Όψη Α

[Λεοντὶς επρυτάνευε]
[έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂]ι̣ [δέ]μ̣ο̣[ι· ․․․]
[․․․7․․․ επεστάτε, Γλ]α̣ύ̣κος είπε· [τε͂ι]
[Αθεναίαι τε͂ι Νί]κ̣ει ℎιέρεαν ℎέ άγ̣ [κλ]-
5 [ερομένε λάχε]ι εχς Αθεναίον ℎαπα[σο͂]-
[ν καθίστα]σθαι καὶ τὸ ℎιερὸν θυρο͂σα-
ι καθ’ ό τι άν Καλλικράτες χσυγγράφσ-
ει· απομισθο͂σαι δέ τὸς πολετὰς επὶ τ-
ε͂ς Λεοντίδος πρυτανείας. φέρεν δέ τ-
10 έν ℎιέρεαν πεντέκοντα δραχμὰς καὶ
τὰ σκέλε καὶ τὰ δέρματα φέρεν το͂ν δε-
μοσίον· νεὸν δέ οικοδομε͂σαι καθ’ ό τι
άν Καλλικράτες χσυγγράφσει καὶ βο-
μὸν λίθινον    vacat
15 ℎεστιαίος είπε· τρε͂ς άνδρας ℎελέσθ-
αι εγ βολε͂ς· τούτος δέ μετ[ὰ] Καλλικρά-
[το]ς χσυγγράφσαντας επ[ιδείχσαι τε͂]-
[ι βολ]ε͂ι καθ’ ό τι απομ[ισθοθέσεται ․․]
[․․6․․․]ει τὸ σ — — — — — — — — — — —
20 — — — — — — — — — — — — — — — — — —

 

Όψη Β

έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δέ-
μοι· Αιγεὶς επρυτάνευε, Νεοκ-
λείδες εγραμμάτευε, Ἁγνόδε-
μος επεστάτε, Καλλίας είπε· τ-
5 ε͂ι ℎιερέαι τε͂ς Αθενάας τε͂ς Νί-
κες v πεντήκοντα δραχμὰς τὰ-
ς γεγραμμένας εν τήι στήλ[ηι]
αποδιδόναι τὸς κωλακρ[έτας],
[ο]ἳ άν κωλακρετώσι το͂ Θ̣[αργηλ]-
10 [ιώ]νος μηνὸς, τήι ιερ[έαι τής Α]-
[θην]αίας τής Νίκη[ς ․․․8․․․․]
— — — — — — — — — — — — — — —

Στην αποσπασματικά σωζόμενη στήλη έχουν αναγραφεί δύο ψηφίσματα˙ στην εμπρόσθια όψη της (Α) έχει αναγραφεί ψήφισμα σχετικά με την αναδιοργάνωση της λατρείας της Αθηνάς Νίκης στην Ακρόπολη. Αποφασίζεται να διορισθεί ιδιαίτερη ιέρεια για τη λατρεία της που μέχρι τότε ήταν δυνατό να εξυπηρετείται από την ιέρεια άλλης θεότητας (της Αθηνάς Πολιάδος; Βλ. Jordan 1979: 32-33˙ Mark 1993: 106)˙ η ιέρεια θα αναδειχθεί με κλήρο από το σύνολο των γυναικών της Αθήνας και ο ετήσιος μισθός της ορίζεται σε 50 δραχμές. Στην πληρωμή της συμπεριλαμβάνονται ακόμα τα σκέλη και τα δέρματα από τα σφάγια των θυσιών. Την επιλογή της ιέρειας με κλήρωση βεβαιώνει μια άλλη επιγραφή, το επιτύμβιο της Μυρρίνης, κόρης του Καλλιμάχου, της πρώτης ιέρειας της Αθηνάς Νίκης (ΕΜ 10956 = SEG XII 80) που χρονολογείται περί τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. και σίγουρα μετά το 411 π.Χ., αφού γίνεται μνεία της στη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη (69, 88, 104 κλπ). Η επιλογή δια κλήρου αποτελεί σημαντική αλλαγή και ισχυρή ένδειξη για τον εκδημοκρατισμό της Αθήνας σε θέματα λατρείας κατά τον 5ο αι. π.Χ., αφού το ιερατικό αξίωμα για τα σημαντικότερα ιερά της πόλεως ανήκε παραδοσιακά μέχρι τότε στα παλαιά αθηναϊκά γένη.

Με το ψήφισμα αποφασίζεται ακόμα η κατασκευή θύρας στο ιερό σύμφωνα με τους όρους της συγγραφής υποχρεώσεων που θα συντάξει ο αρχιτέκτων Καλλικράτης, καθώς επίσης ναού και λίθινου βωμού με συγγραφή που θα εκπονηθεί από τον ίδιο αρχιτέκτονα. Ο Καλλικράτης είναι ο γνωστός και από άλλα σημαντικά δημόσια έργα αρχιτέκτονας, όπως ο Παρθενών (Πλούταρχος, Περικλής 13.4), η ενίσχυση του τείχους της Ακρόπολης (ΕΜ 6795 = IG I3 45), το δια μέσου τείχος (Πλούταρχος, Περικλής 16.5). Στην τροπολογία του Εστιαίου που ακολουθεί, προτάθηκε η εκλογή τριών μελών της βουλής προκειμένου να συνεργαστούν με τον Καλλικράτη για τη συγγραφή και να υποβάλουν τις προτάσεις τους στη βουλή. Σκοπός της τροπολογίας ήταν η επίσπευση, η διευκόλυνση και πιθανώς ο πληρέστερος έλεγχος της δύσκολης εργασίας.

Το ψήφισμα αυτό αποτελεί μία από τις πιο πολυσυζητημένες επιγραφές του 5ου αι. π.Χ. καθώς δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους μελετητές ούτε για τη χρονολόγησή της, ούτε για το συσχετισμό της με το σωζόμενο σήμερα, μαρμάρινο ιωνικό ναό, ή με έναν παλαιότερο ναό στην ίδια θέση.

Η επιγραφή χρονολογήθηκε αρχικά περί το 448 π.Χ. λόγω της χρήσης του τρισκελούς Σ, το οποίο σύμφωνα με πολλούς μελετητές εγκαταλείφθηκε μετά το 445 π.Χ. Η αναδιοργάνωση της λατρείας και η οικοδόμηση του μαρμάρινου ιωνικού ναού που σώζεται μέχρι σήμερα, θεωρήθηκε επακόλουθο της ειρήνης με τους Πέρσες του έτους 450/449 π.Χ. (Καλλίειος ειρήνη). Γνωρίζουμε όμως ότι η οικοδόμηση του μαρμάρινου ιωνικού ναού πραγματοποιήθηκε κατά τη δεκαετία 430-420 π.Χ. Η χρονική αυτή απόσταση, ανάμεσα στο ψήφισμα και στην οικοδόμηση του ναού, αποδόθηκε σε αναστολή των εργασιών ως αποτέλεσμα του προγράμματος του Περικλή για την αναμόρφωση του χώρου των Προπυλαίων. Σύμφωνα με τους υποστηρικτές αυτής της άποψης (κυρίως οι Meritt – Wade-Gery 1963: 109-111. Για την ανακεφαλαίωση των απόψεων, βλ. Mark 1993: 115-122), η αντίθετη προς τον Περικλή πολιτική μερίδα πέτυχε τελικά την αναμόρφωση του οικοδομικού σχεδίου των Προπυλαίων που άρχισαν να οικοδομούνται το 437 π.Χ. και τη μείωση της έκτασης της νότιας πτέρυγάς τους, για χάρη της οικοδόμησης του σωζόμενου σήμερα ναού της Αθηνάς Νίκης.

Σύμφωνα με άλλους μελετητές, το ψήφισμα IG I3 35 χρονολογείται περί το 448 π.Χ., δεν αναφέρεται όμως στον μαρμάρινο ιωνικό ναό που σώζεται μέχρι σήμερα, αλλά στον πώρινο προκάτοχό του από τον οποίο διασώθηκε η θεμελίωση ενός μικρού σηκού (Bundgaard 1976: 48-53˙ Mark 1993: 129-130˙ αντίθετα Shear 1999: 123-125).

Ο τρόπος γραφής του Σ έχει όμως θεωρηθεί, ήδη από τη δεκαετία του 1960, επισφαλές κριτήριο για τη χρονολόγηση των επιγραφών. Έτσι προτάθηκε η χρονολόγηση του ψηφίσματος στην περίοδο 427-424 π.Χ., ώστε να συμφωνεί με την οικοδόμηση του ναού, ενώ η αναδιοργάνωση της λατρείας της θεάς συνδέθηκε με τη νίκη της Αθηνάς απέναντι στη Σπάρτη και όχι με την ειρήνη με τους Πέρσες (Mattingly 1961: 169-171). Τα τελευταία χρόνια μάλιστα η πρώιμη χρονολόγηση της επιγραφής αμφισβητήθηκε ευρέως λόγω της αναχρονολόγησης ορισμένων άλλων επιγραφών στις οποίες ο συγκεκριμένος τύπος γράμματος συναντάται (πρβλ. ΕΜ 6568 = IG I3 11. Για την αναχρονολόγηση άλλων επιγραφών με τρισκελές Σ, βλ. Gill 2001: 274-276˙ Ματθαίου 2004: 120-121˙ Stroud 2006: 32-35). Σύμφωνα με τα νέα επιγραφικά δεδομένα, αλλά και τη μελέτη των οικοδομικών φάσεων του ναού σε σχέση με εκείνες των Προπυλαίων, το ψήφισμα IG I3 35 μπορεί πλέον πιθανότατα να χρονολογηθεί στην περίοδο 427-423 π.Χ. και ίσως, πιο συγκεκριμένα, στο έτος 426/425 π.Χ. ύστερα από τα γεγονότα της Πύλου (Gill 2001: 278).

Λίγο αργότερα, το έτος 424/3 π.Χ., αναγράφηκε το ψήφισμα στην οπίσθια όψη της στήλης (Β), στο οποίο αναφέρονται λεπτομέρειες σχετικά με την καταβολή αμοιβής στην ιέρεια˙ ορίζεται ότι το ποσό θα καταβληθεί από τους κωλακρέτες, άρχοντες επιφορτισμένους με τη διάθεση πιστώσεων, σε συγκεκριμένο χρόνο (το μήνα Θαργηλιώνα). Κατά μία άποψη, η αναφορά στην αμοιβή της ιέρειας δηλώνει καθυστέρηση στην καταβολή της –άγνωστο γιατί– αν και το ποσό ήταν μικρό. Πιθανώς όμως το μη σωζόμενο σήμερα τμήμα του ψηφίσματος αναφερόταν σε περαιτέρω αναδιοργάνωση της λατρείας της Αθηνάς Νίκης (Mark 1993: 108 και 136-138).

Όψη Α

Η Λεοντίς επρυτάνευε. Απόφαση της βουλής και του δήμου˙ . . . . . . ήταν επιστάτης˙ εισήγηση του Γλαύκου (;)˙ να οριστεί ιέρεια της Αθηνάς Νίκης (στ. 5) με κλήρωση μεταξύ όλων των Αθηναίων γυναικών και να κατασκευασθεί θύρα στο ιερό σύμφωνα με τους όρους της συγγραφής υποχρεώσεων που θα συντάξει ο Καλλικράτης˙ οι πωλητές να δημοπρατήσουν το έργο, όταν πρυτανεύει η Λεοντίς φυλή˙ (στ. 10) η ιέρεια να λαμβάνει ως αμοιβή πενήντα δραχμές και τα σκέλη και τα δέρματα από τα σφάγια των δημόσιων θυσιών˙ να οικοδομηθεί ναός και ξύλινος βωμός σύμφωνα με τους όρους της συγγραφής υποχρεώσεων που θα συντάξει ο Καλλικράτης. (στ. 15) Πρόταση του Εστιαίου˙ να εκλεγούν τρεις άνδρες από τη βουλή˙ αυτοί αφού συντάξουν τη συγγραφή υποχρεώσεων από Κοινού με τον Καλλικράτη, να παρουσιάσουν στη βουλή τους όρους σύμφωνα με τους οποίους θα δημοπρατηθεί. . .

 

Όψη Β

Απόφαση της βουλής και του δήμου˙ η Αιγηίς φυλή επρυτάνευε, ο Νεοκλείδης ήταν γραμματέας, ο Αγνόδημος επιστάτης, ο Καλλίας εισηγήθηκε˙ (στ. 5) οι κωλακρέτες, που θα τύχει να κατέχουν το αξίωμα κατά το μήνα Θαργηλιώνα, να πληρώσουν στην ιέρεια της Αθηνάς Νίκης τις πενήντα δραχμές που αναγράφονται στη στήλη˙ (στ. 10) στην ιέρεια της Αθηνάς Νίκης…

[έδοξεν τώι δήμωι· Ερε]χθηὶς ε[πρ]υτάνευεν, [․․]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]εὺς εγραμμάτευεν, Σιμι[․]-
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 15 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ε]ὺς επεστάτε, Ευριππίδη[ς]
[είπεν· είναι πρόσοδ]ον Ευκλεί ανδραγαθίας [έ]-
5 [νεκα καὶ προθυμίας], επειδὴ ανὴρ αγαθὸς εγέ[ν]-
[ετο περὶ τὸν δήμον τ]ὸν Αθηναίων καὶ τὴγ κάθ[ο]-
[δον τού δήμο τού Αθην]αίων καὶ τὴν ελευθερί[α]-
[ν· κηρυκεύεν δ’ αυτὸν τ]ήι βολήι καὶ τώι δήμω[ι τ]-
[ώι Αθηναίων· τὴν δέ μι]σθοφορίαν είναι αυτώ[ι]-
10 [— — — —].  vacat
[έδοξεν τήι βολήι καὶ] τώι δήμωι· Λεωντὶς επρυ-
[τάνευεν, ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ Οι]ναίος εγραμμάτευεν, Ευφ-
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 15 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ε]πεστάτει· Μελάνωπος είπ-
[εν· εψηφί]σθ[αι τήι βο]λήι επειδ[ὴ] ανὴρ αγαθὸς v
15 [ήν Ευκλ]ής ο πα[τὴρ ο Φι]λοκλέους περὶ τ[ὸ]ν δήμο-
[ν τὸν Αθηναίων κα̣[ὶ τ]ὴγ κάθοδον τού δήμο, εψηφ-
[ίσθαι] τήι βολήι τ[οὺ]ς προέδρους οἳ άν τυγχάν-
[ωσι προ]εδρεύοντ[ες] εις τὴν πρώτην εκκλησία-
[ν χρηματί]σαὶ περ[ὶ Φ]ιλοκλέους τού Ευκλέους,
20 [καὶ επειδὴ ε]π̣ι̣[εικὴ]ς καὶ κόσμιος δοκεί είνα-
[ι τήι βολήι καὶ τοίς] πρυτάνεσι τοίς αεὶ πρυτ-
[ανεύσασιν, γνώμην ξ]υμβάλλεσθαι τής βολής ε-
[ις τὸν δήμον, ότι δοκεί] τήι βολήι είναι τὴγ κη-
[ρυκείαν Φιλοκλεί καθάπ]ερ τώι πατρὶ αυτο͂ όν-
25 [τι ανδρὶ αγαθώι περὶ τὸν δή]μον τὸν Αθηνα[ί]ω[ν].
                  vacat

Πρόκειται για δύο τιμητικά ψηφίσματα αποσπασματικά σωζόμενα. Το πρώτο (στ. 1-10) αφορά κάποιον Ευκλή. Το δεύτερο (στ. 11-25) αναφέρεται στον Φιλοκλή, γιο του Ευκλή.

Βάσει της προτεινόμενης αποκατάστασης του κειμένου ο Ευκλής τιμήθηκε με πρόσβαση στα δύο σώματα και το αξίωμα του κήρυκα της βουλής και του δήμου για την ανδρεία και την προθυμία που επέδειξε κατά την επιστροφή των δημοκρατικών και την αποκατάσταση της ελευθερίας. Η αναφορά στην κάθοδο του δήμου παραπέμπει στα γεγονότα του 404-403 π.Χ. Ο Ευκλής πιθανώς ανήκε στους δημοκρατικούς που κατέβηκαν από τη Φυλή και τιμήθηκε γι’ αυτό.

Η παραχώρηση προσόδου (δηλ. πρόσβασης) δεν είναι το είδος του προνομίου που θα ανέμενε κάποιος να δοθεί σε Αθηναίο πολίτη, οπότε μάλλον ο Ευκλής ήταν ξένος. Την ίδια χρονική στιγμή έγινε και κήρυκας της βουλής και του δήμου. Από μαρτυρία του Ανδοκίδη (Περὶ Μυστηρίων 112, 115) προκύπτει ότι το 399/8 π.Χ. ασκούσε τα καθήκοντα του κήρυκα. Ωστόσο δεν είναι γνωστός άλλος ξένος, ο οποίος να κατείχε αυτό το αξίωμα. Ενδεχομένως λοιπόν τιμήθηκε με χορήγηση πολιτείας για τη συνεργασία του με τους από Φυλής (βλ. παραπάνω). Ο εγγονός του, Ευκλής Φιλοκλέους, ήταν κήρυκας το 305/4 π.Χ. και έφερε το δημοτικό Τρινεμεεύς, επομένως ήταν Αθηναίος πολίτης (βλ. Agora XV αρ. 58.34-35).

Το ψήφισμα τοποθετείται μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, πιθανότερα μεταξύ του 402 και του 399 π.Χ.

Η αποκατάσταση στον στίχο 1 του τύπου της κύρωσης «έδοξεν τήι βουλήι» εγείρει ερώτημα σχετικά με την πηγή προέλευσης της απόφασης. Φαίνεται ως να πρόκειται για ψήφισμα της βουλής. Ωστόσο η εκλογή των αξιωματούχων γινόταν στην εκκλησία βάσει προβουλεύματος και στο δεύτερο ψήφισμα καθίσταται σαφές ότι ακολουθήθηκε η προβουλευτική διαδικασία για το ίδιο αξίωμα. Επομένως είτε ο γραμματέας χρησιμοποίησε για την αναγραφή το κείμενο της βουλής και δεν άλλαξε τον τύπο είτε χρειάζεται να εξεταστεί κάποια άλλη δυνατή συμπλήρωση του στίχου (βλ. Rhodes 1972: 85 για το ενδεχόμενο συμπλήρωσης ως «Έδοξεν τώι δήμωι»).

Στο δεύτερο ψήφισμα, χρονολογούμενο μάλλον στο 364/3 π.Χ. ή στο  359/8 π.Χ. (βλ. Alessandri 1982: 56 κ.εξ.), γίνεται πάλι μνεία της δράσης του Ευκλή υπέρ του δήμου, ίσως ως εγγύηση αλλά και τεκμηρίωση της συμπεριφοράς του γιου του, στον οποίο επίσης δίνεται το αξίωμα του κήρυκα της βουλής και του δήμου. Το αξίωμα αυτό η οικογένεια του Ευκλή το κατείχε για εννέα γενιές, έως τα μέσα περίπου του 2ου αι. π.Χ.

Το δύο αυτά ψηφίσματα φαίνεται ότι αναγράφηκαν την ίδια χρονική περίοδο. Μάλιστα η απουσία της συνήθους εντολής του δήμου σχετικά με την ίδρυση της στήλης αποτελεί ένδειξη για το ότι ο Φιλοκλής ήταν ίσως αυτός, ο οποίος φρόντισε για τη δημοσιοποίηση των σημαντικών για τον ίδιο και την οικογένειά του ψηφισμάτων.

Αποφάσισε η βουλή· η Ερεχθηίς ήταν η πρυτανεύουσα φυλή – – – – – – ήταν γραμματέας, ο Σιμι – – – – – – ήταν επιστάτης των πρυτάνεων· ο Ευριπίδης εισηγήθηκε· να έχει ο Ευκλής το δικαίωμα να προσέρχεται στη βουλή και την εκκλησία του δήμου εξαιτίας της ανδρείας και της προθυμίας του, επειδή υπήρξε άνδρας αγαθός για το δήμο των Αθηναίων και για την επιστροφή των δημοκρατικών Αθηναίων και για την ελευθερία να είναι αυτός κήρυκας στη βουλή και το δήμο των Αθηναίων. Σχετικά με τη μισθοδοτούμενη υπηρεσία του να ισχύει γι’ αυτόν – – – –  Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος· η Λεωντίς ήταν η πρυτανεύουσα φυλή – – – ο Οιναίος ήταν γραμματέας, ο – – – – – ήταν επιστάτης των πρυτάνεων· ο Μελάνωπος εισηγήθηκε· να ψηφισθεί από τη βουλή, επειδή ο Ευκλής, ο πατέρας του Φιλοκλή, ήταν άνδρας αγαθός για το δήμο των Αθηναίων και για την επιστροφή των δημοκρατικών, να αποφασίσει η βουλή οι πρόεδροι που θα κληρωθούν να προεδρεύουν στην πρώτη συνεδρίαση να περιλάβουν στα θέματα της συνεδρίας τα σχετικά με τον Φιλοκλή το γιο του Ευκλή και επειδή η βουλή και οι εκάστοτε πρυτάνεις θεωρούν ότι είναι χρήσιμος και με καλή συμπεριφορά, να εισαγάγουν τη γνώμη της βουλής στο δήμο, ότι η βουλή αποφασίζει να είναι ο Φιλοκλής κήρυκας, όπως ακριβώς ο πατέρας του, επειδή είναι άνδρας αγαθός για το δήμο των Αθηναίων.

[επὶ Γλαυκί]ππο ά[ρ]χον[τ]ος.
[Λόβον εκ] Κεδο͂ν εγραμμάτευε.
[έδοχσεν τε͂ι] βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· ℎιπποθοντὶ-
[ς επρυτάνε]υε, Λόβον εγραμμάτευε, Φιλιστίδε-
5 [ς επεστάτε], Γλαύκιππος ἐ͂ρχε ∶ Ερ̣ασινίδες είπ-
[ε· επαινέσα]ι Θρασύβολον ος όντα άνδρα αγαθὸ-
[ν περὶ τὸν δε͂μ]ον τὸν Αθεναίον καὶ πρόθυμον π-
[οιε͂ν ℎό τι δύνα]ται αγαθόν· καὶ αντὶ ὁ͂ν εύ πεπο-
[ίεκεν τέν τε πόλιν] καὶ τὸν δε͂μ̣[ο]ν τὸν Αθεναίο-
10 [ν στεφανο͂σαι αυτὸν χρυσο͂ι στε]φάνοι, ποιε͂σα-
[ι δέ τὸν στέφανον απὸ χιλίον δρ]αχμο͂ν· ℎοι [δέ ℎ]-
[ελλενοταμίαι δόντον τὸ αργύρι]ον. καὶ [ανειπ]-
[ε͂ν τὸν κέρυκα Διονυσίον εν το͂ι] αγο͂νι ℎο͂ν ℎέν-
[εκα αυτὸν ℎο δε͂μος εστεφάνοσ]ε ⋮ Διοκλε͂ς είπε·
15 [τὰ μέν άλλα καθάπερ τε͂ι βολε͂ι]· είναι δέ Θρασύ-
[βολον Αθεναίον, καὶ φυλε͂ς τε κ]αὶ φρατρίας ℎο͂-
[ν άν βόλεται γράφσασθαι αυτό]ν· καὶ ταλλα τὰ ε-
[φσεφισμένα το͂ι δέμοι κύρια ἐ͂]ναι Θρασυβόλο-
[ι· ἐ͂ναι δέ αυτο͂ι ευρίσκεσθαι π]αρὰ Αθεναίον κ-
20 [αὶ άλλο ℎό τι άν δοκε͂ι αγαθὸν π]ερὶ ℎο͂ν ευεργέ-
[τεκεν τὸν δε͂μον τὸν Αθεναίον]. καὶ αναγραφσά-
[το ℎο γραμματεὺς τὰ εφσεφισμ]ένα· ℎελέσθαι δ-
[έ εγ βολε͂ς πέντε άνδρας αυτί]κα μάλα ℎοίτινε-
[ς] δι[κάσοσι Θρασυβόλοι τὸ μέ]ρος τὸ γιγνόμεν-
25 ον. τὸς [δέ άλλος, ℎόσοι τότε εύ ε]ποίεσαν τὸν δε͂-
μον τὸν Αθε[ναίον, ․ ․ ․ ․ 10 ․ ․ ․ ․ ]ιν καὶ Αγόρατο-
ν καὶ Κόμονα [καὶ ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ο̣[ ․ ]ο̣[ ․ ․ ․ ․ ] καὶ Σίμον κα-
ὶ Φιλίνον κα[ὶ ․․․8․․․․]α, ευεργέ[τα]ς [α]ναγράφ-
σαι εμ πόλε[ι εν στέλει λ]ιθίνει τὸν γραμ[μα]τέ-
30 α τε͂ς βολε͂ς. [καὶ έγκτεσι]ν είναι αυτοίς ὁ͂μπερ
Αθεναίοις, [καὶ γεπέδο]ν καὶ οικίας, καὶ οίκεσ-
ιν Αθένεσι, [καὶ επιμέλ]εσθαι αυτο͂ν τέν βολέν
τέν αιεὶ β[ολεύοσαν κα]ὶ τὸς πρυτάνες, ℎόπος ά-
ν μέ αδι[κο͂νται. τέν δέ σ]τέλεν απομισθοσάντο-
35 [ν ℎοι πολεταὶ εν τε͂ι βο]λε͂ι· τὸς δέ ℎελλενοταμ-
[ίας δο͂ναι τὸ αργύριον]. εὰν δέ δοκε͂ι αυτὸς καὶ
[άλλο ευρίσκεσθαι, τέν] βολέν προβολεύσασαν
[εχσενεγκε͂ν ες τὸν δε͂μ]ον ∶ Εύδικος είπε· τὰ μέν
[άλλα καθάπερ Διοκλε͂ς· περὶ] δέ το͂ν δοροδοκεσ-
40 [άντον επὶ το͂ι φσεφίσματι], ό εφσεφ[ί]σθε Απολλ-
[οδόροι, τέν βολέν βολεύσ]αι εν τε͂ι πρότει ℎέδ-
[ραι εν το͂ι βολευτερί]οι, καὶ κολάζεν, το͂ν [δ]ορο-
[δοκεσάντον καταφσ]εφιζομένεν καὶ ες δικασ-
[τέριον παραδιδο͂σα]ν, καθότι άν δοκε͂ι αυτε͂[ι]· τ-
45 [ὸς δέ βολευτὰς τὸς] παρόντας αποφαίνεν ℎά[ττ’]
[άν ειδο͂σιν, καὶ εάν] τις άλλο ειδε͂ι περὶ τ[ού]-
[τον· εχσε͂ναι δέ καὶ] ιδιότει, εάν τις βόλετα[ι v]
                        vacat

Σε αυτή τη στήλη σώζεται τμήμα τιμητικού ψηφίσματος. Αρχικά αναγράφεται η πρόταση του Ερασινίδη, η οποία αποτελεί το προβούλευμα, να δοθεί χρυσός στέφανος στον Θρασύβουλο. Με πρόταση του Διοκλή τροποποιείται το προβούλευμα, ώστε να του χορηγηθεί και πολιτεία και να παραχωρηθεί σε αυτόν μέρος της περιουσίας άλλου προσώπου. Προτείνεται επίσης η αναγραφή άλλων επτά τουλάχιστον ατόμων ως ευεργετών και η χορήγηση σε άλλους εγκτήσεως και επιμέλειας. Με εισήγηση του Ευδίκου γίνεται δεύτερη τροποποίηση, προκειμένου να διερευνηθεί μια υπόθεση δωροδοκίας για την έκδοση ψηφίσματος υπέρ του Απολλοδώρου.

Το ψήφισμα χρονολογείται στο 410/409 π.Χ. από τον επώνυμο άρχοντα Γλαύκιππο. Επομένως το κύριο τιμώμενο πρόσωπο είναι δυνατό να ταυτιστεί με τον Θρασύβουλο τον Καλυδώνιο, γνωστό από φιλολογικές μαρτυρίες για τη συμμετοχή του στη δολοφονία του Φρυνίχου γιου του Στρατωνίδου. Ο Φρύνιχος, ακραίος ολιγαρχικός του καθεστώτος των Τετρακοσίων, δολοφονήθηκε το καλοκαίρι του 411 π.Χ. και αυτό σήμανε την αρχή του τέλους της εξουσίας τους. Κατά τον Λυσία (Αγ. 70) και τον Λυκούργο (Λεωκρ. 112) υπεύθυνοι για τη δολοφονία ήταν ο Καλυδώνιος Θρασύβουλος και ο Μεγαρέας Απολλόδωρος. Οι δύο άνδρες απέδρασαν άμεσα από την πόλη. Αργότερα, μάλλον μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, επέστρεψαν και τότε οικείοι του Φρυνίχου επιχείρησαν δίωξη εναντίον τους. Όμως ο αθηναϊκός δήμος μετά από έρευνα χαρακτήρισε ως προδότη τον Φρύνιχο, εξέδωσε ψήφισμα εναντίον του και απελευθέρωσε τους δύο άνδρες.

Η έκδοση του τιμητικού ψηφίσματος φαίνεται ότι έγινε αρκετούς μήνες μετά τη δολοφονία, είτε λόγω ενασχόλησης του δήμου με κρισιμότερα θέματα είτε διότι υπήρξε πιθανώς αμφιβολία για το ποιος έπρεπε να πιστωθεί την πράξη. Σύμφωνα με τους στίχους 38-47 θα προηγήθηκε απόφαση για κάποιον Απολλόδωρο. Πρόκειται μάλλον για τον Απολλόδωρο τον Μεγαρέα. Κατά τον Λυσία είχε τιμηθεί με χορήγηση πολιτείας (Αγ. 72) και με την παραχώρηση ενός κτήματος που ανήκε στον ολιγαρχικό Πείσανδρο (Σηκ. 4). Το γεγονός ότι μέχρι λίγο πριν από την άνοδο στην εξουσία των Τριάκοντα τυράννων είχε ακόμη στην κατοχή του το κτήμα υποδηλώνει ότι η έρευνα αποκατέστησε το όνομά του. Στον Θρασύβουλο δόθηκε αρχικά μόνο στέφανος και μετά από εισήγηση του Διοκλή τα πολιτικά δικαιώματα και τα άλλα προνόμια. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ο Απολλόδωρος είχε πιθανώς διεκδικήσει για τον εαυτό του την πράξη. Οι υποστηρικτές του Θρασύβουλου το αμφισβήτησαν, ξεκίνησαν διαδικασία διερεύνησης του θέματος και τελικά εξασφάλισαν και για τον Θρασύβουλο ανάλογες τιμές.

Ο Αγόρατος μάλλον ταυτίζεται με τον Αγόρατο γιο του Ευμάρους, εναντίον του οποίου στράφηκε ο Λυσίας. Κατά το ρήτορα είχαν προστεθεί σε ψήφισμα για τους δολοφόνους του Φρυνίχου ορισμένα ονόματα ως αποτέλεσμα δωροδοκίας (Αγ. 72). Ίσως ο Λυσίας εννοεί το σωζόμενο ψήφισμα, οπότε το γεγονός ότι τα επτά ονόματα προστέθηκαν με τροποποίηση του προβουλεύματος ήταν η βάση του ισχυρισμού του πως προηγήθηκε δωροδοκία. Το μόνο που μπορεί να συμπεράνει κανείς σήμερα από το σωζόμενο ψήφισμα είναι ότι τα άτομα αυτά συνδέονται με τη δολοφονία. Ίσως είναι οι άλλοι συνωμότες, για τους οποίους κάνει λόγο ο Θουκυδίδης (8.92.2).

Η χορήγηση χρυσού στεφάνου είναι η μόνη γνωστή από τον 5ο αι. π.Χ. Η εορτή, κατά την οποία ορίστηκε να ανακηρυχθεί η χορήγησή του, ήταν μάλλον τα Μεγάλα Διονύσια.

Η περιουσία, μέρος της οποίας θα έπαιρνε ο Θρασύβουλος, ανήκε ενδεχομένως στον Φρύνιχο. Στην Αθήνα δεν ήταν άγνωστη η πρακτική της δήμευσης περιουσίας ατόμων που είχαν κατηγορηθεί για πράξεις κατά του δήμου. Η παραχώρηση εγκτήσεως είναι από τις παλαιότερες γνωστές.

Επί άρχοντος Γλαυκίππου. Ο Λόβων από το δήμο των Κηδών ήταν γραμματέας. Η βουλή και ο δήμος αποφάσισαν˙ η Ιπποθωντίς ήταν η πρυτανεύουσα φυλή, ο Λόβων ήταν γραμματέας, ο Φιλιστίδης (στ. 5) επιστάτης των πρυτάνεων, ο Γλαύκιππος επώνυμος άρχοντας. Ο Ερασινίδης εισηγήθηκε˙ να επαινέσουν τον Θρασύβουλο επειδή είναι άνδρας αγαθός για το δήμο των Αθηναίων και πρόθυμος να κάνει όποιο καλό μπορεί˙ και σε ανταπόδοση όσων καλών έχει κάνει στην πόλη και στο δήμο των Αθηναίων (στ. 10) να τον στεφανώσουν με χρυσό στέφανο, να είναι δε ο στέφανος αξίας χιλίων δραχμών˙ οι ελληνοταμίες να δώσουν τα χρήματα. Και ο κήρυκας να ανακοινώσει στα Διονύσια για ποιους λόγους στεφάνωσε αυτόν ο δήμος. Ο Διοκλής εισηγήθηκε˙ (στ. 15) τα άλλα να ισχύσουν σύμφωνα με το προβούλευμα˙ ο Θρασύβουλος να είναι Αθηναίος πολίτης και να μπορεί να εγγραφεί σε όποια φυλή και φρατρία θέλει˙ να ισχύουν για τον Θρασύβουλο και όσα άλλα έχουν ψηφισθεί από το δήμο˙ να ισχύει επίσης γι’ αυτόν από τους Αθηναίους και (στ. 20) ό,τι άλλο θεωρείται καλό για όσες ευεργεσίες προσέφερε στο δήμο των Αθηναίων. Και να αναγράψει ο γραμματέας όσα έχουν αποφασισθεί με ψηφοφορία˙ να εκλεγούν δε αμέσως από τη βουλή πέντε άνδρες, οι οποίοι να αποφασίσουν για τον Θρασύβουλο το μερίδιο που του αναλογεί. (στ. 25) Τους άλλους, όσους τότε έπραξαν καλώς για το δήμο των Αθηναίων – – – και τον Αγόρατο και τον Κόμονα και – – – – – – – και τον Σίμο και τον Φιλίνο – – – – να αναγράψει ως ευεργέτες ο γραμματέας της βουλής σε λίθινη στήλη στην ακρόπολη. (στ. 30) Και να έχουν αυτοί το δικαίωμα να αποκτήσουν, όπως ακριβώς οι Αθηναίοι, και αγροτεμάχιο και κατοικία και το δικαίωμα να διαμένουν στην Αθήνα και να φροντίσουν γι’ αυτούς η εκάστοτε βουλή και οι πρυτάνεις, ώστε να μην αδικούνται. Την κατασκευή της στήλης να δημοπρατήσουν (στ. 35) οι πωλητές ενώπιον της βουλής˙ οι ελληνοταμίες να δώσουν τα χρήματα. Εάν θεωρηθεί καλό και κάτι άλλο να επινοηθεί γι’ αυτούς, αφού εκδώσει προβούλευμα η βουλή, να το εισαγάγει στο δήμο. Ο Εύδικος εισηγήθηκε˙ τα άλλα να ισχύσουν σύμφωνα με την πρόταση του Διοκλή˙ σχετικά με αυτούς που δωροδοκήθηκαν (στ. 40) για το ψήφισμα, το οποίο ψηφίσθηκε υπέρ του Απολλοδώρου, να αποφασίσει η βουλή κατά την πρώτη συνεδρίαση στο βουλευτήριο και να τους τιμωρήσει, εκδίδοντας καταδικαστικό ψήφισμα γι’ αυτούς που δωροδοκήθηκαν και παραδίνοντάς τους στο δικαστήριο, με όποιον τρόπο αυτή θεωρεί καλό˙ (στ. 45) οι παρόντες βουλευτές να αποφανθούν για όσα τυχόν γνωρίζουν και εάν κάποιος γνωρίζει κάτι άλλο σχετικά με αυτά˙ να έχει δικαίωμα και ιδιώτης, εάν κάποιος θέλει…

— — — — — — — — — — — — — — — —
1 εαν αδικε͂ν μέτ̣[ε Α]θ̣έ̣[νεσ]ι̣ [μέτ]-
ε ℎόσες Αθεναίοι κρατο͂σι. ε[π]-
ιμέλεσθαι δέ αυτο͂ Αθένεσι μ-
[έ]ν τὸς πρυτάνες καὶ τέμ βολέ-
5 ν, εν δέ τε͂σι άλλεσι πόλεσι ℎο-
ίτινες Αθεναίον άρχοσι εν τ-
ε͂ι ℎυπερορίαι ℎό τι άν ℎέκασ-
τοι δυνατοὶ ὀ͂σιν, ℎος άμ μέ αδ-
ικο͂νται ∶ έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι
10 καὶ το͂ι δέμοι· Αντιοχὶς επρυ-
τάνευε, Χαροιάδες εγραμμάτ-
ευε, ℎεγέσανδρος επεστάτε, Χ-
αιρέστρατος είπε· Λεονίδεν
εάν τις αποκτένει εν το͂ν πόλ-
15 εον ℎο͂ν Αθεναίοι κρατο͂σι, τέ-
ν τιμορίαν ἐ͂ναι καθάπερ εάν
τις Αθεναίον αποθάνει· επαι-
νέσαι δέ αγαθὰ ℎόσα ποιεί πε̣-
ρὶ Αθεναίος Λεονίδες. περὶ [δ]-
20 έ Λεονίδο τὰ εφσεφισμένα α[ν]-
αγραφσάτο ℎο γραμματεὺς τε͂-
ς βολε͂ς τέλεσι τοίς Λεονίδο
εν στέλαιν δυοίν, καὶ τέν μέν
ℎετέραν στε͂σαι εμ πόλει, τέν
25 δέ ℎετέραν εν ℎαλικαρνασσο͂-
ι εν το͂ι ℎιερο͂ι το͂ Απόλλονος·
άνδρα δέ προσελέσθο Λεονίδ-
ες ℎόστις άχσει τέστέλεν {τέν στέλεν} καὶ
στέσει.
30               vacat 0.18

Στη στήλη έχουν αναγραφεί δύο τιμητικά ψηφίσματα. Του πρώτου σώζεται το κατώτερο τμήμα όπου τιμούνται ο Λεωνίδης ο Αλικαρνασσέας και οι γιοι του. Το δεύτερο ψήφισμα συμπληρώνει τις τιμές που αποδόθηκαν στον Λεωνίδη και ορίζει τη διαδικασία για την αναγραφή των ψηφισμάτων σε δύο στήλες, η μία εκ των οποίων θα ιδρυθεί στην Αθήνα και η άλλη στο ιερό του Απόλλωνα στην Αλικαρνασσό.

Στο σωζόμενο τμήμα του πρώτου ψηφίσματος απονέμεται στον τιμώμενο το προνόμιο της προστασίας από κάθε αδικία, γνωστό και από άλλα προξενικά ψηφίσματα του 5ου αι. π.Χ. Το προνόμιο αυτό επεκτείνεται μάλιστα σε όλες τις περιοχές που βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής της Αθήνας, δηλαδή στις πόλεις-μέλη της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας, όπου βρίσκονταν Αθηναίοι πολίτες ως αξιωματούχοι. Από την Αθηναίων πολιτεία (24.3) του Ψευδο-Αριστοτέλους γνωρίζουμε ότι οι αξιωματούχοι που υπηρετούσαν εκτός των ορίων του αθηναϊκού κράτους, κατά τον 5ο αι. π.Χ., ανέρχονταν στους επτακόσιους. Η απονομή της προξενίας αποτελούσε σημαντικό μέσον για την άσκηση της αθηναϊκής εξωτερικής πολιτικής, αφού οι πρόξενοι ήταν πολίτες άλλων πόλεων, φιλικά διακείμενοι προς τους Αθηναίους και η υποστήριξη που παρείχαν στο αθηναϊκό κράτος πολύτιμη. Έτσι ήταν φυσικό για την Αθήνα να προστατεύει τους προξένους της στις διάφορες δικαιοπραξίες τους τόσο στο εσωτερικό της, καθώς είναι γνωστό από άλλα ψηφίσματα ότι τους έδινε το δικαίωμα να προσφύγουν στο δικαστήριο του πολέμαρχου, όσο και στις περιοχές επιρροής της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η παροχή προστασίας προς τον Λεωνίδη και τους γιους του αφορούσε τις γειτονικές με την πατρίδα τους την Αλικαρνασσό πόλεις της Μικράς Ασίας όπου υπήρχαν Αθηναίοι αξιωματούχοι (για τη συλλογή φόρων κλπ), αλλά και όποια άλλη περιοχή όπου δραστηριοποιείτο ο Λεωνίδης και φυσικά την ίδια την Αλικαρνασσό, η οποία ανήκε στη Συμμαχία της Δήλου, όπως προκύπτει από την αναγραφή της στους καταλόγους της εξηκοστής του φόρου.

Στο δεύτερο ψήφισμα, που είναι υστερότερο χρονολογικά του πρώτου, λαμβάνεται πρόνοια ώστε, εάν κάποιος δολοφονήσει τον Λεωνίδη, η Αθήνα να αξιώσει την άμεση τιμωρία του δράστη, όπως θα συνέβαινε εάν το θύμα ήταν Αθηναίος πολίτης. Η ρύθμιση αυτή ακολουθεί το πνεύμα του προηγούμενου ψηφίσματος αλλά παρέχεται μόνο στον Λεωνίδη, στον οποίο επιπλέον απονέμεται έπαινος για όσα πράττει υπέρ των Αθηναίων, όπως και σε άλλα τιμητικά και προξενικά ψηφίσματα.

Ακολούθως ορίζεται ότι τα ψηφίσματα αυτά θα αναγραφούν σε δύο αντίγραφα σε λίθινες στήλες εκ των οποίων η μία θα στηθεί στην Ακρόπολη της Αθήνας, ενώ η δεύτερη στο ιερό του Απόλλωνος στην Αλικαρνασσό. Η ανέγερση στήλης προς τιμήν κάποιου, ιδιαίτερα ενός προξένου (βλ. παραπάνω) στην Ακρόπολη των Αθηνών, όπου βρίσκονταν μερικά από τα σπουδαιότερα ιερά της πόλης, αποτελούσε ξεχωριστή τιμή. Στο ψήφισμα ορίζεται ακόμα ότι η αναγραφή των στηλών θα γίνει με δαπάνη του τιμωμένου, όρος σπάνιος τον 5ο αι. π.Χ. κατά τον οποίο τα έξοδα για την αναγραφή των ψηφισμάτων αναλάμβανε η πόλη, η οποία μάλιστα διέθετε ειδικά κονδύλια για το σκοπό αυτό. Η παρουσία του όρου αυτού στην επιγραφή θα μπορούσε να συνερμηνευθεί με την πρόβλεψη για την ίδρυση της στήλης και στην πατρίδα του τιμωμένου, μήνυμα για την ευαρέσκεια του αθηναϊκού κράτους προς ένα συγκεκριμένο άτομο, αλλά και πιθανή απαίτηση του τιμωμένου για την προβολή και την επιβεβαίωση της δύναμής του.

————————- να μην επιτρέπουν να αδικούνται αυτοί ούτε στην Αθήνα ούτε σε όσες πόλεις οι Αθηναίοι ελέγχουν. Στην Αθήνα να φροντίζουν γι’ αυτό οι πρυτάνεις και η βουλή, (στ. 5) στις άλλες πόλεις εκτός της Αττικής, στις οποίες διοικούν Αθηναίοι αξιωματούχοι, να μην επιτρέπουν να αδικούνται αυτοί κατά το δυνατόν. Αποφάσισε η βουλή (στ. 10) και ο δήμος, η Αντιοχίς φυλή επρυτάνευε, ο Χαροιάδης ήταν γραμματέας, ο Ηγήσανδρος ήταν επιστάτης των πρυτάνεων, εισήγηση του Χαιρεστράτου˙ εάν κάποιος δολοφονήσει τον Λεωνίδη σε κάποια από τις πόλεις (στ. 15), τις οποίες ελέγχουν οι Αθηναίοι, η τιμωρία του να είναι όμοια με εκείνη που θα ήταν εάν εδολοφονείτο Αθηναίος πολίτης. Να επαινεθεί ο Λεωνίδης για όσα καλά πράττει για τους Αθηναίους. (στ. 20) Τις αποφάσεις για τον Λεωνίδη να αναγράψει ο γραμματεύς της βουλής με έξοδα του Λεωνίδη σε δύο στήλες και η μία να στηθεί στην Ακρόπολη (στ. 25) και η άλλη στο ιερό του Απόλλωνος στην Αλικαρνασσό. Ο Λεωνίδης να επιλέξει εκπρόσωπο, ο οποίος θα παραλάβει τη στήλη και θα την στήσει.

          θεοί·
έδοχσεν τε͂ι βολ[ε͂ι καὶ το͂] δέ-
μοι· Οινεὶς επρυ̣[τάνευε, Σπ]ου-
δίας εγραμμάτε[υε, ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ον
5 επεστάτε, Κλενί[ας είπε· τέ]μ β-
ολέν καὶ τὸς άρχ[οντας εν] τε͂σ-
ι πόλεσι καὶ τὸς [επισκό]πος ε-
πιμέλεσθαι ℎό[πος άν χσ]υλλέ-
γεται ℎο φόρος κ[ατὰ τὸ έ]τος ℎ-
10 έκαστον καὶ απά[γεται] Αθένα-
ζε· χσύμβολα δέ π[οιέσα]σθαι π-
ρὸς τὰς πόλες, ℎό[πος ά]μ μέ εχσ-
ε͂ι αδικε͂ν τοίς α[πάγο]σι τὸμ φ-
όρον· γράφσασα δ[έ ℎε] πόλις ες
15 γραμματείον τὸ[μ φό]ρον, ℎόντιν’ άν αποπέμπει, σεμε-
ναμένε το͂ι συμβ[όλο]ι αποπεμπέτο Αθέναζε· τὸς δέ α-
πάγοντας αποδο͂[ναι] τὸ γραμματείον εν τε͂ι βολε͂ι α-
ναγνο͂ναι ℎόταμ[πε]ρ̣ τὸμ φόρον αποδιδο͂σι· ℎοι δέ πρ-
υτάνες μετὰ Διο[νύ]σια εκκλεσίαν ποιεσάντον τοί-
20 ς ℎελλενοταμία[σι α]ποδείχσαι Αθεναίοις το͂μ πόλ-
εον τὰς αποδόσα[ς τὸμ φόρον ε]ντελε͂ καὶ τὰς ελλιπό-
σας χορίς, ℎόσαι [άν τινες ὀ͂σιν· Αθ]εναίος δέ ℎελομέ-
νος άνδρας τέττ[αρας αποπέμπεν επὶ] τὰς πόλες αντ-
ιγραφσομένος τ[ὸμ φόρον τὸν αποδοθέντα κα]ὶ απαι-
25 τέσοντας τὸμ μέ̣ [αποδοθέντα παρὰ το͂ν ελλιποσ]ο͂ν, τ-
ὸ μέν δύο πλε͂ν επ̣[ὶ τὰς επὶ Νέσον καὶ επ’ Ιονίας επὶ] τ-
ριέρος ταχείας, [τὸ δέ δύο επὶ τὰς εφ’ Ελλεσπόντο κα]-
ὶ επὶ Θράικες· ε[σάγεν δέ ταύτα τὸς πρυτάνες ες τέμ]
βολέν καὶ ες τὸ[ν δε͂μον ευθὺς μετὰ Διονύσια καὶ βο]-
30 λεύεσθαι περὶ τ[ούτον χσυνεχο͂ς ℎέος άν διαπραχθ]-
ε͂ι· εὰν δέ τις Αθ[εναίος ἒ χσύμμαχος αδικε͂ι περὶ τὸ]-
ν φόρον, ℎὸν δεί [τὰς πόλες γραφσάσας ες γραμματεί]-
ον τοίς απάγοσ̣[ιν αποπέμπεν Αθέναζε, έστο αυτὸν γ]-
ράφεσθαι πρὸς [τὸς πρυτάνες το͂ι β]ολομένο[ι Αθενα]-
35 ίον καὶ το͂ν χσ[υμμάχον· ℎοι δέ πρυτά]νες εσαγ̣[όντον]
ες τέμ βολέν [τέν γραφέν ℎέν τι]ς άγ γράφσετα̣[ι ἒ ευθ]-
υνέσθο δόρο[ν μυρίαισι δραχμ]ε̣͂σ[ι ℎ]έκαστος· [ℎο͂ δ’ άν]
καταγνο͂ι ℎ[ε βολέ, μέ τιμαν αυτ]ο̣͂ι κυ̣ρία έστο [αλλ’ εσ]-
φερέτο ες τ[έν ελιαίαν ευθύ]ς̣· ότ̣αν δέ δόχσει [αδικε͂]-
40 ν, γνόμας πο[ιέσθον ℎοι πρυ]τ̣άν̣ες ℎό τι άν δοκ[ε͂ι αυτ]-
ὸμ παθε͂ν ἒ α[ποτείσαι· καὶ ε]άν τις περὶ τέν απα̣[γογέ]-
ν τε͂ς βοὸς ἒ [τε͂ς πανℎοπλία]ς αδικε͂ι, τὰς γραφὰ̣[ς ἐ͂να]-
ι κατ’ αυτο͂ κ̣[αὶ τέν ζεμίαν κ]α̣τὰ ταυτά· τὸς δέ [ℎελλεν]-
ο[ταμίας αναγράφσαντας ε]ς πινάκιον λελ[ευκομέν]-
45 [ον αποφαίνεν καὶ τέν τάχσι]ν το͂ φόρο καὶ̣ [τὰς πόλες]
[ℎόσαι άν αποδο͂σιν εντελε͂ κα]ὶ απογ̣[ράφεν ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]
                  κενό 10 στίχων περίπου
57 [ ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․· χρεματίσαι δέ καὶ τέμ] βολέν τέν εσι[ο͂σ]-
[αν περὶ το͂ν απαγόντον τὸμ φόρον· ℎ]όσοι δέ το͂ν απα[γ]-
[όντον Αθέναζε ες τὸ πινάκιον αν]αγεγράφαται οφέ-
60 [λοντες εν τε͂ι βολε͂ι, τέμ βολέν επ]ιδείχσαι το͂ι δέμ-
[οι κατὰ τέν πόλιν ℎεκάστεν· εὰν δ]έ τις το͂μ πόλεον α-
[μφισβετε͂ι περὶ το͂ φόρο τε͂ς αποδ]όσεος, φάσκοσα απ-
[οδεδοκέναι ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]θαι τὸ κοινὸν τε͂ς
[πόλεος· ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ας τὰς πόλες καὶ τ-
65 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ γράφεσ]θαι δέ μέ εχσε͂ναι
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․, το͂ δέ γραφέν]τος οφελέτο ℎο γρ-
[αφσάμενος τέν τιμέν εὰν φεύγει]· τέν δέ γραφέν ἐ͂να-
[ι πρὸς τὸν πολέμαρχον μενὶ Γαμε]λιο͂νι· εὰν δέ τις α-
[μφισβετεί ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]κλέσες, ℎε βολέ βο-
70 [λευσαμένε ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ], εσαγόντον δέ ℎοι
[εσαγογε͂ς ες τέν ελιαίαν τὸς Αθε]ναίοις τὸμ φόρον
[οφέλοντας ℎεχσε͂ς κατὰ τὸμ πίνα]κα τε͂ς μενύσεος· ε-
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ το͂ νέο] φόρο καὶ το͂ περυσ-
[ινο͂ ․ ․ ․ ․ ․ 12 ․ ․ ․ ․ ․· τέν δέ βολέν π]ροβολεύσασαν εχ-
75 [σενεγκε͂ν ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 18 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] πέρι τε͂ι ℎυστερα-
[ίαι ες τὸν δε͂μον· ․․․․․12․․․․․ τ]ε͂ς ℎαιρέσεος χρε-
[ματίσαι — — — — — — — — — — —]  vacat

 

Το ψήφισμα αυτό, γνωστό ως ψήφισμα του Κλεινία από το όνομα του εισηγητή του, αναφέρεται στη βελτίωση του τρόπου είσπραξης της ετήσιας εισφοράς των συμμάχων (φόρος).

Οι επίσκοποι (στ. 7) ήταν ετήσιοι άρχοντες, οι οποίοι κληρώνονταν από τους Αθηναίους και στέλνονταν στις πόλεις της Δηλιακής Συμμαχίας για να κρίνουν τις διαφορές που προέκυπταν από την εφαρμογή των συνθηκών. Οι Αθηναίοι ασκούσαν την κυριαρχία τους επί των συμμάχων τους και με την εγκατάσταση φρουράς υπό τον φρούραρχο. Ο τελευταίος, σε αντίθεση προς τον επίσκοπο, ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στη σύμμαχο πόλη. Οι δύο αυτές αρχές απαντούν στο ψήφισμα των Ερυθραίων (Ε29) και έχουν καθοριστικό ρόλο στην εγκαθίδρυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο οι Αθηναίοι επέβαλαν στις Ερυθρές το 453 π.Χ. μετά την καταστολή της αποστασίας της.

Οι ελληνοταμίαι (στ. 20, 43), αρχή που εισάγεται μετά την ίδρυση της Δηλιακής Συμμαχίας (478 π.Χ.), εκλέγονταν ετησίως από την εκκλησία του δήμου και διαχειρίζονταν τα χρήματα που συγκεντρώνονταν αρχικά στην Δήλο από τις εισφορές των συμμάχων (φόρος) (βλ. Θουκυδίδης 1.96.2). Μετά τη μεταφορά του συμμαχικού ταμείου από την Δήλο στην Ακρόπολη των Αθηνών (454 π.Χ.), οι ελληνοταμίες εισέπρατταν ενώπιον της βουλής των πεντακοσίων τους φόρους που κατέβαλλαν οι σύμμαχοι κατά την εορτή των Μ. Διονυσίων. Επειδή σημειώνονταν καθυστερήσεις και άλλα προβλήματα με την καταβολή του φόρου και κυρίως επειδή μετά τη σύναψη ειρήνης με τους Πέρσες, της γνωστής ως ειρήνης του Καλλία (449 π.Χ.), ο αρχικός σκοπός της συμμαχίας έπαυσε να υφίσταται, με το παραπάνω ψήφισμα συστηματοποιείται η είσπραξη του συμμαχικού φόρου και η μεταφορά του στην Αθήνα.

Κάθε πολίτης είχε δικαίωμα να γίνει δημόσιος κατήγορος. Επειδή ασκούσε αυτό το δικαίωμα με ελεύθερη τη βούλησή του, μνημονεύεται ως βουλόμενος (στ. 34).

Από τους στίχους 41-43 συνάγεται η υποχρέωση των συμμάχων πόλεων να φέρουν ως προσφορά «βούν και πανοπλίαν», προφανώς κατά την εορτή των Μ. Παναθηναίων. Ανάλογη υποχρέωση είχαν και οι άποικοι της Βρέας (Ε60 στ. 15-16).

Αναθεώρηση (τάξις, στ. 45) του φόρου γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια, κατά την εορτή των Μ. Παναθηναίων. Ειδικοί υπάλληλοι (τάκται) που διορίζονταν από τη βουλή των πεντακοσίων, αφού άκουγαν τις απόψεις των συμμάχων, κατάρτιζαν το φορολογικό πίνακα με τα ονόματα των πόλεων και το ποσό που έπρεπε να καταβάλει η κάθε μια. Τον πίνακα αυτό παρέδιδαν στους ελληνοταμίες, οι οποίοι, σύμφωνα με το παραπάνω ψήφισμα, αναλάμβαναν την υποχρέωση να τον γνωστοποιήσουν.

Θεοί· αποφάσισε η βουλή και ο δήμος· η Οινηίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Σπουδίας ήταν γραμματέας, επιστάτης ……, εισηγήθηκε ο Κλεινίας: η βουλή και οι άρχοντες στις πόλεις και οι επίσκοποι να έχουν την επιστασία για την είσπραξη των εισφορών των συμμάχων (φόρων) ετησίως και για τη μεταφορά τους στην Αθήνα. Να κατασκευασθούν αναγνωριστικές σφραγίδες για τις πόλεις, ώστε εκείνοι που μεταφέρουν το φόρο να μη διαπράττουν αδικήματα. Η πόλη αφού αναγράψει σε πινάκιο (γραμματείον) το φόρο, που πρόκειται να αποστείλει και το σφραγίσει με την ειδική σφραγίδα της (σύμβολον), να τον αποστείλει στην Αθήνα. Εκείνοι δε που μεταφέρουν τα χρήματα να  παραδίδουν το πινάκιο στη βουλή για να γνωρίζει επακριβώς το φόρο που παραδίδουν. Οι δε πρυτάνεις μετά τα Διονύσια να συγκαλέσουν την εκκλησία του δήμου και να καταστήσουν οι ελληνοταμίες γνωστές στους Αθηναίους τις πόλεις που κατέβαλαν το φόρο και εκείνες που το  παρέλειψαν, … οι Αθηναίοι δε αφού εκλέξουν τέσσερις άνδρες να τους στείλουν στις πόλεις για να δώσουν αποδείξεις σε εκείνες που κατέβαλαν το φόρο και να τον απαιτήσουν από εκείνες που παρέλειψαν να τον αποδώσουν, από αυτούς οι δύο να πλεύσουν με ταχεία τριήρη στις νησιωτικές και στις πόλεις της Ιωνίας, οι άλλοι δύο στις πόλεις του Ελλησπόντου και σε εκείνες της Θράκης. Οι πρυτάνεις να φέρουν το θέμα στη βουλή και στην εκκλησία του δήμου αμέσως μετά τα Διονύσια και να συσκέπτονται σχετικά συνεχώς έως ότου αυτό τακτοποιηθεί. Εάν δε κάποιος Αθηναίος ή σύμμαχος διαπράττει αδίκημα σχετικό με το φόρο, τον οποίο οι πόλεις οφείλουν, αφού τον αναγράψουν σε πινάκιο, να τον αποστείλουν στην Αθήνα με τους μεταφορείς του, να έχει δικαίωμα να τον καταγγείλει με γραπτή μήνυση στους πρυτάνεις οποιοσδήποτε Αθηναίος ή σύμμαχος θα ήθελε (βουλόμενος). Οι δε πρυτάνεις να φέρουν την καταγγελία στη βουλή, διαφορετικά κάθε ένας από τους πρυτάνεις να τιμωρείται για δωροδοκία με χίλιες δραχμές. Η βουλή όποιον ήθελε κρίνει ένοχο δεν έχει δικαιοδοσία να του ορίσει την επιβλητέα ποινή, αλλά να παραπέμπει την υπόθεση αμέσως στην Ηλιαία. Όταν δε κριθεί ότι αδικεί, οι πρυτάνεις διατυπώνουν τις απόψεις τους σχετικά με ό, τι φαίνεται εύλογο αυτός να πάθει ή να πληρώσει πρόστιμο. Και εάν κάποιος διαπράττει αδίκημα σχετικά με την αποστολή της αγελάδας ή της πανοπλίας, η γραπτή καταγγελία εναντίον του και η τιμωρία ακολουθούν την ίδια διαδικασία. Οι ελληνοταμίες να γνωστοποιήσουν αφού αναγράψουν σε λευκό πινάκιο την αναθεώρηση του φόρου (τάξιν) με τα ονόματα των πόλεων και το ποσό που αυτές έπρεπε να πληρώσουν.

(Το υπόλοιπο σωζόμενο τμήμα του ψηφίσματος είναι πολύ αποσπασματικό, ώστε δεν κρίθηκε σκόπιμη συνεχής μετάφρασή του).

Αρχαίο κείμενο

Όψη Α (κύρια)                                                                                                           (Agora I 3972)

c νε[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 33 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
ελι[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 32 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
αρχ[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 32 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
ΝΛ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 33 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
                   lacuna
a    5 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 18 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ε π̣ρ̣ὸς ℎέν άν φα[ίνει ἒ]                       (ΕΜ 6577)
[γράφεται, εσ]αγέτο. εὰν δέ εσάγει ενεχ[ ․ ․ 5 ․ ․ ]
[ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ] ℎο φένας ἒ ℎο γραφσάμενος. πο[ ․ ․ 5 ․ ․ ]
[ ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]ν αυτοίς παρασχόντον ℎοι απ[οικιστ]-
[αὶ καλλ]ιερε͂σαι ℎυπέρ τε͂ς αποικίας, [ℎοπόσα]
    10 [άν αυτο]ίς δοκε͂ι. γεονόμος δέ ℎελέσθ[αι δέκα]
[άνδρας], ένα εχ φυλε͂ς· ℎούτοι δέ νεμάντ[ον τέν]
[γε͂ν. Δεμ]οκλείδεν δέ καταστε͂σαι τέν α[ποικί]-
[αν αυτο]κράτορα, καθότι άν δύνεται ά[ριστα. τ]-
[ὰ δέ τεμ]ένε τὰ εχσειρεμένα εαν καθά[περ εστ]-
    15 [ί, καὶ άλ]λα μέ τεμενίζεν. βούν δέ καὶ π̣[ανℎοπλ]-
[ίαν απά]γεν ες Παναθέναια τὰ μεγάλ[α καὶ ες Δ]-
[ιονύσι]α φαλλόν. εὰν δέ τις επιστρα[τεύει επ]-
[ὶ τέν γε͂]ν τέν το͂ν αποίκον, βοεθε͂ν τὰ[ς πόλες ℎ]-
[ος οχσύ]τατα κατὰ τὰς χσυγγραφὰς ℎα̣[ὶ επὶ ․ ․ ]
    20 [ ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]το γραμματεύοντος εγένον[το περὶ τ]-
[ο͂ν πόλε]ον το͂ν επὶ Θράικες. γράφσαι δ[έ ταύτα]
[εν στέλ]ει καὶ καταθε͂ναι εμ πόλει· πα[ρασχόν]-
[τον δέ τ]έν στέλεν ℎοι άποικοι σφο͂ν α[υτο͂ν τέ]-
[λεσιν. ε]ὰν δει τις επιφσεφίζει παρὰ τέ[ν στέλ]-
    25 [εν ἒ ρρέ]τορ αγορεύει ἒ προσκαλε͂σθα[ι εγχερ]-
[ε͂ι αφαι]ρε͂σθαι ἒ λύεν τι το͂ν ℎεφσεφι[σμένον],
[άτιμον] ἐ͂ναι αυτὸν καὶ παίδας τὸς εχς [εκένο]
[καὶ τὰ χ]ρέματα δεμόσια ἐ͂ναι καὶ τε͂ς [θεο͂ τὸ ε]-
[πιδέκα]τον, εὰμ μέ τι αυτοὶ ℎοι άποικ[οι ․ ․ ․ ․ ]
    30 [ ․ ․ ․ ․ δέ]ονται ∶∶ ℎόσοι δ’ άν γράφσοντα[ι εποικ]-
[έσεν το͂]ν στρατιοτο͂ν, επειδὰν ℎέκοσ[ι Αθένα]-
[ζε, τριά]κοντα εμερο͂ν εμ Βρέαι ἐ͂ναι επ̣[οικέσ]-
[οντας. ε]χσάγεν δέ τέν αποικίαν τριάκ̣[οντα ε]-
[μερο͂ν. Α]ισχίνεν δέ ακολουθο͂ντα απο[διδόνα]-
    35 [ι τὰ χρέ]ματα     vacat
                    vacat 0.19

 

Όψη Β (δεξιά)                                                                                                            (ΕΜ 6577α)

b [Φ]αντοκλε͂ς είπε· περὶ
[μ]έν τε͂ς ες Βρέαν αποι-
[κ]ίας καθάπερ Δεμοκλ-
[ε]ίδες είπε· Φαντοκλέ-
    40 [α] δέ προσαγαγε͂ν τέν Ε-
[ρ]εχθείδα πρυτανεία-
[ν] πρὸς τέν βολέν εν τε͂-
[ι] πρότει ℎέδραι· ες δέ
[Β]ρέαν εχ θετο͂ν καὶ ζε-
    45 [υ]γιτο͂ν ιέναι τὸς απο-
[ί]κος.
           vacat 0.46

Ανάμεσα στις πολυάριθμες περιπτώσεις ελληνικών εγκαταστάσεων σε Δύση και Ανατολή και πιο συγκεκριμένα στις αποστολές αποικιών και κληρουχιών από την Αθήνα κατά τον 5ο αι. π.Χ. έχουμε εδώ τη μοναδική επιγραφή που μας δίνει άμεσες λεπτομερείς πληροφορίες για τη διαδικασία ίδρυσης μιας αθηναϊκής εγκατάστασης εκτός Αττικής.

Το άνω τμήμα της στήλης δεν σώζεται. Στο σημείο που ξεκινά το κείμενο ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν εσωτερικά θέματα της αποικίας (στ. 1-15). Η συνέχεια του ψηφίσματος διευθετεί τις σχέσεις της αποικίας με τον έξω κόσμο και την άμυνά της (στ. 15-21). Όπως κάθε αθηναϊκό ψήφισμα που ρυθμίζει ζητήματα σημαντικά, το παρόν φροντίζει να εξασφαλίσει τη δημοσίευσή του (στ. 21-24), καθώς επίσης την τήρηση των διατάξεών του (στ. 24-30). Για όσους φέρουν προς ψήφιση κάτι αντίθετο ή προτείνουν την κατάργηση ορισμένων από τις διατάξεις του, προβλέπονται στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων (ατιμία) και δήμευση της περιουσίας.

Την επιτυχία της αποστολής και την αποφυγή διαρροών από όσους έχουν εκδηλώσει πρόθεση να συμμετάσχουν, επιδιώκουν και δύο τελευταίες διατάξεις του ψηφίσματος που αφορούν το χρόνο (στ. 30-34) και τη χρηματοδότηση της εγκατάστασης (34-35). Η αποστολή πρέπει να λάβει χώρα εντός τριάντα ημερών, προθεσμία που ισχύει και για τους στρατιώτες που θα δηλωθούν ως έποικοι μετρώντας, ωστόσο, από την ημέρα κατά την οποία θα φτάσουν στην Αθήνα διακόπτοντας προφανώς τη συμμετοχή τους σε εκστρατεία που βρίσκεται σε εξέλιξη. Τα χρήματα που προφανώς η μητρόπολη έχει προβλέψει για την αποικία και την αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών θα καταβληθούν στους αποίκους μετά την άφιξή τους στην Βρέα από τον Αισχίνη που θα τους συνοδεύσει.

Στο κάτω μέρος της στήλης καταγράφεται συμπληρωματική εισήγηση του Φαντοκλή στην εκκλησία του δήμου (στ. 36), προκειμένου να του επιτραπεί πρόσβαση στην πρώτη συνεδρία επί πρυτανείας της Ερεχθηίδας φυλής (στ. 39-43). Η πρόταση που ο Φαντοκλής θα φέρει στη βουλή καταγράφεται περιληπτικά (στ. 43-46) και δίνει μια σαφή κοινωνική διάσταση στην ίδρυση της συγκεκριμένης εγκατάστασης καθώς υποδεικνύει να προέρχονται οι συμμετέχοντες από τις δύο κατώτερες αθηναϊκές τάξεις: τους θήτες και τους ζευγίτες.

Η τοποθεσία της Βρέας και η χρονολόγηση της επιγραφής έχουν προκαλέσει εκτενείς συζητήσεις. Όσον αφορά τη θέση της εγκατάστασης, οι απόψεις διίστανται ανάμεσα στην Βισαλτία της Θράκης και τη θέση Βεριά στην Χαλκιδική. Από τον λεξικογράφο Στέφανο Βυζάντιο παρουσιάζεται η Βρέα ως πόλις [Θράκης] (η γενική θεωρείται, ωστόσο, οβελιστέα), ενώ ο Πλούταρχος (Περικλής 11.5) απαριθμώντας τις κληρουχίες του Περικλή αναφέρει ότι έστειλε και χίλιους κληρούχους Βισάλταις συνοικήσοντας. Οι δύο πηγές σε συνδυασμό με το εδάφιο της επιγραφής μας (στ. 18-21), όπου η βοήθεια που θα προσφερθεί στην Βρέα προσδιορίζεται βάσει συνθηκών σχετικών με τις πόλεις της Θράκης (αναφορά που βέβαια δεν τοποθετεί την Βρέα απαραίτητα ανάμεσα σε αυτές τις πόλεις), αποτελούν τα βασικά επιχειρήματα των υποστηρικτών της πρώτης άποψης. Η άποψη της Χαλκιδικής στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην –με πειστικά επιχειρήματα τεκμηριωμένη– διόρθωση του τοπωνύμιου Βέροια σε Βρέα σε χωρίο του Θουκυδίδη (1.61.4), όπως επίσης στον Θεόπομπο (FGrHist 115 F 145) που αναφέρει την Βρέα στο κεφάλαιο ΚΓ΄ των Φιλιππικών του, τα γεγονότα του οποίου φαίνεται να εκτυλίσσονται στην Χαλκιδική.

Η χρονολόγηση της επιγραφής στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη μορφή του ρο που δεν απαντά μετά το 438/7 π.Χ. και στην πληροφορία που μας δίνει ο Ησύχιος ότι ο ποιητής Κρατίνος (δράση περίπου 450-420 π.Χ.) μνημονεύει την Βρέα. Η τοποθέτηση του ψηφίσματος περί το 445 π.Χ. (λιγότερους υποστηρικτές έχουν οι εναλλακτικές προτάσεις του 439/8 και 426/5 π.Χ.) επιτρέπει να υποθέσουμε ότι η εκστρατεία, την οποία προφανώς θα εγκατέλειπαν όσοι στρατιώτες θα εγγράφονταν να στελεχώσουν την αποικία, ήταν η ανάκτηση της Εύβοιας το 446 π.Χ. Η επιγραφή τεκμηριώνει επομένως ένα μέρος της σύνθετης επεκτατικής πολιτικής της Αθήνας στην περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης στο χρόνια του Περικλή και έως την έκρηξη του Πελοποννησιακού πολέμου.

. . . η αρχή στην οποία θα γίνει η καταγγελία να ασκήσει δίωξη. Αν ασκήσει δίωξη, . . . . να κατάσχει; όποιος φανερώσει την υπόθεση . . . . να παρέχουν σε αυτούς οι απ[οικισταί] (επικεφαλής της αποικίας), προκειμένου, θυσιάζοντας όσα νομίζουν, να αποκτήσουν καλούς οιωνούς για την αποικία. Να εκλεγούν δέκα γεωνόμοι, ένας από κάθε φυλή. Αυτοί να διανείμουν τη γη. Να εγκαταστήσει ο Δημοκλείδης την αποικία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο έχοντας πλήρη εξουσία. Οι ιερές γαίες (τεμένη) που έχουν εξαιρεθεί να παραμείνουν ως έχουν, και να μην αφιερωθούν άλλες. Να στέλνουν βόδι και πανοπλία στα Μεγάλα Παναθήναια και φαλλό στα Διονύσια. Αν κάποιος εκστρατεύσει ενάντια στην αποικία, να βοηθήσουν οι πόλεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα σύμφωνα με τις συνθήκες που έγιναν επί γραμματέα . . . σχετικά με τις πόλεις της Θράκης. Να γραφούν αυτά σε στήλη και η στήλη να στηθεί στην πόλη. Να παρέχουν οι άποικοι τη στήλη με δικά τους έξοδα. Αν κάποιος θέσει σε ψηφοφορία ζήτημα αντίθετο προς τη στήλη ή ρήτορας αγορεύσει ή επιχειρήσει να προτείνει να αφαιρέσουν ή να καταργήσουν κάτι από όσα έχουν ψηφιστεί, να περιπέσει ο ίδιος και τα παιδιά του σε ατιμία, να δημευθεί η περιουσία του και να ανήκει στη θεά η δεκάτη, εκτός και αν οι ίδιοι οι άποικοι κάτι… αιτούνται. Όσοι από τους στρατιώτες εγγραφούν να εποικίσουν, πρέπει, αφού φτάσουν στην Αθήνα, να μεταβούν στην Βρέα ως έποικοι εντός τριάντα ημερών. Να σταλεί η αποικία εντός τριάντα ημερών. Ο Αισχίνης οφείλει να ακολουθήσει και να πληρώσει τα χρήματα.

Ο Φαντοκλής εισηγήθηκε· όσα αφορούν την αποικία στην Βρέα, (να γίνουν) σύμφωνα με αυτά που εισηγήθηκε ο Δημοκλείδης. Ωστόσο, να επιτρέψει η πρυτανεία της Ερεχθείδας φυλής στον Φαντοκλή να εμφανιστεί στη βουλή κατά την πρώτη συνεδρία της. Να μεταβούν στην Βρέα άποικοι από τους θήτες και τους ζευγίτες.

Στήλη Α (;)

b (ΕΜ 6591α)

— — — — — — — — — ν̣αν [ ․ ․ ․ ․ ]ν[ ․ ․ ․ ․ 10 ․ ․ ․ ․ ]νι̣[ ․ ․ ․ ․ ]οι̣ο[․․5․․]
[— διαχεροτονε͂σαι τὸν δε͂μ]ον αυτ̣ί̣κ̣α μάλα είτε δοκε͂ι ℎένα στρατ[εγ]-
[ὸν — — — — — — — — — — — —] ℎελέσθαι τύχει αγαθε͂ι νυνὶ ℎοίτινε[ς] α̣-
— — — — — — — — — — — — — τ̣ο̣[․] τὸς πολεμίος ℎος άν δύνονται πλει-
5 [στ — — — — — — — — — — — — — —]ο̣σθον δέ καὶ το͂ν χσυμμάχον ℎοποσ̣-
[— — — — — — — — — — — — — — — — π]όλες ες τέμ βολέν τέν Αθεναίο[ν]
[— — — — — — — — — — — — — — — — — — ℎ]ε̣χσέκοντα νεο͂ν ℎόταμπ̣ε̣ρ̣ [ ․ ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — αις άμ βόλοντ[αι ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — λλ̣ο[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
10                             lacuna

 

c (ΕΜ 6591β)

[․․․] βολέν καθότι άριστα κ̣[— — — — — — — — — εά]-
ν τε απὸ το͂ τιμέματος δοκε͂ι [— — — — — — — εάν]
τε τέμ πόλιν αναλο͂ν ℎόσον α[— — — — — — — — τὰ]-
ς ℎεχσέκοντα ναύς εὰμ προσ — — — — — — — — — —
5 μενον ἐ͂ι εσφέρεν ℎόταν δεε[— — — — — — — — εκκ]-
λεσίαν ποιεσάντον δέκα ℎε[μερο͂ν — — — — — — — π]-
ερὶ άλλο μεδενὸς πρότερον — — — — — — — — — — —
ε εκκλεσίαν ποιε͂ν το͂ς πρυτ[άνες — — — — — — — —]
αι τοίς στρατεγοίς το͂ν νεο͂ν — — — — — — — — — —
10 οις· περὶ δέ το͂ έκπλο το͂ν νεο͂ν [— — — — — — — ε]-
πανορθο͂σθαι εν το͂ι δέμοι ℎο[— — — — — — — — — ε]-
κκλεσίαν ποιόντον ℎόταν κε — — — — — — — — — —
ον καὶ τε͂ς άλλες ℎυπερεσίας — — — — — — — — — —
καὶ αργύριο ες καλλιέρεσιν — — — — — — — — — —
15 [․] ℎεχσ̣ακοσίον [καὶ] χιλίον ℎ̣ — — — — — — — — —
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — —

 

Στήλη Β (;)

a (ΕΜ 6591)

[έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δ]έ̣μοι̣ — — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ εί]πε· τύχε[ι αγαθε͂ι — — —]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 22 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]μένας μισ[θ — — — — — —]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]ετταράκον[τα — — — — —]
5 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ πελ]τασταίς χρ — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 22 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]οχσότας π — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 23 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]δεει εκ το — — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]έτταρας οβο[λὸς — — —]
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ κυβε]ρνέτας δέ καὶ — — — — —
10 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 19 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τ]αμίαν δέ χσυμπ — — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] ℎε βολέ ℎόταμ με̣ — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 16 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ τοί]ς τριεράρχοις κα — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 21 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] το͂μ πολεμίον λ̣ — — — —
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 22 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]λ̣λον ℎότι αν — — — — —
                                lacuna

 

d και g (ΕΜ 6591γ – 6591ε)

— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — ι̣ο̣[ ․ ․ 5 ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — σοτοντ[ ․ ]
— — — — — — α̣ι̣ ἒ φρορο͂σι τέ[μ πόλιν ἒ τέ]ν χόραν τ-
— — — — — — ν ℎὸς άν μέ περιπο[λε͂ι μεδέ μ]ισθοφορε͂-
5 [ι — — — — —]το πλέν ℎοπόσοις [ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ℎ]ε βολέ καὶ
[— — — — —  έ]νοχον ἐ͂ναι ζεμία[ι ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]αι μέτε τον
[— — — — — πρ]υτάνες· λύσαι δέ [ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]αι τὸ φσέφι-
[σμα — — — τ]ο͂ έκπλο το͂ν εχσέ[κοντα νεο͂]ν ℎέος άν ℎ̣-
[— — — —  ε]π’ άλλο έργον με[δ’ επ’ άλλεν σ]τρατιὰν
10 [— — — — —  τ]ρισχιλίον· ε[ὰν δέ τιν είπει] ἒ επιφσ-
[εφίσει — — — — — —]ς εχσαιρ[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ον μ̣[ ․ ]
— — — — — — — — — — — — ογ̣ι̣τ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
— — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — — —

 

Υπόλοιπα ανέντακτα θραύσματα

e (ΕΜ 6591δ)

[— — — ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]#⁷#⁷#⁷ΟΣ — — — — —
[— — — ․ ․ ․ ․ ] τε͂ι Αθεναι κ — — —
[— — —  στρα]τιόταις διανε[μ — —]
[— — — ․ ․ 5 ․ ․ ]ε̣ναι το͂ν νεο͂ν — — —
5 [— — — ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․ ]ρχ̣σοσι — — — —
— — — — — — — — — — — — — — — —

 

f (ΕΜ 6591η)

— — — — — τ̣εν̣ κ̣[ ․ ․ ․ 7 ․ ․ ․ ]
[— — ℎεκ]ατὸν τριέρε̣[ς ․ ]
— — — — — πολέμιοι ℎότι
— — — — — α̣στέσασθαι το
5 [— — — επιτ]έδιον ἐ͂ναι ℎ-
— — — — — — αμ ποι χρεσ-
— — — — — — —  ς ναυσὶν
[— — — — — — —  πρυ]τανε-
— — — — — — — — — —  ντ-
           — — — — — — —

 

h (ΕΜ 6591ζ)

[— — — ․ ․ ․ ․ 9 ․ ․ ․ ․ ]αν — — —
[— — — ․ ․ ․ 8 ․ ․ ․ ․ ]ι̣τοι — —
— — — ος χσυμμάχος α — —
— — — ς καὶ τομ φορον —
5 [— — — ․ ․ 6 ․ ․ ․ ]σθαι τ — —
[— — — ․ ․ ․ 8 ․ ․ ․ ․ ]ο̣ε̣ — — —
— — — — — — — — — — — —

Τα ψηφίσματα αυτά αναφέρονται στις αποφάσεις που πήραν οι Αθηναίοι σχετικά με το μέγεθος του στρατεύματος που θα έστελναν στη Σικελία προκειμένου να ανταποκριθούν στο αίτημα βοήθειας που τους είχαν διατυπώσει, στα τέλη του καλοκαιριού του 416 π.Χ., οι Εγεσταίοι (Θουκυδίδης 6.6). Δυστυχώς η αποσπασματική κατάσταση των ψηφισμάτων δεν μας επιτρέπει να έχουμε ακριβή εικόνα του περιεχομένου τους. Υποθέτουμε ότι η πρώτη στήλη (με βάση διασταυρωμένες μαρτυρίες του Θουκυδίδη) αναφέρεται στην πρώτη συνέλευση. Σε αυτήν, η εκκλησία τού δήμου κλήθηκε, πιθανότατα, πρώτα να ψηφίσει, εκτός από την αποστολή των εξήντα πλοίων (θρ. b στ. 7 και θρ. c στ. 4) και τον προσδιορισμό των πρώτων αναγκών (θρ. c στ. 13-15), αν θα όριζε επικεφαλής έναν ή δύο στρατηγούς (θρ. b στ. 2-3), ενώ ο σκοπός των ενεργειών δεν διατυπώνεται με ευκρίνεια. Το ψήφισμα της δεύτερης στήλης θεωρείται ότι θα πρέπει να αναφέρεται στη δεύτερη συνέλευση (που έγινε πέντε ημέρες μετά την πρώτη) κατά την οποία επαναπροσδιορίστηκε η δύναμη του εκστρατευτικού σώματος και το μέγεθος των δαπανών που απαιτούνταν.

Το ενδιαφέρον των Αθηναίων να αποκτήσουν τον έλεγχο της Σικελίας (Θουκυδίδης 3.86.4) γίνεται ορατό ήδη το 427 π.Χ. (Θουκυδίδης 4.65) όταν βοήθησαν τους συμμάχους τους Λεοντίνους (βλ. Ε56). Ωστόσο η τελικά αποτυχημένη αυτή εκστρατεία δεν έκαμψε την επιθυμία τους για μια νέα επέμβαση. Οι σχέσεις φιλίας και συμμαχίας που διατηρούσαν με διάφορες πόλεις της Σικελίας, όπως η Καμάρινα (Θουκυδίδης 6.75.3), η Κατάνη (Θουκυδίδης 6.57.11), το Ρήγιο (IG I2 51) και η Έγεστα (Θουκυδίδης 6.10.5 και 18.1) τους επέτρεπε να συντηρούν αυτό το φιλόδοξο σχέδιο. Την ευκαιρία λοιπόν για μία ακόμη ανάμειξη έδωσαν οι Εγεσταίοι, οι οποίοι με διάφορες δελεαστικές υποσχέσεις για κάλυψη των χρηματικών αναγκών του πολέμου (Θουκυδίδης 6.6.2, 6.8.1· Διόδωρος Σικελιώτης 12.82.3-83.3) και για υποστήριξη και άλλων πόλεων, όπως η Νάξος και η Κατάνη (Θουκυδίδης 6.20.3), κατάφεραν να τους παρασύρουν σε μια εκστρατεία που όμοιά της δεν είχαν γνωρίσει μέχρι τότε οι ελληνικές πόλεις.

Το ζήτημα επομένως του μεγέθους του εκστρατευτικού σώματος απασχόλησε τους Αθηναίους σε πολλές συνελεύσεις. Στην πρώτη συνέλευση (ψήφισμα της πρώτης στήλης) αποφασίστηκε αρχικά να σταλούν εξήντα πλοία με επικεφαλής τους στρατηγούς Αλκιβιάδη, Λάμαχο και Νικία, στους οποίους αποδόθηκαν αυξημένες εξουσίες (στρατηγοὶ αυτοκράτορες). Ο σκοπός του εκστρατευτικού σώματος ήταν να βοηθήσουν την Έγεστα στη διαμάχη της με τον Σελινούντα, να αποκαταστήσουν τους Λεοντίνους και ταλλα τὰ εν τη Σικελία πραξαι όπη άν γιγνώσκωσιν άριστα Αθηναίοις (Θουκυδίδης 6.8.2).

Στη δεύτερη συνέλευση του δήμου (ψήφισμα της δεύτερης στήλης), η οποία συνήλθε πέντε μέρες αργότερα με θέμα την προετοιμασία των εξήντα πλοίων και όσων άλλων χρειάζονταν, ο Νικίας ζήτησε να ανακληθεί η προηγούμενη απόφαση και υπογράμμισε τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που θα παρείχε στους εχθρούς της Αθήνας η ανάληψη ενός τέτοιου εγχειρήματος (Θουκυδίδης 6.9-15) σημειώνοντας ότι δεν πρέπει αρχής άλλης ορέγεσθαι πρὶν ήν έχομεν βεβαιωσώμεθα (Θουκυδίδης 6.10.5). Ο Αλκιβιάδης, αντίθετα, διαβεβαίωσε τους Αθηναίους ότι το εγχείρημα θα είχε επιτυχία λόγω της διάσπασης των Σικελών και ότι με την εκστρατεία αυτή η Αθήνα θα ενίσχυε τη δύναμή της και θα ταπείνωνε το φρόνημα των Πελοποννησίων (Θουκυδίδης 6.16-18). Ο Νικίας για να αποθαρρύνει τους Αθηναίους εξήγησε ότι για μια τέτοια εκστρατεία απαιτείτο πολύ μεγαλύτερη προπαρασκευή και στρατός (Θουκυδίδης 6.20-23) και ζήτησε εκατό τριήρεις, 5.000 οπλίτες, τοξότες, σφενδονήτες και γενικά ό,τι άλλο κρινόταν αναγκαίο (Θουκυδίδης 6.25). Προς μεγάλη του όμως απογοήτευση η εκκλησία τού δήμου πρόθυμα παρέσχε στους στρατηγούς πλήρη αρμοδιότητα να ορίσουν το μέγεθος του στρατεύματος καθώς και το μέγεθος των δαπανών που θα απαιτούνταν (Θουκυδίδης 6.26).

Τελικά οι Αθηναίοι αποφάσισαν να στείλουν 134 τριήρεις εκ των οποίων οι 100 αθηναϊκές, 5.100 οπλίτες, 480 τοξότες και 700 σφενδονήτες (Θουκυδίδης 6.43· πρβλ. Διόδωρος Σικελιώτης 13.2.5). Η δεύτερη στήλη μνημονεύει μάλλον πελταστές (θρ. a στ. 5) και τοξότες (θρ. a στ. 6). Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη και για την πιο πολυδάπανη παρασκευή (Θουκυδίδης 6.31) που είχε γίνει μέχρι τότε. Αργότερα, το καλοκαίρι του 413 π.Χ., οι Αθηναίοι θα στείλουν και νέες ενισχύσεις σε χρόνο μάλιστα που οι Σπαρτιάτες με παρότρυνση του Αλκιβιάδη είχαν εγκατασταθεί στην Δεκέλεια.

Λόγω της αποσπασματικής κατάστασης του κειμένου δεν κρίθηκε σκόπιμο να επιχειρηθεί συνεχής μετάφραση.

[θεοί].
έδοξ[εν] τήι̣ βουλήι καὶ τώι δήμωι·
Θεμισ[τοκλ]ή̣ς̣ Ν̣εοκλέ̣ους Φρεάρριος είπεν·
τὴ[μ] μέ̣ν̣ πό[λιν παρ]ακ̣α̣τ[αθέ]σθαι τήι Αθηναι τήι Αθηνώ-
5 μ [μεδεο]ύ[σηι] κ[αὶ τοίς άλλ]οις θε̣οίς ά̣πα̣σιν φυλάττει-
ν κ̣α̣[ὶ] α̣μ̣[ύνειν τὸμ βά]ρ̣β̣α̣ρ̣[ο]ν υπέρ τής χώρας· Αθηναίου-
[ς δ’ άπ]α̣[ντας καὶ τοὺς ξένο]υ̣ς τοὺς οικούντας Αθήνησι
[τὰ τέκ]ν[α καὶ τὰς γυναίκ]α̣ς̣ ε̣[ις] Τροιζήνα καταθέσθαι
τ̣[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 20 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ] τού̣ α̣ρχηγέτου τής χώρας· τ-
10 [οὺς δέ πρεσβύτας καὶ τὰ] κτήματα εις Σαλαμίνα καταθ-
έ[σ]θ[αι· τοὺς δέ ταμίας καὶ τ]ὰς ιερέας εν τήι ακροπόλε-
[ι μένειν φυλάττοντας τὰ τώ]ν̣ θ̣εών· τοὺς δέ άλλους Αθη-
[ναίους άπαντας καὶ τοὺς ξέ]νο̣υς τοὺς ηβώντας εισβαί-
νειν ε̣[ις τὰς ετοιμασθ]ε̣[ί]σ̣[α]ς̣ διακοσίας ναύς καὶ αμύ-
15 νεσ[θαι] τ[ὸμ βάρβαρον υπέρ τή]ς ελευθερίας τής τε εαυ-
τώ̣ν [καὶ τών άλλων Ελλήνων] μετὰ Λακεδαιμονίων καὶ Κο-
ρ̣ι̣ν̣[θίων καὶ Αιγινητών] κ̣α̣ὶ τών άλλων τώμ βουλομένω-
[ν] κ̣οινω[νήσειν τού κινδύνο]υ· καταστήσαι δέ καὶ τριη̣-
[ρ]ά̣[ρχους διακοσίους ένα επὶ] τὴν ναύν εκάστην τοὺς [σ]-
20 τρατη[γ]οὺ[ς αρχομένους τ]ήι αύριον ημέραι εκ τών κ[εκ]-
τ̣η̣μ̣έ̣ν̣[ω]ν̣ γ̣[ήν] τ̣[ε κ]α̣ὶ̣ [οικί]αν Αθ[ή]νησι καὶ οίς άμ παίδ[ες]
ωσ̣ι γνή[σιοι μὴ πρεσβυτέρο]υς πεντήκοντα ετών κα̣[ὶ ε]-
πικλ[ηρώσαι αυτ]ο̣ί̣ς [τ]ὰς να̣ύς· vv καταλέξαι δέ καὶ επ̣[ι]-
βάτας [δ]έκα̣ [εφ’ εκάστη]ν ναύν εκ τών υπέρ είκοσιν έτη [γ]-
25 εγονότω[ν μέχρι τριά]κο̣ντα ετών καὶ τοξότας τέτταρ-
ας· δια[κληρώσαι δέ κ]α̣ὶ̣ [τ]ὰ̣ς̣ υ̣πηρεσίας επὶ τὰς ναύς ότ-
αμπερ κ[αὶ τοὺς τριηράρ]χους επικληρώσιν· αναγράψα-
ι δέ κα̣[ὶ τοὺς άλλους κατὰ] ναύ̣ν̣ τοὺς στρατηγοὺς εις λ-
ευκώ[ματα, τοὺς μέν Α]θ̣η̣ν̣α̣ί̣ο̣υ̣ς εκ τών ληξιαρχικών γρ-
30 αμματεί̣[ων, τοὺς] δ̣έ̣ ξ[έν]ους εκ τών απογεγραμμένων πα̣-
[ρ]ὰ̣ τ̣ώι [πολε]μ̣[άρχ]ω̣[ι]· ανα̣γράφειν δέ νέμοντας κατὰ τάξ-
ει[ς ε]ις διακοσία[ς] α̣[ν]ὰ̣ εκατὸν αριθμὸν καὶ επιγράψα-
ι τ̣ή̣ι̣ [τάξ]ει̣ ε̣κ̣ά̣στηι τής τρι̣ήρους τούνομα καὶ τού τρι-
η̣ράρχου καὶ τ̣ή̣ς̣ υ̣πηρε[σί]ας, όπως άν ειδώσιν εις οποί-
35 αν τριήρη ε[μ]βήσεται η [τ]άξις ε[κ]άστη· επειδὰν δέ νεμη-
θ̣ώσ̣ιν άπα[σ]αι αι τάξεις καὶ επικληρωθώσι ταίς τριή-
ρεσ̣ι, πλ̣η̣ρούν α̣[π]άσας̣ τὰς διακοσίας ναύς τὴμ βουλὴν
καὶ τ̣[ο]ὺ̣σ̣τρατηγ̣οὺ[ς θύ]σαντας αρεστήριον τώι Διὶ τώι
Παγκρατεί καὶ τήι Αθηναι {καὶ}(?) τήι Νίκηι καὶ τώι Ποσει-
40 δώνι τώι Ασφα[λ]είωι· vv επειδὰν δέ πεπληρωμέναι ωσιν
αι νήες̣, τα[ί]ς μέν εκατὸν αυτών βοηθείν επὶ τὸ Αρτεμίσ-
[ι]ο̣ν τ̣ὸ̣ Ευβοϊκόν, ταίς δέ εκατὸν αυτών περὶ τὴν Σαλαμ-
ίνα καὶ τὴν άλλην Αττικὴν ναυλοχείν καὶ φυλάττειν
τὴν χώρ̣α̣ν· όπως δ’ άν καὶ ομονοούντες άπαντες Αθηναίοι
45 α̣μ̣ύ̣νωνται τὸμ βάρβαρον, τοὺς μέν μεθεστηκότας τὰ [δ]-
[έκα] έτη απιέναι εις Σαλαμίνα καὶ μένειν αυτοὺς̣ ε̣[κε]-
[ί έως άν τι τώι δήμ]ω̣ι δόξηι περὶ αυτών· τοὺς δέ [ατίμου]-
[ς — — — — — — — — — —] reliquiae incertae — — — — — — —

Στο συγκεκριμένο ψήφισμα εμφανίζεται ο Θεμιστοκλής να εισηγείται σημαντικά μέτρα για την αντιμετώπιση της περσικής εισβολής το 481/0 π.Χ.: ανάθεση της προστασίας της Αθήνας στην Αθηνά και σε όλους τους θεούς (στ. 4-6), εκκένωση της πόλης με αποστολή των γυναικόπαιδων στην Τροιζήνα, των ηλικιωμένων και της κινητής περιουσίας στην Σαλαμίνα (στ. 6-11), φύλαξη της Ακρόπολης (στ. 11-12), επάνδρωση διακοσίων πλοίων (στ. 12-35) και ολοκλήρωση της διαδικασίας με τέλεση θυσιών (στ. 35-40), αποστολή εκατό πλοίων στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας και εκατό σε περιπολίες γύρω από την Σαλαμίνα και την υπόλοιπη Αττική (στ. 40-44), επίτευξη ομόνοιας μεταξύ των Αθηναίων με ανάκληση των οστρακισμένων και προσωρινή εγκατάστασή τους στην Σαλαμίνα (στ. 44-47).

Την απόφαση των Αθηναίων να αντιμετωπίσουν πανδημεί –μαζί με όσους Έλληνες θελήσουν να κάνουν το ίδιο– την περσική επίθεση με πλοία υπακούοντας στον περίφημο δελφικό χρησμό περί ξύλινων τειχών (Ηρόδοτος 7.141) μαρτυρεί ο Ηρόδοτος (7.144.3). Η ηροδότεια διήγηση δεν βοηθά στην αποκατάσταση της χρονικής ακολουθίας των γεγονότων και έτσι η τοποθέτηση της απόφασης αυτής σε σχέση με την εκστρατεία στα Τέμπη και τις συγκρούσεις στις Θερμοπύλες και το Αρτεμίσιο (Ηρόδοτος 7.172-177) παραμένει ασαφής. Την τελική εκκένωση της Αθήνας από τον πληθυσμό της τοποθετεί, ωστόσο, ο Ηρόδοτος (8.40-41) αργότερα, όταν τα νέα της ήττας στις Θερμοπύλες φτάνουν στην πόλη.

Παραπάνω από έναν αιώνα αργότερα (348 π.Χ.), καθώς η Αθήνα αποδυναμώνεται με την άνοδο της Μακεδονίας, ο Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός Αισχίνης –συνεργάτης ακόμη του Ευβούλου και εναντιωνόμενος στα επεκτατικά σχέδια του Φιλίππου Β΄– εμφανίζεται να επιδιώκει πατριωτικό ενθουσιασμό στην εκκλησία του δήμου διαβάζοντας το ψήφισμα του Θεμιστοκλή μαζί με αυτό του Μιλτιάδη πριν από το Μαραθώνα και τον όρκο των Αθηναίων εφήβων (Δημοσθένης, Περὶ τής παραπρεσβείας 303, 311). Τη ρητορεία των Περσικών καλλιεργεί η εχθρική προς τους Μακεδόνες παράταξη υποβάλλοντας την ιδέα της ταύτισης των Μακεδόνων με τους βαρβάρους (πρβλ. Δημοσθένης, Ὀλυνθιακός Γ΄ 17, 24). Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται η παράθεση του όρκου των εφήβων μαζί με εκείνου των Ελλήνων στις Πλαταιές από τον Λυκούργο στο λόγο του Κατὰ Λεωκράτους (77 και 81).

Μεταγενέστερες γραμματειακές μαρτυρίες της αυτοκρατορικής εποχής, όπως ο Πλούταρχος (Θεμιστοκλής 10.4), ο Αίλιος Αριστείδης (1.154, 3.247) και ο Λιβάνιος (Declamatio 9.38), μνημονεύουν το ψήφισμα του Θεμιστοκλή πιο συγκεκριμένα και αναφέρονται στο περιεχόμενό του με διατυπώσεις που βρίσκονται πολύ κοντά στο κείμενο της επιγραφής μας. Σε μία στοά της αγοράς στην Τροιζήνα ο Παυσανίας (2.31.7) βλέπει αγάλματα των γυναικών και των παιδιών που οι Αθηναίοι εμπιστεύτηκαν στους Τροιζήνιους.

Το ότι η επιγραφή χαράχτηκε –αν κρίνουμε με βάση τα γράμματα– περίπου δύο αιώνες μετά τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται (α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ.), βρέθηκε στην Τροιζήνα, δηλαδή στην πόλη όπου το ψήφισμα ορίζει να σταλούν τα γυναικόπαιδα, και χαράχτηκε μάλλον επί τόπου (η προέλευση του μαρμάρου παραμένει ασαφής) έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις σχετικά με τη γνησιότητα του αθηναϊκού ψηφίσματος και τη σχέση του με όσα αναφέρουν οι αρχαίοι συγγραφείς. Οι απόψεις διΐστανται ανάμεσα σε εκείνους που θεωρούν το κείμενο (ή τουλάχιστον ένα μέρος του) πρωτότυπο ψήφισμα του 481/0 π.Χ. και εκείνους που πιστεύουν ότι πρόκειται (εξ ολοκλήρου ή εν μέρει) για μεταγενέστερο κατασκεύασμα του 4ου ή του 3ου αι. π.Χ. Είναι γεγονός ότι το ψήφισμα παρουσιάζει αναχρονισμούς που δεν επιτρέπουν την ενιαία αναγωγή του στον 5ο αι. π.Χ. Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι: 1) η μεγάλη έκταση και οι πολλαπλές επακριβείς ρυθμίσεις –στοιχεία ασυνήθιστα στα πρώιμα αθηναϊκά ψηφίσματα, 2) η χρήση πατρώνυμου και δημοτικού δίπλα στο όνομα του Θεμιστοκλή (πρόκειται για ονομαστική πρακτική που μας είναι γνωστή στις αθηναϊκές επιγραφές πολύ αργότερα), 3) οι θεότητες που απαριθμούνται στους στ. 38-40, και 4) η γλώσσα και κυρίως η έλλειψη χασμωδιών. Ερωτηματικά εγείρει, επιπλέον, η διαπίστωση ότι οι μεταγενέστερες γραμματειακές πηγές βρίσκονται κοντά στο κείμενο της επιγραφής μας δημιουργώντας την εντύπωση ότι το έχουν υπόψη τους, ενώ προγενέστερες μαρτυρίες –κυρίως ο Ηρόδοτος– αποδίδουν τα γεγονότα με τρόπο που δυσκολεύει τη σύνδεσή τους με το συγκεκριμένο ψήφισμα.

Με βάση τα δεδομένα που διαθέτουμε ως τώρα η εξεύρεση μιας γενικά αποδεκτής εξήγησης μοιάζει απίθανη. Βέβαιο παραμένει, πάντως, ότι ένα λαμπρό γεγονός του αθηναϊκού παρελθόντος και συγκεκριμένα της αντίστασης ενάντια στους Πέρσες ανακαλείται στη μνήμη μέσα στα επόμενα διακόσια έτη καταρχήν από την Αθήνα (βλ. παραπάνω Αισχίνης, 348 π.Χ.) και στη συνέχεια από την Τροιζήνα. Προϊόν αυτής της δεύτερης ανάκλησης αποτελεί η συγκεκριμένη επιγραφή. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανασύνθεση των συνθηκών κάτω από τις οποίες το κείμενο αναγράφηκε (κατά ορισμένους συντέθηκε) στην Τροιζήνα τον 3ο αι. π.Χ.: το περιεχόμενό του τεκμηριώνει τις παραδοσιακά φιλικές σχέσεις Αθήνας και Τροιζήνας και αποτελεί ενδεχομένως μέρος της προπαγάνδας του Χρεμωνίδειου πολέμου κατά τον οποίο Αθήνα, Σπάρτη και πολυάριθμες πόλεις της Πελοποννήσου συμμάχησαν υπό την αιγίδα του Πτολεμαίου Β΄ Φιλάδελφου ενάντια στους Μακεδόνες. Καθώς υπάρχουν αξιόπιστες ενδείξεις ότι κατά το α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ. η Τροιζήνα ανήκε στη σφαίρα επιρροής των Πτολεμαίων, είναι πολύ πιθανό να συμμετείχε ως δορυφόρος των Πτολεμαίων στη συμμαχία αυτή, αν και δεν εμφανίζεται ανάμεσα στις πόλεις που απαριθμούνται μεμονωμένα στο σχετικό ψήφισμα (βλ. σελ. 121 στ. 23-26 και σελ. 122 στ. 36-41). Πάντως, η επιδίωξη της ελευθερίας (στ. 15) και της ομόνοιας (στ. 44) βρίσκεται σε πλήρη εναρμόνιση με την πολιτική ρητορική της εποχής του Χρεμωνιδείου πολέμου, όπως και η σύγκρουση Περσών και Ελλήνων που συσχετίζεται με αυτή ανάμεσα στους Μακεδόνες και τις ελληνικές πόλεις (βλ. σελ. 125).

Θεοί. Αποφάσισαν η βουλή και ο δήμος, εισηγήθηκε ο Θεμιστοκλής, ο γιος του Νεοκλέους από το δήμο των Φρεάρρων. Οι Αθηναίοι να εμπιστευτούν την πόλη στην Αθηνά, (στ. 5) προστάτιδα της Αθήνας και σε όλους τους άλλους θεούς, ώστε να τη φυλάνε και να αποκρούουν τους βαρβάρους για το καλό της χώρας. Όλοι οι Αθηναίοι και οι ξένοι που κατοικούν στην Αθήνα να εγκαταστήσουν τα παιδιά και τις γυναίκες τους στην Τροιζήνα… του αρχηγέτη της χώρας. (στ. 10) Να εγκαταστήσουν τους γέροντες και την κινητή περιουσία στην Σαλαμίνα. Οι ταμίες και οι ιέρειες να μείνουν στην Ακρόπολη για να φυλάνε την περιουσία των θεών. Όλοι οι άλλοι Αθηναίοι και οι ξένοι που έχουν περάσει την εφηβεία να επιβιβάζονται στα διακόσια πλοία που έχουν ετοιμαστεί και (στ. 15) να αποκρούουν τους βαρβάρους για την ελευθερία τη δική τους και των άλλων Ελλήνων μαζί με τους Λακεδαιμονίους και τους Κορινθίους και τους Αιγινήτες και όσους άλλους θέλουν να συμμετάσχουν στον κίνδυνο. Οι στρατηγοί ξεκινώντας από την αυριανή μέρα να ορίσουν διακόσιους τριήραρχους, ένα σε κάθε πλοίο, (στ. 20) από όσους έχουν γη και κατοικία στην Αθήνα και γνήσια τέκνα και δεν είναι πάνω από πενήντα ετών. Και να τους ορίσουν με κλήρο τα πλοία. Να κατανείμουν και δέκα πεζοναύτες (επιβάται) σε κάθε πλοίο από αυτούς που είναι μεταξύ είκοσι (στ. 25) και τριάντα ετών και τέσσερις τοξότες. Να ορίσουν με πλοίο και τους βοηθητικούς αξιωματούχους (υπηρεσίαι) στα πλοία, όταν κληρώσουν και τους τριήραρχους. Οι στρατηγοί να καταγράψουν και τους άλλους που υπηρετούν σε κάθε πλοίο (ενν. τους κωπηλάτες) σε λευκώματα, τους μεν Αθηναίους βάσει των ληξιαρχικών γραμματείων, (στ. 30) τους δε ξένους από τις απογραφές που είναι κατατεθειμένες στον πολέμαρχο. Να τους καταγράψουν χωρίζοντάς τους σε διακόσια τμήματα ανά εκατό και να έχει κάθε τμήμα ως τίτλο το όνομα της τριήρους και του τριήραρχου και της υπηρεσίας, για να γνωρίζουν σε ποιά (στ. 35) τριήρη θα επιβιβαστεί κάθε τμήμα. Όταν κατανεμηθούν όλα τα τμήματα και κληρωθούν στις τριήρεις, να τους επιβιβάσουν στα διακόσια πλοία η βουλή και οι στρατηγοί, αφού προσφέρουν αρεστή θυσία στον Δία τον Παγκράτη και στην Αθηνά και στη Νίκη και στον Ποσειδώνα (στ. 40) τον Ασφάλειο. Όταν γεμίσουν τα πλοία, με εκατό από αυτά να σπεύσουν σε βοήθεια στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας, με άλλα εκατό να πλέουν γύρω από τη Σαλαμίνα και την υπόλοιπη Αττική και να προστατεύουν τη χώρα. Ώστε να αποκρούουν όλοι οι Αθηναίοι μονοιασμένοι (στ. 45) τους βαρβάρους και οι καταδικασμένοι σε δεκαετή εξορία να πάνε στην Σαλαμίνα και να μένουν εκεί, ώσπου να αποφασίσει ο δήμος κάτι γι’ αυτούς.

〚θε〛 οι 〚∶〛 {⁵θεοί ∶}⁵ πρέσβες εγ Λεον[τ]-
ίνον ℎοὶ τέγ χσυμμαχί-
αν εποέσαντο καὶ τὸν ℎ-
όρκον Τιμένορ Αγαθοκ-
5 λέος, Σο͂σις Γλαυκίο Γέ-
λον Εχσεκέστο, γραμμα-
τεὺς Θεότιμος Ταυρίσ-
κο· επ’ Αφσεύδος άρχοντ-
ος καὶ τε͂ς βολε͂ς ℎε͂ι Κρ-
10 ιτιάδες εγραμμάτευε·
έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ
το͂ι δέμοι· Ακαμαντὶς ε-
πρυτάνευε, Χαρίας εγρ-
αμμάτευε, Τιμόχσενος
15 επεστάτε, Καλλίας ε-νν
ίπε· τέμ μέν χσυμμαχία-
ν είναι Αθεναίοις καὶ
Λεοντίνοις καὶ τὸν όρ̣-
κον δο͂ναι καὶ δέχσασ-
20 [θαι· ομόσ]αι δέ Αθεναί-
[ος τάδε· σύ]νμα[χ]οι εσόμ-
[εθα Λεοντ]ίν[οις αί]δ̣ιο-
[ι αδόλος κ]αὶ [αβλα]βο͂ς·
[Λεοντίνο]ς ο[μο͂ς ο]μόσ-
25 [αι· σύνμαχοι εσόμ]εθα
[Αθεναίοις αίδιοι] αδό-
[λος καὶ αβλαβο͂ς· π]ερὶ
[․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]μπο
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]ενα
30 [ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 14 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]δεε
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 15 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]σθ
[ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 15 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]οπ
        lacuna
[— — — ․ ․ ․ ]ι — — —
[— — — ․ ]εαθ — — —
35 [— — — —]ιοι v — —
36          vacat

Από το προοίμιο προκύπτει ότι οι Λεοντίνοι, άποικοι των Χαλκιδέων της Νάξου στη Σικελία, έστειλαν τέσσερις αντιπροσώπους στην Αθήνα για σύναψη συμμαχίας και ότι η απόφαση ελήφθη ύστερα από σχετικό προβούλευμα της βουλής και εισηγητή τον Καλλία (στ. 15), όταν ήταν άρχοντας ο Αψευδής (στ. 8, 433/2 π.Χ.), πρυτανεύουσα η Ακαμαντίδα φυλή (στ. 12), γραμματέας ο Χαρίας (στ. 13-14) και επιστάτης ο Τιμόξενος (στ. 14-15).

Προβλέπεται οι Αθηναίοι να συνάψουν συμμαχία με τους Λεοντίνους, να ορκισθούν και να δεχθούν τον όρκο από τους απεσταλμένους των Λεοντίνων (στ. 16-20). Μόνο τμήματα του αθηναϊκού όρκου διασώθηκαν. Με βάση δε τις συμπληρώσεις που έγιναν (στ. 20-23) φαίνεται ότι η συμμαχία θα ήταν «αΐδιος» και «αβλαβής» (βλ. Meritt 1946). Στην ίδια συνέλευση οι Αθηναίοι συνάπτουν συμμαχία και με τους αντιπροσώπους του Ρηγίου (βλ. Meiggs – Lewis, GHI σελ. 172).

Υποστηρίζεται ότι οι συμμαχίες του 433/2 π.Χ. αποτελούν ανανέωση παλαιότερων συνθηκών, που πιθανώς έγιναν στις αρχές της δεκαετίας 450-440 π.Χ. (Meiggs – Lewis, GHI σελ. 173-174). Πέρα από τις επιγραφικές ενδείξεις η άποψη φαίνεται πιθανή, εάν η σύναψη συμμαχιών προκλήθηκε από την αύξηση της δύναμης των Συρακοσίων, οι οποίοι το 450 π.Χ. υποτάσσουν τις πόλεις των Σικελών εκτός από την Τρινακίη (Διόδωρος Σικελιώτης 11.92· βλ. και 12.29) και το 445 π.Χ. νικούν τους Ακραγαντίνους. Φαίνεται δηλαδή ότι οι Λεοντίνοι και οι Ρηγίνοι ανησυχούντες από τη συνεχώς αυξανόμενη δύναμη των Συρακοσίων αναζήτησαν την υποστήριξη ισχυρών συμμάχων και ότι οι Αθηναίοι ανταποκρίθηκαν, αποβλέποντας στην επέκταση της πολιτικής τους επιρροής στη Δύση.

Με την επεκτατική πολιτική των Συρακοσίων και την προσπάθεια διατήρησης της ηγετικής τους θέσης προφανώς συνδέεται η αποστολή των απεσταλμένων των Λεοντίνων και των Ρηγίνων το 433/2 π.Χ. Κατά το χρόνο εκείνο οι Συρακόσιοι ναυπήγησαν εκατό τριήρεις, διπλασίασαν τη δύναμη του ιππικού τους, ενίσχυσαν το πεζικό τους και «χρημάτων παρασκευάς εποιούντο» (Διόδωρος Σικελιώτης 12.30.1). Οι Αθηναίοι αποδέχθηκαν τις προτάσεις τους ώστε να αποκτήσουν στρατιωτικό και πολιτικό έρεισμα στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία, δεδομένου μάλιστα ότι είχαν νωρίτερα συνάψει αμυντική συμμαχία, επιμαχία, με τους Κερκυραίους (Θουκυδίδης 1.44) προκαλώντας την έχθρα των Κορινθίων. Έκτοτε η πρώτη εκστρατεία που αναλαμβάνουν στη Σικελία, ανταποκρινόμενοι σε αίτημα συμμάχων των Λεοντίνων, χρονολογείται το 427/6 π.Χ. Ο Θουκυδίδης (3.86) σημειώνει ότι το αίτημα αυτό λειτουργεί ως πρόφαση διότι με την εκστρατεία επιδίωκαν να στερήσουν τους Πελοποννησίους από την εισαγωγή σιταριού.

Απεσταλμένοι από την πόλη των Λεοντίνων, οι οποίοι συνήψαν τη συμμαχία και έδωσαν τον όρκο, ήταν ο Τιμήνωρ ο γιος του Αγαθοκλή, (στ. 5) ο Σώσις ο γιος του Γλαυκία, ο Γέλων ο γιος του Εξηκέστου, γραμματέας ήταν ο Θεότιμος ο γιος του Ταυρίσκου, όταν άρχοντας ήταν ο Αψεύδης και γραμματέας της βουλής (στ. 10) ο Κριτιάδης. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Ακαμαντίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Χαρίας ήταν γραμματέας, ο Τιμόθεος επιστάτης, ο Καλλίας (στ. 15) εισηγήθηκε. Να πραγματοποιηθεί η συμμαχία ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Λεοντίνους και να δώσουν και να λάβουν τον όρκο. (στ. 20) Οι Αθηναίοι να ορκισθούν τα ακόλουθα: θα είμεθα σύμμαχοι των Λεοντίνων παντοτινοί, χωρίς δόλο και χωρίς παραβίαση της συνθήκης. Οι Λεοντίνοι επίσης θα ορκισθούν: θα είμεθα σύμμαχοι (στ. 25) των Αθηναίων παντοτινοί, χωρίς δόλο και χωρίς παραβίαση της συνθήκης.

(Ακολουθούν πολύ ελλιπώς σωζόμενοι στίχοι)

Μεθοναίον εκ Πιερ[ίας]·
[Φ]αίνιππος Φρυνίχο εγραμμάτ[ευε]·
[έδ]οχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Ερεχθεὶς επρ[υτάν]-
[ευε], Σκόπας εγραμμάτευε, Τιμονίδες επεστάτε, Δ̣[ιοπ]-
5 [εί]θες είπε· δι[α]χειροτονε͂σαι τὸν δε͂μον αυτίκ[α πρὸ]-
[ς Μ]εθοναίος είτε φόρον δοκε͂ι τάττεν τὸν δε͂μο[ν αυτ]-
[ίκ]α μάλα ἒ εχ[σ]αρκε͂ν αυτοίς τελε͂ν ℎόσον τε͂ι θε[ο͂ι απ]-
[ὸ τ]ο͂ φόρο εγίγν̣ετο ℎὸν τοίς προτέροις Παν[αθ]ε[ναίο]-
[ις] ετετάχατο φέρεν, το͂ δε͂ άλλο ατελε͂ς ἐ͂να[ι· το͂ν δέ οφ]-
10 [ει]λεμάτον ℎὰ γεγράφαται το͂ι δεμοσίοι τ[ο͂ν απειτε]-
[μέ]ν̣ομ Μεθοναίοι οφείλοντες, εὰν ὀ͂σι επιτ[έδειοι Α]-
[θε]ναίοις όσπερ τε νύν καὶ έτι αμείνος, επι[χορε͂ν απ]-
[ότ]αχσιν περὶ τε͂ς πράχσεος Αθεναίος, καὶ εὰν̣ [κοινὸ]-
[ν] φσέφισμά τι περὶ το͂ν οφειλεμάτον το͂ν εν τε͂[ισι σα]-
15 [νί]σι γίγνεται μεδέν προσℎεκέτο Μεθοναίο[ις εὰμ μ]-
[έ χ]ορὶς γίγνεται φσέφισμα περὶ Μεθοναίον· π[ρέσβε]-
[ς δ]έ τρε͂ς πέμφσαι ℎυπέρ πεντέκοντα έτε γεγον[ότας]
[ℎο]ς Περδίκκα[ν], ειπε͂ν δέ Περδίκκαι ℎότι δοκε[ί δίκα]-
[ιο]ν ἐ͂ναι εαν Μεθοναίος τε͂ι θαλάττει χρε͂σθα[ι μεδέ]
20 [εχσ]ε͂ναι ℎορίσασθαι, καὶ εαν εισεμπορεύεσθ[αι καθ]-
[άπε]ρ τέος ε[ς] τέ̣ν χόραν καὶ μέτε αδικε͂ν μ[έ]τε [α]δ[ικε͂σ]-
[θαι] μεδέ στρα[τ]ιὰν διὰ τε͂ς χόρας τε͂ς Μεθ[ο]ναίον [διά]-
[γεν α]κόντομ [Με]θοναίον, καὶ εὰμ μέν ομολ[ο]γο͂σιν [ℎεκ]-
[άτερ]οι χσυ[μβι]βασάντον ℎοι πρέσβες, εὰν δέ μέ, [πρεσ]-
25 [βεί]αν εκάτ[ερ]ο[ι] πεμπόντον ες Διονύσια, τέλος [έχον]-
[τας] περὶ ℎο͂[ν] άν διαφ<έ>ρονται, πρὸς τέν βολέν κα[ὶ τὸν]
[δε͂μ]ον· ε[ι]π̣ε͂ν δέ [Π]ερδίκκαι ℎότι εὰν ℎοι στρατι[ο͂ται]
[ℎοι] εμ Ποτειδ[ά]αι επαινο͂σι γνόμας αγαθὰς ℎέ[χσοσι]
[περὶ] αυτο͂ Αθε[ν]αίοι. εχειροτόνεσεν ℎο δε͂μος [Μεθον]-
30 [αίο]ς τελε͂ν ℎ[όσο]ν τε͂ι θεο͂ι απὸ το͂ φόρο εγίγνε[το ℎὸν]
[τοί]ς προτέρο[ις] Παναθεναίοις ετετάχατο φ[έρεν, το͂]
[δέ ά]λλο ατε[λε͂ς ἐ͂]ναι. v έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ [το͂ι δέμ]-
[οι· ℎ]ιπποθο[ντὶς ε]πρυτάνευε, Μεγακλείδες [εγραμμά]-
[τευ]ε, Νι[κ]ο[․․5․․ ε]πεστάτε, Κλεόνυμος είπε· Μ[εθοναί]-
35 [οις] είν[αι εχ]σα[γο]γέν εγ Βυζαντίο σίτο μέχ[ρι ․․․․α]-
[κισχ]ιλίον μεδίμνον το͂ ενιαυτο͂ εκάστο, ℎοι [δέ ελλε]-
[σπ]οντοφύλακες μέτε αυτοὶ κολυόντον εχσάγεν μ[έτ]-
[ε άλ]λον εόντον κολύεν, ἒ ευθυνέσθον μυρίαισι δρ[αχ]-
[με͂ισ]ιν έκαστος· γραφσαμένος δέ πρὸς τὸς ελλεσπ[ον]-
40 [το]φύλακας εχσάγε[ν] μέχρι το͂ τεταγμένο· αζέμιος [δέ]
[έσ]το καὶ ε ναύς ε εχσάγοσα· ℎοι τι δ’ άν κοινὸν φσήφ[ισμ]-
[α π]ερὶ το͂ν χσυμμάχο[ν] φσεφίζονται Αθεναίοι πε[ρὶ β]-
[οε]θείας ἒ ά[λ]λο τι προ[σ]τάττο[ν]τες τε͂σι πόλεσι ἒ [περ]-
[ὶ σ]φο͂ν [ἒ] περὶ το͂ν πόλεον, ℎό τι άν ονομαστὶ περὶ τ[ε͂ς π]-
45 [όλε]ος τε͂[ς] Μεθοναίον φσεφίζονται τούτο προσέ[κεν]
[αυτοί]ς, τ[ὰ] δέ άλλα μέ, αλλὰ φυλάττοντες τέν σφετ[έρα]-
[ν αυτο͂ν ε]ν το͂ι τεταγμένοι όντον· ℎὰ δέ ℎυπὸ Περδ[ίκκ]-
[ο αδικε͂σ]θαί φασι βουλεύσασθαι Αθεναίος ℎοι τι ά[ν δο]-
[κ]ε͂ι [αγαθ]ὸν είναι περὶ Μεθοναίον επειδὰν απαν[τέσ]-
50 [ο]σ̣ι ε[ς τὸ]ν δε͂μον ℎοι πρέσβες [ℎ]οι παρὰ Περδίκκο [οί τ]-
ε μετ[ὰ Πλ]ειστίο οι[χ]όμενοι καὶ ℎοι μετὰ Λεογό[ρο· τε͂]-
[σ]ι δέ [άλλ]εσι πόλε[σι χ]ρηματίσαι επειδὰν εσέλ[θει ε]
[π]ρυ[ταν]εία ε δευτ[έρα] μετὰ τὰς εν το͂ι νεορίοι έ[δρας]
[ε]υ̣θ[ὺς] εκκλεσίαν [πο]έσαντες· συν[ε]χο͂ς δέ ποε͂ν τ[ὰς εκ]-
55 [ε]ί έ[δαα]ς έος άν δι[απρ]αχθε͂ι, άλλο δέ προχρεμα[τίσαι]
[το]ύ̣[το]ν μεδέν εὰμ μέ τι οι στρατε[γ]οὶ δέοντα[ι. v έδοχ]-
[σεν τε͂ι] βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Κεκροπὶς επρυ[τάνευε, ․]
[․․6․․․]ες εγραμμάτε[υ]ε, ℎ[ι]εροκλείδες ε[πεστάτε, ․․]
[․․6․․․] είπε· επειδέ έ[ταχσαν ℎοι τάκται τε͂σι πόλεσ]-
60 [ι ℎοπόσα]ι̣ Α̣θ̣εναί[οις φόρον φέροσι ․ ․ ․ ․ ․ 13 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]
                          lacuna
[έδοχσεν τε͂ι βολε͂ι καὶ το͂ι δέμοι· Ακαμαντὶς επρυτά]-
[νευε, Φαίνιππος εγραμμάτευε, ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ 17 ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ․ ]

Πρόκειται για δύο καλά διατηρημένα αθηναϊκά ψηφίσματα (στ. 3-32 και 32-56) και τμήμα του προοιμίου ενός τρίτου ψηφίσματος (στ. 56-59) –φαίνεται ότι υπήρχε και τέταρτο ψήφισμα το οποίο δεν σώζεται–  που αφορούν τη Μεθώνη, αποικία των Ερετριέων στα παράλια του Θερμαϊκού και μέλος της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας.

Η Μεθώνη δεν ακολούθησε το παράδειγμα της Ποτείδαιας και άλλων συμμάχων πόλεων των Αθηναίων στην περιοχή της Χαλκιδικής, οι οποίες το 432 π.Χ. αποστάτησαν από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Την αποστασία των πόλεων αυτών υποκίνησε ο Περδίκκας Β΄, βασιλέας της Μακεδονίας, και κατά σύστασή του οι Χαλκιδείς και οι Βοττιαίοι εγκατέλειψαν τις παράλιες πόλεις τους και εγκαταστάθηκαν στην Όλυνθο (Θουκυδίδης 1.57.3, 58.2). Έκτοτε η κατάσταση παρέμεινε τεταμένη και επιδεινώθηκε μετά την άφιξη στην περιοχή του στρατηγού της Σπάρτης Βρασίδα (424 π.Χ.).

Οι Αθηναίοι με τα ψηφίσματα αυτά παραχωρούν προνόμια στη Μεθώνη και λαμβάνουν και άλλα μέτρα για την προστασία της αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της και επιδιώκοντας παράλληλα την παραμονή της στη συμμαχία τους εξαιτίας της σημασίας που είχε ως στρατιωτική βάση.

Από τους στίχους 8-9 προκύπτει ότι αναθεώρηση του φόρου (τάξις) γινόταν από Παναθήναια σε Παναθήναια δηλαδή κάθε τέσσερα χρόνια, βλ. και στ. 31.

Οι σανίδες (στ. 14-15) ήταν ξύλινες πινακίδες καλυμμένες με γύψο στις οποίες εγράφοντο δημόσιες ανακοινώσεις.

Οι Αθηναίοι το 431 π.Χ. και ενώ πολιορκούν την Ποτείδαια συνάπτουν πάλι συμμαχία με τον Περδίκκα (Θουκυδίδης 2.29.6). Από τα αναφερόμενα στο ψήφισμα (στ. 16 κ.εξ.) γίνεται φανερό ότι επιδιώκουν δια της διπλωματικής οδού να υποχρεώσουν τον Περδίκκα να μην παρεμποδίζει την ελεύθερη διακίνηση του εμπορίου των Μεθωναίων και να μη διέρχεται με στρατό από τη χώρα τους.

Οι ελλησποντοφύλακες (στ. 36-37, 39-40) ήταν ειδικοί άρχοντες, οι οποίοι, μάλλον μετά την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Ελλησπόντου και έλεγχαν τα σιτοφορτία. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλιζόταν η διατροφή του αθηναϊκού πληθυσμού, ενώ παράλληλα οι σύμμαχοί τους ήταν εξαρτημένοι από αυτούς για την εισαγωγή σιτηρών.

Από το αναφερόμενο στο ψήφισμα, ότι παραχωρείται στους Μεθωναίους το προνόμιο να εξάγουν από το Βυζάντιο ετησίως ορισμένοι ποσότητα σιτηρών χωρίς να παρεμποδίζονται από τους ελλησποντοφύλακες, οι οποίοι και θα ενημερώνονταν σχετικά με την ποσότητα αυτή (στ. 35-40), προκύπτει ότι υπήρχε στο Βυζάντιο σιταποθήκη που ελεγχόταν από τους αξιωματούχους αυτούς.

Συνήθως οι συνεδριάσεις της βουλής (έδραι) γίνονταν στο βουλευτήριο, όπου και φυλάσσονταν τα κείμενα των ψηφισμάτων του δήμου. Όταν όμως επρόκειτο να συζητήσουν θέματα που αφορούσαν το ναυτικό εξοπλισμό, οι συνεδριάσεις γίνονταν στο νεώριο (στ. 53).

Και το δεύτερο αυτό ψήφισμα με το οποίο διευκολύνεται ο εφοδιασμός των Μεθωναίων σε σιτηρά και αυτοί εξαιρούνται από στρατιωτικές και άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα μέλη της συμμαχίας, εξαίρεση που αντισταθμίζεται από την προάσπιση της δικής τους γης, υπαγορεύθηκε από την ακόμη τεταμένη κατάσταση που επικρατούσε στη Χαλκιδική.

Περί Μεθωναίων εκ Πιερίας. Ο Φαίνιππος ο γιος του Φρυνίχου ήταν γραμματέας. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Ερεχθηίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Σκόπας ήταν γραμματέας, ο Τιμωνίδης επιστάτης, ο Διοπείθης (στ. 5) εισηγήθηκε: να αποφασίσει ο δήμος πάραυτα με χειροτονία (σήκωμα των χεριών), εάν πρέπει να αναθεωρήσει αμέσως την ετήσια εισφορά των Μεθωναίων (φόρον) ή αρκεί αυτοί να καταβάλλουν μόνο όσο αναλογεί στη θεά από το πληρωτέο ποσό που καθορίσθηκε στα προηγούμενα Παναθήναια και να απαλλαγούν από την άλλη εισφορά. Αναφορικά με τις (στ. 10) εισφορές που έχουν αναγραφεί στο αθηναϊκό δημόσιο ότι οφείλουν οι Μεθωναίοι: εάν εξακολουθούν να διάκεινται ευνοϊκά προς τους Αθηναίους, όπως τώρα, και είναι ακόμη καλύτεροι, οι Αθηναίοι να παραχωρήσουν με ειδική πράξη μεμονωμένη καταβολή, και εάν κάποιο κοινό ψήφισμα ανακοινωθεί για οφειλές που αναφέρονται στις (στ. 15) ξύλινες πινακίδες (σανίδες), να μην ισχύει για τους Μεθωναίους, εάν δεν υπάρξει ειδικό για τους Μεθωναίους ψήφισμα. Να σταλούν δε τρεις απεσταλμένοι άνω των πενήντα ετών προς τον Περδίκκα, και να του πουν ότι θεωρείται δίκαιο να αφήσει τους Μεθωναίους να χρησιμοποιούν χωρίς περιορισμούς τη θάλασσα (στ. 20) και να εμπορεύονται με το εσωτερικό της χώρας, όπως στο παρελθόν, και να μη διαπράττει αδικήματα ούτε να αδικείται ούτε να διέρχεται στρατός από τη χώρα των Μεθωναίων παρά τη θέλησή τους. Και εάν μεν συμφωνήσουν καθένας χωριστά, οι απεσταλμένοι να τους συμφιλιώσουν, εάν δε όχι, (στ. 25) καθένας χωριστά να στείλουν πληρεξούσιους απεσταλμένους στα Διονύσια, με σκοπό να διατυπώσουν τις απόψεις τους αναφορικά με τις διαφορές τους προς τη βουλή και το δήμο. Να πουν στον Περδίκκα και ότι εάν οι στρατιώτες που βρίσκονται στην Ποτείδαια τον επαινούν, οι Αθηναίοι θα διατίθενται ευνοϊκά προς αυτόν. Ο δήμος αποφάσισε με χειροτονία οι Μεθωναίοι (στ. 30) να καταβάλλουν όσο αναλογεί στη θεά από το πληρωτέο ποσό του φόρου που καθορίσθηκε στα προηγούμενα Παναθήναια και να απαλλαγούν από την άλλη εισφορά. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Ιπποθωντίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Μεγακλείδης ήταν γραμματέας, ο Νι[κ]ο. . . . επιστάτης, ο Κλεώνυμος εισηγήθηκε: (στ. 35) επιτρέπεται στους Μεθωναίους να εξάγουν από το Βυζάντιο σιτηρά έως οκτώ χιλιάδες μεδίμνους ετησίως, οι δε ελλησποντοφύλακες ούτε οι ίδιοι να τους παρεμποδίζουν να εξάγουν ούτε να επιτρέπουν σε άλλον να τους παρεμποδίζει, διαφορετικά καθένας από τους ελλησποντοφύλακες να τιμωρείται με πρόστιμο χιλίων δραχμών. Θα απευθύνονται δε εγγράφως προς τους ελλησποντοφύλακες (στ. 40) για να εξάγουν έως την ποσότητα που ορίσθηκε. Απαλλαγμένο χρηματικής τιμωρίας να είναι και το πλοίο που θα πραγματοποιεί την εξαγωγή. Όποιο κοινό ψήφισμα που αφορά τους συμμάχους ψηφίζουν οι Αθηναίοι για παροχή βοήθειας ή διατάζουν τις πόλεις για οτιδήποτε άλλο ή σχετικά με τους ίδιους ή με τις πόλεις, ό,τι ονομαστικά αποφασίζουν για την (στ. 45) πόλη των Μεθωναίων, αυτό μόνο να ισχύει γι’ αυτούς, ενώ τα άλλα όχι, αλλά να προστατεύουν τη γη τους, τηρώντας τις ορισμένες γι’ αυτούς υποχρεώσεις. Για εκείνα δε για τα οποία λέγουν ότι βλάπτονται από τον Περδίκκα, οι Αθηναίοι θα αποφασίσουν ό,τι είναι καλό για τους Μεθωναίους, μόλις παρουσιασθούν στο δήμο (στ. 50) οι απεσταλμένοι που βρίσκονταν στον Περδίκκα, και εκείνοι που είχαν μεταβεί με τον Πλειστία και εκείνοι με τον Λεωγόρα. Οι υποθέσεις δε των άλλων πόλεων να συζητηθούν με την είσοδο της δεύτερης πρυτανείας, η οποία αμέσως μετά τις συνεδριάσεις της βουλής στο νεώριο, να συγκαλέσει την εκκλησία του δήμου. Να συνεδριάζουν δε συνεχώς (στ. 55) έως ότου οι υποθέσεις ολοκληρωθούν, και να μην προτάξουν των συζητήσεων αυτών τίποτε άλλο, εκτός και εάν οι στρατηγοί έχουν άλλες επείγουσες υποθέσεις. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος, η Κεκροπίδα ήταν πρυτανεύουσα, [. . . . . .] ήταν γραμματέας, Ιεροκλείδης ε[πιστάτης] [. . . . . .] εισηγήθηκε.