— — — — — — — — — — — — — — — —
1 εαν αδικε͂ν μέτ̣[ε Α]θ̣έ̣[νεσ]ι̣ [μέτ]-
ε ℎόσες Αθεναίοι κρατο͂σι. ε[π]-
ιμέλεσθαι δέ αυτο͂ Αθένεσι μ-
[έ]ν τὸς πρυτάνες καὶ τέμ βολέ-
5 ν, εν δέ τε͂σι άλλεσι πόλεσι ℎο-
ίτινες Αθεναίον άρχοσι εν τ-
ε͂ι ℎυπερορίαι ℎό τι άν ℎέκασ-
τοι δυνατοὶ ὀ͂σιν, ℎος άμ μέ αδ-
ικο͂νται ∶ έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι
10 καὶ το͂ι δέμοι· Αντιοχὶς επρυ-
τάνευε, Χαροιάδες εγραμμάτ-
ευε, ℎεγέσανδρος επεστάτε, Χ-
αιρέστρατος είπε· Λεονίδεν
εάν τις αποκτένει εν το͂ν πόλ-
15 εον ℎο͂ν Αθεναίοι κρατο͂σι, τέ-
ν τιμορίαν ἐ͂ναι καθάπερ εάν
τις Αθεναίον αποθάνει· επαι-
νέσαι δέ αγαθὰ ℎόσα ποιεί πε̣-
ρὶ Αθεναίος Λεονίδες. περὶ [δ]-
20 έ Λεονίδο τὰ εφσεφισμένα α[ν]-
αγραφσάτο ℎο γραμματεὺς τε͂-
ς βολε͂ς τέλεσι τοίς Λεονίδο
εν στέλαιν δυοίν, καὶ τέν μέν
ℎετέραν στε͂σαι εμ πόλει, τέν
25 δέ ℎετέραν εν ℎαλικαρνασσο͂-
ι εν το͂ι ℎιερο͂ι το͂ Απόλλονος·
άνδρα δέ προσελέσθο Λεονίδ-
ες ℎόστις άχσει τέστέλεν {τέν στέλεν} καὶ
στέσει.
30               vacat 0.18

Στη στήλη έχουν αναγραφεί δύο τιμητικά ψηφίσματα. Του πρώτου σώζεται το κατώτερο τμήμα όπου τιμούνται ο Λεωνίδης ο Αλικαρνασσέας και οι γιοι του. Το δεύτερο ψήφισμα συμπληρώνει τις τιμές που αποδόθηκαν στον Λεωνίδη και ορίζει τη διαδικασία για την αναγραφή των ψηφισμάτων σε δύο στήλες, η μία εκ των οποίων θα ιδρυθεί στην Αθήνα και η άλλη στο ιερό του Απόλλωνα στην Αλικαρνασσό.

Στο σωζόμενο τμήμα του πρώτου ψηφίσματος απονέμεται στον τιμώμενο το προνόμιο της προστασίας από κάθε αδικία, γνωστό και από άλλα προξενικά ψηφίσματα του 5ου αι. π.Χ. Το προνόμιο αυτό επεκτείνεται μάλιστα σε όλες τις περιοχές που βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής της Αθήνας, δηλαδή στις πόλεις-μέλη της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας, όπου βρίσκονταν Αθηναίοι πολίτες ως αξιωματούχοι. Από την Αθηναίων πολιτεία (24.3) του Ψευδο-Αριστοτέλους γνωρίζουμε ότι οι αξιωματούχοι που υπηρετούσαν εκτός των ορίων του αθηναϊκού κράτους, κατά τον 5ο αι. π.Χ., ανέρχονταν στους επτακόσιους. Η απονομή της προξενίας αποτελούσε σημαντικό μέσον για την άσκηση της αθηναϊκής εξωτερικής πολιτικής, αφού οι πρόξενοι ήταν πολίτες άλλων πόλεων, φιλικά διακείμενοι προς τους Αθηναίους και η υποστήριξη που παρείχαν στο αθηναϊκό κράτος πολύτιμη. Έτσι ήταν φυσικό για την Αθήνα να προστατεύει τους προξένους της στις διάφορες δικαιοπραξίες τους τόσο στο εσωτερικό της, καθώς είναι γνωστό από άλλα ψηφίσματα ότι τους έδινε το δικαίωμα να προσφύγουν στο δικαστήριο του πολέμαρχου, όσο και στις περιοχές επιρροής της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η παροχή προστασίας προς τον Λεωνίδη και τους γιους του αφορούσε τις γειτονικές με την πατρίδα τους την Αλικαρνασσό πόλεις της Μικράς Ασίας όπου υπήρχαν Αθηναίοι αξιωματούχοι (για τη συλλογή φόρων κλπ), αλλά και όποια άλλη περιοχή όπου δραστηριοποιείτο ο Λεωνίδης και φυσικά την ίδια την Αλικαρνασσό, η οποία ανήκε στη Συμμαχία της Δήλου, όπως προκύπτει από την αναγραφή της στους καταλόγους της εξηκοστής του φόρου.

Στο δεύτερο ψήφισμα, που είναι υστερότερο χρονολογικά του πρώτου, λαμβάνεται πρόνοια ώστε, εάν κάποιος δολοφονήσει τον Λεωνίδη, η Αθήνα να αξιώσει την άμεση τιμωρία του δράστη, όπως θα συνέβαινε εάν το θύμα ήταν Αθηναίος πολίτης. Η ρύθμιση αυτή ακολουθεί το πνεύμα του προηγούμενου ψηφίσματος αλλά παρέχεται μόνο στον Λεωνίδη, στον οποίο επιπλέον απονέμεται έπαινος για όσα πράττει υπέρ των Αθηναίων, όπως και σε άλλα τιμητικά και προξενικά ψηφίσματα.

Ακολούθως ορίζεται ότι τα ψηφίσματα αυτά θα αναγραφούν σε δύο αντίγραφα σε λίθινες στήλες εκ των οποίων η μία θα στηθεί στην Ακρόπολη της Αθήνας, ενώ η δεύτερη στο ιερό του Απόλλωνος στην Αλικαρνασσό. Η ανέγερση στήλης προς τιμήν κάποιου, ιδιαίτερα ενός προξένου (βλ. παραπάνω) στην Ακρόπολη των Αθηνών, όπου βρίσκονταν μερικά από τα σπουδαιότερα ιερά της πόλης, αποτελούσε ξεχωριστή τιμή. Στο ψήφισμα ορίζεται ακόμα ότι η αναγραφή των στηλών θα γίνει με δαπάνη του τιμωμένου, όρος σπάνιος τον 5ο αι. π.Χ. κατά τον οποίο τα έξοδα για την αναγραφή των ψηφισμάτων αναλάμβανε η πόλη, η οποία μάλιστα διέθετε ειδικά κονδύλια για το σκοπό αυτό. Η παρουσία του όρου αυτού στην επιγραφή θα μπορούσε να συνερμηνευθεί με την πρόβλεψη για την ίδρυση της στήλης και στην πατρίδα του τιμωμένου, μήνυμα για την ευαρέσκεια του αθηναϊκού κράτους προς ένα συγκεκριμένο άτομο, αλλά και πιθανή απαίτηση του τιμωμένου για την προβολή και την επιβεβαίωση της δύναμής του.

————————- να μην επιτρέπουν να αδικούνται αυτοί ούτε στην Αθήνα ούτε σε όσες πόλεις οι Αθηναίοι ελέγχουν. Στην Αθήνα να φροντίζουν γι’ αυτό οι πρυτάνεις και η βουλή, (στ. 5) στις άλλες πόλεις εκτός της Αττικής, στις οποίες διοικούν Αθηναίοι αξιωματούχοι, να μην επιτρέπουν να αδικούνται αυτοί κατά το δυνατόν. Αποφάσισε η βουλή (στ. 10) και ο δήμος, η Αντιοχίς φυλή επρυτάνευε, ο Χαροιάδης ήταν γραμματέας, ο Ηγήσανδρος ήταν επιστάτης των πρυτάνεων, εισήγηση του Χαιρεστράτου˙ εάν κάποιος δολοφονήσει τον Λεωνίδη σε κάποια από τις πόλεις (στ. 15), τις οποίες ελέγχουν οι Αθηναίοι, η τιμωρία του να είναι όμοια με εκείνη που θα ήταν εάν εδολοφονείτο Αθηναίος πολίτης. Να επαινεθεί ο Λεωνίδης για όσα καλά πράττει για τους Αθηναίους. (στ. 20) Τις αποφάσεις για τον Λεωνίδη να αναγράψει ο γραμματεύς της βουλής με έξοδα του Λεωνίδη σε δύο στήλες και η μία να στηθεί στην Ακρόπολη (στ. 25) και η άλλη στο ιερό του Απόλλωνος στην Αλικαρνασσό. Ο Λεωνίδης να επιλέξει εκπρόσωπο, ο οποίος θα παραλάβει τη στήλη και θα την στήσει.

          θεοί·
έδοχσεν τε͂ι βολ[ε͂ι καὶ το͂] δέ-
μοι· Οινεὶς επρυ̣[τάνευε, Σπ]ου-
δίας εγραμμάτε[υε, ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ον
5 επεστάτε, Κλενί[ας είπε· τέ]μ β-
ολέν καὶ τὸς άρχ[οντας εν] τε͂σ-
ι πόλεσι καὶ τὸς [επισκό]πος ε-
πιμέλεσθαι ℎό[πος άν χσ]υλλέ-
γεται ℎο φόρος κ[ατὰ τὸ έ]τος ℎ-
10 έκαστον καὶ απά[γεται] Αθένα-
ζε· χσύμβολα δέ π[οιέσα]σθαι π-
ρὸς τὰς πόλες, ℎό[πος ά]μ μέ εχσ-
ε͂ι αδικε͂ν τοίς α[πάγο]σι τὸμ φ-
όρον· γράφσασα δ[έ ℎε] πόλις ες
15 γραμματείον τὸ[μ φό]ρον, ℎόντιν’ άν αποπέμπει, σεμε-
ναμένε το͂ι συμβ[όλο]ι αποπεμπέτο Αθέναζε· τὸς δέ α-
πάγοντας αποδο͂[ναι] τὸ γραμματείον εν τε͂ι βολε͂ι α-
ναγνο͂ναι ℎόταμ[πε]ρ̣ τὸμ φόρον αποδιδο͂σι· ℎοι δέ πρ-
υτάνες μετὰ Διο[νύ]σια εκκλεσίαν ποιεσάντον τοί-
20 ς ℎελλενοταμία[σι α]ποδείχσαι Αθεναίοις το͂μ πόλ-
εον τὰς αποδόσα[ς τὸμ φόρον ε]ντελε͂ καὶ τὰς ελλιπό-
σας χορίς, ℎόσαι [άν τινες ὀ͂σιν· Αθ]εναίος δέ ℎελομέ-
νος άνδρας τέττ[αρας αποπέμπεν επὶ] τὰς πόλες αντ-
ιγραφσομένος τ[ὸμ φόρον τὸν αποδοθέντα κα]ὶ απαι-
25 τέσοντας τὸμ μέ̣ [αποδοθέντα παρὰ το͂ν ελλιποσ]ο͂ν, τ-
ὸ μέν δύο πλε͂ν επ̣[ὶ τὰς επὶ Νέσον καὶ επ’ Ιονίας επὶ] τ-
ριέρος ταχείας, [τὸ δέ δύο επὶ τὰς εφ’ Ελλεσπόντο κα]-
ὶ επὶ Θράικες· ε[σάγεν δέ ταύτα τὸς πρυτάνες ες τέμ]
βολέν καὶ ες τὸ[ν δε͂μον ευθὺς μετὰ Διονύσια καὶ βο]-
30 λεύεσθαι περὶ τ[ούτον χσυνεχο͂ς ℎέος άν διαπραχθ]-
ε͂ι· εὰν δέ τις Αθ[εναίος ἒ χσύμμαχος αδικε͂ι περὶ τὸ]-
ν φόρον, ℎὸν δεί [τὰς πόλες γραφσάσας ες γραμματεί]-
ον τοίς απάγοσ̣[ιν αποπέμπεν Αθέναζε, έστο αυτὸν γ]-
ράφεσθαι πρὸς [τὸς πρυτάνες το͂ι β]ολομένο[ι Αθενα]-
35 ίον καὶ το͂ν χσ[υμμάχον· ℎοι δέ πρυτά]νες εσαγ̣[όντον]
ες τέμ βολέν [τέν γραφέν ℎέν τι]ς άγ γράφσετα̣[ι ἒ ευθ]-
υνέσθο δόρο[ν μυρίαισι δραχμ]ε̣͂σ[ι ℎ]έκαστος· [ℎο͂ δ’ άν]
καταγνο͂ι ℎ[ε βολέ, μέ τιμαν αυτ]ο̣͂ι κυ̣ρία έστο [αλλ’ εσ]-
φερέτο ες τ[έν ελιαίαν ευθύ]ς̣· ότ̣αν δέ δόχσει [αδικε͂]-
40 ν, γνόμας πο[ιέσθον ℎοι πρυ]τ̣άν̣ες ℎό τι άν δοκ[ε͂ι αυτ]-
ὸμ παθε͂ν ἒ α[ποτείσαι· καὶ ε]άν τις περὶ τέν απα̣[γογέ]-
ν τε͂ς βοὸς ἒ [τε͂ς πανℎοπλία]ς αδικε͂ι, τὰς γραφὰ̣[ς ἐ͂να]-
ι κατ’ αυτο͂ κ̣[αὶ τέν ζεμίαν κ]α̣τὰ ταυτά· τὸς δέ [ℎελλεν]-
ο[ταμίας αναγράφσαντας ε]ς πινάκιον λελ[ευκομέν]-
45 [ον αποφαίνεν καὶ τέν τάχσι]ν το͂ φόρο καὶ̣ [τὰς πόλες]
[ℎόσαι άν αποδο͂σιν εντελε͂ κα]ὶ απογ̣[ράφεν ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]
                  κενό 10 στίχων περίπου
57 [ ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․· χρεματίσαι δέ καὶ τέμ] βολέν τέν εσι[ο͂σ]-
[αν περὶ το͂ν απαγόντον τὸμ φόρον· ℎ]όσοι δέ το͂ν απα[γ]-
[όντον Αθέναζε ες τὸ πινάκιον αν]αγεγράφαται οφέ-
60 [λοντες εν τε͂ι βολε͂ι, τέμ βολέν επ]ιδείχσαι το͂ι δέμ-
[οι κατὰ τέν πόλιν ℎεκάστεν· εὰν δ]έ τις το͂μ πόλεον α-
[μφισβετε͂ι περὶ το͂ φόρο τε͂ς αποδ]όσεος, φάσκοσα απ-
[οδεδοκέναι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]θαι τὸ κοινὸν τε͂ς
[πόλεος· ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ας τὰς πόλες καὶ τ-
65 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ γράφεσ]θαι δέ μέ εχσε͂ναι
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․, το͂ δέ γραφέν]τος οφελέτο ℎο γρ-
[αφσάμενος τέν τιμέν εὰν φεύγει]· τέν δέ γραφέν ἐ͂να-
[ι πρὸς τὸν πολέμαρχον μενὶ Γαμε]λιο͂νι· εὰν δέ τις α-
[μφισβετεί ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]κλέσες, ℎε βολέ βο-
70 [λευσαμένε ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ], εσαγόντον δέ ℎοι
[εσαγογε͂ς ες τέν ελιαίαν τὸς Αθε]ναίοις τὸμ φόρον
[οφέλοντας ℎεχσε͂ς κατὰ τὸμ πίνα]κα τε͂ς μενύσεος· ε-
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ το͂ νέο] φόρο καὶ το͂ περυσ-
[ινο͂ ․ ․ ․ ․ ․ 12 ․ ․ ․ ․ ․· τέν δέ βολέν π]ροβολεύσασαν εχ-
75 [σενεγκε͂ν ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 18 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] πέρι τε͂ι ℎυστερα-
[ίαι ες τὸν δε͂μον· ․․․․․12․․․․․ τ]ε͂ς ℎαιρέσεος χρε-
[ματίσαι — — — — — — — — — — —]  vacat

 

Το ψήφισμα αυτό, γνωστό ως ψήφισμα του Κλεινία από το όνομα του εισηγητή του, αναφέρεται στη βελτίωση του τρόπου είσπραξης της ετήσιας εισφοράς των συμμάχων (φόρος).

Οι επίσκοποι (στ. 7) ήταν ετήσιοι άρχοντες, οι οποίοι κληρώνονταν από τους Αθηναίους και στέλνονταν στις πόλεις της Δηλιακής Συμμαχίας για να κρίνουν τις διαφορές που προέκυπταν από την εφαρμογή των συνθηκών. Οι Αθηναίοι ασκούσαν την κυριαρχία τους επί των συμμάχων τους και με την εγκατάσταση φρουράς υπό τον φρούραρχο. Ο τελευταίος, σε αντίθεση προς τον επίσκοπο, ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στη σύμμαχο πόλη. Οι δύο αυτές αρχές απαντούν στο ψήφισμα των Ερυθραίων (Ε29) και έχουν καθοριστικό ρόλο στην εγκαθίδρυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο οι Αθηναίοι επέβαλαν στις Ερυθρές το 453 π.Χ. μετά την καταστολή της αποστασίας της.

Οι ελληνοταμίαι (στ. 20, 43), αρχή που εισάγεται μετά την ίδρυση της Δηλιακής Συμμαχίας (478 π.Χ.), εκλέγονταν ετησίως από την εκκλησία του δήμου και διαχειρίζονταν τα χρήματα που συγκεντρώνονταν αρχικά στην Δήλο από τις εισφορές των συμμάχων (φόρος) (βλ. Θουκυδίδης 1.96.2). Μετά τη μεταφορά του συμμαχικού ταμείου από την Δήλο στην Ακρόπολη των Αθηνών (454 π.Χ.), οι ελληνοταμίες εισέπρατταν ενώπιον της βουλής των πεντακοσίων τους φόρους που κατέβαλλαν οι σύμμαχοι κατά την εορτή των Μ. Διονυσίων. Επειδή σημειώνονταν καθυστερήσεις και άλλα προβλήματα με την καταβολή του φόρου και κυρίως επειδή μετά τη σύναψη ειρήνης με τους Πέρσες, της γνωστής ως ειρήνης του Καλλία (449 π.Χ.), ο αρχικός σκοπός της συμμαχίας έπαυσε να υφίσταται, με το παραπάνω ψήφισμα συστηματοποιείται η είσπραξη του συμμαχικού φόρου και η μεταφορά του στην Αθήνα.

Κάθε πολίτης είχε δικαίωμα να γίνει δημόσιος κατήγορος. Επειδή ασκούσε αυτό το δικαίωμα με ελεύθερη τη βούλησή του, μνημονεύεται ως βουλόμενος (στ. 34).

Από τους στίχους 41-43 συνάγεται η υποχρέωση των συμμάχων πόλεων να φέρουν ως προσφορά «βούν και πανοπλίαν», προφανώς κατά την εορτή των Μ. Παναθηναίων. Ανάλογη υποχρέωση είχαν και οι άποικοι της Βρέας (Ε60 στ. 15-16).

Αναθεώρηση (τάξις, στ. 45) του φόρου γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια, κατά την εορτή των Μ. Παναθηναίων. Ειδικοί υπάλληλοι (τάκται) που διορίζονταν από τη βουλή των πεντακοσίων, αφού άκουγαν τις απόψεις των συμμάχων, κατάρτιζαν το φορολογικό πίνακα με τα ονόματα των πόλεων και το ποσό που έπρεπε να καταβάλει η κάθε μια. Τον πίνακα αυτό παρέδιδαν στους ελληνοταμίες, οι οποίοι, σύμφωνα με το παραπάνω ψήφισμα, αναλάμβαναν την υποχρέωση να τον γνωστοποιήσουν.

Θεοί· αποφάσισε η βουλή και ο δήμος· η Οινηίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Σπουδίας ήταν γραμματέας, επιστάτης ……, εισηγήθηκε ο Κλεινίας: η βουλή και οι άρχοντες στις πόλεις και οι επίσκοποι να έχουν την επιστασία για την είσπραξη των εισφορών των συμμάχων (φόρων) ετησίως και για τη μεταφορά τους στην Αθήνα. Να κατασκευασθούν αναγνωριστικές σφραγίδες για τις πόλεις, ώστε εκείνοι που μεταφέρουν το φόρο να μη διαπράττουν αδικήματα. Η πόλη αφού αναγράψει σε πινάκιο (γραμματείον) το φόρο, που πρόκειται να αποστείλει και το σφραγίσει με την ειδική σφραγίδα της (σύμβολον), να τον αποστείλει στην Αθήνα. Εκείνοι δε που μεταφέρουν τα χρήματα να  παραδίδουν το πινάκιο στη βουλή για να γνωρίζει επακριβώς το φόρο που παραδίδουν. Οι δε πρυτάνεις μετά τα Διονύσια να συγκαλέσουν την εκκλησία του δήμου και να καταστήσουν οι ελληνοταμίες γνωστές στους Αθηναίους τις πόλεις που κατέβαλαν το φόρο και εκείνες που το  παρέλειψαν, … οι Αθηναίοι δε αφού εκλέξουν τέσσερις άνδρες να τους στείλουν στις πόλεις για να δώσουν αποδείξεις σε εκείνες που κατέβαλαν το φόρο και να τον απαιτήσουν από εκείνες που παρέλειψαν να τον αποδώσουν, από αυτούς οι δύο να πλεύσουν με ταχεία τριήρη στις νησιωτικές και στις πόλεις της Ιωνίας, οι άλλοι δύο στις πόλεις του Ελλησπόντου και σε εκείνες της Θράκης. Οι πρυτάνεις να φέρουν το θέμα στη βουλή και στην εκκλησία του δήμου αμέσως μετά τα Διονύσια και να συσκέπτονται σχετικά συνεχώς έως ότου αυτό τακτοποιηθεί. Εάν δε κάποιος Αθηναίος ή σύμμαχος διαπράττει αδίκημα σχετικό με το φόρο, τον οποίο οι πόλεις οφείλουν, αφού τον αναγράψουν σε πινάκιο, να τον αποστείλουν στην Αθήνα με τους μεταφορείς του, να έχει δικαίωμα να τον καταγγείλει με γραπτή μήνυση στους πρυτάνεις οποιοσδήποτε Αθηναίος ή σύμμαχος θα ήθελε (βουλόμενος). Οι δε πρυτάνεις να φέρουν την καταγγελία στη βουλή, διαφορετικά κάθε ένας από τους πρυτάνεις να τιμωρείται για δωροδοκία με χίλιες δραχμές. Η βουλή όποιον ήθελε κρίνει ένοχο δεν έχει δικαιοδοσία να του ορίσει την επιβλητέα ποινή, αλλά να παραπέμπει την υπόθεση αμέσως στην Ηλιαία. Όταν δε κριθεί ότι αδικεί, οι πρυτάνεις διατυπώνουν τις απόψεις τους σχετικά με ό, τι φαίνεται εύλογο αυτός να πάθει ή να πληρώσει πρόστιμο. Και εάν κάποιος διαπράττει αδίκημα σχετικά με την αποστολή της αγελάδας ή της πανοπλίας, η γραπτή καταγγελία εναντίον του και η τιμωρία ακολουθούν την ίδια διαδικασία. Οι ελληνοταμίες να γνωστοποιήσουν αφού αναγράψουν σε λευκό πινάκιο την αναθεώρηση του φόρου (τάξιν) με τα ονόματα των πόλεων και το ποσό που αυτές έπρεπε να πληρώσουν.

(Το υπόλοιπο σωζόμενο τμήμα του ψηφίσματος είναι πολύ αποσπασματικό, ώστε δεν κρίθηκε σκόπιμη συνεχής μετάφρασή του).

Αρχαίο κείμενο

Όψη Α (κύρια)                                                                                                           (Agora I 3972)

c νε[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 33 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
ελι[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 32 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
αρχ[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 32 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
ΝΛ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 33 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
                   lacuna
a    5 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 18 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ε π̣ρ̣ὸς ℎέν άν φα[ίνει ἒ]                       (ΕΜ 6577)
[γράφεται, εσ]αγέτο. εὰν δέ εσάγει ενεχ[ ․ ․ 5 ․ ․ ]
[ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ] ℎο φένας ἒ ℎο γραφσάμενος. πο[ ․ ․ 5 ․ ․ ]
[ ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ν αυτοίς παρασχόντον ℎοι απ[οικιστ]-
[αὶ καλλ]ιερε͂σαι ℎυπέρ τε͂ς αποικίας, [ℎοπόσα]
    10 [άν αυτο]ίς δοκε͂ι. γεονόμος δέ ℎελέσθ[αι δέκα]
[άνδρας], ένα εχ φυλε͂ς· ℎούτοι δέ νεμάντ[ον τέν]
[γε͂ν. Δεμ]οκλείδεν δέ καταστε͂σαι τέν α[ποικί]-
[αν αυτο]κράτορα, καθότι άν δύνεται ά[ριστα. τ]-
[ὰ δέ τεμ]ένε τὰ εχσειρεμένα εαν καθά[περ εστ]-
    15 [ί, καὶ άλ]λα μέ τεμενίζεν. βούν δέ καὶ π̣[ανℎοπλ]-
[ίαν απά]γεν ες Παναθέναια τὰ μεγάλ[α καὶ ες Δ]-
[ιονύσι]α φαλλόν. εὰν δέ τις επιστρα[τεύει επ]-
[ὶ τέν γε͂]ν τέν το͂ν αποίκον, βοεθε͂ν τὰ[ς πόλες ℎ]-
[ος οχσύ]τατα κατὰ τὰς χσυγγραφὰς ℎα̣[ὶ επὶ ․ ․ ]
    20 [ ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]το γραμματεύοντος εγένον[το περὶ τ]-
[ο͂ν πόλε]ον το͂ν επὶ Θράικες. γράφσαι δ[έ ταύτα]
[εν στέλ]ει καὶ καταθε͂ναι εμ πόλει· πα[ρασχόν]-
[τον δέ τ]έν στέλεν ℎοι άποικοι σφο͂ν α[υτο͂ν τέ]-
[λεσιν. ε]ὰν δει τις επιφσεφίζει παρὰ τέ[ν στέλ]-
    25 [εν ἒ ρρέ]τορ αγορεύει ἒ προσκαλε͂σθα[ι εγχερ]-
[ε͂ι αφαι]ρε͂σθαι ἒ λύεν τι το͂ν ℎεφσεφι[σμένον],
[άτιμον] ἐ͂ναι αυτὸν καὶ παίδας τὸς εχς [εκένο]
[καὶ τὰ χ]ρέματα δεμόσια ἐ͂ναι καὶ τε͂ς [θεο͂ τὸ ε]-
[πιδέκα]τον, εὰμ μέ τι αυτοὶ ℎοι άποικ[οι ․ ․ ․ ․ ]
    30 [ ․ ․ ․ ․ δέ]ονται ∶∶ ℎόσοι δ’ άν γράφσοντα[ι εποικ]-
[έσεν το͂]ν στρατιοτο͂ν, επειδὰν ℎέκοσ[ι Αθένα]-
[ζε, τριά]κοντα εμερο͂ν εμ Βρέαι ἐ͂ναι επ̣[οικέσ]-
[οντας. ε]χσάγεν δέ τέν αποικίαν τριάκ̣[οντα ε]-
[μερο͂ν. Α]ισχίνεν δέ ακολουθο͂ντα απο[διδόνα]-
    35 [ι τὰ χρέ]ματα     vacat
                    vacat 0.19

 

Όψη Β (δεξιά)                                                                                                            (ΕΜ 6577α)

b [Φ]αντοκλε͂ς είπε· περὶ
[μ]έν τε͂ς ες Βρέαν αποι-
[κ]ίας καθάπερ Δεμοκλ-
[ε]ίδες είπε· Φαντοκλέ-
    40 [α] δέ προσαγαγε͂ν τέν Ε-
[ρ]εχθείδα πρυτανεία-
[ν] πρὸς τέν βολέν εν τε͂-
[ι] πρότει ℎέδραι· ες δέ
[Β]ρέαν εχ θετο͂ν καὶ ζε-
    45 [υ]γιτο͂ν ιέναι τὸς απο-
[ί]κος.
           vacat 0.46

Ανάμεσα στις πολυάριθμες περιπτώσεις ελληνικών εγκαταστάσεων σε Δύση και Ανατολή και πιο συγκεκριμένα στις αποστολές αποικιών και κληρουχιών από την Αθήνα κατά τον 5ο αι. π.Χ. έχουμε εδώ τη μοναδική επιγραφή που μας δίνει άμεσες λεπτομερείς πληροφορίες για τη διαδικασία ίδρυσης μιας αθηναϊκής εγκατάστασης εκτός Αττικής.

Το άνω τμήμα της στήλης δεν σώζεται. Στο σημείο που ξεκινά το κείμενο ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν εσωτερικά θέματα της αποικίας (στ. 1-15). Η συνέχεια του ψηφίσματος διευθετεί τις σχέσεις της αποικίας με τον έξω κόσμο και την άμυνά της (στ. 15-21). Όπως κάθε αθηναϊκό ψήφισμα που ρυθμίζει ζητήματα σημαντικά, το παρόν φροντίζει να εξασφαλίσει τη δημοσίευσή του (στ. 21-24), καθώς επίσης την τήρηση των διατάξεών του (στ. 24-30). Για όσους φέρουν προς ψήφιση κάτι αντίθετο ή προτείνουν την κατάργηση ορισμένων από τις διατάξεις του, προβλέπονται στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων (ατιμία) και δήμευση της περιουσίας.

Την επιτυχία της αποστολής και την αποφυγή διαρροών από όσους έχουν εκδηλώσει πρόθεση να συμμετάσχουν, επιδιώκουν και δύο τελευταίες διατάξεις του ψηφίσματος που αφορούν το χρόνο (στ. 30-34) και τη χρηματοδότηση της εγκατάστασης (34-35). Η αποστολή πρέπει να λάβει χώρα εντός τριάντα ημερών, προθεσμία που ισχύει και για τους στρατιώτες που θα δηλωθούν ως έποικοι μετρώντας, ωστόσο, από την ημέρα κατά την οποία θα φτάσουν στην Αθήνα διακόπτοντας προφανώς τη συμμετοχή τους σε εκστρατεία που βρίσκεται σε εξέλιξη. Τα χρήματα που προφανώς η μητρόπολη έχει προβλέψει για την αποικία και την αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών θα καταβληθούν στους αποίκους μετά την άφιξή τους στην Βρέα από τον Αισχίνη που θα τους συνοδεύσει.

Στο κάτω μέρος της στήλης καταγράφεται συμπληρωματική εισήγηση του Φαντοκλή στην εκκλησία του δήμου (στ. 36), προκειμένου να του επιτραπεί πρόσβαση στην πρώτη συνεδρία επί πρυτανείας της Ερεχθηίδας φυλής (στ. 39-43). Η πρόταση που ο Φαντοκλής θα φέρει στη βουλή καταγράφεται περιληπτικά (στ. 43-46) και δίνει μια σαφή κοινωνική διάσταση στην ίδρυση της συγκεκριμένης εγκατάστασης καθώς υποδεικνύει να προέρχονται οι συμμετέχοντες από τις δύο κατώτερες αθηναϊκές τάξεις: τους θήτες και τους ζευγίτες.

Η τοποθεσία της Βρέας και η χρονολόγηση της επιγραφής έχουν προκαλέσει εκτενείς συζητήσεις. Όσον αφορά τη θέση της εγκατάστασης, οι απόψεις διίστανται ανάμεσα στην Βισαλτία της Θράκης και τη θέση Βεριά στην Χαλκιδική. Από τον λεξικογράφο Στέφανο Βυζάντιο παρουσιάζεται η Βρέα ως πόλις [Θράκης] (η γενική θεωρείται, ωστόσο, οβελιστέα), ενώ ο Πλούταρχος (Περικλής 11.5) απαριθμώντας τις κληρουχίες του Περικλή αναφέρει ότι έστειλε και χίλιους κληρούχους Βισάλταις συνοικήσοντας. Οι δύο πηγές σε συνδυασμό με το εδάφιο της επιγραφής μας (στ. 18-21), όπου η βοήθεια που θα προσφερθεί στην Βρέα προσδιορίζεται βάσει συνθηκών σχετικών με τις πόλεις της Θράκης (αναφορά που βέβαια δεν τοποθετεί την Βρέα απαραίτητα ανάμεσα σε αυτές τις πόλεις), αποτελούν τα βασικά επιχειρήματα των υποστηρικτών της πρώτης άποψης. Η άποψη της Χαλκιδικής στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην –με πειστικά επιχειρήματα τεκμηριωμένη– διόρθωση του τοπωνύμιου Βέροια σε Βρέα σε χωρίο του Θουκυδίδη (1.61.4), όπως επίσης στον Θεόπομπο (FGrHist 115 F 145) που αναφέρει την Βρέα στο κεφάλαιο ΚΓ΄ των Φιλιππικών του, τα γεγονότα του οποίου φαίνεται να εκτυλίσσονται στην Χαλκιδική.

Η χρονολόγηση της επιγραφής στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη μορφή του ρο που δεν απαντά μετά το 438/7 π.Χ. και στην πληροφορία που μας δίνει ο Ησύχιος ότι ο ποιητής Κρατίνος (δράση περίπου 450-420 π.Χ.) μνημονεύει την Βρέα. Η τοποθέτηση του ψηφίσματος περί το 445 π.Χ. (λιγότερους υποστηρικτές έχουν οι εναλλακτικές προτάσεις του 439/8 και 426/5 π.Χ.) επιτρέπει να υποθέσουμε ότι η εκστρατεία, την οποία προφανώς θα εγκατέλειπαν όσοι στρατιώτες θα εγγράφονταν να στελεχώσουν την αποικία, ήταν η ανάκτηση της Εύβοιας το 446 π.Χ. Η επιγραφή τεκμηριώνει επομένως ένα μέρος της σύνθετης επεκτατικής πολιτικής της Αθήνας στην περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης στο χρόνια του Περικλή και έως την έκρηξη του Πελοποννησιακού πολέμου.

. . . η αρχή στην οποία θα γίνει η καταγγελία να ασκήσει δίωξη. Αν ασκήσει δίωξη, . . . . να κατάσχει; όποιος φανερώσει την υπόθεση . . . . να παρέχουν σε αυτούς οι απ[οικισταί] (επικεφαλής της αποικίας), προκειμένου, θυσιάζοντας όσα νομίζουν, να αποκτήσουν καλούς οιωνούς για την αποικία. Να εκλεγούν δέκα γεωνόμοι, ένας από κάθε φυλή. Αυτοί να διανείμουν τη γη. Να εγκαταστήσει ο Δημοκλείδης την αποικία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο έχοντας πλήρη εξουσία. Οι ιερές γαίες (τεμένη) που έχουν εξαιρεθεί να παραμείνουν ως έχουν, και να μην αφιερωθούν άλλες. Να στέλνουν βόδι και πανοπλία στα Μεγάλα Παναθήναια και φαλλό στα Διονύσια. Αν κάποιος εκστρατεύσει ενάντια στην αποικία, να βοηθήσουν οι πόλεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα σύμφωνα με τις συνθήκες που έγιναν επί γραμματέα . . . σχετικά με τις πόλεις της Θράκης. Να γραφούν αυτά σε στήλη και η στήλη να στηθεί στην πόλη. Να παρέχουν οι άποικοι τη στήλη με δικά τους έξοδα. Αν κάποιος θέσει σε ψηφοφορία ζήτημα αντίθετο προς τη στήλη ή ρήτορας αγορεύσει ή επιχειρήσει να προτείνει να αφαιρέσουν ή να καταργήσουν κάτι από όσα έχουν ψηφιστεί, να περιπέσει ο ίδιος και τα παιδιά του σε ατιμία, να δημευθεί η περιουσία του και να ανήκει στη θεά η δεκάτη, εκτός και αν οι ίδιοι οι άποικοι κάτι… αιτούνται. Όσοι από τους στρατιώτες εγγραφούν να εποικίσουν, πρέπει, αφού φτάσουν στην Αθήνα, να μεταβούν στην Βρέα ως έποικοι εντός τριάντα ημερών. Να σταλεί η αποικία εντός τριάντα ημερών. Ο Αισχίνης οφείλει να ακολουθήσει και να πληρώσει τα χρήματα.

Ο Φαντοκλής εισηγήθηκε· όσα αφορούν την αποικία στην Βρέα, (να γίνουν) σύμφωνα με αυτά που εισηγήθηκε ο Δημοκλείδης. Ωστόσο, να επιτρέψει η πρυτανεία της Ερεχθείδας φυλής στον Φαντοκλή να εμφανιστεί στη βουλή κατά την πρώτη συνεδρία της. Να μεταβούν στην Βρέα άποικοι από τους θήτες και τους ζευγίτες.

Στήλη Α (;)

b (ΕΜ 6591α)

— — — — — — — — — ν̣αν [ ․ ․ ․ ․ ]ν[ ․ ․ ․ ․ 10 ․ ․ ․ ․ ]νι̣[ ․ ․ ․ ․ ]οι̣ο[․․5․․]
[— διαχεροτονε͂σαι τὸν δε͂μ]ον αυτ̣ί̣κ̣α μάλα είτε δοκε͂ι ℎένα στρατ[εγ]-
[ὸν — — — — — — — — — — — —] ℎελέσθαι τύχει αγαθε͂ι νυνὶ ℎοίτινε[ς] α̣-
— — — — — — — — — — — — — τ̣ο̣[․] τὸς πολεμίος ℎος άν δύνονται πλει-
5 [στ — — — — — — — — — — — — — —]ο̣σθον δέ καὶ το͂ν χσυμμάχον ℎοποσ̣-
[— — — — — — — — — — — — — — — — π]όλες ες τέμ βολέν τέν Αθεναίο[ν]
[— — — — — — — — — — — — — — — — — — ℎ]ε̣χσέκοντα νεο͂ν ℎόταμπ̣ε̣ρ̣ [ ․ ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — αις άμ βόλοντ[αι ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — λλ̣ο[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
10                             lacuna

 

c (ΕΜ 6591β)

[․․․] βολέν καθότι άριστα κ̣[— — — — — — — — — εά]-
ν τε απὸ το͂ τιμέματος δοκε͂ι [— — — — — — — εάν]
τε τέμ πόλιν αναλο͂ν ℎόσον α[— — — — — — — — τὰ]-
ς ℎεχσέκοντα ναύς εὰμ προσ — — — — — — — — — —
5 μενον ἐ͂ι εσφέρεν ℎόταν δεε[— — — — — — — — εκκ]-
λεσίαν ποιεσάντον δέκα ℎε[μερο͂ν — — — — — — — π]-
ερὶ άλλο μεδενὸς πρότερον — — — — — — — — — — —
ε εκκλεσίαν ποιε͂ν το͂ς πρυτ[άνες — — — — — — — —]
αι τοίς στρατεγοίς το͂ν νεο͂ν — — — — — — — — — —
10 οις· περὶ δέ το͂ έκπλο το͂ν νεο͂ν [— — — — — — — ε]-
πανορθο͂σθαι εν το͂ι δέμοι ℎο[— — — — — — — — — ε]-
κκλεσίαν ποιόντον ℎόταν κε — — — — — — — — — —
ον καὶ τε͂ς άλλες ℎυπερεσίας — — — — — — — — — —
καὶ αργύριο ες καλλιέρεσιν — — — — — — — — — —
15 [․] ℎεχσ̣ακοσίον [καὶ] χιλίον ℎ̣ — — — — — — — — —
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — —

 

Στήλη Β (;)

a (ΕΜ 6591)

[έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δ]έ̣μοι̣ — — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ εί]πε· τύχε[ι αγαθε͂ι — — —]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 22 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]μένας μισ[θ — — — — — —]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]ετταράκον[τα — — — — —]
5 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ πελ]τασταίς χρ — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 22 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]οχσότας π — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 23 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]δεει εκ το — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]έτταρας οβο[λὸς — — —]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ κυβε]ρνέτας δέ καὶ — — — — —
10 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]αμίαν δέ χσυμπ — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] ℎε βολέ ℎόταμ με̣ — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τοί]ς τριεράρχοις κα — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] το͂μ πολεμίον λ̣ — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 22 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]λ̣λον ℎότι αν — — — — —
                                lacuna

 

d και g (ΕΜ 6591γ – 6591ε)

— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — ι̣ο̣[ ․ ․ 5 ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — σοτοντ[ ․ ]
— — — — — — α̣ι̣ ἒ φρορο͂σι τέ[μ πόλιν ἒ τέ]ν χόραν τ-
— — — — — — ν ℎὸς άν μέ περιπο[λε͂ι μεδέ μ]ισθοφορε͂-
5 [ι — — — — —]το πλέν ℎοπόσοις [ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ℎ]ε βολέ καὶ
[— — — — —  έ]νοχον ἐ͂ναι ζεμία[ι ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]αι μέτε τον
[— — — — — πρ]υτάνες· λύσαι δέ [ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]αι τὸ φσέφι-
[σμα — — — τ]ο͂ έκπλο το͂ν εχσέ[κοντα νεο͂]ν ℎέος άν ℎ̣-
[— — — —  ε]π’ άλλο έργον με[δ’ επ’ άλλεν σ]τρατιὰν
10 [— — — — —  τ]ρισχιλίον· ε[ὰν δέ τιν είπει] ἒ επιφσ-
[εφίσει — — — — — —]ς εχσαιρ[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ον μ̣[ ․ ]
— — — — — — — — — — — — ογ̣ι̣τ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — —

 

Υπόλοιπα ανέντακτα θραύσματα

e (ΕΜ 6591δ)

[— — — ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]#⁷#⁷#⁷ΟΣ — — — — —
[— — — ․ ․ ․ ․ ] τε͂ι Αθεναι κ — — —
[— — —  στρα]τιόταις διανε[μ — —]
[— — — ․ ․ 5 ․ ․ ]ε̣ναι το͂ν νεο͂ν — — —
5 [— — — ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․ ]ρχ̣σοσι — — — —
— — — — — — — — — — — — — — — —

 

f (ΕΜ 6591η)

— — — — — τ̣εν̣ κ̣[ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]
[— — ℎεκ]ατὸν τριέρε̣[ς ․ ]
— — — — — πολέμιοι ℎότι
— — — — — α̣στέσασθαι το
5 [— — — επιτ]έδιον ἐ͂ναι ℎ-
— — — — — — αμ ποι χρεσ-
— — — — — — —  ς ναυσὶν
[— — — — — — —  πρυ]τανε-
— — — — — — — — — —  ντ-
           — — — — — — —

 

h (ΕΜ 6591ζ)

[— — — ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․ ]αν — — —
[— — — ․ ․ ․ 8 ․ ․ ․ ․ ]ι̣τοι — —
— — — ος χσυμμάχος α — —
— — — ς καὶ τομ φορον —
5 [— — — ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]σθαι τ — —
[— — — ․ ․ ․ 8 ․ ․ ․ ․ ]ο̣ε̣ — — —
— — — — — — — — — — — —

Τα ψηφίσματα αυτά αναφέρονται στις αποφάσεις που πήραν οι Αθηναίοι σχετικά με το μέγεθος του στρατεύματος που θα έστελναν στη Σικελία προκειμένου να ανταποκριθούν στο αίτημα βοήθειας που τους είχαν διατυπώσει, στα τέλη του καλοκαιριού του 416 π.Χ., οι Εγεσταίοι (Θουκυδίδης 6.6). Δυστυχώς η αποσπασματική κατάσταση των ψηφισμάτων δεν μας επιτρέπει να έχουμε ακριβή εικόνα του περιεχομένου τους. Υποθέτουμε ότι η πρώτη στήλη (με βάση διασταυρωμένες μαρτυρίες του Θουκυδίδη) αναφέρεται στην πρώτη συνέλευση. Σε αυτήν, η εκκλησία τού δήμου κλήθηκε, πιθανότατα, πρώτα να ψηφίσει, εκτός από την αποστολή των εξήντα πλοίων (θρ. b στ. 7 και θρ. c στ. 4) και τον προσδιορισμό των πρώτων αναγκών (θρ. c στ. 13-15), αν θα όριζε επικεφαλής έναν ή δύο στρατηγούς (θρ. b στ. 2-3), ενώ ο σκοπός των ενεργειών δεν διατυπώνεται με ευκρίνεια. Το ψήφισμα της δεύτερης στήλης θεωρείται ότι θα πρέπει να αναφέρεται στη δεύτερη συνέλευση (που έγινε πέντε ημέρες μετά την πρώτη) κατά την οποία επαναπροσδιορίστηκε η δύναμη του εκστρατευτικού σώματος και το μέγεθος των δαπανών που απαιτούνταν.

Το ενδιαφέρον των Αθηναίων να αποκτήσουν τον έλεγχο της Σικελίας (Θουκυδίδης 3.86.4) γίνεται ορατό ήδη το 427 π.Χ. (Θουκυδίδης 4.65) όταν βοήθησαν τους συμμάχους τους Λεοντίνους (βλ. Ε56). Ωστόσο η τελικά αποτυχημένη αυτή εκστρατεία δεν έκαμψε την επιθυμία τους για μια νέα επέμβαση. Οι σχέσεις φιλίας και συμμαχίας που διατηρούσαν με διάφορες πόλεις της Σικελίας, όπως η Καμάρινα (Θουκυδίδης 6.75.3), η Κατάνη (Θουκυδίδης 6.57.11), το Ρήγιο (IG I2 51) και η Έγεστα (Θουκυδίδης 6.10.5 και 18.1) τους επέτρεπε να συντηρούν αυτό το φιλόδοξο σχέδιο. Την ευκαιρία λοιπόν για μία ακόμη ανάμειξη έδωσαν οι Εγεσταίοι, οι οποίοι με διάφορες δελεαστικές υποσχέσεις για κάλυψη των χρηματικών αναγκών του πολέμου (Θουκυδίδης 6.6.2, 6.8.1· Διόδωρος Σικελιώτης 12.82.3-83.3) και για υποστήριξη και άλλων πόλεων, όπως η Νάξος και η Κατάνη (Θουκυδίδης 6.20.3), κατάφεραν να τους παρασύρουν σε μια εκστρατεία που όμοιά της δεν είχαν γνωρίσει μέχρι τότε οι ελληνικές πόλεις.

Το ζήτημα επομένως του μεγέθους του εκστρατευτικού σώματος απασχόλησε τους Αθηναίους σε πολλές συνελεύσεις. Στην πρώτη συνέλευση (ψήφισμα της πρώτης στήλης) αποφασίστηκε αρχικά να σταλούν εξήντα πλοία με επικεφαλής τους στρατηγούς Αλκιβιάδη, Λάμαχο και Νικία, στους οποίους αποδόθηκαν αυξημένες εξουσίες (στρατηγοὶ αυτοκράτορες). Ο σκοπός του εκστρατευτικού σώματος ήταν να βοηθήσουν την Έγεστα στη διαμάχη της με τον Σελινούντα, να αποκαταστήσουν τους Λεοντίνους και ταλλα τὰ εν τη Σικελία πραξαι όπη άν γιγνώσκωσιν άριστα Αθηναίοις (Θουκυδίδης 6.8.2).

Στη δεύτερη συνέλευση του δήμου (ψήφισμα της δεύτερης στήλης), η οποία συνήλθε πέντε μέρες αργότερα με θέμα την προετοιμασία των εξήντα πλοίων και όσων άλλων χρειάζονταν, ο Νικίας ζήτησε να ανακληθεί η προηγούμενη απόφαση και υπογράμμισε τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που θα παρείχε στους εχθρούς της Αθήνας η ανάληψη ενός τέτοιου εγχειρήματος (Θουκυδίδης 6.9-15) σημειώνοντας ότι δεν πρέπει αρχής άλλης ορέγεσθαι πρὶν ήν έχομεν βεβαιωσώμεθα (Θουκυδίδης 6.10.5). Ο Αλκιβιάδης, αντίθετα, διαβεβαίωσε τους Αθηναίους ότι το εγχείρημα θα είχε επιτυχία λόγω της διάσπασης των Σικελών και ότι με την εκστρατεία αυτή η Αθήνα θα ενίσχυε τη δύναμή της και θα ταπείνωνε το φρόνημα των Πελοποννησίων (Θουκυδίδης 6.16-18). Ο Νικίας για να αποθαρρύνει τους Αθηναίους εξήγησε ότι για μια τέτοια εκστρατεία απαιτείτο πολύ μεγαλύτερη προπαρασκευή και στρατός (Θουκυδίδης 6.20-23) και ζήτησε εκατό τριήρεις, 5.000 οπλίτες, τοξότες, σφενδονήτες και γενικά ό,τι άλλο κρινόταν αναγκαίο (Θουκυδίδης 6.25). Προς μεγάλη του όμως απογοήτευση η εκκλησία τού δήμου πρόθυμα παρέσχε στους στρατηγούς πλήρη αρμοδιότητα να ορίσουν το μέγεθος του στρατεύματος καθώς και το μέγεθος των δαπανών που θα απαιτούνταν (Θουκυδίδης 6.26).

Τελικά οι Αθηναίοι αποφάσισαν να στείλουν 134 τριήρεις εκ των οποίων οι 100 αθηναϊκές, 5.100 οπλίτες, 480 τοξότες και 700 σφενδονήτες (Θουκυδίδης 6.43· πρβλ. Διόδωρος Σικελιώτης 13.2.5). Η δεύτερη στήλη μνημονεύει μάλλον πελταστές (θρ. a στ. 5) και τοξότες (θρ. a στ. 6). Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη και για την πιο πολυδάπανη παρασκευή (Θουκυδίδης 6.31) που είχε γίνει μέχρι τότε. Αργότερα, το καλοκαίρι του 413 π.Χ., οι Αθηναίοι θα στείλουν και νέες ενισχύσεις σε χρόνο μάλιστα που οι Σπαρτιάτες με παρότρυνση του Αλκιβιάδη είχαν εγκατασταθεί στην Δεκέλεια.

Λόγω της αποσπασματικής κατάστασης του κειμένου δεν κρίθηκε σκόπιμο να επιχειρηθεί συνεχής μετάφραση.

επὶ Ναυσινίκο άρχοντος.
vacat 0.088
2 Καλλίβιος ⋮ Κηφισοφώντος
Παιανιεὺς ⋮ εγραμμάτευεν.
vacat 0.19
4 επὶ τής Ἱπποθωντίδο[ς εβδ]όμης πρυτα-
5 νείας· έδοξεν τήι βολ[ήι κα]ὶ τώι δήμω-
ι, Χαρίνος Αθμον[εὺς επ]εστάτει·
Αριστοτέλης εί[πεν· τύχ]ηι αγαθήι τήι Α-
θηναίων καὶ τ[ώ]ν [συμμ]άχων τών Αθηναίω-
ν όπως άν Λακεδ[αιμό]νιοι εώσι τὸς Ἕλλη-
10 νας ελευθέ[ρ]ος [καὶ] αυτονόμος ησυχίαν
άγειν τὴ[ν χώραν] έχοντας εμ βεβαίωι τὴ-
[ν εαυτών ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ικ[ ․ ․ ]οσ[ ․ ․ 5 ․ ․ ]ηι[ ․ ․ ․ ]αι
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 30 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]α
[ ․ ․ ․ ․ 11 ․ ․ ․ ․ ․ ]απ[ ․ ․ ]σ[ ․ ․ ]ε[ ․ ]σ[ ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ωσ[ ․ ]ν
15 [ ․ ․ 5 ․ ․ εψηφί]σθαι τώι δήμωι· εάν τις βόλ-
[ηται τών Ελ]λήνων ἢ τών βαρβάρων τών εν
[ἠπείρωι εν]οικόντων ἢ τών νησιωτών, όσ-
[οι μὴ βασι]λέως εισίν, Αθηναίων σύμμαχ-
[ος είναι κ]αὶ τών συμμάχων, εξείναι αυ[τ]-
20 ώ[ι ελευθέρ]ωι όντι καὶ αυτονόμωι, πολι-
τ[ευομέν]ωι πολιτείαν ήν άν βόληται μή-
τε [φρορ]ὰν εισδεχομένωι μήτε άρχοντα
υπο[δεχ]ομένωι μήτε φόρον φέροντι, επὶ
δέ τ[οίς] αυτοίς εφ οίσπερ Χίοι καὶ Θηβαί-
25 οι κα[ὶ] οι άλλοι σύμμαχοι τοίς δέ ποιησ-
σαμέν[οι]ς συμμαχίαν πρὸς Αθηναίος καὶ
τὸς συμ[μ]άχος αφείναι τὸν δήμον τὰ εγκ-
τήματα όποσ άν τυγχάνηι όντα ἢ ίδια ἢ [δ]-
ημόσια Αθ[η]ναίων εν τήι χ[ώραι τών ποιο]-
30 μένων τὴν συμμαχίαν κ[αὶ περὶ τούτων π]-
ίστιν δο͂ναι α[υτοίς. εὰν δέ τωι τ]υγχάν[η]-
ι τών πόλεων [τών ποιομένων] τὴν συμμαχ-
ίαν πρὸς Αθην[αίος σ]τήλαι ὀ͂σαι Αθήνησ-
ι ανεπιτήδειο[ι, τ]ὴμ βολὴν τὴν αεὶ βολε-
35 ύοσαν κυρίαν ε[ίν]αι καθαιρείν· απὸ δέ Ν-
αυσινίκο άρχον[τ]ος μὴ εξείναι μήτε ιδ-
ίαι μήτε δημοσ[ί]αι Αθηναίων μηθενὶ εγ-
κτήσασθαι εν τ[α]ίς τών συμμάχων χώραι-
ς μήτε οικίαν μήτε χωρίον μήτε πριαμέ-
40 νωι μήτε υποθεμ̣ένωι μήτε άλλωι τρόπω-
ι μηθενί· εὰν δέ τις ὠνήται ἢ κταται ἢ τι-
θήται τρόπωι οτωιο͂ν, εξείναι τώι βολο-
μένωι τών συμμάχων φήναι πρὸς τὸς συν-
έδρος τών συμμάχων· οι δέ σύνεδροι απο-
45 [δ]όμενοι αποδόντων [τὸ μέν ή]μυσυ τώ[ι] φήναντι, τὸ δέ ά-
[λλο κοι]νὸν [έσ]τω τών συ[μμά]χων· εὰν δέ τι-
ς ί[ηι] επὶ πολέμωι επὶ τ[ὸ]ς ποιησαμένος
τὴν συμμαχίαν ἢ κατὰ γ[ὴ]ν ἢ κατὰ θάλαττ-
αν, βοηθείν Αθηναίος καὶ τὸς συμμάχος
50 τούτοις, καὶ κατὰ γὴν καὶ κατὰ θάλαττα-
ν παντὶ σθένει κατὰ τὸ δυνατὸν. εὰν δέ τ-
ις είπηι ἢ επιψηφίσηι ἢ άρχων ἢ ιδιώτη-
ς παρὰ τόδε τὸ ψήφισμα ὡς λύειν τι δεί τ-
ών εν τώιδε τώι ψηφίσματι ειρημέν[ων ύ]-
55 παρχέτω μ[έν] αυτώι ατίμωι είναι καὶ [τὰ]
[χρ]ήμα[τα αυ]το͂ δημόσια έστω καὶ τής θ[εο͂]
[τ]ὸ επιδ[έκα]τον καὶ κρινέσθω εν Αθην[αί]-
[ο]ις καὶ τ[οίς] συμμάχοις ὡς διαλύων τὴν
συμμαχία[ν, ζ]ημιόντων δέ αυτὸν θανάτω-
60 ι ἢ φυγήι ὁ͂[περ] Αθηναίοι καὶ οι σύμμαχο-
ι κρατο͂σι[ν· εὰν] δέ θανάτο τιμηθήι, μὴ τα-
φήτω εν τή[ι Αττι]κήι [μ]ηδέ εν τήι τών συμ-
μάχων. τὸ δ[έ ψήφι]σμα τόδε ο γραμματεὺς
ο τής βολή[ς αναγρ]αψάτω εν στήληι λιθί-
65 νηι καὶ καταθέ[τω] παρὰ τὸν Δία τὸν Ελευ-
θέριον· τὸ δέ αρ[γύ]ριον δο͂ναι εις τὴν αν-
αγραφὴν τής στ[ήλη]ς εξήκοντα δραχμὰς
εκ τών δέκα ταλ[άν]των τὸς ταμίας τής θε-
ο͂. εις δέ τὴν στήλην ταύτην αναγρά-
70 φειν τών τε ουσ[ώ]ν πόλεων συμμαχίδων τ-
ὰ ονόματα καὶ ήτις άν άλλη σύμμαχος γί-
<γ>νηται ταύτα μέν αναγράψαι, ελέσθαι δ-
έ τὸν δήμον πρέσβεις τρείς αυτίκα μάλ-
[α] εις Θήβας, [ο]ίτινες πείσοσι Θηβαίοις ό-
75 [τ]ι άν δύνω[ν]ται αγαθὸν. οίδε ηιρέθησαν
[Α]ριστοτέλης Μαραθώνιος, v Πύρρανδρο-
ς Αναφλύσ[τ]ιος, Θρασύβολος Κολλυτεύς.
Αθηναίων πόλεις αίδε σύμμαχοι·
Χίοι Τενέδιοι      Θηβαίοι
80 Μυτιλη[ν]αίοι      Χαλκιδής
[Μ]ηθυ[μν]αίοι         Ερετριής
Ρόδιοι Ποιήσσιοι               Αρεθόσιοι
Βυζάντιοι       Καρύστιοι
Περίνθιοι         Ἴκιοι
85 Πεπαρήθιοι      Παλλ[— —]
Σκιάθιοι
Μαρωνίται
Διής
Πάρ[ι]οι Ο[— — —]
90 Αθηνίται Π[— — —]
Αριστοτέλης είπε· [— — — — — — επει]-
δὰν πρώτο[ν — — — — — — — — — —]
εκόντες π[ρο]σχωρώσι [— — — — — — εψη]-
φισμένα τώι δήμωι καὶ τ[— — — — — — —]
95 νήσων εις τὴν συμμ[αχίαν — — — — — —]
τοίς τών εψηφι[σμένων — — — — — — —]
[— — — — — — — — — — — — — — — — —]

 

Αριστερή όψη

[Πυρ]ραίων
[ο δ]ήμος
[Αβδη]ρίται
100 [Θάσι]οι
[Χαλκι]δής
απὸ [Θράικης]
Αίνιοι
Σαμοθραικ[ες]
105 Δικαιοπολίται
Ακαρνανες
Κεφαλλήνων
Πρώννοι
Αλκέτας
110 Νεοπτόλεμος
[Ιάσω]ν
Άνδριοι
[Τ]ήνιοι
[Εσ]τιαιής
115 Μυ[κ]όνιοι
Αντισσαίοι
Ερέσιοι
Αστραιούσιοι
Κείων
120 Ιουλιήται
Καρθαιε͂ς
Κορήσιοι
Ελαιόσιοι
Αμόργιοι
125 Σηλυμβριανο[ί]
Σίφνιοι
Σικινήται
Διε͂ς
απὸ Θράικης
130 Νεοπολίται
Ζακυν[θ]ίων
ο δήμος
ο εν τώι Νήλλ-
ωι

Η σύσταση της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας αποτελούσε την κατάληξη της πολιτικής που μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 403 π.Χ. ανέλαβαν ορισμένοι πολιτικοί της πόλης έχοντας συνειδητοποιήσει τους ουσιαστικούς δεσμούς ανάμεσα στο πολίτευμα και στη διατήρηση της ναυτικής ηγεμονίας της Αθήνας.

Από το 384 π.Χ., δύο δηλαδή χρόνια μετά την Ανταλκίδειο ειρήνη, οι Αθηναίοι αρχίζουν να συγκροτούν μια συμμαχία, την στρατιωτική διοίκηση της οποίας έχουν οι ίδιοι. Η συμμαχία αυτή αρχικά περιλαμβάνει ένα μικρό αριθμό πόλεων του Αιγαίου, μεταξύ των οποίων την Χίο (Rhodes – Osborne, GHI 20), την Ρόδο, το Βυζάντιο και τη Μυτιλήνη (Διόδωρος Σικελιώτης 15.28.3). Το 378 π.Χ. θα πρέπει να προσχώρησε και η Θήβα (Διόδωρος Σικελιώτης 15.26.1) ύστερα από τη βοήθεια που της παρείχε η Αθήνα κατά την επανάστασή της εναντίον της Σπάρτης. Ωστόσο η δημιουργία της βοιωτικής συμμαχίας γύρω από την Θήβα (Διόδωρος Σικελιώτης 15.28.1) επιτάχυνε τους σχεδιασμούς της Αθήνας, η οποία λίγο αργότερα, με βάση την υπάρχουσα συμμαχία της, υιοθετώντας μια νέα διπλωματική ρητορική, προβαίνει στη συγκρότηση μιας νέας και ευρύτερης συμμαχίας.

Το παραπάνω κείμενο του ψηφίσματος ίδρυσης αυτής της συμμαχίας γνωστής και ως Β΄ Ναυτικής ή Αθηναϊκής Συμμαχίας, συντάχθηκε ύστερα από πρόταση κάποιου Αριστοτέλη (για τη χρονολόγησή του, βλ. ανωτ. Χρονολογία).

Σύμφωνα με το ψήφισμα η Αθήνα και οι σύμμαχοί της (στ. 7-8) απευθύνονται σε όλους τους Έλληνες και βαρβάρους (που δεν ήταν υπήκοοι του βασιλιά των Περσών), και τους καλούν να γίνουν δικοί τους σύμμαχοι (στ. 15-19) και να συνταχθούν προς την επίτευξη ενός θεμελιώδους σκοπού: να αναγκάσουν τους Σπαρτιάτες να αφήσουν τους Έλληνες να ζουν ελεύθεροι, αυτόνομοι και ειρηνικά και να απολαμβάνουν με ασφάλεια την πλήρη εκμετάλλευση της επικράτειάς τους καθώς και να διατηρηθεί για πάντα η «κοινή ειρήνη» που μαζί ορκίστηκαν οι Έλληνες και οι βάρβαροι σύμφωνα με τις συνθήκες (στ. 9-15). Η συμμαχία επομένως στρέφεται ρητά εναντίον μόνο της Σπάρτης. Η δεδηλωμένη προσήλωση στην Ανταλκίδειο ειρήνη του 386 π.Χ. δεν αποσκοπούσε μόνον στην αποφυγή της οργής του Πέρση βασιλιά αλλά, με την υπενθύμιση των βασικών διατάξεων της ειρήνης εκείνης, όπως η διακήρυξη της ελευθερίας και ανεξαρτησίας των πόλεων, και στην προβολή της Αθήνας ως ικανότερης εγγυήτριας δύναμης της εφαρμογής της δεδομένου ότι η Σπάρτη εμφανιζόταν να την έχει παραβιάσει.

Σύμφωνα με το ψήφισμα, κάθε σύμμαχος διατηρούσε την πολιτική του ελευθερία και αυτονομία, δεν του επιβάλλονταν φόροι και φρουρά και ίσχυε ότι και με τις συμμαχίες που είχαν συναφθεί με τη Χίο το 384/3 π.Χ., με τη Θήβα και τις άλλες συμμαχικές πόλεις (στ. 19-25). Επιπλέον οι Αθηναίοι δεσμεύονταν να εγκαταλείψουν όσα κτήματα, δημόσια και ιδιωτικά, κατείχαν σε συμμαχικά εδάφη (βλ. και Διόδωρος Σικελιώτης 15.29.8) και να μην αποκτήσουν στο εξής σε έδαφος συμμάχων γη ή οικία (στ. 25-41). Σε αντίθετη περίπτωση, ύστερα από καταγγελία, το συνέδριον της συμμαχίας είχε την αρμοδιότητα να επιστρέψει το μισό ποσό στον καταγγέλλοντα και το άλλο μισό να κατατεθεί στο «κοινό ταμείο» της συμμαχίας (στ. 41-46). Με τις δεσμεύσεις αυτές η Αθήνα επιχειρούσε να άρει την καχυποψία των Ελλήνων απέναντί της (Διόδωρος Σικελιώτης 15.23.4) και να διακηρύξει με τρόπο κατηγορηματικό την προσκόλλησή της στις αρχές της ελευθερίας και της αυτονομίας καθώς και την άρνησή της να επαναλάβει λάθη και πρακτικές (κληρουχίες, φόροι, απόκτηση γης από επιφανείς Αθηναίους, επιβολή πολιτευμάτων της αρεσκείας της) που κατά το παρελθόν επέφεραν τη δυσαρέσκεια στους κόλπους της Δηλιακής συμμαχίας και την τελική της απαξίωση. Παράλληλα υπογραμμίζεται η αντίθεση της συμμαχίας στις σπαρτιατικές πρακτικές (αρμοστές, δεκαρχίαι της εποχής του Λυσάνδρου) που ενοχλούσαν ιδιαίτερα τις ελληνικές πόλεις.

Για την οργάνωση και λειτουργία του κοινού συνεδρίου, στο οποίο δεν συμμετείχαν οι Αθηναίοι αλλά μόνον οι σύμμαχοί τους, το ψήφισμα του Αριστοτέλη δεν μνημονεύει λεπτομέρειες, αντίστοιχα δεν αναφέρεται ούτε στον τρόπο σύνθεσής του ούτε και στις σχέσεις του με την αθηναϊκή εκκλησία του δήμου και τη βουλή. Οι γνώσεις μας συμπληρώνονται από άλλες πηγές. Το συνέδριο θα πρέπει να προϋπήρξε του ψηφίσματος (Διόδωρος Σικελιώτης 15.28.3). Από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη (15.28.4) μαθαίνουμε ότι το συνέδριο είχε την έδρα του στην Αθήνα και ότι κάθε πόλη, μικρή ή μεγάλη, είχε ισότιμη εκπροσώπηση (Tod, GHI 153, 175) και μια ψήφο. Η περίπτωση της Μυτιλήνης που εμφανίζεται σε άλλη επιγραφή (Rhodes – Osborne, GHI 31 στ. 26-27), με περισσότερους του ενός συνέδρους πιθανόν οφείλεται σε λάθος του γραφέα. Το ψήφισμα του Αριστοτέλη δεν μας επιτρέπει να ανασυνθέσουμε τη διαδικασία που ακολουθείτο όταν επρόκειτο η συμμαχία να πάρει μια κοινή απόφαση. Γνωρίζουμε ωστόσο από άλλες επιγραφές, όπως εκείνη που αφορά τις διαπραγματεύσεις με τον Διονύσιο Α΄ των Συρακουσών το 369/8 π.Χ. (Rhodes – Osborne, GHI 33), καθώς και εκείνη του 362/1 π.Χ. (Rhodes – Osborne, GHI 41), που αφορούσε τη συμμαχία της Αθήνας με τους Αρκάδες, τους Αχαιούς, τους Ηλείους και τους Φλειάσιους, ότι η βουλή προετοίμαζε τα ψηφίσματα που υποβάλλονταν προς ψήφιση στους συμμάχους. Εάν το κείμενο υιοθετείτο από το συνέδριο (οι αποφάσεις λαμβάνονταν κατά πλειοψηφία) στη συνέχεια υποβαλλόταν προς επικύρωση στην αθηναϊκή εκκλησίαν τού δήμου. Η συμμαχία συνεπώς φαίνεται ότι για τη λειτουργία της διέθετε δύο ξεχωριστά σώματα. Ωστόσο στην πράξη οι Αθηναίοι είχαν τον τελικό λόγο και διατηρούσαν το δικαίωμα να απορρίψουν ή να τροποποιήσουν τις αποφάσεις των συμμάχων τους.

Όπως και στην περίπτωση του συνεδρίου, στην επιγραφή δεν αναφέρονται λεπτομέρειες για τον τρόπο τροφοδότησης του “κοινού ταμείου”. Δεν αποκλείεται τέτοιου είδους αναφορές να περιλαμβάνονταν σε μη σωζόμενα ψηφίσματα. Γνωρίζουμε ωστόσο, δεδομένου ότι οι σύμμαχοι δεν πλήρωναν φόρο, ότι ύστερα από πρόταση του Καλλίστρατου (Θεόπομπος, FGrHist 115 F 98) το ταμείο τροφοδοτείτο από τις εισφορές των συμμάχων, οι οποίες ονομάζονταν συντάξεις (η παλαιότερη αναφορά των συντάξεων χρονολογείται το 373 π.Χ.· βλ. [Δημοσθένης,] Πρὸς Τιμόθεον 48-50). Όσο και αν οι συντάξεις παραπέμπουν στους φόρους που η Αθήνα επέβαλλε στους συμμάχους της τον 5ο αι. π.Χ., γεγονός είναι ότι χρησιμοποιούντο μόνο για στρατιωτικές δαπάνες και δεν προβλέπονταν μέτρα τιμωρίας ή εξαναγκασμού σε όποιον σύμμαχο δεν τις κατέβαλλε. Άλλωστε οι Αθηναίοι ήδη από το 378 π.Χ., με πρόταση του Καλλίστρατου (Διόδωρος Σικελιώτης 15.29.7), είχαν κατανείμει τους πλουσιότερους πολίτες σε εκατό συμμορίας επιβάλλοντας στην κάθε μία έναν έκτακτο φόρο, εισφορά, σε περίοδο πολέμου.

Στη συνέχεια του ψηφίσματος διατυπώνεται η αμοιβαία στρατιωτική υποστήριξη των μελών της συμμαχίας (στ. 46-51) σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης (προφανώς εδώ υπονοούνται τόσο οι Σπαρτιάτες όσο και οι Πέρσες από τους οποίους κινδύνευαν κυρίως η Ρόδος, η Χίος και η Αμοργός) και προβλέπεται η θανατική ποινή ή η εξορία σε όποιον επιχειρήσει να τροποποιήσει έστω και μία διάταξη του παρόντος ψηφίσματος (στ. 51-63).

Μετά τις διατάξεις σχετικά με το κόστος της επιγραφής και την εγγραφή σε αυτήν των υπαρχόντων μελών της συμμαχίας, καθώς και εκείνων που θα προσχωρήσουν σε αυτήν (στ. 63-71), ακολουθεί μια πρόσθετη διάταξη που προβλέπει την αποστολή τριών πρέσβεων στη Θήβα (στ. 72-75). Η διάταξη αυτή πιθανότατα να δηλώνει την επιθυμία να πειστούν οι Θηβαίοι, που απειλούνταν από τη Σπάρτη, να προσχωρήσουν ή να συμμαχήσουν με τη νέα συμμαχία και με έμμεσο τρόπο την άρνηση των Αθηναίων να αναγνωρίσουν την αξίωση των Θηβαίων για ηγεμονία στην Βοιωτία (Ξενοφών, Ελληνικά 5.4.46).

Το ψήφισμα βρήκε μεγάλη ανταπόκριση δημιουργώντας στις ελληνικές πόλεις ένα κλίμα εμπιστοσύνης (Διόδωρος Σικελιώτης 15.29.8). Οι Μηθυμναίοι που ήταν σύμμαχοι της Αθήνας προσχώρησαν στη συμμαχία (Rhodes – Osborne, GHI 23). Τον Ιούνιο ή Ιούλιο του 377 π.Χ. ο Χαβρίας εξεστράτευσε στην Εύβοια και στις βόρειες Σποράδες. Οι πόλεις της Εύβοιας, παρά τα όσα είχαν υποστεί από τους Αθηναίους τον προηγούμενο αιώνα, προσχώρησαν πρώτες, με εξαίρεση την Ιστίαια (Διόδωρος Σικελιώτης 15.30.1), ενώ η συμμαχία με την Χαλκίδα (Tod, GHI 124) θα διατηρηθεί και στη συνέχεια. Ο τελικός αριθμός των μελών κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη (15.30.2) ήταν 70 πόλεις, ενώ κατά τον Αισχίνη (Περὶ τής παραπρεσβείας 70) ήταν 75. Ωστόσο το σύνολο των πόλεων που αναγράφονται στην επιγραφή είναι 58 (συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που προστέθηκαν στο ψήφισμα του Αριστοτέλη). Αυτό σημαίνει ότι είτε ο αριθμός που αναφέρουν οι φιλολογικές πηγές είναι υπερβολικός, είτε, για λόγους που αγνοούμε, οι Αθηναίοι έπαψαν να αναγράφουν στον κατάλογο (που ξεκινά από το 377 π.Χ. έως το 375 ή 373 π.Χ.) τα ονόματα των νέων μελών. Δεν αποκλείεται πάντως η ασυμφωνία αυτή μεταξύ της επιγραφής και των φιλολογικών πηγών, ως προς τον ακριβή αριθμό των μελών, να ερμηνεύεται από το γεγονός ότι, στα αμέσως επόμενα χρόνια, διάφορες πόλεις ή βασιλείς συνδέθηκαν με ξεχωριστές συμμαχίες με την Αθήνα ή τη συμμαχία της χωρίς όμως να γίνουν κανονικά μέλη της Β΄ Ναυτικής Συμμαχίας (όπως η συμμαχία της Αθήνας με τον Αμύντα της Μακεδονίας: Tod, GHI 129, με τους Θράκες βασιλείς: Rhodes – Osborne, GHI 58, με την Κέρκυρα: Tod, GHI 127).

Η νίκη του Χαβρία το 376 π.Χ. επί των Σπαρτιατών στη ναυμαχία της Νάξου εξασφάλισε στην Αθήνα το σύνολο σχεδόν των Κυκλάδων, συμπεριλαμβανομένης και της Δήλου. Ένα χρόνο αργότερα η νίκη του Τιμόθεου στην Αλύζεια της Ακαρνανίας θα προσελκύσει νέα μέλη και θα οδηγήσει στη σύναψη ειρήνης με τη Σπάρτη (Ξενοφών, Ελληνικά 6.2.1· Διόδωρος Σικελιώτης 15.38) που θα διαρκέσει μέχρι το 373 π.Χ.

Είναι υπερβολικό να θεωρήσουμε ότι οι Αθηναίοι δεν είχαν ειλικρινείς προθέσεις όταν διακήρυσσαν όσα αναγράφονται στο ψήφισμα. Το γεγονός ότι τα επόμενα χρόνια μετά την υπογραφή της συμφωνίας δεν παρατηρούμε ούτε ανάμειξη στα εσωτερικά των πόλεων, ούτε δημιουργία κληρουχιών, ούτε επιβολή φόρων ή φρουρών (σε όσες πόλεις της συμμαχίας τοποθετήθηκαν φρουρές έγινε με τη σύμφωνη γνώμη τους και για στρατιωτικούς λόγους) δηλώνει ότι οι Αθηναίοι σεβάστηκαν τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει με το ψήφισμα του Αριστοτέλη και αιτιολογεί τη μεγάλη είσοδο στη συμμαχία νέων πόλεων, μεταξύ των οποίων οι παράλιες πόλεις της Θράκης, η Πέρινθος στην Προποντίδα καθώς και πόλεις της Αχαΐας που απειλούνταν από τις φιλοδοξίες της Σπάρτης. Τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν την ήττα των Σπαρτιατών το 371 π.Χ. από τον Επαμεινώνδα στα Λεύκτρα θα αλλάξουν άρδην τα πράγματα, με αποτέλεσμα η Αθήνα να έρθει αντιμέτωπη με μια πραγματικότητα που δεν είχε υπολογίσει και η ύπαρξη αυτής καθεαυτήν της συμμαχίας θα τεθεί υπό αμφισβήτηση. Μπορεί η ήττα αυτή να σήμαινε για τους Σπαρτιάτες την απώλεια της Μεσσηνίας και της ηγεμονίας τους, για τους Αθηναίους όμως εξαφάνιζε μια από τις σημαντικότερες αιτίες ίδρυσης και διατήρησης της συμμαχίας τους.

Επί άρχοντος Ναυσινίκου, γραμματέως Καλλίβιου, γιου του Κηφισοφώντα από το δήμο της Παιανίας, και επί της εβδόμης πρυτανείας της φυλής Ιπποθωντίδος, (στ. 5) με επιστάτη τον Χαρίνο από το δήμο της Αθμονίας και μετά από πρόταση του Αριστοτέλη αποφάσισε η βουλή και ο δήμος. Με καλή τύχη στους Αθηναίους και στους συμμάχους των Αθηναίων. Για να αφήσει η Σπάρτη τους Έλληνες (στ. 10) να ζήσουν ειρηνικά με ελευθερία και ανεξαρτησία, και να κατέχουν με κάθε ασφάλεια την ακεραιότητα των εδαφών τους, και για να είναι και να παραμείνει σε ισχύ η κοινή ειρήνη που ορκίστηκαν οι Έλληνες και ο βασιλιάς σύμφωνα με τις συνθήκες, (στ. 15) ο δήμος ψήφισε. Εάν κάποιος από τους Έλληνες ή τους βαρβάρους που κατοικούν στην Ευρώπη ή στα νησιά, εκτός από εκείνους που είναι υποτελείς του βασιλιά, επιθυμεί να γίνει σύμμαχος των Αθηναίων και των συμμάχων τους, μπορεί να το κάνει (στ. 20) διατηρώντας την ελευθερία του, την αυτονομία του και όποιο πολίτευμα θέλει, χωρίς να δεχθεί στην επικράτειά του ούτε φρουρά, ούτε άρχοντα, ούτε φόρο, και θα ισχύει γι’ αυτούς ό,τι είχε συμφωνηθεί με τους Χίους, τους Θηβαίους (στ. 25) και τους άλλους συμμάχους. Σ’ εκείνους που θα συμμαχήσουν με την Αθήνα και τους συμμάχους της, ο δήμος θα αποκαταστήσει όλες τις κατεχόμενες από τους Αθηναίους έγγειες ιδιοκτησίες, είτε ανήκουν σε ιδιώτες είτε στην πόλη, οι οποίες βρίσκονται στα εδάφη εκείνων που προσχωρούν (στ. 30) στη συμμαχία, και θα τους δώσει εγγυήσεις. Εάν τύχει να υπάρχουν στην Αθήνα στήλες δυσμενείς προς μια πόλη που έχει συμμαχήσει με τους Αθηναίους, η βουλή (στ. 35) που θα έχει θητεία θα τις καταστρέψει. Από Ναυσινίκου άρχοντος, δεν θα επιτρέπεται στους Αθηναίους, ούτε ιδιωτικά, ούτε δημόσια, να αποκτήσουν καμία ιδιοκτησία στο έδαφος των συμμάχων, ούτε οικία, ούτε γη, με αγορά, (στ. 40) ή με υποθήκη, ή με κάποιον άλλο τρόπο. Εάν μια ιδιοκτησία αγοραστεί ή αποκτηθεί ή ληφθεί με υποθήκη, όποιος και αν είναι ο τρόπος, οποιοσδήποτε σύμμαχος θα μπορεί να το καταγγείλει στο συνέδριο των συμμάχων. (στ. 45) Το συνέδριο θα μπορεί να την πουλήσει και να δώσει το μισό του ποσού στον καταγγείλαντα, και το άλλο μισό στο κοινό ταμείο των συμμάχων. Εάν τα μέλη της συμμαχίας δεχθούν επίθεση στην ξηρά ή τη θάλασσα, η Αθήνα και οι σύμμαχοί της (στ. 50) θα βοηθήσουν στην ξηρά ή στη θάλασσα με όλες τους τις δυνάμεις, όσο είναι δυνατόν. Εάν κάποιος είτε άρχων είτε ιδιώτης προτείνει ή υποβάλει προς ψήφιση κάτι αντίθετο προς αυτό το ψήφισμα, με την έννοια κατάργησης κάποιου από τους όρους του, (στ. 55) να στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα, η περιουσία του να δημευθεί και το ένα δέκατο της δημευμένης περιουσίας του να αποδοθεί στη θεά, να δικαστεί από τους Αθηναίους και τους συμμάχους για διάλυση της συμμαχίας, και ή να τιμωρηθεί σε θάνατο (στ. 60) ή να του απαγορευθεί η παραμονή παντού όπου επεκτείνεται η κυριαρχία των Αθηναίων και των συμμάχων. Εάν καταδικαστεί σε θάνατο να μην ταφεί ούτε στην Αττική ούτε σε έδαφος των συμμάχων. Ο γραμματέας της βουλής να αναγράψει το ψήφισμα σε λίθινη στήλη (στ. 65) και να την καταθέσει κοντά στο άγαλμα του Ελευθέριου Δία. Οι εξήντα δραχμές για την αναγραφή της στήλης θα ληφθούν από τα δέκα τάλαντα που διαθέτουν οι ταμίες της θεάς. Στη στήλη αυτή θα αναγραφούν (στ. 70) τα ονόματα των πόλεων που είναι τώρα σύμμαχοι και κάθε πόλη που θα προσχωρήσει στη συμμαχία. Αυτό μεν να είναι το κείμενο που θα αναγραφεί, ο δε δήμος να ορίσει αμέσως τρεις πρέσβεις που θα πάνε στην Θήβα για να πείσουν τους Θηβαίους (στ. 75) να κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν. Ορίστηκαν ο Αριστοτέλης από το δήμο Μαραθώνος, ο Πύρρανδρος από το δήμο Αναφλύστου και ο Θρασύβουλος από το δήμο Κολλυτού.

(Ακολουθεί ο κατάλογος των συμμάχων της Αθήνας)

〚θε〛 οι 〚∶〛 {⁵θεοί ∶}⁵ πρέσβες εγ Λεον[τ]-
ίνον ℎοὶ τέγ χσυμμαχί-
αν εποέσαντο καὶ τὸν ℎ-
όρκον Τιμένορ Αγαθοκ-
5 λέος, Σο͂σις Γλαυκίο Γέ-
λον Εχσεκέστο, γραμμα-
τεὺς Θεότιμος Ταυρίσ-
κο· επ’ Αφσεύδος άρχοντ-
ος καὶ τε͂ς βολε͂ς ℎε͂ι Κρ-
10 ιτιάδες εγραμμάτευε·
έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ
το͂ι δέμοι· Ακαμαντὶς ε-
πρυτάνευε, Χαρίας εγρ-
αμμάτευε, Τιμόχσενος
15 επεστάτε, Καλλίας ε-νν
ίπε· τέμ μέν χσυμμαχία-
ν είναι Αθεναίοις καὶ
Λεοντίνοις καὶ τὸν όρ̣-
κον δο͂ναι καὶ δέχσασ-
20 [θαι· ομόσ]αι δέ Αθεναί-
[ος τάδε· σύ]νμα[χ]οι εσόμ-
[εθα Λεοντ]ίν[οις αί]δ̣ιο-
[ι αδόλος κ]αὶ [αβλα]βο͂ς·
[Λεοντίνο]ς ο[μο͂ς ο]μόσ-
25 [αι· σύνμαχοι εσόμ]εθα
[Αθεναίοις αίδιοι] αδό-
[λος καὶ αβλαβο͂ς· π]ερὶ
[․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]μπο
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ενα
30 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]δεε
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 15 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]σθ
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 15 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]οπ
        lacuna
[— — — ․ ․ ․ ]ι — — —
[— — — ․ ]εαθ — — —
35 [— — — —]ιοι v — —
36          vacat

Από το προοίμιο προκύπτει ότι οι Λεοντίνοι, άποικοι των Χαλκιδέων της Νάξου στη Σικελία, έστειλαν τέσσερις αντιπροσώπους στην Αθήνα για σύναψη συμμαχίας και ότι η απόφαση ελήφθη ύστερα από σχετικό προβούλευμα της βουλής και εισηγητή τον Καλλία (στ. 15), όταν ήταν άρχοντας ο Αψευδής (στ. 8, 433/2 π.Χ.), πρυτανεύουσα η Ακαμαντίδα φυλή (στ. 12), γραμματέας ο Χαρίας (στ. 13-14) και επιστάτης ο Τιμόξενος (στ. 14-15).

Προβλέπεται οι Αθηναίοι να συνάψουν συμμαχία με τους Λεοντίνους, να ορκισθούν και να δεχθούν τον όρκο από τους απεσταλμένους των Λεοντίνων (στ. 16-20). Μόνο τμήματα του αθηναϊκού όρκου διασώθηκαν. Με βάση δε τις συμπληρώσεις που έγιναν (στ. 20-23) φαίνεται ότι η συμμαχία θα ήταν «αΐδιος» και «αβλαβής» (βλ. Meritt 1946). Στην ίδια συνέλευση οι Αθηναίοι συνάπτουν συμμαχία και με τους αντιπροσώπους του Ρηγίου (βλ. Meiggs – Lewis, GHI σελ. 172).

Υποστηρίζεται ότι οι συμμαχίες του 433/2 π.Χ. αποτελούν ανανέωση παλαιότερων συνθηκών, που πιθανώς έγιναν στις αρχές της δεκαετίας 450-440 π.Χ. (Meiggs – Lewis, GHI σελ. 173-174). Πέρα από τις επιγραφικές ενδείξεις η άποψη φαίνεται πιθανή, εάν η σύναψη συμμαχιών προκλήθηκε από την αύξηση της δύναμης των Συρακοσίων, οι οποίοι το 450 π.Χ. υποτάσσουν τις πόλεις των Σικελών εκτός από την Τρινακίη (Διόδωρος Σικελιώτης 11.92· βλ. και 12.29) και το 445 π.Χ. νικούν τους Ακραγαντίνους. Φαίνεται δηλαδή ότι οι Λεοντίνοι και οι Ρηγίνοι ανησυχούντες από τη συνεχώς αυξανόμενη δύναμη των Συρακοσίων αναζήτησαν την υποστήριξη ισχυρών συμμάχων και ότι οι Αθηναίοι ανταποκρίθηκαν, αποβλέποντας στην επέκταση της πολιτικής τους επιρροής στη Δύση.

Με την επεκτατική πολιτική των Συρακοσίων και την προσπάθεια διατήρησης της ηγετικής τους θέσης προφανώς συνδέεται η αποστολή των απεσταλμένων των Λεοντίνων και των Ρηγίνων το 433/2 π.Χ. Κατά το χρόνο εκείνο οι Συρακόσιοι ναυπήγησαν εκατό τριήρεις, διπλασίασαν τη δύναμη του ιππικού τους, ενίσχυσαν το πεζικό τους και «χρημάτων παρασκευάς εποιούντο» (Διόδωρος Σικελιώτης 12.30.1). Οι Αθηναίοι αποδέχθηκαν τις προτάσεις τους ώστε να αποκτήσουν στρατιωτικό και πολιτικό έρεισμα στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία, δεδομένου μάλιστα ότι είχαν νωρίτερα συνάψει αμυντική συμμαχία, επιμαχία, με τους Κερκυραίους (Θουκυδίδης 1.44) προκαλώντας την έχθρα των Κορινθίων. Έκτοτε η πρώτη εκστρατεία που αναλαμβάνουν στη Σικελία, ανταποκρινόμενοι σε αίτημα συμμάχων των Λεοντίνων, χρονολογείται το 427/6 π.Χ. Ο Θουκυδίδης (3.86) σημειώνει ότι το αίτημα αυτό λειτουργεί ως πρόφαση διότι με την εκστρατεία επιδίωκαν να στερήσουν τους Πελοποννησίους από την εισαγωγή σιταριού.

Απεσταλμένοι από την πόλη των Λεοντίνων, οι οποίοι συνήψαν τη συμμαχία και έδωσαν τον όρκο, ήταν ο Τιμήνωρ ο γιος του Αγαθοκλή, (στ. 5) ο Σώσις ο γιος του Γλαυκία, ο Γέλων ο γιος του Εξηκέστου, γραμματέας ήταν ο Θεότιμος ο γιος του Ταυρίσκου, όταν άρχοντας ήταν ο Αψεύδης και γραμματέας της βουλής (στ. 10) ο Κριτιάδης. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Ακαμαντίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Χαρίας ήταν γραμματέας, ο Τιμόθεος επιστάτης, ο Καλλίας (στ. 15) εισηγήθηκε. Να πραγματοποιηθεί η συμμαχία ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Λεοντίνους και να δώσουν και να λάβουν τον όρκο. (στ. 20) Οι Αθηναίοι να ορκισθούν τα ακόλουθα: θα είμεθα σύμμαχοι των Λεοντίνων παντοτινοί, χωρίς δόλο και χωρίς παραβίαση της συνθήκης. Οι Λεοντίνοι επίσης θα ορκισθούν: θα είμεθα σύμμαχοι (στ. 25) των Αθηναίων παντοτινοί, χωρίς δόλο και χωρίς παραβίαση της συνθήκης.

(Ακολουθούν πολύ ελλιπώς σωζόμενοι στίχοι)

Μεθοναίον εκ Πιερ[ίας]·
[Φ]αίνιππος Φρυνίχο εγραμμάτ[ευε]·
[έδ]οχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Ερεχθεὶς επρ[υτάν]-
[ευε], Σκόπας εγραμμάτευε, Τιμονίδες επεστάτε, Δ̣[ιοπ]-
5 [εί]θες είπε· δι[α]χειροτονε͂σαι τὸν δε͂μον αυτίκ[α πρὸ]-
[ς Μ]εθοναίος είτε φόρον δοκε͂ι τάττεν τὸν δε͂μο[ν αυτ]-
[ίκ]α μάλα ἒ εχ[σ]αρκε͂ν αυτοίς τελε͂ν ℎόσον τε͂ι θε[ο͂ι απ]-
[ὸ τ]ο͂ φόρο εγίγν̣ετο ℎὸν τοίς προτέροις Παν[αθ]ε[ναίο]-
[ις] ετετάχατο φέρεν, το͂ δε͂ άλλο ατελε͂ς ἐ͂να[ι· το͂ν δέ οφ]-
10 [ει]λεμάτον ℎὰ γεγράφαται το͂ι δεμοσίοι τ[ο͂ν απειτε]-
[μέ]ν̣ομ Μεθοναίοι οφείλοντες, εὰν ὀ͂σι επιτ[έδειοι Α]-
[θε]ναίοις όσπερ τε νύν καὶ έτι αμείνος, επι[χορε͂ν απ]-
[ότ]αχσιν περὶ τε͂ς πράχσεος Αθεναίος, καὶ εὰν̣ [κοινὸ]-
[ν] φσέφισμά τι περὶ το͂ν οφειλεμάτον το͂ν εν τε͂[ισι σα]-
15 [νί]σι γίγνεται μεδέν προσℎεκέτο Μεθοναίο[ις εὰμ μ]-
[έ χ]ορὶς γίγνεται φσέφισμα περὶ Μεθοναίον· π[ρέσβε]-
[ς δ]έ τρε͂ς πέμφσαι ℎυπέρ πεντέκοντα έτε γεγον[ότας]
[ℎο]ς Περδίκκα[ν], ειπε͂ν δέ Περδίκκαι ℎότι δοκε[ί δίκα]-
[ιο]ν ἐ͂ναι εαν Μεθοναίος τε͂ι θαλάττει χρε͂σθα[ι μεδέ]
20 [εχσ]ε͂ναι ℎορίσασθαι, καὶ εαν εισεμπορεύεσθ[αι καθ]-
[άπε]ρ τέος ε[ς] τέ̣ν χόραν καὶ μέτε αδικε͂ν μ[έ]τε [α]δ[ικε͂σ]-
[θαι] μεδέ στρα[τ]ιὰν διὰ τε͂ς χόρας τε͂ς Μεθ[ο]ναίον [διά]-
[γεν α]κόντομ [Με]θοναίον, καὶ εὰμ μέν ομολ[ο]γο͂σιν [ℎεκ]-
[άτερ]οι χσυ[μβι]βασάντον ℎοι πρέσβες, εὰν δέ μέ, [πρεσ]-
25 [βεί]αν εκάτ[ερ]ο[ι] πεμπόντον ες Διονύσια, τέλος [έχον]-
[τας] περὶ ℎο͂[ν] άν διαφ<έ>ρονται, πρὸς τέν βολέν κα[ὶ τὸν]
[δε͂μ]ον· ε[ι]π̣ε͂ν δέ [Π]ερδίκκαι ℎότι εὰν ℎοι στρατι[ο͂ται]
[ℎοι] εμ Ποτειδ[ά]αι επαινο͂σι γνόμας αγαθὰς ℎέ[χσοσι]
[περὶ] αυτο͂ Αθε[ν]αίοι. εχειροτόνεσεν ℎο δε͂μος [Μεθον]-
30 [αίο]ς τελε͂ν ℎ[όσο]ν τε͂ι θεο͂ι απὸ το͂ φόρο εγίγνε[το ℎὸν]
[τοί]ς προτέρο[ις] Παναθεναίοις ετετάχατο φ[έρεν, το͂]
[δέ ά]λλο ατε[λε͂ς ἐ͂]ναι. v έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ [το͂ι δέμ]-
[οι· ℎ]ιπποθο[ντὶς ε]πρυτάνευε, Μεγακλείδες [εγραμμά]-
[τευ]ε, Νι[κ]ο[․․5․․ ε]πεστάτε, Κλεόνυμος είπε· Μ[εθοναί]-
35 [οις] είν[αι εχ]σα[γο]γέν εγ Βυζαντίο σίτο μέχ[ρι ․․․․α]-
[κισχ]ιλίον μεδίμνον το͂ ενιαυτο͂ εκάστο, ℎοι [δέ ελλε]-
[σπ]οντοφύλακες μέτε αυτοὶ κολυόντον εχσάγεν μ[έτ]-
[ε άλ]λον εόντον κολύεν, ἒ ευθυνέσθον μυρίαισι δρ[αχ]-
[με͂ισ]ιν έκαστος· γραφσαμένος δέ πρὸς τὸς ελλεσπ[ον]-
40 [το]φύλακας εχσάγε[ν] μέχρι το͂ τεταγμένο· αζέμιος [δέ]
[έσ]το καὶ ε ναύς ε εχσάγοσα· ℎοι τι δ’ άν κοινὸν φσήφ[ισμ]-
[α π]ερὶ το͂ν χσυμμάχο[ν] φσεφίζονται Αθεναίοι πε[ρὶ β]-
[οε]θείας ἒ ά[λ]λο τι προ[σ]τάττο[ν]τες τε͂σι πόλεσι ἒ [περ]-
[ὶ σ]φο͂ν [ἒ] περὶ το͂ν πόλεον, ℎό τι άν ονομαστὶ περὶ τ[ε͂ς π]-
45 [όλε]ος τε͂[ς] Μεθοναίον φσεφίζονται τούτο προσέ[κεν]
[αυτοί]ς, τ[ὰ] δέ άλλα μέ, αλλὰ φυλάττοντες τέν σφετ[έρα]-
[ν αυτο͂ν ε]ν το͂ι τεταγμένοι όντον· ℎὰ δέ ℎυπὸ Περδ[ίκκ]-
[ο αδικε͂σ]θαί φασι βουλεύσασθαι Αθεναίος ℎοι τι ά[ν δο]-
[κ]ε͂ι [αγαθ]ὸν είναι περὶ Μεθοναίον επειδὰν απαν[τέσ]-
50 [ο]σ̣ι ε[ς τὸ]ν δε͂μον ℎοι πρέσβες [ℎ]οι παρὰ Περδίκκο [οί τ]-
ε μετ[ὰ Πλ]ειστίο οι[χ]όμενοι καὶ ℎοι μετὰ Λεογό[ρο· τε͂]-
[σ]ι δέ [άλλ]εσι πόλε[σι χ]ρηματίσαι επειδὰν εσέλ[θει ε]
[π]ρυ[ταν]εία ε δευτ[έρα] μετὰ τὰς εν το͂ι νεορίοι έ[δρας]
[ε]υ̣θ[ὺς] εκκλεσίαν [πο]έσαντες· συν[ε]χο͂ς δέ ποε͂ν τ[ὰς εκ]-
55 [ε]ί έ[δαα]ς έος άν δι[απρ]αχθε͂ι, άλλο δέ προχρεμα[τίσαι]
[το]ύ̣[το]ν μεδέν εὰμ μέ τι οι στρατε[γ]οὶ δέοντα[ι. v έδοχ]-
[σεν τε͂ι] βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Κεκροπὶς επρυ[τάνευε, ․]
[․․6․․․]ες εγραμμάτε[υ]ε, ℎ[ι]εροκλείδες ε[πεστάτε, ․․]
[․․6․․․] είπε· επειδέ έ[ταχσαν ℎοι τάκται τε͂σι πόλεσ]-
60 [ι ℎοπόσα]ι̣ Α̣θ̣εναί[οις φόρον φέροσι ․ ․ ․ ․ ․ 13 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
                          lacuna
[έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Ακαμαντὶς επρυτά]-
[νευε, Φαίνιππος εγραμμάτευε, ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]

Πρόκειται για δύο καλά διατηρημένα αθηναϊκά ψηφίσματα (στ. 3-32 και 32-56) και τμήμα του προοιμίου ενός τρίτου ψηφίσματος (στ. 56-59) –φαίνεται ότι υπήρχε και τέταρτο ψήφισμα το οποίο δεν σώζεται–  που αφορούν τη Μεθώνη, αποικία των Ερετριέων στα παράλια του Θερμαϊκού και μέλος της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας.

Η Μεθώνη δεν ακολούθησε το παράδειγμα της Ποτείδαιας και άλλων συμμάχων πόλεων των Αθηναίων στην περιοχή της Χαλκιδικής, οι οποίες το 432 π.Χ. αποστάτησαν από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Την αποστασία των πόλεων αυτών υποκίνησε ο Περδίκκας Β΄, βασιλέας της Μακεδονίας, και κατά σύστασή του οι Χαλκιδείς και οι Βοττιαίοι εγκατέλειψαν τις παράλιες πόλεις τους και εγκαταστάθηκαν στην Όλυνθο (Θουκυδίδης 1.57.3, 58.2). Έκτοτε η κατάσταση παρέμεινε τεταμένη και επιδεινώθηκε μετά την άφιξη στην περιοχή του στρατηγού της Σπάρτης Βρασίδα (424 π.Χ.).

Οι Αθηναίοι με τα ψηφίσματα αυτά παραχωρούν προνόμια στη Μεθώνη και λαμβάνουν και άλλα μέτρα για την προστασία της αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της και επιδιώκοντας παράλληλα την παραμονή της στη συμμαχία τους εξαιτίας της σημασίας που είχε ως στρατιωτική βάση.

Από τους στίχους 8-9 προκύπτει ότι αναθεώρηση του φόρου (τάξις) γινόταν από Παναθήναια σε Παναθήναια δηλαδή κάθε τέσσερα χρόνια, βλ. και στ. 31.

Οι σανίδες (στ. 14-15) ήταν ξύλινες πινακίδες καλυμμένες με γύψο στις οποίες εγράφοντο δημόσιες ανακοινώσεις.

Οι Αθηναίοι το 431 π.Χ. και ενώ πολιορκούν την Ποτείδαια συνάπτουν πάλι συμμαχία με τον Περδίκκα (Θουκυδίδης 2.29.6). Από τα αναφερόμενα στο ψήφισμα (στ. 16 κ.εξ.) γίνεται φανερό ότι επιδιώκουν δια της διπλωματικής οδού να υποχρεώσουν τον Περδίκκα να μην παρεμποδίζει την ελεύθερη διακίνηση του εμπορίου των Μεθωναίων και να μη διέρχεται με στρατό από τη χώρα τους.

Οι ελλησποντοφύλακες (στ. 36-37, 39-40) ήταν ειδικοί άρχοντες, οι οποίοι, μάλλον μετά την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Ελλησπόντου και έλεγχαν τα σιτοφορτία. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλιζόταν η διατροφή του αθηναϊκού πληθυσμού, ενώ παράλληλα οι σύμμαχοί τους ήταν εξαρτημένοι από αυτούς για την εισαγωγή σιτηρών.

Από το αναφερόμενο στο ψήφισμα, ότι παραχωρείται στους Μεθωναίους το προνόμιο να εξάγουν από το Βυζάντιο ετησίως ορισμένοι ποσότητα σιτηρών χωρίς να παρεμποδίζονται από τους ελλησποντοφύλακες, οι οποίοι και θα ενημερώνονταν σχετικά με την ποσότητα αυτή (στ. 35-40), προκύπτει ότι υπήρχε στο Βυζάντιο σιταποθήκη που ελεγχόταν από τους αξιωματούχους αυτούς.

Συνήθως οι συνεδριάσεις της βουλής (έδραι) γίνονταν στο βουλευτήριο, όπου και φυλάσσονταν τα κείμενα των ψηφισμάτων του δήμου. Όταν όμως επρόκειτο να συζητήσουν θέματα που αφορούσαν το ναυτικό εξοπλισμό, οι συνεδριάσεις γίνονταν στο νεώριο (στ. 53).

Και το δεύτερο αυτό ψήφισμα με το οποίο διευκολύνεται ο εφοδιασμός των Μεθωναίων σε σιτηρά και αυτοί εξαιρούνται από στρατιωτικές και άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα μέλη της συμμαχίας, εξαίρεση που αντισταθμίζεται από την προάσπιση της δικής τους γης, υπαγορεύθηκε από την ακόμη τεταμένη κατάσταση που επικρατούσε στη Χαλκιδική.

Περί Μεθωναίων εκ Πιερίας. Ο Φαίνιππος ο γιος του Φρυνίχου ήταν γραμματέας. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Ερεχθηίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Σκόπας ήταν γραμματέας, ο Τιμωνίδης επιστάτης, ο Διοπείθης (στ. 5) εισηγήθηκε: να αποφασίσει ο δήμος πάραυτα με χειροτονία (σήκωμα των χεριών), εάν πρέπει να αναθεωρήσει αμέσως την ετήσια εισφορά των Μεθωναίων (φόρον) ή αρκεί αυτοί να καταβάλλουν μόνο όσο αναλογεί στη θεά από το πληρωτέο ποσό που καθορίσθηκε στα προηγούμενα Παναθήναια και να απαλλαγούν από την άλλη εισφορά. Αναφορικά με τις (στ. 10) εισφορές που έχουν αναγραφεί στο αθηναϊκό δημόσιο ότι οφείλουν οι Μεθωναίοι: εάν εξακολουθούν να διάκεινται ευνοϊκά προς τους Αθηναίους, όπως τώρα, και είναι ακόμη καλύτεροι, οι Αθηναίοι να παραχωρήσουν με ειδική πράξη μεμονωμένη καταβολή, και εάν κάποιο κοινό ψήφισμα ανακοινωθεί για οφειλές που αναφέρονται στις (στ. 15) ξύλινες πινακίδες (σανίδες), να μην ισχύει για τους Μεθωναίους, εάν δεν υπάρξει ειδικό για τους Μεθωναίους ψήφισμα. Να σταλούν δε τρεις απεσταλμένοι άνω των πενήντα ετών προς τον Περδίκκα, και να του πουν ότι θεωρείται δίκαιο να αφήσει τους Μεθωναίους να χρησιμοποιούν χωρίς περιορισμούς τη θάλασσα (στ. 20) και να εμπορεύονται με το εσωτερικό της χώρας, όπως στο παρελθόν, και να μη διαπράττει αδικήματα ούτε να αδικείται ούτε να διέρχεται στρατός από τη χώρα των Μεθωναίων παρά τη θέλησή τους. Και εάν μεν συμφωνήσουν καθένας χωριστά, οι απεσταλμένοι να τους συμφιλιώσουν, εάν δε όχι, (στ. 25) καθένας χωριστά να στείλουν πληρεξούσιους απεσταλμένους στα Διονύσια, με σκοπό να διατυπώσουν τις απόψεις τους αναφορικά με τις διαφορές τους προς τη βουλή και το δήμο. Να πουν στον Περδίκκα και ότι εάν οι στρατιώτες που βρίσκονται στην Ποτείδαια τον επαινούν, οι Αθηναίοι θα διατίθενται ευνοϊκά προς αυτόν. Ο δήμος αποφάσισε με χειροτονία οι Μεθωναίοι (στ. 30) να καταβάλλουν όσο αναλογεί στη θεά από το πληρωτέο ποσό του φόρου που καθορίσθηκε στα προηγούμενα Παναθήναια και να απαλλαγούν από την άλλη εισφορά. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Ιπποθωντίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Μεγακλείδης ήταν γραμματέας, ο Νι[κ]ο. . . . επιστάτης, ο Κλεώνυμος εισηγήθηκε: (στ. 35) επιτρέπεται στους Μεθωναίους να εξάγουν από το Βυζάντιο σιτηρά έως οκτώ χιλιάδες μεδίμνους ετησίως, οι δε ελλησποντοφύλακες ούτε οι ίδιοι να τους παρεμποδίζουν να εξάγουν ούτε να επιτρέπουν σε άλλον να τους παρεμποδίζει, διαφορετικά καθένας από τους ελλησποντοφύλακες να τιμωρείται με πρόστιμο χιλίων δραχμών. Θα απευθύνονται δε εγγράφως προς τους ελλησποντοφύλακες (στ. 40) για να εξάγουν έως την ποσότητα που ορίσθηκε. Απαλλαγμένο χρηματικής τιμωρίας να είναι και το πλοίο που θα πραγματοποιεί την εξαγωγή. Όποιο κοινό ψήφισμα που αφορά τους συμμάχους ψηφίζουν οι Αθηναίοι για παροχή βοήθειας ή διατάζουν τις πόλεις για οτιδήποτε άλλο ή σχετικά με τους ίδιους ή με τις πόλεις, ό,τι ονομαστικά αποφασίζουν για την (στ. 45) πόλη των Μεθωναίων, αυτό μόνο να ισχύει γι’ αυτούς, ενώ τα άλλα όχι, αλλά να προστατεύουν τη γη τους, τηρώντας τις ορισμένες γι’ αυτούς υποχρεώσεις. Για εκείνα δε για τα οποία λέγουν ότι βλάπτονται από τον Περδίκκα, οι Αθηναίοι θα αποφασίσουν ό,τι είναι καλό για τους Μεθωναίους, μόλις παρουσιασθούν στο δήμο (στ. 50) οι απεσταλμένοι που βρίσκονταν στον Περδίκκα, και εκείνοι που είχαν μεταβεί με τον Πλειστία και εκείνοι με τον Λεωγόρα. Οι υποθέσεις δε των άλλων πόλεων να συζητηθούν με την είσοδο της δεύτερης πρυτανείας, η οποία αμέσως μετά τις συνεδριάσεις της βουλής στο νεώριο, να συγκαλέσει την εκκλησία του δήμου. Να συνεδριάζουν δε συνεχώς (στ. 55) έως ότου οι υποθέσεις ολοκληρωθούν, και να μην προτάξουν των συζητήσεων αυτών τίποτε άλλο, εκτός και εάν οι στρατηγοί έχουν άλλες επείγουσες υποθέσεις. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Κεκροπίδα ήταν πρυτανεύουσα, [. . . . . .] ήταν γραμματέας, Ιεροκλείδης ε[πιστάτης] [. . . . . .] εισηγήθηκε.

επὶ ιερείας Hγησιπύλης·
   επ’ Ευθίου άρχοντος, επὶ τής
   Αιαντίδος δωδεκάτης πρυ-
   τανείας, ἧι Ναυσιμένης
5    Ναυσι<⁶¹κύδ>⁶¹ου ΧολαργεὺςVII
   εγραμμάτευεν· Σκιροφοριώ-
   νος ένηι καὶ νέαι· Καλλίας Λ[υ]-
   σιμάχου Ἕρμειος είπεν· όπ[ω]-
   ς άν οι αστυνόμοι οι αεὶ <λα>νχ[ά]-
10    νοντες επιμέλειαν ποιώντα[ι]
   τού ιερού τής Αφροδίτης τής
   Πανδήμου κατὰ τὰ πάτρια, τύ-
   χηι αγαθεί, δεδόχθαι τήι βου-
   λήι· τοὺς προέδρους οἳ άν λάχω-
15    σιν προεδρεύειν εις τὴν επιού-
   σαν εκκλησίαν προσαγαγείν τὸν
   [ο]ικείον τής ιερείας καὶ χρηματίσαι
   περὶ τούτων, γνώμην δέ ξυνβάλλε-
   [σ]θαι τής βουλής εις τὸν δήμον, ό-
20    [τ]ι δοκεί τήι βουλήι τοὺς αστυνό-
   μους τοὺς αεὶ λαχόντας, όταν ήι
   η πομπὴ τήι Αφροδίτηι τεί Πανδή-
   μωι, παρασκευάζειν εις κάθαρσι[ν]
   τού ιερού περιστερὰν καὶ περιαλε[ί]-
25    [ψα]ι τοὺς βωμοὺς καὶ πιττώσαι τὰς
   [θύρας] καὶ λούσαι τὰ έδη· παρα[σκευ]-
   [άσαι δέ κα]ὶ πορφύραν ολκὴν ∶ 𐅂𐅂𐅂̣𐅂̣[․․]
   [— — — — — — — — —] τὰ̣ επὶ τ[․․․․]
   [— — — — — — — — — — — — — —]

Με το ψήφισμα του αθηναϊκού δήμου λαμβάνεται μέριμνα για το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου. Οι αστυνόμοι, κληρωτοί άρχοντες υπεύθυνοι μεταξύ άλλων για την καθαριότητα ([Αριστοτέλης,] Αθηναίων πολιτεία 50), θα φροντίσουν για τα κτίσματα του ιερού πριν από την τέλεση της πομπής και την πραγματοποίηση ενός τελετουργικού καθαρμού με τη θυσία περιστεριού, θα ανακαινίσουν τους βωμούς και τις οροφές των σηκών, όπου φυλάσσονται τα αγάλματα, και θα μεριμνήσουν για την καθαριότητα των τελευταίων.

 

Η ιέρεια της Αφροδίτης Πανδήμου

Σύμφωνα με το ψήφισμα η ιέρεια, η οποία είχε ετήσια θητεία και το όνομά της αναγράφηκε εκ των υστέρων στην αρχή του ψηφίσματος (Tracy, ALC I 158) ως χρονική προφανώς ένδειξη, δεν είχε τη δυνατότητα να παρουσιαστεί στην εκκλησίαν τού δήμου· αντ’ αυτής θα παρουσιαστεί ένας συγγενής της (στ. 17). Ο περιορισμός της θητείας στα ιερατικά αξιώματα αποτελεί μία ακόμη αλλαγή της δημοκρατίας.

 

Το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου

Το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου αναφέρεται από τον Παυσανία (1.22.3) κατά την πορεία του από τη νότια κλιτύ προς τα Προπύλαια και σύμφωνα με ανασκαφικά ευρήματα τοποθετείται στον ισόπεδο βραχώδη χώρο κάτω από τον Πύργο της Αθηνάς Νίκης, στη ΝΔ πλευρά της Ακρόπολης. Κατά τον ίδιο περιηγητή, η λατρεία της Αφροδίτης Πανδήμου, μαζί με εκείνη της Πειθούς, εισήχθη στην Αθήνα από τον Θησέα. Η Αφροδίτη ονομαζόταν Πάνδημος επειδή βρισκόταν κοντά στην πρώτη ή ‘αρχαία’ Αγορά της Αθήνας, όπου συνερχόταν αρχικά η εκκλησία τού δήμου (Αρποκρατίων, λήμμα Πάνδημος Αφροδίτη).

Όταν ήταν ιέρεια η Ηγησιπύλη, ο Εύθιος ήταν άρχων, η Αιαντίς φυλή επρυτάνευε δωδεκάτη στη σειρά και ο Ναυσιμένης, (στ. 5) ο γιος του Ναυσικύδου από το δήμο του Χολαργού ήταν γραμματεύς· την τελευταία ημέρα του μηνός Σκιροφοριώνος· εισήγηση του Καλλίου, γιου του Λυσιμάχου από το δήμο των Ερμείων· οι αστυνόμοι, που αναλαμβάνουν κάθε φορά με κλήρο το αξίωμα, (στ. 10) να φροντίζουν το ιερό της Αφροδίτης Πανδήμου σύμφωνα με τα πάτρια· με τη βοήθεια της αγαθής τύχης να αποφασίσει η βουλή· οι πρόεδροι της εκκλησίας, οι οποίοι (στ. 15) θα προεδρεύουν κατόπιν κληρώσεως στην ερχόμενη συνεδρία της, να παρουσιάσουν τον συγγενή της ιέρειας, να θέσουν σε συζήτηση το θέμα και να υποβάλουν την απόφαση της βουλής στο δήμο, (στ. 20) ότι δηλαδή αποφασίζει η βουλή οι αστυνόμοι που αναλαμβάνουν κάθε φορά με κλήρο το αξίωμα, όταν τελείται η πομπή της Αφροδίτης Πανδήμου, να έχουν διαθέσιμο ένα περιστέρι για την κάθαρση του ιερού, να επιχρίσουν (στ. 25) τους βωμούς, να επαλείψουν με πίσσα τις οροφές, να καθαρίσουν τα αγάλματα, να έχουν ακόμα διαθέσιμη πορφύρα βάρους…

— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — —
ερε̣[․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․49․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․ ℎιππ]-
όνικο[ς είπε· (?) ․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․46․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․]
εκαστο[․․․․․․․․․․․․․․․․34․․․․․․․․․․․․․․․․ μισθὸν λαμβάνειν δ]-
ραχμέν τε͂[ς ℎεμέρας ℎεκάστες, επιμέλεσθαι δέ αυτὸς καὶ τε͂ς κρένες κα]-
5 ὶ τε͂ς αγογε͂ς [το͂ ℎύδατος ․․․․․․․․․․23․․․․․․․․․․․ Νικόμαχος είπε· τ]-
[ὰ] μέν άλλα καθ[άπερ τε͂ι βολε͂ι, ․․․․․․․․․․․․․․․33․․․․․․․․․․․․․․․․]
ει, ℎόπος άν ρέοσ[ι ․․․․․․․․․․․․․․30․․․․․․․․․․․․․․ ℎόπος δ’ άν απὸ ο]-
λιγίστον χρεμάτο[ν ․․․․․․․․․21․․․․․․․․․․, τὸς πρυτάνες ℎοὶ άν λάχ]-
οσι προ͂τοι πρυτανεύ[εν ․․․․․․․․․․23․․․․․․․․․․․ εν τε͂ι πρότει το͂ν]
10 κυρίον εκκλεσιο͂ν προ͂τ[ον μετὰ τὰ ℎιερὰ ․․․․․․․․․21․․․․․․․․․․ αγα]-
θὸν ἐ͂ναι το͂ι δέμοι το͂ι Αθε[ναίον ․․․․․․․․․․․․․28․․․․․․․․․․․․․ με]-
δεμία γίγνεται καὶ έχει Αθε[ναίοις ℎος ․․․․․․․․․․23․․․․․․․․․․․ ε]-
ίπε· τὰ μέν άλλα καθάπερ Νικόμα[χος· επαινέσαι δέ καὶ Περικλεί καὶ Παρ]-
άλοι καὶ Χσανθίπποι καὶ τοίς υέ[σιν· απαναλίσκεν δέ απὸ το͂ν χρεμάτον]
15 ℎόσα ες τὸν φόρον τὸν Αθεναίον τελ[ε͂ται, επειδὰν ℎε θεὸς εχς αυτο͂ν λαμ]-
βάνει τὰ νομιζόμενα    vacat
         vacat

Η αποσπασματικά σωζόμενη στήλη σώζει τμήματα δύο τροπολογιών σε ψήφισμα της βουλής και του δήμου που είχε αναγραφεί στο ανώτερο, χαμένο σήμερα, τμήμα της. Η δεύτερη κατά σειρά τροπολογία τροποποιεί την πρώτη, την οποία εισηγήθηκε κάποιος Νικόμαχος (στ. 13). Από το σωζόμενο τμήμα της επιγραφής προκύπτει ότι το ψήφισμα σχετίζεται με δημόσιο έργο, πιθανότατα τη βελτίωση του συστήματος ύδρευσης της Αθήνας ή ακόμα την κατασκευή ή επισκευή των κρηνών της πόλης (στ. 5-7), έργο που προγραμματίστηκε να πραγματοποιηθεί απὸ ο]|λιγίστον χρεμάτο[ν] (στ. 7-8), αλλά κατά προτεραιότητα (στ. 9-10). Από τη δεύτερη τροπολογία του ψηφίσματος προκύπτει πιθανώς ότι το έργο σχετίζεται με την οικογένεια του Περικλέους, αφού αναφέρονται οι γιοι του, Πάραλος και Ξάνθιππος, και ίσως οι γιοι τους ή οι κηδεμονευόμενοι του Περικλέους, Αλκιβιάδης και Κλεινίας (Mattingly 1961: 164· Davies, APF 460), οι οποίοι επαινούνται (στ. 13-14). Σύμφωνα με την επικρατέστερη συμπλήρωση των στίχων, στην τροπολογία προτάθηκε να τιμηθεί ο Περικλής και οι απόγονοί του, επειδή πιθανότατα προσφέρθηκαν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της δαπάνης του δημοσίου έργου, αλλά τα χρήματα για την κατασκευή του αποφασίστηκε τελικά να δοθούν από τα χρήματα του φόρου των συμμαχικών πόλεων (στ. 14-16). Μπορεί, ίσως, να συνδεθεί με την ιστορία που παραδίδει ο Πλούταρχος (Περικλής 14) ότι ο Περικλής προσφέρθηκε να πληρώσει για ένα μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα, η προσφορά του όμως πιθανώς δεν έγινε δεκτή και το έργο εγκρίθηκε να εκτελεσθεί με δημόσια χρήματα (Mattingly 1961: 164-165· αντίθετα Meritt – Wade-Gery 1963: 106).

… ερε… εισήγηση του Ιππόνικου (;)… η αμοιβή του να είναι μία δραχμή την ημέρα και να έχει αυτός την επιμέλεια της κρήνης και (στ. 5) της μεταφοράς του νερού…· πρόταση του Νικόμαχου· τα άλλα να γίνουν, όπως αποφάσισε η βουλή… ώστε να ρέουν… ώστε (να εκτελεστεί) με τα λιγότερα χρήματα… οι πρυτάνεις, οι οποίοι θα κληρωθούν να πρυτανεύσουν πρώτοι… στην επόμενη (στ. 10) κύρια εκκλησία αμέσως μετά τη συζήτηση των ιερών πραγμάτων… καλό είναι για το δήμο των Αθηναίων… καμία να μη γίνεται και για να έχουν οι Αθηναίοι… Πρόταση του…· τα άλλα να γίνουν, όπως ακριβώς εισηγήθηκε ο Νικόμαχος· να επαινέσουν τον Περικλή, τον Πάραλο και τον Ξάνθιππο και τους γιους τους (;)· τα χρήματα για το έργο να δοθούν (στ. 15) από το φόρο που καταβάλλεται στους Αθηναίους, αφού η θεά λάβει το μερίδιό της.

                Διόγν[ε]τος Φρεάρριος εγραμμάτε[υε]·
                            Διοκλε͂ς ἐ͂ρχε·
έ̣δοχσεν τε͂ι βουλε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Ακα[μ]αντὶ̣ς επ[ρ]υ̣τάνευε, [Δ]ι̣ό[γ]-
νετος εγραμμάτευε, Ευθύδικος [ε]πεστάτε, ․․Ε․․․ΑΝΕΣ είπε· τὸ[ν]
5 Δράκοντος νόμον τὸμ περὶ το͂ φό[ν]ο αναγρα[φ]σά[ν]τον οι αναγρ̣αφε͂-
ς το͂ν νόμον παραλαβόντες παρὰ το͂ β̣[α]σ̣[ι]λ̣έ[ος με]τ[ὰ το͂ γραμμ]ατέο-
ς τε͂ς βουλε͂ς εστέλει λιθίνει καὶ κα[τ]α[θ]έντ[ον πρόσ]θε[ν] τε͂ς στο-
ας τε͂ς βασιλείας· οι δέ πολεταὶ απ̣ομι[σθο]σ[άντον κατὰ τὸν ν]όμο-
ν, οι δέ ελλενοταμίαι δόντον τὸ αρ̣[γ]ύ[ρ]ι[ον].
10 προ͂τος άχσον.
              καὶ εὰμ μέ ’κ {²⁶εκ}²⁶ [π]ρονοί[α]ς [κ]τ[ένει τίς τινα, φεύγ]ε[ν· δ]ι-
κάζεν δέ τὸς βασιλέας αίτι̣ο[ν] φόν̣[ο] Ε․․․․․․․17․․․․․․․․Ε [β]ολ-
εύσαντα· τὸς δέ εφέτας διαγν[ο͂]ν̣[α]ι̣. [αιδέσασθαι δ’ εὰμ μέν πατέ]ρ ἐ͂-
ι ἒ αδελφὸ[ς] ἒ ℎυε͂ς, ℎάπαντ[α]ς, ἒ τὸν κ̣ο[λύοντα κρατε͂ν· εὰν δέ μέ] ℎ̣ού-
15 τοι ὁ͂σι̣, μέχρ’ ανεφ[σι]ότετος καὶ̣ [ανεφσιο͂, εὰν ℎάπαντες αιδέσ]α̣σ-
θαι εθέλοσι, τὸν κο[λύ]οντ̣α [κ]ρα[τε͂ν· εὰν δέ τούτον μεδέ ℎε͂ς ἐ͂ι, κτ]έ-
νει δέ άκο[ν], γνο͂σι δέ ℎοι̣ [πε]ντ[έκοντα καὶ ℎε͂ς ℎοι εφέται άκοντ]α̣
κτε͂ναι, εσέσθ[ο]ν δέ ℎ̣[οι φ]ρ[άτορες εὰν εθέλοσι δέκα· τούτος δ]έ ℎ̣ο̣-
ι πεντέκο[ν]τ[α καὶ] ℎε͂ς αρ[ι]στ̣[ίνδεν ℎαιρέσθον. καὶ ℎοι δέ πρ]ότε[ρ]-
20 ον κτέ[ν]α[ντ]ε[ς εν] το͂[ιδε το͂ι θεσμο͂ι ενεχέσθον. προειπε͂ν δ]έ το͂ι κ-
τέν̣α̣ν̣[τι εν α]γορ̣[αι μέχρ’ ανεφσιότετος καὶ ανεφσιο͂· συνδιόκ]εν
δέ [κ]ανεφσ[ιὸς καὶ ανεφσιο͂ν παίδας καὶ γαμβρὸς καὶ πενθερὸ]ς κ-
αὶ φρ̣[ά]τ[ο]ρ[ας ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 36 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] αίτι-
ος [ἐ͂ι] φό[νο ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 26 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τὸς πεντέκοντ]α κα̣ὶ
25 ℎένα ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 42 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ φόνο
ℎέλ̣οσ[ι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 35 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ εὰν δ]έ [τ]ις τ-
ὸ[ν αν]δ̣ρ̣[οφόνον κτένει ἒ αίτιος ἐ͂ι φόνο, απεχόμενον αγορα]ς εφο-
ρί[α]ς κ̣[α]ὶ [άθλον καὶ ℎιερο͂ν Αμφικτυονικο͂ν, ℎόσπερ τὸν Αθεν]αίον κ̣-
[τένα]ν̣[τα, εν τοίς αυτοίς ενέχεσθαι· διαγιγνόσκεν δέ τὸς] ε[φ]έτα[ς]
30 ․ ․ ․ Ε̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ̣ει εμεδ̣-
[απε͂ι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 41 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ΟΝΑΤ ․
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 45 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Α̣Ν̣Α̣ ․ ․
Ν̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ άρχον]τ̣α χερ̣-
ο͂ν̣ α[δίκον ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 30 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ χερ]ο͂ν αδίκον κ-
35 τέ[νει ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]Σ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ διαγιγνόσκ]εν̣ δέ τὸς ε-
[φέτ]ας ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 36 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΕΙΣΕ ελεύθ-
ε[ρ]ος ἐ̣͂ι̣. κ̣α̣[ὶ εὰν φέροντα ἒ άγοντα βίαι αδίκος ευθὺς] α̣μυνόμενο-
ς κτέ[ν]ει, ν̣[εποινέ τεθνάναι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]Σ̣ΕΧΟΝΤΟΒ ․
ΙΑΝ ․ ․ Λ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 35 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]έν α̣πόστα̣-
40 σιν ΤΟ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 37 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΕΣ δεκατε̣͂-
[ς] ΤΟ ․ ․ Ι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 37 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ε ΔΕΚΑ ․ ․
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 43 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΕΑ̣ΚΥΡ̣ ․ ․
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 44 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΟΜΝΥ̣Μ ․
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 44 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΟΣ̣ΕΛ̣ ․ ․
45 ․ ․ ․ Φ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 41 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ν ․ ․ ΝΗ
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 47 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΟΙΠ
․ ․ ΕΝ ․ ․ Η ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΑΝ̣Α̣Ε
․ ․ ․ Κ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 42 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ι̣ΗΕΚ
․ ․ 5 ․ ․ Ρ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Λ ․ ․ Ο̣Α
50 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 46 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Υ ․ ΙΤ̣
Ο̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 46 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ο̣ ․ ․
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 45 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Π̣ΙΘ̣Ε ․
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 48 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ι̣Ε̣
․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ Ο̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 37 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ι․Ο̣ ․ ․
55 ․ ․ 6 ․ ․ ․ Σ̣ΝΙ̣ — — — —
[δεύτ]ε̣ρος̣ [άχσον]·
                    ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ca. 32 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΣΕΝ̣ ․
․ ․ ․ 8 ․ ․ ․ ․ Α̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 41 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․
                               (ίχνη γραμμάτων)

Ο Δράκων αναφέρεται ως ο πρώτος νομοθέτης της Αθήνας και συντάκτης του πρώτου ποινικού κώδικα της πόλης που περιλάμβανε νόμους για διάφορα αδικήματα, όπως η ανθρωποκτονία, η κλοπή, ακόμα και η αργία (οκνηρία)· οι ποινές που όρισε έμειναν παροιμιώδεις για την αυστηρότητά τους. Συνέγραψε τους νόμους του επί άρχοντος Αρισταίχμου το 621/0 π.Χ. λίγα χρόνια μετά το “Κυλώνειο άγος”, τη σφαγή δηλαδή των οπαδών του Κύλωνα που προσπάθησε να εγκαθιδρύσει τυραννίδα και τη δίωξη με εξορία για τη σφαγή αυτή του γένους των Αλκμεωνιδών. Οι νόμοι του ανακλήθηκαν από τον Σόλωνα, ο οποίος διατήρησε σε ισχύ μόνον το νόμο περί φόνου ([Αριστοτέλης,] Αθηναίων Πολιτεία 7.1· Πλούταρχος, Σόλων 17).

Η προκείμενη στήλη σώζει ψήφισμα της βουλής και του δήμου με το οποίο παραγγέλλεται στους αναγραφείς να παραλάβουν το νόμο του Δράκοντος περί φόνου από το αρχείο του άρχοντος βασιλέως και να τον αναγράψουν σε λίθινη στήλη, η οποία θα στηθεί μπροστά στη Βασίλειο Στοά (στ. 1-9). Ακολουθεί η αναδημοσίευση του νόμου (στ. 10 κ.εξ.), ο οποίος είναι γνωστός εν μέρει και από τους αττικούς ρήτορες του 4ου αι. π.Χ. (Ανδοκίδης, Περί μυστηρίων 81, 83· Δημοσθένης, Κατὰ Αριστοκράτους 22-60 και Κατὰ Ευέργου καὶ Μνησιβούλου Ψευδομαρτυριών 52-73). Το ψήφισμα εκδόθηκε το έτος 409/8 π.Χ. στο πλαίσιο της αναδημοσίευσης της νομοθεσίας από τους αναγραφείς με επικεφαλής τον Νικόμαχο, μετά την πτώση του ολιγαρχικού καθεστώτος των Τετρακοσίων το έτος 411 π.Χ.

Το σωζόμενο κείμενο του νόμου έχει τεθεί κάτω από επικεφαλίδες: προ͂τος άχσον (στ. 10) και [δεύτ]ε̣ρος̣ [άχσον] (στ. 56). Οι “άξονες” ήταν πιθανώς ξύλινες στήλες γραμμένες και στις τέσσερις πλευρές και στερεωμένες σε ξύλινο πλαίσιο με άξονες, ώστε με την περιστροφή τους να είναι αναγνώσιμες όλες οι πλευρές τους (για πιθανή αναπαράστασή τους, βλ. Stroud 1979: 45-47 και εικ. 1). Σε άξονες μαρτυρείται ότι είχαν αναγραφεί οι νόμοι του Δράκοντος και του Σόλωνος.

Το κείμενο του νόμου φαίνεται ότι ξεκινά με το αδίκημα του ακούσιου φόνου, η ποινή για το οποίο είναι η εξορία (στ. 11). Ορίζει ποιοι είναι οι δικαστές που θα κρίνουν το αδίκημα και ακολούθως τη διαδικασία της δίωξης (στ. 12-13), η οποία επεκτείνεται όχι μόνο σε αυτόν που διέπραξε το αδίκημα ακούσια, αλλά και στον βολεύσαντα, δηλαδή αυτόν που το υποκίνησε (στ. 12-13), φράση στην οποία μπορεί, όπως έχει υποστηριχθεί, να αναγνωρισθεί και το αδίκημα του εκ προ μελέτης φόνου (Nörr 1983: 648 κ.εξ.). Ορίζονται ακόμη οι προϋποθέσεις για τη συγχώρηση του δράστη (στ. 13-19) και ο τόπος απαγγελίας της κατηγορίας (στ. 20-23).

Η συγχώρηση στο δράστη μπορεί να δοθεί μόνον ύστερα από την ομόφωνη συγκατάθεση όλων των στενών συγγενών του θύματος (πατέρα, αδελφού, γιου). Σε περίπτωση που αυτοί δεν υπάρχουν, η συγχώρηση μπορεί να δοθεί από άλλα μέλη της οικογένειας με την προϋπόθεση ότι η απόφασή τους θα είναι ομόφωνη (στ. 13-16). Αν δεν υπάρχει κανένας συγγενής του θύματος, οι εφέτες θα επιλέξουν δέκα μέλη της φρατρίας κατ’ αξίαν, οι οποίοι θα αποφασίσουν, αν θα δοθεί συγχώρηση στο δράστη (στ. 16-19) προκειμένου να μπορεί να επιστρέψει στην Αθήνα. Από τον Δημοσθένη (Κατὰ Αριστοκράτους 72) γνωρίζουμε ότι ο καταδικασμένος για ακούσιο φόνο έπρεπε να εγκαταλείψει την Αττική για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και να ακολουθήσει συγκεκριμένη διαδρομή μέχρι τα σύνορα, ενώ σε περίπτωση συγχώρησης έπρεπε να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο τυπικό με θυσίες και καθαρμούς κατά την επιστροφή του.

Ο νόμος ακολούθως ορίζει ότι η ίδια διαδικασία για τη συγχώρηση του δράστη μπορεί να επεκταθεί σε αυτούς που διέπραξαν τον ακούσιο φόνο πριν από τη θέσπιση του νόμου (στ. 19-20). Μπορεί έτσι να αναγνωρισθεί ένας νομικός νεωτερισμός του Δράκοντος, αφού φαίνεται ότι, μέχρι τότε, η συγχώρηση δεν δινόταν με τον ίδιο τρόπο· παράλληλα με τη διάταξη αυτή υποδηλώνεται ότι η εργασία των αναγραφέων ήταν ακριβής στην παράθεση του “θεσμού”. Αν αναλογιστούμε επίσης ότι ο νόμος του Δράκοντος για την ανθρωποκτονία, ήταν επακόλουθο των γεγονότων του “Κυλώνειου άγους”, που είχε ως αποτέλεσμα την εξορία του γένους των Αλκμεωνιδών, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα την αναδρομική ισχύ του νόμου (Stroud 1968: 51 και 72).

Ο νόμος αναφέρεται ακολούθως στο φόνο του καταδικασμένου ήδη για φόνο (ανδροφόνος) και άρα εξορίστου· ο φονέας του θα αντιμετωπισθεί ως φονέας ενός Αθηναίου (στ. 26-29). Τέλος προβλέπει ότι στον αιτιολογημένο φόνο ή φόνο εν αμύνη, ο δράστης απαλλάσσεται (στ. 33-37).

Οι διατάξεις του νόμου του Δράκοντος δείχνουν ότι με τη θέσπισή του το κράτος απέσπασε, από τον 7ο αι. π.Χ., την τιμωρία της ανθρωποκτονίας από τους συγγενείς των θυμάτων. Επειδή όμως η σωζόμενη επιγραφή ξεκινά με το αδίκημα του ακούσιου φόνου, δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους σύγχρονους μελετητές για το αν οι διατάξεις του Δράκοντος για τον εκ προθέσεως φόνο ίσχυαν κατά τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. και αν είχαν αναγραφεί στη στήλη μας, ή επειδή είχαν ήδη αναθεωρηθεί δεν συμπεριλήφθηκαν στη συγκεκριμένη αναδημοσίευση (ανακεφαλαίωση και σχολιασμός των σχετικών απόψεων: Gagarin 1981: 65-79· Sickinger 1999: 21-22). Στον προβληματισμό αυτό οδήγησε η χρήση του συνδέσμου καὶ στην αρχή του νόμου που, επειδή θεωρήθηκε ότι συνέδεε τις διατάξεις σχετικά με τα δύο διαφορετικά είδη ανθρωποκτονίας (εκ προθέσεως και ακούσιας), οδήγησε στο συμπέρασμα ότι οι qναγραφείς είχαν δημοσιεύσει μόνο το τμήμα του νόμου που ήταν ακόμα σε ισχύ κατά την εποχή της αναδημοσίευσης.

Η συστηματικότερη όμως μελέτη του λίθου έδειξε ότι ο σύνδεσμος καὶ στην αρχή του νόμου έχει επιδοτική σημασία και δεν συνδέει τις διατάξεις για τα δύο είδη φόνου. Παράλληλα, η αποσπασματική διατήρηση της στήλης του 409/8 π.Χ. και η φθορά μεγάλου τμήματος της επιφανείας της δεν αποκλείουν το γεγονός οι σχετικές με τον εκ προθέσεως φόνο διατάξεις να βρίσκονταν στο μη σωζόμενο σήμερα τμήμα της επιγραφής (Stroud 1968: 34-40). Έχει ακόμα διατυπωθεί από ορισμένους μελετητές η άποψη ότι οι διατάξεις του ακούσιου φόνου που εισάγονται με τη φράση καὶ εάν, αφορούν τόσο τον εκ προθέσεως, όσο και τον ακούσιο φόνο (Gagarin 1981: 96-110· αντίθετα Wallace 1989: 16-19).

Ένα άλλο σημείο διαφωνίας ανάμεσα στους μελετητές του αττικού δικαίου της κλασικής εποχής είναι, αν ο νόμος που αναγράφηκε στη στήλη είναι ο γνήσιος νόμος του Δράκοντος, ή αν έχουν συμπεριληφθεί μεταγενέστερες τροποποιήσεις στην αναδημοσίευσή του (MacDowell 1978: 68-70· αντίθετα Sickinger 1999: 18-20). Στο κείμενο όμως του νόμου χρησιμοποιούνται λέξεις και εκφράσεις αρχαϊκές (π.χ. άξων, θεσμός αντί του νόμος), ή με την αρχαϊκή σημασία τους (π.χ. δικάζειν), καθώς και αρχαϊκές έννοιες και θεσμοί (αγορά εφορία, αριστίνδην) που δεν έχουν καμία θέση στη νομοθεσία της δημοκρατικής Αθήνας του 5ου αι. π.Χ. Αντίθετα, απηχούν παλαιότερες εποχές και την πολιτειακή κατάσταση της Αθήνας πριν από τις κλεισθένειες μεταρρυθμίσεις υποδεικνύοντας ότι δεν έγινε επεξεργασία του νόμου πριν από την αναδημοσίευσή του.

Στην Αθήνα του 5ου και 4ου αι. π.Χ. οι δίκες για ανθρωποκτονία δεν διεξάγονταν στην Ηλιαία. Οι υποθέσεις φόνων εκ προθέσεως δικάζονταν από τον Άρειο Πάγο που συνεδρίαζε στο ιερό των Ευμενίδων, στον ομώνυμο του δικαστηρίου λόφο. Οι ακούσιοι φόνοι δικάζονταν από το δικαστήριο των εφετών που συνεδρίαζε σε διαφορετικούς τόπους: στο ιερό της Παλλάδος για την εκδίκαση υποθέσεων ακούσιων φόνων ή φόνων δούλων ή μετοίκων, στο ναό του Δελφινίου Απόλλωνος για την εκδίκαση φόνων σε νόμιμη άμυνα και ακούσιων φόνων που είχαν διαπραχθεί κατά τη διάρκεια πολέμων ή αγώνων, και τέλος στη Φρεαττώ για την εκδίκαση φόνων που είχαν διαπραχθεί από τους καταδικασμένους σε εξορία για άλλο ακούσιο φόνο. Τέλος, υποθέσεις φόνων των οποίων οι δράστες ήταν άγνωστοι ή ήταν ζώα ή άψυχα πράγματα εκδικάζονταν στο πρυτανείο.

Ο Διόγνητος από το δήμο των Φρεαρρίων ήταν γραμματεύς. Ο Διοκλής ήταν άρχων. Απόφαση της βουλής και του δήμου· η Ακαμαντίς φυλή επρυτάνευε, ο Διόγνητος ήταν γραμματεύς, ο Ευθύδικος ήταν επιστάτης, ο – – ε – – ανης εισηγήθηκε· το (στ. 5) νόμο του Δράκοντος περί φόνου να παραλάβουν οι αναγραφείς από τον βασιλέα μαζί με το γραμματέα της βουλής και να τον αναγράψουν σε λίθινη στήλη και να τη στήσουν μπροστά από τη Βασίλειο Στοά· οι πωλητές να δημοπρατήσουν το έργο σύμφωνα με το νόμο και οι ελληνοταμίες να δώσουν τα χρήματα. (στ. 10) Πρώτος άξων. Ακόμα και αν κάποιος σκοτώσει ακουσίως άνθρωπο, να εξορίζεται· οι βασιλείς να δικάζουν τον αίτιο του φόνου… ή εκείνον που τον υποκίνησε και οι εφέτες να κρίνουν. Μπορεί να δοθεί συγγνώμη, αν υπάρχει πατέρας ή αδελφός ή γιος, εφ’ όσον συμφωνούν όλοι, αλλιώς να υπερισχύει η άποψη του αντιτιθέμενου· εάν δεν (στ. 15) υπάρχουν οι συγγενείς αυτού του βαθμού, μπορεί να δοθεί συγγνώμη από τους συγγενείς μέχρι το βαθμό της συγγένειας των εξαδέλφων και τον εξάδελφο εφ’ όσον συμφωνούν όλοι ανεξαρτήτως, αλλιώς να υπερισχύει η γνώμη του αντιτιθέμενου· εάν δεν υπάρχει κανένας από αυτούς και ο φόνος ήταν ακούσιος και οι πενήντα ένας, οι εφέτες, κρίνουν ότι ο φόνος ήταν ακούσιος, οι δέκα φράτορες, εάν το θέλουν, να του επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα· και αυτούς να τους επιλέξουν οι πενήντα ένας κατ’ αξίαν. Και όσοι διέπραξαν φόνο πριν από την ισχύ του νόμου αυτού (στ. 20) να αντιμετωπισθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του. Η απαγγελία της κατηγορίας εναντίον του φονέως να γίνει στην αγορά από τους συγγενείς μέχρι τον βαθμό της συγγένειας των εξαδέλφων και τον εξάδελφο. Η δίωξη να γίνεται από κοινού και από τους εξαδέλφους και τα παιδιά των εξαδέλφων και τους γαμβρούς και τον πεθερό και τα μέλη της φρατρίας… υπεύθυνο για ανθρωποκτονία… και οι πενήντα ένας… φόνο… (στ. 26) Εάν κάποιος σκοτώσει τον φονέα ή είναι υπεύθυνος για το φόνο του ενώ (αυτός) απέχει από οποιαδήποτε συγκέντρωση που λαμβάνει χώρα στα σύνορα (της Αττικής) και από τους αγώνες και τις αμφικτυονικές τελετές, να έχει την ίδια τιμωρία, όπως εκείνος που σκότωσε Αθηναίο. Οι εφέτες να κρίνουν… (στ. 36) και εάν κάποιος αμυνόμενος σκοτώσει εκείνον που αδίκως λεηλατεί τη ζωή και την περιουσία του, να μείνει ατιμώρητος ο θάνατος…