μπροστινή πλευρά (recto)
(1η στήλη)
(1ο χέρι) | Απολ[λων]ίωι χαίρειν Δημήτριος. |
καλώς έχει ει αυτός τε έρρωσαι καὶ | |
ταλλα σοι κατὰ γνώμην εστίν. | |
καὶ εγὼ δέ καθάπ̣ε̣ρ̣ μ̣ο̣ι έγραψας | |
5 | προσέχειν ποιώ αυτὸ καὶ δέδεγμαι |
εκ χρ(υσίου) μ(υριάδας) ε Ζ καὶ κατεργασάμενος | |
απέδωκα. εδεξάμεθα δʼ άν καὶ | |
πολλαπλάσιο̣ν, αλλὰ καθά σοι καὶ | |
πρότερον έγραψα ότι οί τε ξένοι | |
10 | οι εισπλέοντες καὶ οι έμποροι καὶ οι |
εγδοχείς̣ κ̣αὶ άλλοι φέρουσιν τό τε | |
επιχώριο[ν] νόμισμα τὸ ακριβές καὶ | |
τὰ τρίχρυσα, ίνα καινὸν αυτοίς γέ- | |
νηται, κατὰ τὸ πρόσταγμα ό κε- | |
15 | λεύει ημα̣ς̣ λαμβ̣ά̣ν̣ειν κ̣α̣ὶ̣ κ[ατερ-] |
γάζε̣σ̣[θα]ι̣, Φιλαρέτου μ̣ε ο̣υ̣κ̣ ε̣- | |
ώντος δέχεσθαι, ουκ έχον[τ]ε̣ς̣ ε̣[πὶ] | |
τί̣ν̣α τὴν αναφο̣ρ̣ὰ̣ν̣ ποιησώ[με]θ̣α̣ | |
π̣ερὶ τούτων, ανα̣γ̣κ̣α̣ζ̣[όμεθ]ά̣ τ[ε] | |
20 | [τ]α̣ύ̣τα μὴ δέχεσθαι, οι δέ ά̣ν̣- |
θ̣[ρω]ποι αγανακ̣τούσιν ού[τε] επ̣[ὶ] | |
τραπεζών ούτε εις τὰ τ[ά]λ̣[αν-] | |
τα̣ ημών δεχομ[ένω]ν̣ ο̣ύ̣τε̣ δ̣υνά- | |
μενοι εις τὴν χώ̣ραν αποστέλλειν | |
25 | επὶ τὰ φορτία, αλ̣λὰ αργὸν φάσκουσ̣ι̣ν̣ |
έχειν τὸ χρυσίον καὶ βλάπτεσθαι ου- |
(2η στήλη)
κ ολίγα έξοθεν μεταπεπεμμένοι | |
καὶ ουδʼ άλλοις έχοντες ελάσσονος τιμής διαθέσθαι ευχερώς. | |
καὶ οι κατὰ πόλιν δέ πάντες τώι απο- | |
30 | τετριμμένωι χρυσίωι δυσχερώς χρώνται. |
ουδ̣εὶς γὰρ τούτων έχει ού τὴν αναφο- | |
ρὰν ποιησάμενος καὶ προσθείς τι κο- | |
μιείται ἢ καλὸν χρυσίον ἢ αργύριον | |
αντʼ αυτού. νύν μέν γὰρ τούτων τοι- | |
35 | ο̣ύ̣των όντων ορώ καὶ τὰς τού βασι- |
λέως προσόδους βλαπτομένας ου- | |
κ ολίγα. γέγραφα ούν σοι ταύτα ί- | |
να ειδήις καὶ εάν σοι φαίνηται ⟦ἢ⟧ τώι | |
βασιλεί γράψηις περὶ τούτων \καὶ/ ⟦ ̣⟧ εμοὶ | |
40 | επὶ τίνα τὴν αναφορὰν περὶ τούτων |
ποιώμαι. συμφέρειν γὰρ υπολαμβάνω | |
ε̣ὰ̣[ν] καὶ εκ τής έξοθεν χώρας χρυσίον | |
ότ̣ι̣ πλείστον εισάγηται καὶ τὸ νό- | |
μ̣ι̣σ̣μα τ̣[ὸ] τ̣[ο]ύ̣ [β]ασιλέως καλὸν καὶ | |
45 | καινὸν ήι διὰ παντός, ανηλώματ[ος] |
μηθενὸς γινομένου αυτώι. περὶ μέν | |
γ̣ά̣ρ̣ τινων ὡς ημίν χρώνται ου καλώς | |
ε̣ί̣̣̓εν γράφειν̣, α̣λ̣λ̣ʼ ὡ̣ς̣ ά̣ν̣ παραγένηι α- | |
κ̣ο̣ύ̣σ̣ε̣ι̣[ς -ca.?- ] γ̣ρ̣ά̣- | |
50 | ψον μοι περὶ τούτων ίνα ούτω ποιώ. |
έρρωσο. | |
(έτους) κη, Γ̣ο̣ρ̣πιαίου ιε. |
πίσω πλευρά (verso)
Απολλωνίωι. | |
(2ο χέρι, αριστερά) | Δημητρίου |
Πρόκειται για μια υπηρεσιακή επιστολή του αξιωματούχου Δημήτριου (Pros.Ptol. Ι 68), ο οποίος, όπως φαίνεται, είναι ο υπεύθυνος του νομισματοκοπείου της Αλεξάνδρειας, προς τον Απολλώνιο, που υπήρξε διοικητής του Πτολεμαίου Β’ Φιλαδέλφου, δηλαδή επικεφαλής της οικονομικής διοίκησης που είχε έδρα την Αλεξάνδρεια (Pros.Ptol. I 16· Orrieux 1985: 171-176· Ameling 1996: 843), σχετικά με τα χρυσά νομίσματα του Πτολεμαίου Β΄. Ανήκει στο αρχείο του Ζήνωνα, ο οποίος ήταν οικονόμος του διοικητή Απολλωνίου. Το αρχείο αυτό περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο την αλληλογραφία των δύο ανδρών (P.Cair.Zen.).
Ο Απολλώνιος ήταν ένας ιδιαίτερα ισχυρός άνδρας. Εκτός από διοικητής, ήταν έμπορος και επιχειρηματίας με δραστηριότητες που εκτείνονταν στην Παλαιστίνη, την Κοίλη Συρία (σημερ. Ιορδανία) και τα παράλια της Μ. Ασίας. Διέθετε δικό του εμπορικό στόλο, καθώς και πολύ μεγάλες εκτάσεις γης, τις οποίες του είχε παραχωρήσει ως δωρεά ο Πτολεμαίος Β’. Φαίνεται ότι κατείχε το αξίωμα του διοικητή περίπου από το 268/7 π.Χ. ως και το τέλος της βασιλείας του Φιλαδέλφου το 246 π.Χ. Υπάρχουν ενδείξεις ότι μετά την ενθρόνιση του Ευεργέτη απομακρύνθηκε από τη θέση του και στερήθηκε την περιουσία που του είχε δωρηθεί (P.Cair.Zen. III 59366).
Αν δεχθούμε την άναγνωση Φιλαρέτου δέ στον στ. 16, που προτάθηκε αρχικά από τον Reinach (1928: 191-193) και έγινε δεκτή από τους περισσότερους μελετητές εφεξής, ο Δημήτριος παρουσιάζεται να παραπονιέται ότι ένας άλλος αξιωματούχος, ο Φιλάρετος, δεν του επιτρέπει να δέχεται τα χρυσά νομίσματα και ότι ο ίδιος δεν ξέρει πού να αποταθεί. Ο Φιλάρετος θα πρέπει να κατείχε ανώτερο αξίωμα από το Δημήτριο, δεν γνωρίζουμε, ωστόσο, ποια ήταν η θέση του, καθώς δεν μνημονεύεται πουθενά αλλού αξιωματούχος με το συγκεκριμένο όνομα. Πιθανότατα οι σχέσεις του με το Δημήτριο να μην ήταν οι καλύτερες, όπως αφήνει να διαφανεί τόσο η διαμαρτυρία του ίδιου του Δημητρίου, όσο και η νύξη που κάνει στο τέλος της επιστολής για την άσχημη μεταχείριση που δέχεται από κάποια άτομα (στ. 46-49).
Ο Δημήτριος αντιμετωπίζει προβλήματα στην εφαρμογή ενός διατάγματος που επέβαλε την υποχρεωτική μετατροπή των χρυσών νομισμάτων σε νέα (στ. 9-13). Ενώ έχει ήδη ξανακόψει σε νέο νόμισμα 57.000 χρυσά νομίσματα, ένας αξιωματούχος, ο Φιλάρετος (;), αν δεχθούμε τη συγκεκριμένη ανάγνωση του στ. 16, του απαγορεύει να συνεχίσει. Αυτά που δεν είχε καταστεί δυνατόν να ανταλλαχθούν είναι το επιχώριον νόμισμα και τα τρίχρυσα που έφερναν μαζί τους οι ξένοι που έρχονταν στην Αλεξάνδρεια διά θαλάσσης, οι έμποροι καὶ οι εγδοχείς καὶ άλλοι.
Ωστόσο, σε ένα πρόσφατο άρθρο της η Κ. Παναγοπούλου (Panagopoulou 2016: 179-190), προτιμά για τον στ. 16 την ανάγνωση φιάλας τούδε, την οποία είχε υποστηρίξει αρχικά ο Edgar (Sel.Pap. II 409), και προτείνει μια διαφορετική ερμηνεία του κειμένου. Σύμφωνα με την ανάγνωση αυτή, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Δημήτριος δεν είναι ότι δεν κατέστη δυνατή η μετατροπή των νομισμάτων σε νέα, όπως ορίζει το διάταγμα, εξαιτίας της απαγόρευσης κάποιου αξιωματούχου, αλλά ότι το διάταγμα δεν του επιτρέπει να δεχθεί και να μετατρέψει σε νέο νόμισμα τις χρυσές φιάλες [φιάλας τούδε (= του διατάγματος) ο̣υ̣κ̣ ε̣ώντος δέχεσθαι] που επίσης φέρνουν οι ξένοι για να τις ανταλλάξουν.
Οι ξένοι αυτοί δεν είναι απαραίτητο να προέρχονται, όπως έδειξε ο Le Rider 1986: 50-51, μόνο από τις εξωτερικές κτήσεις των Πτολεμαίων∙ ο Δημήτριος πιθανότατα αναφέρεται σε όλους τους εμπόρους που κατέφθαναν μέσω της θάλασσας στην Αλεξάνδρεια. Για όλους αυτούς επιχώριον νόμισμα είναι εκείνο που κυκλοφορούσε στην πατρίδα τους. Τα νομίσματα που κυκλοφορούν εκείνη την περίοδο σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο –νομίσματα στον τύπο του Αλεξάνδρου ή του Λυσιμάχου, στατήρες του Αντιγόνου Γονατά και των Σελευκιδών– ακολουθούσαν τον αττικό σταθμητικό κανόνα. Συνεπώς, το επιχώριον νόμισμα των ξένων που καταφθάνουν στην Αλεξάνδρεια είναι, κατά ένα μέρος τουλάχιστον, αττικού σταθμητικού κανόνα.
Όσοι αντίθετα έρχονταν από περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχο των Πτολεμαίων ή αποτελούσαν εξωτερικές κτήσεις τους θα είχαν κυρίως νομίσματα πτολεμαϊκά, μεταξύ των οποίων και τα τρίχρυσα. Ως τρίχρυσα αναφέρονται τα χρυσά νομίσματα βάρους 18 γρ. περίπου που άρχισε να κόβει ο Πτολεμαίος Α’ Σωτήρας. Τα τρίχρυσα συνέχισαν να κόβονται και κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Πτολεμαίου Β’. Ωστόσο, ανάμεσα στο 270-260 π.Χ. εμφανίζονται νέα χρυσά νομίσματα, οκτάδραχμα (βάρους μικρότερου από 28 γρ. κι όχι 28,8 γρ. όπως θα αναμενόταν) και τετράδραχμα, που φέρουν ως εμπροσθότυπο τα ενωμένα πορτραίτα του Πτολεμαίου Α’ και της Βερενίκης με την επιγραφή ΘΕΩΝ και ως οπισθότυπο τα ενωμένα πορτραίτα του Πτολεμαίου Β’ και της Αρσινόης Β’ με την επιγραφή ΑΔΕΛΦΩΝ, ενώ γύρω στο 261/0 π.Χ. αρχίζουν να κόβονται και χρυσά οκτάδραχμα που έφεραν ως εμπροσθότυπο το πορτραίτο της Αρσινόης Β’ και ως οπισθότυπο διπλό κέρας Αμαλθείας. Τα οκτάδραχμα αποκαλούνται μναίεια, δηλαδή η αξία τους ισοδυναμεί με 100 αργυρές δραχμές, παρόλο που το βάρος τους είναι μειωμένο (ως οκτάδραχμα θα έπρεπε να ισοδυναμούν με 80 αργυρές δραχμές), ενώ τα τετράδραχμα καλούνται αντιστοίχως πεντηκοντάδραχμα∙ το νέο νόμισμα καθιερώνει πλέον τη σχέση χρυσού-αργύρου στο 1:13 περίπου (Le Rider – de Callataÿ 2006: 149-153).
Το διάταγμα στο οποίο αναφέρεται ο Δημήτριος αφορά, συνεπώς, την υποχρεωτική ανταλλαγή των νομισμάτων τα οποία έφερναν οι ξένοι που έφθαναν στην Αλεξάνδρεια (νομίσματα αττικού σταθμητικού κανόνα και τρίχρυσα) με τα νέας κοπής μναίεια. Επιπλέον, πρέπει να αφορά και τα τρίχρυσα που κυκλοφορούσαν στην ίδια την Αλεξάνδρεια, όπως φαίνεται από το ότι και οι Αλεξανδρείς διαμαρτύρονται γιατί δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα παλιά νομίσματά τους (στ. 29-33). Αυτά τα νομίσματα έπρεπε να παραδοθούν στις αρμόδιες αρχές, όπως το νομισματοκοπείο της Αλεξάνδρειας, όπου θα ανταλλάσσονταν με νέο νόμισμα. Συνεπώς, σύμφωνα με το πρόσταγμα όλες οι συναλλαγές στην Αίγυπτο έπρεπε να γίνονται αποκλειστικά με πτολεμαϊκό νόμισμα νέας κοπής∙ η κυκλοφορία των ξένων νομισμάτων ήταν απαγορευμένη.
Αλλά και ο Πτολεμαίος Α’ Σωτήρας φαίνεται ότι είχε επιβάλει με ανάλογο διάταγμα την υποχρεωτική ανταλλαγή των ξένων νομισμάτων, που έφθαναν στην Αίγυπτο, με πτολεμαϊκά νομίσματα. Ηδη από το 300 π.Χ. τα αττικού σταθμητικού κανόνα νομίσματα εξαφανίζονται από την κυκλοφορία τόσο στην Αίγυπτο όσο και στις περιοχές που βρίσκονται υπό άμεσο πτολεμαϊκό έλεγχο (Le Rider – de Callataÿ 2006: 99-103, 112-114· πρβλ. παραπ. με σημ. 193, 194). Γενικά, η υποχρεωτική ανταλλαγή των ξένων νομισμάτων και η επιβολή αποκλειστικής κυκλοφορίας του εγχώριου νομίσματος δεν αποτελεί πρωτότυπο μέτρο: ήδη κατά τον 5ο αι. π.Χ. η Αθήνα είχε αποπειραθεί να επιβάλει την αποκλειστική κυκλοφορία του νομίσματός της στο πλαίσιο της συμμαχίας της (Meiggs – Lewis, GHI 45∙ η χρονολόγηση του συγκεκριμένου ψηφίσματος δεν είναι αξιόπιστη και το μέτρο δεν είχε καμία απολύτως επιτυχία), ενώ και κατά τον 4ο αι. π.Χ. η Ολβία με ψήφισμά της επέβαλε να γίνονται όλες οι τοπικές συναλλαγές με το δικό της νόμισμα. Αυτό που αποτελoύσε καινοτομία του Φιλαδέλφου ήταν η υποχρεωτική ανταλλαγή και επομένως απόσυρση των τρίχρυσων, δηλαδή των παλαιών πτολεμαϊκών νομισμάτων. Φαίνεται ότι ο Πτολεμαίος Φιλάδελφος άφησε να μεσολαβήσει ένα χρονικό διάστημα ανάμεσα στην κοπή του νέου νομίσματος (270-260 π.Χ.) και στην έκδοση του διατάγματος, προκειμένου είτε να υπάρχει νέο νόμισμα σε επαρκή ποσότητα ή να φθαρεί το παλαιό (Le Rider 1986: 51).
Σύμφωνα με το Δημήτριο, ο οποίος συντάσσει την επιστολή, ένας άλλος –μάλλον ανώτερος– αξιωματούχος (o Φιλάρετος;) δεν του επιτρέπει να δέχεται τα χρυσά νομίσματα, τα οποία επιπλέον δεν δέχονται ούτε οι τράπεζες. Κατά συνέπεια τόσο οι ξένοι που φτάνουν στην Αλεξάνδρεια, όσο και οι ίδιοι οι Αλεξανδρείς διαμαρτύρονται, γιατί δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χρυσά τους νομίσματα για τις συναλλαγές τους. Η αιτία της απαγόρευσης του Φιλαρέτου, δυστυχώς, δεν αναφέρεται ή βρίσκεται στο τμήμα του παπύρου που δεν έχει αποκατασταθεί∙ το ότι το πρόσταγμα του Φιλαδέλφου πρέπει να ήταν σχετικά πρόσφατο ίσως εξηγεί ως ένα σημείο τις δυσκολίες που προέκυψαν. Αντίθετα, σύμφωνα με την πρόσφατη ερμηνεία της Κ. Παναγοπούλου, αιτία των διαμαρτυριών ήταν ότι οι χρυσές φιάλες που διέθεταν οι ξένοι δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν και να ανταλλαχθούν με νομίσματα είτε επειδή το διάταγμα το απαγόρευε, είτε επειδή υπήρχε ασάφεια ως προς αυτό το θέμα (Panagopoulou 2016: 185, 188).
Το αίτημα του Δημητρίου προς τον Απολλώνιο είναι να τον πληροφορήσει σχετικά με το σε ποιον πρέπει να αποταθεί ώστε να επιλυθεί το όλο ζήτημα. Προκειμένου μάλιστα να πείσει για τη σοβαρότητα της κατάστασης και την ανάγκη να ικανοποιηθεί το αίτημά του, υποστηρίζει ότι υφίστανται σημαντική ζημία οι πρόσοδοι του βασιλέα (στ. 34-38), κάτι που αποτελεί συνηθισμένο μοτίβο στις αιτήσεις (La’da – Papathomas 2003).
Καθώς οι Πτολεμαίοι είχαν επιβάλει την ισοτιμία των ελαφρύτερων νομισμάτων τους με τα αττικού βάρους νομίσματα (βλ. παραπ. σημ. 191, 192) και σύμφωνα με το διάταγμα οι ξένοι που έρχονταν στην Αλεξάνδρεια αναγκάζονταν να ανταλλάξουν τα βαρύτερα νομίσματά τους με τα ελαφρύτερα πτολεμαϊκά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πτολεμαϊκό κράτος αντλούσε σημαντικό οικονομικό όφελος. Ο Δημήτριος μάλιστα αναφέρει και άλλες παραμέτρους οφέλους από αυτήν την πολιτική (στ. 41-45): Ηταν ιδιαίτερα συμφέρον για τον βασιλέα να εισάγεται από το εξωτερικό όσο το δυνατόν περισσότερος χρυσός, και ταυτόχρονα το πτολεμαϊκό νόμισμα (που κόβεται μετά από λιώσιμο των εισαγόμενων νομισμάτων) να είναι πάντα καινούριο και καλό με τρόπο ανέξοδο για τον ίδιο τον Πτολεμαίο. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς όλοι αυτοί οι ξένοι δεν αισθάνονταν ζημιωμένοι από την υποχρεωτική ανταλλαγή, αλλά αντίθετα εμφανίζονται στην επιστολή του Δημητρίου να διαμαρτύρονται, επειδή η ανταλλαγή δεν είναι εφικτή και δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα νομίσματά τους για να αγοράσουν προϊόντα (στ. 20-28).
Η απάντηση είναι απλή. Από τη μια μεριά η ζωή στην Αίγυπτο ήταν πολύ φθηνότερη από ό,τι στον υπόλοιπο ελληνιστικό κόσμο∙ οι ξένοι έμποροι μπορούσαν να αγοράσουν στην Αίγυπτο περισσότερα αγαθά με ένα πτολεμαϊκό τετράδραχμο από ό,τι με ένα αττικού βάρους εκτός της Αιγύπτου. Συνεπώς, δεν ζημιώνονταν από την ανταλλαγή των νομισμάτων. Αντίθετα, γνώριζαν ότι θα έχουν μεγάλο κέρδος από την πώληση των προϊόντων που αγόραζαν στην Αίγυπτο (Le Rider – de Callataÿ 2006: 146-148). Από την άλλη, δεν είχαν κανένα λόγο να κρατήσουν και να μεταφέρουν εκτός της Αιγύπτου τα ελαφρύτερα πτολεμαϊκά νομίσματα, γιατί έτσι θα είχαν μεγάλη ζημία. Τα ξόδευαν, λοιπόν, στην Αίγυπτο αγοράζοντας προϊόντα. Αυτό εξηγεί και την σχεδόν παντελή έλλειψη πτολεμαϊκών νομισμάτων από θησαυρούς που βρέθηκαν σε περιοχές όπου επικρατούσαν τα αττικού βάρους νομίσματα, κυρίως στη Μ. Ασία και την Ανατολή. Πιθανότατα οι Πτολεμαίοι δεν χρειάσθηκε να απαγορεύσουν με κάποιο πρόσταγμα την εξαγωγή των νομισμάτων τους, καθώς λόγω του μικρότερου βάρους τους δεν υπήρχε η τάση να μεταφέρονται εκτός της επικράτειάς τους.
Συμπερασματικά, το πτολεμαϊκό νομισματικό σύστημα παρουσιάζει μεγάλη πρωτοτυπία. Οι Πτολεμαίοι υιοθέτησαν για τα νομίσματά τους ένα σταθμητικό κανόνα ελαφρύτερο από αυτόν που χρησιμοποιούνταν στον υπόλοιπο ελληνιστικό κόσμο, καθιέρωσαν μια διαφορετική σχέση χρυσού-αργύρου και επέβαλαν την υποχρεωτική ανταλλαγή των ξένων νομισμάτων με νομίσματα δικής τους κοπής στην επικράτειά τους, πράγμα που σήμαινε τον αποκλεισμό τους από την αγορά και την αποκλειστική κυκλοφορία σε ολόκληρο το βασίλειο του πτολεμαϊκού νομίσματος. Kύριος λόγος που οδήγησε τον Σωτήρα και τους διαδόχους του να υιοθετήσουν αυτό το ιδιότυπο νομισματικό σύστημα φαίνεται ότι είναι η δημιουργία μιας χωριστής οικονομικής ζώνης, κλειστής σε ανεξέλεγκτες εξωτερικές επιδράσεις που μπορούσαν ενδεχομένως να οδηγήσουν σε πληθωρισμό και άνοδο των τιμών (Mørkholm 1991: 66). Ουσιώδη ρόλο έπαιζε μάλλον και το γεγονός ότι η ισοτιμία του ελαφρύτερου νομίσματoς με ένα βαρύτερο εξασφάλιζε οικονομία σε πολύτιμο μέταλλο, όπως επιβεβαιώνεται και από τα αποθέματα μετάλλων –ιδίως αργύρου– στις πτολεμαϊκές περιοχές (Jenkins 1967: 66· βλ. αντίθετα Le Rider 1986: 46-47). Έχοντας επιβάλει κρατικό μονοπώλιο στα κυριότερα προϊόντα, οι Πτολεμαίοι ήταν αυτοί που καρπώνονταν τα κέρδη από το εμπόριο. Προκειμένου να εξασφαλίσουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, προσπαθούσαν να κρατήσουν με διάφορα μέτρα σε χαμηλό επίπεδο το κόστος των προϊόντων, ώστε αυτά να έχουν τελικά χαμηλές και ανταγωνιστικές τιμές, κάτι που θα προσέλκυε τους ξένους εμπόρους στην Αίγυπτο και θα γέμιζε τα ταμεία τους με χρήμα.
(μπροστινή πλευρά) Ο Δημήτριος χαιρετά τον Απολλώνιο. Αν ο ίδιος υγιαίνεις και τα υπόλοιπα είναι σύμφωνα με τις επιθυμίες σου, έχει καλώς. Και εγώ παρακολουθώ τις εργασίες, όπως μου έγραψες, (στ. 5) και παρέλαβα 57000 χρυσά νομίσματα, τα οποία αφού τα έκοψα ξανά σε νόμισμα τα επέστρεψα. Θα μπορούσαμε να δεχτούμε και πολλαπλάσια ποσότητα, αλλά, όπως σου έγραψα και πρωτύτερα, οι ξένοι (στ. 10) που έρχονται εδώ διά θαλάσσης και οι έμποροι και οι μεσίτες και άλλοι φέρνουν και το τοπικό τους νόμισμα από καθαρό μέταλλο και τα τρίχρυσα για να μετατραπούν σε νέο νόμισμα γι’ αυτούς, σύμφωνα με το διάταγμα (στ. 15) που μας προστάζει να τα δεχόμαστε και να τα ξανακόβουμε· καθώς όμως ο Φιλάρετος (;) δεν μου επιτρέπει να τα δέχομαι, επειδή δεν έχουμε σε ποιον να αποταθούμε για το ζήτημα αυτό, αναγκαζόμαστε (στ. 20) να μην δεχόμαστε… Και οι άνθρωποι αγανακτούν, επειδή ούτε οι τράπεζες ούτε εμείς δεχόμαστε το χρυσό τους για…, ούτε μπορούν να το στείλουν στη χώρα (στ. 25) για να αγοράσουν εμπορεύματα, αλλά ισχυρίζονται ότι ο χρυσός τους μένει αχρησιμοποίητος και υφίστανται όχι μικρή ζημία, αφού έχουν ζητήσει να τους σταλεί από το εξωτερικό και δεν μπορούν να το διαθέσουν εύκολα σε άλλους ακόμη και σε χαμηλότερη τιμή. Και όλοι οι κάτοικοι της πόλης (στ. 30) δύσκολα χρησιμοποιούν το φθαρμένο χρυσό τους. Γιατί κανείς από αυτούς δεν γνωρίζει πού να αποταθεί και πληρώνοντας κάτι παραπάνω να λάβει σε αντάλλαγμα ή καλό χρυσό ή ασήμι. Τώρα, καθώς τα πράγματα (στ. 35) είναι έτσι, βλέπω και τις προσόδους του βασιλέα να υφίστανται μεγάλη ζημία. Σου τα έχω γράψει λοιπόν αυτά, για να τα γνωρίζεις και, αν σου φαίνεται καλό, να γράψεις στον βασιλέα σχετικά με αυτό το ζήτημα και σε εμένα (στ. 40) σε ποιον να αναφερθώ σχετικά με αυτά. Γιατί θεωρώ ότι θα είναι συμφέρον, αν εισαχθεί όσο το δυνατόν περισσότερο χρυσάφι από το εξωτερικό και το νόμισμα του βασιλέα είναι πάντοτε καλό και (στ. 45) καινούριο, χωρίς να επιβαρύνεται ο ίδιος από οποιαδήποτε έξοδα. Τώρα, σχετικά με τον τρόπο που κάποιοι μας συμπεριφέρονται, θα ήταν καλό να μην σου γράψω, αλλά όταν φτάσεις θα ακούσεις…. (στ. 50) Γράψε μου σχετικά με αυτά τα ζητήματα, για να ενεργώ ανάλογα. Να είσαι καλά. 28ο έτος, 15 Γορπιαίου. (πίσω πλευρά) Προς τον Απολλώνιο. Από τον Δημήτριο.
fr. a | Θ ε ο ί. |
επὶ Πειθιδήμου άρχοντος επὶ τής Ερεχθείδος δευτέρας π- | |
[ρ]υτανείας· vacat | |
Μεταγειτνιώνος ενάτει ισταμένου, ενάτει τής πρυτανεί- | |
5 | ας· εκκλησία κυρία· τών προέδρων επεψήφιζεν Σώστρατος Κ- |
αλλιστράτου Ερχιεὺς καὶ συμπρόεδροι· vvv έδοξεν τώι δή- | |
μωι· vvv Χρεμωνίδης Ετεοκλέους Αιθαλίδης είπεν· επειδὴ | |
πρότερομ μέν Αθηναίοι καὶ Λακεδαιμόνιοι καὶ οι σύμμαχ- | |
οι οι εκατέρων φιλίαν καὶ συμμαχίαν κοινὴν ποιησάμενο- | |
10 | ι πρὸς εαυτοὺς πολλοὺς καὶ καλοὺς αγώνας ἠγωνίσαντο με- |
τ’ αλλήλων πρὸς τοὺς καταδουλούσθαι τὰς πόλεις επιχειρ- | |
ούντας, εξ ων εαυτοίς τε δόξαν εκτήσαντο καὶ τοίς άλλ[ο]ις | |
Ἕλλησιν παρεσκεύασαν τὴν ελευθερίαν· καὶ νύν δέ κ[α]ιρών | |
καθειληφότων ομοίων τὴν Ελλάδα πασαν διὰ το[ὺς κ]αταλύε- | |
15 | ιν επιχειρούντας τούς τε νόμους καὶ τὰς πατρίους εκάστ- |
οις πολιτείας ό τε βασιλεὺς Πτολεμαίος ακολούθως τεί τ- | |
ών προγόνων καὶ τεί τής αδελφής προ[α]ιρέσει φανερός εστ- | |
ιν σπουδάζων υπέρ τής κοινής τ[ών] Ελλήνων ελευθερίας· κ̣αὶ | |
ο δήμος ο Αθηναίων συμμαχία[ν] ποιησάμενος πρὸς αυτὸν καὶ | |
20 | τοὺς λοιποὺς Ἕλληνας εψήφισται παρακαλείν επὶ τὴν αυτὴ- |
ν προαίρεσιν· ὡσαύτως δέ καὶ Λακεδαιμόνιοι φίλοι καὶ σύμ- | |
μαχοι τού βασιλέως όντες Πτολεμαίου καὶ πρὸς τὸν δήμον τ- | |
ὸν Αθηναίων εισὶν εψηφισμένοι συμμαχίαν μετά τε Ἠλείων | |
καὶ Αχαιών καὶ Τεγεατών καὶ Μαντινέων καὶ Ὀρχομενίων κα- | |
25 | ὶ Φια[λέων] καὶ Καφυέων καὶ Κρηταέων όσοι εισὶν εν τεί συμμ- |
[αχίαι τ]εί Λακεδαιμονίων καὶ Αρέως καὶ τών άλλων συμμάχω- | |
[ν καὶ] πρέσβεις απὸ τών συνέδρων απεστάλκασιν πρὸς τὸν δή- | |
[μ]ον καὶ οι παραγεγονότες παρ’ αυτών εμφανίζουσιν τήν τε Λ- | |
ακεδαιμονίων καὶ Αρέως καὶ τών άλλων συμμάχων φιλοτιμί- | |
30 | αν, ήν έχουσιν πρὸς τὸν δήμον, καὶ τὴν περὶ τής συμμαχίας ομολ- |
ογίαν ήκουσι κομίζοντες· όπως άν ούν κοινής ομονοίας γενομ- | |
ένης τοίς Ἕλλησι πρός τε τοὺς νύν ἠδικηκότας καὶ παρεσπον- | |
δηκότας τὰς πόλεις πρόθυμοι μετὰ τού βασιλέως Πτολεμαίου | |
καὶ μετ’ αλλήλων υπάρχωσιν αγωνισταὶ καὶ τὸ λοιπὸν μεθ’ ομον– | |
35 | οίας σώιζωσιν τὰς πόλεις· vvvv αγαθεί τύχει δεδόχθαι τώ[ι δ]- |
ήμωι τὴμ μέν φιλίαν καὶ τὴν συμμαχίαν είναι Αθηναίοις κ[αὶ] | |
Λακεδαιμονίοις καὶ τοίς βασιλεύσιν τοίς Λακεδαιμον[ίων] | |
καὶ Ἠλείοις καὶ Αχαιοίς καὶ Τεγεάταις καὶ Μαντινεύσ[ιν κα]- | |
ὶ Ὀρχομενίοις καὶ Φιαλεύσιν καὶ Καφυεύσιν καὶ Κρητ[αεύσι]- | |
40 | ν όσοι εν τεί συμμαχίαι εισὶν τεί Λακεδαιμονίων κα[ὶ Αρέως] |
καὶ τοίς άλλοις συμμάχοις κυρίαν εις τὸν άπαντα [χρόνον, ήν] | |
ήκουσι κομίζοντες οι πρέσβεις· καὶ αναγράψα[ι αυτὴν τὸν γρ]- | |
αμματέα τὸν κατὰ πρυτανείαν εν στήληι χαλκ[ήι καὶ στήσαι ε]- | |
ν ακροπόλει παρὰ τὸν νεὼ τής Αθηνας τής Πο[λιάδος. ομόσαι δέ] | |
45 | [τὰ] αρχεία τοίς πρέσβεσιν τοίς παραγεγο[νόσιν παρ’ αυτών τὸ]- |
[ν όρκον τὸ]ν περὶ τής συμμαχίας κατὰ τὰ [πάτρια· v τοὺς δέ κεχε]- | |
fr. d | [ιρο]τον[ημένους] υπὸ τού δήμου πρ[έσβ]ε[ις αποπέμψαι οίτινες το]- |
[ὺς ό]ρκους απολ[ήψονται παρὰ] τ̣ώ̣[ν λοιπών Ελλήνων· vv χειροτο]- | |
[ν]ήσαι δέ καὶ συνέδρους [δύο τὸν δήμον αυτίκα μάλα εξ Αθηναίω]- | |
50 | ν απάντων οίτινες μετά τε Αρέω[ς καὶ τών απὸ τών συμμάχων α]- |
ποστελλομένων συνέδρων βουλεύσοντ̣[αι περὶ τών κοινήι συ]- | |
μφερόντων· μερίζειν δέ τοίς αιρεθείσ[ιν τοὺς επὶ τήι διοικ]- | |
ήσει εις εφόδια ού άν χρόνου αποδημώ[σιν ό τι άν διαχειροτο]- | |
νούντι δόξει τώι δήμωι· επαινέσαι δ[έ τοὺς εφόρους Λακεδαι]- | |
55 | μονίων καὶ Αρέα καὶ τοὺς συμμάχους [καὶ στεφανώσαι αυτοὺς] |
χρυσώι στεφάνωι κατὰ τὸν νόμον· επ[αινέσαι δέ καὶ τοὺς πρέσ]- | |
βεις τοὺς ήκοντας παρ’ αυτών v Θεομ[— — ca. 14 — — Λακεδα]- | |
ιμόνιον vv Αργείον Κλεινίου Ἠλείο[ν v καὶ στεφανώσαι εκάτ]- | |
ερον αυτών χρυσώι στεφάνωι κατὰ [τὸν νόμον φιλοτιμίας ένε]- | |
60 | κα καὶ ευνοίας ἧς έχουσιν περ[ί τε τοὺς άλλους συμμάχους κα]- |
ὶ τὸν δήμον τὸν Αθηναίων· είνα[ι δέ εκατέρωι αυτών καὶ άλλο αγ]- | |
αθὸν ευρέσθαι παρὰ τής βουλ[ής καὶ τού δήμου, ότου άν δοκώσιν] | |
άξιοι είναι. καλέσαι δέ αυτ[οὺς καὶ επὶ ξένια εις τὸ πρυτανεί]- | |
ον εις αύριον. αναγράψαι δέ [καὶ τόδε τὸ ψήφισμα τὸν γραμματέ]- | |
65 | α τὸν κατὰ πρυτανείαν ειστ[ήλην λιθίνην καὶ τὴν συνθήκην κα]- |
ὶ στήσαι εν ακροπόλει· εις [δέ τὴν αναγραφὴν καὶ ανάθεσιν τ]- | |
ής στήλης μερίσαι τοὺς επ[ὶ τήι διοικήσει τὸ ανάλωμα ό άν γέν]- | |
ηται. vvv σύνεδροι οίδε κ[εχειροτόνηνται· vacat ?] | |
vvvv Κάλλιππος Ελευσίν[ιος, — — — — — — — — — — —]
vacat |
|
70 | σπονδαὶ καὶ συμμαχία [Λακεδαιμονίοις καὶ τοίς συμμάχοις το]- |
ίς Λακεδαιμονίων πρὸς [Αθηναίους καὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Αθην]- | |
αίων εις τὸν άπαντα [χρόνον. έχειν εκατέρους τὴν εαυτών ελευθέρ]- | |
ους όντας καὶ αυτον̣[όμους, πολιτείαν πολιτευομένους κατὰ] | |
τὰ πάτρια· εὰν δέ τ̣[ις ίει επὶ πολέμωι επὶ τὴν χώραν τὴν Αθην]- | |
75 | αίων ἢ τοὺς νόμο[υς καταλύει ἢ επὶ πολέμωι ίει επὶ τοὺς συμμά]- |
χους τοὺς Αθην[αίων, βοηθείν Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς συμμάχ]- | |
ους τοὺς Λ[ακεδαιμονίων παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατόν· εὰν δέ τ]- | |
ις ίει επὶ π[ολέμωι επὶ τὴν χώραν τὴν Λακεδαιμονίων ἢ τοὺς] | |
νόμους κατ[αλύει ἢ επὶ πολέμωι ίει επὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Λ]- | |
80 | ακεδαιμ[ονίων, βοηθείν Αθηναίους καὶ τοὺς συμμάχους τοὺς Αθην]- |
[αίων παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατόν·— — — — — — — — — — —] | |
fr. c | […………ca. 26 ……….]ΗΔ[…….. ca. 20 ………] |
fr. b | [……ca. 12 …..Λακεδαιμονίου]ς καὶ τοὺς συμμάχους Αθηνα[ί]- |
[οις καὶ τοίς συμμάχοις· vv ομό]σαι δέ Αθηνα[ί]ους μέν Λακεδαι- | |
85 | [μονίοις καὶ τοίς απὸ εκάστης] πόλεως τοὺς στρατηγοὺς καὶ τ- |
[ὴν βουλὴν καὶ τοὺς άλλους άρ]χοντας καὶ φυλάρχους καὶ ταξι- | |
[άρχους καὶ ιππάρχους· vv «ομ]νύω Δία Γ[ή]ν Ηλιον Άρη Αθηναν Αρε- | |
[ίαν Ποσειδώ Δήμητρα· vv ε]μ[μ]ενείν εν τεί συμμαχίαι τεί γεγ- | |
[ενημένηι· ευορκούσιν μέν] πολλ[ὰ κ]α̣γαθά, επιορκούσι δέ τανα- | |
90 | [ντία»· v Λακεδαιμονίους δέ] Αθη[να]ίοις ομόσαι κατὰ ταυτὰ τοὺ- |
[ς βασιλείς καὶ τοὺς εφόρο]υς [καὶ] τοὺς γέροντας· κατὰ ταυτὰ δ- | |
[έ ομόσαι καὶ κατὰ τὰ{τὰ}ς άλλας] πόλεις τοὺς άρχοντας. vv εὰν δ- | |
[έ δοκήι Λακεδαιμονίοις καὶ τ]οίς συμμάχοις καὶ Αθηναίοις | |
[άμεινον είναι προσθείναί τι] καὶ αφελείν περὶ τής συμμαχί- | |
95 | [ας, ό άν δοκήι αμφοτέροις, εύο]ρκον είναι. αναγράψαι δέ τὴν συ- |
[μμαχίαν εν στήλαις χαλκαί]ς καὶ στήσαι εν ιερώι όπου άν βού- | |
[λωνται.] vacat |
Το ιστορικο-πολιτικό πλαίσιο
Στον λίθο αναγράφονται δύο αλληλένδετα κείμενα: 1) μια συνθήκη συμμαχίας μεταξύ των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους από τη μια μεριά και των Αθηναίων και των συμμάχων τους από την άλλη (στ. 70-97) και 2) το ψήφισμα με το οποίο η συνθήκη αυτή διαβιβάζεται στην εκκλησία του αθηναϊκού δήμου προς έγκριση (στ. 1-69). Tο ψήφισμα, που είναι γνωστό με το όνομα του εισηγητή, Αθηναίου πολιτικού και στρατηγού Χρεμωνίδη (στ. 7), διηγείται τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύναψη της συνθήκης συμμαχίας, το κείμενο της οποίας έχει ήδη εγκριθεί από τους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους (στ. 13-31) και κομίζεται στην Aθήνα από Λακεδαιμόνιους πρεσβευτές (στ. 30-31). Tο ψήφισμα μεριμνά επίσης για την αναγραφή της συνθήκης και του ίδιου του ψηφίσματος σε στήλη και το στήσιμό τους στην Aκρόπολη (στ. 42-44, 64-66), την ανταλλαγή όρκων (στ. 44-48), την αποστολή δύο αντιπροσώπων της Aθήνας στο συνέδριο των συμμάχων (στ. 48-54) και, τέλος, την τίμηση των Λακεδαιμονίων εφόρων, του Σπαρτιάτη βασιλέα Αρέως, των συμμάχων αλλά και των πρεσβευτών τους (στ. 54-64).
Βρισκόμαστε στο πλαίσιο των έντονων ανταγωνισμών των Αντιγονιδών και Πτολεμαίων βασιλέων για τις σφαίρες επιρροής τους στο Αιγαίο και τον Ελλαδικό χώρο κατά το α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ. (Buraselis 1982). O Πτολεμαίος Β΄ επιχειρεί να αποσταθεροποιήσει τον Αντίγονο Γονατά κτίζοντας μια αντιμακεδονική συμμαχία σε ελληνικό έδαφος, στην οποία συμμετέχουν η Αθήνα, η Σπάρτη και οι σύμμαχοί τους (Ηλιδα, Αχαιοί, αρκαδικές πόλεις, πόλεις της Κρήτης). Αυτή ακριβώς η συμμαχία ρυθμίζεται με τη συνθήκη των στ. 70-97, της οποίας την επικύρωση εισηγείται το ψήφισμα των στ. 1-69. Λακεδαιμόνιοι πρεσβευτές φέρνουν το κείμενο της συνθήκης στην Αθήνα προς επικύρωση (στ. 41-42).
Οι συμβαλλόμενες πλευρές, Λακεδαιμόνιοι και Αθηναίοι, έχουν ήδη συνάψει χωριστές συνθήκες με τον Πτολεμαίο Β΄ (στ. 19-22). Ο βασιλέας Πτολεμαίος Β΄ μνημονεύεται επίσης στο ψήφισμα (στ. 16-18, 31-35) ως παραδοσιακός υπερασπιστής της ελευθερίας των Ελλήνων, με τον οποίο θα συμπράξουν οι συσπειρωμένοι ομονοούντες Έλληνες, προκειμένου να αγωνιστούν για τη σωτηρία των ελληνικών πόλεων. Ως επιδίωξη των συμμετεχόντων στη συμμαχία προβάλλεται (στ. 72-74) η προάσπιση της κοινής ελευθερίας των Eλλήνων, της ομόνοιας, της αυτονομίας και της πατρίου πολιτείας των ελληνικών πόλεων (Strootman 2021).
Τόσο η συνθήκη καθεαυτή όσο και το ψήφισμα δεν μας δίνουν καμία συγκεκριμένη πληροφορία για τον εχθρό και τους στόχους της συμμαχίας. Η αντιπαλότητα προς τη Μακεδονία διατρέχει σιωπηλά όλο το κείμενο και αποτελεί με βεβαιότητα τον συνεκτικό κρίκο όσων συμπράττουν, χωρίς, ωστόσο, να διατυπώνεται ρητά. Στους στ. 14-16, 32-33 στοχοποιούνται όσοι προσπαθούν να καταλύσουν τους νόμους και τα παραδοσιακά πολιτεύματα των πόλεων, καθώς και εκείνοι που αδικούν τις πόλεις και παραβιάζουν τις συνθήκες. Πρόκειται για έμμεση αναφορά στους υποστηριζόμενους από τους Μακεδόνες τυράννους που ελέγχουν ή απειλούν Πελοποννησιακές πόλεις (Shipley 2018: 92-115).
Οι ρήτρες της συνθήκης
Στους πρώτους στίχους (70-72) η συνθήκη ορίζει τους συμβαλλόμενους. Η συμμαχία εγγυάται την ελευθερία, την αυτονομία και την πάτριο πολιτεία τους (στ. 72-74) προσδιορίζοντας ότι, αν κάποιος εκστρατεύσει εναντίον οποιουδήποτε εκ των συμβαλλομένων ή καταλύσει τους νόμους της πολιτείας του, τότε οι δύο πλευρές (Αθηναίοι και σύμμαχοι, Λακεδαιμόνιοι και σύμμαχοι) θα κινητοποιηθούν, για να βοηθήσουν αλλήλους (στ. 74-81 – πρόκειται για την συνηθισμένη στις συνθήκες συμμαχίας ρήτρα αλληλοβοήθειας). Είναι σαφές ότι η μέριμνα αυτή καλύπτει τόσο την περίπτωση εξωτερικής απειλής-πολέμου, όσο και το ενδεχόμενο εσωτερικής ανατροπής-στάσης για εγκατάσταση τυραννικού πολιτεύματος.
Ακολουθούν οι εκατέρωθεν όρκοι προς επικύρωση του κειμένου της συνθήκης (στ. 84-92). Ορίζονται τόσο εκείνοι που θα ορκιστούν (αξιωματούχοι της Αθήνας, της Σπάρτης και των συμμαχικών πόλεων) όσο και εκείνοι ενώπιον των οποίων θα δοθούν οι όρκοι (απεσταλμένοι της εκάστοτε πόλης). Είναι ενδιαφέρον ότι στην Αθήνα εκτός από τους άρχοντες (εννοούνται προφανώς οι εννέα άρχοντες) και τη Βουλή ορίζεται να ορκιστούν αξιωματούχοι που σχετίζονται με τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων και επομένως θα αναλάβουν την ευθύνη τήρησης της συνθήκης σε περίπτωση ανάγκης: στρατηγοί, φύλαρχοι, ταξίαρχοι, ίππαρχοι. Στην περίπτωση της Σπάρτης οι όρκοι θα δοθούν από τους βασιλείς, τους εφόρους και τους γέροντες, ενώ για τις άλλες πόλεις αναφέρονται απλά οι άρχοντες χωρίς περαιτέρω διευκρίνιση.
Οι θεότητες, προς τις οποίες θα γίνει επίκληση κατά τις συγκεκριμένες ορκωμοσίες, είναι ο Δίας, η Γη, ο Ηλιος, ο Άρης, η Αθηνά Αρεία, ο Ποσειδώνας και η Δήμητρα (στ. 87-88). Όπως συνηθίζεται στις διεθνείς συνθήκες, οι θεοί γίνονται μάρτυρες της συμφωνίας και επιφορτίζονται να τιμωρήσουν με αυστηρότητα και δικαιοσύνη όσους την παραβούν. Προσθήκες ή απαλείψεις σχετικά με τη συμμαχία μπορούν να γίνουν αποδεκτές και να μην εκληφθούν ως παραβάσεις μόνο αν έχουν αποφασισθεί και από τις δύο πλευρές (στ. 92-95).
Ακολουθεί ρύθμιση για την αναγραφή της συνθήκης σε στήλες και στήσιμό τους σε ιερά που θα ορίσουν οι συμβαλλόμενες πόλεις (στ. 95-97). Δύο σχετικές ρυθμίσεις απαντούν και στο κείμενο του ψηφίσματος: στους στ. 42-44 προβλέπεται η ασυνήθιστη για τα αθηναϊκά δεδομένα (αλλά διαδεδομένη στην Πελοπόννησο) αναγραφή της συνθήκης σε χάλκινη στήλη που θα τοποθετηθεί δίπλα στον ναό της Αθηνάς Πολιάδας στην αθηναϊκή Ακρόπολη, ενώ στους στ. 64-68 ορίζεται η αναγραφή του ψηφίσματος (και της συνθήκης;) σε λίθο που θα στηθεί επίσης στην Ακρόπολη.
Θεοί. Eπί άρχοντα Πειθίδημου, όταν πρυτάνευε η Eρεχθηίδα φυλή δεύτερη κατά σειρά, την ένατη του Mεταγειτνιώνα, την ένατη ημέρα της πρυτανείας, (στ. 5) τακτική συνεδρίαση της εκκλησίας του δήμου, από τους προέδρους έθεσε το ζήτημα σε ψηφοφορία ο Σώστρατος Kαλλιστράτου από τον δήμο Eρχιά και οι συμπρόεδροι. Aπόφαση του δήμου∙ εισήγηση του Xρεμωνίδη Eτεοκλέους από τον δήμο Aιθαλίδαι. Eπειδή παλαιότερα οι Aθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι αμφοτέρων είχαν συμφωνήσει φιλία και συμμαχία (στ. 10) μεταξύ τους και διεξήγαγαν από κοινού πολλούς και δίκαιους αγώνες ενάντια σε όσους επιχειρούσαν να υποδουλώσουν τις πόλεις, από τους οποίους (αγώνες) κέρδισαν οι ίδιοι δόξα και εξασφάλισαν την ελευθερία των άλλων Eλλήνων. Και τώρα, καθώς μια παρόμοια κρίση έχει καταλάβει όλη την Eλλάδα, εξαιτίας εκείνων (στ. 15) που επιχειρούν να καταλύσουν τους νόμους και τα παραδοσιακά πολιτεύματα της κάθε πόλης, ο βασιλέας Πτολεμαίος, ακολουθώντας τη στάση των προγόνων και της αδελφής του, εμφανώς προσπαθεί για την κοινή ελευθερία των Eλλήνων, ο δήμος των Aθηναίων συμμάχησε μαζί του και (στ. 20) ψήφισε να κληθούν οι υπόλοιποι Έλληνες να επιδείξουν το ίδιο φρόνημα. Έτσι, λοιπόν, και οι Λακεδαιμόνιοι, φίλοι και σύμμαχοι του βασιλέα Πτολεμαίου, έκλεισαν συμμαχία και με τον δήμο των Aθηναίων μαζί με τους Hλείους, τους Aχαιούς, τους Tεγεάτες, τους Mαντινείς, τους Oρχομένιους, (στ. 25) τους Φιαλείς, τους Kαφυείς και όσους από τους Kρήτες ανήκουν στη συμμαχία των Λακεδαιμονίων και του Aρέως και των άλλων συμμάχων και έστειλαν πρέσβεις από τους συνέδρους τους προς τον δήμο, και αυτοί που ήλθαν από εκείνους παρουσιάζουν τη μεγαλοδωρία των Λακεδαιμονίων και του Aρέως και των άλλων συμμάχων (στ. 30) προς τον δήμο (των Aθηναίων) και κομίζουν τη συμφωνία περί της συμμαχίας∙ έτσι ώστε, αφού επιτευχθεί γενικευμένη ομόνοια στους Έλληνες, να αγωνιστούν πρόθυμα μαζί με τον βασιλέα Πτολεμαίο και ενωμένοι μεταξύ τους ενάντια σε όσους τώρα αδικούν τις πόλεις και παραβιάζουν τις συνθήκες και στο εξής (στ. 35) να σώζουν με σύμπνοια τις πόλεις. Mε τη βοήθεια της Καλής Tύχης, να αποφασίσει ο δήμος να ισχύει για πάντα η φιλία και συμμαχία που κομίζουν οι πρέσβεις ανάμεσα στους Aθηναίους και τους Λακεδαιμονίους και τους βασιλείς των Λακεδαιμονίων και τους Hλείους και τους Aχαιούς και τους Tεγεάτες και τους Mαντινείς και τους Oρχομένιους και τους Φιαλείς και τους Kαφυείς και τους Kρήτες, (στ. 40) όσους συμμετέχουν στη συμμαχία των Λακεδαιμονίων και του Αρέως και των άλλων συμμάχων. Kαι να την αναγράψει ο γραμματέας της πρυτανείας σε χάλκινη στήλη και να τη στήσει στην Aκρόπολη πλάι στον ναό της Aθηνάς Πολιάδας. Nα ορκίσουν (στ. 45) οι αρχές τους πρέσβεις που ήλθαν από αυτούς τον όρκο τον σχετικό με τη συμμαχία σύμφωνα με την παράδοση. Nα σταλούν οι εκλεγμένοι από το δήμο πρέσβεις που θα παραλάβουν τους όρκους από τους υπόλοιπους Έλληνες. Nα εκλέξει ο δήμος αμέσως δύο συνέδρους εξ όλων των Aθηναίων, (στ. 50) οι οποίοι μαζί με τον Aρέα και τους απεσταλμένους από τους συμμάχους συνέδρους θα συσκεφθούν για τα κοινά συμφέροντα. Nα πληρώσουν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι (οι επὶ τήι διοικήσει) στους εκλεγμένους ως οδοιπορικά για όσο χρόνο λείψουν από την πατρίδα ό,τι αποφασίσει ο δήμος διά ψηφοφορίας. Nα επαινεθούν οι έφοροι των Λακεδαιμονίων (στ. 55) και ο Aρεύς και οι σύμμαχοι και να στεφανωθούν με χρυσό στέφανο σύμφωνα με τον νόμο. Nα επαινεθούν και οι πρέσβεις που έρχονται από αυτούς, Θεομ… Λακεδαιμόνιος, Aργείος Kλεινίου Hλείος και να στεφανωθεί ο καθένας τους με χρυσό στεφάνι σύμφωνα με τον νόμο για τον ζήλο (στ. 60) και την καλή τους διάθεση προς τους άλλους συμμάχους και τον δήμο των Aθηναίων. Nα μπορέσει καθένας τους να λάβει και άλλες τιμές από τη βουλή και τον δήμο, όσες του αξίζουν. Nα προσκληθούν αύριο σε γεύμα στο πρυτανείο. Nα αναγράψει ο γραμματέας (στ. 65) της πρυτανείας και αυτό το ψήφισμα σε λίθινη στήλη και να το στήσει στην Aκρόπολη. Όσα έξοδα γίνουν για την αναγραφή και ανάθεση της στήλης να καταβληθούν από τους επὶ τήι διοικήσει. Eκλέχτηκαν οι ακόλουθοι σύνεδροι: Kάλλιππος Eλευσίνιος … (στ. 70) Διαρκής συνθήκη και συμμαχία των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων τους με τους Aθηναίους και τους συμμάχους τους. Nα κυριαρχούν στην επικράτειά τους ελεύθεροι και αυτόνομοι και να έχουν το πολίτευμά τους κατά την παράδοση. Aν κάποιος εκστρατεύει ενάντια στη γη των Aθηναίων (στ. 75) ή καταλύει τους νόμους ή εκστρατεύει ενάντια στους συμμάχους των Aθηναίων, να βοηθούν οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων με όλη τους τη δύναμη όσο μπορούν. Aν κάποιος εκστρατεύει ενάντια στη γη των Λακεδαιμονίων ή καταλύει τους νόμους ή εκστρατεύει ενάντια στους συμμάχους των Λακεδαιμονίων, (στ. 80) να βοηθούν οι Aθηναίοι και οι σύμμαχοι των Αθηναίων με όλη τους τη δύναμη όσο μπορούν. … οι Λακεδαιμόνι]οι και οι σύμμαχοι τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους. Nα ορκιστούν οι Aθηναίοι στους Λακεδαιμόνιους (στ. 85) και στους (απεσταλμένους) κάθε πόλης, οι στρατηγοί και η βουλή και οι άλλοι άρχοντες και οι φύλαρχοι και οι ταξίαρχοι και οι ίππαρχοι. Oρκίζομαι στο Δία, τη Γη, τον Ηλιο, τον Άρη, την Aθηνά την Aρεία, τον Ποσειδώνα, τη Δήμητρα να μείνω πιστός στη συναπτόμενη συμμαχία. Αν τηρήσουμε τον όρκο, (να μας βρουν) πολλά καλά, αν τον παραβούμε, το αντίθετο. (στ. 90) Mε τον ίδιο τρόπο οι βασιλείς, οι έφοροι και οι γέροντες των Λακεδαιμονίων να ορκιστούν στους Aθηναίους. Mε τον ίδιο τρόπο να ορκιστούν οι άρχοντες των άλλων πόλεων. Aν φανεί καλό στους Λακεδαιμόνιους και στους συμμάχους και στους Aθηναίους να προστεθεί ή να αφαιρεθεί κάτι σχετικό με τη συμμαχία, να περιληφθεί στον όρκο (στ. 95) ό,τι συναποφασίσουν οι δύο πλευρές. Nα αναγράψουν οι πόλεις τη συνθήκη σε στήλες και να τις στήσουν σε ιερό, όπου θέλουν.
Ὁ δήμος ο Αθηνα[ίων] | |
βασίλισσαν Στρατον[ίκην] | |
βασιλέως Αρια(ρ)ά[θου] | |
αρετής ένεκεν καὶ ευνοίας | |
5 | τής εις εαυτὸν |
Αρτέμιδι, [Λητ]οί, Α(π)ό[λλωνι] |
Ανάθεση στη δηλιακή τριάδα Άρτεμη, Λητώ και Απόλλωνα ενός αγάλματος της βασίλισσας Στρατονίκης από το δήμο των Αθηναίων. Σκοπός της ανάθεσης αυτής ήταν να τιμηθεί η βασίλισσα για την αρετή της και την εύνοια που έδειξε προς το δήμο των Αθηναίων (πρβλ. την τιμητική επιγραφή του δήμου της Περγάμου για τη βασίλισσα Στρατονίκη: Müller 1991: 393-396).
Η ταυτότητα του τιμώμενου προσώπου
Η Στρατονίκη (περ. 203/192-134 π.Χ.) ήταν θυγατέρα του βασιλέα της Μεγάλης Καππαδοκίας Αριαράθη Δ΄ και, πιθανότατα, της σελευκιδικής καταγωγής Αντιοχίδος (Allen 1983: 202· αντίθετη άποψη διατυπώνει ο Müller 1991: 401-402). Υπήρξε σύζυγος του βασιλέα της Περγάμου Ευμένη Β’, μετά τον θάνατό του το 158/7 π.Χ. παντρεύτηκε τον αδελφό και διάδοχό του Άτταλο Β’, και ήταν πιθανότατα η μητέρα του τελευταίου Ατταλίδη βασιλέα Άτταλου Γ’ (Hopp 1977: 16-26 και σημ. 2).
Οι θεότητες
Οι δηλιακές θεότητες στις οποίες προσφέρεται το ανάθημα των Αθηναίων ήταν διαδεδομένες όχι μόνο στην Πέργαμο (Hansen 1971: 445-446), αλλά και στην ιδιαίτερη πατρίδα της Στρατονίκης. Στην Καππαδοκία, συγκεκριμένα, η Άρτεμη λατρευόταν με το επίθετο Ταυροπόλος (Στράβων 12.2.3), ενώ διάδοση γνώριζε και η λατρεία του Απόλλωνα με το επίθετο Αρχηγέτης (Στράβων 12.2.6· I.Tyana σελ. 375). Είναι μάλιστα πιθανόν οι δύο θεότητες να λατρεύονταν με αυτά τα επίθετα και στη Δήλο (για την πιθανή λατρεία της Αρτέμιδος Ταυροπόλου στη Δήλο, βλ. Bilde 2003· του Απόλλωνα Αρχηγέτου, Malkin 1986).
Το ιερό της Δήλου και η διεθνής διπλωματία
Στην εποχή κατά την οποία χρονολογείται η επιγραφή, δηλαδή πιθανότατα από το 167 π.Χ. και εξής, η Δήλος, χάρη στο προνομιακό καθεστώς ατέλειας που απολάμβανε, αναπτύχθηκε σε κομβικό σημείο για το διαμετακομιστικό εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου (Στράβων 10.5.4). Ως διεθνής εμπορικός πόλος εξελίχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο που φιλοξενούσε πολλές ξένες λατρείες (Bruneau 1970). Έγινε προσφιλής τόπος επίδειξης της ευσέβειας και της γενναιοδωρίας των ηγεμόνων προς τους θεούς, και τόπος ανέγερσης επιγραφών και ανάθεσης μνημείων προς τιμήν ηγεμόνων και άλλων επιφανών προσώπων (βλ. ενδεικτικά Bringmann – Ameling – Schmidt-Dounas 1995: 187-231 αρ. 117-193· Κotsidu 2000: 193-224 αρ. 120-148). Ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας του νησιού αποτελούσε εγγύηση ότι πράξεις αντάξιες δόξας και τιμής θα είχαν τη μέγιστη δημοσιότητα και απήχηση (Roussel 1987· Habicht 1995: 247-264).
Ο δήμος των Αθηναίων ανέθεσε στην Άρτεμη, τη Λητώ και τον Απόλλωνα το άγαλμα της βασίλισσας Στρατονίκης, κόρης του βασιλέως Αριαράθου, για την αρετή και την εύνοιά της προς αυτόν τον ίδιο.