δέ | |
Πάτρωνος τού Δωροθέου. | |
ο δήμος | |
60 | ο Αθηναίων. |
η σύνοδος | |
τών Τυρίων | |
εμπόρων | |
καὶ ναυκλήρων. |
Πρόκειται για ένα ψήφισμα με το οποίο το σωματείο των Τυρίων Ηρακλειστών εμπόρων και πλοιοκτητών της Δήλου αποδίδει τιμές στο μέλος και ευεργέτη του σωματείου Πάτρωνα, γιο του Δωροθέου.
Το καθεστώς της Δήλου την εποχή κατά την οποία εκδόθηκε το ψήφισμα
Το έτος 166 π.Χ., με απόφαση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, η Δήλος απώλεσε την ανεξαρτησία της (314-166 π.Χ.) και περιήλθε ξανά υπό τον έλεγχο της Αθήνας, η οποία εκδίωξε τους Δηλίους και εγκατέστησε μια νέα κληρουχία (Στράβων 10.5.4). Η εξέλιξη αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της αλλαγής της ρωμαϊκής πολιτικής στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο μετά τον Γ’ Μακεδονικό Πόλεμο (172-168 π.Χ.).
Στο ιερό λιμάνι του Απόλλωνα παραχωρήθηκε ένα ειδικό καθεστώς ατελείας, με στόχο να πληγούν τα οικονομικά συμφέροντα της ανταγωνίστριας Ρόδου, η οποία δεν υποστήριξε την Ρώμη στο πόλεμο ενάντια στον Περσέα (Πολύβιος 30.31.9-10). Η ανακήρυξη της Δήλου σε ελεύθερο λιμάνι ερμηνεύεται κυρίως ως πολιτική ενέργεια, με σημαντικά, ωστόσο, επακόλουθα σε εμπορικό επίπεδο, καθώς το νησί αναδείχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα και πιο κοσμοπολίτικα εμπορικά κέντρα της Eλληνιστικής Oικουμένης (Παυσανίας 3.23.3 και 8.33.2).
Πράγματι, οι ξένοι έμποροι, εκμεταλλευόμενοι το καθεστώς ατελείας του νησιού, κατέφτασαν στην Δήλο από κάθε γωνιά του μεσογειακού κόσμου φέρνοντας μαζί τους τις δικές τους θρησκείες, κατασκευάζοντας ναούς για τους θεούς τους και ιδρύοντας ποικίλα σωματεία, προκειμένου να διαβιώσουν στο νέο τόπο εγκατάστασης σύμφωνα με τις συνθήκες που επιθυμούσαν.
Το σωματείο των Τυρίων Ηρακλειστών στη Δήλο
Ο σύλλογος των Τυρίων Ηρακλειστών αποτελεί έναν από τους πρώτους και πιο οργανωμένους συλλόγους που μαρτυρούνται στη Δήλο την εποχή εκείνη, μαζί με το επίσης φοινικοσυριακό σωματείο των Βυρητίων Ποσειδωνιαστών (βλ. ενδεικτικά I.Délos 1520). Το τιμητικό ψήφισμα για το μέλος και ευεργέτη, Πάτρωνα, αποτελεί τη μοναδική πηγή που διαθέτουμε για το σωματείο, παρέχοντάς μας πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή και την οργάνωσή του.
Μέσω της επωνυμίας του, προβάλλεται η Τύρος ως τόπος προέλευσης, τονίζεται ότι τα μέλη είναι αφοσιωμένα στη λατρεία του Ηρακλή-Μελκάρτ, πατρογονική λατρεία των Φοινίκων της Τύρου (Bruneau 1970: 409-410· Bonnet 2015: 486-489), ενώ τέλος, δηλώνεται ότι το σωματείο αποτελεί σκέπη για εμπόρους και ναυκλήρους, γεγονός το οποίο μαρτυρά έναν κοινό εμπορικό προσανατολισμό, πέραν από τους υφιστάμενους εθνικούς και θρησκευτικούς δεσμούς.
Χωρίς αμφιβολία, η ίδρυση του συλλόγου θα πρέπει να τοποθετηθεί σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης του ψηφίσματος (153/2 ή 149/8 π.Χ.· βλ. αναλυτικότερα ανωτ. “Χρονολόγηση”), καθώς πληροφορούμαστε ότι ο ευεργέτης Πάτρωνας είχε προσφέρει πολλές φορές κατά το παρελθόν τις υπηρεσίες του προς το κοινόν (στ. 4-7). Την χρονική στιγμή που εκδίδεται το ψήφισμα, το σωματείο, αν και σαφέστατα συνδέεται με το εμπορικό περιβάλλον της Δήλου, εντούτοις, δεν φαίνεται ακόμα να έχει κάποια ιδιοκτησία (στ. 1-2: εκκλησί|α εν τώι ιερώι τού Απόλλωνος· βλ. σχετικά Choix Délos I αρ. 85 σελ. 143· Vélissaropoulos 1980: 109).
Οι απαραίτητες ενέργειες για τη μόνιμη και επίσημη εγκατάσταση τους στη Δήλο πραγματοποιήθηκαν από τον Πάτρωνα, ο οποίος, ως πρεσβευτής του συλλόγου, ταξίδεψε στην Αθήνα και παρακάλεσε τη βουλήν και το δήμον των Αθηναίων να τους παραχωρηθεί χώρος στο νησί για την κατασκευή του ιερού τεμένους του Ηρακλή, καταφέρνοντας έτσι να εξασφαλίσει την απαιτούμενη έγκριση (στ. 10-22).
Τέτοιου είδους αίτημα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκατάσταση ενός ξένου σωματείου στην Δήλο και πρέπει πρώτα να εγκριθεί από τα αρμόδια όργανα της Αθήνας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι Τύριοι αναγνωρίζουν τα κυριαρχικά δικαιώματα που ασκούν οι Αθηναίοι επί του νησιού, ενώ από την άλλη πλευρά, η αποδοχή του αιτήματος εκ μέρους των Αθηναίων ισοδυναμεί με την επίσημη αναγνώριση της λατρείας και με την εδραίωση της παρουσίας του συλλόγου στο νέο τόπο φιλοξενίας. Το αίτημα των Τυρίων δεν αποτελεί κάτι το καινοφανές, αλλά αντίθετα εκλαμβάνεται ως το συνηθισμένο προκαταρκτικό στάδιο αυτής της διαδικασίας. Φαίνεται μάλιστα ότι υπήρχε μακρά παράδοση ξένων εμπόρων, οι οποίοι υποχρεούνταν να ζητούν άδεια από την εκάστοτε πόλη για την κατασκευή ναών ή πρακτορείων, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό των Κιτιέων εμπόρων, οι οποίοι αρκετά χρόνια πιο πριν είχαν ζητήσει να τους χορηγηθεί από την Αθήνα το δικαίωμα απόκτησης γης (έγκτησις) για την κατασκευή ιερού της Αφροδίτης (Ε42).
Σχετικά με την εσωτερική οργάνωση του σωματείου, τις περισσότερες φορές προσδιορίζεται με τον όρο σύνοδος (στ. 4, 6, 8, 19, 24, 28, 31-32, 34, 45, 48, 49, 61). Εμφανώς λιγότερες απαντά ο όρος κοινόν (στ. 7-8, 12, 35, 40), ενώ, μόλις μία φορά χαρακτηρίζεται ως θίασος (στ. 26) και τα μέλη του ως θιασίται (στ. 21).
Αυτό το τριμερές μοντέλο οργάνωσης ερμηνεύεται ως εξής: το κοινόν αποτελείται από το σύνολο των μελών του σωματείου των Τυρίων Hρακλειστών εμπόρων καὶ ναυκλήρων. Συνέρχεται σε συνεδριάσεις, για τις οποίες χρησιμοποιείται ο όρος εκκλησία, και διαπραγματεύεται όλα τα θεσμικά ζητήματα (Hasenohr 2007· Bonnet 2015: 483). Η σύνοδος αποτελεί ένα υποσύνολο εντός του σωματείου, με διαφορετική νομική υπόσταση σε σχέση με το κοινόν (Baslez 1977: 207-210· Baslez 1988: 143-145· McLean 1996: 191· McLean 1999· Bonnet 2015: 483-486). Πρόκειται για ένα σώμα μελών, το οποίο απαρτίζεται από τους παρόντες στο νησί τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που συνέρχονται ή συναντώνται. Με άλλα λόγια, σύνοδος είναι το παράρτημα του σωματείου που εδρεύει σε μία πόλη. Αντίστοιχη χρήση αυτής της ορολογίας συναντάμε και στα σωματεία των Διονυσιακών τεχνιτών του Ισθμού και της Νεμέας (Aneziri 2003: 56-65· Aneziri 2008: 219-220). Ο θίασος εκφράζει μια θρησκευτική ομάδα, η οποία συγκροτείται κυρίως για λατρευτικούς σκοπούς. Αποτελείται από τους θιασίτας, δηλαδή το σύνολο των μελών/πιστών στην προστάτιδα θεότητα του συλλόγου, οι οποίοι συμμετέχουν στα συμπόσια, στις θυσίες και στις εορτές (McLean 1999: 368).
Παράλληλα, στο πλαίσιο οργάνωσης του σωματείου παρατηρείται μια ποικιλία αξιωμάτων, τα οποία καταλαμβάνουν τα μέλη του. Κεφαλή της κοινότητας φαίνεται πως είναι ένας επώνυμος αρχιθιασίτης (στ. 2-3, 46, 54, 55-56), τον οποίο και θα πρέπει να φανταστούμε ως τον κοσμικό άρχοντα του κοινού, με διοικητικές και δικαστικές αρμοδιότητες (Poland 1909: 352-353· Baslez 1977: 228-229· McLean 1999: 369-370· Bonnet 2015: 485). Εξίσου σημαντικό αξίωμα είναι αυτό του επώνυμου ιερέα, το οποίο κατά το χρόνο έκδοσης του ψηφίσματος κατείχε ο ευεργέτης Πάτρωνας (στ. 57-58). Εύλογα υποθέτει κανείς ότι πρόκειται για τον θρησκευτικό καθοδηγητή του συλλόγου, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ομαλή τέλεση όλων των λατρευτικών δρώμενων και για γενικότερα ζητήματα που άπτονται της λατρείας. Επίσης, αναφέρεται ο γραμματέας (στ. 47) η θέση του οποίου ενδεχομένως σχετίζεται με τον τομέα της διοίκησης και της γραφειοκρατίας, ενώ τέλος, ο ταμίας (στ. 46, 54) έχει αρμοδιότητες οικονομικού χαρακτήρα και πιθανότατα διαχειρίζεται το κοινό ταμείο του συλλόγου.
Η συνολική εικόνα δείχνει ότι το κοινόν τών Τυρίων Hρακλειστών εμπόρων καὶ ναυκλήρων, αποτελεί μια ιδιαίτερα οργανωμένη και πολυδιάστατη εμπορική κοινότητα, η οποία λειτουργεί ως μικρογραφία πόλης. Επιπροσθέτως, η αποκλειστική χρήση της ελληνικής γλώσσας και των ελληνικών μοντέλων οργάνωσης, η interpretatio Graeca των πάτριων θεών, οι θρησκευτικές και τιμητικές πρακτικές, αποκαλύπτουν μια πλήρη γνώση του ελληνιστικού περιβάλλοντος (θεσμικού, γλωσσικού, θρησκευτικού) και την προσαρμογή του σωματείου σε αυτό. Τέλος, πρόκειται για έναν ιδιαίτερα ‘ζωντανό’, δραστήριο και οικονομικά εύρωστο οργανισμό, εντός του οποίου πραγματοποιούνται συνελεύσεις των μελών για την λήψη αποφάσεων, διοργανώνονται συμπόσια και θυσίες, χρηματοδοτούνται οικοδομικά προγράμματα και τιμώνται οι ευεργέτες του συλλόγου.
Όταν ο Φαιδρίας ήταν επώνυμος άρχοντας, την όγδοη μέρα του μήνα Ελαφηβολιώνα, κατά την διάρκεια συνέλευσης στο ιερό του Απόλλωνα· ο Διονύσιος, γιος του Διονυσίου, επικεφαλής του θιάσου, εισηγήθηκε: επειδή ο Πάτρωνας, γιος του Δωροθέου, ο οποίος αποτελεί μέλος της συνόδου, παρουσιάστηκε (στ. 5) στη συνέλευση και επιβεβαίωσε την υπάρχουσα καλή του θέληση προς τη σύνοδο, και επειδή έχει εκπληρώσει πολλά αναγκαία χωρίς δισταγμό, και συνεχίζει πάντα να μιλάει και να κάνει τα συμφέροντα τόσο για τον σύλλογο όσο και για τη σύνοδο, σύμφωνα με τη δική του υπάρχουσα καλή θέληση προς όλους τους εμπόρους και πλοιοκτήτες που πλέουν στη θάλασσα. (στ. 10) Και τώρα, έχοντας ακόμα περισσότερη καλή θέληση με την εύνοια των θεών, κάλεσε τον σύλλογο να αποστείλει πρεσβεία στο δήμο των Αθηναίων για να τους παραχωρήσει ένα χώρο για να χτίσουν το ιερό του Ηρακλή, την αιτία των μεγαλύτερων καλών (στ. 15) που συμβαίνουν στους ανθρώπους και ιδρυτή της πατρίδας μας. Εκλεγμένος πρεσβευτής στη βουλή και το δήμο των Αθηναίων, απέπλευσε, αναλαμβάνοντας πρόθυμα τα έξοδα από τους δικούς του πόρους και επιδεικνύοντας την καλή θέληση της συνόδου προς το δήμο. (στ. 20) Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εκπλήρωσε την θέληση των μελών του θιάσου και αύξησε την τιμή για του θεούς, όπως ακριβώς άρμοζε σε αυτόν. Επιπλέον, συμπεριφερόμενος συχνά με φιλανθρωπία τις κατάλληλες στιγμές, έχει μιλήσει επίσης με δίκαιο τρόπο για λογαριασμό της συνόδου τις πιο δύσκολες (στ. 25) στιγμές με κάθε προθυμία και φιλοτιμία, και δέχτηκε το θίασο για δύο ημέρες εκ μέρος του γιου του. Γι’ αυτό, για να μπορεί να προσφέρει και στο μέλλον χωρίς να του ζητηθεί και για να δείξει η σύνοδος ότι ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους που δείχνουν καλή θέληση απέναντί της (στ. 30) ανταποδίδοντας σε ευεργέτες τις χάρες που τους αρμόζουν, και για να γίνουν και άλλοι ζηλωτές της συνόδου λόγω των ευχαριστιών που δείχνει προς αυτό το πρόσωπο και για να μπορούν αυτοί που δείχνουν αγάπη για την τιμή να συναγωνιστούν για την εύνοια της συνόδου· με αγαθή την Τύχη· (στ. 35) να αποφασίσει ο σύλλογος των Τυρίων Ηρακλειστών εμπόρων και πλοιοκτητών να επαινέσει τον Πάτρωνα, γιο του Δωροθέου, και να τον στεφανώνει ετησίως με χρυσό στέφανο κατά την διάρκεια των θυσιών που συντελούνται προς τον Ποσειδώνα, λόγω της αρετής και της καλοσύνης (στ. 40) που συνεχίζει να έχει προς τον σύλλογο των Τυρίων εμπόρων και πλοιοκτητών. (Να αποφασίσει) επίσης, να του αφιερώσει μια γραπτή εικόνα στο ιερό του Ηρακλή και μια άλλη σε ένα άλλο μέρος, όπου επιθυμεί αυτός. Να είναι, επίσης, ελεύθερος από την καταβολή συνδρομών και από την ανάληψη υπηρεσιών σε (στ. 45) όλες τις συνόδους που λαμβάνουν χώρα. Και να φροντίζουν οι επικεφαλής του θιάσου και οι ταμίες και ο γραμματέας ώστε στις θυσίες που πραγματοποιούνται και τις συνόδους να ανακοινώνουν την εξής αναγόρευση: «η σύνοδος των Τυρίων εμπόρων (στ. 50) και πλοιοκτητών στεφανώνει τον ευεργέτη Πάτρωνα, γιο του Δωροθέου». Να αναγράψουν, επίσης, το συγκεκριμένο ψήφισμα σε λίθινη στήλη και να τη στήσου στο ιερό του Ηρακλή. Και να μοιραστούν τη δαπάνη (για τη στήλη) ο ταμίας και ο επικεφαλής του θιάσου. (στ. 55) Αυτό έγινε όταν επικεφαλής του θιάσου ήταν ο Διονύσιος, γιος του Διονυσίου, και ιερέας ο Πάτρωνας, γιος του Δωροθέου. Ο δήμος (στ. 60) των Αθηναίων· η σύνοδος των Τυρίων εμπόρων και πλοιοκτητών.
Καλλίμαχος | |
ο συγγενὴς καὶ επ̣ι̣- | |
στράτηγος καὶ στρα- | |
τηγὸς τής Ινδικής | |
5 | καὶ Ερυθρας θαλάσσης |
ήκω πρὸς τὴν κ[υ]ρίαν Ἶσιν | |
καὶ πεπόηκα τὸ προσκύνημα | |
τού κυρίου βασιλέως θεού νέου | |
Διον(ύσ)ου Φιλοπάτορος | |
10 | Φ̣ι̣λ̣αδέλφου |
(έτους) ιθ´, Παχὼν θ´. |
O Καλλίμαχος μας είναι γνωστός από αρκετές επιγραφές, ανάμεσα στις οποίες δύο ακόμη προσκυνήματα στον μεγάλο ναό της Ίσιδας στις Φίλες: το ένα από αυτά κάνει ο ίδιος και πάλι για τον Πτολεμαίο ΙΒ’ (I.Philae I 53), ενώ το άλλο κάνει ο Σαραπίων Δράκοντος για τον Καλλίμαχο και τα τέκνα του (I.Philae I 56). Ο Καλλίμαχος ανήκε σε μια σημαντική οικογένεια, που είχε και άλλα επιφανή μέλη (Hutmacher 1965: 2-13· David Thomas 1975: 107-109· Blasius 2001: 91-92, 94· McGing 2004).
Ως συγγενής του βασιλέα ο Καλλίμαχος φέρει τον υψηλότερο τιμητικό τίτλο της πτολεμαϊκής αυλής (Mooren 1977: 24-36· για τους τιμητικούς τίτλους των ελληνιστικών βασιλικών αυλών βλ. και Ε6 και Π6) και έχει ως εκ τούτου σημαντική θέση σε αυτή, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα σημαντικότατα αξιώματα που κατέχει.
Στο παρόν προσκύνημα, όπως και στα άλλα δύο (I.Philae I 53, 56) εμφανίζεται ως επιστράτηγος. Παρά τις διαφορετικές γνώμες που έχουν διατυπωθεί σχετικά με τη φύση και τις ακριβείς δικαιοδοσίες αυτού του υψηλού αξιώματος (για την ιστορία της έρευνας βλ. David Thomas 1975: 11-16), τυγχάνει κοινής αποδοχής η άποψη ότι η δημιουργία του είναι αποτέλεσμα των δυσκολιών της κεντρικής πτολεμαϊκής διοίκησης να ελέγξει την αιγυπτιακή χώρα και κυρίως τις απομακρυσμένες περιοχές της Άνω Αιγύπτου· το αξίωμα εμφανίζεται μετά το 187/6 π.Χ., όταν αποκαταστάθηκε η πτολεμαϊκή κυριαρχία στις περιοχές που είχαν αυτονομηθεί με την εξέγερση του 207/6 π.Χ., και –όπως προκύπτει από τον ίδιο τον τίτλο του αξιώματος– είχε υπό τον έλεγχό του στρατηγούς, δηλαδή τους επικεφαλής επιμέρους νομών της Αιγύπτου.
Ο Καλλίμαχος κατέχει, επίσης, το αξίωμα του στρατηγού τής Ινδικής καὶ Ερυθρας θαλάσσης. Το αξίωμα με αυτό τον τίτλο, που περιλαμβάνει τόσο την Ερυθρά όσο και την Ινδική, δημιουργείται από τον Πτολεμαίο ΙΒ’ (Mooren 1972: 132-133), ενώ υπάρχει ίσως ήδη νωρίτερα με άλλη μορφή. Ανεξάρτητα από το ακριβές περιεχόμενο του γεωγραφικού προσδιορισμού Ινδική (βλ. σημ. 136), ο σχετικός αξιωματούχος ήταν επιφορτισμένος σίγουρα με την επίβλεψη του εμπορίου από και προς την Αίγυπτο που περνούσε από τα παράλια της Ερυθράς θάλασσας. Καθώς η δημιουργία του αξιώματος αυτού με σκοπό τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων λαμβάνει χώρα σε μια χρονική στιγμή που το βασίλειο των Πτολεμαίων αντιμετωπίζει συρρίκνωση και (εσωτερικά/εξωτερικά) προβλήματα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι συμβάλλει στην ενίσχυση του κύρους της δυναστείας.
H λατρεία της Ίσιδας υπήρξε ιδιαίτερα αγαπητή στους κύκλους των Ελλήνων που εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο μετά τον Αλέξανδρο, ενώ συγχρόνως διαδόθηκε πολύ εκτός Αιγύπτου, όπου εξάλλου ήταν γνωστή ήδη από τους προελληνιστικούς χρόνους (το σχετικό υλικό έχει συγκεντρωθεί στα Vidman, SIRIS και Bricault 2001).
Η συγκεκριμένη επιγραφή, όπως και πολυάριθμα άλλα προσκυνήματα στην Ίσιδα προέρχονται από το κέντρο λατρείας της θεάς στον χώρο της Αιγύπτου, το μεγάλο ιερό στο νησάκι του Νείλου Φίλες. Τα περισσότερα από αυτά τα προσκυνήματα έχουν γραφτεί στον νότιο τοίχο του νότιου πυλώνα του ιερού, δηλαδή στo προαύλιο του ιερού που βρίσκεται εκτός του κυρίως ναού, και προέρχονται κυρίως από υψηλόβαθμους αξιωματούχους της Θηβαΐδας.
Στο συγκεκριμένο προσκύνημα, όπως και σε πολλά άλλα των Φιλών, η Ἶσις εμφανίζεται ως κυρία· πρόκειται για ένα από τα πολλά επίθετα που συνοδεύουν τη θεά και τα οποία συχνά υποδεικνύουν ιδιότητές της ή σύνδεσή της με άλλες θεότητες (Bricault 1996: 37-42). Το ίδιο επίθετο αποδίδεται στον στ. 8 του παρόντος προσκυνήματος στον θεοποιημένο Πτολεμαίο ΙΒ’.
H σύνδεση του Καλλιμάχου και της οικογένειάς τους με τη λατρεία της Ίσιδας δεν περιορίζεται στο προσκύνημα που αναλύουμε εδώ. Στον ναό της θεάς στις Φίλες καταγράφονται δύο προσκυνήματα γιων του Καλλιμάχου στην Ίσιδα που χρονολογούνται περί τα μέσα του 1ου αι. π.Χ. ή λίγο αργότερα (I.Philae I 57, 58). Εξάλλου, όπως ήδη αναφέραμε, ο ίδιος έχει κάνει (το ίδιο έτος και ημέρα) ένα ακόμη προσκύνημα αφιερωμένο και πάλι στον Πτολεμαίο ΙΒ’ στο συγκεκριμένο ιερό (Ι.Philae Ι 53), ενώ ένας Σαραπίων Δράκοντος κάνει προσκύνημα στην Ίσιδα για τον Καλλίμαχο και τα τέκνα του (I.Philae I 56, 51 π.Χ.). Γνωρίζουμε, τέλος, ότι ο Καλλίμαχος κατασκευάζει ένα ιερό της Ίσιδας (Ισιδείον) στην Πτολεμαΐδα, το οποίο μάλιστα ανακηρύσσεται ατελές και άσυλο (SB 3926, 46 π.Χ. –για τη χρονολόγηση βλ. Bingen 1970: 375).
Όσο γενικευμένη κι αν ήταν η λατρεία της Ίσιδας, η εκδήλωση ευσέβειας προς αυτή για λογαριασμό του βασιλέα από τον κατεξοχήν υπεύθυνο για την ασφάλεια της πτολεμαϊκής χώρας επιστράτηγο, είχε πιθανότατα μια ειδικότερη πολιτική σημασία και αποτελούσε ίσως μια επιδέξια ένδειξη εύνοιας προς το γηγενές στοιχείο και τις παραδόσεις του.
Ο Καλλίμαχος, συγγενής (του βασιλέα) και επιστράτηγος και στρατηγός της Ινδικής (στ. 5) και Ερυθράς θάλασσας, προσήλθα στην κυρία Ίσιδα και έκανα το προσκύνημα του κυρίου βασιλέα θεού νέου Διονύσου Φιλοπάτορα (στ. 10) Φιλαδέλφου. Έτος 19ο, 9η Παχών.
Ὁ δήμος ο Αθηνα[ίων] | |
βασίλισσαν Στρατον[ίκην] | |
βασιλέως Αρια(ρ)ά[θου] | |
αρετής ένεκεν καὶ ευνοίας | |
5 | τής εις εαυτὸν |
Αρτέμιδι, [Λητ]οί, Α(π)ό[λλωνι] |
Ανάθεση στη δηλιακή τριάδα Άρτεμη, Λητώ και Απόλλωνα ενός αγάλματος της βασίλισσας Στρατονίκης από το δήμο των Αθηναίων. Σκοπός της ανάθεσης αυτής ήταν να τιμηθεί η βασίλισσα για την αρετή της και την εύνοια που έδειξε προς το δήμο των Αθηναίων (πρβλ. την τιμητική επιγραφή του δήμου της Περγάμου για τη βασίλισσα Στρατονίκη: Müller 1991: 393-396).
Η ταυτότητα του τιμώμενου προσώπου
Η Στρατονίκη (περ. 203/192-134 π.Χ.) ήταν θυγατέρα του βασιλέα της Μεγάλης Καππαδοκίας Αριαράθη Δ΄ και, πιθανότατα, της σελευκιδικής καταγωγής Αντιοχίδος (Allen 1983: 202· αντίθετη άποψη διατυπώνει ο Müller 1991: 401-402). Υπήρξε σύζυγος του βασιλέα της Περγάμου Ευμένη Β’, μετά τον θάνατό του το 158/7 π.Χ. παντρεύτηκε τον αδελφό και διάδοχό του Άτταλο Β’, και ήταν πιθανότατα η μητέρα του τελευταίου Ατταλίδη βασιλέα Άτταλου Γ’ (Hopp 1977: 16-26 και σημ. 2).
Οι θεότητες
Οι δηλιακές θεότητες στις οποίες προσφέρεται το ανάθημα των Αθηναίων ήταν διαδεδομένες όχι μόνο στην Πέργαμο (Hansen 1971: 445-446), αλλά και στην ιδιαίτερη πατρίδα της Στρατονίκης. Στην Καππαδοκία, συγκεκριμένα, η Άρτεμη λατρευόταν με το επίθετο Ταυροπόλος (Στράβων 12.2.3), ενώ διάδοση γνώριζε και η λατρεία του Απόλλωνα με το επίθετο Αρχηγέτης (Στράβων 12.2.6· I.Tyana σελ. 375). Είναι μάλιστα πιθανόν οι δύο θεότητες να λατρεύονταν με αυτά τα επίθετα και στη Δήλο (για την πιθανή λατρεία της Αρτέμιδος Ταυροπόλου στη Δήλο, βλ. Bilde 2003· του Απόλλωνα Αρχηγέτου, Malkin 1986).
Το ιερό της Δήλου και η διεθνής διπλωματία
Στην εποχή κατά την οποία χρονολογείται η επιγραφή, δηλαδή πιθανότατα από το 167 π.Χ. και εξής, η Δήλος, χάρη στο προνομιακό καθεστώς ατέλειας που απολάμβανε, αναπτύχθηκε σε κομβικό σημείο για το διαμετακομιστικό εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου (Στράβων 10.5.4). Ως διεθνής εμπορικός πόλος εξελίχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο που φιλοξενούσε πολλές ξένες λατρείες (Bruneau 1970). Έγινε προσφιλής τόπος επίδειξης της ευσέβειας και της γενναιοδωρίας των ηγεμόνων προς τους θεούς, και τόπος ανέγερσης επιγραφών και ανάθεσης μνημείων προς τιμήν ηγεμόνων και άλλων επιφανών προσώπων (βλ. ενδεικτικά Bringmann – Ameling – Schmidt-Dounas 1995: 187-231 αρ. 117-193· Κotsidu 2000: 193-224 αρ. 120-148). Ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας του νησιού αποτελούσε εγγύηση ότι πράξεις αντάξιες δόξας και τιμής θα είχαν τη μέγιστη δημοσιότητα και απήχηση (Roussel 1987· Habicht 1995: 247-264).
Ο δήμος των Αθηναίων ανέθεσε στην Άρτεμη, τη Λητώ και τον Απόλλωνα το άγαλμα της βασίλισσας Στρατονίκης, κόρης του βασιλέως Αριαράθου, για την αρετή και την εύνοιά της προς αυτόν τον ίδιο.