— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — | |
ερε̣[․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․49․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․ ℎιππ]- | |
όνικο[ς είπε· (?) ․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․46․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․․] | |
εκαστο[․․․․․․․․․․․․․․․․34․․․․․․․․․․․․․․․․ μισθὸν λαμβάνειν δ]- | |
ραχμέν τε͂[ς ℎεμέρας ℎεκάστες, επιμέλεσθαι δέ αυτὸς καὶ τε͂ς κρένες κα]- | |
5 | ὶ τε͂ς αγογε͂ς [το͂ ℎύδατος ․․․․․․․․․․23․․․․․․․․․․․ Νικόμαχος είπε· τ]- |
[ὰ] μέν άλλα καθ[άπερ τε͂ι βολε͂ι, ․․․․․․․․․․․․․․․33․․․․․․․․․․․․․․․․] | |
ει, ℎόπος άν ρέοσ[ι ․․․․․․․․․․․․․․30․․․․․․․․․․․․․․ ℎόπος δ’ άν απὸ ο]- | |
λιγίστον χρεμάτο[ν ․․․․․․․․․21․․․․․․․․․․, τὸς πρυτάνες ℎοὶ άν λάχ]- | |
οσι προ͂τοι πρυτανεύ[εν ․․․․․․․․․․23․․․․․․․․․․․ εν τε͂ι πρότει το͂ν] | |
10 | κυρίον εκκλεσιο͂ν προ͂τ[ον μετὰ τὰ ℎιερὰ ․․․․․․․․․21․․․․․․․․․․ αγα]- |
θὸν ἐ͂ναι το͂ι δέμοι το͂ι Αθε[ναίον ․․․․․․․․․․․․․28․․․․․․․․․․․․․ με]- | |
δεμία γίγνεται καὶ έχει Αθε[ναίοις ℎος ․․․․․․․․․․23․․․․․․․․․․․ ε]- | |
ίπε· τὰ μέν άλλα καθάπερ Νικόμα[χος· επαινέσαι δέ καὶ Περικλεί καὶ Παρ]- | |
άλοι καὶ Χσανθίπποι καὶ τοίς υέ[σιν· απαναλίσκεν δέ απὸ το͂ν χρεμάτον] | |
15 | ℎόσα ες τὸν φόρον τὸν Αθεναίον τελ[ε͂ται, επειδὰν ℎε θεὸς εχς αυτο͂ν λαμ]- |
βάνει τὰ νομιζόμενα vacat | |
vacat |
Η αποσπασματικά σωζόμενη στήλη σώζει τμήματα δύο τροπολογιών σε ψήφισμα της βουλής και του δήμου που είχε αναγραφεί στο ανώτερο, χαμένο σήμερα, τμήμα της. Η δεύτερη κατά σειρά τροπολογία τροποποιεί την πρώτη, την οποία εισηγήθηκε κάποιος Νικόμαχος (στ. 13). Από το σωζόμενο τμήμα της επιγραφής προκύπτει ότι το ψήφισμα σχετίζεται με δημόσιο έργο, πιθανότατα τη βελτίωση του συστήματος ύδρευσης της Αθήνας ή ακόμα την κατασκευή ή επισκευή των κρηνών της πόλης (στ. 5-7), έργο που προγραμματίστηκε να πραγματοποιηθεί απὸ ο]|λιγίστον χρεμάτο[ν] (στ. 7-8), αλλά κατά προτεραιότητα (στ. 9-10). Από τη δεύτερη τροπολογία του ψηφίσματος προκύπτει πιθανώς ότι το έργο σχετίζεται με την οικογένεια του Περικλέους, αφού αναφέρονται οι γιοι του, Πάραλος και Ξάνθιππος, και ίσως οι γιοι τους ή οι κηδεμονευόμενοι του Περικλέους, Αλκιβιάδης και Κλεινίας (Mattingly 1961: 164· Davies, APF 460), οι οποίοι επαινούνται (στ. 13-14). Σύμφωνα με την επικρατέστερη συμπλήρωση των στίχων, στην τροπολογία προτάθηκε να τιμηθεί ο Περικλής και οι απόγονοί του, επειδή πιθανότατα προσφέρθηκαν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της δαπάνης του δημοσίου έργου, αλλά τα χρήματα για την κατασκευή του αποφασίστηκε τελικά να δοθούν από τα χρήματα του φόρου των συμμαχικών πόλεων (στ. 14-16). Μπορεί, ίσως, να συνδεθεί με την ιστορία που παραδίδει ο Πλούταρχος (Περικλής 14) ότι ο Περικλής προσφέρθηκε να πληρώσει για ένα μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα, η προσφορά του όμως πιθανώς δεν έγινε δεκτή και το έργο εγκρίθηκε να εκτελεσθεί με δημόσια χρήματα (Mattingly 1961: 164-165· αντίθετα Meritt – Wade-Gery 1963: 106).
… ερε… εισήγηση του Ιππόνικου (;)… η αμοιβή του να είναι μία δραχμή την ημέρα και να έχει αυτός την επιμέλεια της κρήνης και (στ. 5) της μεταφοράς του νερού…· πρόταση του Νικόμαχου· τα άλλα να γίνουν, όπως αποφάσισε η βουλή… ώστε να ρέουν… ώστε (να εκτελεστεί) με τα λιγότερα χρήματα… οι πρυτάνεις, οι οποίοι θα κληρωθούν να πρυτανεύσουν πρώτοι… στην επόμενη (στ. 10) κύρια εκκλησία αμέσως μετά τη συζήτηση των ιερών πραγμάτων… καλό είναι για το δήμο των Αθηναίων… καμία να μη γίνεται και για να έχουν οι Αθηναίοι… Πρόταση του…· τα άλλα να γίνουν, όπως ακριβώς εισηγήθηκε ο Νικόμαχος· να επαινέσουν τον Περικλή, τον Πάραλο και τον Ξάνθιππο και τους γιους τους (;)· τα χρήματα για το έργο να δοθούν (στ. 15) από το φόρο που καταβάλλεται στους Αθηναίους, αφού η θεά λάβει το μερίδιό της.
Διόγν[ε]τος Φρεάρριος εγραμμάτε[υε]· | |
Διοκλε͂ς ἐ͂ρχε· | |
έ̣δοχσεν τε͂ι βουλε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Ακα[μ]αντὶ̣ς επ[ρ]υ̣τάνευε, [Δ]ι̣ό[γ]- | |
νετος εγραμμάτευε, Ευθύδικος [ε]πεστάτε, ․․Ε․․․ΑΝΕΣ είπε· τὸ[ν] | |
5 | Δράκοντος νόμον τὸμ περὶ το͂ φό[ν]ο αναγρα[φ]σά[ν]τον οι αναγρ̣αφε͂- |
ς το͂ν νόμον παραλαβόντες παρὰ το͂ β̣[α]σ̣[ι]λ̣έ[ος με]τ[ὰ το͂ γραμμ]ατέο- | |
ς τε͂ς βουλε͂ς εστέλει λιθίνει καὶ κα[τ]α[θ]έντ[ον πρόσ]θε[ν] τε͂ς στο- | |
ας τε͂ς βασιλείας· οι δέ πολεταὶ απ̣ομι[σθο]σ[άντον κατὰ τὸν ν]όμο- | |
ν, οι δέ ελλενοταμίαι δόντον τὸ αρ̣[γ]ύ[ρ]ι[ον]. | |
10 | προ͂τος άχσον. |
καὶ εὰμ μέ ’κ {²⁶εκ}²⁶ [π]ρονοί[α]ς [κ]τ[ένει τίς τινα, φεύγ]ε[ν· δ]ι- | |
κάζεν δέ τὸς βασιλέας αίτι̣ο[ν] φόν̣[ο] Ε․․․․․․․17․․․․․․․․Ε [β]ολ- | |
εύσαντα· τὸς δέ εφέτας διαγν[ο͂]ν̣[α]ι̣. [αιδέσασθαι δ’ εὰμ μέν πατέ]ρ ἐ͂- | |
ι ἒ αδελφὸ[ς] ἒ ℎυε͂ς, ℎάπαντ[α]ς, ἒ τὸν κ̣ο[λύοντα κρατε͂ν· εὰν δέ μέ] ℎ̣ού- | |
15 | τοι ὁ͂σι̣, μέχρ’ ανεφ[σι]ότετος καὶ̣ [ανεφσιο͂, εὰν ℎάπαντες αιδέσ]α̣σ- |
θαι εθέλοσι, τὸν κο[λύ]οντ̣α [κ]ρα[τε͂ν· εὰν δέ τούτον μεδέ ℎε͂ς ἐ͂ι, κτ]έ- | |
νει δέ άκο[ν], γνο͂σι δέ ℎοι̣ [πε]ντ[έκοντα καὶ ℎε͂ς ℎοι εφέται άκοντ]α̣ | |
κτε͂ναι, εσέσθ[ο]ν δέ ℎ̣[οι φ]ρ[άτορες εὰν εθέλοσι δέκα· τούτος δ]έ ℎ̣ο̣- | |
ι πεντέκο[ν]τ[α καὶ] ℎε͂ς αρ[ι]στ̣[ίνδεν ℎαιρέσθον. καὶ ℎοι δέ πρ]ότε[ρ]- | |
20 | ον κτέ[ν]α[ντ]ε[ς εν] το͂[ιδε το͂ι θεσμο͂ι ενεχέσθον. προειπε͂ν δ]έ το͂ι κ- |
τέν̣α̣ν̣[τι εν α]γορ̣[αι μέχρ’ ανεφσιότετος καὶ ανεφσιο͂· συνδιόκ]εν | |
δέ [κ]ανεφσ[ιὸς καὶ ανεφσιο͂ν παίδας καὶ γαμβρὸς καὶ πενθερὸ]ς κ- | |
αὶ φρ̣[ά]τ[ο]ρ[ας ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 36 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] αίτι- | |
ος [ἐ͂ι] φό[νο ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 26 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τὸς πεντέκοντ]α κα̣ὶ | |
25 | ℎένα ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 42 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ φόνο |
ℎέλ̣οσ[ι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 35 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ εὰν δ]έ [τ]ις τ- | |
ὸ[ν αν]δ̣ρ̣[οφόνον κτένει ἒ αίτιος ἐ͂ι φόνο, απεχόμενον αγορα]ς εφο- | |
ρί[α]ς κ̣[α]ὶ [άθλον καὶ ℎιερο͂ν Αμφικτυονικο͂ν, ℎόσπερ τὸν Αθεν]αίον κ̣- | |
[τένα]ν̣[τα, εν τοίς αυτοίς ενέχεσθαι· διαγιγνόσκεν δέ τὸς] ε[φ]έτα[ς] | |
30 | ․ ․ ․ Ε̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ̣ει εμεδ̣- |
[απε͂ι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 41 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ΟΝΑΤ ․ | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 45 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Α̣Ν̣Α̣ ․ ․ | |
Ν̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ άρχον]τ̣α χερ̣- | |
ο͂ν̣ α[δίκον ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 30 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ χερ]ο͂ν αδίκον κ- | |
35 | τέ[νει ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]Σ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ διαγιγνόσκ]εν̣ δέ τὸς ε- |
[φέτ]ας ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 36 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΕΙΣΕ ελεύθ- | |
ε[ρ]ος ἐ̣͂ι̣. κ̣α̣[ὶ εὰν φέροντα ἒ άγοντα βίαι αδίκος ευθὺς] α̣μυνόμενο- | |
ς κτέ[ν]ει, ν̣[εποινέ τεθνάναι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]Σ̣ΕΧΟΝΤΟΒ ․ | |
ΙΑΝ ․ ․ Λ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 35 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]έν α̣πόστα̣- | |
40 | σιν ΤΟ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 37 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΕΣ δεκατε̣͂- |
[ς] ΤΟ ․ ․ Ι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 37 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ε ΔΕΚΑ ․ ․ | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 43 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΕΑ̣ΚΥΡ̣ ․ ․ | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 44 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΟΜΝΥ̣Μ ․ | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 44 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΟΣ̣ΕΛ̣ ․ ․ | |
45 | ․ ․ ․ Φ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 41 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ν ․ ․ ΝΗ |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 47 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΟΙΠ | |
․ ․ ΕΝ ․ ․ Η ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΑΝ̣Α̣Ε | |
․ ․ ․ Κ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 42 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ι̣ΗΕΚ | |
․ ․ 5 ․ ․ Ρ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 39 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Λ ․ ․ Ο̣Α | |
50 | ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 46 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Υ ․ ΙΤ̣ |
Ο̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 46 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ο̣ ․ ․ | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 45 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Π̣ΙΘ̣Ε ․ | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 48 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ι̣Ε̣ | |
․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ Ο̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 37 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ Ι․Ο̣ ․ ․ | |
55 | ․ ․ 6 ․ ․ ․ Σ̣ΝΙ̣ — — — — |
[δεύτ]ε̣ρος̣ [άχσον]· | |
․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ca. 32 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ΣΕΝ̣ ․ | |
․ ․ ․ 8 ․ ․ ․ ․ Α̣ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 41 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ | |
(ίχνη γραμμάτων) |
Ο Δράκων αναφέρεται ως ο πρώτος νομοθέτης της Αθήνας και συντάκτης του πρώτου ποινικού κώδικα της πόλης που περιλάμβανε νόμους για διάφορα αδικήματα, όπως η ανθρωποκτονία, η κλοπή, ακόμα και η αργία (οκνηρία)· οι ποινές που όρισε έμειναν παροιμιώδεις για την αυστηρότητά τους. Συνέγραψε τους νόμους του επί άρχοντος Αρισταίχμου το 621/0 π.Χ. λίγα χρόνια μετά το “Κυλώνειο άγος”, τη σφαγή δηλαδή των οπαδών του Κύλωνα που προσπάθησε να εγκαθιδρύσει τυραννίδα και τη δίωξη με εξορία για τη σφαγή αυτή του γένους των Αλκμεωνιδών. Οι νόμοι του ανακλήθηκαν από τον Σόλωνα, ο οποίος διατήρησε σε ισχύ μόνον το νόμο περί φόνου ([Αριστοτέλης,] Αθηναίων Πολιτεία 7.1· Πλούταρχος, Σόλων 17).
Η προκείμενη στήλη σώζει ψήφισμα της βουλής και του δήμου με το οποίο παραγγέλλεται στους αναγραφείς να παραλάβουν το νόμο του Δράκοντος περί φόνου από το αρχείο του άρχοντος βασιλέως και να τον αναγράψουν σε λίθινη στήλη, η οποία θα στηθεί μπροστά στη Βασίλειο Στοά (στ. 1-9). Ακολουθεί η αναδημοσίευση του νόμου (στ. 10 κ.εξ.), ο οποίος είναι γνωστός εν μέρει και από τους αττικούς ρήτορες του 4ου αι. π.Χ. (Ανδοκίδης, Περί μυστηρίων 81, 83· Δημοσθένης, Κατὰ Αριστοκράτους 22-60 και Κατὰ Ευέργου καὶ Μνησιβούλου Ψευδομαρτυριών 52-73). Το ψήφισμα εκδόθηκε το έτος 409/8 π.Χ. στο πλαίσιο της αναδημοσίευσης της νομοθεσίας από τους αναγραφείς με επικεφαλής τον Νικόμαχο, μετά την πτώση του ολιγαρχικού καθεστώτος των Τετρακοσίων το έτος 411 π.Χ.
Το σωζόμενο κείμενο του νόμου έχει τεθεί κάτω από επικεφαλίδες: προ͂τος άχσον (στ. 10) και [δεύτ]ε̣ρος̣ [άχσον] (στ. 56). Οι “άξονες” ήταν πιθανώς ξύλινες στήλες γραμμένες και στις τέσσερις πλευρές και στερεωμένες σε ξύλινο πλαίσιο με άξονες, ώστε με την περιστροφή τους να είναι αναγνώσιμες όλες οι πλευρές τους (για πιθανή αναπαράστασή τους, βλ. Stroud 1979: 45-47 και εικ. 1). Σε άξονες μαρτυρείται ότι είχαν αναγραφεί οι νόμοι του Δράκοντος και του Σόλωνος.
Το κείμενο του νόμου φαίνεται ότι ξεκινά με το αδίκημα του ακούσιου φόνου, η ποινή για το οποίο είναι η εξορία (στ. 11). Ορίζει ποιοι είναι οι δικαστές που θα κρίνουν το αδίκημα και ακολούθως τη διαδικασία της δίωξης (στ. 12-13), η οποία επεκτείνεται όχι μόνο σε αυτόν που διέπραξε το αδίκημα ακούσια, αλλά και στον βολεύσαντα, δηλαδή αυτόν που το υποκίνησε (στ. 12-13), φράση στην οποία μπορεί, όπως έχει υποστηριχθεί, να αναγνωρισθεί και το αδίκημα του εκ προ μελέτης φόνου (Nörr 1983: 648 κ.εξ.). Ορίζονται ακόμη οι προϋποθέσεις για τη συγχώρηση του δράστη (στ. 13-19) και ο τόπος απαγγελίας της κατηγορίας (στ. 20-23).
Η συγχώρηση στο δράστη μπορεί να δοθεί μόνον ύστερα από την ομόφωνη συγκατάθεση όλων των στενών συγγενών του θύματος (πατέρα, αδελφού, γιου). Σε περίπτωση που αυτοί δεν υπάρχουν, η συγχώρηση μπορεί να δοθεί από άλλα μέλη της οικογένειας με την προϋπόθεση ότι η απόφασή τους θα είναι ομόφωνη (στ. 13-16). Αν δεν υπάρχει κανένας συγγενής του θύματος, οι εφέτες θα επιλέξουν δέκα μέλη της φρατρίας κατ’ αξίαν, οι οποίοι θα αποφασίσουν, αν θα δοθεί συγχώρηση στο δράστη (στ. 16-19) προκειμένου να μπορεί να επιστρέψει στην Αθήνα. Από τον Δημοσθένη (Κατὰ Αριστοκράτους 72) γνωρίζουμε ότι ο καταδικασμένος για ακούσιο φόνο έπρεπε να εγκαταλείψει την Αττική για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και να ακολουθήσει συγκεκριμένη διαδρομή μέχρι τα σύνορα, ενώ σε περίπτωση συγχώρησης έπρεπε να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο τυπικό με θυσίες και καθαρμούς κατά την επιστροφή του.
Ο νόμος ακολούθως ορίζει ότι η ίδια διαδικασία για τη συγχώρηση του δράστη μπορεί να επεκταθεί σε αυτούς που διέπραξαν τον ακούσιο φόνο πριν από τη θέσπιση του νόμου (στ. 19-20). Μπορεί έτσι να αναγνωρισθεί ένας νομικός νεωτερισμός του Δράκοντος, αφού φαίνεται ότι, μέχρι τότε, η συγχώρηση δεν δινόταν με τον ίδιο τρόπο· παράλληλα με τη διάταξη αυτή υποδηλώνεται ότι η εργασία των αναγραφέων ήταν ακριβής στην παράθεση του “θεσμού”. Αν αναλογιστούμε επίσης ότι ο νόμος του Δράκοντος για την ανθρωποκτονία, ήταν επακόλουθο των γεγονότων του “Κυλώνειου άγους”, που είχε ως αποτέλεσμα την εξορία του γένους των Αλκμεωνιδών, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα την αναδρομική ισχύ του νόμου (Stroud 1968: 51 και 72).
Ο νόμος αναφέρεται ακολούθως στο φόνο του καταδικασμένου ήδη για φόνο (ανδροφόνος) και άρα εξορίστου· ο φονέας του θα αντιμετωπισθεί ως φονέας ενός Αθηναίου (στ. 26-29). Τέλος προβλέπει ότι στον αιτιολογημένο φόνο ή φόνο εν αμύνη, ο δράστης απαλλάσσεται (στ. 33-37).
Οι διατάξεις του νόμου του Δράκοντος δείχνουν ότι με τη θέσπισή του το κράτος απέσπασε, από τον 7ο αι. π.Χ., την τιμωρία της ανθρωποκτονίας από τους συγγενείς των θυμάτων. Επειδή όμως η σωζόμενη επιγραφή ξεκινά με το αδίκημα του ακούσιου φόνου, δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους σύγχρονους μελετητές για το αν οι διατάξεις του Δράκοντος για τον εκ προθέσεως φόνο ίσχυαν κατά τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. και αν είχαν αναγραφεί στη στήλη μας, ή επειδή είχαν ήδη αναθεωρηθεί δεν συμπεριλήφθηκαν στη συγκεκριμένη αναδημοσίευση (ανακεφαλαίωση και σχολιασμός των σχετικών απόψεων: Gagarin 1981: 65-79· Sickinger 1999: 21-22). Στον προβληματισμό αυτό οδήγησε η χρήση του συνδέσμου καὶ στην αρχή του νόμου που, επειδή θεωρήθηκε ότι συνέδεε τις διατάξεις σχετικά με τα δύο διαφορετικά είδη ανθρωποκτονίας (εκ προθέσεως και ακούσιας), οδήγησε στο συμπέρασμα ότι οι qναγραφείς είχαν δημοσιεύσει μόνο το τμήμα του νόμου που ήταν ακόμα σε ισχύ κατά την εποχή της αναδημοσίευσης.
Η συστηματικότερη όμως μελέτη του λίθου έδειξε ότι ο σύνδεσμος καὶ στην αρχή του νόμου έχει επιδοτική σημασία και δεν συνδέει τις διατάξεις για τα δύο είδη φόνου. Παράλληλα, η αποσπασματική διατήρηση της στήλης του 409/8 π.Χ. και η φθορά μεγάλου τμήματος της επιφανείας της δεν αποκλείουν το γεγονός οι σχετικές με τον εκ προθέσεως φόνο διατάξεις να βρίσκονταν στο μη σωζόμενο σήμερα τμήμα της επιγραφής (Stroud 1968: 34-40). Έχει ακόμα διατυπωθεί από ορισμένους μελετητές η άποψη ότι οι διατάξεις του ακούσιου φόνου που εισάγονται με τη φράση καὶ εάν, αφορούν τόσο τον εκ προθέσεως, όσο και τον ακούσιο φόνο (Gagarin 1981: 96-110· αντίθετα Wallace 1989: 16-19).
Ένα άλλο σημείο διαφωνίας ανάμεσα στους μελετητές του αττικού δικαίου της κλασικής εποχής είναι, αν ο νόμος που αναγράφηκε στη στήλη είναι ο γνήσιος νόμος του Δράκοντος, ή αν έχουν συμπεριληφθεί μεταγενέστερες τροποποιήσεις στην αναδημοσίευσή του (MacDowell 1978: 68-70· αντίθετα Sickinger 1999: 18-20). Στο κείμενο όμως του νόμου χρησιμοποιούνται λέξεις και εκφράσεις αρχαϊκές (π.χ. άξων, θεσμός αντί του νόμος), ή με την αρχαϊκή σημασία τους (π.χ. δικάζειν), καθώς και αρχαϊκές έννοιες και θεσμοί (αγορά εφορία, αριστίνδην) που δεν έχουν καμία θέση στη νομοθεσία της δημοκρατικής Αθήνας του 5ου αι. π.Χ. Αντίθετα, απηχούν παλαιότερες εποχές και την πολιτειακή κατάσταση της Αθήνας πριν από τις κλεισθένειες μεταρρυθμίσεις υποδεικνύοντας ότι δεν έγινε επεξεργασία του νόμου πριν από την αναδημοσίευσή του.
Στην Αθήνα του 5ου και 4ου αι. π.Χ. οι δίκες για ανθρωποκτονία δεν διεξάγονταν στην Ηλιαία. Οι υποθέσεις φόνων εκ προθέσεως δικάζονταν από τον Άρειο Πάγο που συνεδρίαζε στο ιερό των Ευμενίδων, στον ομώνυμο του δικαστηρίου λόφο. Οι ακούσιοι φόνοι δικάζονταν από το δικαστήριο των εφετών που συνεδρίαζε σε διαφορετικούς τόπους: στο ιερό της Παλλάδος για την εκδίκαση υποθέσεων ακούσιων φόνων ή φόνων δούλων ή μετοίκων, στο ναό του Δελφινίου Απόλλωνος για την εκδίκαση φόνων σε νόμιμη άμυνα και ακούσιων φόνων που είχαν διαπραχθεί κατά τη διάρκεια πολέμων ή αγώνων, και τέλος στη Φρεαττώ για την εκδίκαση φόνων που είχαν διαπραχθεί από τους καταδικασμένους σε εξορία για άλλο ακούσιο φόνο. Τέλος, υποθέσεις φόνων των οποίων οι δράστες ήταν άγνωστοι ή ήταν ζώα ή άψυχα πράγματα εκδικάζονταν στο πρυτανείο.
Ο Διόγνητος από το δήμο των Φρεαρρίων ήταν γραμματεύς. Ο Διοκλής ήταν άρχων. Απόφαση της βουλής και του δήμου· η Ακαμαντίς φυλή επρυτάνευε, ο Διόγνητος ήταν γραμματεύς, ο Ευθύδικος ήταν επιστάτης, ο – – ε – – ανης εισηγήθηκε· το (στ. 5) νόμο του Δράκοντος περί φόνου να παραλάβουν οι αναγραφείς από τον βασιλέα μαζί με το γραμματέα της βουλής και να τον αναγράψουν σε λίθινη στήλη και να τη στήσουν μπροστά από τη Βασίλειο Στοά· οι πωλητές να δημοπρατήσουν το έργο σύμφωνα με το νόμο και οι ελληνοταμίες να δώσουν τα χρήματα. (στ. 10) Πρώτος άξων. Ακόμα και αν κάποιος σκοτώσει ακουσίως άνθρωπο, να εξορίζεται· οι βασιλείς να δικάζουν τον αίτιο του φόνου… ή εκείνον που τον υποκίνησε και οι εφέτες να κρίνουν. Μπορεί να δοθεί συγγνώμη, αν υπάρχει πατέρας ή αδελφός ή γιος, εφ’ όσον συμφωνούν όλοι, αλλιώς να υπερισχύει η άποψη του αντιτιθέμενου· εάν δεν (στ. 15) υπάρχουν οι συγγενείς αυτού του βαθμού, μπορεί να δοθεί συγγνώμη από τους συγγενείς μέχρι το βαθμό της συγγένειας των εξαδέλφων και τον εξάδελφο εφ’ όσον συμφωνούν όλοι ανεξαρτήτως, αλλιώς να υπερισχύει η γνώμη του αντιτιθέμενου· εάν δεν υπάρχει κανένας από αυτούς και ο φόνος ήταν ακούσιος και οι πενήντα ένας, οι εφέτες, κρίνουν ότι ο φόνος ήταν ακούσιος, οι δέκα φράτορες, εάν το θέλουν, να του επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα· και αυτούς να τους επιλέξουν οι πενήντα ένας κατ’ αξίαν. Και όσοι διέπραξαν φόνο πριν από την ισχύ του νόμου αυτού (στ. 20) να αντιμετωπισθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του. Η απαγγελία της κατηγορίας εναντίον του φονέως να γίνει στην αγορά από τους συγγενείς μέχρι τον βαθμό της συγγένειας των εξαδέλφων και τον εξάδελφο. Η δίωξη να γίνεται από κοινού και από τους εξαδέλφους και τα παιδιά των εξαδέλφων και τους γαμβρούς και τον πεθερό και τα μέλη της φρατρίας… υπεύθυνο για ανθρωποκτονία… και οι πενήντα ένας… φόνο… (στ. 26) Εάν κάποιος σκοτώσει τον φονέα ή είναι υπεύθυνος για το φόνο του ενώ (αυτός) απέχει από οποιαδήποτε συγκέντρωση που λαμβάνει χώρα στα σύνορα (της Αττικής) και από τους αγώνες και τις αμφικτυονικές τελετές, να έχει την ίδια τιμωρία, όπως εκείνος που σκότωσε Αθηναίο. Οι εφέτες να κρίνουν… (στ. 36) και εάν κάποιος αμυνόμενος σκοτώσει εκείνον που αδίκως λεηλατεί τη ζωή και την περιουσία του, να μείνει ατιμώρητος ο θάνατος…
Α.1 | οίδε νό[μ]οι περὶ τώγ καταφθι[μέ]νω[ν· κατὰ] |
[τά]δε θά[π]τ̣εν τὸν θανόντα· εν εμ[α]τίο[ις τρ]- | |
[ι]σὶ λευκοίς, στρώματι καὶ ενδύματι [καὶ] | |
[ε]πιβλέματι. εξε͂ναι δέ καὶ εν ελάσ[σ]οσ[ι μ]- | |
5 | [έ] πλέονος αξίοις τοίς τρισὶ εκατὸν δ[ρα]- |
[χ]μέων· εχφέρεν δέ εγ κλίνηι σφηνόπο[δ]ι [κ]- | |
[α]ὶ μέ καλύπτεν τὰ δολ[ο]σχερ[έα] τοί[ς εματ]- | |
ίοις· φέρεν δέ οίνον επὶ τὸ σήμα μ̣έ π̣[λέον] | |
τριών χών καὶ έλαιον μέ πλέο[ν] εν̣ό[ς, τὰ δέ] | |
10 | [α]γγεί[α] αποφέρεσθαι. τὸν θανό[ν]τα [φέρεν] |
[κ]ατακεκαλυμμένον σιωπήι μέχρι [επὶ τὸ] | |
[σ]ήμα. προσφαγίωι [χ]ρε͂σθαι κ̣ατὰ τ̣ὰ π[άτρι]- | |
[α. τ]ὴγ κλίνην απὸ το[ύ] σή̣[μα]το[ς] καὶ τὰ σ[τρώ]- | |
ματα εσφέρεν ενδόσε, τήι δέ υστεραί[ηι δι]- | |
15 | αρραίνεν τὴν οικίην ελεύθερον θαλά[σση]- |
[ι] πρώτον, έπειτα δ̣έ̣ ύ[δ]ατι λούεν γή[ι] χ[ρίσ]- | |
αντα· επὴν δέ διαρανθήι, καθαρὴν ε͂ναι τὴν οικίην καὶ θύη θύεν εφί[στι]- | |
[α]. τὰς γυναίκας τὰς [ι]ούσας [ε]πὶ τὸ κήδ[εον] | |
απιέναι προτέρας τών {αν} ανδρών απὸ [τού] | |
20 | [σ]ήματος. επὶ τώι θανόντι τριηκόστ̣[ια μέ] |
[π]οιε͂ν. μέ υποτιθέναι κύλικα υπὸ τὴγ [κλί]- | |
[ν]ην, μεδέ τὸ ύδωρ εκχε͂ν μεδέ τὰ καλλύ[σμα]- | |
τα φέρεν επὶ τὸ σήμα. όπου άν [θ]άνηι, επὴ[ν ε]- | |
ξενιχθε͂ι, μέ ιέναι γυναίκας π[ρὸ]ς τ[ὴν οι]- | |
25 | κίην άλλας ἒ τὰς μιαινομένας· μια[ίνεσθ]- |
αι δέ μητέρα καὶ γυναίκα καὶ αδε[λφεὰς κ]- | |
αὶ θυγατέρας· πρὸς δέ ταύταις μέ π[λέον π]- | |
[έ]ντε γυναικών· παίδας δέ [δύο θ]υγ[ατέρας] | |
[α]νεψιών· άλλον [δ]έ μ[ε]δέν[α]. τοὺς μι[αινομέ]- | |
30 | [νους] λουσαμένο[υς] π[ε]ρ̣ὶ̣ κ̣α̣[ὶ κατακέ]φ[αλα] |
[ύδατ]ος [χ]ύσι κα[θαρ]οὺς ε͂ναι εωι [. . .7. . . .] | |
[. . .7. . . .]η․νυ[. . . . . . . . . .20. . . . . . . . . . ] | |
— — — — — — — — — — — — — — — — — — | |
Β.1 | [έδο]ξεν τήι v |
[β]ουλήι καὶ v | |
[τ]ώι δήμωι· v v | |
[τή]ι τρίτηι v | |
5 | [κα]ὶ τοίς ενι- |
[αυ]σίοις κα- v | |
[θ]αροὺς εί- v v | |
[ν]αι τοὺς ποι- | |
[ού]ντας· ες ι- v | |
10 | [ε]ρὸν δέ μὴ ι- v |
[έ]ναι καὶ τὴν | |
[ο]ι[κ]ίαν καθα- | |
[ρ]ὴν είναι, μέ̣- | |
[χρι] άν εκ τού | |
15 | [σ]ήματος έλθ- |
[ωσιν]. vacat |
Τα δύο κείμενα που παραθέτουμε έχουν να κάνουν με νόμους (Α, στ. 1) και ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου (Β, στ. 1-3) της Ιουλίδος της Κέας, τα οποία ρυθμίζουν τις ταφικές τελετουργίες στην πόλη.
Ρυθμίσεις σχετικά με την ταφή του νεκρού
Οι πρώτες ρυθμίσεις αφορούν την ενδυμασία του νεκρού, η οποία έχει δύο χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι το λευκό της χρώμα (Α, στ. 2-3), το οποίο συνήθως συνδέεται με την καθαρότητα και τη φωτεινότητα και έρχεται σε αντίθεση με το σκοτάδι του Άδη (για τη σύνδεση λευκού χρώματος και θανάτου, βλ. Πλούταρχος, Αίτια Ῥωμαϊκά, 26˙ Παυσανίας, 4.13.3˙ Αρτεμίδωρος, Ὀνειροκριτικά, 2.3). Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η τριπλή επάλληλη ενδυμασία του νεκρού, η οποία διακρίνεται στο στρώμα που θα τοποθετηθεί κάτω από τον νεκρό, το ένδυμα και το επίβλημα, με τα οποία εκείνος θα καλυφθεί (στ. 2-4). Οι τρεις αυτές επάλληλες στρώσεις θυμίζουν όσα αποδίδει ο Πλούταρχος στον Σόλωνα και τη νομοθεσία του, σύμφωνα με την οποία απαγορευόταν να καλύπτονται οι νεκροί στην Αθήνα με περισσότερα από τρία ρούχα (Πλούταρχος, Σόλων, 21.6), ή τις θρησκευτικές ρυθμίσεις που μας έρχονται από τη φρατρία των Λαβυαδών στους Δελφούς, σύμφωνα με τις οποίες ο νεκρός έπρεπε να πλαισιωθεί τόσο με στρώμα όσο και με μαξιλάρι (ποικεφάλαιον) (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 29-31) (βλ. σχετικά Frisone 2000: 67-69˙ Blok 2006: 214˙ Leão – Rhodes 2015: 119-120). Οι νόμοι της Ιουλίδας προβλέπουν, επίσης, ανώτατο όριο δαπάνης για τα παραπάνω ενδύματα (στ. 5-6): οι ερευνητές, ωστόσο, διαφωνούν εάν το ποσό της δαπάνης ορίζεται στις 100 ή τις 300 δραχμές (Frisone 2000: 69-71). Πληροφορίες για οικονομικής φύσεως παρεμβάσεις που αφορούν τις ταφικές πρακτικές εντοπίζονται και στη νομοθεσία του Σόλωνα, όπως επίσης και στην παραπάνω επιγραφική μαρτυρία από τους Δελφούς (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 19-23, 25-29). Οι περιορισμοί αυτοί, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν μεταξύ τους, φαίνεται να ήταν μέρος της προσπάθειας που κατέβαλε η εκάστοτε κοινότητα προκειμένου να ρυθμίσει τις σχέσεις της με τους νεκρούς της απέναντι στο ζήτημα του θανάτου (Blok 2006: 230˙ πρβλ. και Garland 1989: 15˙ Engels 1998: 62).
Η επιγραφή αναφέρεται, στη συνέχεια, στην εκφοράν του νεκρού (στ. 6), το στάδιο δηλαδή εκείνο που διαδεχόταν την πρόθεσιν και κατά το οποίο το φέρετρο μεταφερόταν από το σπίτι του νεκρού στο νεκροταφείο (Garland 1985: 31-34). Ο νεκρός τοποθετείται πάνω σε κλίνη με σφηνοειδή πόδια (στ. 6). Δεν είναι, όμως, ξεκάθαρο το νόημα του επόμενου στίχου, λόγω των προβλημάτων που παρουσιάζει η ερμηνεία της λέξης (;) «[τ]ὰ δολ[ο]σ[χ]ερ[έα]» (βλ. σχετικά Frisone 2000: 71-75˙ Osborne – Rhodes, GHI 573˙ Greek Ritual Norms 35). Υπάρχει πρόβλεψη για τη μέγιστη ποσότητα κρασιού και λαδιού που θα μεταφερθεί στον τάφο (όχι παραπάνω από τρεις και μία χοές αντίστοιχα), και ορίζεται ότι τα αγγεία που θα χρησιμοποιηθούν για τη μεταφορά θα πρέπει να επιστραφούν στο σπίτι (στ. 8-10). Το ίδιο θα ισχύσει για την κλίνη και τα στρώματα (στ. 13-14). Όπως και στην περίπτωση των Λαβυαδών (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 31-33), έτσι και στην Ιουλίδα, ο νεκρός πρέπει να είναι καλυμμένος και να τηρείται σιγή κατά τη μεταφορά (στ. 10-11). Ειδικά στους Δελφούς, τονίζεται ότι απαγορεύονται αυστηρά οι θρήνοι τόσο κατά την ημέρα της ταφής όσο και την επόμενη, τη δέκατη μέρα ή ακόμη και κατά τις ετήσιες εορτές μνήμης του νεκρού (Rhodes – Osborne, GHI 1, C, στ. 35-52) (πρβλ. και Κικέρων, De legibus, 2.64-65, για τον Σόλωνα και τις απαγορεύσεις των θρήνων). Το τελετουργικό συμπληρώνεται με την τέλεση θυσιών προς τιμήν του νεκρού (στ. 12, προσφάγιον), οι οποίες θα γίνουν σύμφωνα με τις πάτριες παραδόσεις (στ. 12-13). Πέρα από το γεγονός ότι ο όρος «πάτριος» συνδέεται με τα θρησκευτικά έθιμα μιας πόλης (Mikalson 2016: 110-119), παρουσιάζει ταυτόχρονα ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της πολυσημίας του. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω επιγραφή, μπορεί να αναφέρεται είτε στις παραδόσεις της Ιουλίδας, είτε ευρύτερα στις παραδόσεις των Ιώνων, ή μπορεί, επίσης, να εκφράζει την αντίθεση ανάμεσα σε όσες πατροπαράδοτες ταφικές πρακτικές δεν μεταβλήθηκαν και σε όσες υπέστησαν αλλαγές (Frisone 2000: 79-80).
Ζητήματα κάθαρσης και μιαρότητας
Στην επιγραφή εμφανίζονται εκτενώς οι δύο αντίθετες έννοιες της μιαρότητας και του εξαγνισμού (Parker 1983). Ο θάνατος είναι συνυφασμένος με το στοιχείο της μιαρότητας. Για τον λόγο αυτό, προκειμένου να αποκατασταθεί η κανονική σχέση με το θείο, ορίζεται ότι την επόμενη ημέρα της ταφής η οικία του νεκρού πρέπει να ραντιστεί από έναν ελεύθερο άνδρα πρώτα με θαλασσινό νερό και στη συνέχεια με καθαρό, ώστε αμέσως μετά να τελεστούν οι εφέστιες θυσίες (στ. 14-18). Το νερό έχει μεγάλη σημασία στις καθαρτήριες τελετές (βλ. και Παυσανίας, 2.31.9˙ Πορφύριος, Περὶ αποχής εμψύχων, 2.44). Μάλιστα, η σημασία του τονίζεται και δεύτερη φορά στην ίδια επιγραφή, όταν σημειώνεται πως η κάθαρση όσων έχουν μιανθεί θα επιτευχθεί μόνο αφού πλύνουν όλο το σώμα και το κεφάλι τους με νερό (στ. 29-31) (Burkert 1985: 79-80). Άλλες εκδόσεις του κειμένου (π.χ. IG XII, 5 593˙ Greek Ritual Norms 35) αναφέρουν ότι η οικία θα ραντιστεί πρώτα με θαλασσινό νερό και στη συνέχεια με ύσσωπο. Ο ύσσωπος ως φυτό είναι περισσότερο γνωστό από μεταγενέστερα έργα (βλ., π.χ., Ιωάννης, Ευαγγέλιον, 19.29, όπου αναφέρεται ότι τις τελευταίες ώρες του Χριστού στον σταυρό, και ενώ εκείνος διψούσε, στρατιώτες τον πλησίασαν με έναν σπόγγο με ξύδι πάνω σε ένα κλωνάρι υσσώπου˙ Εβδομήκοντα, Ψαλμοί, 50.9, όπου αναδεικνύεται σαφέστερα ο καθαρτήριος ρόλος του˙ πρβλ. και Osborne – Rhodes, GHI 571).
Η επιγραφή περιλαμβάνει επίσης ρυθμίσεις για τους συγγενείς του νεκρού. Ειδικότερα, ορίζεται ότι καμία γυναίκα δεν επιτρέπεται να εισέλθει στην οικία του νεκρού μετά την εκφορά του, πλην όσων είναι ήδη μιασμένες. Στην τελευταία κατηγορία δεν ανήκουν όλες οι γυναίκες που συμμετείχαν στην ταφή του νεκρού, αλλά ο στενός οικογενειακός κύκλος, δηλαδή η μητέρα, η γυναίκα, οι αδελφές και οι κόρες του νεκρού. Επίσης, τονίζεται ότι δεν μπορούν να εισέλθουν περισσότερες από πέντε άλλες γυναίκες (στ. 23-29) (πρβλ. και Δημοσθένης, Πρὸς Μακάρτατον, 62, σχετικά με τη νομοθεσία του Σόλωνα για την ταφή των νεκρών και την παρουσία των γυναικών) (βλ. σχετικά Parker 1983: 40-41˙ Frisone 2000: 88-89).
Απαγορεύονται, τέλος, κάποιες ιδιαίτερες πρακτικές που πιθανώς συνδέονται με δεισιδαιμονικές αντιλήψεις σχετικά με το μίασμα που προκαλούσε ο θάνατος (Parker 1983: 35-36˙ Garland 1989: 13), όπως η τοποθέτηση κύλικας κάτω από την κλίνη, η ρίψη νερού και η μεταφορά σκουπιδιών (καλλύσματα) στον τάφο (στ. 21-23) (για τον όρο «καλλύσματα», βλ. Hσύχιος, Λεξικόν, 1330 και Blok 2006: 209).
Εκδηλώσεις μνήμης για τους νεκρούς
Οι νόμοι της Ιουλίδας απαγορεύουν την οργάνωση τελετουργικού που λάμβανε χώρα σε άλλες περιοχές την τριακοστή ημέρα μετά την ταφή, το οποίο συνήθως περιλάμβανε κάποιο δείπνο (στ. 20-21) (Frisone 2000: 84-85). Αντιθέτως, στο ψήφισμα του δήμου που ακολουθεί, γίνεται αναφορά σε επιμνημόσυνες για τον νεκρό πρακτικές κατά την τρίτη ημέρα μετά την ταφή, καθώς και κατά τις ετήσιες εκδηλώσεις προς τιμήν του (ας σημειωθεί, ωστόσο, η διχογνωμία που υπάρχει ως προς την ανάγνωση του κειμένου στο σημείο αυτό: δεν είναι σαφές εάν η έκφραση «[κα]ὶ τοίς ενι[αυ]σίοις» αναφέρεται στην τρίτη ημέρα μετά την ταφή του νεκρού και σε ετήσια τελετουργικά ή στην τρίτη ημέρα των ετήσιων εκδηλώσεων, βλ. σχετικά Frisone 2000: 92-93). Όσοι θα μετέχουν σε αυτές τις εκδηλώσεις θα είναι μεν καθαροί, δεν θα πρέπει όμως να εισέλθουν εντός ιερού, και η οικία τους δεν θα θεωρείται καθαρή μέχρι να επιστρέψουν από τον τάφο (Β, στ. 1-16).
A. Αυτοί είναι οι νόμοι για τους νεκρούς. Να θάψουν τον νεκρό σύμφωνα με τα ακόλουθα: με τρία λευκά ενδύματα, ένα κάτω από αυτόν (στρώμα), ένα ρούχο γύρω από αυτόν (ένδυμα) και ένα πάνω από αυτόν (επίβλημα)· και να υπάρχει δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν λιγότερα, η αξία και των τριών όμως να μην είναι μεγαλύτερη από 100 δραχμές· (στ. 5) να μεταφέρουν τον νεκρό σε κλίνη με σφηνοειδή πόδια και τα ενδύματα να μην καλύπτουν εντελώς τις λαβές της κλίνης· να μην φέρουν στον τάφο κρασί παραπάνω από τρεις χοές και λάδι περισσότερο από μία, και να πάρουν τα αγγεία πίσω· να μεταφέρουν τον νεκρό (στ. 10) μέχρι τον τάφο, πλήρως καλυμμένο, σιωπηλά· να πραγματοποιήσουν μια προκαταρκτική θυσία σύμφωνα με την παράδοση· να φέρουν από τον τάφο πίσω (στο σπίτι) την κλίνη και τα στρώματα· και την επόμενη μέρα, ένας άνδρας ελεύθερος να ραντίσει το σπίτι με θαλασσινό νερό (στ. 15) πρώτα, και έπειτα, αφού το τρίψει με χώμα, να το πλύνει με καθαρό νερό· και αφού ραντιστεί η οικία, να είναι καθαρή και να προσφερθούν οι εφέστιες θυσίες· οι γυναίκες οι οποίες παρευρίσκονται στην ταφή να αποχωρούν από τον τάφο πριν από τους άνδρες· να μην τελούνται τα τελετουργικά της τριακοστής μέρας προς τιμήν του νεκρού· (στ. 20) να μην τοποθετούν κύλικα κάτω από την κλίνη, ούτε να χύνουν έξω νερό ούτε να μεταφέρουν τα σκουπίδια (καλλύσματα) στον τάφο. Όταν πεθάνει κάποιος, και αφού το σώμα του έχει μεταφερθεί, να μην επιτρέπεται να μπουν άλλες γυναίκες στο σπίτι εκτός από τις μιασμένες· και μιασμένες (στ. 25) να θεωρούνται ότι είναι η μητέρα και η γυναίκα και οι αδελφές και οι κόρες· και πέραν αυτών να μην υπάρχουν παραπάνω από πέντε γυναίκες, δύο παιδιά, κόρες των ανιψιών, και κανένας άλλος· όσοι από τους μιασμένους έχουν πλυθεί με ρέον ύδωρ, από το κεφάλι ως τα πόδια, να είναι καθαροί (στ. 31).
B. Η βουλή και ο δήμος αποφάσισαν· (στ. 3) αυτοί οι οποίοι τελούν εορτές μνήμης των νεκρών την τρίτη ημέρα και ετησίως να είναι καθαροί· (στ. 9) να μην εισέλθουν, όμως, σε ιερό, και η οικία να είναι καθαρή, έως ότου επιστρέψουν από τον τάφο (στ. 16).
[έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι. – – – – – επρυτάνευε· – – – – -] | |
[. . .] επεστάτε· Λ[. . .]Γ[- – εγραμμάτευε· – – – – – είπε· Ερ]- | |
[υθραί]ος απάγ̣εν̣ σ[ί]το[ν ες] Παναθέναια τὰ με̣γ̣άλ̣α̣ ά̣[χσιον μέ ολέ]- | |
[ζον]ος ἒ τριο͂ν μνο͂ν καὶ νέ̣με̣[ν] Ερυθραίον [τ]ο[ί]ς παρο͂σιΙ[. . 4 . .] | |
5 | [. . τ]ὸ{ι}ς ℎιερ̣οπο[ι]ὸς ΑΠΗΔΙΝΟΝΜΙΘΑΝΟΙ· ε̣ὰν δέ̣ απ̣άγ. . .[. . 4 . .] |
[. . .]ν αχσια[.] ἒ ΤΙΠΟΣΜΝΕΟΚΑΙΑΤΑΣΕ . . ΕΝΗΑΠΡΙΣΘΑΙΒΙ[- – c.4 – -] | |
[. . .]ΣΗΒΛΚΕΑΤΜΟΝΗΟ.ΟΥΧΙΟΨΟΝΟΣΣΤΙΝΑΧΑΝΡΛΧ[- – – c.9 – – -] | |
[. . .]ΡΕΟΝΟΣ.ΟΑΣ[. . . .]λον το͂ι̣ β̣ολομένοι Ερυθραίον· απ[ὸ το͂ν] | |
[κ]υάμον βολέν̣ ἐ̣͂ναι̣ εί̣κοσ̣ι καὶ ℎ̣εκατὸν άνδ̣ρας· τὸν δέ κ̣[υαμ]- | |
10 | [ε]υθ̣έντ̣α ΘΕ . ΘΕ . Θ̣Ν . εν τ̣ε͂ι [β]ολε͂ι καὶ ΕΝΟΣΕΟΟΝ ἐ͂ναι βολε[ύε]- |
[ν μ]έ̣ όλεζ̣ον ἒ τρι̣άκοντα έ̣τ̣ε̣ γεγονότα· δίοχσιν δ’ ἐ͂ναι [το͂ μέ δ]- | |
οκ̣ι̣μ̣α̣σ̣θ̣έν[τ]ος· βολεύεν δέ μέ εντὸ̣ς τεττάρον ε{ι}το͂ν [δίς. απο]- | |
κυαμεύσα[ι δ]έ καὶ καταστ̣ε͂σαι τ̣έ̣ν μέν νύ̣ν̣ βολέν τ̣ός τ̣’ [επισκ]- | |
ό̣π̣ος καὶ [τὸν] φ̣ρ[ό]ρ̣αρχον, τὸ δέ λοιπὸν τέν̣ βολέν καὶ τὸν [φρόρ]- | |
15 | αρχον, μέ̣ όλεζ̣ον ἒ τ̣ρ̣ιάκ̣οντα ε̣μέ̣ρας π̣ρ̣[ὶ]ν ε̣χσιέναι [τέν βολ]- |
έν· ομνύναι [δέ Δ]ία κα[ὶ] Απόλλο καὶ Δέμε[τρα] ε̣παρομ̣έ̣νο[ς εχσό]- | |
λ̣ειαν εφ̣[ιορκο͂ντι τε κ]αὶ παι[σ]ὶν· εχσό[ρ]κ̣[ο͂]ν δέ τ̣ὸν φ̣ρ̣ό[ραρ]- | |
[χο]ν κατ̣ὰ [ℎ]ιερ̣õν [τελ]εί{σ}ον (?)· τ̣έ̣ν δέ βολέν μ̣έ̣ όλ[ε]ζον κ̣ατα[καί]- | |
[εν ἒ β]õν τὰ ℎ̣ι̣ε̣ρ̣ε͂α̣ (?), ε̣ὰ̣ν δέ μέ, ἐ͂ναι ζ̣εμιο͂σαι [. .]ΛΕ[.]ΣΑΝΑΤ[- – c.4 – -] | |
20 | ΟΑΝΕΟΔΕΜΟΕΟΝΝΣΟΕ τ̣ὸν δε͂μον κατακαίεν μέ όλεζ̣ον [- – – c.6 – – -]· |
ομν[ύ]να[ι δ]έ̣ [τά]δε [τέν] β̣ολέν· β̣ολεύσο ℎος άν [δύ]νομ̣α̣ι̣ άρ̣ι̣στ[α κ]- | |
[αὶ] δι̣κα[ιότα]τα (?) Ερυθραίον το͂ι πλέθει καὶ Αθεναίον καὶ το͂ν [χσυ]- | |
νμά[χ]ον· [κ]αὶ ουκ [αποσ]τέσομαι Αθεναίον το͂ π[λ]έθος ουδέ [το͂ν] | |
χσυνμάχον το͂ν Αθεναίον ούτ’ αυτὸς εγὸ ούτ’ άλ̣λ̣οι π̣ε[ί]σομ̣[αι] | |
25 | αφ̣ι̣σ̣[τα]μέ̣νο̣[ι] ούτ’ αυτὸς εγὸ ούτ’ άλλον [π]εί[σο ουδέ ℎένα· ουδέ] |
το͂ν φ̣[υγά]δ̣ον [κατ]αδέχσομαι ουδ[έ] ℎένα ούτ’ ά̣λ̣[λ]ον̣ κατ̣α̣δ̣[έχεσθ]- | |
[α]ι πείσο[μ]α[ι το͂ν ες] Μέδος φ̣ευ̣γ̣ό[ντο]ν άνευ τε̣͂[ς] β̣ολ̣ε̣͂ς̣ τ̣[ε͂ς Αθε]- | |
ναίον καὶ το͂ δέ̣μο· [ο]υδέ το͂ν μενόντον εχσελο͂ [ά]νε̣υ̣ τε̣͂ς β̣ο̣[λε͂ς] | |
τ̣ε͂ς Αθεναίον καὶ τ̣[ο͂] δ̣έμο. εὰν δέ τι̣ς αποκτέ̣νει̣ [. . . . Ερυθρα]- | |
30 | ί̣ος ℎέτερον Ερυ̣θ̣ρ̣[αί]ον (?), τεθ[ν]άτο εὰν [γν]οσθε͂ι· ε̣[ὰ]ν δ[. . . 6 . . .] |
[.] γ̣ν̣οσθε͂ι̣, φ̣ευγέτο ℎ̣άπ̣ασα̣ν̣ τέν̣ Αθεναίον χσυνμαχίδ̣[α καὶ τ]- | |
ὰ χρέματα δεμόσ[ια έσ]τ̣ο Ερυθραίον. εὰν δέ̣ τ̣ις [.]ΒΟ[. . . . 8 . . . .] | |
ΟΣ[. .] τὸς τυράννος τεχ̣νά[ζει] ε̣ς Ερυθρὰ{ι}ς̣ (?) καὶ [αυτ]ὸς [- – – c.6 – – -] | |
ΧΑΠΙ τεθνάτο [κ]α̣[ὶ] παίδες̣ ℎ̣οι εχς εκ̣ένο̣ ΕΓ.ΝΕΟ[. . . . . 10 . . . . .] | |
35 | ΕΙΟΘΕΜΙΛΕΘ[.]ΕΧΟΣ[- – c.5 – -] πα̣ίδες [ℎ]οι εχς [ε]κέν[ο – – – – c.10 – – – -] |
Ερυθραίο[.] ΚΑΙ[. . .]Ν Αθεναίον ΑΠΟΣΑΝΟΝ, τὰ δέ χρέ̣ματα [αυ]το͂ Τ? | |
Ακολουθούν δέκα στίχοι που δεν παράγουν νόημα, μεταξύ αυτών: | |
42 | [. . . 6 . . .]ΝΑΜΕΝΕΙ[.]ΤΟΜ[.]ΟΡ[.]ΟΝ τ̣οχσό̣τ̣ας ΔΕΚΑΤΑ[.]ΟΙ[.]ΟΟΣΕΝ |
45 | [. . 4 . .]βολε[. . . .]ΚΑΝΑ[- 1-2]ΟΑΣΙΕΡΑ εκ̣ τε̣͂ς φυλε͂ς ℎεκάστες Χ[- 3-4 -] |
Το ψήφισμα για τις Ερυθρές αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μαρτυρίες για τον προσδιορισμό των σχέσεων της Αθήνας με τους συμμάχους της και ως εκ τούτου για την ανασύνθεση της ιστορίας της αθηναϊκής ηγεμονίας. Οι Ερυθρές ήταν πόλη της Ιωνίας, στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας, απέναντι από τη Χίο. Δεν γνωρίζουμε σε ποια δεκαετία προσχώρησε στη συμμαχία της Δήλου. Αντίθετα, σε ό,τι αφορά την αποστασία της από αυτήν, πιθανολογούμε ότι έλαβε χώρα περί το 454 π.Χ., μετά την ήττα των αθηναϊκών δυνάμεων που είχαν σταλεί στην Αίγυπτο (Θουκ. 1.109-110). Η εξέλιξη αυτή γέννησε την ελπίδα στη φιλοπερσική μερίδα των Ερυθρών για αλλαγή προστάτη και στενότερη συνεργασία με τους Πέρσες, με αποτέλεσμα να επικρατήσει προσωρινά ένα φιλοπερσικό κίνημα στην πόλη. Στη συνέχεια, οι Ερυθρές επανήλθαν στη συμμαχία. Η χρονολόγηση, όμως, της επαναφοράς τους, όπως και του αντίστοιχου αθηναϊκού ψηφίσματος, παρουσιάζει, όπως είδαμε, προβλήματα.
Οι θρησκευτικές υποχρεώσεις των Ερυθραίων
Σύμφωνα με το ψήφισμα, οι Ερυθραίοι οφείλουν μετά την επαναφορά τους στη συμμαχία να συμμετέχουν στα Μεγάλα Παναθήναια, κάθε τέσσερα χρόνια, φέρνοντας μαζί τους σιτάρι καθορισμένης αξίας (όχι μικρότερης από τρεις μνες) (στ. 2-8). Μια τέτοια απαίτηση προϋποθέτει ότι έχει λάβει χώρα η μεταφορά του θησαυροφυλακίου από τη Δήλο στην Αθήνα (454/3 π.Χ.)· τότε έγινε και η Αθήνα το κέντρο όχι μόνο της συμμαχίας αλλά και του αιγαιακού χώρου, ρόλο τον οποίο κατείχε ως τότε το νησί της Δήλου (Constantakopoulou 2007: 69-70). Σύμφωνα με τις διαθέσιμες μαρτυρίες, οι Ερυθρές ήταν η πρώτη πόλη που αναγκάστηκε να συμμετέχει στην περίλαμπρη αθηναϊκή εορτή. Η αξίωση αυτή ήταν ένα από τα πρώτα βήματα για τη μετατροπή των Μεγάλων Παναθηναίων σε μία εορτή που θα αντικατόπτριζε τη λάμψη και το μεγαλείο της ηγεμονίας των Αθηναίων (Meiggs 1999: 292-293). Η συγκεκριμένη απαίτηση της Αθήνας συνδεόταν με την επιλογή της να προβάλλεται ως μητρόπολη των ιωνικών πόλεων, και της συμμαχίας της Δήλου εν γένει (βλ. σχετικά Bremmer 1997: 10-13· Meiggs 1999: 294· Parker 2008: 146-147 με υποσημ. 3), και μπορούσε να αιτιολογηθεί στη βάση της διατήρησης των παραδοσιακών δεσμών μεταξύ μητρόπολης και αποικιών της: αποτελούσε καθήκον των αποικιών να διατηρούν δεσμούς με τις μητροπόλεις τους συμμετέχοντας στις σημαντικότερες θρησκευτικές εορτές τους (πρβλ. και IG I³ 46, στ. 15-17, όπου οι άποικοι της Βρέας οφείλουν να στείλουν αγελάδα και πανοπλία στα Μεγάλα Παναθήναια και φαλλό στα Διονύσια· IG I³ 71, στ. 55-58, σχετικά με την υποχρέωση των συμμάχων να προσφέρουν αγελάδα και πανοπλία κατά την εορτή των Μεγάλων Παναθηναίων και να συμμετέχουν στην πομπή· IG I³ 78, στ. 14, σχετικά με την υποχρέωση των συμμάχων να αποστέλλουν κάθε χρόνο στην Ελευσίνα τους πρώτους καρπούς της νέας σοδειάς).
Η εγκαθίδρυση βουλής κατά τα αθηναϊκά δημοκρατικά πρότυπα
Στις Ερυθρές εγκαθιδρύεται βουλή σύμφωνα με τα αθηναϊκό δημοκρατικό πρότυπο (στ. 8-16). Η νέα αυτή βουλή θα αριθμεί 120 μέλη, τα οποία θα επιλέγονται κάθε χρόνο με κλήρωση (και στην Αθήνα τα μέλη της βουλής των πεντακοσίων κληρώνονται κάθε χρόνο, ωστόσο ο αριθμός τους είναι σημαντικά μεγαλύτερος, βλ. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 43.2). Προϋπόθεση για την ανάληψη του αξιώματος είναι να έχει συμπληρώσει ο υποψήφιος το τριακοστό έτος της ηλικίας του (το ίδιο ισχύει και στην Αθήνα), και κανείς δεν θα μπορεί να διατελέσει βουλευτής περισσότερο από μία φορά σε μία περίοδο τεσσάρων ετών (αντίθετα, στην Αθήνα ένας πολίτης ήταν δυνατόν να κληρωθεί βουλευτής μόνο δύο φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του, βλ. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 62.3).
Οι Αθηναίοι επίσκοποι και ο φρούραρχος είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία της κλήρωσης των βουλευτών και της εγκατάστασης της πρώτης βουλής. Στο μέλλον το έργο αυτό θα εκτελείται από την απερχόμενη βουλή σε συνεργασία με τον φρούραρχο. Το αθηναϊκό αξίωμα του φρουράρχου εμφανίζεται κατά τον 5ο αιώνα μόνο στις Ερυθρές (Fornara 1983: 213). Ο φρούραρχος ήταν ο επικεφαλής της αθηναϊκής φρουράς. Οι αρμοδιότητές του, ωστόσο, δεν ήταν αμιγώς στρατιωτικές. Όσον αφορά στα καθήκοντα των επισκόπων, είναι δύσκολο αυτά να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Πιθανολογείται ότι οι επίσκοποι ήταν αξιωματούχοι βραχείας παραμονής στις πόλεις στις οποίες στέλνονταν. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι στις Ερυθρές ήταν αρμόδιοι για την εγκαθίδρυση της πρώτης βουλής και όχι των επόμενων επιτρέπει να υποθέσουμε ότι οι επίσκοποι εγκαταστάθηκαν στην πόλη μόνο κατά τη μεταβατική περίοδο που ακολούθησε την επανένταξη της πόλης στη συμμαχία (πρβλ. και IG I3 34, στ. 5-7· Αριστοφάνης, Όρνιθες, στ. 1022-1055) (Highby 1936: 18-20· Meiggs 1999: 212-213).
Ο όρκος των Ερυθραίων βουλευτών
Στη συνέχεια του ψηφίσματος, ακολουθεί ο όρκος που πρέπει να δίνουν οι Ερυθραίοι βουλευτές πριν αναλάβουν θητεία (στ. 16-29) (για τον όρκο στην αρχαία Ελλάδα, βλ. Sommerstein – Torrance 2014). Οι Ερυθραίοι βουλευτές ορκίζονται ότι θα εκτελέσουν τα καθήκοντά τους με τον πιο καλό και δίκαιο τρόπο για το συμφέρον του «πλήθους» των Ερυθραίων, των Αθηναίων και των συμμάχων (στ. 21-23), ενώ παράλληλα ορκίζονται πίστη στους Αθηναίους και στους συμμάχους των Αθηναίων (στ. 23-25). Δύο στοιχεία ξεχωρίζουν: αφενός, η λέξη «πλήθος», η οποία είναι λιγότερο ουδέτερη από τη λέξη «δήμος» και δίνει έμφαση στη δύναμη των αριθμών και στον δημοκρατικό χαρακτήρα που είχε η παρέμβαση της Αθήνας (Meiggs 1999: 113 υποσημ. 1· Osborne – Rhodes, GHI: 118), και, αφετέρου, η διπλή αναφορά που γίνεται στους συμμάχους (βλ. και στ. 31 «Αθεναίον χσυνμαχίδ̣[α]»). Μνεία στους συμμάχους γίνεται και στον όρκο τον οποίο, όπως φαίνεται, πρέπει να δώσει ο δήμος των Ερυθρών (IG I3 15d, στ. 40-41). Αντίθετα, αναφορά στους συμμάχους απουσιάζει από τον όρκο που περιλαμβάνεται στο ψήφισμα για την Κολοφώνα (IG I3 37), για την Ερέτρια και τη Χαλκίδα (IG I3 39 και 40), αλλά εμφανίζεται και πάλι στον όρκο που επιβλήθηκε στη Σάμο το 439/8 (IG I3 48, στ. 19). Η απουσία και επανεμφάνισή τους εξηγείται από το γεγονός ότι οι Αθηναίοι, μετά την ειρήνη του Καλλία, αποσιωπούσαν τον όρο «συμμαχία», ο οποίος αντικαταστάθηκε από άλλες διατυπώσεις, όπως «πόλεις όσων οι Αθηναίοι κρατούσι» (IG I3 156, 174, και 98· Θουκυδίδης, 5.18.7, 47.2), ενώ η αναφορά στους συμμάχους στον όρκο των Σαμίων θεωρείται εξαίρεση, που οφείλεται στη βαρύνουσα σημασία της Σάμου (βλ. σχετικά Highby 1936: 22-23· Meiggs 1943: 23· Mattingly 1996: 371-372· Meiggs 1999: 114· Moroo 2014: 105-106).
Οι Ερυθραίοι βουλευτές πρέπει, επίσης, να ορκιστούν ότι δεν πρόκειται, δίχως τη συναίνεση της Αθήνας, να αποπειραθούν να επαναφέρουν κανέναν από τους εξορίστους (το͂ν φ̣[υγά]δ̣ον) ή από εκείνους που κατέφυγαν στους Μήδους, ούτε να εξορίσουν κάποιον από εκείνους που παρέμειναν (το͂ν μενόντον) στις Ερυθρές (στ. 25-29). Το απόσπασμα αυτό είναι διαφωτιστικό όσον αφορά στην ανασύνθεση της κατάστασης που επικρατούσε στην πόλη πριν από το ψήφισμα: ενισχύεται η άποψη πως ένα φιλοπερσικό κίνημα είχε εκδηλωθεί στις Ερυθρές, το οποίο αποσκοπούσε στην απόσχισή τους από τη συμμαχία των Αθηναίων. Η Αθήνα αντέδρασε παρεμβαίνοντας στρατιωτικά στην πόλη με την εκδίωξη της φιλοπερσικής μερίδας και των επικεφαλής της (στ. 33 τὸς τυράννος). Έπειτα, επανέφερε τις Ερυθρές στη συμμαχία και εγκατέστησε φρουρά, γεγονός το οποίο υποδηλώνεται από την παρουσία του φρουράρχου. Η φρουρά αποτελούσε ένα αποτελεσματικό μέτρο προστασίας τόσο από τους εσωτερικούς όσο και από τους εξωτερικούς κινδύνους. Εντούτοις, οι πολιτικές αρμοδιότητες του φρουράρχου υποδεικνύουν πως η Αθήνα ήθελε να ελέγχει και τις πολιτικές εξελίξεις (Meiggs 1943: 23-24· ATL III: 254-255· Meiggs – Lewis, GHI: 92· Meiggs 1999: 113-114· Osborne – Rhodes, GHI: 118).
Ποινές για συγκεκριμένα αδικήματα
Το ψήφισμα της Αθήνας για τις Ερυθρές καθορίζει, τέλος, τις ποινές οι οποίες θα επιβληθούν στους παραβάτες για συγκεκριμένα αδικήματα (στ. 29 και εξής), χωρίς, όμως, οι δικαστικές αυτές υποθέσεις να μεταφερθούν προς εκδίκαση στα αθηναϊκά δικαστήρια, όπως θα γίνει σε αρκετές περιπτώσεις αργότερα (IG I3 40, στ. 71-76· IG I³ 21, στ. 76· Αντιφών, Περὶ τού Hρώδου φόνου, 47· Θουκυδίδης, 1.77.1· [Ξενοφών], Αθηναίων Πολιτεία, 1.16-18) (Highby 1936: 26-27· Meiggs 1943: 23· Kennedy 2006: 58-59· Rhodes 2014: 44 με υποσημ. 21· Bartzoka 2018: 113-118, 131-149). Ωστόσο, οι εν λόγω στίχοι σώζονται αποσπασματικά και η συμπλήρωσή τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Έτσι, το αδίκημα του φόνου κάποιου Ερυθραίου από κάποιον συμπολίτη του φαίνεται πως, σε περίπτωση καταδίκης, επισύρει τη θανατική ποινή. Ακόμη, αναφέρεται ότι, σε περίπτωση καταδίκης του, αυτός θα εξοριστεί από το σύνολο των εδαφών της συμμαχίας των Αθηναίων και η περιουσία του θα καταστεί δημόσια περιουσία των Ερυθραίων. Αυτή η ποινή της εξορίας μάλλον αφορά όσους διαφύγουν από τις Ερυθρές πριν από την επιβολή της θανατικής ποινής (Osborne – Rhodes, GHI: 118). Τη θανατική καταδίκη φαίνεται, επίσης, πως ορίζει το ψήφισμα και για όσους υποπέσουν στο αδίκημα της προδοσίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο σημείο αυτό γίνεται αναφορά στους τυράννους (στ. 33), οι οποίοι ήταν πιθανότατα οι αρχηγοί του φιλοπερσικού κινήματος.
Απόφαση της βουλής και του δήμου. Η — φυλή επρυτάνευε· ο — ήταν επιστάτης· ο — ήταν γραμματέας. Ο — εισηγήθηκε. Οι Ερυθραίοι να αποστέλλουν σίτο στα Μεγάλα Παναθήναια, αξίας όχι μικρότερης από τρεις μνες, και να το διανέμουν σε όσους Ερυθραίους είναι παρόντες … οι ιεροποιοί … εάν αποστείλουν … (στ. 5)
…
…
οποιοσδήποτε Ερυθραίος επιθυμεί. Να αναδειχθεί με κλήρο βουλή αποτελούμενη από εκατόν είκοσι άνδρες· ο αναδειχθείς … στη βουλή και … να είναι δυνατόν να διατελέσει βουλευτής (στ. 10) μετά τη συμπλήρωση του τριακοστού έτους της ηλικίας του. Να κινηθεί δίωξη εναντίον οποιουδήποτε δεν πέρασε από τη διαδικασία της δοκιμασίας. Να μην επιτρέπεται η ανάληψη του αξιώματος του βουλευτή για δεύτερη φορά εντός τεσσάρων ετών. Να αναδείξουν με κλήρο και να εγκαταστήσουν τη βουλή στο παρόν οι επίσκοποι και ο φρούραρχος, και στο εξής (να το κάνουν) η βουλή και ο φρούραρχος, σε διάστημα όχι μικρότερο από τριάντα ημέρες πριν ολοκληρωθεί η θητεία της βουλής. (στ. 15) Να ορκιστούν στον Δία και τον Απόλλωνα και τη Δήμητρα, επικαλούμενοι την ολοκληρωτική καταστροφή του επιόρκου και των παιδιών του· ο φρούραρχος να φροντίσει να δοθεί ο όρκος πάνω από ενήλικα θυσιαστήρια θύματα (;)· η βουλή να θυσιάσει όχι λιγότερο από μία αγελάδα (;), διαφορετικά να είναι δυνατόν να υπάρξει τιμωρία … ο δήμος να θυσιάσει όχι λιγότερο … (στ. 20)
Η βουλή να ορκιστεί τα εξής: «Θα εκτελέσω τα καθήκοντά μου ως βουλευτής όσο πιο καλά και δίκαια μπορώ για το συμφέρον του πλήθους των Ερυθραίων και των Αθηναίων και των συμμάχων· και δεν θα αποστατήσω από το πλήθος των Αθηναίων ούτε των συμμάχων των Αθηναίων εγώ ο ίδιος, ούτε θα παρασυρθώ από άλλον που αποστατεί εγώ ο ίδιος, ούτε άλλον θα παρασύρω κανέναν· ούτε (στ. 25) θα δεχθώ πίσω κανέναν από τους εξορίστους, ούτε θα παρασυρθώ να δεχθώ πίσω άλλον από εκείνους που έχουν βρει καταφύγιο στους Μήδους, χωρίς τη συγκατάθεση της βουλής και του δήμου των Αθηναίων· ούτε θα εξορίσω κανέναν από εκείνους που παραμένουν, χωρίς τη συγκατάθεση της βουλής και του δήμου των Αθηναίων». Εάν κάποιος Ερυθραίος (;) σκοτώσει άλλον Ερυθραίο, να θανατωθεί εάν καταδικαστεί· εάν … (στ. 30) καταδικαστεί, να εξοριστεί από ολόκληρη τη συμμαχία των Αθηναίων, και η περιουσία του να καταστεί δημόσια περιουσία των Ερυθραίων. Εάν κάποιος μηχανορραφεί … τους τυράννους στις Ερυθρές, και ο ίδιος … να θανατωθεί και οι γιοι του … οι γιοι του … (στ. 35) των Ερυθραίων και (;) … των Αθηναίων … η περιουσία του … (στ. 36)
Παρεμβάλλονται πέντε στίχοι χωρίς νόημα
… τοξότες … (στ. 42)
Παρεμβάλλονται δύο στίχοι χωρίς νόημα
… από κάθε φυλή … (στ. 45)