Ταήσαι εβίωσεν είκουσι οκτώ,
γ(ίνονται) (έτη) κη. Εις τὴν λαμπρὰν απήλθεν.
Παραμυθητικές εκφράσεις
Διάφοροι τρόποι αποτροπής του δυσάρεστου συναισθήματος που προέρχεται από τη συνειδητοποίηση του αναπόδραστου του θανάτου, ωραιοποίησης του τέλους της ζωής και έκφρασης ελπίδας ότι οι νεκροί βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα από τους ζώντες είναι κοινοί στα αρχαία ελληνικά και λατινικά παρηγορητικά κείμενα, τα ταφικά επιγράμματα, τις επιτύμβιες επιγραφές και τις συλλυπητήριες επιστολές γραμμένες σε πάπυρο από την ελληνορωμαϊκή και πρώιμη βυζαντινή Αίγυπτο (Kassel 1958· Bernard 1969· Guarducci 1974: 147-197· Scourfield 1993· Worp 1995: 149-154· Chapa 1998· Papathomas 1998: 195-206· Tsagalis 2008· Baltussen 2012· Garulli 2012· Kotsifou 2012: 389-411).
Οι παρηγορητικές εκφράσεις που βρίσκουμε στις ελληνικές πινακίδες μούμιας περιέχουν λέξεις ή φράσεις που έχουν κατά βάση δύο στόχους, ανάλογα με το περιεχόμενό τους: άλλοτε στοχεύουν να συνοδεύσουν τους νεκρούς στο ταξίδι τους στην αιώνια ζωή και άλλοτε να παρηγορήσουν τους ζώντες συγγενείς ή οικείους τους. Θα μπορούσαμε να ομαδοποιήσουμε αυτές τις εκφράσεις στις εξής κατηγορίες: α. χαιρετισμός προς τους νεκρούς, κυρίως με τα ρήματα «χαίρε», «ευτύχει», «ευψύχει» (ενδεικτικά P.Coll.Youtie II 116 και 119, SB I 777, 835, 1427, 3837, 3844-3845, 3878, 5626, 5985, SB V 8695), β. το αναπόφευκτο του θανάτου, κυρίως με τη φράση «ουδεὶς αθάνατος» (π.χ. SB I 3992, 3514, 3515, 5715), γ. περιγραφή του χαρακτήρα και της κατάστασης του θανόντος/της θανούσης, είτε ενόσω ζούσε είτε αφού απεβίωσε, για παράδειγμα με τα επίθετα «χρηστός/-ή» και «άλυπος» (π.χ. SB V 8695) και τις φράσεις «ζήν/ζήσειν εν θεω» ή «ζη τὸ όνομα (τού δείνος) παρὰ (θεω)» (SB III 7108), «εν Κυρίω/θεω» (T.Mom.Louvre 1115), δ. δήλωση του πρόωρου χαρακτήρα του θανάτου, μέσω του χαρακτηρισμού του νεκρού ως αώρου (SB I 5626), ε. υπενθύμιση της αιώνιας μνήμης του νεκρού, κυρίως με το επίθετο «αείμνηστος/-η» και το σύνθετο «εισαείμνηστος/-η», ή με τη φράση «εισαείμνηστον τὸ όνομα» (π.χ. SB I 1208, T.Mom.Louvre 682, 685, 723, 822, 890, 918), στ. μεταφορικές εκφράσεις και ευφημισμοί, που προσδίδουν στον θάνατο χαρακτηριστικά του ύπνου και της ανάπαυσης, όπως «εκοιμήθη», «αναπαύεται» (T.Mom.Louvre 1115, SB I 1205), και το επίθετο «εύμοιρος/ευμοιρία» (ενδεικτικά T.Mom.Louvre 472 και 864, SB I 1172) (Roumpekas 2022: 836-841).
Η πινακίδα SB I 1190
Η πινακίδα SB I 1190 ήταν κρεμασμένη πάνω στην σορό της Ταήσα, η οποία, σύμφωνα με το κείμενο, απεβίωσε στα είκοσι οκτώ της χρόνια. Σε αντίθεση με αρκετές άλλες ετικέτες μούμιας από τη ρωμαϊκή Αίγυπτο, ο τόπος θανάτου της Ταήσα δεν γίνεται γνωστός στην πινακίδα. Όσον αφορά στον τρόπο θανάτου της, ο συντάκτης τής SB I 1190 ακολουθεί την παράδοση της πλειονότητας των γραφέων των ετικετών μούμιας, οι οποίοι δεν περιλαμβάνουν στα λακωνικά αυτά κείμενα τις συνθήκες θανάτου των νεκρών. Πάντως η ηλικία της Ταήσα υποδηλώνει πως αυτή απεβίωσε αρκετά νέα, επιβεβαιώνοντας τα δεδομένα των υπόλοιπων σωζόμενων ετικετών πως η θνησιμότητα των νεαρών στην ηλικία ατόμων στην Αίγυπτο ήταν σύνηθες φαινόμενο (βλ. Boyaval 1975: 49-75· Scheidel 1998: 285-292· Scheidel 2001: 10-16).
Το περιεχόμενο της πινακίδας ολοκληρώνεται με την ύπαρξη της παρηγορητικής φράσης εις τὴν λαμπρὰν (οδόν) απήλθεν. Το ρήμα απέρχομαι με τη σημασία της αναχώρησης του θανόντος/της θανούσης από τον επίγειο βίο δεν είναι άγνωστο στην αρχαία ελληνική γραμματεία, ενώ παράλληλά του εντοπίζονται και σε παπυρικά κείμενα (LSJ, s.v.· Chrysanthou – Papathomas 2010: 10, 19-20). Επιπλέον, η ιδέα της ύπαρξης δύο δρόμων στη ζωή του ανθρώπου, από τους οποίους ο ένας οδηγεί στο φως και ο έτερος στον θάνατο, είναι αγιογραφική και διατρέχει ολόκληρη τη χριστιανική γραμματεία (πρβλ. Κ.Δ., Ματθ. 7, 13 και Lampe 1961: 936, s.v. “οδός”). Παρά ταύτα, η φράση εις τὴν λαμπρὰν (οδόν) απήλθεν αποτελεί τη μοναδική ως σήμερα σωζόμενη στις παπυρολογικές πηγές παρηγορητική έκφραση που αναφέρεται στη φωτεινή οδό την οποία ο νεκρός/η νεκρή ακολουθεί κατά την αναχώρησή του/της από τη ζωή (Chrysanthou – Papathomas 2010: 20). Μοναδικό παπυρικό παράλληλο της συγκεκριμένης φράσης, το οποίο υποδηλώνει το πέρασμα από τη ζωή στον θάνατο, εντοπίζεται στη διαθήκη P.Cair.Masp. II 67151 (570, Αντινοόπολη), στ. 259-260: εγὼ γὰρ ο δείλαιος εις όδον πάντων πορεύσομα̣ι̣, δεόμενος ι[λασμού καὶ] / π̣ρε`σ΄βε̣ί̣ας απάντων (Chrysanthou – Papathomas 2010: 20).
Η Ταήσα έζησε είκοσι οκτώ χρόνια,
συνολικά 28 έτη. Αναχώρησε για τη φωτεινή οδό.