Ιατροδικαστική έκθεση ενός δημοσίου ιατρού

Αρ.: Π9

Reference to the file: Η. Σούρλας, "Ναυτίλος Π9: Ιατροδικαστική έκθεση ενός δημοσίου ιατρού." στο Ναυτίλος. Επιλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών και παπύρων, online από 2023, ημερομηνία ανάσυρσης XX. URL: https://nautilos.arch.uoa.gr/exhibits/%ce%b9%ce%b1%cf%84%cf%81%ce%bf%ce%b4%ce%b9%ce%ba%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%ad%ce%ba%ce%b8%ce%b5%cf%83%ce%b7-%ce%b5%ce%bd%cf%8c%cf%82-%ce%b4%ce%b7%ce%bc%ce%bf%cf%83%ce%af%ce%bf%cf%85/

  • Αρ.
    Π9
  • Τίτλος
    Ιατροδικαστική έκθεση ενός δημοσίου ιατρού
  • Ἰ[σι]δ[ώρ]ωι στρατηγῶι
    π(αρὰ) Διονύσο(υ) Ἀπολλοδώρου
    Διονυσ[ί]ου ἀπʼ Ὀξυρύγχων
    πόλεως δημοσίου ἰατροῦ.
    5 τῇ ἐνεστώσῃ ἡμέρᾳ ἐπε-
    τράπην ὑπὸ σοῦ διὰ Ἡρακλείδου
    ὑπηρέτου ἐφιδεῖν σῶμα
    νεκρὸν ἀπηρτημένον
    Ἱέρακος καὶ προσφωνῆσαί σοι
    10 ἣν ἐὰν καταλάβωμαι περὶ
    αὐτὸ διάθεσιν. ἐπιδὼν οὖν
    τοῦτο ἐπὶ παρόντι τῷ αὐτῷ
    ὑπηρέτῃ ἐν οἰκίᾳ Ἐπαγάθου
    [  ̣  ̣  ̣  ̣  ̣]υ̣μερου Σαραπίωνος
    15 [ἐ]πʼ ἀμφόδου Πλατείας εὗρον
    αὐτὸ ἀπηρτημένον βρό-
    χῳ· διὸ προσφωνῶ. / / (ἔτους) ιδ
    Αὐτοκράτορος Καίσαρος Μάρκου
    [Α]ὐρηλ[ίο]υ Ἀντωνίνου Σεβαστοῦ Ἀρ[μενιακο]ῦ
    20 [Μηδικοῦ] Παρθικοῦ Γερμανικοῦ
    [Μεγίσ]του, Θὼθ γ̅. (m. 2) διὸ
    [προσφ]ω(νῶ).
  • Προς τον Ισίδωρο, στρατηγό, από τον Διόνυσο, γιο του Απολλοδώρου, εγγονό του Διονυσίου, από την πόλη των Οξυρύγχων, δημόσιο ιατρό. (στ. 5) Σήμερα έλαβα την εντολή από εσένα μέσω του Ηρακλείδη, του βοηθού σου, να επιθεωρήσω τη σορό ενός άνδρα που βρέθηκε απαγχονισμένος, ονόματι Ιέραξ, και να σου υποβάλω οποιαδήποτε αναφορά (στ. 10) σχετικά με αυτό. Ως εκ τούτου, αφού εξέτασα το πτώμα παρουσία του προαναφερθέντος εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου σου στο σπίτι του Επαγάθου, γιου του […]υμέρου, γιου του Σαραπίωνα, (στ. 15) στη συνοικία της Πλατείας, το βρήκα να είναι κρεμασμένο από μια θηλιά. Για αυτόν τον λόγο συντάσσω την έκθεση. Κατά το 14ο έτος του Αυτοκράτορα Καίσαρα Μάρκου Αυρηλίου Αντωνίνου Σεβαστού Αρμενιακού (στ. 20) Μηδικού Παρθικού Μεγίστου Γερμανικού, την 3η Θωθ. (m. 2) Για αυτό καταθέτω την αναφορά.

  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

    P.Oxy. I 51.

    ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    Baikie 1925: μετά τη σελ. 288· Winter 1933: 132-133· Nanetti 1944: 301, 305-310· Kupiszewski 1952: 263-264 σημ. 38· Nutton 1977: 214 σημ. 165· Amundsen ‒ Ferngren 1978: 345-348· Bastianini – Whitehorne 1987: 94 (BL IX σελ. 177)· Burnet 2003: 256 αρ. 194· Torallas Tovar 2004: 185-186, 194· Hirt Raj 2006: 102, 111, 112 σημ. 39, 114 σημ. 48, 117 σημ. 59· El-Sayed 2012: 265 σημ. 3, 267 σημ. 16, 271· Παπαθωμάς 2013: 123-124· Ρουμπέκας 2017: 81, 91-92, 98· Παπαθωμάς 2019: 277-278.

  • Βρέθηκε το 1897 στην Οξύρυγχο της Αιγύπτου– όπου και γράφτηκε– και σήμερα φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου της Σκωτίας (Edinburgh, University Library). Ο αριθμός ευρετηρίου του στη εν λόγω συλλογή αναγράφεται ως άγνωστος.

  • Μία κατηγορία παπυρικών εγγράφων είναι οι λεγόμενες προσφωνήσεις, γραπτές ιατρικές εκθέσεις-γνωματεύσεις, συντεταγμένες από τους δημοσίους ἰατροὺς της ελληνορωμαϊκής Αιγύπτου, που αποστέλλονταν προς τον αρμόδιο κρατικό αξιωματούχο, με σκοπό την απονομή της δικαιοσύνης ή τη διαδικασία περιστολῆς και ταφής του νεκρού (Ρουμπέκας 2017: 83, 415-418).

    Προηγούταν η αίτηση του θύματος ή συγγενικού προσώπου (βιβλίδια ή λίβελλοι) αναφορικά με την επιθυμητή εξέταση-έρευνα προς τον αρμόδιο λειτουργό. Στη συνέχεια, ο κρατικός αξιωματούχος όριζε τον υφιστάμενο ιεραρχικά βοηθό του (ὑπηρέτην), ο οποίος έδινε εντολή σε έναν γιατρό, προκειμένου να μεταβούν μαζί στον τόπο επιθεώρησης, με σκοπό την υποβολή της επιθυμητής γραπτής αναφοράς προς τον ανώτερο αξιωματούχο (Kupiszewski 1952: 264· Amundsen – Ferngren 1978: 343-348· Torallas Tovar 2004: 184-186· Hirt Raj 2006: 112· Ρουμπέκας 2017: 83). Ο ὑπηρέτης (Kupiszewski – Modrzejewski 1957-1958· Strassi 1997: 46-51· Torallas Tovar 2004: 193-198), ο οποίος εκπροσωπούσε τον ανώτερο αξιωματούχο, παρευρισκόταν ως μάρτυρας με νομική ισχύ στη διαδικασία της επιθεώρησης του πάσχοντος ή του νεκρού και συχνά συνυπέγραφε ex officio την προσφώνησιν (Kupiszewski 1952: 264· Amundsen–Ferngren 1978: 345 σημ. 50· Torallas Tovar 2004: 189-190). Τέλος, ενίοτε εντοπίζονται και αντίγραφα προσφωνήσεων (π.χ. BGU II 647, 130 μ.Χ.), καθώς, όπως φαίνεται, τα πρωτότυπα φυλάσσονταν στο αρχείο της πόλης, ενώ τα αντίγραφα χρησιμοποιούνταν στα δικαστήρια (Torallas Tovar 2004: 186) και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία για την απονομή δικαιοσύνης (Cohn-Haft 1956: 70-71).

    Η προσφώνησις σχετιζόταν πάντα με την επιθεώρηση τραυμάτων θυμάτων βιαιοπραγίας ή ατυχήματος, αλλά και ασθενών που ταλαιπωρούνταν από κάποια νόσο. Οι άνωθεν λόγοι, ασφαλώς, μπορούσαν να οδηγήσουν και στον θάνατο και, ως εκ τούτου, το είδος της προσφωνήσεως σχετίζεται συχνά και με την επιθεώρηση νεκρών (Amundsen – Ferngren 1978: 345-348· Abou Bakr 2003· Ρουμπέκας 2017: 85-98).

    Ο βασικός δημόσιος λειτουργός στον οποίο από τον 1ο μέχρι τα τέλη του 3ου αι. μ.Χ. απευθύνονταν είτε οι αιτήσεις για προσφώνησιν είτε οι ίδιες οι προσφωνήσεις ήταν ο στρατηγός (Hohlwein 1969· Whitehorne 1986· Dirscherl 2004· Whitehorne 2006), ο κορυφαίος πολιτικός διοικητικός υπάλληλος και ο επικεφαλής της οικονομικής διοίκησης και διαχείρισης του νομού, με αρμοδιότητα εξέτασης και ποινικών υποθέσεων (Amundsen – Ferngren 1978: 343 σημ. 42), επιφορτισμένος και με αστυνομικά καθήκοντα στον νομό δράσης του (βλ. Torallas Tovar 2000: 115· Torallas Tovar 2004: 187). Από τις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. τα έγγραφα των προσφωνήσεων απευθύνονται κυρίως στον λογιστήν, αλλά και στον ἔκδικον τῆς πόλεως, στον νυκτοστράτηγον ή στον ῥιπάριον. Τέλος, στον CPR XVIIA 23 (322 μ.Χ.) παραλήπτης είναι ο στρατηγὸς καὶ ἐξάκτωρ (Rees 1952· Rees 1953-1954· Kramer 1990· Frakes 1994· Torallas Tovar 2000: 115-123· Torallas Tovar 2001· Torallas Tovar 2004: 188).

  • Παπύρινο φύλλο (ύψ. 14 εκ., πλ. 7,2 εκ.).

  • Σχεδόν σε ολόκληρη τη δεξιά πλευρά του παπύρου παρατηρούνται διάσπαρτες μικρότερες ή μεγαλύτερες οπές, ιδίως στα σημεία που έχει διπλωθεί, οι οποίες, αν και ενίοτε είναι υπεύθυνες για την απώλεια μερικών γραμμάτων ή τμημάτων τους, εντούτοις, με εξαίρεση τον στ. 19, δεν εμποδίζουν την ανάγνωση και κατανόηση του κειμένου. Το κεντρικό τμήμα του παπύρου με εξαίρεση το σχετικά μεγάλο κενό στον στ. 22, σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση έχοντας λιγοστές οπές που δεν εμποδίζουν, όμως, την ανάγνωση του κειμένου. Μεγαλύτερες φθορές παρατηρούνται στο πάνω και αριστερό τμήμα του παπύρου (στ. 1-3) και, ιδίως, στα νότια τμήματα της αριστερής πλευράς του (στ. 14-15, 19-22), όπου υπάρχουν εκτεταμένα χάσματα και σπασίματα στον πάπυρο. Ο πάπυρος έχει περιθώριο στο επάνω μέρος περίπου 2 εκ. Στη κάτω του πλευρά, αν και ελλιπής, δεν φαίνεται να υπάρχει περιθώριο. Αριστερά από το κείμενο υπάρχει πολύ μικρό περιθώριο, ενώ δεξιά το κείμενο φτάνει ως την άκρη του παπύρου. Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποδεικνύουν ότι ο πάπυρος ήταν μέρος ενός συγκολλήσιμου τόμου.

    Το κείμενο είναι γραμμένο στην πρόσθια πλευρά του παπύρου (recto) και η γραφή έχει φορά παράλληλη προς τις ίνες του παπύρου. Διακρίνονται δύο διαφορετικά χέρια: το πρώτο στο βασικό τμήμα του κειμένου και στη χρονολόγηση (στ. 1-21) και το δεύτερο στις δύο τελευταίες γραμμές του κειμένου (στ. 21-22). Ο πάπυρος είναι γραμμένος σε άκρως επισεσυρμένη γραφή. Ο τύπος της γραφής εμφανίζει τα τυπικά χαρακτηριστικά στοιχεία της επισεσυρμένης ρωμαϊκής γραφής του β΄ μισού του 2ου αιώνα, όπως η ταχύτητα, η βιασύνη, η προχειρότητα, η κλίση προς τα δεξιά και οι συνδέσεις μεταξύ των γραμμάτων (πβ., π.χ., P.Warr. 5 = Pap.Lugd.Bat. I 5 = SB V 7534, 154 μ.Χ.· Stud.Pal. XX 9, 157-161 μ.Χ.· Stud.Pal. XXII 45, 166 ή 169 μ.Χ.· P.Mich. XV 701, 194 μ.Χ.). Το κείμενο χαρακτηρίζεται από ταχεία εκτέλεση των γραμμάτων και ο στόχος είναι σαφώς η λειτουργικότητα και όχι η αισθητική, γεγονός που συνάδει με τον χαρακτήρα ενός μη λογοτεχνικού κειμένου που στόχο έχει να ικανοποιήσει εφήμερες ανάγκες και όχι να διατηρηθεί στο διηνεκές του χρόνου (για περισσότερα παραδείγματα κειμένων, των οποίων η γραφή παρουσιάζει παρόμοια χαρακτηριστικά, βλ. ενδεικτικά Seider 1967· Boswinkel–Sijpesteijn 1968· Harrauer 2010). Σχετικά με το δεύτερο χέρι, η μοναδική προερχόμενη από αυτό λέξη που διακρίνεται ολόκληρη στον στ. 21 (διό), φαίνεται να έχει τα γράμματά της πιο μεγάλα και πιο στρογγυλά σε σχέση με το πρώτο χέρι. Οι γραφείς κάνουν μία πολύ ισχνή χρήση βραχυγραφιών και συμβόλων.

  • Το παρόν έγγραφο έχει την κλασική μορφή υπομνήματος. Στην αρχή του κειμένου αναφέρεται το όνομα και το αξίωμα του παραλήπτη, καθώς επίσης το όνομα και η ιδιότητα του συντάκτη του. Πρόκειται για μια ιατρική-ιατροδικαστική έκθεση (προσφώνησιν) που απευθύνεται στον αρμόδιο δημόσιο λειτουργό Ισίδωρο (Ἰ[σι]δ[ώρ]ωι BL IX 177: Κ[λαυ]δ[ια]νῶι ed.), στρατηγὸν του νομού, η οποία εστάλη από τον Διόνυσο (πβ. Clarysse 2013: 260), δημόσιον ἰατρὸν από την Οξύρυγχο (στ. 1-4). Επισημαίνεται πως το παρόν κείμενο αποτελεί το πρώτο μέχρι στιγμής κείμενο στο οποίο καταγράφεται η φράση «δημόσιος ἰατρός». Ο Διόνυσος δηλώνει ότι, σύμφωνα με τις οδηγίες που έλαβε από τον στρατηγόν, επισκέφθηκε την οικία του Επαγάθου όπου βρισκόταν το άψυχο σώμα και εξέτασε τη σορό παρουσία του Ηρακλείδη, εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου του στρατηγοῦ, διαπιστώνοντας θάνατο δι’ απαγχονισμού (στ. 5-17). Η εν λόγω έκθεση αποτελεί τη μόνη έως σήμερα παπυρική μαρτυρία περί απαγχονισμού στην ελληνορωμαϊκή Αίγυπτο.

    Σύμφωνα με τον P.Oxy. I 51, ο δημόσιος ἰατρὸς Διόνυσος από την Οξύρυγχο δηλώνει ότι τῇ ἐνεστώσῃ ἡμέρᾳ (στ. 5) έλαβε εντολή από τον στρατηγὸν Ισίδωρο, γνωστό και από άλλες παπυρικές αναφορές στο διάστημα μεταξύ 172-175 μ.Χ., να επιθεωρήσει το πτώμα του Ιέρακος που βρέθηκε απαγχονισμένος (στ. 7-9: ἐφιδεῖν l. ἐπιδεῖν σῶμα / νεκρὸν ἀπηρτημένον / Ἱέρακος) και να συντάξει την παρούσα έκθεση σχετικά με την διάθεσίν του (στ. 9-11). Η εντολή του να προχωρήσει το έργο χωρίς χρονοτριβές οφείλεται πιθανώς στην ανάγκη άμεσης λήψης αποδεικτικών στοιχείων για τη διαλεύκανση της υπόθεσης του βίαιου-ξαφνικού θανάτου του Ιέρακος και στην όσο το δυνατόν ταχύτερη περισυλλογή και ταφή του νεκρού. Ο ὑπηρέτης Ηρακλείδης λειτουργεί ως εξουσιοδοτημένος υπάλληλος του στρατηγοῦ (στ. 6-7) και ως μάρτυρας κατά την εξέταση της σορού από τον Διόνυσο (στ. 11-13: ἐπιδὼν οὖν / τοῦτο ἐπὶ παρόντι τῷ αὐτῷ / ὑπηρέτῃ). Ο Διόνυσος δηλώνει ρητά ότι εξέτασε τη σορό του Ιέρακα (στ. 11-12) στο σπίτι κάποιου Επαγάθου (στ. 13) στο ἄμφοδον της Πλατείας της Οξυρύγχου (για την ακριβή σημασία της λέξης ἄμφοδον βλ. Rink 1924: 7· Jouguet 1911: 283· Daris 1981). Εδώ, πρέπει να τονιστεί ότι δεν διευκρινίζεται αν ο Επάγαθος ήταν ο δράστης τυχόν δολοφονίας ή αν πρόκειται για αυτοχειρία, η οποία για κάποιον λόγο συνέβη στην οικία του. Το πόρισμα του Διόνυσου αναφέρει απλώς ότι το πτώμα βρέθηκε κρεμασμένο με θηλιά πιστοποιώντας, έτσι, τον θάνατο του Ιέρακος (στ. 15-17: εὗρον / αὐτὸ ἀπηρτημένον βρό/χῳ). Τέλος, ακολουθεί η απαραίτητη υπογραφή του γιατρού (στ. 17), η χρονολόγηση του παπύρου (στ. 17-21) και η υπογραφή του ὑπηρέτου (στ. 21-22: διὸ / [προσφ]ω(νῶ)).

    Κρίνοντας από τις λίγες διασωθείσες προσφωνήσεις, φαίνεται ότι τα συγκεκριμένα ιατρικά πιστοποιητικά της ρωμαϊκής Αιγύπτου ήταν, από μία σύγχρονη οπτική, σχετικά μη πολύπλοκα. Παρόλα αυτά φαίνεται ότι ήταν αρκετά επαρκή για να εκπληρώσουν δύο σημαντικές λειτουργίες. Πρώτον, πιστοποιούσαν ρητά την αιτία του βίαιου θανάτου ή θανάτου που προερχόταν από ατύχημα ή νόσο. Εδώ, π.χ., συμπεραίνουμε ότι ο γιατρός που εξέτασε τη σορό δεν είδε απλώς το πτώμα κρεμασμένο, κάτι το οποίο θα μπορούσε να το κάνει θεωρητικά ο οποιοσδήποτε, αλλά εξετάζοντάς το συμπέρανε ότι το αίτιο του θανάτου του Ιέρακος ήταν αναμφίβολα ο απαγχονισμός. Δεύτερον, σε περιπτώσεις επιθεώρησης τραυμάτων, ασφαλώς, το μέλημα του γιατρού που συνέτασσε την προσφώνησιν ήταν να δοθεί μία όσο το δυνατόν πιο λεπτομερής περιγραφή των τραυμάτων που προκλήθηκαν.

    Το παρόν έγγραφο χρονολογημένο στο έτος 173 μ.Χ. αποτελεί το πρώτο έγγραφο στο οποίο αναφέρεται ο τίτλος του δημοσίου ἰατροῦ. Η ύπαρξη τεσσάρων παπυρικών κειμένων (P.Oslo III 95, BGU II 647, P.Oxy. XVII 2111, P.Oxy. XXXI 2563), χρονολογημένων πριν από το 173 μ.Χ., που μαρτυρούν ἰατροὺς να έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες με τους κατοπινούς δημοσίους, χωρίς ωστόσο να φέρουν το επίθετο δημόσιος, δημιουργεί ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο αυτοί απέκτησαν το συγκεκριμένο επίθετο. Η άποψη ότι αυτό σχετίζεται με την παροχή μισθού στους ἰατροὺς ως συνήθεια που πήγαζε από την κλασική και ελληνιστική εποχή (Nanetti 1944· Boswinkel 1956: 186-187· Amundsen – Ferngren 1978: 338-339· Abou Bakr 2003: 83· Hirt Raj 2006: 102) αποδυναμώνεται εξαιτίας της έλλειψης ξεκάθαρων παπυρικών μαρτυριών της ρωμαϊκής και βυζαντινής περιόδου σχετικών με μισθοδοσία των δημοσίων ἰατρῶν (El-Sayed 2012: 266-267· Ρουμπέκας 2017: 99).

    Ίσως, ο τίτλος τους οφειλόταν σε πιθανά προνόμια (ἀτέλειαν και ἀλειτουργησίαν), που το ρωμαϊκό κράτος συνέχιζε να παραχωρεί με αυτοκρατορικά διατάγματα στους ἰατρούς, όταν αυτοί αντεπεξέρχονταν επιτυχώς στη δοκιμασίαν, διαδικασία απόδειξης της ορθής άσκησης του λειτουργήματός τους (Zalateo 1957· Lewis 1965· Abou Bakr 2003: 83· Ρουμπέκας 2017: 99). Ωστόσο, η αναφορά σε δεδοκιμασμένους και όχι σε δημοσίους ἰατροὺς μας αποθαρρύνει από το να εικάσουμε ότι η συμπλήρωση του επιθέτου δημόσιος οφειλόταν στο προνόμιο της ἀλειτουργησίας. Αυτό μάλλον οφειλόταν στο διάταγμα του αυτοκράτορα Αντωνίνου Ευσεβούς στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. (Boswinkel 1956: 184 κ.ε.· Torallas Tovar 2004: 189· Ρουμπέκας 2017: 100), ο οποίος περιόρισε σημαντικά τον αριθμό των γιατρών που δικαιούνταν απαλλαγές από τις λειτουργίας και, ως εκ τούτου, η δοκιμασία κατέστη μέσο δημόσιας αναγνώρισης και διάκρισης του υψηλού κοινωνικού status των δεδοκιμασμένων ἰατρῶν (Ρουμπέκας 2017: 101). Το διάταγμα ουσιαστικά υποχρέωνε τους ἰατροὺς που κατείχαν αυτή τη διάκριση να συντάσσουν ύστερα από την απαραίτητη εξέταση οι ίδιοι τις αναφορές εν είδει δημοσίας λειτουργίας (Ρουμπέκας 2017: 101), αρμοδιότητα που κατείχαν οι διοικητικοί υπάλληλοι του κράτους, π.χ., ο ὑπηρέτης, οι δημόσιοι βοηθοί, οι δημόσιοι ταβουλάριοι ή και ῥιπάριοι (Torallas Tovar 2004: 190-191· Ρουμπέκας 2017: 102 σημ. 419). Αντίθετα οι μη δεδοκιμασμένοι ἰατροὶ αναλάμβαναν λειτουργίας ακόμα και ανεξάρτητες από το επάγγελμά τους (Ρουμπέκας 2017: 104). Τέλος με βάση τις ποικίλες σημασίες του επιθέτου δημόσιος (βλ. El-Sayed 2012: 268-269) έχει προταθεί ότι ο δημόσιος είναι ο γιατρός που αντικατέστησε τον πτολεμαϊκό βασιλικὸν ἰατρόν, ο οποίος, βέβαια, δεν άπτονταν ιατροδικαστικών καθηκόντων. Το επίθετο μάλιστα μπορεί να υπογραμμίζει απλώς την κατοικία του δημοσίου ἰατροῦ σε μία περιοχή που αναγνωρίζονταν οι γνώσεις του και ταυτόχρονα να υποδεικνύει ότι ο ίδιος εξαιρούνταν από λειτουργίας που δεν άπτονταν των επαγγελματικών του καθηκόντων (El-Sayed 2012: 269).

    Τα καθήκοντα του δημοσίου ἰατροῦ ήταν κυρίως ιατροδικαστικά, αφού βασικός του στόχος ήταν πάντα η εξέταση (ἐπιδεῖν / ἐπιθεωρηθῆναι) και κατόπιν η σύνταξη έκθεσης (προσφωνεῖν) σχετικά με την κατάσταση της υγείας θυμάτων ατυχήματος, βιαιοπραγίας ή νόσου, ενώ σε περιπτώσεις θανάτου η πιστοποίηση της αιτίας του. Αυτό ενισχύεται και από τον τρόπο που δίνονται οι εντολές του στρατηγοῦ του νομού προς αυτούς, εφόσον οι ανώτεροι αξιωματούχοι δεν ζητούν από τον γιατρό να θεραπεύσει αλλά να επιθεωρήσει την κατάσταση του θύματος ή πάσχοντος (El-Sayed 2012: 268). Μάλιστα ἰατροὶ (που δεν προσδιορίζονται ως δημόσιοι) κατ’ εξαίρεση και σαφώς σπανιότερα εμφανίζονται να θεραπεύουν και τραύματα, κάτι το οποίο φαίνεται εύλογο σε εμάς, αλλά με βάση τα διασωθέντα παπυρικά έγγραφα μάλλον δεν ήταν. Τούτο εγείρει, ασφαλώς, απορίες σχετικά με τις γνώσεις των ἰατρῶν, για το αν αυτοί μπορούσαν να προβούν στην απαιτούμενη θεραπεία. Ίσως πάλι αυτό να οφειλόταν και στον κατά βάση δικαστικό-διοικητικό και όχι αμιγώς ιατρικό χαρακτήρα των προσφωνήσεων (βλ. αναλυτικότερα Ρουμπέκας 2017: 104-105).

    Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει μία όψη συναδελφικότητας και ταυτόχρονης δράσης των δημοσίων ἰατρῶν της ελληνορωμαϊκής Αιγύπτου (βλ. σχετικά Abou Bakr 2003: 84), καθώς, όπως παρουσιάζουν οι πάπυροι, ενίοτε περισσότεροι του ενός γιατροί δρούσαν μαζί στο πλαίσιο της εξέτασης ενός περιστατικού και της απαραίτητης κατοπινής σύνταξης της γνωμάτευσης επ’ αυτού. Έτσι, διακρίνουμε μερικές φορές ταυτόχρονη δράση δύο ή ακόμα και τεσσάρων δημοσίων ἰατρῶν.

  • Ηλίας Σούρλας

  • Ημερομηνία Δημιουργίας
    3 Ιουνίου, 2023
  • Ημερομηνία Ανανέωσης
    14 Φεβρουαρίου, 2024