Συνθήκη συμμαχίας και ισοπολιτείας ανάμεσα στις κρητικές πόλεις Ιεράπυτνα και Πριανσό

Αρ.: Ε17

Reference to the file: Α. Χανιώτης, "Nαυτίλος Ε17: Συνθήκη συμμαχίας και ισοπολιτείας ανάμεσα στις κρητικές πόλεις Ιεράπυτνα και Πριανσό.” στο Ναυτίλος. Επιλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών και παπύρων, online από 2023, ημερομηνία ανάσυρσης XX. URL: https://nautilos.arch.uoa.gr/exhibits/syntheke-symmachias-kai-isopoliteias-anamesa-stis-kretikes-poleis-hierapytna-kai-prianso/

  • Αρ.
    Ε17
  • Τίτλος
    Συνθήκη συμμαχίας και ισοπολιτείας ανάμεσα στις κρητικές πόλεις Ιεράπυτνα και Πριανσό
  • [ Θ ] ε  ὸ  ς   ἀ  γ  α  θ  [  ό  ς  .]
    Ἀγαθᾶι τύχαι καὶ ἐπὶ σωτηρίαι· ἐπὶ κόσμ[ων ἐν μὲν]
    Ἱεραπύτναι τῶν σὺν Ἐνίπαντι τῶ Ἑρμαίω μ̣[ηνὸς]
    Ἱμαλίω, ἐν δὲ Πριανσιοῖ ἐπὶ κόσμων τῶν σὺ[ν Νέωνι τῶ]
    5 Χιμάρω καὶ μηνὸς Δρομήιω· vac. τάδε συνέθε[ντο καὶ συνευ]-
    δόκησαν ἀλλάλοις Ἱεραπύτνιοι καὶ Πριάνσιοι [ἐμμένον]-
    τες ἐν ταῖς προϋπαρχώσαις στάλαις ἰδίαι τε [τᾶι κειμέναι]
    Γορτυνίοις καὶ Ἱεραπ̣υτνίοις καὶ τᾶι κατὰ κοινὸν̣ [Γορτυνίοις]
    καὶ Ἱεραπυτνίοις καὶ Πριανσίοις καὶ ἐν τᾶι φιλίαι [καὶ συμμα]-
    10 χίαι καὶ ὅρκοις τοῖς προγεγονόσι ἐν ταύταις τ[αῖς πόλεσιν]
    καὶ ἐπὶ τᾶι χώραι ἇι ἑκάτεροι ἔχοντες καὶ κρατόν[τες τὰν συν]-
    θήκαν ἔθεντο ἐς τὸν πάντα χρόνον· vac. Ἱεραπυτν̣[ίοις]
    καὶ Πριανσίο<ι>ς ἦμεν παρ᾿ ἀλλάλοις ἰσοπολιτείαν καὶ ἐπιγα-
    μίας καὶ ἔνκτησιν καὶ μετοχὰν καὶ θείων καὶ ἀνθρωπίνων
    15 πάντων, ὅσοι κα ἔωντι ἔμφυλοι παρ᾿ ἑκατέροις, καὶ πωλόν-
    τας καὶ ὠνωμένος καὶ δανείζοντας καὶ δανειζομένος
    καὶ τἄλλα πάντα συναλάσσοντας κυρίος ἦμεν κατὰ
    τὸς ὑπάρχοντας παρ᾿ ἑκατέροις νόμος· vac. ἐξέστω δὲ τῶι
    τε Ἱεραπυτνίωι σπείρεν ἐν τᾶι Πριανσίαι καὶ τῶι Πριαν-
    20 σιεῖ ἐν τᾶι Ἱεραπυτνίαι διδῶσι τὰ τέλεα καθάπερ οἱ ἄλλοι
    πολῖται κατὰ τὸς νόμος τὸς ἑκατέρη κειμένος· vac. εἰ δέ τί
    κα ὁ Ἱεραπύτνιος ὑπέχθηται ἐς Πριανσ{ι}ὸν ἢ ὁ Πριανσιεὺς
    ἐς Ἱεράπυτναν ὁτιοῦν, ἀτελέα ἔστω καὶ ἐσαγομένωι καὶ
    ἐξαγομένωι αὐτὰ καὶ τούτων τὸς καρπὸς καὶ κατὰ γᾶν
    25 καὶ κατὰ θάλασσαν· ὧν δέ κα ἀποδῶται κατὰ θάλασσαν ἐώ-
    σας ἐξαγωγᾶς τῶν ὑπεχθεσίμων ἀποδότω τὰ τέλεα
    κατὰ τὸς νόμος τὸς ἑκατερῆ κειμένος· vac. κατὰ ταὐτὰ δὲ
    καὶ εἴ τίς κα νέμ̣[ηι ἀτε]λὴς ἔστω· αἰ δέ κα σίνηται ἀποτεισά-
    τω τὰ ἐπιτίμια [ὁ] σι[νό]μενος κατὰ τὸς νόμος τὸς ἑκατερῆ κει-
    30 μένος. Πρειγήια δὲ ὧ [κ]α χρείαν ἔχηι πορηίω, παρεχόντων
    οἱ μὲν Ἱεραπύτνιοι κόσμοι τοῖς Πριανσιεῦσι, οἱ δὲ Πριανσιέ<ε>ς
    κόσμοι τοῖς Ἱεραπυτνίοις· αἰ δὲ μὴ παρισχαῖεν, ἀποτεισάν-
    των οἱ ἐπίδαμοι τῶν κόσμων τᾶι πρειγείαι στατῆρας δέκα·
    ὁ δὲ κόσμος ὁ τῶν Ἱεραπυτνίων ἑρπέτω ἐν Πριανσιοῖ ἐς
    35 τὸ ἀρχεῖον καὶ ἐν ἐκκλησίαι καθήσθω μετὰ τῶν κόσμων,
    ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ τῶν Πριανσιέων κόσμος ἑρπέτω ἐν Ἱε-
    ραπύτναι ἐς τὸ ἀρχεῖον καὶ ἐν ἐκκλησίαι καθήσθω μετὰ
    τῶν κόσμων· ἐν δὲ τοῖς Ἡραίοις καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις ἑορταῖς
    οἱ παρατυγχάνοντες ἑρπόντων παρ᾿ ἀλλάλος ἐς ἀνδρήι-
    40 ον καθὼς καὶ οἱ ἄλλοι πολῖται· ἀναγινωσκόντων δὲ τὰν
    στάλαν κατ᾿ ἐνιαυτὸν οἱ τόκ᾿ ἀεὶ κοσμόντες παρ᾿ ἑκατέ-
    ροις ἐν τοῖς Ὑπερβώιοις καὶ προπαραγγελόντων ἀλλά-
    λοις πρὸ ἁμερᾶν δέκα ἤ κα μέλλωντι ἀναγινώσκεν·
    ὁποῖοι δέ κα μὴ ἀναγνῶντι ἢ μὴ παραγγήλωντι ἀπο-
    45 τεισάντων οἱ αἴτιοι τούτων στατῆρας ἑκατόν, οἱ μὲν
    Ἱεραπύτνιοι κόσμοι τῶν Πριανσιέων τᾶι πόλει, οἱ δὲ
    Πριανσιέες Ἱεραπυτνίων τᾶι πόλει· vac. αἰ δέ τις ἀδικοίη
    τὰ συνκείμενα κοινᾶι διαλύων ἢ κόσμος ἢ ἰδιώτας, ἐ-
    ξέστω τῶι βωλομένωι δικάξασθαι ἐπὶ τῶ κοινῶ δι-
    50 καστηρίω τίμαμα ἐπιγραψάμενον τᾶς δίκας κατὰ τὸ
    ἀδίκημα ὅ κά τις ἀδικήσηι· καὶ εἴ κα νικάσηι, λαβέτω τὸ
    τρίτον μέρος τᾶς δίκας ὁ δικαξάμενος, τὸ δὲ λοιπὸν ἔσ-
    τω τᾶν πόλεων· αἰ δέ τι θεῶν βωλομένων ἕλοιμεν ἀγα-
    θὸν ἀπὸ τῶν πολεμίων, ἢ κοινᾶι ἐξοδούσαντες ἢ ἰδίαι τι-
    55 νὲς παρ᾿ ἑκατέρων ἢ κατὰ γᾶν ἢ κατὰ θάλασσαν, λαν-
    χανόντων ἑκάτεροι κατὰ τὸς ἄνδρας τὸς ἕρποντας
    καὶ τὰς δεκάτας λαμβανόντων ἑκάτεροι ἐς τὰν ἰδί-
    αν πόλιν· ὑπὲρ δὲ τῶν προγεγονότων παρ᾿ ἑκατέροις
    ἀδικημάτων ἀφ᾿ ὧ τὸ κοινοδίκιον ἀπέλιπε χρόνω, ποιη-
    60 σάσθων τὰν διεξαγωγὰν οἱ σὺν Ἐνίπαντι καὶ Νέωνι κό[σ]-
    μοι ἐν ὧι κα κοινᾶι δόξηι δικαστηρίῳ ἀμφοτέραις ταῖς πό-
    λεσι ἐπ᾿ αὐτῶν κοσμόντων καὶ τὸς ἐγγύος καταστασάν-
    των ὑπὲρ τούτων ἀφ᾿ ἇς κα ἁμέρας ἁ στάλα τεθῆι ἐμ μη-
    νί· ὑπὲρ δὲ τῶν ὕστερον ἐγγινομένων ἀδικημάτων προ-
    65 δίκωι μὲν χρήσθων καθὼς τὸ διάγραμμα ἔχει· περὶ δὲ τῶ
    δικαστηρίω οἱ ἐπιστάμενοι κατ᾿ ἐνιαυτὸν παρ᾿ ἑκατέροις
    κόσμοι πόλιν στανυέσθων ἅγ κα ἀμφοτέραις ταῖς πόλεσ[ι]
    [δό]ξηι ἐξ ἇς τὸ ἐπικριτήριον τέλεται, καὶ ἐγγύος καθιστάν-
    των ἀφ᾿ ἇς κα ἁμέρας ἐπιστᾶντι ἐπὶ τὸ ἀρχεῖον ἐν διμήνωι,
    70 καὶ διεξαγόντων ταῦτα ἐπ᾿ αὐτῶν κοσμόντων κατὰ τὸ
    δοχθὲν κοινᾶι σύμβολον· αἰ δέ κα μὴ ποιήσωντι οἱ κόσμοι κα-
    θὼς γέγραπται, ἀποτεισάτω ἕκαστος αὐτῶν στατῆρας
    πεντήκοντα, οἱ μὲν Ἱεραπύτνιοι κόσμοι Πριανσίων τᾶι πόλει,
    οἱ δὲ Πριάνσιοι κόσμοι Ἱεραπυτνίων τᾶι πόλει· αἰ δέ τί κα
    75 δόξηι ἀμφοτέραις ταῖς πόλεσι βωλουομέναις ἐπὶ τῶι
    κοινᾶι συμφέροντι διορθώσασθαι, κύριον ἔστω τὸ διορ-
    θωθέν· στασάντων δὲ τὰς στάλας οἱ ἐνεστακότες ἑ-
    κατερῆι κόσμοι ἐπ᾿ αὐτῶν κοσμόντων, οἱ μὲν Ἱεραπύ-
    τνιοι ἐν τῶι ἱερῶι τᾶς Ἀθαναίας τᾶς Πολιάδος καὶ οἱ
    80 Πριάνσιοι ἐν τῶι ἱερῶι τᾶς Ἀθαναίας τᾶς Πολιάδος·
    ὁπότεροι δέ κα μὴ στάσωντι καθὼς γέγραπται ἀπο-
    τεισάντων τὰ αὐτὰ πρόστιμα καθότι καὶ περὶ τῶν
    δικαίων γέγραπται.
  • Αγαθός θεός. Για καλή τύχη και σωτηρία. Στη μεν Ιεράπυτνα κατά τη θητεία των κόσμων [ανώτατων αξιωματούχων] (που άσκησαν το αξίωμά τους) μαζί με τον Ενίπαντα, τον γιο του Ερμαίου, τον μήνα Ιμάλιο· στη δε Πριανσό κατά τη θητεία των κόσμων (που άσκησαν το αξίωμά τους) μαζί με τον Νέωνα, τον γιο (στ. 5) του Χιμάρου, τον μήνα Δρομείο. Τα παρακάτω συμφώνησαν και επικύρωσαν από κοινού οι Ιεραπύτνιοι και οι Πριάνσιοι, παραμένοντας πιστοί στις προϋπάρχουσες στήλες (έγγραφες συμβάσεις), (συγκεκριμένα) και σε εκείνη που υπάρχει ξεχωριστά μεταξύ των Γορτυνίων και των Ιεραπυτνίων και σε εκείνη που υπάρχει από κοινού μεταξύ Γορτυνίων, Ιεραπυτνίων και Πριανσίων, και στη φιλία και τη συμμαχία (στ. 10) και τους όρκους που έχουν δοθεί σε αυτές τις πόλεις, επίσης αναγνωρίζοντας τα εδάφη που είχαν και κατείχαν όταν συμφώνησαν τη συνθήκη για όλα τα χρόνια. Οι Ιεραπύτνιοι και οι Πριάνσιοι να έχουν αμοιβαίως το δικαίωμα της ἰσοπολιτείας (της απόκτησης πολιτικών δικαιωμάτων) και το δικαίωμα της ἐπιγαμίας (της σύναψης νόμιμων γάμων) και το δικαίωμα της ἐγκτήσεως (της απόκτησης έγγειας ιδιοκτησίας) και συμμετοχή σε όλα τα θεία και τα ανθρώπινα, (στ. 15) όσοι αποτελούν μέλη φυλών σε κάθε πόλη∙ (να έχουν επίσης) και το δικαίωμα να πουλούν και να αγοράζουν και να δανείζουν και να δανείζονται και να πραγματοποιούν όλες τις άλλες συναλλαγές σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. Ο Ιεραπύτνιος (πολίτης) να έχει το δικαίωμα να σπέρνει (καλλιεργεί γη) στα εδάφη των Πριανσίων και ο Πριάνσιος (στ. 20) στα εδάφη των Ιεραπυτνίων, καταβάλλοντας τα τέλη όπως και οι άλλοι πολίτες σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. Αν ένας Ιεραπύτνιος φέρει προς φύλαξη κάτι στην Πριανσό ή κάποιος Πριάνσιος στην Ιεράπυτνα, να είναι απαλλαγμένος από τέλη κατά την εισαγωγή και εξαγωγή και των ίδιων των αντικειμένων ιδιοκτησίας και των καρπών τους, είτε γίνεται (η εισαγωγή/εξαγωγή) από τη χερσαία οδό (στ. 25) είτε από τη θάλασσα. Αν πουλήσει κάτι από αυτά που έφερε προς φύλαξη από τη θάλασσα, τότε να πληρώσει τα τέλη σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. Κατά τον ίδιο τρόπο, αν κανείς χρησιμοποιεί βοσκοτόπους, να μην καταβάλλει τέλη. Αλλά αν προκαλέσει ζημιές, αυτός που προκάλεσε τις ζημιές να πληρώσει τα πρόστιμα σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στην κάθε πόλη. (στ. 30) Αν κάποια πρεσβεία έχει ανάγκη μεταφορικών μέσων, οι Ιεραπύτνιοι κόσμοι να τα διαθέτουν στους Πριανσίους και οι Πριάνσιοι κόσμοι στους Ιεραπυτνίους. Αν δεν τα διαθέσουν, να πληρώσουν όσοι κόσμοι είναι παρόντες στην πόλη δέκα στατήρες στην πρεσβεία. Οι κόσμοι των Ιεραπυτνίων να έρχονται στην Πριανσό στην (στ. 35) έδρα των αρχόντων και να κάθονται (να έχουν τιμητικές θέσεις) με τους κόσμους στην εκκλησία∙ το ίδιο και οι κόσμοι των Πριανσίων να έρχονται στην Ιεράπυτνα στην έδρα των αρχόντων και να κάθονται με τους κόσμους στην εκκλησία. Στη γιορτή των Ηραίων και στις άλλες γιορτές όσοι (πολίτες) τυχαίνει να βρεθούν στην (ξένη) πόλη να έρχονται στο ανδρείο (στ. 40) όπως και οι άλλοι πολίτες. Κάθε χρονιά οι εκάστοτε κόσμοι να διαβάζουν στην κάθε πόλη τη στήλη (με τη συνθήκη) στη γιορτή Υπερβώια και να προσκαλούν στην ανάγνωση οι μεν τους δε, δέκα μέρες πριν από την ημέρα που πρόκειται να τη διαβάσουν. Αν δεν τη διαβάσουν ή δεν προσκαλέσουν, (στ. 45) οι υπαίτιοι να πληρώσουν εκατό στατήρες, οι μεν Ιεραπύτνιοι κόσμοι στην πόλη των Πριανσίων, οι δε Πριάνσιοι στην πόλη των Ιεραπυτνίων. Αν κανείς, είτε κόσμος είτε ιδιώτης, αδικεί καταστρέφοντας όσα έχουν συνομολογηθεί από κοινού, έχει το δικαίωμα όποιος θέλει να εγείρει κατηγορία εναντίον του στο κοινό (στ. 50) δικαστήριο προτείνοντας εγγράφως τη χρηματική ποινή αναλόγως με το αδίκημα στο οποίο θα έχει υποπέσει. Και αν νικήσει στη δίκη, ο κατήγορος θα εισπράξει το ένα τρίτο της χρηματικής ποινής, ενώ το υπόλοιπο θα ανήκει στις πόλεις. Αν με τη θέληση των θεών πάρουμε κάτι καλό (λάφυρα) από τους εχθρούς, είτε σε κοινή εκστρατεία είτε σε εκστρατεία που θα πραγματοποιήσουν ιδιωτικά κάποιοι (στ. 55) από τις δύο πόλεις, είτε σε γη είτε σε θάλασσα, να μοιράσουν ο καθένας χωριστά τα λάφυρα με κλήρο ανάλογα με τους άντρες που θα έχουν συμμετάσχει, και ο καθένας χωριστά να φέρει το δέκατο μέρος στη δική του πόλη. Για όσα αδικήματα έγιναν σε κάθε πόλη από τότε που έπαψε να λειτουργεί το κοινοδίκιον, (στ. 60) οι κόσμοι που ασκούν τα καθήκοντά τους με τον Ενίπαντα και τον Νέωνα να πραγματοποιήσουν τη διεξαγωγή των δικών σε όποιο δικαστήριο θα αποφασίσουν από κοινού οι δύο πόλεις, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, καθορίζοντας τους σχετικούς εγγυητές μέσα σε ένα μήνα από τότε που θα στηθεί η στήλη. Για όσα αδικήματα διαπραχθούν στο μέλλον (στ. 65) να χρησιμοποιήσουν πρόδικο, όπως προβλέπει το διάγραμμα. Σχετικά με το δικαστήριο, οι κόσμοι που αναλαμβάνουν κάθε χρονιά καθήκοντα να ορίζουν με κοινή απόφαση των δύο πόλεων μια τρίτη πόλη (διαιτητή), από την οποία θα εκδοθεί η δικαστική απόφαση, και να ορίζουν εγγυητές μέσα σε δίμηνο από την ανάληψη των καθηκόντων τους· (στ. 70) και να πραγματοποιούν αυτά (τη δίκη) κατά τη διάρκεια της θητείας τους σύμφωνα με τη συνθήκη διαιτησίας (σύμβολον) την οποία συμφώνησαν από κοινού. Αν οι κόσμοι δεν πράξουν σύμφωνα με αυτά που είναι γραμμένα εδώ, να πληρώσει ο καθένας τους πενήντα στατήρες, οι μεν Ιεραπύτνιοι κόσμοι στην πόλη των Πριανσίων, οι δε Πριάνσιοι κόσμοι στην πόλη των Ιεραπυτνίων. Εάν (στ. 75) και οι δύο πόλεις αποφασίσουν μετά από διαβουλεύσεις για το κοινό συμφέρον να βελτιώσουν (τη συνθήκη), να ισχύει αυτό που θα βελτιώσουν. Οι κόσμοι που έχουν αναλάβει καθήκοντα στις δύο πόλεις να στήσουν τις στήλες κατά τη διάρκεια της θητείας τους, οι μεν Ιεραπύτνιοι στο ιερό της Αθηνάς Πολιάδος, οι δε (στ. 80) Πριάνσιοι στο ιερό της Αθηνάς Πολιάδος. Όποιοι δεν στήσουν τις στήλες, όπως είναι γραμμένο εδώ, να πληρώσουν τα ίδια πρόστιμα που γράφονται και σχετικά με τα ζητήματα δικαίου.

  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

    CIG 2556· Hicks 1882: αρ. 172· Cauer, DIGD2 119· Michel, Recueil 16· SGDI 5040· I.Cret. III, iii.4· Chaniotis 1996: 255-264 αρ. 28· Α. Χανιώτης στο Ανθολόγιο 68-81: Ε7.

    Η έκδοση του κειμένου βασίστηκε στο Α. Χανιώτης στο Ανθολόγιο 68-81: Ε7.

    ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦIΑ

    Σκιάς 1891: 24 (για τον στ. 30)· Levi 1925: 214 (για τον στ. 38).

  • Η χρονολόγηση λίγο μετά το 205 π.Χ. προτείνεται με βάση τη μορφή των γραμμάτων και κυρίως το ιστορικό πλαίσιο: η συνθήκη είναι νεότερη από τη συμμαχία ανάμεσα σε Γόρτυνα, Ιεράπυτνα και Πριανσό που τοποθετείται μεταξύ 205 και 200 π.Χ. (Chaniotis 1996: 40, 254-255, 264).

  • Ο τόπος εύρεσης είναι άγνωστος (μάλλον στην Ιεράπετρα, αρχαία Ιεράπυτνα). Σήμερα φυλάσσεται στην επιγραφική συλλογή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

  • Οι συνθήκες ήταν διακρατικές συμβάσεις. Επιδίωκαν την κατοχύρωσή τους στο διηνεκές και την ευρύτερη δυνατή γνωστοποίησή τους και ως εκ τούτου αναγράφονταν συνηθέστατα σε λίθο (τις συνθήκες της ελληνικής αρχαιότητας, που μαρτυρούνται σε φιλολογικές και επιγραφικές πηγές ως το 200 π.Χ., συγκέντρωσαν οι Η. Bengtson και H. Schmitt σε δύο τόμους: Staatsverträge II και Staatsverträge III). Στην ελληνιστική εποχή οι συμβάσεις αυτές (σπονδαί, ὅρκοι, ὁμολογίαι, συνθῆκαι) έχουν ποικίλο περιεχόμενο: ρυθμίζουν ισοπολιτείες ή συμπολιτείες, καθώς επίσης φιλίες και συμμαχίες μεταξύ πόλεων, διευθετούν συνοριακές διαφορές, λήξη πολέμων και οικονομική συνεργασία (McLean 2002: 225-226). Το κείμενο των συνθηκών ενσωματώνεται ενίοτε σε ψηφίσματα των πόλεων οι οποίες συμπράττουν (βλ. κείμενο Ε7).

    Ειδικά στην ελληνιστική Κρήτη είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των διακρατικών συμβάσεων, κυρίως συνθηκών συμμαχίας και ισοπολιτείας μεταξύ κρητικών πόλεων και συνθηκών συμμαχίας με ξένες δυνάμεις για τη στρατολόγηση Κρητών μισθοφόρων. Αυτό οφείλεται στη συχνότητα των κρητικών πολέμων, στον μεγάλο αριθμό των κρητικών πόλεων και στις ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνίας και οικονομίας στην ελληνιστική Κρήτη. Τη συλλογή των συνθηκών μεταξύ κρητικών πόλεων έχει κάνει ο Α. Χανιώτης (Chaniotis 1996). Νεότερα ευρήματα: SEG XLIX 1217· L 936· LII 852· LIII 942.

  • Το κείμενο είναι χαραγμένο σε στήλη από γκριζογάλανο ασβεστόλιθο (ύψ. 1,57 μ., πλ. 0,43 μ., πάχ. 0,20 μ.).

  • Η στήλη είναι σπασμένη επάνω αριστερά και στην επάνω δεξιά γωνία. Ωστόσο, το κείμενο σώζεται ακέραιο.

  • Το κείμενο είναι συνθήκη ισοπολιτείας ανάμεσα στις κρητικές πόλεις Ιεράπυτνα (η σημερινή Ιεράπετρα) και Πριανσό. Ανάμεσα στις πολυάριθμες κρητικές συνθήκες (συγκεντρωμένες στο Chaniotis 1996) είναι μια από τις εκτενέστερες και καλύτερα διατηρημένες. Όπως συνάγεται από τους στ. 8-10, η συνθήκη αυτή ακολουθεί και συμπληρώνει προγενέστερη συνθήκη ανάμεσα στην Πριανσό από τη μια πλευρά και τη Γόρτυνα και την Ιεράπυτνα από την άλλη, η οποία σώζεται σε δύο αντίγραφα (SEG LIII 942, 947 = Chaniotis 1996: 245-255 αρ. 27).

     

    Διάρθρωση της συνθήκης – Ρήτρες

    1) Επίκληση των θεών και ευχή (στ. 1-2)

    Επικλήσεις θεών και ευχές βρίσκονται πολύ συχνά στην αρχή συνθηκών και άλλων δημοσίων κειμένων (ψηφισμάτων, νόμων). Έχουν προταθεί διάφορες ερμηνείες: ανάθεση του εγγράφου στους θεούς, επίκληση της προστασίας των θεών για το κείμενο και την επιγραφή. Δεδομένου ότι οι επικλήσεις και οι ευχές έχουν μεγάλη ομοιότητα με φράσεις που χρησιμοποιούνταν σε προσευχές, το πιθανότερο είναι ότι έχουν την προέλευσή τους στις προσευχές και τις επικλήσεις των θεών που εκφωνούνταν κατά τις τελετουργίες που λάμβαναν χώρα στην εκκλησία του δήμου πριν από τη συζήτηση προτάσεων για ψηφίσματα και κατά τη σύναψη των συνθηκών (Woodhead 2009: 86· βλ. και Chaniotis 1996: 83-85).

     

    2) Χρονολόγηση (στ. 2-5)

    Η χρονολόγηση γίνεται με αναφορά στο όνομα του προέδρου του συμβουλίου των κόσμων, που εκπροσωπούσαν την εκτελεστική εξουσία στις κρητικές πόλεις, αλλά είχαν συγχρόνως στρατιωτικά και δικαστικά καθήκοντα. Στις περισσότερες πόλεις το συμβούλιο των κόσμων ήταν δεκαμελές, με ετήσια θητεία. Όλα τα μέλη του συμβουλίου προέρχονταν από την ίδια φυλή, με βάση ένα σύστημα εκ περιτροπής εναλλαγής των φυλών στα αξιώματα (Link 1994: 97-112). Κάθε κρητική πόλη είχε το δικό της ημερολόγιο με διαφορετικά ονόματα μηνών (Trümpy 1997: 188-197). Ο Ιμάλιος είναι μάλλον θερινός μήνας, σχετιζόμενος με τη σοδειά και το άλεσμα του αλευριού (πρβλ. Ησύχιος, λλ. ἱμαλιά, ἱμάλιον και ἱμαλίς∙ τὸ ἐπίμετρον τῶν ἀλεύρων, ἐπικαρπία). Ο μήνας Δρομείος παράγεται από τη γιορτή Δρομεία, μάλλον γιορτή σχετιζόμενη με τον Απόλλωνα Δρομαίο και την ένταξη των εφήβων στο σώμα των πολιτών∙ στην Κρήτη οι ενήλικοι άνδρες ονομάζονταν δρομεῖς (Tzifopoulos 1998).

     

    3) Εισαγωγή στη συνθήκη (στ. 5-12)

    Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της διατύπωσης είναι ότι παραπέμπει σε μια προϋπάρχουσα συνθήκη. Το ρήμα συνευδοκεῖν (επικυρώνω από κοινού) σχετίζεται ακριβώς με το γεγονός ότι η παρούσα συνθήκη αποτελεί συμπλήρωση μιας παλαιότερης συνθήκης. Τέτοιες συμπληρώσεις ή αλλαγές ήταν δυνατές (βλ. παρακ., παράγραφο 18), υπό την προϋπόθεση ότι θα εγκρίνονταν και από τις δύο πλευρές∙ σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται ακριβώς το ρήμα συνευδοκεῖν. Η πρόταση που εισάγεται με την πρόθεση ἐπί + δοτική εκφράζει, όπως και η μετοχή ἐμμένοντες, τους όρους κάτω από τους οποίους ισχύει η νέα συνθήκη. Ο βασικός όρος είναι η αμοιβαία αναγνώριση της εδαφικής κυριαρχίας των δύο συμβαλλομένων μερών και των συνόρων τους. Τα σύνορα αυτά περιγράφονται στην προγενέστερη συνθήκη, που δυστυχώς στο σημείο αυτό σώζεται πολύ αποσπασματικά και στα δύο αντίγραφά της (SEG LIII 942, 947 = Chaniotis 1996: 245-255 αρ. 27). Η πρόσφατη δημοσίευση του αντιγράφου της Γόρτυνας (SEG LIII 942) δείχνει ότι τα σύνορα των εδαφών της Πριανσού καθορίστηκαν από τους Γορτυνίους, τη σημαντικότερη πολιτική δύναμη αυτήν την εποχή και ηγέτη μιας μεγάλης συμμαχίας (στ. 15-17: [καὶ] τὰν χώραν ἃν ὡρί|ξαντο οἱ Γορτύνιοι πορ̣τὶ τὸνς Πριανσιέας μήτ᾿ αὐ|τοὶ ἀφαιλησῆ<θ>θαι, μήτ᾿ ἄ[λλοις] ἐπιτραψῆν). Ο επανακαθορισμός των συνόρων μάλλον έγινε αναγκαίος μετά από πόλεμο ανάμεσα στην Ιεράπυτνα και την Πριανσό. Με την προγενέστερη συνθήκη Γορτύνιοι και Ιεραπύτνιοι εγγυώνταν τα σύνορα της Πριανσού, του ασθενέστερου μέλους της συμμαχίας. Συνοριακοί διακανονισμοί είναι πολύ συνηθισμένοι στην ελληνιστική Κρήτη και σχετίζονται με τους ενδημικούς πολέμους που χαρακτηρίζουν την κρητική ιστορία περίπου ως το 110 π.Χ. (για τις ενδοκρητικές συγκρούσεις και τους συνοριακούς διακανονισμούς: Chaniotis 1996: 27-56, 153-159· για τους κρητικούς πολέμους βλ. επίσης Chaniotis 2005: 8-12).

    Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η διάκριση που γίνεται μεταξύ ἔχειν χώραν (νόμιμη ιδιοκτησία εδαφών) και κατέχειν χώραν (άσκηση της εδαφικής κυριαρχίας). Τα συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουν την εδαφική κυριαρχία που ισχύει τη στιγμή της επικύρωσης της συνθήκης, καθιστώντας σαφές ότι δεν λαμβάνουν υπόψη τις διεκδικήσεις εδαφών τα οποία μια πόλη θεωρεί ως νόμιμη ιδιοκτησία της, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται υπό την κατοχή άλλης πόλης.

     

    4-5) Παραχώρηση δικαιωμάτων αστικού δικαίου (ἰσοπολιτεία, ἐπιγαμία) και οικονομικών προνομίων (στ. 13-21)

    Στην πρώτη ουσιαστική διάταξη της συνθήκης παραχωρούνται αμοιβαίως, πολύ επιγραμματικά, τρία σημαντικά δικαιώματα, πολύ συνηθισμένα σε κρητικές συνθήκες.

    Ως ἰσοπολιτεία ορίζεται (στην Κρήτη) το δικαίωμα του πολίτη μιας των συμβαλλομένων πόλεων να εγκατασταθεί στην άλλη πόλη και να αποκτήσει εκεί πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Η ισοπολιτεία συνήθως συμπληρώνει συνθήκες συμμαχίας και αποτελούσε ένα μέτρο με το οποίο πόλεις με διαφορετικές ανάγκες και αλληλοσυμπληρούμενες δυνατότητες εξασφάλιζαν για τους πολίτες τους τη δυνατότητα να ασκήσουν οικονομικές δραστηριότητες σε μια άλλη πόλη. Η πόλη που έκανε την ευρύτερη χρήση αυτών των δυνατοτήτων ήταν η Ιεράπυτνα. Η σύγκριση των διατάξεων των σχετικών συνθηκών δείχνει ότι η ενεργοποίηση της ισοπολιτείας γινόταν ατομικά, όχι μαζικά, και συνδεόταν με ορισμένες προϋποθέσεις. Ο αιτών έπρεπε να είναι ενεργό μέλος φυλής (όπως σε αυτή τη συνθήκη), δηλαδή να μην είχε χάσει τα πολιτικά του δικαιώματα ή να έχει εξοριστεί ή να είναι πολίτης τιμής ένεκεν. Ήταν υποχρεωμένος να εγκαταλείψει την πόλη του, ρυθμίζοντας πρώτα όλες τις εκεί νομικές και οικονομικές του εκκρεμότητες και μάλλον πουλώντας όλη την εκεί ιδιοκτησία του. Η αποδοχή της αίτησής του αποφασιζόταν από την εκκλησία της άλλης πόλης∙αρκούσαν τρεις αρνητικές ψήφοι για την απόρριψη του αιτήματός του (βλ. κυρίως I.Cret. III, iv.1· Staatsverträge III 554· Chaniotis 1996: 185-190 αρ. 5).

    Το δικαίωμα της ἐπιγαμίας δεν χορηγείται μόνο σε όσους πολίτες επιθυμούσαν να ενεργοποιήσουν την ισοπολιτεία αλλά σε όλους τους πολίτες των συμβαλλομένων πόλεων. Με τη νομιμοποίηση των γάμων μεταξύ πολιτών των δύο πόλεων τα παιδιά δεν θεωρούνταν νόθα, αλλά είχαν πλήρη πολιτικά και αστικά δικαιώματα (για το πρόβλημα των νόθων στην κρητική κοινωνία, αποτέλεσμα γάμων ατόμων με διαφορετική νομική θέση, βλ. Chaniotis 2002).

    Ιδιαίτερα σημαντικό ήταν το δικαίωμα της ἐγκτήσεως (Chaniotis 1996: 109-113). Σύμφωνα με το αρχαίο ελληνικό δίκαιο, η ιδιοκτησία γῆς καὶ οἰκίας αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο των πολιτών, που μόνον κατ’ εξαίρεση παραχωρούνταν σε ξένους, συνήθως προξένους και ευεργέτες. Φαίνεται ότι στην ελληνιστική Κρήτη το πρόβλημα της ιδιοκτησίας γης ήταν ιδιαίτερα οξύ σε ορισμένες πόλεις, όπως συνάγεται από τη διέξοδο που εύρισκαν οι άκληροι πολίτες στην πειρατεία, στο επάγγελμα του μισθοφόρου και στη μαζική έξοδο και εγκατάσταση σε ξένες περιοχές, π.χ. στα εδάφη της Μιλήτου και στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο (Chaniotis 2005: 80-85). Ωστόσο, κάποιες πόλεις φαίνεται ότι είχαν περίσσευμα γης, αλλά έλλειψη πολιτών. Αν και θεωρητικά η παραχώρηση της ἐγκτήσεως στηρίζεται στην αμοιβαιότητα, στην πραγματικότητα ικανοποιούσε διαφορετικές, συμπληρωματικές ανάγκες. Η Ιεράπυτνα, που σύναψε περισσότερες συμφωνίες ἐγκτήσεως από οποιαδήποτε άλλη πόλη, αλλά και ακολούθησε επεκτατική πολιτική κατακτώντας και προσαρτώντας σχεδόν το σύνολο της ανατολικής Κρήτης, πρέπει να ήταν ο κυρίως ωφελούμενος από τη διάταξη αυτή.

    Η συνθήκη επιτρέπει επιγραμματικά και τις οικονομικές συναλλαγές (αγοραπωλησίες, δανεισμούς) με βάση τους νόμους που ισχύουν σε κάθε πόλη (στ. 15-18· σχετικά βλ. Guizzi 1999: 242-243). Όσοι πολίτες δεν έκαναν χρήση της ἰσοπολιτείας, αλλά επιθυμούσαν παρ’ όλα αυτά να ασκήσουν αγροτικές δραστηριότητες στα εδάφη της άλλης πόλης, αποκτούν το δικαίωμα του σπείρειν, δηλαδή το δικαίωμα της χρήσης των δημοσίων εδαφών της άλλης πόλης για καλλιέργειες, με καταβολή του προβλεπόμενου τέλους. Η ύπαρξη δημοσίων γαιών στις κρητικές πόλεις στην ελληνιστική εποχή μαρτυρείται και από μια επιγραφή της Κυδωνίας, η οποία αφορά την παραχώρηση (δημοσίων) γαιών σε ξένους (I.Cret. II, x.1).

     

    6) Φύλαξη αγαθών (στ. 21-27)

    Γενικά η εισαγωγή και εξαγωγή αγαθών υπάγεται στην καταβολή δασμών, από την οποία ένα άτομο μπορεί να απαλλαγεί με την παραχώρηση της ἀτελείας βάσει ψηφίσματος. Στις κρητικές συνθήκες μεταξύ πόλεων καθορίζεται ότι η εξαγωγή από τη στεριά (που αφορά κυρίως κοπάδια) ήταν ατελής∙ ατελής ήταν επίσης η εισαγωγή και επανεξαγωγή αγαθών για προσωπική χρήση. Αντίθετα, οι εξαγωγές από τη θάλασσα, που αφορούσαν συνήθως εμπορικά προϊόντα, συνεπάγονταν τη χρήση λιμανιών και συνήθως ελέγχονταν ευκολότερα. Στις εξαγωγές αυτές καταβάλλονταν τέλη (ἐξαγωγὰν ἦμεν κατὰ γᾶν μὲν ἀτελεί, κατὰ θάλασσαν δὲ καταβάλλοντι τὰ τέλεα κατὰ τὸς νόμος τὸς ἑκατέρη κειμένος)∙ τα τέλη αυτά περιελάμβαναν και το ἐνλιμένιον, δηλαδή τα λιμενικά τέλη (Chaniotis 1996: 119∙ Guizzi 1999: 240). Από την εισαγωγή για εμπορικούς λόγους διαφέρει η εισαγωγή αγαθών προς φύλαξη στα εδάφη μιας ξένης πόλης με την οποία υπάρχει σχετική συνθήκη. Οι συχνοί πόλεμοι, οι επιδρομές σε αφύλακτες ορεινές περιοχές και στην ύπαιθρο και η πειρατεία στην ελληνιστική εποχή ανάγκαζαν πολλές φορές όσους απειλούνταν από τέτοιους κινδύνους να αναζητήσουν καταφύγιο στα εδάφη μιας γειτονικής πόλης, μαζί με κινητά υπάρχοντα, π.χ. κοπάδια (Müller 1975). Η ατελής εισαγωγή και επανεξαγωγή επιτρέπεται με τη συνθήκη αυτή. Η αναφορά στους “καρπούς” των εισαχθέντων δείχνει ότι πρόκειται κυρίως για κοπάδια ζώων που ήταν ιδιαιτέρως εκτεθειμένα σε κινδύνους στους βοσκοτόπους στην ἐσχατιά των πόλεων (Chaniotis 1999α: 200). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξαίρεση που γίνεται για αγαθά εισαχθέντα προς φύλαξη από τη θαλάσσια οδό (επομένως με πλοία), τα οποία στη συνέχεια πουλήθηκαν∙ εδώ η καταβολή δασμών επιβάλλεται. Πρόκειται μάλλον για λάφυρα από πειρατικές επιδρομές –πολύτιμα αντικείμενα και δούλους (Müller 1975: 150 σημ. 74).

     

    7) Ἐπινομία (στ. 27-30)

    Η διάταξη αυτή δεν αφορά την ευκαιριακή χρήση βοσκοτόπων στα εδάφη του εταίρου της συνθήκης, αλλά το φαινόμενο των χειμαδιών, της περιοδικής μετακίνησης κοπαδιών σε βοσκοτόπους με διαφορετικές κλιματικές συνθήκες (για το φαινόμενο των χειμαδιών στην αρχαία Κρήτη βλ. Chaniotis 1999α: 198-205 και γενικά στην αρχαιότητα βλ. Waldherr 2001: 331-357· Arnold – Greenfield 2006· για επιγραφικές μαρτυρίες περί βοσκής και κτηνοτροφίας βλ. Chandezon 2003). Οι Ιεραπύτνιοι χρειάζονταν τους βοσκοτόπους στην ορεινή Πριανσό για τους θερινούς μήνες και αντίστροφα οι Πριάνσιοι χρειάζονταν για τα κοπάδια τους χειμαδιά στην πεδινή και παράκτια Ιεράπυτνα. Η χρήση των βοσκοτόπων ήταν ατελής για τους ξένους βοσκούς, ενώ αντίθετα φαίνεται ότι οι πολίτες κατέβαλλαν τέλη, που όντως μαρτυρούνται στην περίπτωση της Ιεράπυτνας (I.Cret. III, iv.1 = Chaniotis 1996: 185-190 αρ. 5).

     

    8) Υποστήριξη πρεσβειών (στ. 30-33)

    Αυτή είναι η μόνη μαρτυρία μιας τέτοιας διάταξης σε κρητικές συνθήκες, αλλά η προσφορά βοήθειας και προστασίας σε ξένους πρεσβευτές μαρτυρείται και αλλού (π.χ. I.Cret. III, iii.3 C). Το πρόστιμο για σχετική παράλειψη καταβάλλεται μόνο από τους παρόντες κόσμους (οἱ ἐπίδαμοι). Οι πολύπλευρες υποχρεώσεις των κόσμων, κυρίως οι στρατιωτικές, επέβαλλαν τη συχνή απουσία τους∙ ορισμένοι κόσμοι (ίσως τα μισά μέλη του δεκαμελούς συμβουλίου) έπρεπε όμως να είναι παρόντες στην πόλη για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Αυτό εξηγεί γιατί ο αριθμός των κόσμων ποικίλλει στις επιγραφές (5-10 ονόματα)· φαίνεται ότι ορισμένες φορές αναγράφονται μόνο τα ονόματα των ἐπιδάμων κόσμων (Chaniotis 1996: 260-261 με παραδείγματα).

     

    9) Πρόσκληση των ξένων κόσμων (στ. 34-38)

    Η αμοιβαία πρόσκληση των ξένων κόσμων και των πολιτών (βλ. παράγρ. 10) ανήκει στα μέτρα για την εδραίωση της φιλίας δύο κρητικών πόλεων∙ αποτελεί ιδιαιτερότητα των κρητικών διακρατικών συνθηκών. Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από ανάλογες διατάξεις και σε άλλες συνθήκες (Chaniotis 1996: 130-133), οι ξένοι κόσμοι προσκαλούνταν σε δείπνο στην έδρα των αρχόντων (πρυτανεῖον), στη συνέλευση του λαού είχαν ιδιαίτερες τιμητικές θέσεις μαζί με τους τοπικούς κόσμους και φορούσαν ιδιαίτερο ένδυμα με τα διακριτικά του αξιώματός τους. Στόχος της διάταξης αυτής ήταν η απόλυτη εξομοίωση ντόπιων και ξένων κόσμων στο τελετουργικό επίπεδο, ως έκφραση της στενής σύνδεσης των εταίρων.

     

    10) Αμοιβαία συμμετοχή σε γιορτές (στ. 38-40)

    Σε άλλες κρητικές συνθήκες οι πολίτες του εταίρου καλούνται στις τοπικές γιορτές (Chaniotis 1996: 133). Αν και εδώ δεν γίνεται λόγος για πρόσκληση, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι πολίτες των δύο πόλεων προσκαλούνταν αμοιβαίως στις σημαντικότερες γιορτές. Η αναφορά στην πρόσκληση των ξένων πολιτών στα ἀνδρεῖα, τα κτήρια στα οποία γίνονταν τα συσσίτια, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί δείχνει ότι το σύστημα των συσσιτίων συνεχιζόταν στην Κρήτη ως και τα ελληνιστικά χρόνια (για τα ανδρεία βλ. Lavrencic 1988· για τα συσσίτια βλ. Link 1991: 119-121· Chaniotis 1999β: 193-194).

     

    11) Ανάγνωση της συνθήκης (στ. 40-47)

    Μια από τις συνηθέστερες συμβατικές υποχρεώσεις των εταίρων στις κρητικές συνθήκες είναι η ετήσια ανάγνωση της συνθήκης. Αποσκοπούσε στην υπενθύμιση των διατάξεων και την εδραίωση της συνεργασίας, κάτι αναγκαίο αν λάβουμε υπόψη τους συχνούς πολέμους που μετέτρεπαν τον παλιό σύμμαχο σε εχθρό –και αντιστρόφως (Chaniotis 1996: 125-126). Υπεύθυνοι για την ανάγνωση, που λάμβανε χώρα σε σημαντικές γιορτές, ήταν οι κόσμοι, οι οποίοι είχαν επίσης την υποχρέωση να προσκαλέσουν εκπροσώπους της άλλης πόλης στην τελετή. Στην Ιεράπυτνα και την Πριανσό η ανάγνωση πραγματοποιούνταν στη γιορτή Ὑπερβῶια, γιορτή του Δία. Στην Κρήτη ο Δίας θεωρούνταν προστάτης των νέων και φαίνεται ότι αυτός ήταν ο λόγος για την επιλογή αυτής της γιορτής, η οποία μάλλον σχετίζεται με την υποδοχή των εφήβων στο σώμα των πολιτών (για τα Ὑπερβῶια και τη σχέση τους με τους εφήβους βλ. Brelich 1961: 72· Willetts 1962: 239· Leitao 1995: 136). Στη Λύττο η αντίστοιχη γιορτή, στην οποία γινόταν η ανάγνωση των συνθηκών, ήταν τα Περιβλημαῖα (I.Cret. III, xix.1 = Chaniotis 1996: 208-213 αρ. 11), κατά την οποία οι έφηβοι αντάλλαζαν το εφηβικό ένδυμα με εκείνο του πολίτη-πολεμιστή, στη Λατώ ήταν η επίσης εφηβική γιορτή Θεοδαίσια (Chaniotis 1996: 125-126 με σημ. 766-767). Η ανάγνωση της συνθήκης παρουσία των εφήβων πληροφορούσε τους νέους πολίτες για τις υποχρεώσεις της πόλης τους απέναντι σε φίλους και συμμάχους (Μέριμνα για την εξοικείωση των εφήβων με τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις της πόλης εμφανίζεται και σε γιορτές μη κρητικών πόλεων, π.χ. στην Τέω, SEG XLI 1003 ΙΙ C/D στ. 38-44).

     

    12) Νομικά μέτρα για την περίπτωση παράβασης της συνθήκης (στ. 47-53)

    Η προστασία των διατάξεων της συνθήκης αποτελούσε υποχρέωση κάθε πολίτη. Κάθε πολίτης, και όχι μόνο το άμεσο θύμα της παράβασης, είχε δικαίωμα να εγείρει κατηγορίες κατά ιδιωτών ή αξιωματούχων που δεν τηρούσαν τη συνθήκη, εισπράττοντας το ένα τρίτο του προτεινόμενου προστίμου. Αυτό το δικαίωμα (στην Αθήνα χαρακτηρίζεται ως εἰσαγγελία) μαρτυρείται συχνά σε κρητικές συνθήκες, σε σχέση με αδικήματα κατά του συνόλου της κοινότητας (Chaniotis 1996: 147-148).

     

    13) Διανομή των λαφύρων (στ. 53-58)

    Στην ελληνιστική εποχή πολλές κρητικές πόλεις συμμετείχαν σε επιδρομές με στόχο τη λαφυραγωγία· θύματά τους ήταν κυρίως τα νησιά του Αιγαίου και οι παράλιες πόλεις της Μικράς Ασίας, αλλά πραγματοποιούνταν και χερσαίες επιδρομές στα εδάφη γειτονικών πόλεων (Brulé 1978· Petropoulou 1985· Chaniotis 2005: 118-119). Οι κρητικές συνθήκες συχνά περιέχουν ρυθμίσεις για τη διανομή των λαφύρων (βλ. π.χ. Chaniotis 1996: αρ. 93-94· γενικά για τη διανομή λαφύρων βλ. Pritchett 1991: 363-389· Ducrey 1999: 258-267.). Στην προκείμενη περίπτωση, γίνεται αναφορά σε λάφυρα από θαλάσσιες και χερσαίες επιδρομές, που θα πραγματοποιούνταν είτε από κοινού από τις δύο πόλεις (κοινῇ) –προφανώς υπό τη διοίκηση των αξιωματούχων των πόλεων– είτε από μεικτές μονάδες αποτελούμενες από πολίτες και των δύο πόλεων στρατολογημένους με ιδιωτική πρωτοβουλία (ἰδίᾳ). Σύμφωνα με μια διαδεδομένη πρακτική, τα λάφυρα διανέμονταν με κλήρο. Πρώτα προσδιοριζόταν το ποσοστό των λαφύρων που αναλογούσε σε κάθε πόλη. Αυτό γινόταν με βάση τον αριθμό των ανδρών από κάθε πόλη που είχαν συμμετάσχει στην επιδρομή. Ένα δέκατο (δεκάται) από τα λάφυρα που αντιστοιχούσαν σε κάθε πόλη παραχωρούνταν στην πόλη –ένα είδος φορολογίας– και αποτελούσαν μέρος των δημοσίων εσόδων. Τα υπόλοιπα λάφυρα διανέμονταν με κλήρο στους πολεμιστές.

     

    14-17) Δικονομικές διατάξεις (στ. 58-74)

    Ένα μεγάλο τμήμα της συνθήκης ασχολείται με δικονομικά θέματα, των οποίων η ερμηνεία είναι δύσκολη δεδομένου ότι πολλές λεπτομέρειες ρυθμίζονταν από παλαιότερες συμβάσεις ή επρόκειτο να ρυθμιστούν στο μέλλον (βλ. στ. 59, 61, 65, 67-68, 70-71). Σύμφωνα με την ερμηνεία που ακολουθείται εδώ (πρβλ. Chaniotis 1996: 134-147, 261-263· Chaniotis 1999β· Chaniotis – Kritzas 2010) η συνθήκη αναφέρεται στις εξής διαφορετικές διαδικασίες:

    α) Κοινοδίκιον

    Για το κοινοδίκιον, που μαρτυρείται σε αρκετές επιγραφές, έχουν προταθεί δύο διαφορετικές ερμηνείες: 1) δικαστήριο του Κοινοῦ τῶν Κρηταιέων, μιας συμμαχίας κρητικών πόλεων (για το Κοινό των Κρηταιέων βλ. πιο πρόσφατα Chaniotis 2015), που επέλυε αντιδικίες μεταξύ πόλεων και μεταξύ ενός πολίτη και μιας ξένης πόλης (Gauthier 1972: 316-325), και 2) κοινό δικαστήριο δύο πόλεων για επίλυση διαφορών μεταξύ των πολιτών τους (van Effenterre 1948: 146-147· πρβλ. Chaniotis 1996: 142-143· Ager 1996: 298). Μια αδημοσίευτη ακόμα επιγραφή, χωρίς να λύνει απόλυτα το πρόβλημα, φαίνεται να επιβεβαιώνει την άποψη του Ph. Gauthier ότι ήταν δικαστήριο του Κοινού των Κρηταιέων, με τη διαφορά ότι ήταν αρμόδιο όχι μόνο για αντιδικίες μεταξύ πόλεων, αλλά και για διαφορές μεταξύ ιδιωτών από διαφορετικές πόλεις (Chaniotis 1999β· Chaniotis – Kritzas 2010). Δεν γνωρίζουμε τίποτε για τη σύνθεσή του· ίσως αποτελούνταν από δικαστές διαφόρων πόλεων, ίσως από αντιπροσώπους όλων των συμμάχων. Το κοινοδίκιο δημιουργήθηκε τον 3ο αιώνα, ίσως το 222 π.Χ., όταν η Κνωσός και η Γόρτυνα (επαν)ίδρυσαν το Κοινό των Κρηταιέων. Σύμφωνα με τη συνθήκη αυτή είχε αναστείλει τη λειτουργία του, μάλλον ως συνέπεια του Λυττίου πολέμου, όταν οι δύο ηγεμονικές δυνάμεις του Κοινού, η Γόρτυνα και η Κνωσός, διέκοψαν τη συνεργασία τους∙ επανιδρύθηκε το αργότερο το 184 π.Χ. (Πολύβιος 22.15.4). Η συνθήκη αυτή ασχολείται με το ζήτημα της επίλυσης των υπαρχουσών διαφορών μεταξύ της Ιεράπυτνας και της Πριανσού και μεταξύ των πολιτών τους, τώρα που το κοινοδίκιο δεν λειτουργούσε πλέον. Το ζήτημα αυτό ανατίθεται στους κόσμους, οι οποίοι ως το τέλος της θητείας τους θα πρέπει να προσδιορίσουν το αρμόδιο δικαστήριο (π.χ. δικαστήριο μιας τρίτης πόλης, ή ίσως ένα κοινό δικαστήριο κλπ.).

    β) Πρόδικος

    Οι αρμοδιότητες του προδίκου καθορίζονταν σε ένα έγγραφο του Κοινοῦ τῶν Κρηταιέων, το διάγραμμα, το οποίο δυστυχώς δεν σώζεται (Chaniotis 1996: 137-141). Όπως συνάγεται από διάφορες αναφορές του σε επιγραφές, περιείχε μεταξύ άλλων κατάλογο αδικημάτων και τα προβλεπόμενα πρόστιμα (π.χ. Chaniotis 1996: 225-231 αρ. 18 στ. 36-38· Chaniotis – Kritzas 2010: 176) και προέβλεπε δύο τρόπους αντιμετώπισης των διαφορών: ανάθεση της διαφοράς πρώτα σε επιδιαιτησία (προδίκωι χρήσθων), πριν από την παραπομπή σε δίκη, ή απευθείας παραπομπή σε δίκη (δίκα ἀπρόδικος κἀπάρβολος ἐν κοινοδικίωι). Αυτό που αμφισβητείται έντονα στη σχετική έρευνα είναι αν οι αντίδικοι είναι πόλεις (Gauthier 1972: 318, 321-322, 324) ή ιδιώτες, πολίτες διαφορετικών πόλεων (Chaniotis 1996: 138-141). Γενικά στην ελληνική αρχαιότητα δινόταν προτεραιότητα στην επίλυση των διαφορών με διαιτησία (σύλλυσις) και όχι με δίκη.

     

    γ) Ξένο δικαστήριο

    Οι υποθέσεις που ο πρόδικος δεν ήταν σε θέση να λύσει με διαιτησία παραπέμπονται σε ένα δικαστήριον αποτελούμενο από πολίτες τρίτης πόλης, την οποία καθόριζαν εκ νέου κάθε χρονιά από κοινού οι κόσμοι των δύο εταίρων. Η λέξη ἐπικριτήριον μάλλον προσδιορίζει την απόφαση των ξένων δικαστών. Οι κόσμοι προσδιόριζαν μέσα στους δύο πρώτους μήνες της θητείας τους τους εγγυητές, που εγγυώνταν την τήρηση της διαδικασίας και την αποδοχή του αποτελέσματος της δίκης. Οι δίκες έπρεπε να διεξαχθούν πριν από τη λήξη του έτους. Οι λεπτομέρειες καθορίζονταν σε μια άλλη νομική σύμβαση (σύμβολον).

     

    18) Τροποποίηση της συνθήκης (στ. 74-77)

    Οι αρχαίες ελληνικές συνθήκες κατά κανόνα επιτρέπουν τροποποιήσεις (αλλαγές, διαγραφές και προσθήκες), υπό την προϋπόθεση ότι συμφωνούν και οι δύο εταίροι. Δεν είναι γνωστό αν οι τροποποιήσεις υπόκεινταν στην έγκριση της εκκλησίας και αν επικυρώνονταν με όρκο (Chaniotis 1996: 81-82).

     

    19) Αναγραφή (στ. 77-83)

    Η αναγραφή της συνθήκης σε λίθο και η δημοσίευσή της είναι επιβεβλημένη. Συχνά η δημοσίευση γινόταν σε δύο αντίγραφα, ένα σε κάθε πόλη, συνήθως σε κάποιο σημαντικό ιερό, μερικές φορές και σε τρίτο τόπο (Chaniotis 1996: 77-81). Αυτό το αντίγραφο χρησιμοποιούνταν ως σημείο αναφοράς, και από τη στήλη γινόταν η ανάγνωση του κειμένου (βλ. στ. 40-41). Μάλιστα στη συνθήκη αυτή (στ. 6) η λέξη στήλη χρησιμοποιείται ως συνώνυμη της συνθήκης. Όπου σώζονται δύο ή περισσότερα αντίγραφα μιας συνθήκης, διαπιστώνονται μικροδιαφορές στη διατύπωση (Chaniotis 1996: 79 και SEG LIII 942· για αποκλίσεις μεταξύ αντιγράφων βλ. επίσης Ε1).

  • Άγγελος Χανιώτης

  • Ημερομηνία Δημιουργίας
    13 Σεπτεμβρίου, 2022
  • Ημερομηνία Ανανέωσης
    22 Μαρτίου, 2024