Απογραφή οικογένειας

Αρ.: Π3

Reference to the file: Μ. Μαλούτα, "Nαυτίλος Π3: Απογραφή οικογένειας”, στο Ναυτίλος. Επιλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών και παπύρων, online από 2023, ημερομηνία ανάσυρσης XX. URL: https://nautilos.arch.uoa.gr/exhibits/%ce%b1%cf%80%ce%bf%ce%b3%cf%81%ce%b1%cf%86%ce%ae-%ce%bf%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%b3%ce%ad%ce%bd%ce%b5%ce%b9%ce%b1%cf%82/

  • Αρ.
    Π3
  • Τίτλος
    Απογραφή οικογένειας
  • Ὥρωι Ἁρυώτου [λαογρ(άφῳ)] Βακ(χιάδος) καὶ Ἀπύνχ(ει)
    Ὀννώφρεως καὶ το(ῖς) ἄλλ(οις) πρεσβ(υτέροις)
    παρὰ Πετεύρε(ως) τοῦ Ὥ̣ρ̣ο̣(υ) τῶν ἀπὸ
    κώμης Βακ(χιάδος). ὑπάρχ(ει) [μοι] ἐν τῇ κώμῃ
    5 (ἥμισυ καὶ τέταρτον) μέρος ο[ἰ]κ(ίας) ἐν ᾧ καταγείνομ(αι) καὶ ἀπο-
    γρά(φομαι) ἐμαυτόν τε καὶ [τ]οὺς ἐμοὺς
    εἰς τὴ(ν) τοῦ διεληλ(υθότος) θ̣ ἔ̣τ̣ο̣υ̣ς̣ Αὐτοκράτορ(ος)
    Καίσαρος Δομιτιανοῦ Σεβ(αστοῦ) Γερμ(ανικοῦ)
    ἀπογρα(φήν).
    10 εἰμεὶ δὲ Πετεῦρις Ὥρ[ο(υ)] το(ῦ) Ὥρο(υ)
    μη(τρὸς) Ἑριεῦς τῆ(ς) Μενχείους δημ(όσιος)
    γεωργ(ὸς) (ἐτῶν) λ ἄση(μος)
    καὶ τὴν γυ(ναῖκα) Ταπεί̣ν̣η̣(ν) [τὴ(ν) Ἀ]π̣κ̣όι(τος) (ἐτῶν) κε
    καὶ τοὺς ὁμοπατρίο(υς) κα[ὶ] ὁμομητρίο(υς)
    15 ἀδελφο(ὺς) Ὧρο(ν) (ἐτῶν) κ
    καὶ Ὡρίωνο ἄλλο(ν) (ἐτῶν) ζ.
    ὑπάρχ(ει) δὲ καὶ τῶι ἀδελφῶι τὸ λ̣ο̣ιπ(όν) (τέταρτον) μέ(ρος)
    τῆ(ς) προκ(ειμένης) οἰκ(ίας) καὶ αὐλ(ῆς) ἐν ᾧ καταγει(νόμεθα).
    Πετεῦρις ὁ προγεγραμμένος ἐπιδέδω(κα)
    20 καὶ ὀμνύω Αὐτοκράτορα Καίσαρα
    Δομιτιανὸν Σεβαστὸν Γερμανικὸν
    ἀ̣λ̣η̣θ̣ῆ̣ εἶναι τὰ προγ(εγραμμένα) καὶ μηδὲ(ν)
    διε̣ψεῦσθα<ι>. ἔγραψεν Ἀφροδ(ίσιος) γραμ(ματεὺς)
    τῆ(ς) κώμης μὴ εἰδό̣το̣ς γράμματα
    25 (ἔτους) δεκάτου Αὐτοκράτο̣ρ̣̣ος Καίσαρος
    Δομιτιανοῦ Σεβ(αστοῦ) Γερμ(ανικοῦ), Παχ(ὼν) ιε.
  • Στον Ώρο, γιο του Αρυώτη, λαογράφο της Βακχιάδας και στον Απύγχη, γιο του Οννώφρη, και στους άλλους πρεσβύτερους, από τον Πετεύρι, γιο του Ώρου, έναν από αυτούς που κατοικούν στην κώμη Βακχιάδα. Στην κώμη (Βακχιάδα) μου ανήκουν (στ. 5) τα τρία τέταρτα ενός σπιτιού, στο οποίο κατοικώ και απογράφω τον εαυτό μου και τους δικούς μου κατά την απογραφή του περασμένου ενάτου έτους του Αυτοκράτορα Καίσαρα Δομιτιανού Σεβαστού Γερμανικού. (στ. 10) Εγώ είμαι ο Πετεύρις, γιος του Ώρου και της Εριέως του Μενχείους, εγγονός του Ώρου, δημόσιος γεωργός, τριάντα ετών, ασημάδευτος· και (απογράφω) τη γυναίκα μου την Ταπείνη, κόρη του Απκόιτος, εικοσιπέντε ετών· και τους αδελφούς μου, από τον ίδιο πατέρα και την ίδια μητέρα, (στ. 15) Ώρο, είκοσι ετών, και τον άλλο, τον Ωρίωνα, επτά ετών. Στον αδελφό μου ανήκει το υπόλοιπο τέταρτο του εν λόγω σπιτιού και της αυλής στο οποίο κατοικούμε. Ο προαναφερθείς Πετεύρις κατέθεσα την απογραφή (στ. 20) και ορκίζομαι στο όνομα του Αυτοκράτορα Καίσαρα Δομιτιανού Σεβαστού Γερμανικού ότι τα προγεγραμμένα είναι αληθή και ότι τίποτε δεν δηλώθηκε ψευδώς. (Το κείμενο της απογραφής) έγραψε ο Αφροδίσιος, γραμματέας της κώμης, γιατί ο Πετεύρις δεν ξέρει γράμματα. (στ. 25) Έτος δέκατο του Αυτοκράτορα Καίσαρα Δομιτιανού Σεβαστού Γερμανικού, 15 Παχών.

  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

    P.Mich. III 176· Wilcken 1937: 229· Schmidt 1938: 153 (BL III σελ. 110)· Youtie 1976: 286 (BL VII σελ. 108)· Μ. Μαλούτα στο Ανθολόγιο 294-300 Π8.

    ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    – – – – – –

  • Το υπόμνημα της απογραφής τελειώνει με την ημερομηνία σύνταξής του. Πρόκειται για τη 15η του αιγυπτιακού μήνα Παχών του 10ου έτους του αυτοκράτορα Δομιτιανού (81-96 μ.Χ.), δηλαδή τη 10η Μαΐου του 91 μ.Χ. Σύμφωνα με αναφορά μέσα στο κείμενο (στ. 7-9) το έτος της απογραφής ήταν το προηγούμενο 9ο έτος του αυτοκράτορα Δομιτιανού, δηλαδή το 89/90 μ.Χ. 

  • Φυλάσσεται στο Πανεπιστήμιο Ann Arbor, στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ.

  • Οι απογραφές είχαν τη μορφή υπομνήματος. Η τυπική διάταξη είναι τῷ δεῖνι παρὰ τοῦ δεῖνος (για άλλα παραδείγματα βλ. Duttenhöfer 1997· Jördens 2001). 

    Το κείμενο της απογραφής αποστέλλεται συνήθως σε κάποιον κρατικό υπάλληλο, ο οποίος μεταφέρει τις πληροφορίες που περιέχονται στην απογραφή στο σχετικό αρχείο της πόλης. Η σύνταξη και κατάθεση των εγγράφων συνήθως λάμβανε χώρα κατά το επόμενο έτος. 

    Σε πάπυρο σώζονται απογραφές κατοίκων, ακίνητης περιουσίας, ζώων κλπ. Στόχος των απογραφών κατοίκων ήταν να εξασφαλισθεί η ακριβής περισυλλογή των φόρων. Η απογραφή αυτού του είδους (census) διαφέρει από τις απογραφές ακίνητης περιουσίας, ζώων κλπ. Η αναφορά των οικιών στις απογραφές κατοίκων δηλώνει απλώς τον τόπο κατοικίας των απογραφομένων, δεν πρόκειται δηλαδή για καταγραφή περιουσιακών στοιχείων. Στις απογραφές από την Οξύρυγχο η πρακτική είναι να αναφέρονται πρώτα όλοι οι ελεύθεροι άνδρες, ύστερα οι γυναίκες –ανεξάρτητα από το βαθμό συγγένειας– και τέλος οι δούλοι, αν υπάρχουν. Αυτό τηρείται αυστηρά, ακόμη και αν την απογραφή συντάσσει γυναίκα.

    Η απογραφή κατοίκων γινόταν κάθε δεκατέσσερα χρόνια και ήταν υποχρεωτική για όλους τους κατοίκους της αυτοκρατορίας. Συνολικά έχουν βρεθεί περίπου τριακόσιες απογραφές της ρωμαϊκής Αιγύπτου, από το 11/12 μ.Χ. ως το 257/8 μ.Χ., οπότε και έλαβε χώρα η τελευταία απογραφή, από όσο γνωρίζουμε σήμερα. Για τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο που παίζουν οι απογραφές της ρωμαϊκής Αιγύπτου στη μελέτη της δημογραφίας του ρωμαϊκού κόσμου βλ. Hombert – Preaux 1952· Montevecchi 1976· Scheidel 1996· Scheidel 1999· Scheidel 2001. Βλ. και Μπουραζέλης 1976: 72-73.

  • Ο πάπυρος (ύψ. 22,5 εκ., πλ. 9 εκ.) έχει διατηρηθεί σε εξαιρετικά καλή κατάσταση. Φέρει μερικές οπές στην επιφάνειά του. Στην επάνω και αριστερή πλευρά υπάρχει μικρό περιθώριο, μεγαλύτερο έχει αφεθεί στο κάτω μέρος, ενώ δεν υπάρχει καθόλου περιθώριο στη δεξιά πλευρά. Στο κέντρο και προς τα δεξιά φαίνεται μια κόλληση. Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποδεικνύουν ότι ο πάπυρος ήταν μέρος ενός συγκολλήσιμου τόμου.

  • Οι οπές στην επιφάνεια του παπύρου δεν εμποδίζουν την ανάγνωση και κατανόηση του κειμένου. Το κείμενο χαρακτηρίζεται από ταχεία εκτέλεση των γραμμάτων και ο στόχος είναι σαφώς η λειτουργικότητα και όχι η αισθητική. Όπως συχνά συμβαίνει σε κείμενα απογραφών, ο γραφέας κάνει ευρεία χρήση συντμήσεων, τις οποίες σηματοδοτεί με την ανύψωση του τελευταίου γράμματος που παραθέτει, καθώς και των λεγόμενων Verschleifungen, δηλαδή του σταδιακού ‘σβησίματος’ του τέλους μιας λέξης μέσω του εκφυλισμού και της σύμφυρσης των τελευταίων γραμμάτων που παρατίθενται.

     

  • Ο Πετεύρις από την κώμη Βακχιάδα στέλνει αυτήν την απογραφή εκ μέρους του εαυτού του και της οικογένειάς του στους αρμόδιους αξιωματούχους της κώμης του (στ. 1-4). Δίνει πρώτα λεπτομέρειες της ταυτότητάς του και της κατοικίας του (στ. 10-12) και ύστερα προσθέτει όσους ακόμη κατοικούν και απογράφονται στη συγκεκριμένη κατοικία, τον βαθμό συγγένειας, την ηλικία και την περιουσία τους, με γενική τάση να αναφέρει πρώτα τους στενότερους συγγενείς (στ. 13-18). Τέκνα φαίνεται να μην υπάρχουν, καθώς θα ήταν αναμενόμενο να αναφερθούν. Ακολουθούν ο συνήθης όρκος (στ. 20-23), η υπογραφή του ατόμου που συνέταξε το έγγραφο (στ. 23-24), και η ημερομηνία κατάθεσής του (στ. 25-26).

    Στο τέλος του κειμένου (στ. 23-24) μαθαίνουμε ότι την απογραφή έγραψε ο Αφροδίσιος, ο γραμματεὺς τῆς κώμης. Ο κωμογραμματέας, υπάλληλος του κωμάρχη, ήταν διοικητικός υπάλληλος στο επίπεδο της κώμης (για την κώμη βλ. παρακ.). Στο παρόν κείμενο ο ρόλος του κωμογραμματέα είναι να συντάξει το έγγραφο εκ μέρους του Πετεύρεως, ο οποίος είναι αναλφάβητος. Το φαινόμενο αυτό απαντά εξαιρετικά συχνά στους παπύρους, και τον ρόλο του γραφέα μπορούν να αναλαμβάνουν όχι μόνο κρατικοί υπάλληλοι, αλλά και συγγενείς και γνωστοί (βλ. Youtie 1975α· Youtie 1975β).

    Στο παρόν έγγραφο διασώζεται το όνομα αλλά όχι και ο τίτλος του παραλήπτη. Στην πρώτη έκδοση (P.Mich. III) ο Boak εξηγεί ότι ο αναμενόμενος παραλήπτης θα ήταν ο κωμογραμματέας. Καθώς όμως στην προκείμενη περίπτωση ο κωμογραμματέας είναι εκείνος που συνέταξε το κείμενο της απογραφής, ο Boak επιλέγει να συμπληρώσει στον στ. 1 το αξίωμα του λαογράφου, ο οποίος επίσης συχνά εμφανίζεται ως παραλήπτης απογραφών. Οι λαογράφοι σχετίζονταν σίγουρα με τη λαογραφία, τον φόρο που πλήρωναν όλοι οι άνδρες μεταξύ 14 και 60 ετών (με κάποιες εξαιρέσεις, όπως οι Ρωμαίοι πολίτες, καθώς και οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας και της Αντινοόπολης). Λειτουργούσαν είτε μόνοι τους είτε κατά ομάδες, που έφταναν ως και τα έξι άτομα σε κάθε κώμη ή άμφοδο πόλης. Οι περισσότεροι ιστορικοί αμφιβάλλουν, ωστόσο, ότι οι λαογράφοι ασχολούνταν προσωπικά με την είσπραξη του φόρου, αφού γι’ αυτήν ήταν υπεύθυνοι οι πράκτορες (Mertens 1958: 80-83). Λαογράφοι απαντούν στα κείμενα από το πρώτο μισό του 1ου ως και το τέλος του 3ου αι. μ.Χ. Η πρώτη ένδειξη ότι η θέση αποτελούσε πια υποχρεωτική λειτουργία, υπηρεσία δηλαδή που οι πιο εύποροι αναλάμβαναν σαν έμμεση φορολογία, απαντά το 201 μ.Χ. (Lewis 1997β: 35· Drecoll 1997: 196, 279).

    Οι πρεσβύτεροι (στ. 2) απαντούν από την πτολεμαïκή εποχή και ως τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. Από το 118 μ.Χ. ή και νωρίτερα άρχισαν να αποτελούν υποχρεωτική λειτουργία. Δραστηριοποιούνταν στο επίπεδο την κώμης και υπηρετούσαν μέχρι ένα χρόνο (Lewis 1997β: 43· Drecoll 1997: 29, 201, 279). Η αρμοδιότητά τους σταδιακά εντοπίστηκε στον χώρο της οικονομικής διοίκησης (για τους πρεσβυτέρους γενικότερα βλ. Tomsin 1952).

    Η οικογένεια που απογράφεται εδώ είναι γνωστή από διάφορα έγγραφα, τα οποία θεωρείται ότι αποτελούν αρχείο (Smolders 2013). Πρόκειται για τουλάχιστον είκοσι τρία έγγραφα, μεταξύ των οποίων έχουν βρεθεί και δύο ακόμη απογραφές, αυτές του 103 και του 117 μ.Χ. (Bagnall – Frier 1994: 192, 200). Το γενεαλογικό της δέντρο, σύμφωνα με το σχεδιάγραμμα το οποίο παρατίθεται στον τρίτο τόμο των παπύρων του Μίσιγκαν, είναι το εξής:

     

    Βελλῆς          (;)                                Πετεύρις Ι (;)

                       |                                                   |                                 

    Κατοίτης                               Ὦρος Ι            Μεγχῆς

                       |                                                |                   |                                       

    Ὦρος                                      Ὦρος ΙΙ  =      Ἐριεύς           Χαρίτων

                       |               ___________________________                        |

    |               |                                         |          |                      |

                       |       Πετεύρις ΙΙ    =     Ταπείνη    |    Ὠρίων Ι = Θενατύμις

                       |________________                         |                   |

                                                        |                        |                Ὦρος V

    Ταπεκύσις = Ὦρος ΙΙΙ

           _______ |_________

                                                        |                              |         

                                                   Ὦρος ΙV             Ὠρίων ΙΙ

     

    Η οικογένεια δηλώνει ως τόπο κατοικίας την κώμη Βακχιάδα. Η κώμη αποτελούσε τη μικρότερη διοικητική μονάδα της αιγυπτιακής χώρας (Rupprecht 1994: 44). Η χώρα της Αιγύπτου χωριζόταν σε περίπου σαράντα διοικητικές μονάδες, τους νομούς. Πρωτεύουσα κάθε νομού ήταν η μητρόπολις, όπου έδρευαν οι διοικητικές αρχές του νομού. Οι νομοί διαιρούνταν περαιτέρω σε τοπαρχίας, ενώ ο Αρσινοΐτης, ο μεγαλύτερος νομός, χωριζόταν πρώτα σε μερίδας, και αυτές σε επιμέρους τοπαρχίες. Η Βακχιάς βρισκόταν στην Ηρακλείδου μερίδα του Αρσινοΐτη νομού.

    O Πετεύρις, που απογράφει τον εαυτό του και την οικογένεια του, είναι δημόσιος γεωργός. Οι δημόσιοι γεωργοί ήταν μικροκαλλιεργητές που νοίκιαζαν χωράφια από το κράτος σε σταθερές τιμές. Συνήθως έπαιρναν δάνεια σπόρου από τις αρμόδιες αρχές του χωριού τους και πλήρωναν το ενοίκιο του χωραφιού σε χρήμα ή σε είδος ανάλογα με την καλλιέργεια (Rowlandson 1996: 223-224).

    O Πετεύρις περιγράφει τον εαυτό του ως ἄσημον. Σε επίσημα έγγραφα, όπου η πιστοποίηση της ταυτότητας ήταν ιδιαίτερα σημαντική, περιλαμβάνονταν εκτός από το όνομα, πατρώνυμο κλπ., και αναφορά φυσικών χαρακτηριστικών, όπως ουλές και χρώμα του δέρματος. Ἄσημος, δηλαδή μη σημαδεμένος, είναι εκείνος που δεν έχει προφανή χαρακτηριστικά που να ξεχωρίζουν (βλ. Hübsch 1968).

    Ο Πετεύρις είναι ιδιοκτήτης των τριών τετάρτων του σπιτιού μέσα στο οποίο κατοικούν ο ίδιος, η γυναίκα του, και τα δύο του αδέλφια. Στον ένα αδελφό του ανήκει το υπόλοιπο ένα τέταρτο. Η κατακερμάτιση περιουσιακών στοιχείων, κυρίως γης και κατοικιών, ήταν πολύ χαρακτηριστική στη ρωμαϊκή Αίγυπτο, και οφειλόταν στη διανομή της περιουσίας στα τέκνα. Το μέγεθος του σπιτιού δεν είναι κάτι που αναφέρεται στις απογραφές (αφού η αναφορά σε σπίτια έχει, όπως είπαμε, στόχο να ορίσει τον τόπο κατοικίας και όχι να δηλώσει περιουσιακά στοιχεία) και, όπως δείχνουν οι σχετικές ανασκαφές, υπάρχουν τεράστιες διαφορές στα μεγέθη. Τα σπίτια είχαν ενίοτε περισσότερους από έναν ορόφους, και πολλές φορές υπόγειο. Τα περισσότερα ήταν κολλημένα το ένα με το άλλο μέχρι και σε τρείς τοίχους, αλλά όλα είχαν πρόσβαση σε αυλή (Alston 2002: 52-58· Husson 1983: 45-54, 191-206).

     

  • Μυρτώ Μαλούτα

  • Ημερομηνία Δημιουργίας
    13 Σεπτεμβρίου, 2022
  • Ημερομηνία Ανανέωσης
    13 Φεβρουαρίου, 2024