Ἐπὶ στεφανηφόρου Τιβερίου Πανκρατίδου τοῦ | |
Διοφάντου —— μηνὸς —— Κουρεῶνος Σεβαστ[ῇ·] | |
ἔδοξεν τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ, γνώμη στρα- | |
τηγῶν καὶ τοῦ γραμματέως τοῦ δήμου κα[ὶ] | |
5 | ἀρχιερέως τῶν πατρίων θεῶν καὶ τῶν Σε- |
βαστῶν Παμμένους τοῦ Διοκλέους· | |
ἐπ<ε>ὶ Τιβέριος Κλαύδιος Σεβαστοῦ ἀπελεύ- | |
θερος Τύραννος, πολείτης ἡμέτερος, ἀνὴ[ρ] | |
δεδοκιμασμένος τοῖς θείοις κριτηρίοις | |
10 | τῶν Σεβαστῶν ἐπί τε τῇ τέχνῃ τῆς ἰατρι- |
κῆς καὶ τῇ κοσμιότητι τῶν ἠθῶν, παραγενόμενος | |
ἰς τὴν πατρίδα ἀνάλογον πεποίηται τὴν ἐπιδη- | |
μίαν τῇ περὶ ἑαυτὸν ἐν πᾶσι σεμνότητι, προσ- | |
ενεχθεὶς φ[ι]λανθρώπως πᾶσι τοῖς πολείταις | |
15 | ὡς μηδένα ὑφ’ αὑτοῦ παρὰ τὴν ἀξίαν τοῦ καθ’ ἑ̣- |
αυτὸν μεγέθους ἐπιβεβαρῆσθαι, ἐφ’ οἷς ἡ βουλὴ | |
καὶ ὁ δῆμος ἀποδεχόμενο[ι] τὸν ἄνδρα προσ- | |
ῆκον ἥγηνται τιμῆσαι αὐτόν· δεδόχθαι τῇ | |
βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ τετιμῆσθαι Τιβέριον Κλαύ- | |
20 | διον Σεβαστοῦ ἀπελεύθερον Τύραννον καὶ |
εἶναι ἐν ἀποδοχῇ τῷ δήμῳ, δεδόσθαι τε αὐ- | |
τῷ ἀτέλειαν πάντων <δὲ> τῶν τελῶν ὧν κατεσ- | |
κεύακε ἐργαστηρίων ἐπὶ τῆς χώρας ἧς | |
κώμη Καδυίη. |
Τον καιρό της στεφανηφορίας του Τιβερίου Πανκρατίδου, του γιου του Διοφάντου, την πρώτη ημέρα του μήνα Κουρεώνος. Απόφαση της βουλής και του δήμου, έπειτα από γνώμη των στρατηγών και του γραμματέα του δήμου και (στ. 5) αρχιερέα των πάτριων θεών και των Σεβαστών, Παμμένους, του γιου του Διοκλέους. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Τιβέριος Κλαύδιος Τύραννος, απελεύθερος του Σεβαστού, συμπολίτης μας, ο οποίος δοκιμάστηκε επιτυχώς στη θεϊκή κρίση (στ. 10) των Σεβαστών στην ιατρική τέχνη, αλλά και στην κοσμιότητα των ηθών, πραγματοποίησε, όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, μια διαμονή ανάλογη με την αξιοπρέπεια η οποία σε κάθε περίσταση τον χαρακτήριζε, προσφέροντας τις υπηρεσίες του με καλοσύνη προς όλους τους συμπολίτες του, (στ. 15) δίχως να βλάψει κανέναν παρά τη δύναμή του. Για αυτούς τους λόγους, η βουλή και ο δήμος, αφού τον έκριναν ευνοϊκά, θεώρησαν σωστό να τον τιμήσουν. Φάνηκε λοιπόν σωστό στη βουλή και τον δήμο ο Τιβέριος Κλαύδιος (στ. 20) Τύραννος, απελεύθερος του Σεβαστού, να τιμηθεί και να απολαμβάνει της εύνοιας του δήμου, όπως και να του παραχωρηθεί πλήρης φορολογική ατέλεια στα εργαστήρια τα οποία κατασκεύασε στη χώρα στην οποία η Καδυίη είναι κώμη.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Foucart 1888· Κοντολέων 1889· I.Magnesia 113 (με σελ. 296)· Syll.² 371· Syll.3 807.
Η έκδοση του κειμένου βασίστηκε στο I.Magnesia 113 (με σελ. 296).
ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kaplan 1990: 90-91· Samama 2003: 345-347 αρ. 224.
Η χρονολόγηση προκύπτει κυρίως από το ρωμαϊκό όνομα του Τυράννου και την ιδιότητά του ως αυτοκρατορικού απελεύθερου: Τιβέριος Κλαύδιος Σεβαστοῦ ἀπελεύθερος Τύραννος. Επομένως, υπήρξε απελεύθερος του Κλαυδίου ή του Νέρωνα ή ακόμη και του Τιβερίου, πριν εκείνος υιοθετηθεί από τον αυτοκράτορα Αύγουστο, στις 26 Ιουνίου του 4 μ.Χ.
Ένα δευτερεύον τεκμήριο χρονολόγησης είναι η αναφορά τῶν Σεβαστῶν. Σύμφωνα με τον P.-F. Foucart (1888: 329) αφορούσε τον Κλαύδιο και τον Νέρωνα, ενώ, σύμφωνα με τον W. Dittenberger, πιθανώς τον Νέρωνα και τους διαδόχους του έως τον Βεσπασιανό (Syll.3 807). Όμως, οι υποθέσεις αυτές είναι παρακινδυνευμένες, καθώς η αναφορά θα μπορούσε να συμπεριλάμβανε οποιονδήποτε αυτοκράτορα του 1ου αι. μ.Χ., ακόμη και τις Σεβαστές εκπροσώπους των δύο δυναστειών, όπως την Αγριππίνα τη Νεότερη, η οποία εμφανιζόταν μάλιστα ως συνάρχουσα του Νέρωνα στην αρχή της διακυβέρνησής του.
Στο σημερινό χωριό Üzümlü, πλησίον της πόλης Germencik, 22 χιλιόμετρα δυτικά του Αϊδινίου.
Δεν είναι γνωστό πού φυλάσσεται σήμερα η επιγραφή. Δημοσιεύθηκε από τον P.-F. Foucart βάσει δύο αντιγράφων του A. Fontrier. Αναδημοσιεύθηκε ένα έτος αργότερα με το έκτυπό της από τον Α. Κοντολέοντα.
Οι δημοσιεύσεις της επιγραφής δεν αναφέρουν το υλικό της (πιθανότατα μάρμαρο), ούτε τις διαστάσεις της.
Η επιγραφή δεν είχε υποστεί σημαντικές φθορές. Τα γράμματα είναι συνήθη πρώιμα αυτοκρατορικά, με εξαίρεση ένα Θ, το οποίο έχει τελεία στο εσωτερικό (τῶν πατρίων θεῶν).
Ο Τιβέριος Κλαύδιος Τύραννος, αυτοκρατορικός απελεύθερος και γιατρός, τιμήθηκε από τους συμπατριώτες του, τους Μάγνητες επί του Μαιάνδρου, για δύο λόγους. Πρώτον, για τη δράση του στη Ρώμη, όπου επέδειξε επάρκεια στην ιατρική επιστήμη, αλλά και ήθος κατά την υπηρεσία του στους αυτοκράτορες. Η αναφορά ἀνὴ[ρ] δεδοκιμασμένος τοῖς θείοις κριτηρίοις τῶν Σεβαστῶν ἐπί τε τῇ τέχνῃ τῆς ἰατρικῆς ήταν ρητορική έκφραση η οποία προσέδιδε «θεϊκή επικύρωση» στην ιδιότητα του Τυράννου ως γιατρού (Harrison 2022: 284. Για την αναφορά στην ἰατρικὴν τέχνην και τις παραλλαγές της, βλ. Oehler 1909: 8). Η παραπάνω έκφραση ήταν μάλλον έμπνευση του βασικού εισηγητή της γνώμης, δηλαδή του Παμμένους Διοκλέους, ο οποίος ήταν γραμματεὺς τοῦ δήμου και, ιδίως, ἀρχιερεὺς τῶν πατρίων θεῶν καὶ τῶν Σεβαστῶν.
Ο Τύραννος ήταν γιατρός στο αυτοκρατορικό περιβάλλον, ωστόσο αγνοούμε εάν ήταν προσωπικός γιατρός των αυτοκρατόρων ή μέλος του ιατρικού προσωπικού των ανακτόρων. Σύμφωνα με τον W. Dittenberger δεν είχε το ίδιο κύρος με γιατρούς όπως ο Κώος ἀρχιατρός, Γάιος Στερτίνιος Ξενοφών, τον οποίο πάντως θα γνώριζε (Syll.3 807. Πρβ. Kaplan 1990: 91). Σε ότι αφορούσε την αναφορά, τῇ κοσμιότητι τῶν ἠθῶν, αυτή δεν ήταν κενή νοήματος ή σημασίας. Ιδιαίτερα για τους γιατρούς του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος, πολλοί από τους οποίους αναμίχθηκαν στις αυλικές συνωμοσίες της εποχής, μεταξύ άλλων και ο Ξενοφών (πρβ. επίσης, PIR2 C 710 και E 108), η αφοσίωση και το ηθικό τους ανάστημα θα ήταν για τους αυτοκράτορες εξίσου σημαντικά με τις ιατρικές τους γνώσεις.
Η δεύτερη αιτιολόγηση της τίμησης του Τυράννου αφορούσε τη συμπεριφορά του όταν επέστρεψε στην πατρίδα του. Εκεί, επέδειξε την ίδια επιστημονική επάρκεια και ποιότητα χαρακτήρα, ενώ δεν έβλαψε ποτέ κανέναν παρά τη σημαντική του θέση (Samama 2003: 346-347, με σημ. 15). Ο θαυμασμός και η γενική αποδοχή του Τυράννου από τους συμπολίτες του φαίνεται ακόμη από την αναφορά του ως πολείτου ἡμετέρου. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι ο αυτοκράτορας Αύγουστος, πολλά χρόνια νωρίτερα, είχε προσφωνήσει με ανάλογο τρόπο τον ναύαρχό του, τον Σέλευκο Θεοδότου, σε μια επιστολή του προς τους συμπατριώτες του, τους πολίτες της Ρωσού, στο στόμιο του Ισσικού κόλπου (Σέλευκος ὁ καὶ ὑμέτερος πολεί[της καὶ ἔμ]ος ναύαρχος). Εκεί, δήλωνε παράλληλα την πρόθεσή του να αξιοποιήσει ανθρώπους σαν τον Σέλευκο ως μεσολαβητές του με τις πόλεις της ελληνικής Ανατολής (IGLSyr ΙΙΙ 1 718, στίχ. 87 κ.εξ.). Την πολιτική εκείνη του Αυγούστου ακολούθησαν και οι διάδοχοί του, επομένως η δράση του Τυράννου στην πατρίδα του θα εντασσόταν στο πλαίσιο εκείνο.
Είναι αξιοσημείωτο πως, δύο τουλάχιστον άτομα τα οποία υποστήριξαν τη γνώμην εκείνη προς τη βουλή και τον δήμο της Μαγνησίας, ήταν άτομα τα οποία μοιράζονταν κοινά συμφέροντα με τον Τύραννο. Ο πρώτος, ο επώνυμος άρχων της πόλης το έτος εκείνο (Samama 2003: 346 σημ. 12), ο στεφανηφόρος, Τιβέριος (Κλαύδιος) Πανκρατίδης, ο γιος του Διοφάντου, φαίνεται πως όφειλε επίσης τα πολιτικά του δικαιώματα σε κάποιον Κλαύδιο αυτοκράτορα. Από δύο ακόμη επιγραφές γνωρίζουμε ότι μέλη της οικογένειάς του τιμήθηκαν επίσης από τη βουλή και τον δήμο της Μαγνησίας. Επρόκειτο για τον Παγκρατίδην Παγκρατίδου τοῦ [Διοφάντου], ίσως γιο του, ο οποίος τιμήθηκε ως ήρωας (Magnesia 256), όπως και την πιθανή κόρη ή εγγονή του, την Κλαυδία Διοφαντίδα, ιέρεια της Αρτέμιδος Λευκοφρυηνής για δύο φορές (Magnesia 240).
Ο δεύτερος, ο προαναφερθείς Παμμένης Διοκλέους, ήταν επίσης ένας άνθρωπος επιρροής, καθώς αναφερόταν ταυτόχρονα ως γραμματεύς του δήμου και αρχιερεύς των πάτριων θεών και των Σεβαστών. Η διπλή κατοχή των αξιωμάτων εκείνων στη Μαγνησία ήταν κανόνας από τα χρόνια του Νέρβα και εξής, όμως η πρακτική φαίνεται πως ξεκίνησε από τον Παμμένη (Frija 2012: 93 με σημ. 104). Όπως οι στρατηγοί, ο Παμμένης είχε τη δυνατότητα ως γραμματεύς και αρχιερεύς να προτείνει γνώμας στα θεσμικά όργανα της πόλης. Το γεγονός ότι οι πρώτοι παρέμειναν ανώνυμοι είναι μάλλον ενδεικτικό για το ποιος τελικά θα ήταν ο κύριος εισηγητής εκείνης της γνώμης. Παρότι η τίμηση του Τυράννου είχε τη δικαιολογητική της βάση σε δύο αποδεκτά κριτήρια για τους απλούς πολίτες της Μαγνησίας, δηλαδή την προϋπηρεσία του στο αυτοκρατορικό περιβάλλον και την προσφορά του στην πατρίδα του, οι διασυνδέσεις του στη Ρώμη και τη Μαγνησία θα συνέβαλαν καθοριστικά στη λήψη της σχετικής απόφασης.
Άλλωστε, το κίνητρο του ψηφίσματος φαίνεται πως αποσκοπούσε κυρίως στην εξυπηρέτηση των οικονομικών συμφερόντων του Τυράννου. Παρότι η εξαγγελία ότι βρισκόταν ἐν ἀποδοχῇ τῷ δήμῳ ήταν ιδιαίτερα τιμητική για έναν πρώην δούλο όπως εκείνος, το πιο πρακτικό προνόμιο αναφερόταν στο τέλος και αφορούσε την ἀτέλειαν πάντων <δὲ> τῶν τελῶν στα ἐργαστήρια τα οποία εκείνος κατασκεύασε στην χώρα όπου βρισκόταν η κώμη της Καδυίης, για την οποία δεν έχουμε καμία άλλη μαρτυρία στις πηγές μας (Samama 2003: 347 σημ. 16).
Τα ἐργαστήρια εκείνα ήταν ίσως χειρουργεία ή πολυϊατρεία, αντίστοιχα εκείνων τα οποία αναφέρονταν σε επιγραφή από το Μεταπόντιο της Κάτω Ιταλίας κατά τον 3ο αι. π.Χ. (SEG 30.1175. Βλ. Nutton 1992: 46, σημ. 123· Nissen 2010: 132-134). Ωστόσο, άλλοι μελετητές θεώρησαν πιθανότερο πως επρόκειτο για εργαστήρια με τη σημερινή έννοια της λέξης, και αφορούσαν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Τυράννου στην πατρίδα του, οι οποίες δεν σχετίζονταν με την ιατρική του κατάρτιση. Κάτι τέτοιο υποδηλώνει η ιδιότητά του ως αυτοκρατορικού απελεύθερου, όπως και το γεγονός ότι η τιμητική επιγραφή δεν αναφέρει ρητά ότι δραστηριοποιήθηκε ως γιατρός στη Μαγνησία (Samama 2003: 346, σημ. 15· Sève 2011: 285).
Η περίπτωση του Κλαυδίου Τυράννου ομοιάζει με εκείνη του γνωστότερου γιατρού του Κλαυδίου, του προαναφερθέντος Γαΐου Στερτινίου Ξενοφώντος. Όπως εκείνος, ο Τύραννος προσέφερε τις υπηρεσίες του στους αυτοκράτορες, και, μετά από μια επιτυχή σταδιοδρομία στη Ρώμη, επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου τιμήθηκε από τους συμπολίτες του (Herzog 1922: 240 κ.εξ.· Buraselis 2000: 93-110). Δεν γνωρίζουμε τους λόγους της επιστροφής του εκείνης. Ενώ για τον Ξενοφώντα μπορούμε να υποθέσουμε πως η λυκοφιλία του με την Αγριππίνα υπέσκαψε τελικά τη θέση του στο αυτοκρατορικό περιβάλλον, για τον Τύραννο δεν μπορούμε να κάνουμε ανάλογη υπόθεση, καθώς αγνοούμε τους αυτοκράτορες τους οποίους υπηρέτησε. Το βέβαιο είναι ότι, εφόσον έζησε την εποχή εκείνη, θα γνώριζε τον Ξενοφώντα, όπως πιθανώς και τον γιατρό του Κλαυδίου και επίσης απελεύθερό του, τον Τιβέριο Κλαύδιο Επάγαθο. Ο τελευταίος κατείχε ακόμη το αξίωμα του ἀκκῆσσου (accensus), δηλαδή του ακολούθου του αυτοκράτορα και πάτρωνά του. Μαζί με τον άγνωστο κατά τα άλλα Τιβέριο Κλαύδιο Λειουιανό, αφιέρωσαν σε εκείνον μια στοά στα Σίδυμα της Λυκίας (TAM II 184).
Κωνσταντίνος Φάκκας