Ἱέρακι τω καὶ Νεμεσίωνι στρα(τηγω) Αρσι(νοίτου) Hρακ(λείδου) μερίδος
παρὰ Γεμέλλου τού καὶ Ὡρίωνος Γαίου Απολιναρίου Αντινοέως. ενέτυχον, κύριε,
διὰ βιβλιδίου τω λαμπροτάτω ηγεμόνι Αιμιλίω Σατουρνείννω δηλών τὴν γενο-
μένην μοι επέλευσιν υπὸ Σώτου τινὸς καταφρονήσαντος τής περὶ τὴν όψιν μου ασ-
5 θενείας βουλομένου αυτού τὰ υπάρχοντά μου κατασχείν βία καὶ αυθαδία χρώμενος
καὶ έσχον ιερὰν υπογραφὴν εντυ̣χείν τω κρατίστω επιστρατήγω· τού δέ Σώ〈του〉 τελευ-
τήσαντος, ο τούτου αδελφὸς Ιούλιος καὶ αυτὸς τὴν περὶ αυτου〈ς〉 βία χρησάμενος επήλ-
θεν τοίς εσπαρμένοις υπʼ εμού εδάφεσει καὶ εβάστασε ουκ ολίγον χόρτον ου μό-
νον αλλὰ καὶ εξέκοψε απὸ τού υπάρχοντός μου ε[λ]αιώνος όντος περὶ κώμην Κερκε-
10 σούχα ελάεινα φυτὰ απεξηραμμένα καὶ ερίκινα, άπερ παραγενάμενος ενθάδε
πρὸς τὸν καιρὸν τής συνκομιδής έμαθον ταύτα υπὸ αυτού πεπραχθαι, εφʼ οίς
μὴ αρκεσθεὶς πάλειν επήλθεν μετὰ τής γυναικὸς αυτού καὶ Ζηνα τινος{ς} έχον-
τες βρέφος βουλόμενοι τὸν γεωργόν μου φθώνω περικλίσαι ώστε κατα-
λείψε τὴν ιδ[ί]αν γεωργίαν μετὰ τὸ θερίσαι εκ μέρους απὸ ετέρου μου κλήρου,
15 καὶ αυτοὶ σ{σ}υνεκομίσαντο. τούτων γενομένων εγενόμην πρὸς τὸν
Ιούλιον μετὰ [δ]ημοσίων όπως αυτὰ ταύτα ενμάρτυρον γένηται. πάλιν
τω αυτω τρόπω προσ{σ}[έ]ριψάν μοι [τὸ] αυτὸ βρέφος βουλόμενοι καὶ με φθόνω
περικλίσαι πα[ρό]ντων Πετεσούχου καὶ Πτολλα πρεσβυτέρων κώμης Καρα-
νίδος διαδεχο[μ]ένων καὶ τὰ κατὰ τὴν κομμωγραμματείαν καὶ Σωκρα
20 υπηρέτου, καὶ τών δημοσίων παρόντων τὸ βρέφος ο Ιούλιος συνκομι-
σάμενος τὰ περιγενόμενα εκ τών εδαφών γένη απηνέγκατο εις τὴν
οικίαν αυτού, άπερ φανερὰ εποίησα διά τε τών αυτών δημοσίων καὶ πρα-
κτόρων σιτικών τής αυτής κώμης. διὸ κατὰ τὸ αναγκαίον επιδίδωμι
καὶ αξιώ τάδε τὰ βιβλίδια εν καταχωρισμω γενέσθο πρὸς τὸ μένειν μοι
25 τὸν λόγον πρὸς αυτοὺς επὶ τού κρατίστου επιστρατήγου περὶ τών υπ⟦ο⟧’ αυ-
τών τετολμημένων καὶ τών υπέρ τών εδαφών δημοσίων εκφορίων
τω κυριακω λόγω διὰ τὸ αυτοὺς ου δεόντως συνκεκομικέναι.
(2ο χέρι)
Γέμελλος ο καὶ Ὡρίων ὡς (ετών) κϛ ασθενὴς τὰς όψεις.
(3ο χέρι)
(έτους) ε Λουκίου Σεπτιμίου Σεουήρου Ευσεβούς Περτίνακος Σεβαστού Παχὼν  κζ.

Το έγγραφο έχει την τυπική δομή ενός υπομνήματος· στην αρχή της αίτησης αναφέρεται το όνομα και το αξίωμα του παραλήπτη, καθώς επίσης το όνομα του συντάκτη της αίτησης (στ. 1-2). Στην συνέχεια αναφέρεται αναλυτικά ο λόγος της σύνταξης της αίτησης (στ. 2-23) και ακολουθεί το αίτημα (στ. 23-27). Το αίτημα αφορά την διατήρηση του παρόντος εγγράφου στο αρχείο των αξιωματούχων προκειμένου το θύμα να μπορέσει να υπερασπιστεί την θέση του στο προκείμενο δικαστήριο. Ακολουθεί η υπογραφή του αποστολέα της αίτησης (στ. 28) και η ημερομηνία του εγγράφου (στ. 29). Πρβλ. Π10.

Θέμα του κειμένου είναι η αίτηση του Γέμελλου προς τον στρατηγό Ιέρακα, συνεχίζοντας εν μέρει την ιστορία που ειπώθηκε στον P. Mich. VI 422, η οποία συνοψίζεται στους στ. 2-6. Με το παρόν υπόμνημα, ο Γέμελλος ισχυρίζεται ότι ο Ιούλιος με βία εισέβαλλε στα χωράφια του και απέσπασε αρκετά γεωργικά προϊόντα που του ανήκαν, ενώ σε μια δεύτερη εισβολή του έγινε χρήση κάποιας μαγικής πρακτικής από τον Ιούλιο, έχοντας ως μαγικό μέσο ένα έμβρυο. Στόχος της πρακτικής αυτής, όπως ισχυρίζεται το θύμα, ήταν η παρεμπόδιση των εργασιών και η απρόσκοπτη συλλογή των καρπών του Γέμελλου. Στη συνέχεια πήγε ο ίδιος στον Ιούλιο μαζί με κάποιους αξιωματούχους, προκειμένου να γίνουν και εκείνοι μάρτυρες των γεγονότων. Ακόμη όμως και τότε ο Ιούλιος δεν δίστασε και χρησιμοποίησε και πάλι το έμβρυο προκειμένου να τους αδρανοποιήσει, ενώ παράλληλα άρχισε να μαζεύει τους καρπούς από το χωράφι του Γέμελλου· αφού τελείωσε, πήρε το έμβρυο και επέστρεψε στο σπίτι του. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Γέμελλος προέβη στην σύνταξη υπομνήματος, ζητώντας το έγγραφο αυτό να παραμείνει στο αρχείο ώστε να μπορέσει να υπερασπιστεί την θέση του ενώπιον του επιστρατήγου στην δικαστική υπόθεση που θα ακολουθήσει.

Ο συντάκτης του υπομνήματος αυτού, Γέμελλος, αναφέρει ότι κατά την δεύτερη εισβολή του Ιουλίου στα χωράφια του, συνοδευόταν από την γυναίκα του και από κάποιον Ζηνά, κρατώντας ένα έμβρυο. Το έμβρυο αυτό το χρησιμοποίησε, ως φαίνεται, προκειμένου να εφαρμόσει μία μαγική πρακτική αδρανοποίησης εναντίον του καλλιεργητή του Γέμελλου· μάλιστα την ίδια πρακτική χρησιμοποίησε και δεύτερη φορά, όταν ο Γέμελλος πήγε να βρει τον Ιούλιο μαζί με κάποιους αξιωματούχους. Και σε εκείνη την περίπτωση ο Ιούλιος έριξε το έμβρυο προς το μέρος του Γέμελλου με στόχο να αδρανοποιήσει τους παρευρισκόμενους και να καταφέρει να συλλέξει καρπούς από τα χωράφια του Γέμελλου.

Κατά τον Frankfurter πρόκειται για ένα είδος περιοριστικού ξορκιού-κατάδεσμος (Faraone ‒ Obbink 1991· Gager 1992· Ogden 1999), αν κρίνουμε και από το ρήμα περικλείω, το οποίο ο συντάκτης της αίτησης χρησιμοποιεί δύο φορές, αλλά και από το γεγονός ότι τα θύματα ένιωσαν να περιορίζονται μεταφυσικά από τις κακόβουλες χειρονομίες κάποιου άλλου. Η σύνδεση των συμβολικών χειρονομιών με την χρήση του εμβρύου ως αντικειμένου μαγείας, όπως φαίνεται, δηλώνει ότι ο θύτης είχε ως σκοπό να περιορίσει και να αδρανοποιήσει τον καλλιεργητή στην πρώτη περίπτωση και τον Γέμελλο και τους αξιωματούχους στην δεύτερη (Frankfurter 2006: 40). Όπως αναφέρει ο Frankfurter (2006: 42), η συγκεκριμένη μαγική πρακτική δεν μαρτυρείται σε μαγικά κείμενα, αλλά ούτε στους μαγικούς παπύρους που αποτελούν εγχειρίδια για την δημιουργία καταδέσμων. Από αυτό το γεγονός αντιλαμβανόμαστε την ποικιλία των «μαγικών» αντικειμένων και μέσων που χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή και το γεγονός ότι αυτές οι πρακτικές τούς ήταν γνωστές. Ωστόσο, στην περίπτωση του εμβρύου θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η αποτελεσματικότητά του να αδρανοποιήσει τόσους ανθρώπους κατά κοινή ομολογία και μάλιστα σε δημόσιο χώρο, πιθανόν οφείλεται στην νεωτερικότητα του μαγικού μέσου (Frankfurter 2006: 42).

Ακόμη, πρέπει να τονιστεί ο ανορθόδοξος τρόπος κατά τον οποίο τελέσθηκε το «ξόρκι». Η συνήθης πρακτική των καταδέσμων αφορούσε την τέλεσή της υπό άκρα μυστικότητα, κατά την οποία ο θύτης με συγκεκριμένες χειρονομίες, μαγικές λέξεις-φράσεις και μαγικά αντικείμενα επιχειρούσε να επιβάλλει την επιθυμία του σε ένα πρόσωπο και να επηρεάσει την ζωή του ενάντια στην θέλησή του (Jordan 1985: 151). Έπειτα ο κατάδεσμος και το μαγικό αντικείμενο (αν υπήρχε) τοποθετούνταν σε μυστικές τοποθεσίες (πολύ συχνά σε κάποιο τάφο ή κάποια πηγή) προκειμένου να διαφυλαχθεί η αποτελεσματικότητα του ξορκιού (Ogden 1999: 15). Σε αντίθεση με τον κανόνα αυτόν, ο Γέμελλος αφηγείται μία πρακτική μαγείας, η οποία τελέστηκε σε δημόσια θέα υπό την παρουσία πολλών προσώπων και ο θύτης φαίνεται να ένιωθε ιδιαίτερη άνεση ως προς αυτό το περιστατικό.

Επιπλέον, απόκλιση από τον κανόνα αποτελεί το γεγονός ότι κατά την τέλεση του μαγικού τελετουργικού δεν γίνεται επίκληση σε κάποια χθόνια θεότητα, όπως θα περίμενε κανείς σε έναν κατάδεσμο (Gager 1992: 12· Ogden 1999: 44). Σύμφωνα με την περιγραφή του Γέμελλου, το τελετουργικό του Ιούλιου περιλάμβανε μία χειρονομία (η προσέγγισή του με το έμβρυο και η εναπόθεσή του στο έδαφος), κάποια λόγια που θα δήλωναν τον σκοπό του τελετουργικού και της χειρονομίας (δηλαδή ότι επρόκειτο να τους περιδέσει με κακία) και κυρίως την χρήση μαγικού αντικειμένου, δηλαδή του εμβρύου. Τα λόγια του θύτη, ωστόσο, δεν τα παραθέτει ο Γέμελλος στην αίτησή σου, στοιχείο που μας παραπέμπει να υποθέσουμε ότι είτε δεν το θεώρησε σημαντικό να προβεί σε τέτοιες λεπτομέρειες, είτε ο Ιούλιος δεν χρησιμοποίησε πλήθος λέξεων και φράσεων, τυπικών σε μία μαγική τελετουργία.

Ο πάπυρος αποτελεί συνέχεια του P.Mich. VI 422, ο οποίος συνιστά αίτηση του Γέμελλου προς τον έπαρχο της Αιγύπτου, ενώ ο P.Mich. VI 423 αποτελεί αίτηση του ίδιου προσώπου προς τον στρατηγὸν της Ηρακλείδου μερίδος. Στον P.Mich. VI 423 ο Γέμελλος αναφέρει ότι προηγήθηκε αίτηση προς τον έπαρχο και πως εκείνος έδωσε την υπογραφή του και ανέθεσε στον επιστράτηγον να επιμεληθεί του θέματος. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο Γέμελλος με νέα αίτησή του απευθύνεται στον στρατηγὸν μάς οδηγεί στην σκέψη ότι η ακρόαση ενώπιον του επιστρατήγου δεν είχε πραγματοποιηθεί ως εκείνο το χρονικό σημείο και αναμένεται. Η δεύτερη αυτή αίτηση προέκυψε καθώς ο Ιούλιος προέβη για δεύτερη φορά σε καταπάτηση της περιουσίας του Γέμελλου και σε κλοπή των γεωργικών του καρπών από τα χωράφια του.

Ο συγκεκριμένος πάπυρος μάς δίνει την αφορμή να αναφερθούμε στους τρόπους με τους οποίους οι εκάστοτε αξιωματούχοι απαντούσαν στους συντάκτες των αιτήσεων από την στιγμή που αυτές γίνονταν αποδεκτές. Μελετώντας, λοιπόν, τα παπυρικά κείμενα και συγκεκριμένα τις αιτήσεις προς τις αρχές, προκύπτει ότι υπήρχαν δύο βασικοί τρόποι με τους οποίους ένας αξιωματούχος επικοινωνούσε με τον αιτούντα ή με κάποιον κατώτερό του αξιωματούχο, ο οποίος θα αναλάμβανε την υπόθεση μετέπειτα. Αρχικά, ο αξιωματούχος που λάμβανε την αίτηση μπορούσε να συντάξει ένα σύντομο γράμμα με το οποίο έδινε οδηγίες σε έναν κατώτερό του αξιωματούχο για τον τρόπο με τον οποίο αυτός πρέπει να προχωρήσει με την υπόθεση. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο πάπυρος P.Oxy. XLV 3240 συνταγμένο από τον έπαρχο της Αιγύπτου Μέττιο Ρούφο προς τον στρατηγὸν της Οξυρρύγχου Ιούνιο Εστιαίο (Kelly 2011: 87).

Ένας δεύτερος τρόπος επικοινωνίας με τον συντάκτη της αίτησης ήταν μέσω ενυπόγραφης σημείωσης του ανώτερου αξιωματούχου στο κάτω μέρος της αίτησής του, μέσω της οποίας του όριζε σε ποιον κατώτερό του έπρεπε εκείνος να απευθυνθεί στην συνέχεια (Kelly 2011: 88). Έτσι, η μορφή που αποκτούσε μία αίτηση που παραδόθηκε στον έπαρχο και έπρεπε να μεταβιβαστεί στον στρατηγὸν ήταν η ακόλουθη: στο κάτω μέρος του εγγράφου έχουμε την υπογραφή του συντάκτη της αίτησης, από κάτω της, με ένα διαφορετικό χέρι, έχουμε την υπογραφή του επάρχου και με ένα άλλο χέρι την οδηγία να επιστραφεί η αίτηση πίσω στον συντάκτη της. Εκείνος, έπειτα, είχε την ευθύνη να παραδώσει την αρχική αίτηση μαζί με την υπογραφή του επάρχου στον στρατηγὸν προκειμένου να ζητήσει από αυτόν ακρόαση. Στην δική μας περίπτωση, ο έπαρχος χρησιμοποίησε τον δεύτερο τρόπο επικοινωνίας με τον Γέμελλο, καθώς ο ίδιος στους στίχους 2‒6 αναφέρει ότι απέσπασε την υπογραφή του επάρχου και ότι την περίπτωσή του έχει αναλάβει πλέον ο επιστράτηγος.

Η μέθοδος που ακολουθούσε ο έπαρχος προκειμένου να επικοινωνήσει με τον αιτούντα ποίκιλε σε βάθος χρόνου. Έτσι, κατά την διάρκεια του 1ου και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. ο έπαρχος προτιμούσε την χρήση επιστολών προκειμένου να απαντήσει στις αιτήσεις που του παραδίδονταν. Κατά την διάρκεια του δεύτερου μισού του 2ου αιώνα παρατηρείται μία αλλαγή, καθώς ξεκινά να εμφανίζεται η ενυπόγραφη σημείωση του επάρχου στο κάτω μέρος των αιτήσεων. Παρ’ όλα αυτά και η πρακτική της ενυπόγραφης σημείωσης παρουσίαζε παραλλαγές. Αρχικά, κάθε μία αίτηση υπογραφόταν ξεχωριστά και επιστρεφόταν στον αρχικό συντάκτη της, ωστόσο, για μία σύντομη περίοδο (από τα τέλη του 150 μ.Χ. έως τις αρχές του 170 μ.Χ.), εμφανίζεται μία καινοτομία όσον αφορά την ανάθεση των περιστατικών στους κατώτερους αξιωματούχους (Kelly 2011: 88). Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αμεσότερα και ταχύτερα ο τεράστιος όγκος των αιτήσεων προς τον έπαρχο, οι αιτήσεις δεν υπογράφονταν ατομικά, αλλά αντιθέτως συλλέγονταν και κατηγοριοποιούνταν ανάλογα με την φύση του αιτήματος. Αιτήσεις της ίδιας φύσεως και θεματικής συγκολλούνταν σε έναν κύλινδρο, στην εξωτερική επιφάνεια του οποίου επισυναπτόταν η ενυπόγραφη σημείωση του επάρχου και στελνόταν έπειτα στον κατώτερο αξιωματούχο, ο οποίος θα αναλάμβανε στο εξής τις υποθέσεις αυτές (Serfass 2001: 184-5).

Προς τα τέλη του 2ου αιώνα επανήλθε το σύστημα της ατομικής ενυπόγραφης σημείωσης του επάρχου στο σώμα των αιτήσεων, πλέον όμως δεν επιστρέφονταν αυτές στους συντάκτες τους, αλλά παρουσιάζονταν με κάποιο τρόπο σε ένα δημόσιο μέρος. Αν ο αιτών στην συνέχεια επιθυμούσε ένα αντίγραφο της αίτησής του και της ενυπόγραφης σημείωσης του επάρχου που ήταν επισυναπτόμενη, μπορούσε να δημιουργηθεί ένα αντίγραφο υπό την παρουσία μαρτύρων από τους παπύρινους κυλίνδρους που είχαν αρχειοθετηθεί από τον έπαρχο. Η πρακτική αυτή συνιστούσε αποτρεπτικό παράγοντα για εκείνους τους διαδίκους που ψεύδονταν αναφορικά με προηγούμενη επικοινωνία τους με αξιωματούχους (Kelly 2001: 89).

Προς τον Ιέρακα που ονομάζεται επίσης Νεμεσίων, στρατηγό της Ηρακλείδου μερίδος του Αρσινοΐτη νομού, από τον Γέμελλο, που ονομάζεται επίσης Ωρίων, γιο του Γάιου Απολιναρίου, Αντινοΐτη. Προσέφυγα, κύριέ μου, με αίτημα στον επιφανέστερο Έπαρχο Αιμίλιο Σατουρνείνο, ενημερώνοντάς τον για την επίθεση που μου έκανε κάποιος Σώτας, ο οποίος με περιφρονούσε λόγω της αδύναμης όρασής μου (στ. 5) και ήθελε ο ίδιος να αποκτήσει την περιουσία μου με βία και αλαζονεία, και έλαβα την ιερή υπογραφή του που με εξουσιοδοτούσε να προσφύγω στην εξοχότητά του τον επιστράτηγο. Τότε ο Σώτας πέθανε και ο αδελφός του Ιούλιος, ενεργώντας επίσης με τη βία που τους χαρακτήριζε, μπήκε στα χωράφια που είχα σπείρει και πήρε σημαντική ποσότητα σανού―και όχι μόνο αυτό, αλλά έκοψε και αποξηραμένους βλαστούς ελιάς και ρείκια από τον ελαιώνα μου κοντά στην κώμη Κερκεσούχα. (στ. 10) Όταν έφτασα εκεί την ώρα της συγκομιδής, έμαθα ότι αυτά είχαν διαπραχθεί από αυτόν. Επιπλέον, μη αρκούμενος σε αυτά, ήρθε και πάλι μαζί με τη γυναίκα του και κάποιον Ζηνά, έχοντας μαζί τους ένα βρέφος (= έμβρυο), σκοπεύοντας να εμποδίσουν με κακία τον καλλιεργητή μου, ώστε να εγκαταλείψει την εργασία του, αφού είχε θερίσει εν μέρει από ένα άλλο χωράφι μου, (στ. 15) και οι ίδιοι μάζεψαν τη σοδειά. Όταν συνέβη αυτό, πήγα στον Ιούλιο με τη συνοδεία αξιωματούχων, προκειμένου να γίνουν μάρτυρες αυτών των πραγμάτων/αυτές οι υποθέσεις να καταγραφούν. Και πάλι, με τον ίδιο τρόπο, έριξαν τον ίδιο βρέφος προς το μέρος μου, με σκοπό να με εμποδίσουν/περιβάλουν και με κακία, παρουσία του Πετεσούχου και του Πτολλά, γερόντων του χωριού της Καρανίδος, που ασκούν και τα καθήκοντα του γραμματέα του χωριού, και του Σωκρά (στ. 20) του βοηθού, και ενώ οι αξιωματούχοι ήταν εκεί, ο Ιούλιος, αφού μάζεψε την υπόλοιπη σοδειά από τα χωράφια, πήρε το βρέφος και το πήγε στο σπίτι του. Τις πράξεις αυτές τις έκανα δημόσιες μέσω των ίδιων αξιωματούχων και των εισπρακτόρων των φόρων των σιτηρών του ίδιου χωριού. Γι’ αυτό αναγκαστικά υποβάλλω την παρούσα αναφορά και ζητώ να παραμείνει στο αρχείο, ώστε να διατηρήσω το δικαίωμα να καταθέσω/μιλήσω (στ. 25) εναντίον τους ενώπιον του εξοχότατου επιστρατήγου σχετικά με τις αδικίες που διέπραξαν και τα δημόσια μισθώματα των χωραφιών που οφείλονται στο αυτοκρατορικό ταμείο, επειδή αδικαιολόγητα έκαναν τη συγκομιδή. (2ο χέρι) Γέμελλος που ονομάζεται επίσης Ωρίων, ηλικίας περίπου 26 ετών, του οποίου η όραση είναι μειωμένη. (3ο χέρι) Έτος 5ο του Λουκίου (;) Σεπτιμίου Σευήρου Ευσεβούς Περτίνακος Αυγούστου, 27η του μηνός Παχών.

Κυίντω Αιμιλλίω Σατουρνείνω
επάρχω Αιγύπτου
παρὰ Γεμέλλου τού καὶ Ὡρίωνος
Γαίου Απολιναρίου Αντινοέως
5 καὶ ὡς χρηματίζει γεουχούντ(ος)
εν Καρανίδι τού Αρσινοείτου
νομού τής Hρακλείδου μερίδ(ος).
πρὸ πολλού, κύριε, ο ημέτερος
πατὴρ ετελεύτησεν επʼ ε-
10 μοὶ καὶ αδελφη μου κληρονό-
μοις καὶ αντιλήμμεθα
τών υπαρχόντων μη-
δενὸς επελθόντος. ομοίως
δέ συνέβη καὶ τὸν θείόν μου
15 Γάιον Ιούλιον Λογγείνον
τελευτήσαι πρὸ οκταετίας
καὶ τούτου τὰ υπάρχοντα
επεκράτησα καὶ συν‹ε›κομισα-
μην τὴν πρόσοδον μηδενὸ(ς)
20 κωλύσαντος. νυνεὶ δέ
Ιούλιος καὶ Σώτας αμφότεροι
Ευδατος ου δεόντως βιαίω(ς)
καὶ αυθάδως επεληλύθασι
εδάφεσί μου μετὰ τὸ τὴν
25 κατασπορὰν ποιήσασθαί
με καὶ εκώλυσάν με
εν τούτοις δυνάμι τη
περὶ αυτοὺς επὶ τών τό-
πων, καταφρονούντων
30 τὴ〈ν〉 περὶ τὴν όψιν μου
ασθένιαν· όθεν επὶ σέ
τὸν σωτήρα κατέφυγον,
αξιών εάν σου τη τύχη
δόξη ακούσαί μου πρὸς
35 αυτοὺς όπως δυνηθώ
τών ιδίων αντιλμαβάνεσθ(αι)
καὶ ω υπὸ σού τού κυρίου ευεργ(ετημένος).
διευτύχ(ει).
(2ο χέρι)
⟦Γέμελλος⟧ ⟦ο⟧ ⟦καὶ⟧ ⟦Ὡριωνο̣ς̣⟧ ⟦ε̣π̣ι̣δ̣έ̣δωκα⟧ ⟦.⟧
40 ⟦Σαβε̣ί̣ν̣ο̣ς̣⟧ ⟦έ̣γ̣ρ̣α̣ψ̣α̣⟧ ⟦υ̣π̣(έρ)⟧ ⟦α̣υ̣τ̣(ου)⟧ ⟦[.]⟧

Το παρόν έγγραφο έχει την τυπική δομή μιας αίτησης. Την αναφορά του ονόματος και της ιδιότητας του συντάκτη και του παραλήπτη (στ. 1-7) ακολουθεί ο λόγος της σύνταξης της αίτησης (στ. 8-31) και το αίτημα (στ. 31-37), το οποίο αφορά την επανάκτηση της περιουσίας του «θύματος». Η αίτηση ολοκληρώνεται με το χαιρετισμό (στ. 38), ενώ μετά το αίτημα ακολουθεί η υπογραφή του αποστολέα και το όνομα του γραφέα (στ. 39-40). Πρβλ. Π11.

Το κείμενο αποτελεί αίτηση του Γέμελλου (ή και Ωρίωνα) προς τον έπαρχο της Αιγύπτου Κόιντο Αιμίλιο Σατουρνείνο με στόχο να καταγγείλει την καταπάτηση της γεωργικής του έκτασης από τα αδέρφια Ιούλιο και Σώτα, την οποία ο Γέμελλος και η αδερφή του είχαν κληρονομήσει από τον πατέρα τους. Οι δύο αυτοί άνδρες εισήλθαν με βία και αλαζονεία, όπως ισχυρίζεται το θύμα, στα σπαρμένα χωράφια του Γέμελλου και τον εμπόδισαν από την εργασία που αυτά απαιτούν, ενώ αυτός και η αδερφή του τα είχαν κληρονομήσει από τον πατέρα τους νομίμως. Για το λόγο αυτό ζητά από τον έπαρχο της Αιγύπτου να λάβει υπόψιν του αυτήν του την αίτηση και να τον δικαιώσει, ανακτώντας την περιουσία του.

Ο P.Mich. VI 422 αποτελεί αίτηση του Γέμελλου προς τις αρχές και συγκεκριμένα προς τον έπαρχο της Αιγύπτου Κύιντο Αιμίλλιο Σατουρνείνο (Reinmuth 1935· Wolff 2002: 104-105). Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αιτήσεις προς τις αρχές, παράλληλα με τις φορολογικές αποδείξεις, αποτελούν τον πιο συνηθισμένο τύπο εγγράφου· σώζονται περισσότεροι από χίλιοι πάπυροι αιτήσεων, που προέρχονται και από τις τρεις χρονικές περιόδους της ελληνορωμαϊκής Αιγύπτου. Μέσω των αιτήσεων οι κάτοικοι της χώρας αναζητούσαν αποζημίωση σε περιπτώσεις εξύβρισης ή βίαιης μεταχείρισης, ή βοήθεια σε περιπτώσεις αδικίας εις βάρος τους (Palme 2009: 377).

Κατά τη ρωμαϊκή εποχή οι αιτήσεις απευθύνονται σε όλες τις βαθμίδες της επαρχιακής διοίκησης, από τον τοπικό αστυνόμο, τον εξηγητήν, τον στρατηγὸν σε αστικό περιβάλλον, όπως και από τον βασιλικὸν γραμματέα στο επίπεδο περιφέρειας, έως τον επιστράτηγον και τον iuridicus αλλά και τον ίδιο τον έπαρχον. Ειδικά στην περίπτωση του επάρχου, μπορούσε κανείς να ζητήσει ακρόαση ενώπιόν του κατά τις ετήσιες επισκέψεις (conventus) που πραγματοποιούσε εκτός της πόλης της Αλεξάνδρειας, όπου έδρευε (Palme 2009: 378· Kelly 2011: xiv). Αυτό, ωστόσο, ήταν εξαιρετικά δύσκολο, καθώς σύμφωνα με τα παπυρικά έγγραφα που μας σώζονται, το 208/210 μ.Χ. σε μία και μόνο conventus του επάρχου στην Αρσινόη της Αιγύπτου, σε διάστημα δύο ημερών παραδόθηκαν 1804 αιτήσεις (P.Yale I 61· Haensch 1994: 487). Είναι, επομένως, μη ρεαλιστικό να θεωρούμε πως όλες αυτές οι υποθέσεις παρουσιάστηκαν ενώπιον του επάρχου κατά την παραμονή του στην πόλη.

Προς τον Κύιντο Αιμίλλιο Σατουρνείνο, Έπαρχο της Αιγύπτου, από τον Γέμελλο που ονομάζεται επίσης Ωρίων, γιο του Γάιου Απολινάριου, Αντινοέως, (στ. 5) και όπως και αν ονομάζεται, γαιοκτήμονα στην Καρανίδα, στην περιφέρεια του Ηρακλείδου, του Αρσινοίτη νομού. Πριν από πολύ καιρό, άρχοντά μου, ο πατέρας μας πέθανε, (στ. 10) αφήνοντας εμένα και την αδελφή μου ως κληρονόμους, και αναλάβαμε την περιουσία του, χωρίς να αντιδράσει κανείς. Ομοίως, και ο θείος μου, (στ. 15) ο Γάιος Ιούλιος Λογγίνος, πέθανε πριν από οκτώ χρόνια, και εγώ ανέλαβα την ιδιοκτησία της περιουσίας του και εισέπραξα τα έσοδα, χωρίς να με (στ. 20) εμποδίσει κανείς. Τώρα, όμως, ο Ιούλιος και ο Σώτας, και οι δύο γιοι του Ευδάτος, αδίκως, με βία και αλαζονεία, μπήκαν στα χωράφια μου, (στ. 25) αφού τα είχα σπείρει, και με εμπόδισαν απ’ αυτά μέσω της εξουσίας που ασκούν στον τόπο, περιφρονώντας με (στ. 30) λόγω της αδύναμης όρασής μου. Γι’ αυτό κατέφυγα σε σένα, τον σωτήρα, ζητώντας σου, αν αυτό φαίνεται καλό στην τύχη σου, να ακούσεις την καταγγελία μου (στ. 35) εναντίον τους, ώστε να μπορέσω να ανακτήσω την περιουσία μου και να λάβω αυτή την ευεργεσία από τα χέρια σου, κύριέ μου. Χαίρε. (2ο χέρι) Εγώ, ο Γέμελλος, ονομαζόμενος και Ωρίων, υπέβαλα αυτήν την αίτηση. (στ. 40) Εγώ ο Σαβείνος έγραψα γι’ αυτόν …